Στις 27 του Σεπτέμβρη συμπληρώνονται 70 χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ, του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου, που συσπείρωσε τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού και με την καθοδήγηση του ΚΚΕ οργάνωσε την αντίσταση του λαού μας ενάντια στο γερμανικό φασισμό.
Οταν τα στρατεύματα της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας κατέκτησαν την Ελλάδα και οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα (27 Απρίλη 1941), οι κομμουνιστές που δραπέτευσαν από τους τόπους εξορίας, όπου τους κρατούσε η κυβέρνηση Μεταξά, καθώς και άλλοι, που δρούσαν στην παρανομία, έσπευσαν να ανασυγκροτήσουν το ΚΚΕ και να οργανώσουν την Αντίσταση κατά των κατακτητών.
Στις 31 Οκτώβρη 1940 το (πρώτο) «ανοιχτό γράμμα προς τον ελληνικό λαό» του Νίκου Ζαχαριάδη, Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, από τα μπουντρούμια της Κρατικής Ασφάλειας, χάραξε τη γραμμή της πάλης στον ελληνοϊταλικό πόλεμο. Το πρώτο ανοιχτό γράμμα δημοσιεύτηκε στις 2 Νοέμβρη 1940 και ανάμεσα σε άλλα, καλούσε «(...) Δίπλα στο κύριο μέτωπο και Ο ΚΑΘΕ ΒΡΑΧΟΣ, Η ΚΑΘΕ ΡΕΜΑΤΙΑ, ΤΟ ΚΑΘΕ ΧΩΡΙΟ, ΚΑΛΥΒΑ ΜΕ ΚΑΛΥΒΑ, Η ΚΑΘΕ ΠΟΛΗ, ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΣΠΙΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ. (...) Επαθλο για τον εργαζόμενο λαό και επιστέγασμα για το σημερινό του αγώνα, πρέπει να είναι και θα είναι, μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξένη ιμπεριαλιστική εξάρτηση, μ' έναν πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό (...)».
Στη γραμμή του «ανοιχτού γράμματος» κινήθηκε στη συνέχεια η δράση του ΕΑΜ.
Το ΚΚΕ είχε βγει βαριά χτυπημένο από τη βασιλομεταξική δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936. Η Κρατική Ασφάλεια μπόρεσε να συγκροτήσει τη χαφιέδικη «Προσωρινή Διοίκηση» σε ρόλο καθοδηγητικού οργάνου του Κόμματος, που εξέδιδε τον κατευθυνόμενο «Ριζοσπάστη».
Στο ίδιο διάστημα, με πρωτοβουλία στελεχών του ΚΚΕ, είχε συγκροτηθεί η «Παλιά Κεντρική Επιτροπή», που λειτουργούσε ως καθοδηγητικό όργανο του Κόμματος.
Το ΚΚΕ είχε στερηθεί τις σημαντικές υπηρεσίες εκατοντάδων στελεχών του, που η κυβέρνηση Μεταξά παρέδωσε στους Γερμανούς, καθώς και του Γενικού Γραμματέα της ΚΕ Νίκου Ζαχαριάδη, που επίσης τον παρέδωσε στην Γκεστάπο και αυτή τον έστειλε στο στρατόπεδο Νταχάου. Μπόρεσε ωστόσο να ξεπεράσει τις δυσκολίες και σε πολύ λίγο χρόνο μετατράπηκε σε ισχυρό και μαζικό Κόμμα.
Την 1η του Ιούλη 1941, συγκροτείται η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ και συνέρχεται η 6η Ολομέλειά της.Το θέμα της συζήτησης ήταν: «
Η τρέχουσα στιγμή και τα καθήκοντα των Ελλήνων κομμουνιστών - έκκληση προς τα μέλη του ΚΚΕ».
Στην απόφασή της η ΚΕ
(ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τ. 5ος, σελ. 36-40) κάνει εκτίμηση του ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα του πολέμου:
«1. Η ανθρωπότητα περνάει την πιο κρίσιμη στιγμή της ιστορίας της. Απ' άκρη σ' άκρη της Γης απλώνονται όλο και πιο πολύ οι φλόγες του δεύτερου ιμπεριαλιστικού πολέμου, που έχει σκοπό το ξαναμοίρασμα της Γης(...)».
Ταυτόχρονα, εκτιμά ότι η υπεράσπιση και η νίκη της ΕΣΣΔ στον πόλεμο (ήδη από τις 22 του Ιούνη 1941 είχε δεχτεί τη χιτλερική επίθεση), ταυτίζεται με την αντιφασιστική πάλη των λαών.
«2. (...) Η υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης, η υποστήριξη της νίκης της με όλα τα μέσα είναι ύψιστο καθήκον κάθε κομμουνιστή, κάθε εργαζόμενου ανθρώπου που θέλει τη λευτεριά της χώρας του από το φασιστικό ζυγό. Οι κομμουνιστές ποτέ δεν ξεχνάνε, πως σε τελευταία ανάλυση η Σοβιετική Ενωση είναι ο κοινός εχθρός όλων των ιμπεριαλιστών. Ομως, οι κομμουνιστές οφείλουν να δουν, ότι στο σημερινό στάδιο της αντισοβιετικής επίθεσης ο φασισμός είναι ο κύριος εχθρός όχι μόνον του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους, αλλά και κάθε δημοκρατικής κατάκτησης του λαού. Γι' αυτό πρέπει να υποστηρίζουν κάθε προσπάθεια που θα τείνει στη συντριβή του φασισμού και στην υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης...».
Η απόφαση της 6ης Ολομέλειας θέτει ως καθήκον, μέσα στις συγκεκριμένες αντίξοες συνθήκες, την ανασυγκρότηση του ΚΚΕ, μέσω της αντιμετώπισης της διαβρωτικής, από τον ταξικό αντίπαλο, δουλειάς στην περίοδο της Μεταξικής δικτατορίας, και τη συσπείρωση και εξασφάλιση της ενότητας του Κόμματος στην απόφαση αυτή, που έμελλε να είναι μετά το ιστορικό γράμμα του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Ν. Ζαχαριάδη, το οποίο καλούσε στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, η βάση της πολιτικής για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση.
