"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 25 Ιουνίου 2017

Ένα ξεχασμένο ναυάγιο, ένα γερμανικό έγκλημα και μια ανάλυση περί καπιταλισμού


Όταν ανοίξαμε το βιβλίο "Ναυάγια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στη Μεσόγειο", ένα όνομα ξεχώρισε αμέσως: "ΟΡΙΑ" και δικαίως, αφού το ναυάγιο του Νορβηγικού πλοίου αυτού, έχει καταγραφεί  σήμερα ως η μεγαλύτερη απώλεια ανθρώπινων ζωών στη Μεσόγειο, αλλά και ως η 4η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία του Δευτέρου Παγκοσμίου. Ανάμεσα στις σελίδες, ακολουθούν και άλλα ναυάγια, που δεν φτάνουν βεβαίως τις 4223 ψυχές, εκ των οποίων 4046 Ιταλοί αιχμάλωτοι των Γερμανών που στέλνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. 

Το βιβλίο του Ακροναυπλιώτη αντιστασιακού Γιάννη Μανούσακα "Σαράντα μέρες στην Κέρκυρα", μας ταξιδεύει στην ίδια εποχή, αρκετά βορειότερα. Στο νησί των Φαιάκων το 1943. 

Ο Μανούσακας αφηγείται την απόδραση 650 κομμουνιστών κρατουμένων από το Λαζαρέτο της Κέρκυρας, όπου κρατούνταν από τις Ιταλικές αρχές, και την περιπέτειά τους μέχρι να διεκπεραιωθούν στην Αλβανία κι από εκεί στην Ελεύθερη Ελλάδα. Η περιπέτειά τους ξεκινά με τη συνθηκολόγηση  της Ιταλίας και την απελευθέρωσή τους από την Ιταλική φρουρά του νησιού που δεν τάχθηκε με το κράτους του Σαλό του Μουσολίνι. 

Οι Ιταλοί ήρθαν σε επαφή με το τοπικό ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ, αλλά και με παράγοντες της αστικής τάξης του νησιού, προκειμένου να συμφωνήσουν σε ένα κοινό σχέδιο δράσης, δεδομένου ότι οι Γερμανοί σύντομα θα επιχειρούσαν να καταλάβουν το νησί. 

Το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, πρότειναν να εκκαθαριστεί το Ιταλικό στράτευμα από τους φασίστες, να μοιραστούν όπλα στο λαό και μαζί, Ιταλοί και Έλληνες να κάνουν την Κέρκυρα φρούριο ενάντια στο φασισμό. Η αστική τάξη του νησιού διαφωνούσε, φοβούμενη την ισχύ του ΕΑΜ. Οι Ιταλοί επέλεξαν την αδράνεια προς μεγάλη τους συμφορά. Μερικές ημέρες μετά, τα Γερμανικά στούκας ισοπέδωσαν την πόλη της Κέρκυρας και με μια απόβαση- αστραπή το νησί πέρασε στα χέρια των Γερμανών. Οι Ιταλοί ήταν πια αιχμάλωτοί τους. Ελάχιστοι κατέφυγαν στον τοπικό ΕΛΑΣ, που τους πέρασε με τον οπλισμό τους στην ηπειρωτική Ελλάδα. 

Παράλληλα, ο Γιάννης Μανούσακας κι οι άλλοι Ακροναυπλιώτες σκορπισμένοι σε ομάδες των 10 σε όλο το νησί, με την φροντίδα του ΕΑΜ και του Κερκυραϊκού λαού, προσπαθούν να βρουν τρόπο να περάσουν κι αυτοί στην κεντρική Ελλάδα. Ο Γιάννης Μανούσακας έμεινε μέσα στην πόλη της Κέρκυρας, στο σπίτι κάποιου μέλους του ΕΑΜ κι είδε με το ίδια του τα μάτια τον χαμό των Ιταλών στρατιωτών. 7000 ή 8000 Ιταλοί στρατιώτες κρατούνταν σε συνθήκες πείνας στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας. 

Οι Γερμανική διοίκηση του νησιού έπρεπε να δώσει σύντομα μια λύση. Κι έδωσε την εξής: Αποστολή στα στρατόπεδα συγκέντρωσης...

Για τη συνέχεια της ιστορίας μας ας ακολουθήσουμε την αφήγηση του Μανούσακα:

"Λίγες μέρες μετά βρέθηκα στη συνοικία του Μαντουκιού με μια από τις κόρες του Κώστα που με φιλοξενούσε- τη Σπυριδούλα. Ήταν ένα πρωινό μιας πολύ λαμπερής μέρας. Οι λοξές ηλιαχτίδες παιζογελούσαν στην κατάμπλαβη θάλασσα με μιαν υποψία κυματάκια που σιγοψιθύριζαν αφήνοντας τον αφρό τους. Τα δέντρα έριχναν τα κίτρινα φύλλα τους με το στερνό χαραχτηριστικό τους άρωμα. Ένα βαπόρι ήταν δεμένο στις αγγουρές του, ανοιχτά στον κόλπο της Κέρκυρας και δυο βενζινόπλοια κουβάλαγαν Ιταλούς αιχμαλώτους. 

Πάνω στο κατάστρωμα ήταν στοιβαγμένοι χιλιάδες κι ένα βουητό αγωνίας έφτανε ως την ξηρά. Ξαφνικά βρόντηξαν τ' αντιαεροπορικά πυροβόλα και στον καθαρό ουρανό φάνηκαν σκουρογάλαζα συννεφάκια κι ανάμεσά τους έξι αεροπλάνα, ελαφρά σαν τα πούπουλα, που φέρνοντας μικρούς κύκλους χαμήλωναν, ξέφευγαν τα βλήματα και παίρνανε το στόχο τους. Το ένα άφησε το γυαλιστερό μετάλλινο εφεδρικό ντεπόζιτο της βενζίνας του, που 'χε αδειάσει να πέσει στη θάλασσα κι έτσι πιο ελαφρό κι ευκίνητο χύθηκε σα γεράκι και πέφτοντας χαμηλά σκόπευσε το πλοίο. 

Οι μπόμπες έπεσαν λοξά στο στόχο. Δυο χώθηκαν μέσα στη μάζα των αιχμαλώτων στο ένα βενζινόπλοιο και μέσα απ' τους καπνούς, τον κρότο και τη φωτιά τινάχτηκαν ανθρώπινα κορμιά, χέρια, πόδια και κεφάλια, κατάρτια και μαδέρια αψηλά, πετάχτηκαν στη θάλασσα και το βενζινόπλοιο χάθηκε. Οι άλλες μπόμπες μπήχτηκαν στο κορμί του πλοίου πάνω στους αιχμαλώτους και μια το βάρεσε στα ύφαλα ανοίγοντας μια τρύπα όπως το στόμα μιας σπηλιάς κι η θάλασσα μ' αμάχη ορμούσε μέσα του. Και κατά τον ίδιο επιδέξιο τρόπο χαμήλωσαν και τ' άλλα αεροπλάνα κι έτσι λοξά και εύστοχα χτυπούσαν τη ράχη και τα πλευρά του δεμένου πλοίου, γεμίζοντάς το τρύπες, σκοτώνοντας τους ανθρώπους, τους στοιβαγμένους στ' αμπάρια και στην κουβέρτα, όπου τους αποτέλειωναν η φωτιά κι οι πνιγερές κάπνες. 

Κι η θάλασσα ορμούσε στο κουφάρι, σαν να 'θελε να δώσει τη χαριστική βολή, σαν να γύρευε λες κι εκείνη να δώσει τέλος στο δράμα και στην αγωνία των χιλιάδων δύστυχων ανθρώπων. Μέσα από 'κείνη η φωτιά, τους καπνούς και τις εκρήξεις έφτανε στο μουράγιο ένα πνιγμένο βουητό από ανθρώπινη απόγνωση, που αδύνατο στο κοντύλι, στο χαρτί κι αυτόν που τα κρατεί να τη δώσει στο ελάχιστο. 

Σε δυο λεπτά γίναν τούτα όλα. Τ' αεροπλάνα πιο ελαφρά έφευγαν μεσ' απ' τα γαλάζια σύννεφα και τους γκρίζους καπνούς που άφηναν σκάζοντας τα βλήματα. Μερικοί βαρκάρηδες ανασηκώνοντας τα κεφάλια τους τα τήραγαν αηδιασμένοι. Ένας σήκωσε τα χέρια του και τα μούτζωσε "Να κερατάδες άναντροι"."


Τα αεροπλάνα ήταν προφανώς συμμαχικά κι όπως εύστοχα παρατήρησε ο Μανούσακας, δεν φάνηκαν όταν οι Κερκυραίοι κι οι Ιταλοί μάχονταν για τη σωτηρία του νησιού. Ούτε όταν τα στούκας άφησαν την Κέρκυρα "κρανίου τόπο". 

Πρόκειται για μια απώλεια ψυχών σχεδόν διπλάσια από το ναυάγιο του "ΟΡΙΑ", ξεχασμένη κι άγνωστη, χαμένη κάπου στα κατάστιχα του μεγάλου σφαγείου που λέγεται Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Ψάξαμε αρκετά για περισσότερα στοιχεία σχετικά με τα πλοία και το ναυάγιο, χωρίς αποτέλεσμα. Όμως όπως αποδείχθηκε από το παρακάτω βίντεο, το ναυάγιο υπάρχει, εκεί κάπου έξω από το λιμάνι της Κέρκυρας ανάμεσα σε μπάζα και παλιοσίδερα. 




Στις παρακάτω φωτογραφίες από το βίντεο αναγνωρίζουμε ιταλικά κράνη, δεκάδες σφαίρες, οστά κι ένα Ιταλικό παράσημο ή έμβλημα στολής.






Πηγή των παραπάνω εικόνων: Morgan Corfu.



Το δράμα όμως των Ιταλών αιχμαλώτων δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί...


