"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Μια σειρά μύθων για τον Ιωσήφ Στάλιν - Μέρος 3ο


Συνέχεια


Στάλιν η "μέτρια νοημοσύνη"


Γνωστά είναι τα μυθεύματα σχετικά με τη νοημοσύνη του Ιωσήφ Στάλιν, τα οποία προέρχονται από "έρευνες" δυτικών ακαδημαϊκών, μερικές δεκάδες χρόνια μετά το θάνατό του, στα οποία "ψυχογραφούν" τον σοβιετικό ηγέτη, αποδίδοντάς του μια μάλλον μέτρια νοημοσύνη. Ας δούμε τη λέει ο Γκεόργκι Ζούκοφ, που χρειαζόταν να υπομένει κάθε μέρα επί τέσσερα χρόνια (1941-1945) τον ανόητο αυτόν άνθρωπο:

"Ο Ι. Στάλιν δεν είχε τίποτε το ξεχωριστό, αλλά προκαλούσε δυνατή εντύπωση. Χωρίς να κρατά καμιά πόζα, γοήτευε τον συνομιλητή του με την απλή του συμπεριφορά. Ο ελεύθερος τρόπος με τον οποίο συνδιαλεγόταν, η ικανότητά του να διατυπώνει με σαφήνεια τη σκέψη του, η φυσική του ροπή προς την αναλυτική σκέψη, η μεγάλη του πολυμάθεια και η εκπληκτική του μνήμη, ανάγκαζαν ακόμα και τα πιο νουθετημένα πρόσωπα να είναι συγκεντρωμένοι και επιφυλακτικοί. Ο Στάλιν διέθετε τεράστια φυσική νοημοσύνη, αλλά και εκπληκτική ευρυμάθεια. Είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω την ικανότητά του στην αναλυτική σκέψη κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων του Πολιτικού Γραφείου, της Κεντρικής Επιτροπής Άμυνας και στην καθημερινή δουλειά στο Γενικό Στρατηγείο. Άκουγε προσεκτικά αυτούς που έπαιρναν το λόγο, καμιά φορά έκανε ερωτήσεις, έδινε απαντήσεις και όταν τελείωνε η συζήτηση, διατύπωνε με σαφήνεια τα συμπεράσματά του, έκανε απολογισμό και ασκούσε κριτική και αυτοκριτική. Η εκπληκτική εργατικότητά του, η ικανότητά του να κατανοεί γρήγορα ένα θέμα, του επέτρεπαν να μελετά και να αφομοιώνει σε μια μέρα μεγάλη ποσότητα των πιο ποικίλλων γεγονότων, πράγμα που κατά τη γνώμη μου απαιτεί εξαιρετικές ικανότητες." 

Ο αντίλογος σε όλα αυτά μπορεί να εμπεριέχει τα γνωστά μυθεύματα περί προσωπολατρείας  ή φόβου ελεύθερης έκφρασης. Όμως, εκτός του ότι ο Ζούκοφ ήταν ο στρατάρχης του Κόκκινου Στρατού κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, άνδρας με κύρος που δεν είχε τίποτα να φοβηθεί, διαπιστώνουμε ότι τα παραπάνω γράφηκαν από τον Ζούκοφ το 1969, πολύ μετά την "αποσταλινοποίηση" της ΕΣΣΔ, σε εποχές που ακόμα και με τη λογική των αστών αναλυτών, ο Ζούκοφ ήταν ελεύθερος να στηλιτεύσει την προσωπικότητα του Στάλιν όσο ήθελε.

Ας δούμε τώρα τι λέει ο Αλεξάντρ Βασιλέφσκι, Υπουργός Άμυνας της ΕΣΣΔ κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο:

"Ο Στάλιν ήταν προικισμένος με μεγάλη οργανωτική ικανότητα. Εργαζόταν πολύ ο ίδιος, ήξερε να βάζει τους άλλους να εργάζονται, να αντλεί όλα όσα μπορούσαν να προσφέρουν. Είχε εκπληκτική μνήμη. Όχι μόνο γνώριζε όλους τους διοικητές των μετώπων και των στρατιών, που ήταν πάνω από εκατό, αλλά και ορισμένους από τους διοικητές των σωμάτων στρατού και των μεραρχιών, καθώς και υπευθύνους του Λαϊκού Επιτροπάτου Άμυνας, χωρίς να γίνεται λόγος για το διευθυντικό προσωπικό του κρατικού και του κομματικού μηχανισμού στο κέντρο και την επαρχία. Ήξερε επίσης μεγάλο αριθμό κατασκευαστών αεροπλάνων, πυροβόλων και αρμάτων μάχης, ήξερε λεπτομέρειες για τα οχήματα και τα όπλα τους και τους καλούσε συχνά στο γραφείο του για να τους κάνει λεπτομερείς ερωτήσεις."

Και πότε τα γράφει αυτά ο Βασιλεύσκι; Το 1971.



Στάλιν " ο υστερικός"


Εκτός από σφαγέας και δικτάτορας, ο Στάλιν πολλές φορές αναφέρεται ως υστερική προσωπικότητα, που διευθύνει τις μάχες του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με τσαρλατανισμό και ανευθυνότητα. 

Τα παραπάνω και δια στόματος Νικίτα Χρουστσιόφ, που περιέγραφε τη συμπεριφορά του Στάλιν σαν ενός εξαιρετικά νευρικού ανθρώπου, που λόγω της υστερίας που τον διακατείχε έκανε τραγικά λάθη στο σχεδιασμό του πολέμου. Ας δούμε όμως τη γνώμη των ανθρώπων που στάθηκαν δίπλα του από την πρώτη μέρα του πολέμου και το πώς περιγράφουν τη συμπεριφορά του.

Γράφει λοιπόν το 1969 ο Ζούκοφ:

"Η δουλειά της Στάφκα (η ανώτατη στρατιωτική διοίκηση της ΕΣΣΔ) γινόταν κάτω από οργάνωση και ηρεμία. Όλοι μπορούσαν να εκφράσουν την άποψή τους. Ο Ιωσήφ Στάλιν απευθυνόταν σε όλους με τον ίδιο τρόπο, που ήταν συνήθως αυστηρός και αρκετά επίσημος. Ήξερε να ακούει όταν κάποιος του εξέθετε μια κατάσταση έχοντας πλήρη γνώση του θέματος. Πρέπει να πω- και αυτό επειδή προσωπικά πείστηκα στη διάρκεια των μακρών χρόνων του πολέμου- ότι ο Ιωσήφ Στάλιν δεν ήταν καθόλου άνθρωπος  μπροστά στον οποίο δεν μπορούσαν να θιγούν δύσκολα προβλήματα, με τον οποίο δεν μπορούσε να συζητήσει κανείς και ακόμα να υπερασπιστεί δυναμικά την άποψή του. Αν ορισμένοι διαβεβαιώνουν για το αντίθετο, θα πω απλά πως οι διαβεβαιώσεις τους είναι αναληθείς."

και συμπληρώνει:

"Το να πας αναφορά στη Στάφκα, στο γραφείο του Ιωσήφ Στάλιν, με ας πούμε, όχι πλήρως ενημερωμένους χάρτες, να του δώσεις στοιχεία κατά προσέγγιση ή, ακόμα χειρότερα, μεγαλοποιημένα, ήταν πράγμα αδύνατο. Ο Στάλιν δε δεχόταν τυχαίες απαντήσεις. Απαιτούσε σαφήνεια και πλήρη εξάντληση του θέματος. Είχε ένα είδος ιδιαίτερης διαίσθησης για α αδύναμα σημεία μιας έκθεσης ή ενός ντοκουμέντου, τα ανακάλυπτε και επέβαλλε αυστηρές κυρώσεις* στους υπευθύνους για ανακριβείς πληροφορίες."

* (Οι κυρώσεις ήταν συνήθως η άμεση καθαίρεση και η επιστροφή στο μέτωπο ως απλός στρατιώτης)


Ας δούμε τώρα τι αναφέρει σχετικά και ο Αλεξάντρ Βασιλέφσκι:


"Η δουλειά στη Στάφκα και το στιλ της δουλειάς διαμορφώθηκαν κάτω από την επιρροή του Ιωσήφ Στάλιν. Επικρατούσε οργάνωση και ηρεμία. Υπήρχε στήριξη στη συλλογική πείρα για την κατάστρωση των επιχειρησιακών σχεδίων, υψηλές απαιτήσεις, ζήλος και μόνιμη επαφή με τα στρατεύματα, όπως και η διαρκής επίγνωση της κατάστασης σε όλα τα μέτωπα. Οι υψηλές απαιτήσεις αποτελούσαν κεντρικό κομμάτι του στιλ δουλειάς του Στάλιν ως ανωτάτου διοικητή. Όχι μόνο ήταν αυστηρός, πράγμα απόλυτα δικαιολογημένο, ειδικά σε καιρό πολέμου, αλλά δεν συγχωρούσε ποτέ την έλλειψη ενάργειας, την ανικανότητα να προχωρήσουν τα πράγματα ως το τέλος."

Ας δούμε παρακάτω πως απαντά ο Ιωσήφ Στάλιν στην αναφορά του στενού του συνεργάτη και προσωπικού φίλου Μέχλις, όταν εκείνος του παρέδωσε μια αναφορά για το πώς 21 μεραρχίες του Κόκκινου Στρατού απέτυχαν να απελευθερώσουν την Κριμαία από 10 μεραρχίες των Ναζί (ο Μέχλις ήταν ο υπεύθυνος για τη δράση των μεραρχιών αυτών):

"Εσείς τηρείτε μια περίεργη στάση ξένου παρατηρητή, που δεν ευθύνεται για τις πράξεις του μετώπου της Κριμαίας. Αυτή η στάση είναι πολύ πρόσφορη, αλλά είναι και πέρα για πέρα σάπια. Στο μέτωπο της Κριμαίας, εσείς δεν είστε ξένος παρατηρητής, αλλά υπεύθυνος εκπρόσωπος του Γενικού Στρατηγείου, που ευθύνεται για όλες τις επιτυχίες και τις αποτυχίες του μετώπου και είναι υποχρεωμένος να διορθώσει επί τόπου τα λάθη της διοίκησης. Εσείς μαζί με τη διοίκηση ευθύνεστε για το γεγονός ότι η αριστερά πτέρυγα του μετώπου σας αποδείχθηκε αδύνατη. Εσείς και κανένας στρατιώτης ή κατώτερος αξιωματικός. Αν "όλη η κατάσταση του μετώπου έδειχνε ότι το πρωί ο εχθρός θα αντεπιτεθεί" κι εσείς δεν πήρατε μέτρα για την οργάνωση της απόκρουσης και περιοριστήκατε στην παθητική κριτική εκδίδοντας διαταγές, αυτό είναι χειρότερο για εσάς."

Φανερώνεται εδώ λοιπόν, όχι απλώς το αυστηρό και απαιτητικό στιλ διοίκησης, όχι απλώς ο στρατιωτικός επαγγελματισμός του Στάλιν, αλλά και η βαθιά του απέχθεια προς τη γραφειοκρατική διοίκηση και την τυπικότητα των μεθόδων.



Στάλιν " ο ανίκανος στρατιωτικός"


Άλλη γνωστή θεωρία, θέλει τον Ιωσήφ Στάλιν ως ανίκανο, ή κάτω του μετρίου στρατιωτικό ηγέτη. Αυτή η άποψη ξεκινά από τον Νικίτα Χρουστσιόφ και τις περιόδους της δεξιά οπορτουνιστικής "αποσταλινοποίησης". Σε λόγο του ο μετέπειτα γενικός γραμματέας του ΚΚΣΕ, αρνείται ότι ο Στάλιν διαδραμάτισε καθοριστικό στρατιωτικό ρόλο στη Μεγάλη Αντιφασιστική Νίκη, αναγνωρίζοντας ότι η νίκη δεν οφείλεται στις ικανότητες του Στάλιν, αλλά του Κόμματος, του Κόκκινου Στρατού, ορισμένων "ταλαντούχων διοικητών" και του σοβιετικού λαού. 

Ως ένα σημείο ορθό. Φυσικά το κάθε συστατικό στοιχείο της νίκης έπαιξε το δικό του ρόλο, όμως ποιου άραγε τις οδηγίες υπάκουε η Στρατιωτική Διοίκηση; Ποιος ήταν ο ρόλος του Στάλιν σε όλο αυτό; 

Ας δούμε τι λέει σχετικά ο Άβερελ Χάριμαν ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στη Διάσκεψη της Μόσχας:

"Η νοημοσύνη του ήταν μεγάλη, διέθετε φανταστική ικανότητα να εισχωρεί στις λεπτομέρειες, οξυδερκής και με μεγάλη ανθρώπινη ευαισθησία για τα δεδομένα του πολέμου. Εκτιμούσε ότι ήταν καλύτερα ενημερωμένος από τον Ρούσβελτ, σαφέστατα πιο ρεαλιστής από τον Τσώρτσιλ και από πολλές απόψεις η αποτελεσματικότερη ηγετική φυσιογνωμία του πολέμου."


Και η άποψη του Βασιλέφσκι επιβεβαιώνει αυτή του Χάριμαν:


"Προοδευτικά, ο Στάλιν άρχισε να εμβαθύνει όλο και περισσότερο στις έννοιες του συγχρόνου πολέμου, να λύνει εξαιρετικά ειδικευμένα τα ζητήματα της πολεμικής τέχνης. Σπουδαίο ορόσημο αποτέλεσε η μάχη του Στάλινγκραντ. Ίσως όμως ο Ι.Β. Στάλιν άρχισε να κατακτά ολοκληρωτικά τις νέες μεθόδους και μορφές καθοδήγησης του ενόπλου αγώνα στη διάρκεια των μαχών στο τόξο του Κουρσκ. Από τότε πια ο Στάλιν δεν πρότεινε ποτέ πολεμικές επιχειρήσεις, αν δεν ήταν αποφασιστικές, ευέλικτες, κατέφευγε μαστορικά στη μαζική συγκέντρωση δυνάμεων, εκδήλωνε την τάση να λύσει το πρόβλημα της συντριβής του ενός ή του άλλου εχθρικού συγκροτήματος με την κύκλωση. Ο Ι.Β. Στάλιν άρχισε να κατανοεί βαθιά όχι μόνο την πολεμική στρατηγική, πράγμα που ήταν εύκολο για αυτόν αφού ήταν μάστορας στην πολιτική στρατηγική, αλλά και την τέχνη των επιχειρήσεων."


Τέλος, η άποψη του Ζούκοφ σχετικά με το θέμα είναι η ακόλουθη:


"Στον Ιωσήφ Στάλιν προσωπικά αποδόθηκαν λύσεις σε θέματα αρχής, ιδιαίτερα σε ότι αφορά στις διαδικασίες επίθεσης του πυροβολικού, την κατάκτηση της κυριαρχίας στον αέρα, τις μεθόδους περικύκλωσης του εχθρού, το διασκορπισμό των περικυκλωμένων εχθρικών σχηματισμών και τη διαδοχική κατά στοιχεία εξόντωσή τους κλπ. Όλα αυτά τα σημαντικά ζητήματα της στρατιωτικής τέχνης αποτελούν τον καρπό μιας πρακτικής πείρας, που αποκτήθηκε στη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων, και οι μάχες είναι ο καρπός του βαθιού συλλογισμού και των συμπερασμάτων που αντλήθηκαν από αυτή την εμπειρία από το σύνολο των αρχηγών και από τα ίδια τα στρατεύματα. Όμως η αξία του Στάλιν συνίσταται στο ότι δέχτηκε, όπως έπρεπε, τις συμβουλές των κορυφαίων στρατιωτικών μας ειδικών, τις συμπλήρωσε, τις αξιοποίησε και εξασφάλισε την πρακτική διεύθυνση των επιχειρήσεων με τον αρτιότερο τρόπο."


