"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 25 Νοεμβρίου 2010

Οι απώλειες του Εθνικού Στρατού


Oι απώλειες του εμφυλίου για τον Εθνικό Στρατό (ΕΣ)


1946                  14 Αξιωματικοί                 115 Οπλίτες

1947                  104 Αξιωματικοί               1011 Οπλίτες

1948                  353 Αξιωματικοί               4010 Οπλίτες

1949                  195 Αξιωματικοί               2752 Οπλίτες


Σύνολο: 8554

* Σε αυτούς δεν προσμετρόνται δυνάμεις της Χωροφυλακής, δυνάμεις των ΜΑΥ και δυνάμεις των διαφόρων παρακρατικών οργανώσεων

Η μάχη της Φλώρινας



Η μάχη της Φλώρινας


Τα πλήγματα του ΔΣΕ έναντι του του ΕΣ στην Νάουσα και το Καρπενήσι προκάλεσαν μεγάλες αναταραχές στο αστικό κράτος και στην μερίδα των εθνικοφρόνων. Όπως έχουμε σημειώσει και σε άλλα άρθρα οι επιχειρήσεις αυτές εντάσσονταν σε ένα γενικότερο σχέδιο εισβολής του ΔΣΕ σε μεγάλες πόλεις με τριπλό σκοπό:

1)      Να προκαλέσουν ταραχή και αποπροσανατολισμό στις δυνάμεις του ΕΣ και την κυβέρνηση
2)      Να αποσπάσουν δυνάμεις του ΕΣ απο το ανοιχτό μέτωπο του Γράμμου ώστε οι δυνάμεις του ΔΣΕ εκεί να ανακουφισθούν
3)      Να προσδώσουν στο ΔΣΕ πολύτιμο έμψυχο και πολεμικό υλικό όπως και εφόδια που απο τις αρχές του 1949 είχαν αρχίσει να σπανίζουν επικίνδυνα

Στις 12 Φεβρουαρίου λοιπόν, οι εν Αθήναις προεστοί του αστικού κράτους πληροφορούνταν με τρόμο ότι ακόμα μια μεγάλη πόλη της Ελλάδας χτυπήθηκε απο τον Δημοκρατικό Στρατό. Η Φλώρινα επρόκειτο να δεχθεί την επίθεση του ΔΣΕ τον Νοέμβριο του 1948, όμως η ενέργεια αυτή κρίθηκε άκαιρη απο το Γενικό Στρατηγείο. Τώρα δύο Μεραρχίες του ΔΣΕ , η 10η και η 11η εφορμούσαν εναντίον της με την υποστήριξη 14 πυροβόλων. Επιπλέον μιά ταξιαρχία της 9ης Μεραρχίας, η Σχολή των Αξιωματικών, τρεις λόχοι σαμποτέρ και μια διλοχία κυνηγών αρμάτων συνέδραμαν την επίθεση. Επιτελικά, στην επιχείρηση συμμετείχε και ένα τάγμα μεταφορέων και ένα τραυματιοφορέων. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ συγκεντρώθηκαν αρχικά στο Βίτσι και απο εκεί χτύπησαν την πόλη της Φλώρινας.

Αντίστοιχα οι κυβερνητικές δυνάμεις στην Φλώρινα απαρτίζονταν απο την 2η Μεραρχία του ΕΣ ( με 3 ταξιαρχίες πεζικού), ένα τάγμα ορειβατικού πυροβολικού και ένα σύνταγμα πεδινού πυροβολικού,όλα υπό την διοίκηση του υποστράτηγου Ν. Παπαδόπουλου.

Η επίθεση του ΔΣΕ υπήρξε σφοδρή και κεραυνοβόλα όμως ο αιφνιδιασμός είχε αποτύχει. Με την έγκαιρη άφιξη των ενισχύσεων της 77ης Ταξιαρχίας και παρά το οτι αρκετά υψώματα είχαν καταληφθεί, ο ΔΣΕ πλευροκοπήθηκε σφοδρά. Αργότερα την ημέρα της 13ης Φεβρουαρίου και ενώ οι μάχες συνεχίζονταν, η αεροπορία βομβάρδισε σφοδρά και ανεξέλενκτα την πόλη προκαλώντας μεγάλες υλικές ζημιές αλλά και φθορές στις τάξεις του ΔΣΕ. Αποτέλεσμα του βομβαρδισμού ήταν και η απώλειες σε αμάχους... Την νύχτα της 13ης με την 11η Μεραρχία να έχει πληγεί σφοδρά ο ΔΣΕ ξεκινά την στρατηγική του υποχώρηση. Η υποχώρηση που συνεχίζεται και το πρωί της επομένης γίνεται στόχος για ακόμη μιά φορά, της αεροπορίας. Τελικά ο μεγαλύτερος όγκος του ΔΣΕ καταφέρνει να διαφύγει.

Οιαπώλειες του ΔΣΕ στην μάχη της Φλώρινας ανέρχονται σε 350 μαχητές και μαχήτριες και σε περίπου 300 αιχμαλώτους. Οι νεκροί του ΔΣΕ και πολλοί βαριά τραυματισμένοι    μαχητές του που κείτονταν στα πεδία της μάχης γύρω απο την πόλη αλλά και μέσα της μεταφέρθηκαν με φορτηγά χώρις καμία διάκριση και συγκεντρώθηκαν σε ένα χωράφι κοντά στην εκκλησία  του Αγ. Θωμά. εκεί τάφηκαν σε ομαδικό τάφο με ενώ μαρτυρίες κατοίκων μιλούν για τα βογγητά πολλών τραυματιών που τάφηκαν ζωντανοί. Οι πολιτεία αρνούμενη πεισματικά να αναγείρει μνημείο στους μαχητές του ΔΣΕ ανάγκασε το ΚΚΕ να προβεί σε αγορά του εν λόγω χώρου για να αποκατασταθεί η τιμή των όσων κομμουνιστών και κομμουνίστριων έπεσαν στην τραγική μάχη της Φλώρινας...





Άνδρες των ΜΑΥ επιδεικνύουν κεφάλια ανδρών του ΔΣΕ μετά την μάχη της Φλώρινας




O ομαδικός τάφος των νεκρών και τραυματιών του ΔΣΕ όπως απαθανατίσθηκε απο το φακό κάποιου άγνωστου φωτογράφου. (http://www.corbis.com/)



Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010

H μάχη της Νάουσσας





Το χρονικό της μάχης

8/1/49-11/1/49: Η 10η Μεραρχία του ΔΣΕ με Διοικητή τον Υποστράτηγο Νίκο Θεοχαρόπουλο (Σκοτίδα) και Πολιτικό Επίτροπο τον Νίκο Μπελογιάννη αποτελούμενη από τις 18η, 14η και η 103η Ταξιαρχίες, συνολικής δύναμης 2.438 μαχητών και μαχητριών, κυκλώνουν τη Νάουσα «με μυστικότητα, αθόρυβα, με ταχύτητα, με όλα τα μέσα της πλαγιοφύλαξης, εμπροσθοφυλακής και οπισθοφυλακής».
Η 18η με Διοικητή τον Συνταγματάρχη Παντελή Βαϊνά τοποθετείται πίσω από το ύψωμα του Αϊ-Λια, δυτικά της Νάουσας, κοντά στα νεκροταφεία.
Η 103η προσεγγίζει το ύψωμα του Θεολόγου, νότια της πόλης. Το ύψωμα Κουκούλι βόρεια της πόλης προσεγγίζεται από μία διμοιρία.
Μονάδες μαχητών του ΔΣΕ καλύπτουν τα περάσματα από Βέροια και από Σκύδρα προς Νάουσα με σκοπό να σταματήσουν τις ενισχύσεις του εχθρικού στρατού που θα φτάνουν τις επόμενες ημέρες και θα ανεβάσουν τη συνολική δύναμη του κυβερνητικού στρατού σε 4.310 άνδρες.
10-11/1/49:
Η πόλη της Εδεσσας βάλλεται παραπλανητικά από τμήματα του ΔΣΕ του Καϊμακτσαλάν, το ίδιο επαναλαμβάνεται και την επόμενη νύχτα (11-12/1/49) τις ώρες όπου ξεκινά η επίθεση στη Νάουσα. Εβαλλαν 3 πυροβόλα με 400 βολές.
11/1/49:
23.15: Εκδηλώνεται η επίθεση ενάντια στα υψώματα γύρω από τη Νάουσα. Ενα τάγμα της 18ης καταφέρνει να ανοίξει πέρασμα εξουδετερώνοντας παγιδευμένα συρματοπλέγματα κοντά στο ύψωμα του Αϊ-Λια. Ανοίγει ο δρόμος για τη Νάουσα.
23.30: Σε 15 λεπτά, μετά από μεγάλη έφοδο της 103ης, πέφτει το ύψωμα του Θεολόγου, βασικού στηρίγματος του κυβερνητικού στρατού, η πιο στρατηγική θέση του. Το Κουκούλι βόρεια της Νάουσας έχει καταληφθεί καθώς είναι αφύλακτο.
12/1/49:
00.30-01.00: Ο εχθρός προσπαθεί να αντιδράσει. Κάθε προσπάθεια για αποστολή στα φυλάκια ενισχύσεων, πυρομαχικών και τεθωρακισμένων τσακίζεται στους δρόμους της Νάουσας από τις δυνάμεις που έχουν διεισδύσει στην πόλη.
04.30: Πέφτει και το ύψωμα του Αϊ-Λια μετά από σκληρές μάχες και συνεχείς εφόδους.
Δυνάμεις του ΔΣΕ μάχονται μέσα στην πόλη κινούμενες ενάντια στα εχθρικά φυλάκια (Αϊ-Γιώργης, Αγία Φωτεινή κ.ά.) τα οποία πέφτουν το ένα μετά το άλλο.
Το ξημέρωμα βρίσκει κυβερνητικό στρατό, χωροφύλακες, ΜΑΔ και ΜΑΥδες ταμπουρωμένους στα κτίρια του Σιδηροδρομικού Σταθμού, του Υδραγωγείου, του Γυμναστηρίου, του Νοσοκομείου, του εργοστασίου Λαναρά, στην Ασφάλεια της Νάουσας και στις βίλες των πλουσίων και των προυχόντων της πόλης.
Αρχίζουν επιθέσεις από ενισχύσεις που καταφθάνουν από Βέροια και από Σκύδρα. Τοποθεσίες γύρω από τη Νάουσα (Δαλαμάρι, Μεσοβούνι, Γάστρα) γίνονται πεδία ηρωικών μαχών. Οι ενισχύσεις και οι δυνάμεις του κυβερνητικού στρατού δεν πετυχαίνουν το στόχο τους. Τα περάσματα παραμένουν κλειστά μέχρι τον υποχωρητικό ελιγμό του ΔΣΕ στις 14/1/49.
12.00: «Κατόπιν ισχυράς πιέσεως» το Νοσοκομείο, ισχυρό φρούριο του εχθρού με τρία πατώματα, καταλαμβάνεται από τον ΔΣΕ.
Το απόγευμα οι δυνάμεις του στρατού είναι κυκλωμένες πλέον μόνο μέσα στο εργοστάσιο Λαναρά, όπου και ο σταθμός Διοίκησης της 33ης Ταξιαρχίας του κυβερνητικού στρατού, που είχε την ευθύνη άμυνας της Νάουσας και στην Ασφάλεια.
12-13/1/49: Παραπλανητικές κρούσεις σε Αγρα και Μουχαρέμ Χάνι, με τη χρήση ενός πυροβόλου, από τμήματα του ΔΣΕ του Καϊμακτσαλάν που θα συνεχιστούν και τη νύχτα
13/1/49
12.30: Εξουδετερώνονται οι μοναρχοφασίστες στην Ασφάλεια.
Ο υφυπουργός Στρατιωτικών Ροδόπουλος σπεύδει στη Νάουσα για να επιστρέψει, αυθημερόν, άπραγος στη Θεσσαλονίκη.
17.00: Οι εναπομείναντες ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί του κυβερνητικού στρατού, ανάμεσά τους και ο Κατσουρίδης, Δ/της της 33ης Ταξιαρχίας, διαφεύγουν και «εκείθεν έκαστος προσεπάθησαν να διασωθή κατ' ιδίον τρόπον».
19.30: Το εργοστάσιο Λαναρά - σταθμός Διοίκησης της 33ης Ταξιαρχίας του κυβερνητικού στρατού - παραδίδεται στις φλόγες και η Νάουσα βρίσκεται ολοκληρωτικά πλέον στη δικαιοδοσία του ΔΣΕ.
14/1/49
18.00: Αρχισε με τάξη ο υποχωρητικός ελιγμός των δυνάμεων του ΔΣΕ μέχρι την 18/1/49 όπου τα τμήματα του ΔΣΕ επέστρεψαν στις βάσεις τους.
Η Νάουσα, πόλη του Νομού Ημαθίας, που βρίσκεται μεταξύ της Βέροιας και της Εδεσσας, αποτελεί πόλη με αξιοσημείωτη ανάπτυξη του βιομηχανικού προλεταριάτου από τις αρχές του 20ού αιώνα, αποτελώντας, σε σχέση με το μέγεθός της και την περιοχή στην οποία είναι χτισμένη (κατεξοχήν αγροτική), κέντρο ανάπτυξης εργατικών - λαϊκών αγώνων και παραδόσεων. Στο «Μικρό Μάντζεστερ», όπως αποκαλούνταν λόγω των πολλών βιομηχανιών, συνδεδεμένων κυρίως με την οικογένεια Λαναρά (εργοστάσιο εταιρείας Λαναρά - Γκούτα, το 1921, το Εριουργείο Λαναρά - Κύρτση και Σία το 1922, τα εριοκλωστήρια πεννιέ, των Αφών Χριστ. Λαναρά το 1928, η Εταιρεία Κανναβουργίας Κοκκίνου - Τουρπάλη - Πλατσιούκα το 1929), από τις αρχές του 1900 μέχρι και σήμερα, δεν υπάρχει δικαίωμα του λαού που να μη βρήκε στο πρόσωπο και τη δράση του ΚΚΕ τον πιο αποφασιστικό υπερασπιστή, τον ακούραστο οργανωτή της εργατικής - λαϊκής πάλης.
Οι γερές βάσεις που έχτισε το Κόμμα μας στα εργοστάσια και στις γειτονιές της Νάουσας απέδωσαν πάνω από 1.000 μαχητές στον ΕΛΑΣ στην περίοδο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ ενάντια στην τριπλή κατοχή (Γερμανών, Ιταλών, Βουλγάρων).
Αυτή η παρακαταθήκη αποτέλεσε βασικό στήριγμα για τις επιτυχίες που είχε ο ΔΣΕ στη συνέχεια στην πόλη και στην ευρύτερη περιοχή της Νάουσας.
Η Μάχη της Νάουσας συμπίπτει με την εποχή της μεγαλύτερης ανάπτυξης του ΔΣΕ. Είναι η εποχή των μεγάλων «εκ παρατά­ξεως» αναμετρήσεων του ΔΣΕ με τον Κυβερνητι­κό Στρατό, που άρχιζαν το καλοκαίρι του 1948 στο Γράμμο και συνεχίζονταν με τον επιτυχημένο ελιγμό και την αντεπίθεση στο Βίτσι, η οποία συγκλόνισε τότε προστάτες και προστατευόμενους στην Αθήνα.
Είχαν προηγηθεί:
  • 22-23/12/1948 η πετυχημένη διείσδυση και αποχώρηση στη Νάουσα της 18ης Ταξιαρχίας με διοικητή τον Παντελή Βαϊνά. Οι 22 νεκροί (20 μαχητές και 2 μαχήτριες) του ΔΣΕ στη μάχη μεταφέρθηκαν και εκτέθηκαν σε κοινή θέα στην κεντρική πλατεία Τρούμαν (σήμερα Καρατάσου) της πόλης και στη συνέχεια με το απορριμματοφόρο του δήμου μεταφέρθηκαν στο νεκροταφείο και θάφτηκαν σε ομαδικό τάφο, όπου και στήθηκε το μνημείο του οποίου τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 30/5/2010.
  • 8/1/1949, ο Αμερικανός Στρατηγός Βαν Φλιτ επισκέφτηκε τη Νάουσα συνοδευόμενος και από τον Διοικητή του Γ' Σώματος Στρατού, Αντιστράτηγο Θεόδωρο Γρηγορόπουλο, με βασικό σκοπό την τόνωση του ηθικού των κυβερνητικών δυνάμεων.
Οι αποτυχημένες προσπάθειες της 18ης και 103ης Ταξιαρχίας του ΔΣΕ για κατάληψη στις 22-23/12/1948 της Εδεσσας και στις 28-29/12/1948 της Αριδαίας, που όμως δεν ήταν αρκετές για να κάμψουν τη μαχητικότητα και το ηθικό των αγωνιστών.