«6. Στις σημερινές υπεύθυνες ιστορικές στιγμές για την ανθρωπότητα και τον κομμουνισμό πρωταρχικός όρος για τη νίκη είναι η ύπαρξη γερού κομμουνιστικού κόμματος, ικανού να οδηγήσει το λαό στην εθνική και κοινωνική του απελευθέρωση. Είναι κοινή συνείδηση ότι πρέπει να μπει τέρμα σε μια κατάσταση αποσύνθεσης. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας πρέπει το γρηγορότερο να περάσει από το στάδιο της σύγχυσης, του χαφιεδισμού και της διασποράς στο στάδιο της ανασυγκρότησης και συνένωσης των δυνάμεων, να γίνει ο οδηγός του λαϊκού αγώνα για την εθνική μας ανεξαρτησία, για την εξουσία του λαού...».
Και έθετε τα καθήκοντα του αγώνα ως εξής:
«7. Ο γερμανοϊταλικός φασιστικός ζυγός και ο διεκπεραιωτής του, η αντεθνική κυβέρνηση Τσολάκογλου, οδηγούν καθημερινά τον ελληνικό λαό στον αφανισμό. Μέσα στις σημερινές συνθήκες το βασικό καθήκον των Ελλήνων κομμουνιστών είναι η οργάνωση της πάλης του ελληνικού λαού για την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης και την αποτίναξη του ξενικού φασιστικού ζυγού. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας καλεί τον ελληνικό λαό, τα κόμματα και τις οργανώσεις του, σ' ένα εθνικό μέτωπο της απελευθέρωσης:
α) Για το διώξιμο της γερμανοϊταλικής κατοχής από την Ελλάδα.
β) Για την ανατροπή της κυβέρνησης - οργανέτου τους.
γ) Για την καθημερινή υποστήριξη και υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης.
δ) Για την υποστήριξη κάθε συνεπούς αντιφασιστικής δύναμης με όλα τα μέσα.
ε) Για το σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης από όλα τα κόμματα, που θα αποκαταστήσει τις δημοκρατικές ελευθερίες του λαού, θα του εξασφαλίσει ψωμί και δουλιά, θα συγκαλέσει συνταχτική εθνοσυνέλευση και θα υπερασπίσει την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία της Ελλάδας από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική δύναμη.
8. Η συγκρότηση του εθνικού μετώπου επιβάλλει στον κάθε κομμουνιστή, στον κάθε αντιφασίστα μια επίμονη καθημερινή δουλιά για την οργάνωση της πάλης για το ψωμί του λαού που λιμοκτονεί, για την αύξηση του μεροκάματου και των μισθών, ενάντια στις επιτάξεις και στη λήστεψη της εγχώριας παραγωγής, για την οργάνωση των εργατών και υπαλλήλων στα σωματεία τους, που θα είναι όργανα πάλης για την καλυτέρεψη της ζωής τους, για την άμεση οργάνωση των απολυθέντων πολεμιστών, των τραυματιών και των θυμάτων, για την ανακούφιση της τραγικής θέσης τους, για την κατάπαυση της εντεινόμενης φασιστικής τρομοκρατίας, για την απόλυση όλων των συλληφθέντων αντιφασιστών και για την παροχή γενικής πολιτικής αμνηστίας.
9. Οργανώνοντας ακούραστα τον αγώνα για τα καθημερινά ζητήματα όλων των λαϊκών στρωμάτων και την ένοπλη αντίσταση στους καταχτητές, το Κόμμα και ο κάθε κομμουνιστής ξεχωριστά οφείλει να προσανατολίζεται έγκαιρα και σωστά στα σοβαρά γεγονότα που αλλάζουν και θα αλλάζουν κάθε μέρα με γρηγορότερο ρυθμό, να οργανώνει τις δυνάμεις της λαϊκής εξέγερσης για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση της Ελλάδας. Κάθε κομμουνιστής έχει χρέος να δώσει όλες του τις δυνάμεις για τη συγκρότηση του εθνικού μετώπου, δουλεύοντας ειλικρινά γι' αυτό το σκοπό και οργανώνοντας παντού επιτροπές εθνικού μετώπου από πολίτες κάθε πολιτικής παράταξης, που θέλουν την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Οι κομμουνιστές οφείλουν να διαφωτίζουν το λαό πως οριστικά μόνον η λαϊκή εξουσία των εργατών και αγροτών θ' απαλλάξει το λαό από τα μαρτύρια των ιμπεριαλιστικών πολέμων, θα δώσει τη γη στους αγρότες, θα απαλλάξει τον τόπο από την ξενική εξάρτηση και εκμετάλλευση και θα κάνει τον εργαζόμενο λαό ελεύθερο, χορτάτο και πολιτισμένο».
Το σημαντικό ζήτημα δεν ήταν μόνον το κάλεσμα στην εργατική τάξη και στ' άλλα λαϊκά στρώματα για εθνικοαπελευθερωτική πάλη. Ηταν κυρίως ότι η πρωτοβουλία οργάνωσης αυτού του αγώνα περνούσε στα χέρια της εργατικής τάξης.
Πράγματι, τα αποτελέσματα της δράσης του ΚΚΕ με βάση αυτήν την απόφαση δεν άργησαν να 'ρθουν. Αλλωστε, η λαϊκή πάλη για την απελευθέρωση είχε ήδη αρχίσει να οργανώνεται πριν την Ολομέλεια, με πρωτοβουλίες που έπαιρναν κατά περιοχές οι κομμουνιστές. Το ζητούμενο ήταν να πάρει πανελλαδικά χαρακτηριστικά, να καθοδηγηθεί κεντρικά, να αποκτήσει ενιαίο προσανατολισμό, να γίνει πιο αποτελεσματική.
Ηδη, από το Μάη - Ιούνη, ακόμη, του '41, είχαν δημιουργηθεί πλατιές εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις: Στη Μακεδονία η οργάνωση «Ελευθερία», στην Ηπειρο το «Πατριωτικό Μέτωπο», στην Καλαμάτα η «Νέα Φιλική Εταιρεία», στον Πύργο το «Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο» κ.ο.κ. Η πρώτη, όμως, πανελλαδική εθνικοαπελευθερωτική οργάνωση ήταν η ΕΘΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ, που ιδρύθηκε στην Αθήνα στις 28 του Μάη του 1941.
Με πρωτοβουλία του ΚΚΕ αμέσως μετά την έναρξη της Κατοχής, δημιουργήθηκαν το Εργατικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ - 16 Αυγούστου 1941).
Στις 27 Σεπτέμβρη του 1941 πραγματοποιήθηκε η ιδρυτική σύσκεψη του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου με τη συμμετοχή του ΚΚΕ, του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΚΕ), του κόμματος της Ενωσης Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ), του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας (ΑΚΕ).