Συνεχίζεται

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Μια σειρά μύθων για τον Ιωσήφ Στάλιν - Μέρος 2ο


Συνέχεια


Ο «ουκρανικός λιμός»



Για τον περίφημο «ουκρανικό λιμό» και την ιμπεριαλιστική, αντισοβιετική προπαγάνδα, ο συγγραφέας πιάνει το νήμα απ’ τις ανυπόστατες διαδόσεις των Ναζί οι οποίες, τα επόμενα χρόνια, χρησιμοποιούνται στις αντικομμουνιστικές σταυροφορίες των ΗΠΑ του Ψυχρού Πολέμου. 

Επί παραδείγματι, ο Λούντο Μάρτενς αναφέρει λεπτομερώς πως ένα προπαγανδιστικό βιβλίο ενός γερμανού δόκτωρα (Έβαλτ Άμεντε) που εκδόθηκε το 1935 και έχει ως πηγές το γερμανικό ναζιστικό τύπο και διηγήσεις Ουκρανών φασιστών της εποχής, επανεκδίδεται το 1984 – εν μέσω προεδρίας Ρίγκαν – από τον καθηγητή του Χάρβαρντ Τζέιμς Μέις. Οι ψεύτικες διαδόσεις για τον «ουκρανικό λιμό» ακολουθούν μια περίεργη πορεία η οποία, σύμφωνα με την ανάλυση του Μάρτενς εμπλέκουν τόσο το ναζιστικό καθεστώς του Χίτλερ όσο και το μεγάλο κεφάλαιο στις ΗΠΑ. Γράφει, μεταξύ άλλων, για τις σχέσεις των Ναζί με τους Αμερικανούς βαρώνους του Τύπου της δεκαετία του ’30:


«Ο πολυεκατομμυριούχος Ουίλιαμ Ράντολφ Χερστ είχε συναντήσει τον Χίτλερ στα τέλη του καλοκαιριού του 1934 για να κλείσει μαζί του μια συμφωνία που προέβλεπε ότι η Γερμανία θα αγόραζε στο εξής τις διεθνείς ειδήσεις της από την International News Service, μια εταιρία που ανήκε στον Χερστ. Την εποχή εκείνη, ο ναζιστικός τύπος είχε ήδη ξεκινήσει μια προπαγανδιστική εκστρατεία για το «λιμό στην Ουκρανία». Ο Χερστ θα συνεισφέρει στο έργο αυτό χάρη στη φαντασία του μεγάλου εξερευνητή του, του κυρίου Ουόκερ». 

Σε άρθρα-υποτιθέμενα επιτόπια ρεπορτάζ- του Τόμας Ουόκερ, που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα Chicago American το Φλεβάρη του ’35, βασίζονται πολλές απ’ τις μετέπειτα προπαγανδιστικές πληροφορίες σχετικά με τον «ουκρανικό λιμό». Μόνο που, όπως αποδεικνύει το βιβλίο, ο Ουόκερ όχι μόνο είχε στήσει ένα κάλπικο ρεπορτάζ με ψεύτικες φωτογραφίες και παραποιημένα στοιχεία, αλλά επιπροσθέτως δεν είχε πατήσει ποτέ το πόδι του στην Ουκρανία.

Η παραποίηση στοιχείων και ντοκουμέντων είναι, όπως αποδεικνύει στο βιβλίο του ο Μάρτενς, βασικό συστατικό της αντικομμουνιστικής, αντισταλινικής προπαγάνδας. Για παράδειγμα, το βιβλίο «Εγκληματικές πράξεις του Κρεμλίνου» που εκδόθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 από Ουκρανούς φασίστες που μετανάστευσαν στις ΗΠΑ, περιέχει σειρά πλαστών φωτογραφιών τις οποίες παρουσιάζει ως «ντοκουμέντα».

Ο Μάρτενς μας δίνει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Στην σελίδα 155 του παραπάνω έργου υπάρχει μια φωτογραφία τεσσάρων στρατιωτών και ενός αξιωματικού που μόλις έχουν εκτελέσει κάποιους ανθρώπους. Τίτλος: «Η εκτέλεση των κουλάκων». Λεπτομέρεια: οι στρατιώτες φορούν τη στολή του τσαρικού στρατού! Έτσι, μας δείχνουν τσαρικές εκτελέσεις ως αποδεικτικά στοιχεία των «εγκλημάτων του Στάλιν»». 

Στη δημιουργία του αντισταλινικού  πονήματος είχαν συνεισφέρει, μεταξύ άλλων, άνθρωποι όπως ο Αλεξάντρ Χάι-Χολόφκο, διατελέσας υπουργός προπαγάνδας στην κυβέρνηση των Ουκρανών εθνικιστών του φασίστα Στεπάν Μπαντέρα, ο γνωστός Βρετανός θεωρητικός του αντικομμουνισμού Ρόμπερτ Κόνκουεστ (που μεταξύ άλλων θεωρούσε τον κομμουνισμό ως ψυχική νόσο) και ο Ανατόλ Μπιλοστερκίφσκι, πρώην αξιωματικός της ναζιστικής αστυνομίας στη Μπίλα Τσέρκβα.



Κόνκουεστ, Σολζενίτσιν και η "ακαδημαϊκή" έρευνα


Τα στοιχεία που παραθέτει ο Μάρτενς, στα οποία περιλαμβάνεται πληθώρα μη σοβιετικών, δυτικών πηγών, καταρρίπτουν μια σειρά αντικομμουνιστικών μύθων και συκοφαντιών απέναντι στον Στάλιν και την ΕΣΣΔ. 

Πηγές της αντισοβιετικής μυθοπλασίας και ιστορικής διαστρέβλωσης υπηρξαν, μεταξύ άλλων, τα γραπτά προσώπων όπως ο αμερικανοβρετανός ιστορικός (και πράκτορας των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών) Ρόμπερτ Κόνκουεστ και ο αντιδραστικός ρώσος συγγραφέας Αλεξάντρ Σολζενίτσιν. Τόσο οι ακαδημαϊκές μελέτες του Κόνκουεστ όσο και τα βιβλία-«μαρτυρίες» του Σολζενίτσιν αποτέλεσαν για δεκαετίες «ευαγγέλια» της αντικομμουνιστικής, αντισοβιετικής προπαγάνδας. Να θυμήσουμε σε αυτό το σημείο ότι ο Σολζενίτσιν απέκτησε ιδιαίτερη φήμη στη Δύση κυρίως λόγω των ημιαυτοβιογραφικών μυθιστορημάτων του «Αρχιπέλαγος Γκουλαγκ» και «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς».


Στο βιβλίο του, ο Μάρτενς δίνει βάρος περισσότερο στην αποδόμηση των δήθεν έγκυρων ιστορικών μελετών του Κόνκουεστ, ενώ αφιερώνει τρεις σελίδες για τον Σολζενίτσιν. 

Για τον – καταδικασμένο  για φιλοναζιστική προπαγάνδα το 1946 – Σολζενίτσιν ο Μάρτενς γράφει: «Ο άνθρωπος αυτός έγινε η επίσημη φωνή του 5% των τσαρικών, των αστών, των κερδοσκόπων, των κουλάκων, των προαγωγών, των μαφιόζων και των βλασοφικών που δίκαια διώχτηκαν από την σοσιαλιστική εξουσία […] Οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τον Σολζενίτσιν: ο άνθρωπος που θα ενσάρκωνε κατά τον καλύτερο τρόπο τα «εκατομμύρια θύματα του σταλινισμού» είναι συνεργάτης των ναζί!».

Ενώ, όμως, ο Σολζενίτσιν υπήρξε ένας διαπρεπής ακροδεξιός μυθιστοριογράφος του αντισταλινισμού, ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ (1917-2015) ήταν ο πρωταθλητής του ακαδημαϊκού αντικομμουνισμού. Αναφερόμενος στο ζήτημα της κολλεκτιβοποίησης και του «ουκρανικού λιμού», ο Μάρτενς μας αποκαλύπτει πως μια σειρά πηγών του έγκριτου ιστορικού Κόνκουεστ υπήρξαν οι μαρτυρίες των ουκρανών ναζί της εποχής. Οι λαθροχειρίες του Κόνκουεστ, με τις οποίες πλαισιώνει τις εμβριθείς ακαδημαϊκές του μελέτες, αποτελούν ένα κράμα ανώνυμων, ανεπιβεβαίωτων μαρτυριών Ουκρανών φιλοναζί, παραχαραγμένων ντοκουμέντων και αντικομμουνιστικής παραπληροφόρησης. Να ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του βιβλίου που δείχνει, αν μη τι άλλο, το ρόλο του Κόνκουεστ:

«Το Γενάρη του 1978, ο Ντέιβιντ Λέι δημοσίευσε ένα άρθρο στην Guardian του Λονδίνου, στο οποίο αποκάλυπτε ότι ο Ρόμπερτ Κόνκουεστ είχε εργαστεί στην υπηρεσία παραπληροφόρησης, επίσημα ονομαζόμενη Information Research Department (IRD) των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών. Στις αγγλικές πρεσβείες, ο υπεύθυνος του IRD έχει ως καθήκον να διαθέτει στους δημοσιογράφους και στα δημόσια πρόσωπα «παραποιημένο» υλικό. […] Με πρόταση του IRD, ο Κόνκουεστ γράφει ένα βιβλίο για τη Σοβιετική Ένωση. Το ένα τρίτο της έκδοσης αγοράστηκε από τον Πρέγκερ που συχνά δημοσιεύει και διανέμει βιβλία κατά παραγγελία της CIA. Το 1986, ο Κόνκουεστ συνέβαλε σημαντικά στην καμπάνια του Ρίγκαν για τη κινητοποίηση του Αμερικανού λαού γύρω από την ενδεχόμενη κατάληψη των Ηνωμένων Πολιτειών από τον Κόκκινο Στρατό! Το βιβλίο του Κόνκουεστ τιτλοφορείται "Τι να κάνετε όταν έρθουν οι Ρώσοι: εγχειρίδιο επιβίωσης".» 

Ο ίδιος αυτός σημαιοφόρος του αντικομμουνισμού θα «μαγειρέψει», όπως αποδεικνύεται, αρκετές φορές τα στατιστικά στοιχεία περί των «θυμάτων» της σταλινικής περιόδου. Το 1973, π.χ. στο βιβλίο του «Η μεγάλη τρομοκρατία» υπολογίζει των αριθμό των νεκρών κατά την κολλεκτιβοποίηση (1932-1933) σε πέντε με έξι εκατομμύρια, ενώ δέκα χρόνια αργότερα κρίνει σκόπιμο να… ανεβάσει τις «εκτιμήσεις» του στα 14 εκατομμύρια νεκρούς. Προσέξτε τα πάντα ολοστρόγγυλα νούμερα.

Εκεί που χάνεται κάθε επιστημονική εγκυρότητα για τον Κόνκουεστ είναι στον αριθμό των κρατούμενων στα λεγόμενα γκούλαγκ. Με τη νίκη της αντεπανάστασης και τη διάλυση της ΕΣΣΔ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 τα κρατικά αρχεία που ήρθαν στο φως γκρέμισαν τα τερατώδη μυθεύματα της αντικομμουνιστικής, αντισταλινικής προπαγάνδας. Σημειώνει, μεταξύ άλλων ο Μέρτενς: «Το 1934, ο Κόνκουεστ υπολόγισε σε 5 εκατομμύρια τους πολιτικούς κρατούμενους. Στην πραγματικότητα, ήταν μεταξύ 127.000 και 170.000 […] Στο σύνολο των κρατουμένων, οι πολιτικοί δεν ήταν παρά το 25% με 33%. Ο Κόνκουεστ απαρίθμησε κατά μέσο όρο 8 εκατομμύρια κρατούμενους στα στρατόπεδα το χρόνο. Και ο Μεντβέντιεφ (σ.σ: ρώσος αντισταλινικός ιστορικός, διετέλεσε σύμβουλος του Γκορμπατσόφ) 12 με 13 εκατομμύρια. Στην πραγματικότητα, ο αριθμός των πολιτικών κρατουμένων διακυμάνθηκε ανάμεσα σε ένα ελάχιστο 127.000 το 1934 και ένα μέγιστο 500.000 στη διάρκεια των δύο χρόνων του πολέμου, το 1941 και 1942».

Τα γκούλαγκ, λοιπόν, αυτή η αγαπημένη λέξη των αντικομμουνιστών, φιλοξενούσαν εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου και πολιτικούς κρατούμενους. Παραγνωρίζοντας σκοπίμως τα ιστορικά δεδομένα της εποχής, την αντεπαναστατική δραστηριότητα εντός της ΕΣΣΔ και τη ναζιστική απειλή, οι επιστήμονες του αντισταλινισμού φόρτωσαν στις πλάτες του Στάλιν κάποια επιπλέον… εκατομμύρια κρατούμενους και νεκρούς. Η πραγματικότητα ήταν διαφορετική: «Τον καιρό του Στάλιν, το 1951- τη χρονιά που υπήρχε ο μεγαλύτερος αριθμός κρατουμένων στο Γκούλαγκ- υπήρχαν 1.948.158 εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, όσοι ακριβώς και επί Χρουστσώφ. Ο πραγματικός αριθμός των πολιτικών κρατουμένων ήταν τότε 579.878. Οι περισσότεροι από τους “πολιτικούς” ήταν άτομα που είχαν συνεργαστεί με τους ναζί: 334.538 είχαν καταδικαστεί για προδοσία».


Συνεχίζεται

Μια σειρά μύθων για τον Ιωσήφ Στάλιν - Μέρος 1ο




Μια προσπάθεια να αντικρουστεί η κατασυκοφάντηση του Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς "Στάλιν" αποτελεί το βιβλίο «Μια άλλη ματιά στον Στάλιν» του Βέλγου κομμουνιστή Λούντο Μάρτενς. Το βιβλίο πρωτοεκδόθηκε στο Βέλγιο το 1994, ενώ στην Ελλάδα κυκλοφόρησε το 1997 από την «Σύγχρονη Εποχή». Αποτελεί ένα εγχείρημα να καταρριφθούν στερεότυπα και προκαταλήψεις δεκαετιών αναφορικά με τον Στάλιν και την περίοδο της ηγεσίας του στην ΕΣΣΔ, στερεότυπα και προκαταλήψεις που δεν δημιουργήθηκαν τυχαία. Δομήθηκαν και ενορχηστρώθηκαν από τα κέντρα του διεθνούς αντικομμουνισμού, στο πλαίσιο της κατασυκοφάντησης του ίδιου του σοσιαλισμού και των επιτευγμάτων του για τον άνθρωπο. 

Στο άρθρο μας αυτό, παρουσιάζουμε την κατάρριψη ορισμένων από τους πιο συνηθισμένους μύθους γύρω από το πρόσωπό του,χρησιμοποιώντας το έργο του Μάρτενς.



Οι δίκες της Μόσχας και ο ρόλος του Τρότσκι


Στα Κεφάλαια 7 και 8 του βιβλίου, ο Μάρτενς μπαίνει σε μια αναλυτικότατη περιγραφή της περιόδου της λεγόμενης «μεγάλης εκκαθάρισης» – της αντιμετώπισης των αντεπαναστατικών στοιχείων του ΠΚΚ-(μπ) από τον Στάλιν. Οι επονομαζόμενες «δίκες της Μόσχας» αποτέλεσαν ιστορικά αφορμή αντισταλινικών μυθευμάτων. Το βιβλίο φωτίζει το ρόλο της “εσωκομματικής αντιπολίτευσης” στο ΠΚΚ-(μπ), την πάλη κατά του οπορτουνισμού σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για την Σοβιετική Ένωση καθώς και τον αντεπαναστατικό χαρακτήρα της κλίκας των Ζινόβιεφ-Κάμενεφ-Σμιρνόφ. Ενάντια στα μυθεύματα τροτσκιστών και ιστορικής ιστοριογραφίας, ο Μάρτενς παρουσιάζει στοιχεία που συνθέτουν το παζλ μιας προσχεδιασμένης συνωμοσίας εντός του Κόμματος: μιας συνωμοσίας «που απέβλεπε στην ανατροπή της μπολσεβίκικης ηγεσίας και στην ανάληψη της εξουσίας από ένα συρφετό οπορτουνιστών που δεν ήταν παρά υποπόδια των παλιών εκμεταλλευτριών τάξεων».