"Φτάνοντας στο σπίτι άφησα τη Σπυριδούλα και τράβηξα προς το λιμάνι. Εκεί ακουγόταν από λίγη ώρα να δουλεύουν ασταμάτητα αυτόματα όπλα. Πήγα να βγω κατά το μουράγιο, προχωρώντας με προφύλαξη από ένα στενό σοκάκι, μα ένας Κερκυραίος μπήκε ξαφνικά μπροστά μου. "Τράβα πίσω! Δεν κάνει να φαίνεσαι εσύ! Τι θα δεις; Τους Ιταλούς σκοτώνουν οι Γερμανοί. Αυτό είναι." Δεν τον γνώριζα τον άνθρωπο μα υπάκουσα. Σαν έφτασα κατά το κέντρο της πόλης μετάνιωσα. Ξαναγύρισα και πηγαίνοντας από άλλο στενό αντίκρισα ένα κομμάτι κοκκινωπή θάλασσα πηγμένη από κορμιά, άλλα ακίνητα, άλλα να παλεύουν απελπισμένα και τ' αυτόματα απ' τη στεριά να τα βαράνε. Μα στο λεφτό, ένας Κερκυραίος πάλι που έτρεχε τρομαγμένος μ' έπιασε από το μπράτσο. "Τράβα πίσω! Δεν κάνει να φαίνεσαι. Τι θα δεις; Όσοι Ιταλοί κολυμπάνε τους τελειώνουν οι Γερμανοί! Τράβα στο σπίτι που μένεις και μη βγαίνεις σήμερα. Υπάκουσα πάλι με μιαν άβουλη υπακουή, τράβηξα στο σπίτι κι ανεβαίνοντας στο δωμάτιό μου, που ήταν ο πέμπτος όροφος του σπιτιού, έριξα μια ματιά απ' το παραθύρι. Μια ομάδα Γερμανοί σκούπιζαν, άλειφαν με λίπος και χάιδευαν ένα πολύδυμο αντιαεροπορικό που άχνιζε ακόμα."


Κι αργότερα ο Γιάννης Μανούσακας θα μάθει και για ακόμα ένα αποτρόπαιο έγκλημα των Γερμανών...

"Nα σου πω κι ένα άλλο έγκλημα σύντροφε, εξακολούθησε ο γέρος, μια που δεν αποκρινόμουνα. Οι Γερμανοί, τα σκυλιά, το κάμανε αυτό το έγκλημα. Κάθε πρωί, χαράματα-χαράματα, πολλοί Κερκυραίοι γλαρώνουνε τη θάλασσα και μόλις δούνε κάτι να μαυρίζει πάνω της, ρίχνονται. Όποιος προλάβει, αρπάει το "πράμα". Το τραβάει έξω στην αμμουδιά κι αρχίζει τη "δουλειά". Είναι ένας σάκος το λοιπόν κι έχει μέσα έναν Ιταλό αξιωματικό. Τον πιάνει ένας, τονε γδύνει από τα πόδια ως την κορφή, πηγαίνει ρούχα και εσώρουχα στη γυναίκα του. Τα πλένει, τα σιδερώνει, γυαλίζει αυτός τις μπότες, ύστερα γραμμή για την Ήπειρο και τ' αλλάζει με καλαμπόκι... Οι Γερμανοί σύντροφε, φόρτωσαν τους Ιταλούς δημοκρατικούς αξιωματικούς σε καΐκια, για να τους περάσουν στην Ήπειρο- έτσι νόμιζε ο κόσμος- μα μεσοπέλαγα τους πέρασαν από ένα σακί του καθενούς. Το δέσαν από πάνω και τους φουντάρισαν στη θάλασσα. Τώρα τους κουβαλάει κατά δω το κύμα. 

Αφήσανε ζωντανούς τους φασίστες αξιωματικούς, μα μόνο για να τους μισάει ο κόσμος περισσότερο κι από τους ίδιους τους Γερμανούς. Μα για πόσο ακόμα; Θα τους σκοτώσουνε κι αυτούς- καλά θα τους κάνουν. Να ξεβρομίσει κι η Κέρκυρα απ' τους πεμπτοφαλαγγίτες φασίστες. Άχρηστα πράματα. Προδώσανε τους φαντάρους πατριώτες τους."


Το παραπάνω υλικό στοιχειοθετεί μια τραγωδία. Ένα έγκλημα. 7000 με 8000 νεκρούς σε ένα περιστατικό που δίκαια θα έπρεπε να κατέχει ισότιμη θέση με το "ΟΡΙΑ", παραμένει άγνωστο όμως και ξεχασμένο στα παλιά βιβλία της Ιστορίας. 


Κι ο Γιάννης Μανούσακας, που αργότερα πέρασε στην Αλβανία και σώθηκε με την ομάδα του από αδερφωμένους Αλβανούς και Έλληνες παρτιζάνους, αφήνει τη διήγησή του με τούτη εδώ τη σκέψη:

"Χωρίς άλλο. Αν δεν είχα μάθει και δεν είχα ζήσει τα έργα της γέρικης κοινωνίας του καπιταλισμού, με τον ιμπεριαλισμό και το φασισμό της, την αποικιοκρατία, τις σφαγές και τη φωτιά, αν δεν τους είχα παρακολουθήσει να στέλνουνε στο χαμό χιλιάδες, εκατομμύρια μαύρους, άσπρους, κίτρινους, ερυθρούς ανθρώπους πάνω στη γη, για να τους αρπάξουν τη γη τους, για να τους περνάνε το ζυγό της δουλείας και της εκμετάλλευσης, έπρεπε κείνη τη στιγμή ν' αρχίσω να αμφιβάλλω για το γένος των ανθρώπων. Μα με τα λίγε εκείνα που 'ξερα απ' την Ιστορία και με τα τόσα που στα χρόνια τα δικά μας είχανε γίνει, μπορούσα πια να ξεχωρίζω τον "άνθρωπο" που με το έργο του αυτό δεν έχει πια καμιά διαφορά από το θεριό της ζούγκλας.

Έρχονται στο μυαλό οι Αμερικάνοι μπίσνεσμεν, που όλο γεμίζουν τις αποθήκες τους σύνεργα θανάτου. Και σκέπτομαι τη θεωρία που βγάλανε, σα δεν μπορούσαν και δε θέλανε να τα ξοδεύουνε σκοτώνοντας τους Γερμανούς στα πεδία των μαχών γυρεύοντας ωστόσο να διώξουνε οπωσδήποτε το εμπόρευμα για να μαζέψουνε στα ταμεία τους το χρυσάφι του κόσμου: Για να νικήσουν, είπανε, στα μέτωπα, έπρεπε να σκοτώσουν πρώτα τους εργάτες του εχθρού που δουλεύουν για τον πόλεμο, να χαλάσουν τις συνοικίες που κατοικούσαν, σκοτώνοντας αδιάφορα και τα νήπια και τους γέρους. Από την ίδια τούτη λογική έβγαινε σωστό και ηθικό να ξεκάνουνε κι εφτά χιλιάδες Ιταλούς αιχμαλώτους, κι ας ήταν τώρα η χώρα τους συμμαχική, για να μη χρησιμεψουν στον αντίπαλο στις γεωργίες και στα εργοστάσια.

Βάρβαρη λογική κι απάνθρωπη, που την καλλιέργησαν τότε για να φτάσουνε σε λίγο στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι και για να φοβερίζουν, τόσα χρόνια ύστερα απ' την ανθρωποσφαγή την ανθρωπότητα όλη μ' ένα καινούργιο ασύλληπτο όλεθρο, τον όλεθρο του ατομικού και του πυρηνικού χαλασμού."




Σάββατο 24 Ιουνίου 2017

Σήμερα στην «Αλκυονίδα» η εκδήλωση για τον Δημήτρη Γληνό


Το βιβλίο «Η αυγή ενός νέου πολιτισμού» του Δημήτρη Γληνού θα παρουσιαστεί από τη «New Star» και το «Ιδρυμα Δ. Γληνού», το Σάββατο 24 Ιούνη στις 8 μ.μ., στο «Αλκυονίς New Star Art Cinema», στο πλαίσιο των εκδηλώσεων που διοργανώνει η «New Star» για τα 100 χρόνια της Οχτωβριανής Επανάστασης.

Το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει τις εντυπώσεις του Δημήτρη Γληνού από το ταξίδι του στην ΕΣΣΔ το 1934, μαζί με τον Κώστα Βάρναλη, μετά από πρόσκληση της ένωσης Σοβιετικών συγγραφέων με αφορμή το 1ο Συνέδριό τους, που πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα. Οι εντυπώσεις του από το ταξίδι δημοσιεύτηκαν σε πολλές συνέχειες στην εφημερίδα «Νέος Κόσμος».

Εισηγητής της εκδήλωσης είναι ο Γιώργος Μαργαρίτης, καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, συγγραφέας.

Παρεμβάσεις θα κάνουν ο Γιώργος Μπουμπούς, γραμματέας του ΔΣ του «Ιδρύματος Δ. Γληνού», και ο Κώστας Θεριανός, εκπαιδευτικός - συγγραφέας.

Το ντοκιμαντέρ για τον ΔΣΕ στους κινηματογράφους

Την περασμένη Πέμπτη, ξεκίνησε από τη «New Star», σε αποκλειστική προβολή στους κινηματογράφους «Αλκυονίς New Star Art Cinema» και «Studio New Star Art Cinema», το ιστορικό ντοκιμαντέρ «Τι κι αν έπεσε ο Γράμμος, εμείς θα νικήσουμε», σε παραγωγή της ΚΕ του ΚΚΕ. Η σκηνοθετική επιμέλεια ανήκει στον Κώστα Σταματόπουλο και είναι γυρισμένο από κινηματογραφική ομάδα που συστήθηκε γι' αυτόν το σκοπό.

Το ντοκιμαντέρ θα προβάλλεται στο «Studio» τις καθημερινές στις 19.00 και στις 21.00, το Σαββατοκύριακο στις 17.00, ενώ στην «Αλκυονίδα» τις καθημερινές στις 22.30 και το Σαββατοκύριακο και την Τρίτη στις 18.00 και στις 20.00.

Πρόκειται για μοναδικό ιστορικό ντοκουμέντο, με πρωτότυπο υλικό από το κινηματογραφικό συνεργείο του ΔΣΕ, ηχητικά ντοκουμέντα της εποχής, αλλά και νεότερο υλικό και σύγχρονα πλάνα από τα βουνά και τις άλλες περιοχές όπου απλώθηκε η δράση του ΔΣΕ. Η σκηνοθετική ομάδα δούλεψε με αρχεία που αντλήθηκαν κατά κύριο λόγο από το Ιστορικό Αρχείο του ΚΚΕ, αλλά και Κρατικά Αρχεία της ΕΡΤ και του Πολεμικού Μουσείου, ενώ έκανε και γυρίσματα στα ίδια τα βουνά όπου ανέπτυξε τη δράση του ο ΔΣΕ.

Κινηματογραφική ομάδα: Λεωνίδας Βαρδαρός, Κώστας Σταματόπουλος, Σήφης Στάμου, Θεοδοσία Γραμματικού και Γιάννης Μαρούδας. Κείμενα - Ερευνα: Παύλος Ρούφας, Θανάσης Λεκάτης. Μοντάζ: Σωτήρης Γκέκας. Ακούστηκαν οι ηθοποιοί: Μίλτος Δημουλής, Βασίλης Κολοβός, Νίκος Μόσχοβος, Μαριάνθη Σοντάκη, Χριστόφορος Γιακουμέλος. Μουσική: Γιώργος Καλτσούνης.
Η είσοδος για άτομα κάτω των 17 και άνω των 65 χρόνων θα είναι δωρεάν. Για πληροφορίες ή για οργανωμένα γκρουπ στο τηλέφωνο 210 8220008.