Το Νοέμβρη του 1941, ο Θανάσης Κλάρας (μετέπειτα Αρης Βελουχιώτης) φεύγει από την Αθήνα για τη Ρούμελη με αποστολή της ΚΕ του ΚΚΕ να ερευνήσει τις δυνατότητες οργάνωσης του ένοπλου αγώνα. Το Δεκέμβρη ο Κλάρας επέστρεψε και κατέθεσε θετική, ως προς το θέμα, έκθεση στην ΚΕ. Στις αρχές Γενάρη του 1942, συνήλθε η ΚΕ του ΚΚΕ και αποφάσισε την ίδρυση πανελλαδικού απελευθερωτικού στρατού. Στο πλαίσιο αυτής της απόφασης, στις 2 Φλεβάρη του 1942, πραγματοποιήθηκε η ιδρυτική σύσκεψη του ΕΛΑΣ.
Στις 16 Φλεβάρη του 1942 ιδρύεται ο Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΛΑΣ), το ένοπλο τμήμα του ΕΑΜ. Ηδη, από το καλοκαίρι του '41, κομμουνιστές και άλλοι πατριώτες συγκροτούν ένοπλες αντιστασιακές ομάδες και αντάρτικα τμήματα σε διάφορα μέρη της χώρας με απόφαση του Κόμματος, αλλά η ενοποίησή τους ήταν βασικό ζήτημα για τη συγκρότηση λαϊκού στρατού ικανού να κατευθύνει ενιαία την ένοπλη πάλη κατά των Γερμανών κατακτητών και του ντόπιου καθεστώτος της άρχουσας τάξης.
Στις 23 Φλεβάρη 1943 ιδρύθηκε η Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (ΕΠΟΝ), που συσπείρωσε στις γραμμές της την πλειοψηφία της νεολαίας. Τον ίδιο χρόνο συγκροτήθηκε το Εθνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό (ΕΛΑΝ). Δίπλα σε αυτές τις οργανώσεις έδρασαν η Εθνική Αλληλεγγύη, η Επιμελητεία του Αντάρτη και η Οργάνωση για την Προστασία του Λαϊκού Αγώνα (ΟΠΛΑ). Το Μάρτη του 1943 ιδρύθηκε στο Λονδίνο η Ομοσπονδία Ελληνικών Ναυτεργατικών Οργανώσεων (ΟΕΝΟ), με πρωτοβουλία της Κομματικής Οργάνωσης Ναυτεργατών του ΚΚΕ (ΚΟΝ).
Με την ανάπτυξη της ένοπλης πάλης του ΕΛΑΣ δημιουργήθηκαν γρήγορα ελεύθερες περιοχές στην Ελλάδα, οι οποίες εκ των πραγμάτων έπρεπε να διοικηθούν, για να μπορέσουν οι κάτοικοί τους να ζήσουν οργανωμένα, προσφέροντας στον εαυτό τους και στον αγώνα για την Εθνική Απελευθέρωση. Ετσι το ΕΑΜ δημιούργησε φύτρα εξουσίας στις απελευθερωμένες περιοχές (Αυτοδιοίκηση, Λαϊκή Δικαιοσύνη). Τροφοδότησε τη λαϊκή πολιτιστική ανάταση. Στις 10 Μάρτη 1944 ορκίστηκε η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), το κεντρικό πολιτικό όργανο διοίκησης των απελευθερωμένων περιοχών. Μετά από εκλογές (23 Απρίλη 1944), που έγιναν στις συνθήκες της Κατοχής, εκλέχτηκε το «Εθνικό Συμβούλιο» με έδρα τις Κορυσχάδες (30 Απρίλη 1944). Στις εκλογές ψήφισαν για πρώτη φορά οι γυναίκες και οι νέοι από 18 χρόνων. Συμμετείχαν περίπου 1.800.000 ψηφοφόροι, δίχως να υπολογίζονται τα αποτελέσματα της Κρήτης, της Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης και των νησιών του Αιγαίου. Σημειώνεται ότι στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 1936 είχαν πάρει μέρος 1.000.000 ψηφοφόροι.
Η δράση του ΕΑΜ περιλάμβανε όλες τις μορφές πάλης: Απεργίες, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια, διαβήματα, ένοπλη οργάνωση. Πλατιά και πολλές φορές πρωτότυπη ήταν η μαζική προπαγανδιστική δουλειά του. Ο ΕΛΑΣ καθήλωσε 8 έως και 12 εχθρικές μεραρχίες. Προξένησε στους κατακτητές απώλειες 30.000 νεκρούς και συνέλαβε 6.500 αιχμαλώτους. Κατέστρεψε 37 μεγάλες γέφυρες, 85 ατμομηχανές, 1.000 περίπου βαγόνια και 1.000 αυτοκίνητα. Το σύνολο σχεδόν του οπλισμού του προερχόταν από τις επιχειρήσεις του εναντίον των Γερμανών και των Ιταλών. Την Ανοιξη του 1944 ο ΕΛΑΣ είχε υπό τον έλεγχό του τα 2/3 της χώρας και τη στιγμή της απελευθέρωσης περισσότερο από το 90% του εδάφους. Στη διάρκεια του πολέμου οι νεκροί από τον ελληνικό πληθυσμό έφθασαν συνολικά τους 405.000 (θάνατοι από την πείνα, εκτελεσμένοι, νεκροί του ελληνοϊταλικού και του ελληνογερμανικού πολέμου, χιλιάδες που εξοντώθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης - κυρίως Εβραίοι της Θεσσαλονίκης - κ.ά.)
Το ΚΚΕ υπήρξε η ψυχή, η καθοδηγητική δύναμη και ο κύριος αιμοδότης της ΕΑΜικής Αντίστασης. Χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι ΕΑΜίτες έδωσαν τη ζωή τους.Η Καισαριανή, το Κούρνοβο, το Χαϊδάρι, ο Αϊ-Στράτης, είναι μερικοί μόνο από τους τόπους της θυσίας.
Το ΕΑΜ έσωσε το λαό από την πείνα. Χάρη στη δράση του ΕΑΜ δε στάλθηκε ούτε ένας εργάτης για να δουλέψει στα γερμανικά εργοστάσια, με εξαίρεση αυτούς που είχαν συλλάβει ομήρους οι Γερμανοί. Δε στάλθηκε ούτε ένας για να πολεμήσει κατά της Σοβιετικής Ενωσης.