Στο πλαίσιο αυτό, αποδομείται η τροτσκιστική αντεπανάσταση και ο ρόλος της στην προσπάθεια αποσταθεροποίησης του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους. Γράφει, μεταξύ άλλων, ο Μάρτενς: «Πράγματι, το 1936, για κάθε άτομο που ανέλυε με ενάργεια την ταξική πάλη σε διεθνή κλίμακα ήταν προφανές ότι ο Τρότσκι είχε ξεπέσει στο σημείο να έχει καταντήσει παιχνίδι στα χέρια των κάθε είδους αντικομμουνιστικών δυνάμεων. Διακατεχόμενος από αλαζονεία, ανέλαβε έναν όλο και πιο μεγαλόπρεπο ιστορικό και πλανητικό ρόλο, στο μέτρο που η κλίκα που τον περιστοίχιζε γινόταν όλο και πιο ασήμαντη. Με όλες του τις δυνάμεις επιδίωκε ένα μόνο σκοπό: την κατάλυση του κόμματος των μπολσεβίκων, που θα επέτρεπε σ’ αυτόν και την κλίκα του να αναλάβουν την εξουσία».

Ο συγγραφέας περιλαμβάνει μια σειρά από γραπτά του ίδιου του Τρότσκι από τα οποία προκύπτουν τα εξής: 

1. Η απροκάλυπτη πολεμική του Τρότσκι απέναντι στην Σοβιετική Ένωση και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα,

2. η αντιφατικότητα της θεωρίας του για το θέμα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα, 

3. η έμμεση προώθηση εκ μέρους του της ατομικής τρομοκρατίας και των συνωμοσιών ενάντια στην σοβιετική ηγεσία, 

4. ο ρόλος του τις παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όταν καλούσε τον Κόκκινο Στρατό σε πραξικόπημα λίγο πριν την επίθεση των χιτλερικών στρατευμάτων.

Στην αστική ιστοριογραφία, η περίοδος των «εκκαθαρίσεων» στο ΠΚΚ και οι δίκες της Μόσχας παρουσιάζονται συνήθως ως «όργιο σταλινικών διώξεων» και «στημένων δικαστηρίων». Στο βιβλίο του Μάρτενς τα αδιάψευστα ιστορικά στοιχεία και η ενδελεχής έρευνα αρχειακού υλικού που αφορά την εποχή εκείνη μαρτυρούν πως η τότε σοβιετική ηγεσία είχε βάσιμους λόγους να προστατεύσει τόσο το Κόμμα των μπολσεβίκων όσο και την ίδια την Σοβιετική Ένωση από τις συνωμοσίες αντεπαναστατικών-αντικομματικών στοιχείων.

Ο ίδιος ο Νικολάι Μπουχάριν, κορυφαίο στέλεχος του ΠΚΚ που δικάστηκε εκτελέσθηκε το 1938, είπε προς το τέλος της απολογίας του τα εξής:

«Εδώ υπάρχει μια μύχια ήττα των αντεπαναστατικών δυνάμεων. Και πρέπει να είσαι Τρότσκι για να μην καταθέτεις τα όπλα. Καθήκον μου είναι να δείξω εδώ ότι, μέσα στα πλαίσια των δυνάμεων που διαμόρφωσαν την αντεπαναστατική τακτική, ο Τρότσκι ήταν η βασική κινητήρια μηχανή του κινήματος. Και οι βίαιες θέσεις- η τρομοκρατία, η κατασκοπεία, ο διαμελισμός της ΕΣΣΔ, η δολιοφθορά- προέρχονταν κατά κύριο λόγο από αυτήν την πηγή. Μπορώ να υποθέσω εκ των προτέρων ότι ο Τρότσκι και οι άλλοι συνεργοί μου στα εγκλήματα αυτά, καθώς και η Β’ Διεθνής […] θα θελήσουν να μας υπερασπιστούν, κυρίως εμένα. Αποποιούμαι την υπεράσπιση αυτή, αφού στέκομαι γονατιστός μπροστά στη χώρα, μπροστά στο Κόμμα, μπροστά σε ολόκληρο το λαό».

Φυσικά, τα παραπάνω ερμηνεύονται, ως προϊόντα ψυχολογικών βασανιστηρίων που υπέστη ο Μπουχάριν, εκ μέρους των αντικομμουνιστών μελετητών. Εικασία που βασίζουν, στο απόλυτο τίποτα...

Από την πλευρά του, ο Αμερικανός πρέσβης στη Μόσχα Τζόζεφ Ντέιβις, σημείωνε τον Ιούλη του 1937: «Τα πιο σοβαρά πνεύματα δείχνουν τα πιστεύουν ότι κατά πάσα πιθανότητα βρισκόταν σε εξέλιξη μια συνωμοσία με στόχο ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, μια συνωμοσία που στρεφόταν όχι τόσο εναντίον του  Στάλιν προσωπικά όσο κατά του διοικητικού συστήματος και του Κόμματος, και που ο Στάλιν τσάκισε με την ετοιμότητα του, την τόλμη του και τη συνηθισμένη του δύναμη». 

Πέραν του πρέσβη Ντέιβις, στο βιβλίο περιλαμβάνονται αποσπάσματα από το έργο Origins of the Great Purges του αμερικανού καθηγητή ιστορίας Τζ. Αρτς Γκέτι (J.Arch Getty). Ένα από αυτά αναφέρει για τις «σταλινικές εκκαθαρίσεις» (σελ.287):

«Το αρχειακό υλικό δείχνει ότι η «εζόφστσινα» (η “Μεγάλη Εκκαθάριση”), πρέπει να επανεκτιμηθεί. Δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας απολιθωμένης γραφειοκρατίας που εξάλειφε αντιφρονούντες και εξόντωνε ριζοσπάστες βετεράνους επαναστάτες. Στην πραγματικότητα, είναι πιθανό οι εκκαθαρίσεις να ήταν ακριβώς το αντίθετο. Δεν είναι ασύμβατο με τα διαθέσιμα στοιχεία να προβληθεί το επιχείρημα ότι οι εκκαθαρίσεις ήταν μια ριζική, ακόμα και υστερική, αντίδραση κατά της γραφειοκρατίας».


Συνεχίζεται 

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

Βιβλιοπρόταση: «Έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα»






Μια πολύ σημαντική συνεισφορά στην ιστορική μνήμη αλλά και ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα προσφέρουν οι εκδόσεις Τόπος με την κυκλοφορία του νέου τους βιβλίου "Έτσι αγαπάμε εμείς την Ελλάδα", που περιλαμβάνει τα πρακτικά και το ιστορικό των δικών του Ν.Μπελογιάννη. Ένα εξαιρετικό βιβλίο που αξίζει να αγοράσετε, από τους Γιώργο και Σπύρο Σακελλαρόπουλο, που φωτίζει γνωστές και άγνωστες πτυχές της μεγαλύτερης δίκης-σκευωρίας της νεότερης ελληνικής ιστορίας.

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Αφιέρωμα στον Χαρίλαο Φλωράκη


Με αφορμή το αφιέρωμα στον Χαρίλαο Φλωράκη που δημοσίευσε το Σαββατοκύριακο η "Εφημερίδα των Συντακτών" και την αποτύπωση της προσωπικότητας του "Καπετάν Γιώτη", ο Κόκκινος Φάκελος αποφάσισε να δημοσιεύσει ένα δικό του αφιέρωμα στον μεγάλο λαϊκό αγωνιστή.

Νοούμενος ως αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας του ΚΚΕ, αλλά και ως αναπόσπαστο τμήμα του ίδιου του κόμματος, ο Χαρίλαος Φλωράκης δεν έτυχε δυστυχώς αξιόλογης ιστορικής και πολιτικής αντιμετώπισης από την "Εφημερίδα των Συντακτών ", που προσπάθησε να "αποψιλώσει" το ΚΚΕ διαχωρίζοντάς το, αν είναι δυνατόν, από το Χαρίλαο.

Ο Χαρίλαος δυστυχώς δεν έτυχε ούτε καν ορθής ιστορικής επιμέλειας, αφού το αφιέρωμα βρίθει χτυπητών λαθών και ανακριβειών. 


Θα προσπαθήσουμε λοιπόν να του δώσουμε, μέσα από τα ιστορικά ντοκουμέντα του κόμματός του, ένα αξιόλογο μικρό αφιέρωμα:


Χαρίλαος Φλωράκης - ο καπετάν Γιώτης


Ολόκληρη η ζωή του Χαρίλαου Φλωράκη ταυτίζεται με την πορεία του ΚΚΕ, το οποίο υπηρέτησε επί 76 ολόκληρα χρόνια. Από 15χρονος ΟΚΝίτης μέχρι και Α΄ Γραμματέας και Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του. Ταυτίζεται με τις μεγαλύτερες στιγμές του λαϊκού μας κινήματος: Με τον αγώνα του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ, με την ηρωική πάλη του λαού κατά των Εγγλέζων και της ντόπιας αστικής κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου το Δεκέμβρη του 1944, με την ένδοξη δράση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) κατά της εγχώριας αστικής τάξης και των Αγγλοαμερικανών συμμάχων της. Ταυτίζεται με την ιστορία των διώξεων, των φυλακίσεων και των εκτελεστικών αποσπασμάτων που οδηγήθηκαν χιλιάδες παιδιά του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.

Γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1914 στο χωριό Ραχούλα του Δήμου Ιτάμου των θεσσαλικών Αγράφων, τόπο καταγωγής της μητέρας του Στυλιανής. Ο πατέρας του, Γιάννης, καταγόταν από το Κλειστό Ευρυτανίας και είχε ξυλεμπορικό κατάστημα στην Καρδίτσα, το οποίο καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1930. Ήταν το 4ο από τα έξι παιδιά της οικογένειάς του.

Είναι μόλις 15 χρονών, όταν συνδέεται για πρώτη φορά με το κομμουνιστικό κίνημα, διαβάζοντας το "Αλφάβητο του Κομμουνισμού".

Μικρός, ήθελε να γίνει αεροπόρος, ο πατέρας του, όμως, τον απέτρεψε, τονίζοντάς του, την επικινδυνότητα του επαγγέλματος αυτού. Τελικά, αποφοίτησε από την Επαγγελματική Σχολή των "3Τ" και το 1929 όταν ο βενιζελισμός με το ιδιώνυμο διώκει τους κομμουνιστές, εκείνος οργανώνεται στις Ομάδες Πρωτοπόρων μαθητών της ΟΚΝΕ.

Στη διάρκεια της Μεταξικής δικτατορίας και πριν απ' αυτή, στα χρόνια του Βενιζελικού «Ιδιώνυμου». Στην Κατοχή και στον ένοπλο λαϊκό αγώνα του 1946 - 1949, όπου αναδείχτηκαν τόσο οι πολιτικές, όσο και οι στρατιωτικές ικανότητες του Χαρίλαου Φλωράκη. Εκεί, στα βουνά της Πίνδου, που οι αετοί συναντήθηκαν με τους ένοπλους αετούς, τον Νίκο Μπελογιάννη, τον Διαμαντή, τον Καπετάν Γιώτη, όλους τους ήρωες - μαχητές και τις μαχήτριες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Εκεί, που η αδιαλλαξία απέναντι στον ταξικό εχθρό πήγαινε χέρι - χέρι με την ευαισθησία απέναντι στο σύντροφο, στο συναγωνιστή, στον απλό άνθρωπο.

«Δε φοβηθήκατε το θάνατο;» τον ρωτούσαν. «Ασφαλώς και τον φοβηθήκαμε», απαντούσε. «Ποιος δε λογαριάζει τη ζωή του; Μόνο ο τρελός ή ο άδειος από συναισθήματα μπορεί να μην φοβηθεί το θάνατο. Αλλά εκείνο, που διακρίνει τον κομμουνιστή, είναι ότι βρίσκει τη δύναμη, όταν χρειαστεί, να θυσιάζει ό,τι πιο πολύτιμο έχει, ξεπερνώντας και το φόβο του θανάτου».

Ο Χαρίλαος Φλωράκης, όχι μόνο δε μετάνιωσε για το δρόμο που επέλεξε, αλλά συνήθιζε να επαναλαμβάνει, ότι τον ίδιο δρόμο θα ακολουθούσε ξανά, αν αυτό μπορούσε να γίνει. Γιατί γνώριζε, ότι δεν είχε κάνει λάθος. Γιατί γνώριζε, ότι η ζωή ομορφαίνει περισσότερο και ότι η ανθρώπινη υπόσταση καταξιώνεται μόνο στον αγώνα για την αλλαγή της κοινωνίας.

Από το 1954 μέχρι το 1966 έμεινε ο Χαρίλαος στη φυλακή, αφού η θανατική καταδίκη του είχε μετατραπεί σε ισόβια. Μαζί του και άλλοι 85 κομμουνιστές. Μπορούσαν να αποφύγουν όλες αυτές τις κακουχίες και τις στερήσεις, αρκεί να δήλωναν ότι αποκηρύσσουν το ΚΚΕ, την ιδεολογία τους. Αλλά προτίμησαν να σηκώσουν το σταυρό.


Στη μεγάλη δίκη του 1960 ξαναζωντάνεψαν η ατρόμητη στάση κομμουνιστών - κατηγορουμένων προηγούμενων χρόνων, η σθεναρή υπεράσπιση του ΚΚΕ, της πατριωτικής - διεθνιστικής προσφοράς του και των αρχών του, που μετέτρεπαν τους κατηγορουμένους σε κατηγόρους.

Αντικρούοντας την κατηγορία της διενέργειας κατασκοπίας υπέρ ξένης δύναμης, μαζί με τους συγκατηγορουμένους του συντρόφους Ρούλα Κουκούλου, Κώστα Λουλέ, Αύρα Παρτσαλίδου και άλλους, ο Χαρίλαος Φλωράκης είπε στην απολογία του ανάμεσα σε άλλα:

«Βεβαίως τα Κομμουνιστικά Κόμματα έχουν σχέσεις μεταξύ τους. Μας συνδέουν κοινή ιδεολογία, κοινά ιδανικά, η φιλία και η συναδέλφωση των λαών μας, έχουμε κοινό αντίπαλο, τον ιμπεριαλισμό. Και μόνο αυτό επιβάλλει τη διεθνή αλληλεγγύη μας. Αλλά υπάρχουν και προβλήματα που δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με γνώμονα τα κακώς νοούμενα συμφέροντα μιας χώρας. Παράδειγμα το Κυπριακό, στο οποίο οι Αγγλοι και οι Τούρκοι κομμουνιστές αντιτάχθηκαν στις απόψεις των κυβερνήσεων των χωρών τους. Η επίσημη Αγγλία και η Τουρκία τους είπαν προδότες, αλλά στην πραγματικότητα η στάση τους ήταν και σωστή και εθνική. Να γιατί ο διεθνισμός μας δεν έρχεται σε αντίθεση με την αγάπη μας προς την πατρίδα και τα συμφέροντά της. Το 1957 μαζεύτηκαν στη Μόσχα αντιπρόσωποι 64 Κομμουνιστικών Κομμάτων και διακήρυξαν ότι βασικό καθήκον των κομμουνιστών είναι η υπεράσπιση της ειρήνης. Ποιος αμφισβητεί ότι αυτό είναι και εθνικό μας καθήκον;».