Η σημασία της μάχης για τον ΔΣΕ

«Εκ της ενεργηθείσης εξετάσεως διά το ατύχημα ΝΑΟΥΣΣΗΣ δεν πρέπει να παραμείνουν απαρατήρητοι παραλείψεις εις τας οποίας οφείλεται η μη πρόληψίς του ή και ο περιορισμός του...». Με αυτά τα λόγια ξεκινάει τις «Παρατηρήσεις επί γεγονότων ΝΑΟΥΣΣΑΣ» ο αρχιστράτηγος του κυβερνητικού στρατού, Παπάγος, μετά τη μεγάλη νίκη του ΔΣΕ στη Νάουσα και συνέχιζε: «Από τας παραλείψεις ταύτας, εκτός εκείνων, δια τα οποίας θα ασχοληθεί η Στρατιωτική Δικαιοσύνη και θα επιβάλη κυρώσεις...» και κατέληγε λέγοντας πως «εκ των ανωτέρω παραλείψεων καταφαίνεται ότι το ατύχημα ΝΑΟΥΣΣΗΣ δεν οφείλεται εις την έλλειψην δυνάμεων - διότι τοιαύται εξευρέθησαν έστω και καθ' ον τρόπον εγένετο. Οφείλεται εις την μη πρόβλεψιν και την μη τήρησιν στοιχειωδών αρχών του πολέμου».
«Αυτές οι επιχειρήσεις υπαγορεύτηκαν απ' την ανάγκη μιας αδιάκοπης φθοράς του εχθρού και συγκέντρωσης των απαραίτητων σε μας εφεδρειών» σημειώνει η απόφαση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ για τις επιχειρήσεις σε Εδεσσα - Αριδαία - Νάουσα στις 10/2/49, τονίζοντας επίσης πως «οι επιτυχίες στη Νάουσα και στον ελιγμό κερδήθηκαν ακριβώς γιατί αποφύγαμε τα λάθη που παρουσιάσαμε στις δύο πρώτες επιχειρήσεις».
Ο Νίκος Κυτόπουλος στο χρονικό «Η Μάχη της Νάουσας» αναφέρει χαρακτηριστικά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε ο ΔΣΕ.
«Είχαν μαζευτεί στο Καϊμακτσαλάν, ύστερα απ' τις μάχες της Εδεσσας και της Αρδέας και κάναν συνελεύσεις. Εδώ θα μιλούσαν όλοι πάνω στις αποτυχίες. Σ' ένα τάγμα της 14ης Ταξιαρχίας έκατσαν οι μαχητές και οι μαχήτριες μαζί με τους διμοιρίτες και τους λοχαγούς τους γύρω σε μια μεγάλη φωτιά. Μαζί τους έκατσαν κι ο ταγματάρχης κι ο επίτροπος κι ο ταξίαρχος. Εδώ τώρα όλοι ήταν ίσοι. Θα λέγαν τη γνώμη τους λεύτερα. Θα βρίσκαν τα λάθη, τις αδυναμίες. Θα κρίναν τα καλά και τα σφάλματα που είδαν».
Μέσα από την προετοιμασία για τη Μάχη της Νάουσας αναδεικνύεται η ιδιαίτερη βαρύτητα της μελέτης των λαθών και της αξιολόγησης της πείρας που συσσωρεύεται από τις προηγούμενες μάχες.
Η χάραξη λεπτομερούς σχεδίου, η σωστή αξιοποίηση όλων των μέσων και τεχνικών που διέθετε ο ΔΣΕ, η συλλογή όσο περισσότερων πληροφοριών για τις κινήσεις του εχθρού.
Στη Νάουσα έπαιξε επίσης αποφασιστικό ρόλο, για τη νίκη του ΔΣΕ, η παραπλάνηση (σ.σ. του αντιπάλου), όπου για πρώτη φορά μπαίνει σαν βασικό στοιχείο στο σχέδιο επιχείρησης.
Η απόφαση του ΠΓ (10/2/49) αναφέρει σχετικά με τη νίκη στη Μάχη της Νάουσας: «Για πρώτη φορά ο ΔΣΕ κατέλαβε ολοκληρωτικά μια πόλη και την κράτησε όσο θεώρησε πως ήταν απαραίτητο (...) απόδειξε ότι τα μέσα μας είναι παραπάνω από αρκετά, αν τα χρησιμοποιούμε σωστά και τα συνδυάζουμε με τη δράση του πεζικού, αν ενεργούμε με ταχύτητα, δεξιοτεχνία, περίσκεψη και επαναστατική πονηριά (...) Το Π.Γ. θεωρεί ότι η πείρα από την παραπάνω εκστρατεία πρέπει ν' αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο της πραχτικής αλλά και θεωρητικής εκπαίδευσης στις σχολές μας και στις ασκήσεις στα τμήματα».
Η σημασία της νίκης του ΔΣΕ στη Μάχη της Νάουσας αναδεικνύεται επίσης και μέσα από: Το χαιρετιστήριο τηλεγράφημα, στις 13/1/1949, του Β. Μπαρτζιώτα, Πολιτικού Επιτρόπου του ΓΑ του ΔΣΕ, προς Διοικητή Χ Μεραρχίας Υποστράτηγο Σκοτίδα και τους Διοικητές 18ης, 14ης και 103ης Ταξιαρχιών, όπου τονίζεται «...η μεγάλη σας επιτυχία με την κατάληψη για πρώτη φορά ολοκληρωτικά μιας μεγάλης πόλης σαν τη Νάουσα είναι η συνέχεια των μεγάλων σας Νικών στο Γράμμο και το Βίτσι...». Τα χαιρετιστήρια μηνύματα των Μεραρχιών Ι, ΙΧ, Χ, της 16ης Ταξιαρχίας, της Σχολής Αξιωματικών του ΓΑ, της Πανελλαδικής Δημοκρατικής Ενωσης Γυναικών (ΠΔΕΓ) προς τους ηρωικούς νικητές.
Πέρα από την στρατιωτική πείρα που αποκτήθηκε και απέδειξε την αντοχή και την ικανότητα των μαχητών του ΔΣΕ - γι' αυτό πολυάριθμες είναι οι διακρίσεις και οι προαγωγές μαχητών και αξιωματικών - έφερε στην επιφάνεια τη σαθρότητα του αντιπάλου, που παρά την υπεροπλία του δέχτηκε μία σοβαρή ήττα. Ανησύχησε ντόπιους και ξένους πλουτοκράτες που είδαν το καθεστώς τους να συνεχίζει να κλονίζεται ακόμη και στις αρχές του 1949, χρονιά λήξης του εμφυλίου.