Διαφορετική ήταν η στάση του αστικού πολιτικού κόσμου. Ενα τμήμα του επέλεξε το δρόμο της ανοιχτής συνεργασίας με τους κατακτητές. Ηταν οι «δοσίλογοι», που σχημάτισαν τις κατοχικές κυβερνήσεις με πρωθυπουργούς τους Τσολάκογλου, Λογοθετόπουλο και Ι. Ράλλη. Ενα άλλο τμήμα του αστικού πολιτικού κόσμου, μαζί και το Παλάτι, διέφυγε στην Αίγυπτο, ενώ ένα τρίτο συγκαταλέγεται στους απόντες του αγώνα.
Το ΕΑΜ έχει καταγραφεί στην Ιστορία, όχι αυτήν που έγραψαν οι αστοί, αλλά στην πραγματική, αυτήν που έγραψε και γράφει ο λαός μας στην ταξική πάλη, ως πολιτική οργάνωση που καθοδήγησε το λαϊκο-απελευθερωτικό αγώνα στην περίοδο 1941-1944. Αλλά μόνο μ' αυτό το χαρακτηριστικό δεν αποτυπώνεται ολόκληρη η ιστορική αλήθεια της εξελισσόμενης στη συγκεκριμένη περίοδο πραγματικότητας. Γιατί η ταξική πάλη ανάμεσα στην άρχουσα τάξη της Ελλάδας από τη μια πλευρά και στην εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα από την άλλη, διεξαγόταν ασίγαστα ακόμη και σ' αυτήν την περίοδο. Αλλωστε, ο λαός μας την απελευθέρωσή του από τους Γερμανούς κατακτητές δεν πρόλαβε να τη χαρεί και να διατηρήσει για πολύ, ο αστικός πολιτικός κόσμος στηριγμένος στους Αγγλους ιμπεριαλιστές συμμάχους του επεδίωξε να τσακίσει με τα όπλα το λαϊκό κίνημα για να επιβάλει την αστική εξουσία και να οργανώσει αστικό κράτος. Και δεν μπορούσε να το κάνει διαφορετικά, αφού δεν είχε το παραμικρό λαϊκό έρεισμα.
Ουσιαστικά, σ' όλη την πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δε βρισκόταν σε πρωτεύουσα θέση των εξελίξεων, αντικειμενικά κρινόταν το «ΠΟΙΟΣ - ΠΟΙΟΝ», στο ζήτημα της εξουσίας. Και απασχολούσε το ίδιο την άρχουσα τάξη και τα πολιτικά της κόμματα, αλλά και την εργατική τάξη και τους συμμάχους της και τα συνασπισμένα στο ΕΑΜ κόμματά τους, όπως και τον ίδιο το συνασπισμό του ΕΑΜ. Αλλωστε, η ταξική πάλη στις ταξικές κοινωνίες ποτέ δε σταματά.
Η πάλη ανάμεσα στην άρχουσα τάξη της Ελλάδας, από τη μια πλευρά, και στην εργατική τάξη και τ' άλλα λαϊκά στρώματα, από την άλλη, διεξαγόταν ασίγαστα, αφού το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ είχαν να αντιμετωπίσουν και την ντόπια ένοπλη αντίδραση με τις δικές της οργανώσεις, από τη «Χ» του Γρίβα, την ΠΑΟ, τη ΜΑΥ, ως τα διαβόητα Τάγματα Ασφαλείας και άλλες που στήριζαν το ντόπιο κατοχικό καθεστώς. Οπως, επίσης, και τον ΕΔΕΣ του Ναπ. Ζέρβα, που ήταν το αντίβαρο των αστικών δυνάμεων στο ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ και, ουσιαστικά, δρούσε ενάντιά τους με τη συνδρομή και των Αγγλων.
Αλλωστε, ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε ως ιμπεριαλιστικός, ανάμεσα σε δυο συνασπισμούς καπιταλιστικών κρατών, (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ, από τη μια πλευρά και Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία από την άλλη), για το εδαφικό ξαναμοίρασμα σφαιρών επιρροής αλλά και με έναν κοινό σκοπό. Την ανατροπή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Απ' αυτήν την άποψη, το ενδιαφέρον των Αγγλων ιμπεριαλιστών στην Ελλάδα, έρχεται ως συνέχεια της οικονομικοπολιτικής σύνδεσης του κεφαλαίου στην Ελλάδα με την αστική τάξη της Αγγλίας (ήταν «παραδοσιακοί» σύμμαχοι), μετά την ήττα του αντίπαλου συνασπισμού καπιταλιστικών κρατών στον πόλεμο. Μα η στήριξη της αστικής τάξης, του αστικού πολιτικού κόσμου στους Αγγλους δεν θα τους ήταν χρειαζούμενη, αν στον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο ηγούνταν η αστική τάξη της Ελλάδας, οπότε και θα θεωρούνταν νικήτρια, άρα θα συνέχιζε να ήταν ο ηγέτης των μεταπελευθερωτικών κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα.
Η πραγματικότητα όμως εξελίχτηκε εντελώς διαφορετικά. Σ' αυτόν τον πόλεμο ηγήθηκε η εργατική τάξη με τους συμμάχους της. Και στη μεταπελευθερωτική πορεία της Ελλάδας αυτό το γεγονός έβαζε τη σφραγίδα του.
Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας, ακόμη πριν από τον πόλεμο και στη διάρκεια της προετοιμασίας του προετοιμαζόταν η ίδια να αντιμετωπίσει ανάλογες καταστάσεις, φροντίζοντας η πάλη της ενάντια στο εργατικό και γενικότερα το λαϊκό κίνημα, να γίνεται ολοένα και πιο αποτελεσματική, με αποκορύφωμα τότε την εγκαθίδρυση της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου από τον Μεταξά. Το καθεστώς της οποίας αρνήθηκε να απελευθερώσει τους κρατούμενους στις φυλακές και τις εξορίες κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές, προκειμένου, όπως ζητούσαν, να σταλούν εθελοντικά στο πολεμικό μέτωπο. Ακόμη και σ' αυτή την ιστορική στιγμή, το ταξικό ζήτημα για την άρχουσα τάξη ήταν το πρωτεύον. Και δεν έφτασε μόνο αυτό. Οσοι δεσμώτες κομμουνιστές δεν κατάφεραν να αποδράσουν παραδόθηκαν στους Γερμανούς κατακτητές, πολλοί από τους οποίους βεβαίως πέρασαν την φρικιαστική εμπειρία των στρατοπέδων του Νταχάου, του Αουσβιτς, του Μαουτχάουζεν και αλλού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο τότε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης.