Η «ελεύθερη» ζωή κράτησε λιγότερο από ένα χρόνο. Στις 21 Απρίλη 1967 ο Χαρίλαος εξορίστηκε στη Γυάρο και στη συνέχεια στη Λέρο για 4 ακόμη χρόνια. Και ακολούθησαν η παράνομη δράση και η παράνομη διαφυγή στο εξωτερικό, μετά από σχετική εντολή του ΚΚΕ.

«Πολεμάμε και τραγουδάμε, έλεγε στην Κατοχή η ΕΠΟΝ. Αυτό κάνετε κι εσείς τώρα», είπε σε συγκέντρωση στο Βελιγράδι, στη διάρκεια των βομβαρδισμών από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, μιλώντας σε συγκέντρωση Γιουγκοσλάβων, που αντιπροσωπεία του ΚΚΕ τους είχε επισκεφθεί, για να εκφράσει την αλληλεγγύη της στον αγώνα τους.

Η διεθνιστική δράση του Χαρίλαου Φλωράκη αναγνωρίστηκε και τιμήθηκε από πολλά Κομμουνιστικά Κόμματα. Ξεχωρίζουν οι τιμητικές διακρίσεις του βραβείου της «Φιλίας των Λαών», από τον Πρόεδρο του Ανώτατου Σοβιέτ της Σοβιετικής Ενωσης, το βραβείο «Καρλ Μαρξ», από το κράτος της Λαοκρατικής Γερμανίας και το βραβείο «Γκεόργκι Ντιμιτρόφ» από το σοσιαλιστικό κράτος της Βουλγαρίας.

Τον τίτλο του «ιστορικού ηγέτη», που πολλοί συνηθίζουν να χρησιμοποιούν αφειδώλευτα, ακόμη και για ασήμαντα περάσματα από την πολιτική, ο Χαρίλαος Φλωράκης τον έκανε συνώνυμό του. Γιατί απέδειξε, ότι «ιστορικό στέλεχος» δεν είναι όποιος αφιέρωσε πολλά χρόνια στην πολιτική δράση. Γίνεται το πρόσωπο εκείνο που, όταν τερματίζεται η ζωή του, παραμένει «ορθοστατών και ορθοβαδίζων», αλλά και έχοντας δώσει στην επαναστατική συλλογικότητα.

Από τις πιο χαρακτηριστικές περιόδους, που αναδείχνεται η συμβολή του Χαρίλαου Φλωράκη, είναι η νομιμοποίηση του ΚΚΕ το 1974, ύστερα από 27 χρόνια παρανομίας και πολλά χρόνια απουσίας των Κομματικών Οργανώσεων από την Ελλάδα. Τότε ο Χαρίλαος Φλωράκης ηγήθηκε του ΚΚΕ, του Κόμματος που ήρθε στη νομιμότητα έχοντας στερηθεί τη φυσιολογική διαδοχικότητα δύο γενεών στην ανάπτυξή του. Τη μια, από τα δολοφονικά χτυπήματα του πολέμου και των κατοπινών διωγμών, την άλλη, λόγω της διάλυσης των Κομματικών Οργανώσεων.

«Πρέπει να αναπληρώσουμε αυτό το κενό γρήγορα», έλεγε συνεχώς το 1974, προσβλέποντας στην ανάπτυξη της ΚΝΕ, και έχοντας εμπιστοσύνη στη νεολαία. Και δεν παρέλειπε, συνεχώς, να καυτηριάζει την απόφαση του 1958 να διαλυθούν οι Κομματικές Οργανώσεις και οι κομμουνιστές να ενταχθούν στην ΕΔΑ.

Σε αυτές τις συνθήκες ο σ. Χαρίλαος Φλωράκης συνέβαλε στη γρήγορη προσαρμογή του Κόμματος στις νέες συνθήκες και απαιτήσεις, στην ενότητα του παλιού με το καινούριο. Στην αξιοποίηση των έμπειρων στελεχών, αλλά και στην αποφασιστική προσπάθεια να διαμορφωθεί μια νέα γενιά στελεχών στο ΚΚΕ.

Επιβεβαίωσε, ότι η συμβολή ενός κορυφαίου στελέχους δεν κρίνεται μόνο από τη δική του προσφορά, αλλά κυρίως κρίνεται από την προσπάθειά του να ανεβαίνει η συλλογικότητα και η διαδοχή των γενεών.

Όταν άρχισε η αντεπανάσταση στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, στη διάρκειά της και μετά, τότε που ακόμη και επιφανείς ηγέτες πολλών Κομμουνιστικών Κομμάτων υποχώρησαν και αναδιπλώθηκαν, ο Χαρίλαος Φλωράκης αποτέλεσε μια από τις εξαιρέσεις του κανόνα. Εμεινε όρθιος, υπεράσπισε το ΚΚΕ, κόντρα σε εκείνους που μεθόδευαν τη διάλυσή του με τη βοήθεια και την παρασκηνιακή συμμετοχή αστικών δυνάμεων. 

Ηταν αποφασιστική η συμβολή του στη λεγόμενη «πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ», το 1990, καθώς και στο 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ (Φλεβάρης 1991), τότε που επιχειρήθηκε η «μεγάλη έφοδος» για τη διάχυση του ΚΚΕ στον τότε Συνασπισμό. Τότε που το Κόμμα μας κτυπήθηκε από μέσα, στο όνομα της «ανανέωσης», που σήμαινε την προσαρμογή του ΚΚΕ στο σύστημα. Ο Χαρίλαος δεν μπορούσε να διανοηθεί ότι ήταν δυνατό να γίνει και το παραμικρό θετικό σε τούτο τον τόπο, δίχως την ύπαρξη του ΚΚΕ.

Ο Χαρίλαος Φλωράκης υπερασπίστηκε την προσφορά του σοσιαλιστικού συστήματος, ιδιαίτερα της Σοβιετικής Ενωσης, στα κοινωνικά δικαιώματα των λαών, στην ειρήνη, στην πάλη για έναν κόσμο απαλλαγμένο από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Γνώρισε από κοντά τη φροντίδα τους ως πολιτικός πρόσφυγας, αλλά και τη διεθνιστική συνεισφορά τους στα επαναστατικά και στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα των λαών.

Είχε βαθύτατη πεποίθηση ότι ο σοσιαλισμός θα έρθει ό,τι και να γίνει, ότι είναι το μέλλον της ανθρωπότητας, γιατί, όπως έλεγε, «ο καπιταλισμός οξύνει και δεν μπορεί να λύσει τα λαϊκά προβλήματα».

Ο Χαρίλαος Φλωράκης είναι γέννημα του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ και οι ηρωικοί αγώνες του τον ανέδειξαν σε ηγέτη, τον οποίο εκτιμούν όχι μόνον οι κομμουνιστές και οι κομμουνίστριες, αλλά και πολλοί εργαζόμενοι που δεν ταυτίζονται με την ιδεολογία του Κόμματός μας. Υπήρξε λαϊκός ηγέτης, γιατί ήταν κομμουνιστής. Μόνο αυτή η ιδιότητα μπορούσε να του δώσει όσα του έδωσε, μόνο αυτή μπορούσε να τον καταστήσει λαϊκό ηγέτη.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι στο αποχαιρετιστήριο που συνέταξε το Σεπτέμβρη του 1994 και παρέδωσε στην ηγεσία του Κόμματος, δεν αναφέρεται γενικά στο ΚΚΕ, δεν αφήνει το «βιος του» γενικά στο ΚΚΕ, αλλά έγραψε: «Ο,τι βιος είχα το έχω δώσει στο Κόμμα - στο Κόμμα, στο ΚΚΕ με τα γνωστά σύμβολά του, τη Μαρξιστική - Λενινιστική ιδεολογία του, το πρόγραμμά του και τις αρχές του».

Αν δεν πρόκειται λοιπόν ο Χαρίλαος να τοποθετηθεί δίπλα και μέσα στο κόμμα του, καλύτερα να τον αφήσουν να αναπαύεται ήσυχος  στον Αηλιά "που 'χει όμορφο αγνάντιο"...



Φωτογραφίες

Απρίλης 1943 στον ΕΛΑΣ: Ο Χαρίλαος Φλωράκης (αριστερά) και ο Κωνσταντινίδης (αρχείο Χ. Φλωράκη)

Στον ΔΣΕ με τον Γιάννη Αλεξάνδρου (καπετάν Διαμαντή)

Ως επικεφαλής της 1ης Μεραρχίας Ρούμελης του ΔΣΕ

Ο Χαρίλαος Φλωράκης στο κέντρο της δεύτερης σειράς. Από τη δίκη στο Στρατοδικείο Αθηνών το Μάιο του 1960.

Ο Χαρίλαος Φλωράκης σε μια από τις δίκες του στη Λαμία.

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2016

Mια άλλη πτυχή της εκκαθάρισης


Έχουμε πολλές φορές αναφερθεί στον τρόπο με τον οποίο το αστικό κράτος του Εμφυλίου και οι Βρετανοί και Αμερικάνοι πατρόνες του, προσπάθησαν να εκκαθαρίσουν την ελληνική κοινωνία από τα ταξικά επαναστατικά στοιχεία της, που "γέννησαν" την Εθνική Αντίσταση, το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και πολέμησαν την τριπλή Κατοχή στη χώρα. Εκτός λοιπόν από τα ξερονήσια, τα αποσπάσματα, τη Λευκή Τρομοκρατία, τις φυλακές και φυσικά την κορύφωση της ταξικής πάλης- τον πόλεμο- ένα όπλο στο οπλοστάσιό τους, υπήρξε η σταδιακή θανάτωση των κρατουμένων και εξορίστων.

Με τη λήξη του Εμφυλίου του αστικό κράτος σχεδόν ολοκληρωτικά είχε νικήσει, σε πρακτικό και όχι σε συνειδησιακό επίπεδο. Κάποιες δεκάδες χιλιάδες εξορίστων και κρατουμένων όμως, βρίσκονταν ακόμα σε φυλακές και ξερονήσια. Αυτοί φυσικά οι ταξικοί αντίπαλοι δεν μπορούσαν απλώς να αφεθούν πίσω στην κοινωνία. Από την άλλη μεριά, η ΕΣΣΔ, οι χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού και άλλα κράτη (πχ. η γκωλική Γαλλία) δεν θα επέτρεπαν τις μαζικές εκτελέσεις, αλλά και οι ίδιες οι ελληνικές κυβερνήσεις πάσχιζαν να προβάλλουν ένα προφίλ ομαλοποίησης. Η μέθοδος λοιπόν ήταν απλή: Οι πολιτικοί κρατούμενοι, έχοντας ήδη περάσει ένα ή δύο αντάρτικα, βασανιστήρια, εγκλεισμό σε απάνθρωπες συνθήκες και πολλά άλλα, ήταν στο σύνολό τους σωματικά καταπονημένοι. Το απαράδεκτο συσσίτιο, η ανύπαρκτες εγκαταστάσεις υγιεινής και η μηδενική σχεδόν ιατροφαρμακευτική φροντίδα εκτόξευσαν στα ύψη τη νοσηρότητα. Η φυματίωση θέριζε.

Ο πιο ήπιος λοιπόν τρόπος θανάτωσής τους ήταν απλά να αφεθούν στη μοίρα τους. Στους αρρώστους, αναπήρους και υπερήλικες δεν χορηγούταν απολυτήριο και μόνο όταν έφθαναν σε τελικά στάδια, δινόταν ένα απολυτήριο για να πεθάνουν έξω από τη φυλακή ή το νησί εξορίας και να μην αμαυρωθεί η εικόνα της χώρας. Η τακτική αυτή καταγγελλόταν διαρκώς από τις ομάδες συμβίωσής τους, γαλλικές, ρωσικές και άλλες ξένες εφημερίδες, αλλά και από τις ενώσεις για την αμνηστία τους ΑΣΟΠΕΦ και ΠΕΟΠΕΦ. Η μηνιαία επιθεώρηση της ΑΣΟΠΕΦ, τον Ιούνιο του 1962, παρουσιάζει πολλά περιστατικά κρατουμένων των οποίων η ζωή βρισκόταν σε άμεσο κίνδυνο. 

Παρουσιάζουμε ένα από τα πιο τραγικά:

Γιάννης Βλάχος: Γεννήθηκε στην Αγυιά Λάρισας το 1906. Από το 1942 κατατάχθηκε σστο αντάρτιο του Κατσαβού και πολέμησε ολόκληρη την κατοχή από τις γραμμές του ΕΛΑΣ τους κατακτητές. Διωκόμενος μετά την απελευθέρωση από τις παρακρατικές οργανώσεις βγήκε ξανά στο βουνό. Καταδικάστηκε από το Έκτακτο Στρατοδικείο Ιωαννίνων σε ισόβια. Οι στερήσεις, οι κατατρεγμοί και οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης στις φυλακές κλόνισαν σοβαρά την υγεία του και τελευταία, ύστερα από 4μηνη σοβαρή κρίση που την πέρασε στο κραβάτι της φυλακής μεταφέρθηκε στον Άγιο Παύλο, όπου διαπιστώθηκε ότι πάσχει από καρκίνο του ήπατος. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης υπέγραψε την αποφυλάκισή του την τελευταία στιγμή. Πέθανε στις 22-12-62. Το αποφυλακιστήριο καρφιτσώθηκε στο φέρετρό του. Άλλος του αδελφός εκτελέστηκε το 1949 και ένας άλλος βρίσκεται εκπατρισμένος στην Τασκένδη.





Το 1968, παρέμεναν ακόμα μια δεκάδα πολιτικών κρατουμένων στις φυλακές της χώρας, οι οποίοι πέρασαν χωρίς να απελευθερωθούν ούτε για μια ώρα, στην κράτηση της Δικτατορίας, περίπου όπως το αστικό κράτος παρέδωσε τους κομμουνιστές κρατουμένους στους Γερμανούς κατακτητές...

Προκηρύξεις προς δοσιλόγους- συνεργάτες των κατακτητών





Η ΕΠΟΝ και η Σχολή Καλών Τεχνών στα χρόνια της Κατοχής


Οι χρονιές του '40 - '41 και η Κατοχή, που ακολούθησε, στάθηκαν ορόσημο για τους σπουδαστές που μπήκαν τότε στην ΑΣΚΤ. Ζήσαμε τον πόλεμο, την Κατοχή και στη συνέχεια την Αντίσταση και μπορώ να πω ότι - από μια άποψη - αυτό ήταν τύχη για μας. Βρήκαμε ιδανικά που δεν είχαμε, πήραμε στα χέρια μας τη μόρφωσή μας, παλέψαμε για την επιβίωση, δουλέψαμε παράνομα, βγήκαμε στους δρόμους και αντιμετωπίσαμε τους πάνοπλους καταχτητές. Κοντολογίς, ανδρωθήκαμε στην Αντίσταση, γράψαμε ιστορία.