Αποτελέσματα της μάχης

Από τον αριθμό των νεκρών (500), τραυματιών (700) και αιχμαλώτων (300) όπως και από τα λάφυρα που κατέλαβε ο ΔΣΕ, φαίνεται ότι η Νάουσα δεν ήταν καθόλου ανοχύρωτη όπως ήθελαν να την παρουσιάσουν εκ των υστέρων οι αστικές φυλλάδες της εποχής. Οι απώλειες του ΔΣΕ είναι οι παρακάτω:  58 νεκροί, 174 τραυματίες και 36 αγνοούμενοι .
Χαρακτηριστικά στην «Εκθεση για τη μάχη της Νάουσας και για τον ελιγμό 8-18/1/1949» αναφέρονται σαν λάφυρα:
«4 πεδινά πυροβόλα με 3.000 βλήματα, 7 αλυσοφόρα τανκς, 21 κάργιερς, 210 αυτοκίνητα φορτηγά και 5 τζιπ, 27 μοτοσυκλέτες, 1 ολμοβόλο με 250 βλήματα, 5 ομαδικοί όλμοι με 2.000 βλήματα, 9 καναδέζικοι όλμοι με 3.000 βλήματα, 15 πολυβόλα ΒΙΚΕΡΣ, 110 οπλοπολυβόλα μπρεν, 550 ατομικά όπλα, 70 ημιαυτόματα, περίπου 2.000.000 σφαίρες...» και ο κατάλογος συνεχίζεται. Ακόμη, 600 νέοι και νέες της Νάουσας ακολούθησαν τα τμήματα του ΔΣΕ.

Από τα παραπάνω, αλλά και από το «ΔΕΛΤΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ» αναφέρονται οδομαχίες και καταστροφή τανκς που εμποδίστηκαν να φτάσουν στον προορισμό τους και 3 που πέρασαν στα χέρια του ΔΣΕ (σ.σ. μία από τις ελάχιστες περιπτώσεις στη διάρκεια του Εμφυλίου που ο ΔΣΕ χρησιμοποίησε τεθωρακισμένα οχήματα ενάντια στους αντιπάλους του) ενώ αναφέρονται και ρίψεις 2 αεροπλάνων.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια των μαχών υπήρξαν συνεχείς αεροπορικοί βομβαρδισμοί, που επέφεραν σοβαρές υλικές καταστροφές και ανθρώπινες απώλειες στον άμαχο πληθυσμό της πόλης. Στο «ΔΕΛΤΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ» αναφέρεται πως ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών ανακοίνωσε ότι η αεροπορία πραγματοποίησε 50 επιθέσεις στην πόλη της Νάουσας.

 





Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

Το ναυάγιο του "Χειμάρρα"