Η Οργάνωση Περιοχής Αττικής της ΚΝΕ θα επισκεφτεί τις προβολές του ιστορικού ντοκιμαντέρ, με το εξής πρόγραμμα:

Αύριο, Κυριακή, στην προβολή στις 7 μ.μ. η ΤΟ Καλλιτεχνών της ΚΝΕ και στην προβολή στις 9 μ.μ. η ΤΟ Βόρειων Συνοικιών της ΚΝΕ, στο «Studio». Την ίδια μέρα, στην προβολή στις 6 μ.μ. οι κλαδικές Οργανώσεις και στην προβολή στις 8 μ.μ. η ΤΟ Κατάρτισης - Μαθητείας της ΚΝΕ, στην «Αλκυονίδα».

Την Τρίτη 27 Ιούνη, στην προβολή στις 7 μ.μ. η ΤΟ Α' Αθήνας - Γαλατσίου της ΚΝΕ και στην προβολή στις 9 μ.μ. η ΤΟ Νότιων Συνοικιών της ΚΝΕ, στο «Studio». Την ίδια μέρα, στην προβολή στις 6 μ.μ. η ΤΟ Μεσογείων της ΚΝΕ και στην προβολή στις 8 μ.μ. η ΤΟ Ανατολικών Συνοικιών της ΚΝΕ, στην «Αλκυονίδα».

Την Πέμπτη 29 Ιούνη, στην προβολή στις 7 μ.μ. η ΠΟ Δυτικής Αθήνας της ΚΝΕ και στην προβολή στις 9 μ.μ. η ΤΟ Πειραιά της ΚΝΕ, στο «Studio».

Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017

Μια απάντηση στα περί Δικτατορίας στον Στάθη Καλύβα

 Από τη «δικαιολόγηση» των Ταγμάτων Ασφαλείας μέχρι το ξέπλυμα της χούντας, ένας Καλύβας «αναθεωρητικός» δρόμος. Μιλάμε για τον δρόμο της «αναθεώρησης» της Ιστορίας. Όχι επί τη βάσει στοιχείων, έρευνας, μαρτυριών, αξιόπιστων πηγών, διασταύρωσης. Όχι, δηλαδή, με όρους Επιστήμης.

Αυτή η ανασκολόπιση, που η «αντικειμενικότητά της» εδράζεται στην τακτική να παίρνει ορισμένα πραγματικά γεγονότα και να τα ρίχνει στο μίξερ της διαστρέβλωσης σαν άλλοθι του εκκωφαντικού της ψεύδους, έχει μια αποστολή: Το ξαναγράψιμο της Ιστορίας με τρόπο που ό,τι αμφισβητεί το καθεστώς κυριαρχίας της αστικής τάξης θα συκοφαντείται και ό,τι ξεπλένει την δικτατορία του κεφαλαίου θα καθαγιάζεται.

Αλλά ας δούμε κατ’ αρχάς το ποιόν του συγκεκριμένου. Ονομάζεται Καλύβας Ευστάθιος. Τι εστί «Καλύβας»; Διαβάζουμε: 

«Ο Στάθης Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Yale των ΗΠΑ, ενώ έχει διδάξει και σε άλλα αμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και ινστιτούτα. Η έρευνά του για τους εμφυλίους πολέμους έχει χρηματοδοτηθεί από το Harry Frank Guggenheim Foundation, το United States Peace Institute (Ινστιτούτο χρηματοδοτούμενο από το αμερικανικό Κογκρέσο), τη Folke Bernadotte Academy (χρηματοδοτούμενη από τη σουηδική κυβέρνηση) και από το Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης»  («23+Παθιασμένα ψέματα για τον ένοπλο λαικό αγώνα 1941-1949», Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, Σύγχρονη Εποχή).

Πριν φτάσουμε στο τελευταίο «επιστημονικό κατόρθωμα» του εν λόγω, δηλαδή στον εκθειασμό εκ μέρους του της επταετούς χούντας των συνταγματαρχών – όπως συνέβη από τις στήλες της «Καθημερινής» στις 18/6/2017 σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Μια παράδοξη κληρονομιά» – θα πάρουμε μια γεύση από προηγούμενα «επιστημονικά του ανδραγαθήματα».

Αυτός, λοιπόν, ο Καλύβας, μαζί με έναν άλλον (Μαραντζίδης), από την εκπνοή του προηγούμενου αιώνα – και από τις αρχές του νέου πιο μαχητικά – ανέλαβαν την αναθεώρηση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ασφαλώς δεν είναι του παρόντος να ανατρέξει κανείς σε όλες τις πλευρές του εγχειρήματός τους. Ορισμένες επισημάνσεις όμως είναι απαραίτητες για να φανεί η κατεύθυνση και ο προσανατολισμός τους.

Το 2004 οι δύο αυτοί κύριοι εγκαινίασαν έναν διάλογο μέσα από την εφημερίδα τα «Νέα» όπου προέβαλαν επιτακτικά την ανάγκη η σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας να αναθεωρηθεί. Το εναρκτήριο λάκτισμα το έδωσαν με κοινό άρθρο στο φύλλο της 20-03-2004 όπου μεταξύ άλλων έγραφαν:
«Ώριμη για διερεύνηση είναι πλέον και η ιδέα πως η συνεργασία με τον εχθρό δεν ήταν πραγματικά ελληνικό φαινόμενο, πως μόνο λίγοι “καιροσκόποι” έπαιρναν εντολές από τους Γερμανούς. Το όλο ζήτημα της ελληνικής συνεργασίας θα αποτελέσει αντικείμενο συνεδρίου που θα πραγματοποιηθεί το ερχόμενο καλοκαίρι. Είναι σαφές όμως ότι οι Έλληνες εργάστηκαν πλάι στους Γερμανούς για πολλούς λόγους: ένας είναι το κοινό αντικομμουνιστικό μένος, ένας άλλος ο φόβος των Βουλγάρων (στον Βορρά) και ένας τρίτος το μίσος και ο φόβος του EAM/ΕΛΑΣ».

Δηλαδή: Όλες αυτές οι προδοτικές συμμορίες – κι ανάμεσά τους η κορυφαία, τα Τάγματα Ασφαλείας – που… «εργάστηκαν» πλάι στους ναζί, δεν είχαν καμία σχέση με την προδοσία της πατρίδας και του ελληνικού λαού. Δεν ήταν προδότες και δοσίλογοι. Ήταν «απλώς» αντικομμουνιστές, ήταν «απλώς» αντιεαμίτες και – γιατί όχι – πατριώτες αφού ήθελαν να αντιμετωπίσουν τον Βούλγαρο κατακτητή!!! Άλλωστε μπροστά στο Βούλγαρο κατακτητή γιατί να μη συνεργάζεται κανείς με τον Γερμανό ναζί κατακτητή; (!!!).

Το συνέδριο που προανήγγειλαν αυτοί οι κύριοι έγινε και τα πρακτικά του κυκλοφόρησαν σε βιβλίο με τον τίτλο «Οι άλλοι καπετάνιοι». Τι ήταν οι άλλοι καπετάνιοι; Μας το λέει ο Μαραντζίδης στην εισαγωγή του βιβλίου:

«Στον όρο άλλοι καπετάνιοι – γράφει- συμπεριλαμβάνονται όσοι κατά τα χρόνια της Κατοχής ηγούνται κάποιας μικρής ή μεγάλης ομάδας ένοπλων ανδρών και ήρθαν αντιμέτωποι με το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με τη στάση και τη δράση τους. Κάτω από τον τίτλο του αντικομουνιστή ενόπλου παρουσιάζονται τρεις βασικές κατηγορίες καπεταναίων: α) αυτοί οι οποίοι συμμετείχαν σε αντιστασιακές οργανώσεις πολεμώντας μέχρι το τέλος της Κατοχής σε έναν διμέτωπο αγώνα ενάντια στους στρατούς κατοχής και από το 1943 ενάντια στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ β) όσοι συνεργάσθηκαν αμέσως με τις δυνάμεις κατοχής συγκροτώντας ένοπλα σώματα, όπως ο Πούλος και γ) αυτοί που, ξεκινώντας να δημιουργήσουν αντιστασιακές ομάδες, οδηγήθηκαν μέσω της εμφύλιας σύγκρουσης του 1943-1944 σε σταδιακή συνεργασία με τους Γερμανούς, αναγορεύοντας σε σημαντικότερο παράγοντα τον κίνδυνο κυριαρχίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στο μεταπολεμικό πολιτικό σκηνικό».

 Με άλλα λόγια: Όσοι πρόδωσαν δεν πρόδωσαν γιατί ήταν φασίστες, ή γιατί θέλησαν να ωφεληθούν από τις δυνάμεις κατοχής. Όλοι αυτοί δεν ήταν προδότες. Ήταν «απλώς» αντικομουνιστές! Κι όσοι δεν ξεκίνησαν από την αρχή με σκοπό να συνεργαστούν με τον κατακτητή, στη συνέχεια… υποχρεώθηκαν να συνεργαστούν με ευθύνη του ΕΑΜ!!! Ιδού, συνεπώς, ο αντικομμουνισμός σαν δικαιολογητική βάση του δοσιλογισμού! 

Ο Καλύβας, αφιερωμένος στο καθήκον του να παραδώσει άσπιλο και αμόλυντο στους νεώτερους Έλληνες τον δοσιλογισμό επί Κατοχής, σε άρθρο του με τίτλο «Το “ταμπού” του δοσιλογισμού» (Βήμα, 24/12/2006) μας εξηγεί ότι αυτή ροπή των δοσίλογων προς την προδοσία προέκυψε ένεκα
«μιας ευρείας τρομοκρατικής εκστρατείας που εξαπέλυσε το ΕΑΜ και που είχε ως αποτέλεσμα την εξώθηση ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού σε συνεργασία με τους Γερμανούς…».

 Τουτέστιν, οι δοσίλογοι δεν ήταν δοσίλογοι, τρομοκρατημένοι από το ΕΑΜ καλοί άνθρωποι ήταν, που «εξωθήθηκαν» (από το ΕΑΜ!) στην προδοσία…  

Ο ίδιος αυτός λαμπρός επιστήμων για να κατοχυρώσει τον ισχυρισμό του περί «τρομοκρατών» κομμουνιστών που… εξωθούσαν άλλους καλούς ανθρώπους στον δοσιλογισμό, φέρνει σαν απόδειξη εξαιρετικές πηγές.
    