Επίσης, ακόμη πριν την απελευθέρωση και έχοντας επίγνωση των συνθηκών που δημιουργούνται παγκόσμια, ιδιαίτερα μετά τη νίκη των Σοβιετικών στο Στάλινγκραντ που ήταν η αρχή του τέλους του πολέμου, αυτό που απασχολούσε την άρχουσα τάξη της Ελλάδας ήταν το μεταπελευθερωτικό καθεστώς. Γιατί την απασχολούσε; Μα γιατί στην Ελλάδα άρχισε να οργανώνεται μια νέα, λαϊκή, εξουσία.
Το έπος του ΕΑΜ, επομένως, δεν ήταν μόνο η εθνική απελευθέρωση, αλλά και η δημιουργία φύτρων της λαϊκής εξουσίας στην Ελλάδα. Που μπορεί, βεβαίως, να μην αγκάλιαζε τα τότε αστικά κέντρα, αλλά στην υπόλοιπη Ελλάδα είχε ήδη τη δική της δράση με τα όργανα λαϊκής αυτοδιοίκησης, τα λαϊκά δικαστήρια, αλλά και με την κυβέρνηση, την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ). Είχε ακόμη το δικό της λαϊκό στρατό τον ΕΛΑΣ και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού συσπειρωμένη στο ΕΑΜ.
Βεβαίως, η εργατική τάξη, ο λαός, δεν κατάφεραν να κατακτήσουν την εξουσία. Ας δούμε πώς εξελίχτηκαν τα πράγματα.
Στο διάστημα 17 έως 20 Μάη 1944 συνήλθε στη Βηρυτό σύσκεψη των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων και εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων, που έμεινε στην ιστορία ως «Συνέδριο του Λιβάνου». Στο Συνέδριο, συμμετείχαν ουσιαστικά το ΕΑΜ και η ΠΕΕΑ που είχαν στα χέρια τους την πραγματική εξουσία κι, από την άλλη, ήταν η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου που δεν είχε κανένα λαϊκό έρεισμα στην Ελλάδα. Ηταν κυβέρνηση που είχε συγκροτηθεί στη Μέση Ανατολή, από τα τμήματα της άρχουσας τάξης που είχαν μεταβεί στην περιοχή μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα εγκαταλείποντας το λαό. Βεβαίως, συμμετείχαν και ο ΕΔΕΣ και η ΕΚΚΑ, αλλά επίσης χωρίς σημαντικό λαϊκό έρεισμα στην Ελλάδα.
Με τη διοργάνωση του Συνεδρίου, οι Αγγλοι και η άρχουσα τάξη της Ελλάδας επιχειρούσαν να προλάβουν τις εξελίξεις στη χώρα, να φρενάρουν, δηλαδή, μια πιθανή διαγραφόμενη πορεία προς μια μεταπολεμική Ελλάδα του λαού της.
Από την άλλη, το ΕΑΜικό κίνημα πήρε μέρος στο συνέδριο, στο όνομα μιας ευρυτάτης εθνικής ενότητας, την οποία θεωρούσε αναγκαία, παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία του λαού στην Ελλάδα ήταν συσπειρωμένη στο ΕΑΜ.
Στο Συνέδριο Λιβάνου έγιναν φανερές οι επιδιώξεις της άρχουσας τάξης. Ο Γ. Παπανδρέου ανέφερε τα εξής: «Κόλασις είναι σήμερον η κατάστασις της Πατρίδος μας... Σφάζουν οι Γερμανοί. Σφάζουν τα Τάγματα Ασφαλείας. Σφάζουν και οι Αντάρται. Σφάζουν και καίουν... Η ευθύνη του ΕΑΜ είναι ότι δεν απέβλεψε μόνον εις τον απελευθερωτικόν αγώνα, αλλά ηθέλησε να προετοιμάση τη μεταπολεμικήν δυναμικήν του επικράτησιν... Με την τρομοκρατικήν αυτήν δράσιν του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, είπε χαρακτηριστικά, εδημιουργήθη δυστυχώς, το ψυχολογικόν κλίμα, το οποίον επέτρεψεν εις τους Γερμανούς να επιτύχουν εις το τρίτον έτος της δουλείας ό,τι δεν είχαν κατορθώσει κατά τα δύο πρώτα έτη - την κατασκευήν των Ταγμάτων Ασφαλείας...».
Ετσι εξίσωνε το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ με τους κατακτητές και τους ταγματασφαλίτες. Ηξερε τι έκανε. Επρεπε να βρει τρόπο, ώστε την απόφαση για επίθεση στο ΕΑΜ, ως μέσο για να ευοδωθούν οι επιδιώξεις της άρχουσας τάξης μετά την απελευθέρωση για επανεγκαθίδρυση της εξουσίας της να τη δρομολογήσει. Αυτό έκανε. Και γι' αυτό θεωρούσε πως έπρεπε να χτυπήσει εκεί που ο συσχετισμός των δυνάμεων ήταν σε βάρος του αστικού πολιτικού κόσμου. Στο ένοπλο τμήμα του λαού, τον ΕΛΑΣ.
Ετσι, η λύση που επρότεινε ο Παπανδρέου για να εκλείψουν όσα περιέγραφε και για να επιτευχθεί η περιβόητη εθνική ενότητα ήταν να διαλυθεί ο ΕΛΑΣ.
Στις 2 Σεπτέμβρη του 1944, έναν περίπου μήνα πριν από την απελευθέρωση της Αθήνας, το ΕΑΜ προσχώρησε στην κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» του Γ. Παπανδρέου, υποχωρώντας στους απαράδεχτους όρους αυτής της συμμετοχής που επέβαλε το Συνέδριο του Λιβάνου. «Πολιτικόν Πρόγραμμα της Κυβερνήσεως αποτελεί το Εθνικόν Συμβόλαιον του Λιβάνου», αυτή ήταν η πολιτική ουσία του προγράμματος της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, με το οποίο άνοιγε το δρόμο για την εγκατάσταση της εξουσίας της αστικής τάξης στην Ελλάδα. Αυτή η εξέλιξη ήταν απαράδεκτη και επιζήμια υποχώρηση του ΕΑΜ έναντι του αστικού κόσμου, που δεν είχε κάνει το παραμικρό για την απελευθέρωση της χώρας, αλλά και έναντι των Αγγλων, που κατάφερναν για άλλη μια φορά να προωθήσουν τα ιμπεριαλιστικά τους σχέδια, βάζοντας σοβαρή παρακαταθήκη για τον έλεγχο των μεταπολεμικών κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα.