Tην Κυριακή 19 Ιανουαρίου 1947, συνέβαινε στον Ευβοϊκό μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες αυτού του αιώνα. Το επιβατηγό πλοίο "Χειμάρρα", που εκτελούσε το δρομολόγιο Θεσσαλονίκης - Πειραιά, βυθίστηκε μετά την πρόσκρουσή του σε νάρκη παίρνοντας μαζί του στα παγωμένα νερά 374 ψυχές. Η τραγωδία συνέβη στις 4.10 το πρωί της Κυριακής, 1,5 μίλι από τη νησίδα Καβαλλιανή στον Κάτω Κάβο της Εύβοιας. Οι έρευνες για την αναζήτηση των ναυαγών άρχισαν μετά 10 ώρες! Τα ναρκαλιευτικά και τα πλοιάρια δύο μέρες μάζευαν επιπλέοντα πτώματα στον Ευβοϊκό. Τελικά, από τους 620 επιβαίνοντες μπόρεσαν να σωθούν, αφού πάλεψαν με τα κύματα, 246 άτομα.
Ανάμεσα στους επιβάτες ήταν και 36 πολιτικοί κρατούμενοι που μεταφέρονταν σε διάφορους τόπους εξορίας. Μόνο δέκα από αυτούς μπόρεσαν να σωθούν. Στον κατάλογο των θυμάτων περιλαμβάνονται πολλά στελέχη της ΚΟ Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ, συνδικαλιστές από όλη τη Μακεδονία, προοδευτικοί δημοσιογράφοι κλπ.
Οι ανακρίσεις τις επόμενες μέρες έδειξαν ότι ο ασύρματος του πλοίου δε λειτούργησε για να δώσει το στίγμα και να εκπέμψει SOS, καθώς με την έκρηξη καταστράφηκαν οι λυχνίες του πομπού. Η νάρκη παρασύρθηκε λόγω της θαλασσοταραχής από τα παρακείμενα του διαύλου ναυσιπλοϊας ναρκοπέδια. Υποστηρίχτηκε επίσης ότι το πλοίο δεν πέρασε από το δίαυλο ναυσιπλοϊας αλλά αριστερότερα. Επικράτησε μεγάλη σύγχυση και πανικός. Οι λέμβοι και σχεδίες βυθίζονταν από το μεγάλο αριθμό των επιβαινόντων ή ανατρέπονταν πριν ακόμη επιβιβαστούν σ' αυτές οι ναυαγοί. Στο πλοίο επέβαιναν και πολλοί οπλίτες, οι οποίοι έπεφταν στη θάλασσα με τα ρούχα, με αποτέλεσμα να πνίγονται αμέσως στα παγωμένα νερά. Από τις ανακρίσεις επίσης προέκυψε ότι οι ένοπλοι χωροφύλακες και οπλίτες που επέβαιναν στη "Χειμάρρα" - 203 τον αριθμό - δεν επειθάρχησαν στις διαταγές του πλοιάρχου και κατέλαβαν πρώτοι τις ναυαγοσωστικές λέμβους, αφήνοντας στο πλοίο αβοήθητους γυναίκες και παιδιά.
Στις εφημερίδες της εποχής γράφτηκε τις επόμενες μέρες ότι οι 550 επιβάτες ήταν στοιβαγμένοι σ' ένα καράβι - καρυδότσουφλο στο οποίο επικρατούσε το αδιαχώρητο. Το σκάφος ήταν παμπάλαιο. Είχε κατασκευαστεί στην Αγγλία το 1905 και ήταν εκτοπίσματος 1.221 τόνων. Οπως επίσης καταγγέλλονταν, δύο χρόνια μετά την αποχώρηση των ναζί κατακτητών, σε όλα σχεδόν τα πλευρά των θαλάσσιων συγκοινωνιών εξακολουθούσαν να υπάρχουν ναρκοπέδια. Ακόμη και ο Θερμαϊκός δεν είχε καθαριστεί από τις νάρκες. Το μετακατοχικό κράτος του Ζώφου και η πλουτοκρατία δε σκότωναν το λαό μόνο με τα στρατοδικεία.
Η Εκτελεστική Επιτροπή της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας δύο μέρες μετά το ναυάγιο έβγαλε ανακοίνωση με την οποία καταγγέλλονταν η αδράνεια του κράτους, τόσο για την περισυλλογή των πτωμάτων όσο και για την περίθαλψη των διασωθέντων.
Ενας από τους επιζήσαντες του ναυαγίου, ο Αλέκος Ξυλάκης,που μεταφερόταν μαζί με άλλους 35 συντρόφους του στην εξορία, θυμάται:
"Επιβιβαστήκαμε στο "Χειμάρρα" στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης κατά τις 7 το πρωί. Μόλις ξεκίνησε το πλοίο, εμείς οι πολιτικοί κρατούμενοι διαμαρτυρηθήκαμε γιατί μας είχαν δεμένους. Μετά την επίμονη στάση μας, ήρθε ο καπετάνιος και είπε στους αστυνομικούς να μας λύσουν. Τα προβλήματα άρχισαν μόλις το πλοίο βγήκε από τον Θερμαϊκό. Επαθε βλάβη και για κάποιο χρονικό διάστημα ήμασταν ακυβέρνητοι. Στη 1 τα ξημερώματα της Κυριακής φθάσαμε στη Χαλκίδα και σε λίγο το "Χειμάρρα" απέπλευσε. Μετά από λίγες ώρες το πλοίο συγκλονίστηκε από μια τρομερή έκρηξη. Επακολούθησε πανικός. Δε λειτουργούσε τίποτε. Επικράτησε απόλυτο σκοτάδι. Το "Χειμάρρα" ήταν ακυβέρνητο. Ολοι οι πολιτικοί εξόριστοι είχαμε συγκεντρωθεί στο κατάστρωμα. Ενας σύντροφός μου, ο Αριστείδης, είχε μία λάμπα θυέλλης και την άναψε. Ο Παναγιώτης ο Τάρπογλου έρχεται και μας λέει ότι τα αμπάρια γεμίσανε νερό. Από ένα κιβώτιο παίρνουμε σωσίβια. Βγάζω τα ρούχα μου, το φοράω και ζητάω από τους άλλους συγκρατούμενούς μου να κάνουν το ίδιο. Το καράβι απότομα γέρνει αριστερά και αρχίζει να βυθίζεται. Ανέβηκα στην κουπαστή και έπεσα στη θάλασσα. Στο μεταξύ πολλές ναυαγοσωστικές βάρκες άρχισαν να αναποδογυρίζουν γιατί ήταν υπερφορτωμένες. Οι στιγμές ήταν εφιαλτικές. Από όλα τα σημεία ακούγονταν σπαρακτικές κραυγές βοήθειας. Κολυμπώ μερικά μέτρα και βλέπω τη λάμπα να τρεμοσβήνει και ακριβώς την ώρα εκείνη το πλοίο να χάνεται. Καθώς κολυμπούσα προς την ακτή ένιωθα κάθε λίγο τα σώματα των πνιγμένων που ανέβαιναν στην επιφάνεια του νερού. Μετά από ώρες έφθασα στην ακτή. Στις δέκα το πρωί πέρασε ένα καϊκι και όπως οι ναυτικοί με είδαν να στέκομαι γυμνός στην ακτή, ήρθαν κοντά μου".
Τους οχτώ πολιτικούς εξόριστους γρήγορα η Ασφάλεια τους εντόπισε στα λιμάνια ή στα νοσοκομεία και τους συνέλαβε. Κατέληξαν ξανά σε εξορίες ή φυλακές. Δύο μόνο μπόρεσαν να ξεφύγουν. Ο Σ. Κοντοστάθης και ο Αλ. Ξυλάκης, οι οποίοι γρήγορα ήρθαν σε επαφή με το Κόμμα στην Αθήνα. Αυτό κράτησε μέχρι τον Αύγουστο του '47. Ωσπου...
"Μία μέρα του Αυγούστου πήγαμε επίσκεψη με τον Κοντοστάθη σ' ένα συγγενικό του σπίτι στον Αγ. Μελέτιο. Εκεί μας έκαναν το τραπέζι. Κάποιος όμως με παρατηρούσε από πάνω ως κάτω. Με τι όρεξη να φας μετά από αυτό. Τους ευχαριστήσαμε και φύγαμε. Στο δρόμο λέω στο σύντροφο μου: "Στάθη, κάτι δε μ' άρεσε σ' αυτόν τον άνθρωπο. Φοβάμαι ότι πέσαμε σε χαφιέ". Σύχναζα τότε σ' ένα φαρμακείο στην οδό Αιόλου 101. Βλέπω σε μια στιγμή τον άνθρωπο που είχαμε συναντήσει στο συγγενικό σπίτι του Κοντοστάθη να περνάει μπροστά από το μαγαζί. Σε δύο λεπτά και πριν προλάβω να αντιδράσω με ακινητοποιεί με το πιστόλι του".
Και ο Αλ. Ξυλάκης, σήμερα ογδόντα χρόνων, καταλήγει:
"Είκοσι μέρες με είχαν στην απομόνωση. "Σε δέρνουμε" μου έλεγαν "γιατί δεν πνίγηκες". Ακολούθησαν 12 χρόνια εξορίας και φυλακής".
Σύμφωνα με στοιχεία, που μπόρεσαν να συγκεντρώσουν οι επιζήσαντες του ναυαγίου πολιτικοί εξόριστοι, κατά τη βύθιση της "Χειμάρρας" έχασαν τη ζωή τους οι παρακάτω:
1. Ζαγουρτζής Ν.
2. Δούκας.
3. Κάκαβος.
4. Μαγαζώης Αρ.
5. Αδαμίδης Κ.
6. Ισσόπουλος Αρ.
7. Ματσαβίδου Ελ.
8. Αλβέρτος Κ.
9. Τζορμπαζηκωστής Κ.
10. Ταξιντάρης Κ.
11. Απέργης Γρ.
12. Τσαρδάκης Γ.
13. Μπατζάκης Ν.
14. Ρουμελιώτης Χ.
15. Καλλικρατίδης Ι.
16. Λυκάρτσης Σ.
17. Γερογιάννης Ι.
18. Νότογλου Ευαγ.
19. Χρυσοχέρη Αθ.
Δεν υπάρχουν τα ονόματα των υπόλοιπων αγνοούμενων πολιτικών εξόριστων, ούτε έγινε γνωστό κάτι για την τύχη τους.
Διασώθηκαν οι:
1. Βούτσας Α.
2. Πασδατίδης Ν.
3. Τάρπογλου Κ.
4. Τσακνής Αθ.
5. Τόπκας Α.
6. Στεφανίδης Ν.
7. Κοντοστάθης Σ.
8. Στοϊδης Χρ.
9. Δεληγιαννίδης Ν.
10. Ξυλάκης Αλ.
"Πνίγηκαν κοντά 400 άνθρωποι. Οι οικογένειες των τραγικών θυμάτων δεν πήραν καμιά αποζημίωση", λέει ο Αλ. Ξυλάκης.