Μια από αυτές  βρίσκεται στο πόνημά του «Κόκκινη τρομοκρατία: Η βία της Αριστεράς στην Κατοχή» (περιλαμβάνεται στο συλλογικό βιβλίο «Μετά τον πόλεμο», εκδόσεις Αλεξάνδρεια) και δεν είναι άλλη από τις καταδικαστικές εναντίον αγωνιστών αποφάσεις του Εφετείου Ναυπλίου. Τι δεν λέει ο εξαίρετος επιστήμων;

Ότι η «ιστορική πηγή» του, δεν είναι άλλη από τις αποφάσεις ενός δικαστηρίου σκοπιμότητας που με χαλκευμένες κατηγορίες καταδίκασε εκατοντάδες κομμουνιστές και αγωνιστές του ΕΑΜ για «εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου» κατά τα ειωθότα της μεταβαρκιζιανής περιόδου…

Ο Καλύβας μαζί με τον άλλον (Μαραντζίδης) σε φρέσκο πόνημά τους («Τα εμφύλια πάθη, 23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο, εκδόσεις Μεταίχμιο) έχουν αξιομνημόνευτης αντικειμενικότητας απαντήσεις στο «γιατί» της απήχησης του ΕΑΜ στον ελληνικό λαό. Μεταξύ άλλων λόγων, όπως λένε, πολλοί Έλληνες προσχώρησαν στο ΕΑΜ
«γιατί απλούστατα δεν είχαν άλλη επιλογή, καθώς το ΕΑΜ δεν δίσταζε να τιμωρήσει παραδειγματικά όσους παράκουαν τις εντολές του».

Δεν ήταν, δηλαδή, ότι «το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα, θα μας σώσει κι από τη σκλαβιά», όπως τραγουδούσε ο λαός, ήταν η… τιμωρητική συμπεριφορά του ΕΑΜ να θέλει να κάνει τους Έλληνες με το ζόρι… πατριώτες! Τέτοια άποψη έχουν για τον πατριωτισμό του ελληνικού λαού οι δυο καθηγητάδες. 

Κι αφού δεν έκανε αντίσταση το ΕΑΜ, τότε ποιος έκανε; Κι εδώ η απάντηση του Καλύβα (και του άλλου) είναι σαφέστατη όσον αφορά την ψευδολογία, τη διαστρέβλωση και την καθεστωτική αγιαστούρα:

«Η ύπαρξη της εξόριστης κυβέρνησης στη διάρκεια του πολέμου – γράφουν – έδωσε στη χώρα διπλωματική και θεσμική συνέχεια, καθιστώντας τη μέρος του συμμαχικού κόσμου και επιτρέποντάς της να σταθεί δίπλα στους νικητές…» (ο.π.)

 Καταλάβατε; «Αγωνιστές» οι άκαπνοι στο Κάιρο και τα παλατιανά απολειφάδια που την κοπάνησαν μαζί με τον χρυσό της χώρας για τα Λονδίνα και… κατσαπλιάδες οι κομμουνιστές που οργάνωσαν το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ.     

Εν πάση περιπτώσει, όμως, σε αυτόν τόπο το ΕΑΜ έκανε αντίσταση. Τι γνώμη έχει ο Καλύβας (και ο άλλος) γι’ αυτή την αντίσταση; Πάρτε βαθιά ανάσα:

«Ένα κρίσιμο ερώτημα είναι αν η αντίσταση ωφέλησε ή έβλαψε τη χώρα. Συνέβαλε, για παράδειγμα, στην ήττα του Άξονα στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο;… Οι λίγες χιλιάδες γερμανικές απώλειες… δεν αποτέλεσαν ουσιαστική προσφορά και με κανέναν τρόπο δεν ισοσκελίζουν, ούτε καν πλησιάζουν σε απόσταση, τις ελληνικές απώλειες… Οι ζημιές στις υποδομές της χώρας υπήρξαν τεράστιες και πολλές προκλήθηκαν από την ίδια την Αντίσταση (…) ιδιαίτερα η ένοπλη αντίσταση ενίσχυσε τη συνεργασία με τους κατακτητές αντί να την περιορίσει και ταυτίστηκε με έναν εμφύλιο πόλεμο που οδήγησε σε νέες μεταπολεμικές εμφυλιακές συγκρούσεις…» (ο.π.)

 Πρόκειται για θαύμα!

Ο Γοργοπόταμος και το Κούρνοβο δεν ήταν αντίσταση, ήταν πράξεις βλαπτικές για τις υποδομές της χώρας!
Ο ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να καθηλώσει έως και 12 μεραρχίες ναζί στην Ελλάδα συμβάλλοντας στην αντιφασιστική νίκη.
Ο ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να έχει απελευθερώσει τα ¾ της χώρας πριν ακόμα φύγουν οι ναζί.
Το ΕΑΜ δεν έπρεπε να ματαιώσει με τις ηρωικές διαδηλώσεις την υποχρεωτική επιστράτευση των Ελλήνων στα Νταχάου.
Δεν έπρεπε να διασώζει τους Εβραίους.
Δεν έπρεπε να ακυρώνει την επέκταση της βουλγαρικής κατοχής.
Δεν έπρεπε να δίνει τη μάχη των συσσιτίων ώστε να μην πεθάνουν κι άλλες εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων από την πείνα.
Όσο, δε, για τον εμφύλιο, δεν ευθύνεται η ανελέητη ταξική επίθεση της άρχουσας τάξης σε συνεργασία με τα αποβράσματα που ξέβρασε η Κατοχή, ευθύνονται εκείνοι που πήραν τα όπλα ενάντια στον κατακτητή. Και γιατί ευθύνονται, μα διότι πήραν τα όπλα! Και τι έπρεπε να κάνουν; Να κάτσουν στ’ αυγά τους! Και εδώ στην Ελλάδα, και στη Γιουγκοσλαβία, και στη Γαλλία παντού!

Μόνο που αυτή δεν είναι καινούργια Ιστορία. Είναι η ιστορία όπως επιχείρησαν να την γράψουν τα κηρύγματα του  Τσολάκογλου. Αυτά που λέει σήμερα ο Καλύβας (και ο άλλος), τα ίδια έλεγε τότε ο Τσολάκογλου.

Και για τα Τάγματα Ασφαλείας; Τι λέει ο Καλύβας για τα Τάγματα Ασφαλείας; Ξαναπάρτε βαθιά ανάσα:

«Η κυβέρνηση Ράλλη αντιλαμβανόμενη ότι η έκβαση στα μέτωπα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου θα οδηγούσε σχετικά σύντομα στην αποχώρηση των Γερμανών… μετέβαλλε τις προτεραιότητές της. Η διασφάλιση της δημόσιας τάξης στις πόλεις και στην ύπαιθρο και η προστασία του κοινωνικού καθεστώτος αποτέλεσε τη στιγμή εκέινη την υπ’ αριθμό ένα έγνοια της. Στο πλαίσιο αυτό, δημοσιεύτηκε στις 18 Ιουνίου 1943, ο νόμος για την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας». (ο.π)

    Είδατε γιατί ήταν απαραίτητα τα Τάγματα Ασφαλείας που ορκίζονταν πίστη στον Χίτλερ; Μα, καλέ, για την τήρηση της δημόσιας τάξης (!) και φυσικά για την «προστασία του κοινωνικού καθεστώτος»! Ήταν, βλέπετε, ζήτημα προτεραιοτήτων: Αν για να διατηρηθεί το καθεστώς της πλουτοκρατίας πρέπει να φτιαχτούν τάγματα ένοπλων δοσίλογων στην υπηρεσία των ναζί, τότε να φτιαχτούν! Ετσι κύριε Καλύβα;  

    Εδώ, φυσικά, σας οφείλουμε ένα ευχαριστώ για την ομολογία σας: Τέτοιο που ήταν και είναι το κοινωνικό καθεστώς τους, τέτοιοι απολογητές του καθεστώτος που είναι οι Καλύβες (και ο άλλος), τέτοιους προστάτες θα έχουν του κοινωνικού καθεστώτος τους: Ταγματασφαλίτες.



 Αυτή η σαβούρα, λοιπόν, του έσχατου αντικομμουνισμού, μέσω του οποίου – όπως σημειώνει ο ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης – «ο ναζισμός όχι μόνο αθωώνεται αλλά αξίζει να ακολουθήσει κανείς τα ίχνη του», που φτάνει στο σημείο να αθωώνει και τα ναζιστικά ολοκαυτώματα και τους ντόπιους συνεργάτες των ναζί, μιας και κατά ορισμένους όλα αυτά δεν ήταν παρά …αντίποινα και αντανακλαστικές κινήσεις την ευθύνη των οποίων φέρει η δράση του ΕΛΑΣ (!), πέρασε από την «δικαιολόγηση» των Ταγμάτων Ασφαλείας στο μακιγιάρισμα της χούντας των συνταγματαρχών.

Μικρή η απόσταση, θα πείτε. Ειδικά για κάποιον που εξηγεί τα Τάγματα Ασφαλείας σαν «προτεραιότητα» των Κουίσλινγκ για την «προστασία του κοινωνικού καθεστώτος», να φτάνει στο να εκθειάζει την «παράδοξη κληρονομιά» της χούντας των (και ταγματασφαλίτη) Παπαδόπουλου,  Παττακού, Μακαρέζου, Ιωαννίδη. Σωστό.

 Ας πάρουμε μια γεύση, λοιπόν, από το άρθρο του Καλύβα, που βρήκε τόσο φιλόξενη θέση στην Καθημερινή (όλο εδώ: http://www.kathimerini.gr/914382/opinion/epikairothta/politikh/mia-parado3h-klhronomia), την εφημερίδα που προ δεκαετίας εκθείαζε σε αφιέρωμά της τη χούντα του Μεταξά:

«Ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία και την αποτίμηση της δικτατορίας είναι το θέμα της λαϊκής αποδοχής της. Δεν υπάρχουν ασφαλείς δείκτες για να μετρηθεί, όμως αρκετοί αντικειμενικοί παρατηρητές της εποχής κάνουν λόγο για μια επιφανειακή μεν αλλά πλατιά αποδοχή. Πράγματι, η δικτατορία ταυτίστηκε με μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου και αισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του μεταπολεμικού ελληνικού οικονομικού θαύματος. Η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας ξένες επενδύσεις. Παρά τις αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος, πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής. Η κοινωνία του 1974 μικρή σχέση είχε με αυτή του 1964. Η διαδικασία κοινωνικού εκσυγχρονισμού είχε, βέβαια, ξεκινήσει πριν από τη δικτατορία, αλλά εκείνη την επιτάχυνε γνωρίζοντας πως η αποδοχή της εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ανάπτυξη και ενισχύοντας την τάση των ανθρώπων για αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα (…). Η δικτατορία ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα. Ισως γιατί υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία. Ισως γιατί μας θυμίζει κάποιες ενοχλητικές πτυχές της Ιστορίας που προτιμάμε να βάζουμε στην άκρη. Ισως πάλι, γιατί χωρίς αυτήν, ο πολιτικός και κοινωνικός εκσυγχρονισμός της χώρας να είχε απαιτήσει πολύ πιο μακρόχρονες και επίπονες διαδικασίες. Η δικτατορία είναι σαν ένα από αυτά τα μεγάλα παλιά έπιπλα που δεσπόζουν σε ένα δωμάτιο τόσο πολύ που δεν τα παρατηρούμε ποτέ».

