Ο Γρηγόρης Ελευθεριάδης, παλαίμαχος του εργατικού κινήματος, υπήρξε γραμματέας της κομματικής οργάνωσης του Ντεπό Θεσσαλονίκης. Τον χειμώνα του 1943 ήταν κεντρικός ομιλητής στην μεγάλη κομματική σύναξη που έγινε παράνομα σε ένα σπιτάκι στην Τούμπα. Την βραδιά εκείνη η οργάνωση του ΕΑΜ και του ΚΚΕ εμπλουτίστηκε με πολλά νέα μέλη. Μετά την απελευθέρωσε επέστρεψε στο μικρό του μανάβικο στην οδό Βασιλίσσης Όλγας, όπου δολοφονήθηκε από παρακρατικούς της οργάνωσης Χ.
Γρηγόρης Παπαδημητρίου
Υιός φτωχού τσαγκάρη από το Ντεπό Θεσσαλονίκης. Οργανώθηκε στο ΚΚΕ το 1942 ενώ εργάζονταν στους αλευρόμυλους Αλλατίνη που λειτουργούσαν παράγοντας ψωμί για τον γερμανικό στρατό. Πιάστηκε δύο φορές, μια από την Γκεστάπο και μια από τους ταγματασφαλίτες του Πούλου και βασανίστηκε φρικτά, κατάφερε όμως να δραπετεύσει. Το 1944 πήρε μέρος στην μάχη του Χορτιάτη με ένα αυτόματο στεν και ακροβολισμένο κοντά-κοντά στην εμπροσθοφυλακή του εχθρού. "Ήθελα να το δοκιμάσω". Είπε στους συντρόφους του όταν μετά την κόλαση πυροβολισμών τον βρήκαν έκπληκτοι ζωντανό. Το 1945 αποστρατεύεται από τον ΕΛΑΣ και τοποθετείται στην κομματική οργάνωση του Ντεπό. Προσπαθεί να συνεχίσει τις σπουδές του στην Φιλοσοφική που σταμάτησε με τον πόλεμο. Το 1946 εντάσσεται όντας ήδη ένα έτος παράνομος στην Αντεκδικητική Λαϊκή Αυτοάμυνα Θεσσαλονίκης. Με την δημιουργία του ΔΣΕ δρα καταλυτικά ως στέλεχος της ΚΠ που μπαινοβγαίνει με κάθε πιθανό τρόπο στην πόλη. Η ασφάλεια λυσσά να τον βρει και τοποθετεί χρηματικό αντίτιμο για το κεφάλι του. Σκοτώθηκε το 1948 σε ομάδα κρούσης του ΔΣΕ λίγο έξω από την πόλη.
Ελπινίκη Βετλή
Αδελφή του Πρόδρομου Βετλή, στελέχους της ΕΠΟΝ Θεσσαλονίκης. Η Ελπινίκη με το όμορφο χαμόγελο και τα μαύρα μαλλιά, υπήρξε μέλος της ΕΠΟΝ με πλούσια δράση κατά την Κατοχή και η τελευταία αντάρτισσα που κατάφερε να βγει με αποστολή στον ΔΣΕ. Σκοτώθηκε το 1948 στο Κιλκίς σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των κυβερνητικών στρατευμάτων ενώ ο αδελφός της εκτελέστηκε στο Γεντί Κουλέ τον ίδιο χρόνο. Άφησε την τελευταία της πνοή σε ένα χωράφι. Στο όνομά της γράφτηκε ποίημα από την Σμάρω Γαιτανίδου
Ζούσε την τελευταία του ώρα. Στο σταθμό, νύχτα, περίμενε το τρένο, που θα ‘πεφτε μπροστά του να τελειώνει. Άξαφνα, από μια παλιά ξεχασμένη παρόρμηση ανέβηκε στη γραμμή να περπατήσει, όπως άλλοτε, που ήταν ένα αιώνιο παιδί. Τότε, μ’ έκπληξη, είδε τη μικρή πεθαμένη εξαδέλφη να περπατάει στην άλλη γραμμή, απλώνοντας του το χέρι, για να κρατηθούν, πιο στέρεα, πάνω απ’ τ’ όνειρο.
……Περπάτησαν ώρα, χαμογελώντας ο ένας στον άλλον, κι όταν πέρασε τυφλό το τρένο, βουίζοντας, τα δυο παιδιά χειροπιασμένα συνέχιζαν να προχωράνε πάνω στις ράγες,
……ενώ το πτώμα ενός άντρα κείτονταν πιο εκεί.
……Περπάτησαν ώρα, χαμογελώντας ο ένας στον άλλον, κι όταν πέρασε τυφλό το τρένο, βουίζοντας, τα δυο παιδιά χειροπιασμένα συνέχιζαν να προχωράνε πάνω στις ράγες,
……ενώ το πτώμα ενός άντρα κείτονταν πιο εκεί.
Τάσος Λειβαδίτης
Η Σμάρω Γαιτανίδου πιά είναι?
ΑπάντησηΔιαγραφή