Το ΚΚΕ αποδέχτηκε τη Συμφωνία του Λιβάνου, περιορίζοντας το όλο πρόβλημα στο ζήτημα της αντικατάστασης του Γ. Παπανδρέου, στη συνεδρίαση της ΚΕ του, που έγινε στις 2-3 Αυγούστου του 1944. Ο Γραμματέας της ΚΕ του Κόμματος, όμως, Γ. Σιάντος είχε εγκρίνει τη Συμφωνία του Λιβάνου για λογαριασμό του Κόμματος, με την ομιλία που έκανε στην ΠΕΕΑ, λίγες μέρες πριν από τη συνεδρίαση της ΚΕ του ΚΚΕ, στις 27 Ιούλη του 1944, λέγοντας μεταξύ άλλων: «Επειδή πιστεύουμε τόσο ειλικρινά στην ανάγκη της ενότητας, γι' αυτό δηλώνω ότι η συμφωνία του Λιβάνου και η δράση της αντιπροσωπείας μας τόσο στο Λίβανο, όσο και στο Κάιρο, είναι μέσα στην πολιτική μας γραμμή»... Στην ίδια συνεδρίαση της ΠΕΕΑ, ο Σιάντος αποδέχτηκε και την πρόταση του Αλ. Σβώλου που περιόριζε το όλο πρόβλημα με τη συμφωνία του Λιβάνου στο αίτημα της αντικατάστασης του Γ. Παπανδρέου.
Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ δικαιολόγησε στις κομματικές οργανώσεις ως εξής αυτήν την εξέλιξη: «Το ΠΓ θεώρησε ότι το Κόμμα μας δεν επιτρέπεται να μείνει έξω από την κυβέρνηση. Μια τέτοια στάση θα ενίσχυε ακριβώς εκείνες τις άκρες μερίδες που κάνουν το παν για να ματαιώσουν την ενότητα και να επιβάλουν αντιλαϊκό καθεστώς με πρόκληση του ανοιχτού εμφυλίου πολέμου... Η είσοδός μας πείθει τα πλατιά στρώματα του λαού για την ειλικρίνεια της πολιτικής της εθνικής ενότητας που ακολουθούμε σ' όλη τη διάρκεια του εθνικού αγώνα. Αφοπλίζει την προπαγάνδα των πιο αντιδραστικών κύκλων. Βοηθάει στο σπάσιμο της διεθνούς απομόνωσης και κατασυκοφάντησης του αγώνα μας. Μας δίνει νέες δυνατότητες πάλης για την ενίσχυσή του. Φέρει σύγχυση στο στρατόπεδο των τρομοκρατικών αντιπάλων οργανώσεων. Μας βοηθάει να ανασυγκροτήσουμε τις λαϊκές δυνάμεις σε νέα ανώτερη βάση». Ετσι, οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ είχαν μπει στη δίνη μιας σειράς απαράδεκτων υποχωρήσεων, απέναντι στους Αγγλους και στην αστική τάξη της Ελλάδας που συνεχίστηκε με την υπογραφή τη Συμφωνίας της Γκαζέρτας στις 26 Σεπτέμβρη 1944.
Το ζήτημα της εξουσίας είναι καθοριστικό στρατηγικό ζήτημα, για το οποίο η πολιτική πρωτοπορία, η καθοδήγηση και οι ηγετικές πολιτικές δυνάμεις του αγώνα με πρώτο απ' όλες το Κόμμα της εργατικής τάξης, μπορούν να εξασφαλίσουν αν έχουν σωστή στρατηγική.
Να κατανοούν και να υπολογίζουν σωστά στις αντικειμενικές συνθήκες το συσχετισμό των δυνάμεων, να προβλέπουν και να προνοούν τις εξελίξεις, εφαρμόζοντας σωστά τις νομοτέλειες της ταξικής πολιτικής πάλης.
Και εδώ βεβαίως δεν υπήρχε σύνδεση της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης με το ζήτημα της εξουσίας.
Στις 12 του Οκτώβρη 1944 απελευθερώθηκε η Αθήνα από το γερμανικό ιμπεριαλιστικό ζυγό. Είχε προϋπάρξει βεβαίως συμφωνία Αγγλων - Γερμανών με την ήττα και την υποχώρηση των τελευταίων να μη χτυπηθούν οι δυνάμεις τους. Προσέβλεπαν στο να αποτελέσουν ένα επιπλέον εμπόδιο κατά την υποχώρησή τους στην προέλαση του Κόκκινου Στρατού που απελευθέρωνε τα Βαλκάνια και την Ευρώπη, αλλά τους χρειαζόταν, όπως αποδείχτηκε μετά το 1945, ως εφεδρεία για τη διαμόρφωση της παγκόσμιας μεταπολεμικής εξέλιξης.
Στις 30 του Οκτώβρη, ο ΕΛΑΣ απελευθέρωσε τη Θεσσαλονίκη, ενώ στις 3 του Νοέμβρη 1944, τα τελευταία χιτλερικά τμήματα εγκατέλειψαν οριστικά την Ελλάδα.
Στις 18 του Οκτώβρη είχε φτάσει στην Αθήνα η κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» (συμμετείχαν ως υπουργοί και στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ), συνοδευόμενη από τον Βρετανό στρατηγό Σκόμπι. Ο πρωθυπουργός, Γ. Παπανδρέου, στο λόγο που εκφώνησε κατά την άφιξή του μίλησε για «λαοκρατία», ενώ ο ίδιος είχε ζητήσει επίμονα από τον Τσόρτσιλ να
«αποστείλει επιβλητικές δυνάμεις» στην Ελλάδα
«διότι τα πολιτικά μέσα διά την αντιμετώπισιν της κρισίμου καταστάσεως δεν ήσαν πλέον επαρκή».