Αλήθεια, τι να πρωτοθαυμάσει κανείς!

Την «πλατιά αποδοχή» της χούντας, που προφανώς εκδηλώθηκε στο αδικαίωτο μυριόστομο μεταπολιτευτικό αίτημα «δώστε τη χούντα στο λαό» άμα τε και αναμετάξυ των «σεσημασμένων» της Γυάρου, της Μπουμπουλίνας, του Ωρωπού, των γυναικείων φυλακών Αβέρωφ…

Τις «πολλές τέχνες (που) άνθησαν», όπως την «τέχνη» να στέλνεις στην εξορία τον Ρίτσο και τον Θεοδωράκη, να στέλνεις στην σιωπή τον Σεφέρη, να στέλνεις τον λογοκριτή και τον χαφιέ από «Το μεγάλο μας τσίρκο» μέχρι την «Απανεμιά», την ώρα που οργανώνεις «εθνοσωτήριες» γελοιότητες στο Παναθηναικό Στάδιο…

Την «επιτάχυνση» του «πολιτικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού» και την «ενίσχυση της τάσης των ανθρώπων για αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα» (!) αφού μάλλον οι δολοφονίες του Ελή, του Κομνηνού, του Μυρογιάννη, της Καλαβρού, του Μανδηλαρά, του Χαλκίδη, του Τσαρουχά, το σακάτεμα του Μουστακλή, η αποτυπωμένη κτηνωδία στο σώμα του Κάππου, δεν συνιστούσαν πολιτικό και κοινωνικό πισωγύρισμα, αλλά ένα ελαφρύ ξεστράτημα κατά την «αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα»…

Το «εύκολο και γρήγορο ξεπέρασμα» της δικτατορίας συγκρινόμενο με εκείνο το 40% της Κύπρου που παραμένει ξεροκέφαλα, 43 χρόνια τώρα, σε κατάσταση χουντικής προδοσίας…

Το ότι η δικτατορία «υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία» αφού τι σημασία έχει εκείνος ο κατάλογος των 7.840 ονομάτων που καταρτίστηκε με τη συμβολή του Συνδέσμου Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αγωνιστών (ΣΦΕΑ) και περιλαμβάνει όσους βίωσαν τη χούντα στη ζωή τους σαν ένα «μικρό διάλειμμα» φυλακίσεων και εξοριών…

Την ευδαιμονία για τη «νεολαία (που) προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης» έχοντας σαν αξεσουάρ της εκδυτικοποιησής της ένα τανκ στην πύλη του Πολυτεχνείου…

 Και πως να μη θαυμάσει κανείς την τέτοια «ιστορική» εκπόρνευση που παριστάνει την  «επιστήμη» όταν έχει βυθιστεί σε τέτοιο καθεστωτικό βούρκο σε σημείο που θέλει να ξεπλύνει τον φασισμό ανασύροντας την γελοιότητα περί «οικονομικού θαύματος» ή την τρισγελοιότητα ότι «η χούντα έφτιαξε δρόμους»!



Ο Βάρναλης το περιέγραφε έτσι:

Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη,

της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα,

και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι,

του βούρκου λιβανίζετε την μπόχα!

Άλλως πως:

 Η ιστορική άγνοια αποτελεί λίπασμα για την πολιτική αφασία. Ο φασισμός γίνεται «ελκυστικός» έτσι: Πατώντας πάντα στο έδαφος της αφασίας και της άγνοιας.

Το κράτος μας με τους θύλακες της αέναης και μηδέποτε συντελούμενης «αποχουντοποίησης», συμπεριλαμβανομένων αφενός των εκπροσώπων της «τσούλας των δημίων, Επιστήμης», αφετέρου μερίδας της «τέταρτης εξουσίας» που υπηρετεί τον βούρκο, έχει κάθε λόγο να καλλιεργεί την αφασία και την άγνοια, ώστε έτσι να κρατά πάντα ζεστό τον κόρφο που επωάζει τα «φίδια» του.

 Πάνω σε αυτό το έδαφος, της καλλιεργούμενης άγνοιας και της αφασίας, της ιστορικής παραχάραξης και της μαζικού τύπου πολιτικής λοβοτομής, αναπτύσσονται σήμερα οι γνωστές θεωρίες για το «πόσο καλύτερα ήταν τα πράγματα επί χούντας»…

Η αλήθεια, φυσικά, είναι ότι δεν υπάρχει χούντα – στην Ελλάδα και οπουδήποτε στον κόσμο – που να μην είναι κυλισμένη στο αίμα της τρομοκρατίας και των δολοφονιών. Στην αγριότητα των ανά τον κόσμο «ΕΑΤ – ΕΣΑ». Στην ταξική βαρβαρότητα και στο βούρκο της διαφθοράς.

Όσον αφορά στο τελευταίο, στο ζήτημα της διαφθοράς, της βρωμιάς και της δυσωδίας, με τους «ημέτερους» συνταγματάρχες είχαμε εκείνη ακριβώς τη διαφθορά και εκείνη την «τιμιότητα» που άρμοζε στη γελοιότητά τους:

Ήταν τόσο γελοίοι όσο και οι κομπίνες τους στην υπόθεση με τα «κρέατα του Μπαλόπουλου». Ήταν τόσο αντιφαυλοκράτες όσο και οι «τακτοποιήσεις» των γαμπρών του Παττακού, των αδερφών του Παπαδόπουλου και των ίδιων των πραξικοπηματιών που «νομοθέτησαν» τον… διπλασιασμό των μισθών τους.

Σημειώστε: Μια από τις πρώτες πράξεις των χουνταίων ήταν να δώσουν αυξήσεις στον… εαυτό τους. Με τον Αναγκαστικό Νόμο 5/1967, οι «Παπαδόπουλοι» φρόντισαν να υπερδιπλασιάσουν τον μισθό του πρωθυπουργού από τις 23.600 στις 45.000 δραχμές και των υπουργών και υφυπουργών από τις 22.400 στις 35.000 δραχμές. Αυτοί ήταν που κατέβασαν τα τανκς για να σώσουν την Ελλάδα από την «φαυλοκρατία»…

Ήταν τόσο «τίμιοι» και αντικομφορμιστές όσο και οι τρεις βίλες του Παπαδόπουλου: Μια στο Ψυχικό, μία στην Πάρνηθα και μια Τρίτη στο Λαγονήσι (η τελευταία ήταν προσφορά του Ωνάση).
Ήταν τόσο «πατριώτες» που – εκτός του μέγιστου εγκλήματος κατά της Κύπρου – το βοούν και οι ληστρικές συμβάσεις με«Litton», «Μακντόναλντ», «Τομ Πάππας» και «Ζήμενς» – πάντα η… «Ζήμενς».

Ήταν τόσο θεομπαίχτες που έφτασαν να βουτάνε λεφτά ακόμα και από το… παγκάρι! Γνωστή η ιστορία με την ανέγερση του «θαυματουργού» (καθότι… αόρατος) Ναού του Σωτήρος. Μόνο από εκεί, από έναν προϋπολογισμό ύψους 450 εκατομμυρίων, φαγώθηκαν τα 400…).

Αλλά αφού εκτός από τα φασιστοειδή του «εγέρθητου» βρέθηκε και κοτζάμ καθηγητής του Yale να αρθρογραφεί αναπαράγοντας το τόσο γελοίο όσο και «προσφιλές» τροπάρι περί του δήθεν «οικονομικού θαύματος» επί χούντας των συνταγματαρχών, ας υπενθυμίσουμε την πραγματικότητα (τα παρακάτω στοιχεία είδαν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας το 1975. Πηγή: Journal of the Hellenic Diaspora Vol 2 -1975-, Permanent URL:http://hdl.handle.net/10066/4929.


Για αναλυτικότερη ενημέρωση στην επισκόπηση του Βασίλη Καρίφη, «Η ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1967 – 1974)», στο «greekjunda.blogspot.com»):

     1) Το δημόσιο χρέος από 32 δισ. δραχμές το 1966 εκτινάχτηκε στα 87,5 δισεκατομμύρια δραχμές τον Ιανουάριο του 1973 ενώ το 1974 απογειώθηκε στα 114 δισ. δραχμές. Δηλαδή ήταν τέτοιο το έγκλημα που συντελέστηκε στην ελληνική οικονομία επί χούντας ώστε το δημόσιο χρέος υπερτριπλασιάστηκε! Το επίτευγμα της χούντας ήταν τέτοιο που δεν μπορούσε να κρυφτεί ούτε επί των ημερών της. Στο «Βήµα» της 20/10/1973, καταγράφεται ότι στην εξαετία της δικτατορίας το εξωτερικό χρέος αυξήθηκε όσο δεν είχε αυξηθεί από την γέννηση του ελληνικού κράτους το 1821! Σε έξι χρόνια οι χουντικοί έκαναν το χρέος 1,5 φορά µεγαλύτερο απ’ όσο είχε αυξηθεί σε διάστηµα 145 χρόνων!

     2) Το εμπορικό έλλειμμα το 1973 έγινε τέσσερις και πέντε φορές μεγαλύτερο από αυτό του 1968. Παρά τη λογοκρισία που ασκείτο στον Τύπο, ήταν τέτοια η κατρακύλα που δεν κρυβόταν με τίποτα: «Η δεύτερη µεγάλη θυσία της ελληνικής οικονοµίας κατά την περίοδο αυτήν (έγραφε το «Βήμα» στο ίδιο άρθρο) υπήρξε η θεαµατική διόγκωση του εµπορικού ισοζυγίου. Το έλλειµµα του εµπορικού ισοζυγίου από 745 εκατ. δολάρια προβλέπεται ότι θα φτάσει τελικά το τέλος του 1973 τα 2.600 εκατ. δολάρια, δηλαδή περίπου θα τετραπλασιασθεί»…

     3) Στην Ελλάδα, που 1961-71 είχε το χαμηλότερο ποσοστό πληθωρισμού μεταξύ όλων των χωρών του ΟΟΣΑ (2,2%), ο δείκτης καταναλωτικών τιμών αυξήθηκε κατά 15,3% από το 1972 έως το 1973 και κατά 37,8% από τον Απρίλη του 1973 μέχρι τον Απρίλη του επόμενου έτους, και μάλιστα σε τομείς όπως τα είδη πρώτης ανάγκης και η υγεία. Το 1973 το ποσοστό του πληθωρισμού είχε επιφέρει μειώσεις των πραγματικών μισθών κατά 4%. Με δυο λόγια επί χούντας οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι. Πράγμα που επίσης δεν κρυβόταν με τίποτα. Ο Τύπος έγραφε (στο ίδιο): «Ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας της οικονοµίας περιορίστηκε. Τα συµπτώµατα κερδοσκοπίας εντάθηκαν. Έχει ήδη σηµειωθεί ένταση στην ανισοκατανοµή µε την αύξηση της µερίδας των κερδών έναντι της µερίδας των µισθών στο εθνικό εισόδηµα. Πρέπει να προστεθεί ότι η τελευταία πληθωριστική διαδικασία δεν έθιξε τα υπέρογκα κέρδη της περιόδου αυτής».