Τώρα, ύστερα από 60 χρόνια περίπου, προσπαθώ να μαζέψω το μυαλό μου και να καταγράψω, με όση ακρίβεια μπορώ, τι κάναμε εκείνα τα χρόνια εμείς οι ΕΠΟΝίτες σπουδαστές της ΑΣΚΤ.
Το φθινόπωρο του '40, γράφτηκε στη Σχολή η φουρνιά τη δικιά μου και στις 28 του Οκτώβρη βούιζαν οι σειρήνες του συναγερμού, ενώ την ίδια μέρα ακούστηκε και το κροτάλισμα των αντιαεροπορικών που αντιμετώπιζαν τα ιταλικά αεροπλάνα. Είναι αλήθεια, η ανεμελιά μας - όσων δε στρατεύτηκαν - ταράχτηκε για λίγο, αλλά μετά ο πόλεμος έγινε για μας ρουτίνα, άρχισαν οι πρώτες νίκες του στρατού και το μποεμιλίκι μας ξαναφούντωσε. Στη Σχολή αλώνιζαν τότε τα τσιράκια της ΕΟΝ. Προσπαθούσαν να μας μαντρώσουν στις αίθουσες να ακούσουμε «εθνικές ομιλίες» - δέκα μάζευαν, οι εννιά τούς έφευγαν - και να γράψουν νέα μέλη. Τότε φάνηκαν και ορισμένοι σπουδαστές που είχαν πολιτική άποψη και αντέδρασαν. Μας έβαλαν ψύλλους στ' αυτιά. «Μην τους ακούτε, είναι φασίστες», μας έλεγαν, «κάνουν τους πατριώτες, αρμέγουν την εξουσία, ενώ ο στρατός χύνει το αίμα του». Ητανε λίγοι, μα δυναμικοί, είχανε επιχειρήματα κι άρχισαν να μας επηρεάζουν. Ηταν ο Βασίλης Αρμάος, ο Ιάσωνας Μολφέσης, ο Νικήτας Παπαδόπουλος, ο Απόστολος Μπάρμπογλου, ίσως κι άλλοι που δε θυμάμαι. Απ' ό,τι φάνηκε μετά, ήτανε μέλη της ΟΚΝΕ.

Ενα βράδυ - καλοκαίρι του '41 πρέπει να ήτανε - βρέθηκα μ' αυτήν την παρέα στο Ηρώδειο, όπου παιζόταν η ένατη συμφωνία του Μπετόβεν. Στο κάτω διάζωμα, Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες. Ατμόσφαιρα φορτισμένη, κάτι πλανιόταν στον αέρα. Τελειώνοντας η συναυλία, φτάνουμε σιγά σιγά κουβεντιάζοντας για την κατάσταση και τους καταχτητές κοντά στα Εξάρχεια. Εκεί, κάποιοι φέρνουνε μπουγέλα με χρώμα - μπορεί να ήταν και προσχεδιασμένο - κι αρχίζουν να γράφουν στους τοίχους. Επειτα τα έδωσαν και σε μας. Παίρνω κι εγώ ένα πινέλο κι έτσι απλά και φυσικά μπήκα στην Αντίσταση, γράφοντας τα συνθήματά της. Οταν με πλησίασε αργότερα ο Μολφέσης και μου έκανε την πρόταση, μπήκα και τυπικά - το είχα έτοιμο το «Ναι».
Εν τω μεταξύ είχε ιδρυθεί το ΕΑΜ, καθώς και το ΕΑΜ ΝΕΩΝ, που στη συνέχεια πήρε τη μορφή της ΕΠΟΝ, όπου ενσωματωθήκαμε και μεις.

Ο αγώνας των ΕΠΟΝιτών καλλιτεχνών ήταν πολυποίκιλος. Ηταν ενέργειες για την επιβίωση, τα συσσίτια, για τις σπουδές, να κρατηθεί η Σχολή ανοιχτή, κι όλα αυτά με επιτροπές και κινητοποιήσεις που πήραν τη μορφή αγώνα, γιατί είχαμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση που προπάντων φρόντιζε τα συμφέροντα των καταχτητών και ελάχιστα του λαού.
Μια βασική επιτυχία ήταν, που, μαζί με τους σπουδαστές του Πολυτεχνείου καταφέραμε, έπειτα από πολλές προσπάθειες, να αποσπάσουμε από την πολιτεία τα τρόφιμα, τα απαραίτητα, ώστε να οργανώσουμε το συσσίτιό μας στη λέσχη του Πολυτεχνείου, κάτι που, ουσιαστικά, μας έσωσε απ' την πείνα. Και εκτός απ' αυτό, είναι γεγονός ότι τα συσσίτια αυτά βοήθησαν, ώστε η λέσχη του Πολυτεχνείου να γίνει πόλος έλξης και συσπείρωσης των σπουδαστών όλου του πολυτεχνειακού συγκροτήματος. Ετσι γινόταν εκεί πολλές εκδηλώσεις, γιορτές, παραστάσεις, αλλά και ζυμώσεις με αντιστασιακό περιεχόμενο.

Να αναφέρω ακόμα ότι η Επιτροπή Περίθαλψης της Σχολής, έπειτα από πολλές επισκέψεις και τρεχάματα στο υπουργείο Επισιτισμού, απέσπασε διατακτική για 600 οκάδες σταφίδα - βούιξε το Πολυτεχνείο! - καθώς και τρία τόπια ύφασμα από το εργοστάσιο Λαναρά για να ντυθούν οι σπουδαστές της Σχολής.

Η ΕΠΟΝ της ΑΣΚΤ έκανε επίσης καλλιτεχνική δουλιά με αφίσες, πλακάτ, τρικ (φέιγ - βολάν), για να διαφωτίζεται και να εμψυχώνεται ο λαός. Να μαθαίνει για τους αγώνες του ΕΛΑΣ στα βουνά, για τα σπουδαία του κατορθώματα, όπως ο Γοργοπόταμος, στο Ανατολικό Μέτωπο, ώστε να γιγαντώνεται η θέλησή του για αντίσταση.

Ηταν, όμως, και αγώνας των ΕΠΟΝιτών καλλιτεχνών με τη συμμετοχή τους στις τεράστιες κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις στους δρόμους της Αθήνας, όπου αντιμετώπιζαν τους πάνοπλους καταχτητές, άοπλοι, ενάντια στα τανκς.

Βέβαια, όλος αυτός ο λαός που κατέβαινε στους δρόμους δεν ήταν οργανωμένος, επηρεαζόταν όμως από τις οργανώσεις του ΕΑΜ ή της ΕΠΟΝ που ξεφύτρωναν παντού. Η οργάνωση της ΕΠΟΝ στην ΑΣΚΤ είχε πολλούς τρόπους να πλησιάσει και να επηρεάσει τους σπουδαστές. Π.χ., οργανώναμε εκδρομές όπου πρωτοστατούσαμε σε όλα, στο κέφι, στο τραγούδι, γινόμαστε συμπαθείς στην παρέα. `Η κάναμε πάρτι σε σπίτια - τα «σορπάιζ-πάρτι» - όπου αξιοποιούσαμε τις ικανότητες του καθενός. Ετσι, ένας τραγουδούσε ένα σόλο, άλλος έπαιζε κάποιο όργανο ή έκανε μιμήσεις, κάποιος άλλος έκανε μια απαγγελία. Παίζονταν μικρά κωμικά σκετς, όπου όλο και κάπου γινόταν κάποια αναφορά για τους αντάρτες, στα βουνά, ή κυκλοφορούσαν με τρόπο κουπόνια για ενίσχυση. Δηλαδή, υπήρχε περιεχόμενο. Χωρίς να αποκλείονται το κέφι κι η διασκέδαση. Και ποιος ξεχνά τις θεατρικές παραστάσεις στη λέσχη του Πολυτεχνείου με έργα γραμμένα και παιγμένα από σπουδαστές, όπου κάτω απ' τη μύτη των καταχτητών περνούσαμε τα μηνύματα της Αντίστασης; Ολα αυτά συσπείρωναν τους σπουδαστές, βοηθούσαν να αναπτυχθεί μια ομαδικότητα, που ήταν απαραίτητη σ' όλες τις μορφές της αντιφασιστικής πάλης.


Η διαδήλωση της 5ης του Μάρτη 1943


Όταν η απόφαση της πολιτικής επιστράτευσης πάρθηκε απ' τους Γερμανούς κι ήταν έτοιμη για υλοποίηση, το Πολυτεχνείο και η Σχολή μας ξεσηκώθηκαν. Ζυμώσεις, ομιλίες μέσα στις τάξεις για το τι μας περιμένει, έβραζε ο τόπος. Καλέσαμε τότε σε γενική συνέλευση σπουδαστές και καθηγητές. Μίλησα εγώ, μίλησε κι ο Βακιρτζής. Ζητήσαμε από τους καθηγητές να μας συμπαρασταθούν, να κλείσει η Σχολή, ώστε να κατεβούμε όλοι στη διαδήλωση, που ήτανε να γίνει την άλλη μέρα. Εκείνοι, και κυρίως ο διευθυντής, ο Τόμπρος, μας απάντησαν ότι αυτά είναι διαδόσεις για να δημιουργηθεί αναταραχή, οι συνέπειες θα είναι απρόβλεπτες, και να κοιτάζουμε τις σπουδές μας και τίποτ' άλλο. 

Μας είπαν ακόμα ότι αυτά είναι αναρχικές ιδέες, που αυτοί δεν μπορούν να συμμεριστούν. Εμείς τους αντικρούσαμε ότι έχουμε πληροφορίες θετικές: Στην Αθήνα ζούμε, τους είπαμε, εδώ ο τόπος βοά. Εξάλλου η επιστράτευση έγινε κιόλας σε άλλες κατεχόμενες χώρες. Η διαδήλωση τελικά έγινε, κατεβήκαμε στους δρόμους και οι Γερμανοί, τρομαγμένοι απ' το τεράστιο πλήθος, ανακάλεσαν την απόφασή τους. Η διαδήλωση ήταν μεγαλειώδης, μαχητική όσο δεν παίρνει, χύθηκε πολύ αίμα, πολλοί οι νεκροί και πλήθος οι τραυματίες. Είδα με τα μάτια μου ένα παλικάρι, άγνωστο σε μένα, να πέφτει δίπλα μου, χτυπημένο από σφαίρα στο κεφάλι.


Το καλλιτεχνικό συνεργείο της ΕΠΟΝ


Σ' αυτήν τη διαδήλωση, έτυχε να τραυματιστώ από σφαίρα στο πόδι, κι αυτό έγινε αφορμή να μείνω για καιρό κλεισμένος στο εργαστήρι μου και να ασχοληθώ αποκλειστικά με την καλλιτεχνική δουλιά της οργάνωσης. Αυτό το ατελιεδάκι ήτανε στην οδό Καπλανών, αρ. 4, κοντά στη Σίνα, μεταξύ Σόλωνος και Σκουφά. Τα αναφέρω αυτά, γιατί εκεί συγκροτήθηκε από σπουδαστές της Σχολής το καλλιτεχνικό συνεργείο της ΕΠΟΝ. Τις εντολές για τα σχέδια τις έφερνε από «πάνω» ο Διονύσης, που δεν ήταν άλλος από τον Νίκο Καραντηνό. Αρκετό καιρό δούλευα μόνος μου, όταν, όμως, η δουλιά περίσσευε, βοηθούσαν περιστασιακά - γιατί αυτοί είχαν κι άλλα καθήκοντα - ο Γιώργος Βακιρτζής κι ο Απόστολος Μπάρμπογλου. Ετσι, μπήκε η μαγιά. Αργότερα ήρθε κι ο Βασίλης Ανδρεόπουλος, ο ηθοποιός. Βέβαια, η δυσκολία δεν ήταν τόσο στα σχέδια, όσο στην αναπαραγωγή τους. Τεχνικά μέσα στην αρχή δεν υπήρχαν και τα ελάχιστα παράνομα τυπογραφεία ήταν απασχολημένα με τις γενικότερες ανάγκες. Επρεπε, λοιπόν, να γίνουμε αυτάρκεις.
Ξεκινήσαμε μόνο με έναν πολύγραφο με στένσιλ. Σκεφτήκαμε κι ένα ταμπόν, σαν του στυπόχαρτου, αλλά πιο μεγάλο, όπου εφαρμόζαμε στην καμπύλη του επιφάνεια ένα χαραγμένο λινόλεουμ. Επαιρνε μελάνι από ένα μελανωμένο μάρμαρο και λειτουργούσε σαν μεγάλη σφραγίδα: Μ' αυτό τυπώναμε με το χέρι επικεφαλίδες για παράνομες εφημερίδες, καθώς και μικροαφισούλες. Για κουπόνια, σκαλίζαμε γομολάστιχες και τις κάναμε σφραγίδες.

Τη λύση, όμως, την έδωσε ένα αυτοσχέδιο «ταχυπιεστήριο», που σχεδίασα εγώ και κατασκεύασε ένας πολυτεχνίτης ΕΠΟΝίτης, ο Στάθης Ζυμαρίδης. Το αποτελούσε ένας κύλινδρος ξύλινος, διαμέτρου 10 και μήκους 25 εκ. περίπου με άξονα και μανιβέλα, που στηριζόταν και περιστρεφόταν σε μια βάση. Επάνω του εφαρμοζόταν το χαραγμένο λινόλεουμ, ή κλισέ από λεπτό τσίγκο, ενώ άλλοι κύλινδροι λεπτότεροι, ντυμένοι με σαμπρέλα ποδηλάτου, έδιναν μελάνι στο χαρακτικό. Το χαρτί, που ήταν από ρολό των χαρτοπωλείων, προνοημένο σε κομμάτια των 25 εκ., ερχόταν σε επαφή με το μελανωμένο κύλινδρο και πιεσμένο από έναν άλλο τυπωνόταν, φτάνει να γυρίζει τη μανιβέλα. Τύπωνε αρκετά καλά και γρήγορα. Γεμίζαμε τσουβάλια με αφίσες, κι όλοι απορούσαν με την ποσότητα.

Με αυτό το μηχάνημα, τυπώσαμε κι ένα λεύκωμα, μικρό, της ΕΠΟΝ, με σχέδια και κείμενα, δουλεμένα σε ψιλό τσίγκο με οξύ, και δεν ξέρω αν σώθηκε κανένα αντίτυπο. Φυσικά, ο Στάθης Ζυμαρίδης που ήτανε και ο χειριστής έγινε και μέλος του συνεργείου.
Απ' αυτό το συνεργείο βγήκαν πολλά σχέδια, τυπωμένα με τα μέσα που προανέφερα, αλλά σώθηκαν ελάχιστα. Ενα αρχείο που είχα κρατήσει χάθηκε στα Δεκεμβριανά. Ηταν σχέδια που εξέφραζαν την πολιτική γραμμή της ημέρας, είχαν το χαρακτήρα της επικαιρότητας. Αλλοι καλλιτέχνες δούλεψαν στα εργαστήριά τους με την ησυχία τους κι έκαναν σχέδια σπουδαία, εμπνευσμένα απ' την Αντίσταση. Εχω να πω ότι η διαφορά με τα σχέδια τα δικά μας, τα βιαστικά δουλεμένα και τυπωμένα, είναι ότι είχαν προορισμό να εμπνεύσουν αντίσταση, και νομίζω πως το πέτυχαν.

Μια άλλη επινόηση ήταν που κρεμούσαμε πλακάτ στα σύρματα που συγκρατούσαν τα ηλεκτροφόρα καλώδια των τραμ. Τα ανεβάζαμε τη νύχτα με σπάγκο που τον πετούσαμε, δεμένα με μια πέτρα πάνω από το σύρμα. Επειτα τραβούσαμε τον σπάγκο και τα πλακάτ ανέβαιναν και σκάλωναν στο σύρμα από δυο γάντζους που είχαν. Ο κόσμος διάβαζε με κρυφή ικανοποίηση τα συνθήματα και γελούσε με τους Ιταλούς, που έβρισκαν τον μπελά τους μέχρι να τα κατεβάσουν.


Tο σήμα της ΕΠΟΝ



Αυτά γίνονταν, ώσπου πλησίαζε η απελευθέρωση. Εγώ, κλεισμένος στο ατελιεδάκι. Κόσμος πολύς μπαινόβγαινε, επαφές, κρυφά ραντεβού, μέχρι γιάφκα είχε γίνει. Απορώ πώς δε μας πήρανε χαμπάρι οι καταχτητές. Κάποτε, λοιπόν, ήρθε ο Νίκος ο Καραντηνός κι έφερε την εντολή να γίνει ένα σήμα, το σήμα της ΕΠΟΝ. Νιώθω ιδιαίτερα ευνοημένος, που, χάρη σε ορισμένες συγκυρίες, έτυχε σε μένα να σχεδιάσω αυτό το σήμα. Εκανα το προσχέδιο, άρεσε, και το προχωρήσαμε. Εγινε σε μπρούντζο, με πράσινο σμάλτο στα χαραγμένα σημεία. Με ένα καρφιτσάκι από πίσω, ήταν έτοιμο για το πέτο. Το φορούσαν με θάρρος - γιατί οι καιροί μετά την «απελευθέρωση» ήταν δύσκολοι - τα παιδιά της Εθνικής Αντίστασης.