Απο τον Ρ






Nέκροι του "Χειμμάρα"


Οι νεκροί του Πολυτεχνείου

Το παρακάτω έγγραφο πιστοποιεί και κατονομάζει τους νεκρούς της ηρωικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου.







To άψυχο σώμα του Δ. Κομνηνού στο νεκροτομείο της Αθήνας




Η μάχη της Ηλεκτρικής

Οι Γερμανοί  στις 13 Οκτώβρη έφευγαν απο την Αθήνα και ο λαός πανηγύριζε όμως στο Κερατσίνι οι μαχητές του ΕΛΑΣ παρέμεναν σε ετοιμότητα. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι Γερμανοί αποχωρώντας είχαν την εντολή να καταστρέψουν όλες τις μεγάλες βιομηχανικές και παραγωγικές μονάδες σε όλο το μήκος της βιομηχανικής ζώνης, καθώς και τις λιμενικές εγκαταστάσεις. Ήδη από το πρωί της 12ης Οκτωβρίου ο Πειραιάς, ο οποίος ήταν από άκρη σε άκρη υπονομευμένος απο τους Γερμανούς, συνταράχτηκε από τις απανωτές εκρήξεις των ανατινάξεων των κτηρίων του Τελωνείου, του Λιμεναρχείου, των εγκαταστάσεων του ΟΛΠ κ.ά., ενώ οι μαχητές του ΕΛΑΣ έδιναν σκληρές μάχες με τους αποχωρούντες Γερμανούς.

Το 4ο Τάγμα του εφεδρικού ΕΛΑΣ με διοικητή το Μιλτο Αλικάκο ανέθεσε σε τρεις Κερατσινιώτες μηχανικούς, τους Χρ. Αγαλιώτη, Βαγγέλη Φραγκόπουλο και Σωτήρη Καλαμπόκη, να εξουδετερώσουν τους μηχανισμούς ανατίναξης- κόβοντας τα καλώδια- των ΣΕΚ και ΣΠΑΠ μεταξύ Λεύκας, Κοκκινιάς και Καμινίων. Η ίδια ομάδα, ενισχυμένη με το Γιώργο Βρεττάκο, τον Αντώνη Καβαλιεράτο και τον πειραιώτη ηλεκτρολόγο Στράτο Καρακεχαγιά, ματαίωσε και την ανατίναξη των περισσοτέρων κτηρίων του εργοστασίου ΚΟΠΗ. Δυστυχώς τρεις από αυτούς, οι Φραγκόπουλος, Καλαμπόκης και Αγαλιώτης, έπεσαν πάνω σε γερμανική περίπολο που τους εκτέλεσε επί τόπου.

Το πρωί της 12ης Οκτωβρίου η γερμανική φρουρά του εργοστασίου της «Ηλεκτρικής», η οποία αποτελείτο από σαράντα άνδρες, είχε απομονώσει όλους τους εργαζομένους της προηγούμενης βάρδιας (περίπου 300 άτομα) στους θαλάμους και είχε υπονομεύσει με καλωδιώσεις ανατίναξης τις τεράστιες ποσότητες εκρηκτικών που υπήρχαν στο εργοστάσιο δύο-τρεις μήνες πριν, τοποθετημένα κάτω από τις τουρμπίνες ηλεκτροπαραγωγής. Την ίδια στιγμή έξω από το εργοστάσιο μια ομάδα Γερμανών συνέλαβε μερικούς μαχητές του ΕΛΑΣ και τους οδήγησε μέσα, μαζί με τους εγκλωβισμένους εργάτες. Δύο ηλεκτροτεχνίτες που ήταν οργανωμένοι στο ΕΑΜ, ο Γεώργιος Σταματόπουλος και ο Θωμάς Κανελλόπουλος, κατάφεραν να ειδοποιήσουν τον Αλέκο Βαρυτιμήδη, διοικητή του 1ου τάγματος του εφεδρικού ΕΛΑΣ Αθηνών.

Αμέσως κινητοποιήθηκαν δυνάμεις του 1ου τάγματος του ΕΛΑΣ και κατέλαβαν θέσεις μάχης γύρω από την «Ηλεκτρική». Επικοινώνησαν με το Νίκανδρο Κεπέση, καπετάνιο του 6ου Ανεξάρτητου Συντάγματος, και το διοικητή Σωτήρη Κύβελο, και ζήτησαν οδηγίες. Ο Βαρυτιμίδης άρχισε διαπραγματεύσεις μέσω μιας εργαζόμενης στο εργοστάσιο με το διοικητή της φρουράς, εγγυώμενος την ασφαλή αποχώρηση των Γερμανών, εφόσον δεν ανατίναζαν τις εγκαταστάσεις και εφόσον βέβαια απελευθέρωναν τους αιχμαλώτους. Και ενώ οι διαβουλεύσεις συνεχίζονταν, ξαφνικά εμφανίστηκε μια ομάδα τριάντα περίπου Γερμανών ποδηλατιστών, προερχόμενων από το εργοστάσιο ΚΟΠΗ –που μόλις είχε καταληφθεί από τον ΕΛΑΣ- οι οποίοι πυροβολώντας κατευθύνονταν από την οδό Αναπαύσεως προς την «Ηλεκτρική». Ο ΕΛΑΣ απάντησε στα πυρά και η συμπλοκή γενικεύτηκε. Οι ποδηλατιστές καθηλώθηκαν, και προκειμένου να λήξει το περιστατικό και να διασώσουν τους συμπολεμιστές τους, οι άνδρες της γερμανικής φρουράς αναγκάστηκαν να αποδεχθούν τους όρους του ΕΛΑΣ και να ελευθερώσουν τους εργαζόμενους, ώστε να αποχωρήσουν οι ίδιοι με ασφάλεια. Λίγο πριν φύγουν, παρά τη συμφωνία, προσπάθησαν να πυροδοτήσουν τα εκρηκτικά. Στο μεσοδιάστημα, ωστόσο, οι απελευθερωμένοι εργάτες είχαν φροντίσει να κόψουν τις καλωδιώσεις. Τελικά, η γερμανική φρουρά αποχώρησε δια θαλάσσης αργά το απόγευμα, αφού προηγουμένως προέβη σε κάποιες καταστροφές μικρής έκτασης για την τιμή των όπλων.