    4) Το ποσοστό των δαπανών για την εκπαίδευση στο σύνολο των γενικών κρατικών δαπανών μειώθηκε από 11,6% σε 10%, όταν οι δαπάνες για την «άμυνα» και «δημόσια ασφάλεια» του αστυνομοκρατικού καθεστώτος μέσα σε μια πενταετία σχεδόν διπλασιάστηκαν.

     5) Οι προσωπικές καταθέσεις μειώθηκαν ως αποτέλεσμα της οικονομικής δυσχέρειας των λαϊκών στρωμάτων από 34,2 δισεκατομμύρια δραχμές το 1972 σε 19,6 δισεκατομμύρια δραχμές το 1973.

     6) Στον αγροτικό τομέα, όπου απασχολείτο το 44% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, αντί της πενταετούς πρόβλεψης του καθεστώτος για ανάπτυξη 5,2%, η αγροτική οικονομία αναπτύχθηκε κατά μόλις 1,8% στην περίοδο 1967 – 1974, σε αντίθεση με το 4,2% κατά την περίοδο 1963 – 1966. Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων μειώθηκαν από το 63% του συνόλου των εξαγωγών το 1968 στο 48% το 1972. Το αποτέλεσμα ήταν το κατά κεφαλήν αγροτικό εισόδημα να πέσει από το 55% στο 43% του μέσου κατά κεφαλήν εθνικού εισοδήματος.

     7) Οι φόροι που επιβάρυναν τα λαϊκά στρώματα ανέρχονταν στο 91% επί του συνόλου των φορολογικών εσόδων του καθεστώτος τα οποία αυξάνονταν σταθερά: Τα φορολογικά έσοδα από 27,4% του ΑΕΠ το 1966, επί συνταγματαρχών και μέχρι το 1972 αυξήθηκαν στο 29,2%. Αυτά για τα λαϊκά στρώματα. Από την άλλη:

Οι φόροι επί των επιχειρήσεωνμειώθηκαν κατά 10,9% την περίοδο 1972 – 73.
Η φορολογική «μεταρρύθμιση» του 1968 μετέφερε το φορολογικό φορτίο στους ώμους της εργατικής τάξης με τις μεγάλες επιχειρήσεις και τους πλουτοκράτες να απολαμβάνουν μεγαλύτερα φορολογικά προνόμια. Συνέπεια: Οι φοροαπαλλαγές 464 μεγάλων επιχειρήσεων το 1971 ήταν κατά τρεις φορές υψηλότερες από τους φόρους που οι ίδιες εταιρείες είχαν καταβάλει!
Τα φορολογικά έσοδα από τις ναυτιλιακές εταιρείες μειώθηκαν από 109 εκατομμύρια δραχμές το 1968 σε 29 εκατομμύρια το 1972 (μείωση 73%!), περίοδος κατά την οποία ο ελληνικός στόλος αυξήθηκε κατά 16,7 εκατομμύρια τόνους.

8) Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά οχτώ φορές, μεταξύ του 1967 και 1972. Το ισοζύγιο πληρωμών από μέσο πλεόνασμα 14,6 εκατ. δολαρίων την περίοδο 1960 – 66, εμφάνισε μέσο έλλειμμα την περίοδο 1967-73 ύψους 117 εκατομμυρίων δολαρίων.

 9) Οσο για την «ανάπτυξη» που σημειώθηκε επί συνταγματαρχών, το άρθρο του οικονομολόγου Αδαμάντιου Πεπελάση στις 2/8/1974, είναι αποκαλυπτικό και για το χαρακτήρα της «ανάπτυξης» και για το ξεπούληµα της Ελλάδας στο ξένο κεφάλαιο. Γράφει:

«Η ανάπτυξη της επταετίας είχε αντιλαϊκό χαρακτήρα. Η µεγάλη µάζα δηλαδή επωµίσθηκε το βάρος της ανάπτυξης, καρπώθηκε τα λιγότερα ωφελήµατα κι έφερε το κόστος των διάφορων αντιφατικών και συγκυριακών µέτρων για την προσπάθεια επαναφοράς της οικονοµίας σε σχετική σταθερότητα και ισορροπία. Ιδιαίτερα τα µέτρα των τελευταίων 12 µηνών ήταν εξοντωτικά για τα µικρά εισοδήµατα. Η άνοδος των τιµών κατά 40%-45% το 1973 (και κατά 9% για το πρώτο εξάµηνο του 1974) υπερκάλυψε την αύξηση των αστικών εισοδηµάτων ενώ το αγροτικό εισόδηµα άρχισε να συρρικνώνεται σηµαντικά. Οι ξένες παραγωγικές επενδύσεις µειώνονται εντυπωσιακά. Ενώ στην περίοδο 1965-66 εισάγονται 200 εκατ. δολάρια για παραγωγικές επενδύσεις, σ’ όλη την επταετία 1967-1973 εισάγεται πραγµατικά το µισό περίπου της προηγούµενης επταετίας. Τα άλλα ξένα κεφάλαια που εισέρρευσαν ήταν ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ – αγορά γης, οικοπέδων και παρόµοια».



Από τη μια, λοιπόν, χούντα σήμαινε φορολογικά και κάθε λογής προνόμια σε ντόπια και ξένα μονοπώλια, χαριστικές πράξεις στους φιλικά προσκείμενους στη χούντα Ωνάσηδες και Τομ Πάπες, φτηνό και φιμωμένο εργατικό δυναμικό, απαλλαγές από δασμούς και πακτωλός επιχορηγήσεων («νόμοι» 89/1967 και 378/1968) σε εργολάβους, βιομήχανους, μεγαλεμπόρους, μεγαλοξενοδόχους, επιβολή 300 ειδικών μέτρων παροχής πλήρους ελευθερίας στο εγχώριο και ξένο κεφάλαιο να κερδοσποπεί χωρίς κανέναν έλεγχο.

 Από την άλλη «ξεχαρβάλωμα» όλων των οικονομικών δεικτών, αποσάθρωση της εγχώριας παραγωγής, βάρη στο λαό και μια πλασματική «ανάπτυξη» που πίσω της έκρυβε αθρόες εισαγωγές, επιμήκυνση πιστώσεων και τεχνητή κυκλοφορία χρήματος, που προέκυπτε από αναγκαστικό δανεισμό κι άλλες τέτοιες υψηλού επιπέδου δημοσιονομικές αλχημείες.

Αυτό ήταν το οικονομικό… «θαύμα» του καθεστώτος των συνταγματαρχών. Αυτά είναι και τα παραμύθια της Χαλιμάς από τους γκεμπελίσκους επιγόνους τους και από τους «τακτοποιημένους» του καθεστώτος που γέννησε εκείνη τη μαύρη για τον τόπο περίοδο.

 Και θα ρωτήσει τώρα κάποιος: Μα κοτζάμ Yale, δεν τα γνωρίζει αυτά ο κύριος καθηγητής;  Φοβόμαστε ότι δεν προσέχτηκαν όσο έπρεπε τα λόγια του Βάρναλη. Τα επαναλαμβάνουμε:

«Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη,

της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα,

και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι,

του βούρκου λιβανίζετε την μπόχα!»



Νίκος Μπογίοπουλος

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2017

Η άγνωστη επίσκεψη του Τσε στην Ελλάδα


Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό ως γεγονός, πιθανότατα γιατί κράτησε μόλις μερικές ώρες και δεν έγινε κάτι αξιομνημόνευτο κατά τη διάρκεια αυτής της επίσκεψης. Το αναφέρει όμως ο βιογράφος του Αργεντινού επαναστάτη, Πάκο Ιγνάσιο Ταΐμπο ΙΙ, στο βιβλίο του “Ερνέστο Γκεβάρα, γνωστός και ως Τσε”. Ας δούμε το πολύ σύντομο σχετικό απόσπασμα, από τη σελίδα 461 της ογκώδους βιογραφίας.

Στις 8 Αυγούστου βρίσκεται στο Πακιστάν, όπου συναντιέται με τον αρχηγό του κράτους, τον Αγιούμπ Χαν. Ύστερα από μια στάση-αστραπή στο Κάιρο και την Αθήνα (όπου, προς μεγάλη του στενοχώρια, δεν έχει το χρόνο να επισκεφτεί την Ακρόπολη, πράγμα που ονειρευόταν από την εποχή της εξορίας του στο Μεξικό), πηγαίνει στις 12 του μήνα στη Γιουγκοσλαβία, για μια επίσκεψη έξι ημερών.

Ο Τσε Γκεβάρα έχει αναλάβει επιτελικά καθήκοντα στα πλαίσια της νέας επαναστατικής εξουσίας, που επικράτησε οριστικά στις αρχές του χρόνου (1959). Κι ο θρύλος αναφέρει πως ανέλαβε υπουργός οικονομικών, επειδή… παράκουσε σε ένα επαναστατικό συμβούλιο, όπου ο Φιντέλ ρωτούσε αν υπάρχει στην αίθουσα κανείς οικονομολόγος (economista) κι ο Τσε σήκωσε το χέρι του, γιατί κατάλαβε πως ο Κάστρο ρωτούσε αν υπάρχει κανείς κομμουνιστής (comunista). Κι ήταν φυσικό να σηκώσει το χέρι του και να προσφερθεί για οτιδήποτε του ζητούσαν.

Σε μερικούς μήνες, ο Τσε ξεκίνησε μια πρώτη περιοδεία ανά την υφήλιο, με αρκετές επισκέψεις στις χώρες του λεγόμενου τρίτου κόσμου, αναζητώντας συμμάχους και αμοιβαία επωφελείς οικονομικές συμφωνίες. Στο ταξίδι του επισκέπτεται αρχικά την Ινδονησία του Σουκάρνο (ο οποίος θα παραμεριστεί μερικά χρόνια αργότερα από το Στρατηγό Σουχάρτο, που θα ηγηθεί μιας τερατώδους και πολυαίμακτης σφαγής των κομμουνιστών) που προβάλλει ως μια αντι-ιμπεριαλιστική δύναμη στην περιοχή. Το ξενοδοχείο που φιλοξενεί την κουβανική αποστολή δεν έχει καν ύδρευση, αλλά ο Τσε είναι συνηθισμένος από την αντάρτικη ζωή στη Σιέρα Μαέστρα και λυπάται κυρίως τους συντρόφους του, που είναι μαθημένοι στην καθημερινή καθαριότητα.