Το συνεργείο συνέχισε τη δράση του και στα Δεκεμβριανά. Από την Καπλανών πήγε στο Κουτσικάρι, μετά στα Σεπόλια, Ν. Ηράκλειο και με την υποχώρηση έφτασε έως τη Λαμία. Το «ταχυπιεστήριο», επειδή φοβόμαστε κατάσχεση ή καταστροφή, το κρύψαμε σ' ένα δάσος σε πυκνές φυλλωσιές. Οταν γυρίσαμε να το πάρουμε, είχε εξαφανιστεί. Κάποιοι χωρικοί μας είπαν ότι είδανε παιδιά να παίζουν με κάτι καρούλια...

Μετά τα Δεκεμβριανά, συνέχισα να κάνω ορισμένα σχέδια «μικροπαράνομα», με σύνδεσμο τον Θόδωρο Δρόσο, μέχρι το καλοκαίρι του 1948, οπότε πήγα εξορία.

Η ΕΠΟΝ της Σχολής στην Κατοχή έδωσε αίμα, είχε θύματα. Θα αναφέρω τον σπουδαστή Πάνο Ευθυμιάδη, που δούλευε ανεξάρτητα από μας. Σκοτώθηκε από βομβαρδισμό των αγγλικών αεροπλάνων στα Δεκεμβριανά, ενώ χάραζε ένα λινόλεουμ, σε ένα έρημο σχολείο, στο Κουτσικάρι. Επίσης έχω πληροφορίες - που δεν μπόρεσα να διασταυρώσω - ότι ο σπουδαστής Παπακρασάς ανέβηκε αντάρτης στο βουνό, όπου και έπεσε πολεμώντας τους καταχτητές. Οι σπουδαστές Λόλα Βαρβέρη και Γιώργος Λεβέντης πιάστηκαν απ' τους Γερμανούς και κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία (Νταχάου), από όπου γύρισαν μετά το τέλος της Κατοχής.
Οι σπουδαστές της ΑΣΚΤ στην Κατοχή που ήταν οργανωμένοι, απ' ό,τι θυμάμαι κι από πληροφορίες που μάζεψα - και δεν αποκλείεται να ήταν κι άλλοι - είναι οι παρακάτω:

Αρμάος Βασίλης, Βακιρτζής Γιώργος, Μολφέσης Ιάσονας, Μπάρμπογλου Απόστολος, Μπάρμπογλου Ζωγραφία, Στεφανίδης Γιάννης, Παπαδόπουλος Νικήτας, Αλίκη Γεωργιάδη, Δρόσος Θόδωρος, Μαργαριτώφ Αμαλία, Παπαδοπούλου Ολγα, Βαρλάμος Γιώργος, Βαρβέρη Λόλα, Λεβέντης Γιώργος, Μαγγανάρης Γιάννης, Σαραφιανός Παναγιώτης, Καρπαθάκης Λορέντζος, Ράμφου Μαρία, Νικολινάκος Μιχάλης, Δαρζέντας Δημήτρης, Βογιατζής Χάρης, Τηνιακός Δημήτρης, Ζυμαρίδης Στάθης, Γκλαβάνη (Ζωή ή Ρένα;), Ζάννη Αλίκη, Γκοτζαμάνη Βίκα, Ευθυμιάδης Πάνος, Παπακρασάς (;), Χρυσοχοΐδου Ντόρα, Μοντεσάντου Μαρίνα, Φαρμακόπουλος Δημήτρης, Γαΐτης Γιάννης, Καπάντασης Βάσος.

Kείμενο - μαρτυρία του Γιάννη Στεφανίδη 

Η ΕΠΟΝ και η Σχολή Καλών Τεχνών στα χρόνια της Κατοχής


Οι χρονιές του '40 - '41 και η Κατοχή, που ακολούθησε, στάθηκαν ορόσημο για τους σπουδαστές που μπήκαν τότε στην ΑΣΚΤ. Ζήσαμε τον πόλεμο, την Κατοχή και στη συνέχεια την Αντίσταση και μπορώ να πω ότι - από μια άποψη - αυτό ήταν τύχη για μας. Βρήκαμε ιδανικά που δεν είχαμε, πήραμε στα χέρια μας τη μόρφωσή μας, παλέψαμε για την επιβίωση, δουλέψαμε παράνομα, βγήκαμε στους δρόμους και αντιμετωπίσαμε τους πάνοπλους καταχτητές. Κοντολογίς, ανδρωθήκαμε στην Αντίσταση, γράψαμε ιστορία.

Τώρα, ύστερα από 60 χρόνια περίπου, προσπαθώ να μαζέψω το μυαλό μου και να καταγράψω, με όση ακρίβεια μπορώ, τι κάναμε εκείνα τα χρόνια εμείς οι ΕΠΟΝίτες σπουδαστές της ΑΣΚΤ.
Το φθινόπωρο του '40, γράφτηκε στη Σχολή η φουρνιά τη δικιά μου και στις 28 του Οκτώβρη βούιζαν οι σειρήνες του συναγερμού, ενώ την ίδια μέρα ακούστηκε και το κροτάλισμα των αντιαεροπορικών που αντιμετώπιζαν τα ιταλικά αεροπλάνα. Είναι αλήθεια, η ανεμελιά μας - όσων δε στρατεύτηκαν - ταράχτηκε για λίγο, αλλά μετά ο πόλεμος έγινε για μας ρουτίνα, άρχισαν οι πρώτες νίκες του στρατού και το μποεμιλίκι μας ξαναφούντωσε. Στη Σχολή αλώνιζαν τότε τα τσιράκια της ΕΟΝ. Προσπαθούσαν να μας μαντρώσουν στις αίθουσες να ακούσουμε «εθνικές ομιλίες» - δέκα μάζευαν, οι εννιά τούς έφευγαν - και να γράψουν νέα μέλη. Τότε φάνηκαν και ορισμένοι σπουδαστές που είχαν πολιτική άποψη και αντέδρασαν. Μας έβαλαν ψύλλους στ' αυτιά. «Μην τους ακούτε, είναι φασίστες», μας έλεγαν, «κάνουν τους πατριώτες, αρμέγουν την εξουσία, ενώ ο στρατός χύνει το αίμα του». Ητανε λίγοι, μα δυναμικοί, είχανε επιχειρήματα κι άρχισαν να μας επηρεάζουν. Ηταν ο Βασίλης Αρμάος, ο Ιάσωνας Μολφέσης, ο Νικήτας Παπαδόπουλος, ο Απόστολος Μπάρμπογλου, ίσως κι άλλοι που δε θυμάμαι. Απ' ό,τι φάνηκε μετά, ήτανε μέλη της ΟΚΝΕ.

Ενα βράδυ - καλοκαίρι του '41 πρέπει να ήτανε - βρέθηκα μ' αυτήν την παρέα στο Ηρώδειο, όπου παιζόταν η ένατη συμφωνία του Μπετόβεν. Στο κάτω διάζωμα, Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες. Ατμόσφαιρα φορτισμένη, κάτι πλανιόταν στον αέρα. Τελειώνοντας η συναυλία, φτάνουμε σιγά σιγά κουβεντιάζοντας για την κατάσταση και τους καταχτητές κοντά στα Εξάρχεια. Εκεί, κάποιοι φέρνουνε μπουγέλα με χρώμα - μπορεί να ήταν και προσχεδιασμένο - κι αρχίζουν να γράφουν στους τοίχους. Επειτα τα έδωσαν και σε μας. Παίρνω κι εγώ ένα πινέλο κι έτσι απλά και φυσικά μπήκα στην Αντίσταση, γράφοντας τα συνθήματά της. Οταν με πλησίασε αργότερα ο Μολφέσης και μου έκανε την πρόταση, μπήκα και τυπικά - το είχα έτοιμο το «Ναι».
Εν τω μεταξύ είχε ιδρυθεί το ΕΑΜ, καθώς και το ΕΑΜ ΝΕΩΝ, που στη συνέχεια πήρε τη μορφή της ΕΠΟΝ, όπου ενσωματωθήκαμε και μεις.

Ο αγώνας των ΕΠΟΝιτών καλλιτεχνών ήταν πολυποίκιλος. Ηταν ενέργειες για την επιβίωση, τα συσσίτια, για τις σπουδές, να κρατηθεί η Σχολή ανοιχτή, κι όλα αυτά με επιτροπές και κινητοποιήσεις που πήραν τη μορφή αγώνα, γιατί είχαμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση που προπάντων φρόντιζε τα συμφέροντα των καταχτητών και ελάχιστα του λαού.
Μια βασική επιτυχία ήταν, που, μαζί με τους σπουδαστές του Πολυτεχνείου καταφέραμε, έπειτα από πολλές προσπάθειες, να αποσπάσουμε από την πολιτεία τα τρόφιμα, τα απαραίτητα, ώστε να οργανώσουμε το συσσίτιό μας στη λέσχη του Πολυτεχνείου, κάτι που, ουσιαστικά, μας έσωσε απ' την πείνα. Και εκτός απ' αυτό, είναι γεγονός ότι τα συσσίτια αυτά βοήθησαν, ώστε η λέσχη του Πολυτεχνείου να γίνει πόλος έλξης και συσπείρωσης των σπουδαστών όλου του πολυτεχνειακού συγκροτήματος. Ετσι γινόταν εκεί πολλές εκδηλώσεις, γιορτές, παραστάσεις, αλλά και ζυμώσεις με αντιστασιακό περιεχόμενο.

Να αναφέρω ακόμα ότι η Επιτροπή Περίθαλψης της Σχολής, έπειτα από πολλές επισκέψεις και τρεχάματα στο υπουργείο Επισιτισμού, απέσπασε διατακτική για 600 οκάδες σταφίδα - βούιξε το Πολυτεχνείο! - καθώς και τρία τόπια ύφασμα από το εργοστάσιο Λαναρά για να ντυθούν οι σπουδαστές της Σχολής.

Η ΕΠΟΝ της ΑΣΚΤ έκανε επίσης καλλιτεχνική δουλιά με αφίσες, πλακάτ, τρικ (φέιγ - βολάν), για να διαφωτίζεται και να εμψυχώνεται ο λαός. Να μαθαίνει για τους αγώνες του ΕΛΑΣ στα βουνά, για τα σπουδαία του κατορθώματα, όπως ο Γοργοπόταμος, στο Ανατολικό Μέτωπο, ώστε να γιγαντώνεται η θέλησή του για αντίσταση.

Ηταν, όμως, και αγώνας των ΕΠΟΝιτών καλλιτεχνών με τη συμμετοχή τους στις τεράστιες κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις στους δρόμους της Αθήνας, όπου αντιμετώπιζαν τους πάνοπλους καταχτητές, άοπλοι, ενάντια στα τανκς.

Βέβαια, όλος αυτός ο λαός που κατέβαινε στους δρόμους δεν ήταν οργανωμένος, επηρεαζόταν όμως από τις οργανώσεις του ΕΑΜ ή της ΕΠΟΝ που ξεφύτρωναν παντού. Η οργάνωση της ΕΠΟΝ στην ΑΣΚΤ είχε πολλούς τρόπους να πλησιάσει και να επηρεάσει τους σπουδαστές. Π.χ., οργανώναμε εκδρομές όπου πρωτοστατούσαμε σε όλα, στο κέφι, στο τραγούδι, γινόμαστε συμπαθείς στην παρέα. `Η κάναμε πάρτι σε σπίτια - τα «σορπάιζ-πάρτι» - όπου αξιοποιούσαμε τις ικανότητες του καθενός. Ετσι, ένας τραγουδούσε ένα σόλο, άλλος έπαιζε κάποιο όργανο ή έκανε μιμήσεις, κάποιος άλλος έκανε μια απαγγελία. Παίζονταν μικρά κωμικά σκετς, όπου όλο και κάπου γινόταν κάποια αναφορά για τους αντάρτες, στα βουνά, ή κυκλοφορούσαν με τρόπο κουπόνια για ενίσχυση. Δηλαδή, υπήρχε περιεχόμενο. Χωρίς να αποκλείονται το κέφι κι η διασκέδαση. Και ποιος ξεχνά τις θεατρικές παραστάσεις στη λέσχη του Πολυτεχνείου με έργα γραμμένα και παιγμένα από σπουδαστές, όπου κάτω απ' τη μύτη των καταχτητών περνούσαμε τα μηνύματα της Αντίστασης; Ολα αυτά συσπείρωναν τους σπουδαστές, βοηθούσαν να αναπτυχθεί μια ομαδικότητα, που ήταν απαραίτητη σ' όλες τις μορφές της αντιφασιστικής πάλης.


Η διαδήλωση της 5ης του Μάρτη 1943


Όταν η απόφαση της πολιτικής επιστράτευσης πάρθηκε απ' τους Γερμανούς κι ήταν έτοιμη για υλοποίηση, το Πολυτεχνείο και η Σχολή μας ξεσηκώθηκαν. Ζυμώσεις, ομιλίες μέσα στις τάξεις για το τι μας περιμένει, έβραζε ο τόπος. Καλέσαμε τότε σε γενική συνέλευση σπουδαστές και καθηγητές. Μίλησα εγώ, μίλησε κι ο Βακιρτζής. Ζητήσαμε από τους καθηγητές να μας συμπαρασταθούν, να κλείσει η Σχολή, ώστε να κατεβούμε όλοι στη διαδήλωση, που ήτανε να γίνει την άλλη μέρα. Εκείνοι, και κυρίως ο διευθυντής, ο Τόμπρος, μας απάντησαν ότι αυτά είναι διαδόσεις για να δημιουργηθεί αναταραχή, οι συνέπειες θα είναι απρόβλεπτες, και να κοιτάζουμε τις σπουδές μας και τίποτ' άλλο. 

Μας είπαν ακόμα ότι αυτά είναι αναρχικές ιδέες, που αυτοί δεν μπορούν να συμμεριστούν. Εμείς τους αντικρούσαμε ότι έχουμε πληροφορίες θετικές: Στην Αθήνα ζούμε, τους είπαμε, εδώ ο τόπος βοά. Εξάλλου η επιστράτευση έγινε κιόλας σε άλλες κατεχόμενες χώρες. Η διαδήλωση τελικά έγινε, κατεβήκαμε στους δρόμους και οι Γερμανοί, τρομαγμένοι απ' το τεράστιο πλήθος, ανακάλεσαν την απόφασή τους. Η διαδήλωση ήταν μεγαλειώδης, μαχητική όσο δεν παίρνει, χύθηκε πολύ αίμα, πολλοί οι νεκροί και πλήθος οι τραυματίες. Είδα με τα μάτια μου ένα παλικάρι, άγνωστο σε μένα, να πέφτει δίπλα μου, χτυπημένο από σφαίρα στο κεφάλι.