Παρ’ όλα αυτά επειδή υπήρχε ο φόβος να επιστρέψουν οι Γερμανοί και να προσπαθήσουν να ανατινάξουν το εργοστάσιο, και με δεδομένο ότι οι δυνάμεις του εχθρού δρούσαν ακόμη στην περιοχή του Περάματος, αποφασίστηκε οι αντιστασιακές ομάδες να τεθούν σε επιφυλακή. Τα μεσάνυχτα επισκέφθηκαν την έδρα του 1ου τάγματος στο 1ο δημοτικό σχολείο ο διοικητής του συντάγματος Σωτήρης Κύβελος και ο καπετάνιος Νίκανδρος Κεπέσης, προκειμένου να σχηματίσουν προσωπική γνώμη και να εκπονήσουν σχέδιο δράσης, σε περίπτωση που θα εμφανίζονταν γερμανικές δυνάμεις.


Αποφασίστηκε μια διμοιρία 15 ανδρών με επικεφαλής τον Αντώνη Καλαποθάκο, γραμματέα της εργοστασιακής οργάνωσης του ΕΑΜ, να ενισχύσει τους ένοπλους εργαζομένους που βρίσκονταν μέσα στην «Ηλεκτρική». Μεταξύ αυτών ήταν ο Χρήστος Φερούσης, ο Αριστείδης Αραγιάννης και ο Μανώλης Καββαδάρης. Η δύναμη πυρός αυτής της ομάδας ήταν εννέα ιταλικά τυφέκια και ένα οπλοπολυβόλο. Ταυτόχρονα κινητοποιήθηκαν και οι τέσσερις λόχοι που αποτελούσαν το σύνολο της δύναμης του 1ου τάγματος του ΕΛΑΣ Ταμπουρίων. Τη νύχτα της 12ης προς 13η Οκτωβρίου ο 2ος Λόχος της Αμφιάλης υπό τους Βεζυρόπουλο και Κοντογιάννη διανυκτέρευσε στον 'Αγιο Γεώργιο. Ο 1ος Λόχος με επικεφαλής τους Αντύπα και Λαγωνίκα, τοποθετήθηκε κοντά στο λιμάνι, στα αριστερά της σημερινής οδού Δημοκρατίας. Ο 3ος Λόχος της Ευγένειας υπό τον Ιωακειμίδη, ακροβολίστηκε κατά μήκος του συνοικισμού, έχοντας μέτωπο προς το εργοστάσιο. Τέλος, ο 4ος Λόχος του Αγίου Δημητρίου με τον Κατσιγιαδάκο και τον Σπύρου παρέμεινε εφεδρικός από την Πέτρου Ράλλη μέχρι τον 'Αγιο Διονύσιο.

Τα χαράματα της 13ης Οκτωβρίου η περιοχή συγκλονίστηκε από τη δυνατή έκρηξη που προκλήθηκε από την ανατίναξη των εγκαταστάσεων της Shell στο Πέραμα. Αμέσως εκδηλώθηκε γενική κινητοποίηση των κατοίκων, οι οποίοι έστησαν πρόχειρα οδοφράγματα αποκλείοντας την περιοχή, ενώ το 2ο τάγμα του ΕΛΑΣ της Κοκκινιάς τοποθετήθηκε στο νεκροταφείο, προκειμένου να εμποδίσει πιθανές μετακινήσεις άλλων γερμανικών δυνάμεων.

Στις 6.45 εμφανίστηκε το γερμανικό απόσπασμα που είχε ανατινάξει τη Shell και το οποίο είχε λάβει τη διαταγή να καταστρέψει τα εργοστάσια του Αγίου Γεωργίου και του Νέου Φαλήρου, όπως ομολόγησε αργότερα ο επικεφαλής Γερμανός Χανς Λίντερμαν που συνελήφθη αιχμάλωτος. Το απόσπασμα ανήκε στο ειδικό επί των ανατινάξεων τμήμα του Μηχανικού των Es Es . Αποτελείτο από 56 άνδρες βαριά οπλισμένους με αυτόματα και τέσσερα μηχανοκίνητα πολυβόλα. Επέβαιναν σε δύο αυτοκίνητα που τα ακολουθούσαν τρία φορτηγά με πυρομαχικά, ενώ της φάλαγγας προηγούνταν μοτοσυκλετιστές. Σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, καθώς έφτασαν στο γεφυράκι, το οποίο ήταν εν μέρει καλυμμένο, έχασαν την οπτική τους επαφή με το εργοστάσιο και ζήτησαν πληροφορίες από έναν περαστικό ηλικιωμένο άνδρα. Εκείνος τους έδειξε προς την περιοχή της Ευγένειας, όπου βέβαια βρίσκονταν οι ακροβολισμένοι ελασίτες του 3ου Λόχου. Οι Γερμανοί ξεκίνησαν, όμως γρήγορα αντίκρισαν την τεράστια καμινάδα της «Ηλεκτρικής». Αντιλαμβανόμενοι την απάτη, γύρισαν πίσω προς τη σωστή κατεύθυνση, συνάντησαν εκ νέου τον γέροντα και τον εκτέλεσαν.

Μόλις η πομπή φάνηκε από μακριά, ο δωδεκάχρονος Ευάγγελος Τσοβαρδέλης είδε τους μοτοσυκλετιστές και έσπευσε να ειδοποιήσει τον ΕΛΑΣ. Το σχέδιο της Διοίκησης, το οποίο είχε επεξεργαστεί ο Νίκανδρος Κεπέσης, βασιζόταν σε μια σύσταση εκ του συστάδην, αφήνοντας τους Γερμανούς να πλησιάσουν όσο γινόταν περισσότερο, επιτρέποντάς τους ακόμη και να παραβιάσουν την πύλη ή να αναρριχηθούν στο μαντρότοιχο, καθώς μια μάχη εκ παρατάξεως δεν ήταν εφικτή, λόγω του ελαφρού τους οπλισμού και της έλλειψης σχετικής στρατιωτικής εμπειρίας. Πράγματι, μόλις οι Γερμανοί πλησίασαν την πύλη του εργοστασίου, ο σκοπευτής Χρήστος Φερούσης πυροβόλησε μέσα από το εργοστάσιο τον οδηγό του πρώτου οχήματος, υποχρεώνοντας τη φάλαγγα να ακινητοποιηθεί κοντά στο γεφυράκι. Αμέσως μια χειροβομβίδα ανατίναξε ένα από τα γερμανικά οχήματα. Αιφνιδιασμένοι οι Γερμανοί δέχτηκαν καταιγιστικά πυρά από μια απόσταση περίπου εξήντα ή εκατό μέτρων, που προερχόταν από όλες τις κατευθύνσεις. Πανικόβλητοι προσπάθησαν ενστικτωδώς να καλυφθούν κάτω από τα οχήματα και να αμυνθούν με παρατεταμένες βολές κατά ριπάς. Όμως παρέμεναν ουσιαστικά εγκλωβισμένοι στον κλοιό που είχαν σχηματίσει οι λόχοι του ΕΛΑΣ και η ομάδα του Καλαποθάκου, η οποία έβαλλε από το εργοστάσιο. Οι Γερμανοί έριχναν συνεχώς φωτοβολίδες ζητώντας απεγνωσμένα ενισχύσεις, καθώς ο κλοιός γύρω τους στένευε, ενώ οι άνδρες του ΕΛΑΣ τους καλούσαν με τηλεβοες να παραδοθούν. Ο διοικητής του 1ου τάγματος του ΕΛΑΣ Πέτρος Ευσταθόπουλος ή Νώντας έδωσε τότε διαταγή γενικής εφόδου.