Παράλληλα, κρατάει σημειώσεις, συγγράφοντας ένα εγχειρίδιο για τον ανταρτοπόλεμο και τα “μυστικά της τέχνης του”. Ταξιδεύει αστραπιαία όπου χρειαστεί, χωρίς αυστηρό πρόγραμμα. Επισκέπτεται διάφορες χώρες, όπως το Χονγκ-Κονγκ (όπου προμηθεύεται μια Λάικα για να ικανοποιήσει το πάθος του για τη φωτογραφία), στη Σιγκαπούρη, την Κεϋλάνη και την Αίγυπτο του Νάσερ (που παίζει ακόμα το φιλοσοβιετικό χαρτί), για να καταλήξει στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο, την πρώτη σοσιαλιστική (εντός ή εκτός εισαγωγικών) χώρα που βλέπει από κοντά και η οποία του αφήνει ανάμικτες εντυπώσεις, καθώς προσπαθεί να τη μάθει και να την καταλάβει. 

Σε ένα σχετικό κείμενό του, σημειώνει τη μεγάλη δημοτικότητα του Τίτο -συγκρίσιμη με αυτήν που απολαμβάνει ο Φιντέλ στην Κούβα- και μερικές κριτικές παρατηρήσεις για τους κινδύνους που εμπεριέχει το γιουγκοσλαβικό πείραμα με τις “αυτοδιαχειριζόμενες επιχειρήσεις”.

Ενδιάμεσα όμως έχει περάσει για λίγες ώρες από την Ελλάδα. Και προς μεγάλη του λύπη δεν έχει αρκετό χρόνο να επισκεφτεί την Ακρόπολη, για να ικανοποιήσει ένα άλλο μεγάλο του πάθος, για την Ιστορία και τα μεγάλα μνημεία της Αρχαιότητας. Το δέος που νιώθει όσες φορές βρίσκεται στο Μάτσου Πίτσου, θαυμάζοντας τα επιτεύγματα του πολιτισμού των Ίνκα, είναι από τα πιο δυνατά συναισθήματα της ζωής του. Ενώ είναι χαρακτηριστικό λίγες μέρες μετά, και πριν εγκαταλείψει την Ευρώπη, αξιοποιεί τη σύντομη παραμονή του στην Ιταλία, για να επισκεφτεί το Βατικανό και την Καπέλα Σιξτίνα.

Ποια είναι όμως η Ελλάδα του 1959 στην οποία βρέθηκε ο Τσε; Έχουμε τη δεύτερη κυβερνητική θητεία της ΕΡΕ του Καραμανλή, και την ΕΔΑ στην αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά σε καθεστώς ημι-παρανομίας, με τους κρατικούς και παρακρατικούς μηχανισμούς καταστολής να εμποδίζουν συνεχώς τη δράση της. Σε αυτό το πλαίσιο, προφανώς, δε γίνεται λόγος για επίσημη υποδοχή του αξιωματούχου της κουβανικής κυβέρνησης από τις αρχές, ενώ δεν έχει πέσει στην αντίληψή μας οποιαδήποτε αναφορά στον Τύπο που να επιβεβαιώνει το γεγονός που σημειώνει στο βιβλίο του ο Ταΐμπο: την -έστω και ολιγόωρη- παρουσία του Τσε στην Ελλάδα. Η οποία παραμένει ελάχιστα γνωστή ως τις μέρες μας, ως ένα καλά κρυμμένο μυστικό της Ιστορίας.

Όμως, είτε βρέθηκε όντως στη χώρα μας ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα ντε Λα Σέρνα -που γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου του 1928- είτε όχι, αυτό δεν εμποδίζει τον εργαζόμενο λαό που αγωνίζεται να τον θυμάται για πάντα και να τραγουδάει: εδώ θα μείνει για πάντα το ζεστό το πέρασμά σου…

Hasta siempre comandante…




Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

Έφυγε η ακαδημαϊκός και αγωνίστρια Ελένη Μπιμπίκου-Αντωνιάδη


Την περίοδο της Κατοχής υπήρξε από τα πρώτα µέλη της Αντίστασης, στη Σπουδάζουσα του ΕΑΜ (ΕΑΜ Νέων) και από τα ιδρυτικά µέλη της ΕΠΟΝ Πειραιά. Το 2012 τιμήθηκε με το παράσημο του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος της Ευποιΐας της Ελληνικής Δημοκρατίας.


Πέθανε σε ηλικία 94 ετών η ακαδημαϊκός και αγωνίστρια Ελένη Μπιμπικου-Αντωνιάδη.

Διακεκριμένη καθηγήτρια της Βυζαντινής και Νεότερης Ιστορίας στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales του Παρισιού, η Ελένη Μπιμπίκου-Αντωνιάδη τιμήθηκε το 2012 με το παράσημο του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος της Ευποιίας της Ελληνικής Δημοκρατίας για τη συνολική της προσφορά.

Το Μάρτιο του 1940, επί δικτατορίας Ιωάννη Μεταξά, έγινε μέλος της ΟΚΝΕ (Ομοσπονδία των Κομμουνιστικών Νεολαίων Ελλάδας). Στην Κατοχή, υπήρξε από τα πρώτα μέλη της Αντίστασης, στη Σπουδάζουσα του ΕΑΜ (ΕΑΜ Νέων) και από τα ιδρυτικά μέλη της ΕΠΟΝ Πειραιά, τακτική συνεργάτης στο παράνομο φύλλο "Τα νιάτα της Αθήνας", μέλος της συντακτικής επιτροπής της "Νέας Γενιάς", ενώ είχε γραφτεί στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών (Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας).

Μετά την Απελευθέρωση, έλαβε μέρος στην ανασυγκρότηση της Ελληνογαλλικής Ένωσης Νέων και έγινε γενική γραμματέας της. Πήρε το πτυχίο της από τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών τον Μάιο του 1945 και, στη συνέχεια, συνέχισε τις σπουδές της στο Παρίσι ως υπότροφος της Γαλλικής Κυβέρνησης, την περίοδο 1946-47. Από τότε έζησε στη γαλλική πρωτεύουσα.

Η Μπιμπίκου-Αντωνιάδη υπήρξε μία από τις πρώτες Ελληνίδες που εργάστηκαν στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) της Γαλλίας, το 1951, αποσπασμένη στην αρχή στο "Ινστιτούτο Έρευνας και Ιστορίας των Κειμένων" και, από το 1954, στο Έκτο Τμήμα της Ecole Pratique des Hautes Etudes, ήτοι στο Τμήμα Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας. Το τμήμα αυτό, που έμεινε γνωστό ως "Σχολή των Annales", είχε τότε διευθυντή τον μεγάλο ιστορικό και ιδρυτή της ομώνυμης ιστορικής επιθεώρησης, Fernand Braudel. Έτσι, η Αντωνιάδη, μαθήτρια και η ίδια του μεγάλου μελετητή της Μεσογείου, συνεργάστηκε άμεσα μαζί του, επηρεάστηκε από τις ιδέες του και είχε την ευκαιρία να είναι ένα από τα τέσσερα ιδρυτικά μέλη του Κέντρου Ιστορικών Ερευνών.

Σ' αυτό το σημείο, πολύτιμη στάθηκε η επίδραση και η βοήθεια που της πρόσφερε, επί τριάντα χρόνια, ο σύντροφος της Αντώνης Αντωνιάδης, μαθηματικός και πολιτικός μηχανικός, ο οποίος υπήρξε ένας από τους πρώτους ερευνητές (1957-1958) στη Γαλλία που ασχολήθηκαν με την χρήση των μαθηματικών στην Ιστορία.

Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, ανέπτυξε αξιόλογη αντιδικτατορική δράση: το βράδυ της 21ης Απριλίου του 1967, συμμετείχε στην ίδρυση της Ελληνικής Αντιδικτατορικής Επιτροπής Γαλλίας, η οποία, υπό τον τίτλο "Ελληνογαλλική Κίνηση για μια Ελεύθερη Ελλάδα" κατέστη "Σύλλογος 1901" ώστε να χαίρει πλήρως του δικαιώματος ελεύθερης δράσης στη Γαλλία. Εξελέγη Γενική Γραμματέας της "Κίνησης", η οποία είχε Πρόεδρο τον Roland Dumas.

Τέλος, υπήρξε ανταποκρίτρια του "Ριζοσπάστη" στο Παρίσι από το 1983 έως το 1991.

Η Ελένη Μπιμπίκου-Αντωνιάδη υπήρξε μέλος πολλών επιστημονικών επιτροπών και συλλόγων, πρόεδρος της Εθνικής Γαλλικής Επιτροπής της Διεθνούς Εταιρείας Σπουδών Νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης, αντιπρόεδρος της Διεπιστημονικής Εταιρείας "Pierre Belon" στο Παρίσι, πρόεδρος της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων (ΟΜΕΠ) στο Παρίσι, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Οικονομικής Ιστορίας (Αθήνα), κλπ.

Είχε τιμηθεί με το μετάλλιο της Εθνικής Αντίστασης, με το τιμητικό δίπλωμα Δημοσιογράφων Εθνικής Αντίστασης και με Ακαδημαϊκούς Φοίνικες στη Γαλλία.

Το ΚΚΕ αποχαιρετά τη συντρόφισσα Ελένη Μπιμπίκου-Αντωνιάδη. Η συντρόφισσα Ελένη γεννήθηκε το 1923 στην Αθήνα και από τα μαθητικά της χρόνια, μέσα στην περίοδο της μεταξικής δικτατορίας, εντάχθηκε το 1940 στις γραμμές της οργανωμένης πάλης, στην ΟΚΝΕ. Την περίοδο της Κατοχής υπήρξε από τα πρώτα µέλη της Αντίστασης, στη Σπουδάζουσα του ΕΑΜ (ΕΑΜ Νέων) και από τα ιδρυτικά µέλη της ΕΠΟΝ Πειραιά, τακτική συνεργάτης στο παράνοµο φύλλο "Τα νιάτα της Αθήνας", µέλος της συντακτικής επιτροπής της "Νέας Γενιάς", ενώ παράλληλα είχε γραφτεί στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών (Τµήµα Ιστορίας και Αρχαιολογίας). Μετά την Απελευθέρωση, έλαβε μέρος στην ανασυγκρότηση της Ελληνογαλλικής Ένωσης Νέων και έγινε γενική γραµµατέας της. Πήρε το πτυχίο της από τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών τον Μάιο του 1945 και, στη συνέχεια, συνέχισε τις σπουδές της στο Παρίσι ως υπότροφος της Γαλλικής Κυβέρνησης, την περίοδο 1946-47, όπου και έκτοτε εγκαταστάθηκε.