Το καλλιτεχνικό συνεργείο της ΕΠΟΝ


Σ' αυτήν τη διαδήλωση, έτυχε να τραυματιστώ από σφαίρα στο πόδι, κι αυτό έγινε αφορμή να μείνω για καιρό κλεισμένος στο εργαστήρι μου και να ασχοληθώ αποκλειστικά με την καλλιτεχνική δουλιά της οργάνωσης. Αυτό το ατελιεδάκι ήτανε στην οδό Καπλανών, αρ. 4, κοντά στη Σίνα, μεταξύ Σόλωνος και Σκουφά. Τα αναφέρω αυτά, γιατί εκεί συγκροτήθηκε από σπουδαστές της Σχολής το καλλιτεχνικό συνεργείο της ΕΠΟΝ. Τις εντολές για τα σχέδια τις έφερνε από «πάνω» ο Διονύσης, που δεν ήταν άλλος από τον Νίκο Καραντηνό. Αρκετό καιρό δούλευα μόνος μου, όταν, όμως, η δουλιά περίσσευε, βοηθούσαν περιστασιακά - γιατί αυτοί είχαν κι άλλα καθήκοντα - ο Γιώργος Βακιρτζής κι ο Απόστολος Μπάρμπογλου. Ετσι, μπήκε η μαγιά. Αργότερα ήρθε κι ο Βασίλης Ανδρεόπουλος, ο ηθοποιός. Βέβαια, η δυσκολία δεν ήταν τόσο στα σχέδια, όσο στην αναπαραγωγή τους. Τεχνικά μέσα στην αρχή δεν υπήρχαν και τα ελάχιστα παράνομα τυπογραφεία ήταν απασχολημένα με τις γενικότερες ανάγκες. Επρεπε, λοιπόν, να γίνουμε αυτάρκεις.
Ξεκινήσαμε μόνο με έναν πολύγραφο με στένσιλ. Σκεφτήκαμε κι ένα ταμπόν, σαν του στυπόχαρτου, αλλά πιο μεγάλο, όπου εφαρμόζαμε στην καμπύλη του επιφάνεια ένα χαραγμένο λινόλεουμ. Επαιρνε μελάνι από ένα μελανωμένο μάρμαρο και λειτουργούσε σαν μεγάλη σφραγίδα: Μ' αυτό τυπώναμε με το χέρι επικεφαλίδες για παράνομες εφημερίδες, καθώς και μικροαφισούλες. Για κουπόνια, σκαλίζαμε γομολάστιχες και τις κάναμε σφραγίδες.

Τη λύση, όμως, την έδωσε ένα αυτοσχέδιο «ταχυπιεστήριο», που σχεδίασα εγώ και κατασκεύασε ένας πολυτεχνίτης ΕΠΟΝίτης, ο Στάθης Ζυμαρίδης. Το αποτελούσε ένας κύλινδρος ξύλινος, διαμέτρου 10 και μήκους 25 εκ. περίπου με άξονα και μανιβέλα, που στηριζόταν και περιστρεφόταν σε μια βάση. Επάνω του εφαρμοζόταν το χαραγμένο λινόλεουμ, ή κλισέ από λεπτό τσίγκο, ενώ άλλοι κύλινδροι λεπτότεροι, ντυμένοι με σαμπρέλα ποδηλάτου, έδιναν μελάνι στο χαρακτικό. Το χαρτί, που ήταν από ρολό των χαρτοπωλείων, προνοημένο σε κομμάτια των 25 εκ., ερχόταν σε επαφή με το μελανωμένο κύλινδρο και πιεσμένο από έναν άλλο τυπωνόταν, φτάνει να γυρίζει τη μανιβέλα. Τύπωνε αρκετά καλά και γρήγορα. Γεμίζαμε τσουβάλια με αφίσες, κι όλοι απορούσαν με την ποσότητα.

Με αυτό το μηχάνημα, τυπώσαμε κι ένα λεύκωμα, μικρό, της ΕΠΟΝ, με σχέδια και κείμενα, δουλεμένα σε ψιλό τσίγκο με οξύ, και δεν ξέρω αν σώθηκε κανένα αντίτυπο. Φυσικά, ο Στάθης Ζυμαρίδης που ήτανε και ο χειριστής έγινε και μέλος του συνεργείου.
Απ' αυτό το συνεργείο βγήκαν πολλά σχέδια, τυπωμένα με τα μέσα που προανέφερα, αλλά σώθηκαν ελάχιστα. Ενα αρχείο που είχα κρατήσει χάθηκε στα Δεκεμβριανά. Ηταν σχέδια που εξέφραζαν την πολιτική γραμμή της ημέρας, είχαν το χαρακτήρα της επικαιρότητας. Αλλοι καλλιτέχνες δούλεψαν στα εργαστήριά τους με την ησυχία τους κι έκαναν σχέδια σπουδαία, εμπνευσμένα απ' την Αντίσταση. Εχω να πω ότι η διαφορά με τα σχέδια τα δικά μας, τα βιαστικά δουλεμένα και τυπωμένα, είναι ότι είχαν προορισμό να εμπνεύσουν αντίσταση, και νομίζω πως το πέτυχαν.

Μια άλλη επινόηση ήταν που κρεμούσαμε πλακάτ στα σύρματα που συγκρατούσαν τα ηλεκτροφόρα καλώδια των τραμ. Τα ανεβάζαμε τη νύχτα με σπάγκο που τον πετούσαμε, δεμένα με μια πέτρα πάνω από το σύρμα. Επειτα τραβούσαμε τον σπάγκο και τα πλακάτ ανέβαιναν και σκάλωναν στο σύρμα από δυο γάντζους που είχαν. Ο κόσμος διάβαζε με κρυφή ικανοποίηση τα συνθήματα και γελούσε με τους Ιταλούς, που έβρισκαν τον μπελά τους μέχρι να τα κατεβάσουν.


Tο σήμα της ΕΠΟΝ



Αυτά γίνονταν, ώσπου πλησίαζε η απελευθέρωση. Εγώ, κλεισμένος στο ατελιεδάκι. Κόσμος πολύς μπαινόβγαινε, επαφές, κρυφά ραντεβού, μέχρι γιάφκα είχε γίνει. Απορώ πώς δε μας πήρανε χαμπάρι οι καταχτητές. Κάποτε, λοιπόν, ήρθε ο Νίκος ο Καραντηνός κι έφερε την εντολή να γίνει ένα σήμα, το σήμα της ΕΠΟΝ. Νιώθω ιδιαίτερα ευνοημένος, που, χάρη σε ορισμένες συγκυρίες, έτυχε σε μένα να σχεδιάσω αυτό το σήμα. Εκανα το προσχέδιο, άρεσε, και το προχωρήσαμε. Εγινε σε μπρούντζο, με πράσινο σμάλτο στα χαραγμένα σημεία. Με ένα καρφιτσάκι από πίσω, ήταν έτοιμο για το πέτο. Το φορούσαν με θάρρος - γιατί οι καιροί μετά την «απελευθέρωση» ήταν δύσκολοι - τα παιδιά της Εθνικής Αντίστασης.

Το συνεργείο συνέχισε τη δράση του και στα Δεκεμβριανά. Από την Καπλανών πήγε στο Κουτσικάρι, μετά στα Σεπόλια, Ν. Ηράκλειο και με την υποχώρηση έφτασε έως τη Λαμία. Το «ταχυπιεστήριο», επειδή φοβόμαστε κατάσχεση ή καταστροφή, το κρύψαμε σ' ένα δάσος σε πυκνές φυλλωσιές. Οταν γυρίσαμε να το πάρουμε, είχε εξαφανιστεί. Κάποιοι χωρικοί μας είπαν ότι είδανε παιδιά να παίζουν με κάτι καρούλια...

Μετά τα Δεκεμβριανά, συνέχισα να κάνω ορισμένα σχέδια «μικροπαράνομα», με σύνδεσμο τον Θόδωρο Δρόσο, μέχρι το καλοκαίρι του 1948, οπότε πήγα εξορία.

Η ΕΠΟΝ της Σχολής στην Κατοχή έδωσε αίμα, είχε θύματα. Θα αναφέρω τον σπουδαστή Πάνο Ευθυμιάδη, που δούλευε ανεξάρτητα από μας. Σκοτώθηκε από βομβαρδισμό των αγγλικών αεροπλάνων στα Δεκεμβριανά, ενώ χάραζε ένα λινόλεουμ, σε ένα έρημο σχολείο, στο Κουτσικάρι. Επίσης έχω πληροφορίες - που δεν μπόρεσα να διασταυρώσω - ότι ο σπουδαστής Παπακρασάς ανέβηκε αντάρτης στο βουνό, όπου και έπεσε πολεμώντας τους καταχτητές. Οι σπουδαστές Λόλα Βαρβέρη και Γιώργος Λεβέντης πιάστηκαν απ' τους Γερμανούς και κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία (Νταχάου), από όπου γύρισαν μετά το τέλος της Κατοχής.
Οι σπουδαστές της ΑΣΚΤ στην Κατοχή που ήταν οργανωμένοι, απ' ό,τι θυμάμαι κι από πληροφορίες που μάζεψα - και δεν αποκλείεται να ήταν κι άλλοι - είναι οι παρακάτω:

Αρμάος Βασίλης, Βακιρτζής Γιώργος, Μολφέσης Ιάσονας, Μπάρμπογλου Απόστολος, Μπάρμπογλου Ζωγραφία, Στεφανίδης Γιάννης, Παπαδόπουλος Νικήτας, Αλίκη Γεωργιάδη, Δρόσος Θόδωρος, Μαργαριτώφ Αμαλία, Παπαδοπούλου Ολγα, Βαρλάμος Γιώργος, Βαρβέρη Λόλα, Λεβέντης Γιώργος, Μαγγανάρης Γιάννης, Σαραφιανός Παναγιώτης, Καρπαθάκης Λορέντζος, Ράμφου Μαρία, Νικολινάκος Μιχάλης, Δαρζέντας Δημήτρης, Βογιατζής Χάρης, Τηνιακός Δημήτρης, Ζυμαρίδης Στάθης, Γκλαβάνη (Ζωή ή Ρένα;), Ζάννη Αλίκη, Γκοτζαμάνη Βίκα, Ευθυμιάδης Πάνος, Παπακρασάς (;), Χρυσοχοΐδου Ντόρα, Μοντεσάντου Μαρίνα, Φαρμακόπουλος Δημήτρης, Γαΐτης Γιάννης, Καπάντασης Βάσος.

Kείμενο - μαρτυρία του Γιάννη Στεφανίδη 

Η ΕΠΟΝ και η Σχολή Καλών Τεχνών στα χρόνια της Κατοχής


Οι χρονιές του '40 - '41 και η Κατοχή, που ακολούθησε, στάθηκαν ορόσημο για τους σπουδαστές που μπήκαν τότε στην ΑΣΚΤ. Ζήσαμε τον πόλεμο, την Κατοχή και στη συνέχεια την Αντίσταση και μπορώ να πω ότι - από μια άποψη - αυτό ήταν τύχη για μας. Βρήκαμε ιδανικά που δεν είχαμε, πήραμε στα χέρια μας τη μόρφωσή μας, παλέψαμε για την επιβίωση, δουλέψαμε παράνομα, βγήκαμε στους δρόμους και αντιμετωπίσαμε τους πάνοπλους καταχτητές. Κοντολογίς, ανδρωθήκαμε στην Αντίσταση, γράψαμε ιστορία.

Τώρα, ύστερα από 60 χρόνια περίπου, προσπαθώ να μαζέψω το μυαλό μου και να καταγράψω, με όση ακρίβεια μπορώ, τι κάναμε εκείνα τα χρόνια εμείς οι ΕΠΟΝίτες σπουδαστές της ΑΣΚΤ.
Το φθινόπωρο του '40, γράφτηκε στη Σχολή η φουρνιά τη δικιά μου και στις 28 του Οκτώβρη βούιζαν οι σειρήνες του συναγερμού, ενώ την ίδια μέρα ακούστηκε και το κροτάλισμα των αντιαεροπορικών που αντιμετώπιζαν τα ιταλικά αεροπλάνα. Είναι αλήθεια, η ανεμελιά μας - όσων δε στρατεύτηκαν - ταράχτηκε για λίγο, αλλά μετά ο πόλεμος έγινε για μας ρουτίνα, άρχισαν οι πρώτες νίκες του στρατού και το μποεμιλίκι μας ξαναφούντωσε. Στη Σχολή αλώνιζαν τότε τα τσιράκια της ΕΟΝ. Προσπαθούσαν να μας μαντρώσουν στις αίθουσες να ακούσουμε «εθνικές ομιλίες» - δέκα μάζευαν, οι εννιά τούς έφευγαν - και να γράψουν νέα μέλη. Τότε φάνηκαν και ορισμένοι σπουδαστές που είχαν πολιτική άποψη και αντέδρασαν. Μας έβαλαν ψύλλους στ' αυτιά. «Μην τους ακούτε, είναι φασίστες», μας έλεγαν, «κάνουν τους πατριώτες, αρμέγουν την εξουσία, ενώ ο στρατός χύνει το αίμα του». Ητανε λίγοι, μα δυναμικοί, είχανε επιχειρήματα κι άρχισαν να μας επηρεάζουν. Ηταν ο Βασίλης Αρμάος, ο Ιάσωνας Μολφέσης, ο Νικήτας Παπαδόπουλος, ο Απόστολος Μπάρμπογλου, ίσως κι άλλοι που δε θυμάμαι. Απ' ό,τι φάνηκε μετά, ήτανε μέλη της ΟΚΝΕ.

Ενα βράδυ - καλοκαίρι του '41 πρέπει να ήτανε - βρέθηκα μ' αυτήν την παρέα στο Ηρώδειο, όπου παιζόταν η ένατη συμφωνία του Μπετόβεν. Στο κάτω διάζωμα, Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες. Ατμόσφαιρα φορτισμένη, κάτι πλανιόταν στον αέρα. Τελειώνοντας η συναυλία, φτάνουμε σιγά σιγά κουβεντιάζοντας για την κατάσταση και τους καταχτητές κοντά στα Εξάρχεια. Εκεί, κάποιοι φέρνουνε μπουγέλα με χρώμα - μπορεί να ήταν και προσχεδιασμένο - κι αρχίζουν να γράφουν στους τοίχους. Επειτα τα έδωσαν και σε μας. Παίρνω κι εγώ ένα πινέλο κι έτσι απλά και φυσικά μπήκα στην Αντίσταση, γράφοντας τα συνθήματά της. Οταν με πλησίασε αργότερα ο Μολφέσης και μου έκανε την πρόταση, μπήκα και τυπικά - το είχα έτοιμο το «Ναι».
Εν τω μεταξύ είχε ιδρυθεί το ΕΑΜ, καθώς και το ΕΑΜ ΝΕΩΝ, που στη συνέχεια πήρε τη μορφή της ΕΠΟΝ, όπου ενσωματωθήκαμε και μεις.

Ο αγώνας των ΕΠΟΝιτών καλλιτεχνών ήταν πολυποίκιλος. Ηταν ενέργειες για την επιβίωση, τα συσσίτια, για τις σπουδές, να κρατηθεί η Σχολή ανοιχτή, κι όλα αυτά με επιτροπές και κινητοποιήσεις που πήραν τη μορφή αγώνα, γιατί είχαμε να κάνουμε με μια κυβέρνηση που προπάντων φρόντιζε τα συμφέροντα των καταχτητών και ελάχιστα του λαού.
Μια βασική επιτυχία ήταν, που, μαζί με τους σπουδαστές του Πολυτεχνείου καταφέραμε, έπειτα από πολλές προσπάθειες, να αποσπάσουμε από την πολιτεία τα τρόφιμα, τα απαραίτητα, ώστε να οργανώσουμε το συσσίτιό μας στη λέσχη του Πολυτεχνείου, κάτι που, ουσιαστικά, μας έσωσε απ' την πείνα. Και εκτός απ' αυτό, είναι γεγονός ότι τα συσσίτια αυτά βοήθησαν, ώστε η λέσχη του Πολυτεχνείου να γίνει πόλος έλξης και συσπείρωσης των σπουδαστών όλου του πολυτεχνειακού συγκροτήματος. Ετσι γινόταν εκεί πολλές εκδηλώσεις, γιορτές, παραστάσεις, αλλά και ζυμώσεις με αντιστασιακό περιεχόμενο.