Η κρίσιμη ώρα έφτανε, για να ξεκαθαρίσει το ανοιχτό, άλυτο ζήτημα, που όμως ήταν το κυρίαρχο μετά την απελευθέρωση. Το ζήτημα της εξουσίας. Ποια τάξη θα κυριαρχούσε; Οι κεφαλαιοκράτες ή η εργατική τάξη με τους συμμάχους της, ο λαός, που απελευθέρωσε την Ελλάδα από την ξένη ιμπεριαλιστική κατοχή; Θα άφηναν το λαό να ανοίξει το δρόμο για τη λαοκρατούμενη Ελλάδα, να γίνει αφέντης στον τόπο του, οικοδομώντας τη δική του κοινωνία ή θα τσάκιζαν με κάθε μορφή και με την ένοπλη βία το κίνημά του;
Ο συσχετισμός των δυνάμεων έως την απελευθέρωση ήταν υπέρ του λαού και σε βάρος της άρχουσας τάξης. Το ΕΑΜ συσπείρωνε τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που αγωνιζόταν κατά της Κατοχής, αλλά και προσβλέποντας σε καλύτερες μέρες μετά την απελευθέρωση. Οι απλοί άνθρωποι του μόχθου δεν έδιναν τη ζωή τους για την απελευθέρωση από το γερμανικό ιμπεριαλιστικό ζυγό, για να επανέλθει ο τόπος σε χρόνια σαν της 4ης Αυγούστου (1936-1941, δικτατορία Μεταξά), ούτε και στα χρόνια πριν απ' αυτή, που ο λαός γνώρισε απίστευτες στερήσεις, περιπέτειες, εξαθλίωση. Αλλά και η αστική τάξη δεν ήταν διατεθειμένη να εγκαταλείψει την εξουσία και τα συμφέροντά της.
Με την έλευση της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου στην Ελλάδα, ο αστικός πολιτικός κόσμος, η άρχουσα τάξη και οι Αγγλοι ζητούσαν επίμονα τη διάλυση του ΕΛΑΣ και της Λαϊκής Πολιτοφυλακής και επέμειναν στη διατήρηση των ένοπλων σωμάτων της άρχουσας τάξης.
Την 1η του Δεκέμβρη, ο Σκόμπι κοινοποίησε στον ΕΛΑΣ προκήρυξη, που καθόριζε ημερομηνία έναρξης της αποστράτευσης των ανταρτικών δυνάμεων την 10η του Δεκέμβρη. Ταυτόχρονα, ο Γ. Παπανδρέου συγκαλούσε την κυβέρνηση, χωρίς τους υπουργούς του ΕΑΜ, κι αποφάσιζε την άμεση διάλυση της Λαϊκής Πολιτοφυλακής σε πολλές περιφέρειες της χώρας. Την ίδια μέρα, παραιτήθηκαν από την κυβέρνηση οι υπουργοί του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.
Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση, το ΕΑΜ και το ΚΚΕ κάλεσαν το λαό της Αθήνας και του Πειραιά σε συλλαλητήριο στις 3 του Δεκέμβρη. Πλατεία Συντάγματος. Χιλιάδες λαού συμμετείχαν σε μια τεράστια ειρηνική πορεία, προκειμένου να παρεμποδίσουν τα σχέδια της ελληνικής πλουτοκρατίας που στηριζόταν στους Αγγλους ιμπεριαλιστές.
Η ειρηνική διαδήλωση χτυπήθηκε με τα όπλα. 30 νεκροί και πάνω από 100 τραυματίες ήταν ο αιματηρός απολογισμός της εγκληματικής αυτής ενέργειας της αντίδρασης.
Στις 4 του Δεκέμβρη, η αδούλωτη Αθήνα και ο αδάμαστος Πειραιάς σηκώθηκαν στο πόδι, για να συνοδέψουν στην τελευταία τους κατοικία τα θύματα της μονόπλευρης, από τη μεριά της άρχουσας τάξης, ένοπλης βίας και να απαιτήσουν την άμεση παραίτηση της ματοβαμμένης κυβέρνησης. Χαρακτηριστικό αυτής της διαδήλωσης ένα πανό που έγραφε: «Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει τις αλυσίδες ή τα όπλα». Και αυτή η πορεία χτυπήθηκε με όπλα.
Τη νύχτα της 3ης προς την 4η Δεκέμβρη βρετανικά τεθωρακισμένα κύκλωσαν και αφόπλισαν το 2ο Σύνταγμα της ΙΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ.
Στη συνέχεια, η σύγκρουση επεκτάθηκε και γενικεύτηκε.
Στις 33 μέρες των μαχών της Αθήνας και του Πειραιά, το ΚΚΕ, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ έγραψαν λαμπρές σελίδες. Ο ηρωισμός, η αυτοθυσία έφτασαν στο επίπεδο που χαρακτηρίζει κάθε μαχόμενο λαϊκό κίνημα που έχει το δίκιο με το μέρος του. Δόθηκαν δεκάδες μάχες, αρκετές νικηφόρες. «Ολοι στις επάλξεις του αγώνα. Ολοι στα οδοφράγματα», ήταν το διάγγελμα της ΚΕ του ΕΛΑΣ.
Δεν έγινε όμως δυνατόν να συγκεντρωθούν δυνάμεις του ΕΛΑΣ στο βασικό μέτωπο ενάντια στην κυβέρνηση, τα ένοπλα τμήματά της και τους Αγγλους στην Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις σε όλη την Ελλάδα. Δεν υπήρχε τέτοιο σχέδιο και προετοιμασία με πανστρατιά.
Το Κόμμα το Δεκέμβρη και το λαϊκό κίνημα δεν εξασφάλισαν τέτοιες προϋποθέσεις και σχέδιο. Η ένοπλη σύγκρουση δεν πήρε δηλαδή χαρακτηριστικά πάλης για την εξουσία. Ακόμα και στη διάρκειά της παρέμενε η θέση για κυβέρνηση εθνικής ενότητας και ομαλή δημοκρατική εξέλιξη.
Στις 5 Γενάρη 1945 άρχισε η υποχώρηση του ΕΛΑΣ και χιλιάδων αγωνιστών. Ακολούθησε η απαράδεκτη συμφωνία της Βάρκιζας που αφοπλίστηκε ο λαός.
Το ΚΚΕ μελετά την ιστορία του ...προσπαθώντας ταυτόχρονα να εξάγει χρήσιμα διδάγματα από την εμπειρία του. Η ιστορική μελέτη δεν αποτελεί απλώς μια καταγραφή ή αποτίμηση του παρελθόντος. Μπορεί και πρέπει να γίνεται ιδεολογικό όπλο, να ενισχύει τα μεθοδολογικά εργαλεία ανάλυσης για το παρόν και το μέλλον του κινήματός μας. Σε αυτή τη βάση το ΚΚΕ αντιμετώπισε και τη συγγραφή της Ιστορίας του των χρόνων 1950-1968, που αποτελούν το περιεχόμενο του Β' ΤΟΜΟΥ (ΔΟΚΙΜΙΟΥ) της Ιστορίας του ΚΚΕ...