Ξεκίνησε έτσι η επίθεση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ, του οποίου ο υποτυπώδης οπλισμός αποτελείτο από λίγα ταλαιπωρημένα και αναξιόπιστα ιταλικά όπλα, μερικά περίστροφα και αρκετές χειροβομβίδες, στις οποίες ουσιαστικά στήριξαν όλη την επιχείρηση. Οι Γερμανοί προέβαλαν σθεναρή αντίσταση, γεγονός που ανάγκασε τον Βαρυτιμίδη και το Μωυσιάδη να ζητήσουν ενισχύσεις από τις εφεδρικές δυνάμεις της Κοκκινιάς. Πράγματι, ο κομματικός υπεύθυνος του Κερατσινίου Μίχος, μετά από συνεννόηση με τον αντίστοιχο υπεύθυνο της Κοκκινιάς, Παράσχο, επιβιβάστηκαν σε τρεις πυροσβεστικές αντλίες και έσπευσαν στον τόπο της συμπλοκής. Έπειτα από σκληρή μάχη που διήρκεσε περισσότερο από τρεις ώρες, άρχισε η σταδιακή παράδοση των Γερμανών, οι οποίοι ήδη μετρούσαν εννέα νεκρούς και δεκαέξι τραυματίες. Ο ένας μετά τον άλλο άρχισαν να υψώνουν λευκά μαντίλια , αφού προηγουμένως είχαν ρίξει και την τελευταία τους σφαίρα. Είκοσι περίπου συνελήφθησαν αιχμάλωτοι μεταξύ αυτών και ο επικεφαλής τους Λίντερμαν.


Το εργοστάσιο της «Ηλεκτρικής», μια σημαντική ενεργειακή μονάδα της χώρας που τροφοδοτούσε ολόκληρο το λεκανοπέδιο, είχε διασωθεί. Επιπλέον, η εξουδετέρωση του αποσπάσματος ανατινάξεων των Ες Ες απέτρεψε τεράστιες καταστροφές σε εγκαταστάσεις υποδομής, καθοριστικές για την οικονομία της Ελλάδας. Στο πεδίο της τιμής, όμως, 11 πατριώτες είχαν σκοτωθεί και άλλοι 8 ήταν τραυματίες. Την ημέρα που ολόκληρη η Ελλάδα πανηγύριζε, το ηρωικό Κερατσίνι κήδευε τους νεκρούς της μάχης της «Ηλεκτρικής» στον περίβολο του εργοστασίου, υπό την επιβλητική παρουσία ενόπλων τμημάτων του ΕΛΑΣ. Πένθος από τη μια και χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες από την άλλη, να καλούν τον κόσμο στη μεγαλειώδη παρέλαση της Νίκης που γίνεται υπό ασταμάτητη βροχή. Το σύνθημα που κυριαρχούσε παντού ήταν «ΕΛΑΣ – Λαοκρατία».





Η διοίκηση του Εφεδρικού ΕΛΑΣ Αθηνών



Μάχη της Ηλεκτρικής: άνδρες του ΕΛΑΣ βάλλουν κατά των Γερμανών


 

Ο ΕΛΑΣ μάχεται για την Ηλεκτρική




ΕΛΑΣίτες έξω απο την Ηλεκτρική

 
Κηδεία των 11 ηρώων της Ηλεκτρικής

Αντ. Καλαποθάκος αρχηγός της επιχείρησης της Ηλεκτρικής

Το χρονικό δύο εκτελέσεων

Το παρακάτω φωτογραφικό υλικό προέρχεται απο γερμανικό αρχείο και δείχνει την εκτέλεση ενός πατριώτη του ΕΛΑΣ απο τους Γερμανούς. Τόπος εκτέλεσης είναι το Μονοκόυμαρο κοντά στις φυλακές της Αγιάς. Η δεύτερη εκτέλεση δεν χρονολογείται στην Κατοχή αλλά περίπου το 1946. Εδώ κομμουνιστές εκτελούνται πίσω απο το Γεντί Κουλέ. Οι δήμιοι είναι διαφορετικοί αλλά τα θύματα πάντα ίδια.









Ο παπάς πλησιάζει τον πατριώτη του ΕΛΑΣ και του μιλάει ενώ το απόσπασμα περιμένει




Ο πατριώτης δεν δέχεται να δεθεί στον πάσαλο





Το απόσπασμα παίρνει θέσεις...





Οι σφαίρες τρυπούν το σώμα του πατριώτη






Ο αξιωματικός δίνει την χαριστική βολή




Ο ιερέας ψέλνει πάνω απο το φέρετρο του πατριώτη , ο πάσαλος διακρίνεται τώρα πιτσιλισμένος απο αίμα






Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΤΟ ΓΕΝΤΙ ΚΟΥΛΕ












Οι κρατούμενοι οδηγούνται πίσω απο το Γεντί Κουλέ

 

Τους διαβάζεται η καταδικαστική απόφαση
Λίγο πριν απο το "πυρ"


Οι πατριώτες πέφτουν νεκροί θερισμένοι απο το απόσπασμα












Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2010

Φωτογραφίες απο το αρχείο του Στέφανου Σαράφη

Το παρακάτω υλικό προέρχεται απο το βιβλίο "Ο ΕΛΑΣ" του μεγάλου Στέφανου Σαράφη. Το παραθέτω εδώ με τα δικά του σχόλια για την κάθε φωτογραφία

1942 Τρεις απο τους πρώτους αντάρτες του ΕΛΑΣ σε ανάπαυση στο χιόνι
1943 Αντάρτες του ΕΛΑΣ στο Καστανοχώρι Καστοριάς
Αετόπουλα γιορτάζουν την ίδρυση της ΠΕΕΑ

Η 2η Μεραχρία του ΕΛΑΣ εκτελεί άσκηση πορείας στην Χασιά το 1944






Απελευθέρωση στην Αθήνα





ΕΠΟΝίτης στην Αθήνα 1944






'Ανδρες του ΕΛΑΣ






ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανα








Ένα απο τα 50.000 απολυτήρια που εξέδωσε ο ΕΛΑΣ μετά την Βάρκιζα





Μέλη του 1/12 Συντάγματος του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου


Ο ΕΛΑΣ στην ελεύθερη Τρίπολη. Πρώτος ο καπετάνιος Γιάννης Μιχαλόπουλος (Ωρίωνας) και δεύτερος ο ταγματάρχης Κονδύλης





Αγωνιστής οδηγείται πισθάγκωνα δεμένος απο ταγματασφαλήτες
 Ρουμελιώτες αντάρτες του ΕΛΑΣ δευτερος απο αριστερά ο καπετάν Διαμαντής (Γιάννης Αλεξάνδρου) και δεξιά δίπλα του ο υπεύθυνος του ΕΑΜ Θεόδωρος Καμαράς




Ο ΕΛΑΣ του 3/7 στην Εύβοια. Τρίτος αριστερά ο Προκόπης Ζανός ή Λόγγος
  

ΕΛΑΣ στον Βύρωνα 1944
 Αρχηγείο του ΕΛΑΣ στον Δομοκό  Πρώτος καθισμένος ο Μάρκος Ραπέσης






Γερμανοί επιχειρούν να περάσουν μοτοσικλέτα πάνω απο ανατιναγμένο δρόμο στον Όλυμπο
Ανδρες του 1/34 Συντάγματος της Βοιωτίας φωτογραφίζονται στα Βίλια