Να αναφέρω ακόμα ότι η Επιτροπή Περίθαλψης της Σχολής, έπειτα από πολλές επισκέψεις και τρεχάματα στο υπουργείο Επισιτισμού, απέσπασε διατακτική για 600 οκάδες σταφίδα - βούιξε το Πολυτεχνείο! - καθώς και τρία τόπια ύφασμα από το εργοστάσιο Λαναρά για να ντυθούν οι σπουδαστές της Σχολής.

Η ΕΠΟΝ της ΑΣΚΤ έκανε επίσης καλλιτεχνική δουλιά με αφίσες, πλακάτ, τρικ (φέιγ - βολάν), για να διαφωτίζεται και να εμψυχώνεται ο λαός. Να μαθαίνει για τους αγώνες του ΕΛΑΣ στα βουνά, για τα σπουδαία του κατορθώματα, όπως ο Γοργοπόταμος, στο Ανατολικό Μέτωπο, ώστε να γιγαντώνεται η θέλησή του για αντίσταση.

Ηταν, όμως, και αγώνας των ΕΠΟΝιτών καλλιτεχνών με τη συμμετοχή τους στις τεράστιες κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις στους δρόμους της Αθήνας, όπου αντιμετώπιζαν τους πάνοπλους καταχτητές, άοπλοι, ενάντια στα τανκς.

Βέβαια, όλος αυτός ο λαός που κατέβαινε στους δρόμους δεν ήταν οργανωμένος, επηρεαζόταν όμως από τις οργανώσεις του ΕΑΜ ή της ΕΠΟΝ που ξεφύτρωναν παντού. Η οργάνωση της ΕΠΟΝ στην ΑΣΚΤ είχε πολλούς τρόπους να πλησιάσει και να επηρεάσει τους σπουδαστές. Π.χ., οργανώναμε εκδρομές όπου πρωτοστατούσαμε σε όλα, στο κέφι, στο τραγούδι, γινόμαστε συμπαθείς στην παρέα. `Η κάναμε πάρτι σε σπίτια - τα «σορπάιζ-πάρτι» - όπου αξιοποιούσαμε τις ικανότητες του καθενός. Ετσι, ένας τραγουδούσε ένα σόλο, άλλος έπαιζε κάποιο όργανο ή έκανε μιμήσεις, κάποιος άλλος έκανε μια απαγγελία. Παίζονταν μικρά κωμικά σκετς, όπου όλο και κάπου γινόταν κάποια αναφορά για τους αντάρτες, στα βουνά, ή κυκλοφορούσαν με τρόπο κουπόνια για ενίσχυση. Δηλαδή, υπήρχε περιεχόμενο. Χωρίς να αποκλείονται το κέφι κι η διασκέδαση. Και ποιος ξεχνά τις θεατρικές παραστάσεις στη λέσχη του Πολυτεχνείου με έργα γραμμένα και παιγμένα από σπουδαστές, όπου κάτω απ' τη μύτη των καταχτητών περνούσαμε τα μηνύματα της Αντίστασης; Ολα αυτά συσπείρωναν τους σπουδαστές, βοηθούσαν να αναπτυχθεί μια ομαδικότητα, που ήταν απαραίτητη σ' όλες τις μορφές της αντιφασιστικής πάλης.


Η διαδήλωση της 5ης του Μάρτη 1943


Όταν η απόφαση της πολιτικής επιστράτευσης πάρθηκε απ' τους Γερμανούς κι ήταν έτοιμη για υλοποίηση, το Πολυτεχνείο και η Σχολή μας ξεσηκώθηκαν. Ζυμώσεις, ομιλίες μέσα στις τάξεις για το τι μας περιμένει, έβραζε ο τόπος. Καλέσαμε τότε σε γενική συνέλευση σπουδαστές και καθηγητές. Μίλησα εγώ, μίλησε κι ο Βακιρτζής. Ζητήσαμε από τους καθηγητές να μας συμπαρασταθούν, να κλείσει η Σχολή, ώστε να κατεβούμε όλοι στη διαδήλωση, που ήτανε να γίνει την άλλη μέρα. Εκείνοι, και κυρίως ο διευθυντής, ο Τόμπρος, μας απάντησαν ότι αυτά είναι διαδόσεις για να δημιουργηθεί αναταραχή, οι συνέπειες θα είναι απρόβλεπτες, και να κοιτάζουμε τις σπουδές μας και τίποτ' άλλο. 

Μας είπαν ακόμα ότι αυτά είναι αναρχικές ιδέες, που αυτοί δεν μπορούν να συμμεριστούν. Εμείς τους αντικρούσαμε ότι έχουμε πληροφορίες θετικές: Στην Αθήνα ζούμε, τους είπαμε, εδώ ο τόπος βοά. Εξάλλου η επιστράτευση έγινε κιόλας σε άλλες κατεχόμενες χώρες. Η διαδήλωση τελικά έγινε, κατεβήκαμε στους δρόμους και οι Γερμανοί, τρομαγμένοι απ' το τεράστιο πλήθος, ανακάλεσαν την απόφασή τους. Η διαδήλωση ήταν μεγαλειώδης, μαχητική όσο δεν παίρνει, χύθηκε πολύ αίμα, πολλοί οι νεκροί και πλήθος οι τραυματίες. Είδα με τα μάτια μου ένα παλικάρι, άγνωστο σε μένα, να πέφτει δίπλα μου, χτυπημένο από σφαίρα στο κεφάλι.


Το καλλιτεχνικό συνεργείο της ΕΠΟΝ


Σ' αυτήν τη διαδήλωση, έτυχε να τραυματιστώ από σφαίρα στο πόδι, κι αυτό έγινε αφορμή να μείνω για καιρό κλεισμένος στο εργαστήρι μου και να ασχοληθώ αποκλειστικά με την καλλιτεχνική δουλιά της οργάνωσης. Αυτό το ατελιεδάκι ήτανε στην οδό Καπλανών, αρ. 4, κοντά στη Σίνα, μεταξύ Σόλωνος και Σκουφά. Τα αναφέρω αυτά, γιατί εκεί συγκροτήθηκε από σπουδαστές της Σχολής το καλλιτεχνικό συνεργείο της ΕΠΟΝ. Τις εντολές για τα σχέδια τις έφερνε από «πάνω» ο Διονύσης, που δεν ήταν άλλος από τον Νίκο Καραντηνό. Αρκετό καιρό δούλευα μόνος μου, όταν, όμως, η δουλιά περίσσευε, βοηθούσαν περιστασιακά - γιατί αυτοί είχαν κι άλλα καθήκοντα - ο Γιώργος Βακιρτζής κι ο Απόστολος Μπάρμπογλου. Ετσι, μπήκε η μαγιά. Αργότερα ήρθε κι ο Βασίλης Ανδρεόπουλος, ο ηθοποιός. Βέβαια, η δυσκολία δεν ήταν τόσο στα σχέδια, όσο στην αναπαραγωγή τους. Τεχνικά μέσα στην αρχή δεν υπήρχαν και τα ελάχιστα παράνομα τυπογραφεία ήταν απασχολημένα με τις γενικότερες ανάγκες. Επρεπε, λοιπόν, να γίνουμε αυτάρκεις.
Ξεκινήσαμε μόνο με έναν πολύγραφο με στένσιλ. Σκεφτήκαμε κι ένα ταμπόν, σαν του στυπόχαρτου, αλλά πιο μεγάλο, όπου εφαρμόζαμε στην καμπύλη του επιφάνεια ένα χαραγμένο λινόλεουμ. Επαιρνε μελάνι από ένα μελανωμένο μάρμαρο και λειτουργούσε σαν μεγάλη σφραγίδα: Μ' αυτό τυπώναμε με το χέρι επικεφαλίδες για παράνομες εφημερίδες, καθώς και μικροαφισούλες. Για κουπόνια, σκαλίζαμε γομολάστιχες και τις κάναμε σφραγίδες.

Τη λύση, όμως, την έδωσε ένα αυτοσχέδιο «ταχυπιεστήριο», που σχεδίασα εγώ και κατασκεύασε ένας πολυτεχνίτης ΕΠΟΝίτης, ο Στάθης Ζυμαρίδης. Το αποτελούσε ένας κύλινδρος ξύλινος, διαμέτρου 10 και μήκους 25 εκ. περίπου με άξονα και μανιβέλα, που στηριζόταν και περιστρεφόταν σε μια βάση. Επάνω του εφαρμοζόταν το χαραγμένο λινόλεουμ, ή κλισέ από λεπτό τσίγκο, ενώ άλλοι κύλινδροι λεπτότεροι, ντυμένοι με σαμπρέλα ποδηλάτου, έδιναν μελάνι στο χαρακτικό. Το χαρτί, που ήταν από ρολό των χαρτοπωλείων, προνοημένο σε κομμάτια των 25 εκ., ερχόταν σε επαφή με το μελανωμένο κύλινδρο και πιεσμένο από έναν άλλο τυπωνόταν, φτάνει να γυρίζει τη μανιβέλα. Τύπωνε αρκετά καλά και γρήγορα. Γεμίζαμε τσουβάλια με αφίσες, κι όλοι απορούσαν με την ποσότητα.

Με αυτό το μηχάνημα, τυπώσαμε κι ένα λεύκωμα, μικρό, της ΕΠΟΝ, με σχέδια και κείμενα, δουλεμένα σε ψιλό τσίγκο με οξύ, και δεν ξέρω αν σώθηκε κανένα αντίτυπο. Φυσικά, ο Στάθης Ζυμαρίδης που ήτανε και ο χειριστής έγινε και μέλος του συνεργείου.
Απ' αυτό το συνεργείο βγήκαν πολλά σχέδια, τυπωμένα με τα μέσα που προανέφερα, αλλά σώθηκαν ελάχιστα. Ενα αρχείο που είχα κρατήσει χάθηκε στα Δεκεμβριανά. Ηταν σχέδια που εξέφραζαν την πολιτική γραμμή της ημέρας, είχαν το χαρακτήρα της επικαιρότητας. Αλλοι καλλιτέχνες δούλεψαν στα εργαστήριά τους με την ησυχία τους κι έκαναν σχέδια σπουδαία, εμπνευσμένα απ' την Αντίσταση. Εχω να πω ότι η διαφορά με τα σχέδια τα δικά μας, τα βιαστικά δουλεμένα και τυπωμένα, είναι ότι είχαν προορισμό να εμπνεύσουν αντίσταση, και νομίζω πως το πέτυχαν.

Μια άλλη επινόηση ήταν που κρεμούσαμε πλακάτ στα σύρματα που συγκρατούσαν τα ηλεκτροφόρα καλώδια των τραμ. Τα ανεβάζαμε τη νύχτα με σπάγκο που τον πετούσαμε, δεμένα με μια πέτρα πάνω από το σύρμα. Επειτα τραβούσαμε τον σπάγκο και τα πλακάτ ανέβαιναν και σκάλωναν στο σύρμα από δυο γάντζους που είχαν. Ο κόσμος διάβαζε με κρυφή ικανοποίηση τα συνθήματα και γελούσε με τους Ιταλούς, που έβρισκαν τον μπελά τους μέχρι να τα κατεβάσουν.


Tο σήμα της ΕΠΟΝ



Αυτά γίνονταν, ώσπου πλησίαζε η απελευθέρωση. Εγώ, κλεισμένος στο ατελιεδάκι. Κόσμος πολύς μπαινόβγαινε, επαφές, κρυφά ραντεβού, μέχρι γιάφκα είχε γίνει. Απορώ πώς δε μας πήρανε χαμπάρι οι καταχτητές. Κάποτε, λοιπόν, ήρθε ο Νίκος ο Καραντηνός κι έφερε την εντολή να γίνει ένα σήμα, το σήμα της ΕΠΟΝ. Νιώθω ιδιαίτερα ευνοημένος, που, χάρη σε ορισμένες συγκυρίες, έτυχε σε μένα να σχεδιάσω αυτό το σήμα. Εκανα το προσχέδιο, άρεσε, και το προχωρήσαμε. Εγινε σε μπρούντζο, με πράσινο σμάλτο στα χαραγμένα σημεία. Με ένα καρφιτσάκι από πίσω, ήταν έτοιμο για το πέτο. Το φορούσαν με θάρρος - γιατί οι καιροί μετά την «απελευθέρωση» ήταν δύσκολοι - τα παιδιά της Εθνικής Αντίστασης.

Το συνεργείο συνέχισε τη δράση του και στα Δεκεμβριανά. Από την Καπλανών πήγε στο Κουτσικάρι, μετά στα Σεπόλια, Ν. Ηράκλειο και με την υποχώρηση έφτασε έως τη Λαμία. Το «ταχυπιεστήριο», επειδή φοβόμαστε κατάσχεση ή καταστροφή, το κρύψαμε σ' ένα δάσος σε πυκνές φυλλωσιές. Οταν γυρίσαμε να το πάρουμε, είχε εξαφανιστεί. Κάποιοι χωρικοί μας είπαν ότι είδανε παιδιά να παίζουν με κάτι καρούλια...

Μετά τα Δεκεμβριανά, συνέχισα να κάνω ορισμένα σχέδια «μικροπαράνομα», με σύνδεσμο τον Θόδωρο Δρόσο, μέχρι το καλοκαίρι του 1948, οπότε πήγα εξορία.

Η ΕΠΟΝ της Σχολής στην Κατοχή έδωσε αίμα, είχε θύματα. Θα αναφέρω τον σπουδαστή Πάνο Ευθυμιάδη, που δούλευε ανεξάρτητα από μας. Σκοτώθηκε από βομβαρδισμό των αγγλικών αεροπλάνων στα Δεκεμβριανά, ενώ χάραζε ένα λινόλεουμ, σε ένα έρημο σχολείο, στο Κουτσικάρι. Επίσης έχω πληροφορίες - που δεν μπόρεσα να διασταυρώσω - ότι ο σπουδαστής Παπακρασάς ανέβηκε αντάρτης στο βουνό, όπου και έπεσε πολεμώντας τους καταχτητές. Οι σπουδαστές Λόλα Βαρβέρη και Γιώργος Λεβέντης πιάστηκαν απ' τους Γερμανούς και κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία (Νταχάου), από όπου γύρισαν μετά το τέλος της Κατοχής.
Οι σπουδαστές της ΑΣΚΤ στην Κατοχή που ήταν οργανωμένοι, απ' ό,τι θυμάμαι κι από πληροφορίες που μάζεψα - και δεν αποκλείεται να ήταν κι άλλοι - είναι οι παρακάτω:

Αρμάος Βασίλης, Βακιρτζής Γιώργος, Μολφέσης Ιάσονας, Μπάρμπογλου Απόστολος, Μπάρμπογλου Ζωγραφία, Στεφανίδης Γιάννης, Παπαδόπουλος Νικήτας, Αλίκη Γεωργιάδη, Δρόσος Θόδωρος, Μαργαριτώφ Αμαλία, Παπαδοπούλου Ολγα, Βαρλάμος Γιώργος, Βαρβέρη Λόλα, Λεβέντης Γιώργος, Μαγγανάρης Γιάννης, Σαραφιανός Παναγιώτης, Καρπαθάκης Λορέντζος, Ράμφου Μαρία, Νικολινάκος Μιχάλης, Δαρζέντας Δημήτρης, Βογιατζής Χάρης, Τηνιακός Δημήτρης, Ζυμαρίδης Στάθης, Γκλαβάνη (Ζωή ή Ρένα;), Ζάννη Αλίκη, Γκοτζαμάνη Βίκα, Ευθυμιάδης Πάνος, Παπακρασάς (;), Χρυσοχοΐδου Ντόρα, Μοντεσάντου Μαρίνα, Φαρμακόπουλος Δημήτρης, Γαΐτης Γιάννης, Καπάντασης Βάσος.

Kείμενο - μαρτυρία του Γιάννη Στεφανίδη