Στέκεται πρωταρχικά στο θεμελιώδες πολιτικό πρόβλημα, στη στρατηγική του. Επιχειρεί να απαντήσει στο γιατί δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει σωστά το θέμα της πολιτικής εξουσίας.
Θεωρούμε ότι ως πηγή γνώσης και συμπερασμάτων τα χρόνια 1940-1945 έχουν ιδιαίτερη σημασία.
Για τα χρόνια της ΕΑΜικής Αντίστασης, το ΚΚΕ έχει υπογραμμίσει και στο παρελθόν τα παρακάτω, ανάμεσα σε άλλα:
Τις ημέρες της απελευθέρωσης από τους Γερμανούς (12 Οκτώβρη 1944) στην Ελλάδα είχε διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση. Ταυτόχρονα, το ΕΑΜ κυριαρχούσε, ενώ ο αστικός κρατικός μηχανισμός ήταν σμπαραλιασμένος. Η αστική κυβέρνηση που είχε δημιουργηθεί βρισκόταν στην Αίγυπτο και οι Εγγλέζοι δεν είχαν καταφθάσει ακόμα στην Ελλάδα.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι το Κόμμα μας, παρά την τεράστια συνεισφορά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του, δεν μπόρεσε να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας και τότε ακόμη, ιδίως μετά το 1943, που οι συνθήκες επέβαλαν να θέσει το ζήτημα της επαναστατικής κατάκτησης της εξουσίας. Ετσι, οδηγήθηκε στην υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής (5 Ιούλη 1943) και αργότερα στις συμφωνίες του Λιβάνου (20 Μάη 1944) και της Καζέρτας (26 Σεπτέμβρη 1944), για να διατηρήσει και να διευρύνει την "εθνική ενότητα". Δε διαμόρφωσε τις υποκειμενικές προϋποθέσεις μιας πορείας, που, ανάλογα και με άλλους παράγοντες, μπορούσε να οδηγήσει στη νίκη.
Δεν εκτίμησε σωστά τη σύμπλεξη του κοινωνικοταξικού περιεχομένου της λαϊκής πάλης με το εθνικοαπελευθερωτικό. Αυτή η σύμπλεξη, πέρα από τις πολιτικές και πολεμικές συγκρούσεις με τις στρατιωτικές οργανώσεις του "δοσιλογισμού", επιβεβαιώνεται και από τις ένοπλες συγκρούσεις του ΕΛΑΣ με τις αντιχιτλερικές και τις αγγλόφιλες οργανώσεις, όπως ο ΕΔΕΣ.
Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν και οι συνεχείς προστριβές του ΕΛΑΣ με τους Εγγλέζους, η αμείωτη ιδεολογική και πολιτική πάλη των αστικών ελληνικών κυβερνήσεων της Μέσης Ανατολής κατά της ΠΕΕΑ και του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, η συχνή συνεργασία αστικών οργανώσεων με τους κατακτητές, για την αντιμετώπιση της "ερυθράς απειλής", καθώς και η αιματηρή καταστολή, από τους Εγγλέζους και την ελληνική κυβέρνηση στο Κάιρο, της ηρωικής "Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης" (ΑΣΟ) τον Απρίλη του 1944.
Οι δυνάμεις που συμμετείχαν στο ΕΑΜ εξέφραζαν διαφορετικά συμφέροντα. Εκτός από το ΚΚΕ, συμμετείχαν και δυνάμεις σοσιαλδημοκρατικές, φιλελεύθερες, γενικά αστικής πολιτικής κατεύθυνσης. Επρεπε να θεωρηθεί βέβαιο ότι, εξαιτίας των ταλαντεύσεων που προσιδιάζουν στη φύση τέτοιων κομμάτων και ατόμων και που δεν είναι διατεθειμένα να φτάσουν μέχρι το τέλος του δρόμου, δεν ήταν δυνατό η εργατική τάξη να βαδίσει μαζί τους σε όλες τις φάσεις της πάλης, πολύ περισσότερο όσο πλησίαζε το τέλος της Κατοχής και το ζήτημα της εξουσίας (ποιος - ποιον) ετίθετο επί τάπητος. Το ΚΚΕ δεν πήρε υπόψη του ότι η ιδεολογικοπολιτική διαπάλη διεξάγεται και στο πλαίσιο της συμμαχίας και ότι για την επιτυχή έκβαση της ταξικής πάλης δεν επιτρέπονται επιζήμιοι συμβιβασμοί. Πολύ περισσότερο, όταν οι συμβιβασμοί δεν αντιστοιχούν στο συσχετισμό των δυνάμεων που υπάρχει ανάμεσα στους συμμάχους.
Ηταν επίσης αναγκαίο να μελετηθεί η στρατηγική των Εγγλέζων και των εγχώριων αστικών δυνάμεων, οι ελιγμοί τους και ανάλογα να προσαρμοστεί η στρατηγική του ΚΚΕ.
Η κριτική αποτίμηση, μακριά από τη λαθολογία και το μηδενισμό, εστιάζεται στην ικανότητα του ΚΚΕ να επιβεβαιώνει σε κάθε φάση του αγώνα τον αυτοτελή ιδεολογικοπολιτικό και οργανωτικό ρόλο του. Αυτός ο ρόλος εκφράζεται με την επιστημονική θεμελίωση της στρατηγικής του, στη βάση της εφαρμογής στις συγκεκριμένες συνθήκες, αλλά και της ανάπτυξης της θεωρίας του επιστημονικού κομμουνισμού. Εκφράζεται, κατά συνέπεια, με την αντικειμενική ανάλυση των κοινωνικοοικονομικών αντιθέσεων, της διάταξης των ταξικών δυνάμεων, του πολιτικού συσχετισμού, της τακτικής του ταξικού αντιπάλου.
Η αυτοτελής δράση του ΚΚ διασφαλίζει πολιτική συμμαχιών που δεν υποθηκεύει τα στρατηγικά συμφέροντα της εργατικής τάξης, στο όνομα κάποιων πρόσκαιρων επιτυχιών. Οι συμμαχίες, αναπόσπαστο στοιχείο της στρατηγικής, προϋποθέτουν συμβιβασμούς, που όμως δε θα θίγουν την προώθηση της στρατηγικής του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Η ιστορική εξέλιξη, επίσης, έχει αποδείξει με οδυνηρό πολλές φορές τρόπο ότι αν το αστικό κράτος δεν τσακιστεί από τις επαναστατικές δυνάμεις, η δυνατότητα εγκαθίδρυσης και στερέωσης της διάδοχης εξουσίας τίθεται υπό αίρεση.