Βασικό αντικείμενο των διατριβών της ως πανεπιστημιακός αποτέλεσε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αυτό συνέβαλε στο να γίνει μια από τις πρώτες ελληνίδες γυναίκες που εργάστηκαν στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας, αλλά και σε άλλα επιστημονικά ερευνητικά κέντρα, όπως το Κέντρο Ιστορικών Ερευνών, του οποίου ήταν και ιδρυτικό μέλος.

Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, ανέπτυξε σημαντική αντιδικτατορική δράση. Το βράδυ της 21ης Απριλίου του 1967, συµµετείχε στην ίδρυση της Ελληνικής Αντιδικτατορικής Επιτροπής Γαλλίας, η οποία, υπό τον τίτλο "Ελληνογαλλική Κίνηση για µια Ελεύθερη Ελλάδα" κατέστη "Σύλλογος 1901" ώστε να έχει πλήρως το δικαίωμα ελεύθερης δράσης στη Γαλλία. Εξελέγη Γενική Γραμματέας της "Κίνησης".

Συμμετείχε ως προσκεκλημένη από τη Δυτική Ευρώπη στις εργασίες της 12ης Πλατιάς Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ το 1968 και τάχθηκε με τις αποφάσεις της. Ήταν σύζυγος του Αντώνη Αντωνιάδη, στελέχους του κόμματος και ανταποκριτή του Ριζοσπάστη στο Παρίσι από το 1974 μέχρι το θάνατό του, οπότε ανέλαβε η ίδια τα καθήκοντά του ως το 1991.

Η συντρόφισσα Ελένη μέχρι το τέλος της ζωής της υπήρξε μέλος πολλών επιστημονικών επιτροπών και συλλόγων, πρόεδρος της Εθνικής Γαλλικής Επιτροπής της Διεθνούς Εταιρείας Σπουδών Νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης, αντιπρόεδρος της Διεπιστηµονικής Εταιρείας "Pierre Belon" στο Παρίσι, πρόεδρος της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων (ΟΜΕΠ) στο Παρίσι, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Οικονομικής Ιστορίας (Αθήνα), κλπ. Έχει τιµηθεί µε το μετάλλιο της Εθνικής Αντίστασης, µε το τιµητικό δίπλωµα Δημοσιογράφων Εθνικής Αντίστασης και µε Ακαδημαϊκούς Φοίνικες στη Γαλλία, καθώς και με άλλες διακρίσεις.

Το ΚΚΕ εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια στους οικείους της. Η κηδεία της συντρόφισσας Ελένης θα γίνει το Σάββατο 17 Ιουνίου από το Νεκροταφείο Ζωγράφου.

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Φωτογραφίζοντας τις υγειονομικές υπηρεσίες του ΔΣΕ



Τα παρακάτω καρέ προέρχονται από το κινηματογραφικό συνεργείο του ΔΣΕ στο Γράμμο και απεικονίζουν τις υγειονομικές υπηρεσίες του Δημοκρατικού Στρατού και συγκεκριμένα το σανατόριο, το αναρρωτήριο και το χειρουργείο του ΔΣΕ. 


Νοσοκόμες και μέλη της φρουράς του νοσοκομείου του ΔΣΕ στο Γράμμο

Χειρούργος και νοσοκόμες του ΔΣΕ

Προετοιμασία ασθενούς για καθαρισμό τραύματος

Προετοιμασία ασθενούς για καθαρισμό τραύματος

Τραυματίες μαχητές του ΔΣΕ στο αναρρωτήριο

Νοσοκόμες και μέλη της φρουράς του νοσοκομείου του ΔΣΕ στο Γράμμο 
Πλύσιμο επιδέσμων, κλινοσκεπασμάτων και ρουχισμού


Εξωτερική φωτογραφία του σανατορίου στο Γράμμο

Τραυματίες μαχητές του ΔΣΕ στο αναρρωτήριο μαζί με νοσοκόμα 
Τραυματίες και προσωπικό του νοσοκομείου


Καθαρισμός κρανιακού τραύματος

Νοσοκόμες του ΔΣΕ με αξιωματικό του νοσοκομείου, πιθανόν τον Επαμεινώνδα Σακελλαρίου

Πλύσιμο επιδέσμων, κλινοσκεπασμάτων και ρουχισμού

Εξωτερική φωτογραφία του σανατορίου στο Γράμμο

Πηγή: Εταιρεία "Φωτογραφίζοντας"


Κυριακή 11 Ιουνίου 2017

«Ηριθμήθησαν περί τους 250 νεκροί συμμορίται»



«Εδώ 'ναι το πικρό το χώμα του Διστόμου
ω, εσύ διαβάτη, όπου πατήσεις να προσέχεις.
Εδώ πονά η σιωπή, πονάει κι η πέτρα κάθε δρόμου
κι απ' τη θυσία κι απ' τη σκληρότητα του ανθρώπου.
Εδώ μία στήλη απλή, μαρμάρινη όλη κι όλη
με ονόματα σεμνά, κι η Δόξα τα ανεβαίνει
λυγμό - λυγμό, σκαλί - σκαλί, μέγιστη σκάλα».

Γιάννης Ρίτσος


Οδός 10ης Ιουνίου 1944. Ενας δρόμος διασχίζει το Δίστομο. Μια ημερομηνία το στοιχειώνει. Η 10η του Ιούνη του 1944. Η μέρα που «Η λόγχη και το βόλι, ανάλγητα, τους κόβουν τη φωνή και γιομίζουν τα σπίτια καταματωμένα κορμιά. Το αίμα απ' τα θύματα γίνεται αυλάκι και κυλάει προς τα σοκάκια. Γέροι και γριές πέφτουν απ' τα βόλια. Ανδρες κυλιώνται χάμω νεκροί μ' απανωτές θανατηφόρες πιστολιές, κι άλλους τους βάζουν στη σειρά και τους εκτελούνε. Γυναικόπαιδα σφάζονται κι αβάφτιστα βυζανιάρικα στραγγαλίζονται και λογχίζονται κι ύστερα ξεκοιλιάζονται...» (από το βιβλίο του Τάκη Λάππα «Η σφαγή του Διστόμου - Χρονικό»).

Ένα δρόμο έχει το Δίστομο, το δρόμο του χρέους, το δρόμο του λαού: Να μην ξεχάσει, να γυρίσει την πλάτη στη φασιστική θεωρία και πρακτική, να τιμωρήσει παραδειγματικά τους πολιτικούς απόγονους των ναζί, των τερατόμορφων της ναζιστικής κατοχής.

1944, η ναζιστική κατοχή έχει ήδη δεχτεί χτυπήματα: Απέναντί της ορθώνεται ο Κόκκινος Στρατός. Ο ΕΛΑΣ αναλαμβάνει το χρέος του, σφίγγει τον κλοιό. Το ανήμερο θεριό ξερνά χολή και, όπως προστάζει η ιδεολογία του, καταφεύγει από έγκλημα σε έγκλημα. Βιάννος, Ανώγεια, Κάνδανος, Καλάβρυτα, Λιγκιάδες, Κομμένο, Χορτιάτης, Κεδρύλλια, Λέχοβο και άλλα ων ουκ έστι αριθμός. Στο Δίστομο αποτυπώνει όλη του την εγκληματική φύση. Δεν έκαψε μόνο το χωριό, δεν εκτέλεσε μόνο όποιον έβρισκε μπροστά του.

Η περιγραφή του Δ. Κιουσόπουλου (επικεφαλής της Υπηρεσίας Εγκλημάτων Πολέμου) δίνει την εικόνα: «Εις το πέρασμα των αιώνων ουδέποτε η ανθρωπότης εδοκίμασε τοσαύτην θηριωδίαν. Το Δίστομο μεταβάλλεται σε κόλασιν. Κάθε περιγραφή είναι αδύνατον να αποδώσει την τραγωδίαν εκατοντάδων κατοίκων... Αξιωματικοί, υπαξιωματικοί, στρατιώτες διαμοιράζονται εις ομάδας. Περιέρχονται τας οικίας, ως λυσσαλέαι ύαιναι, αιμοβόροι τίγρεις, κανίβαλοι της ζούγκλας! Επιπίπτουν κατά των δυστυχών κατοίκων - αδιακρίτως φύλου, ηλικίας. Σφάζουσι, φονεύουσι, βιάζουσι γυναίκες. Ξεκοιλιάζουσι εγκύους, γέροντες, νέοι είναι θύματα της αιμοβόρου μανίας. Δε φείδονται ουδενός. Φονεύουσιν τον ιερέα Σωτήριο Ζήση, εξορύσσουσι ζώντος έτι τους οφθαλμούς. Αποκόπτουσιν την κεφαλήν του, ρίπτουσιν εις τον βόρβορον. Πυροβολούσι την παρισταμένην σύζυγόν του, που κρατούσε εις τας αγκάλας της, θηλάζουσαν το μονοετές θυγάτριόν της Μαργαρίταν! Σκορπούν τα μυαλά της παιδίσκης εις το πρόσωπον της μητρός, ήτις τραυματισθείσα πίπτει χαμαί λιπόθυμος. Εκληφθείσα ως νεκρά - σώζεται διά να καταστεί, εν παραφροσύνη. Περί τους 15 κατοίκους - ελπίζοντας εις την οικίαν του ιερέως την σωτηρίαν - εφονεύθησαν. Φονεύουσιν εντός της οικίας του, την οικογένεια του Κατσινήν - τον Δάσκαλο Καρούμαλον - την Μορωσίαν, σύζυγο Ι. Φιλίππου - σύρουν εκ της κρύπτης της, με σκοπόν διά να τη βιάσουν. Αλλ' ότε είδον ότι αύτη ήτο έγκυος, διά μαχαίρας διάνοιξαν την κοιλίαν της. Το δε εκχυθέν έμβρυον μετά λύσσης εποδοπάτησαν»...

«Οι χιτλερικοί -γράφει χρόνια αργότερα στο "Ριζοσπάστη" ο Ν. Καραντηνός- είχαν μεθοδικά προετοιμάσει την επιδρομή στο Δίστομο. Ξεκίνησαν γύρω στις εφτάμισι. Το πρωί από τη Λιβαδειά, ενώ μια άλλη φάλαγγα ερχόταν από την Αμφισσα. Με δυο επιταγμένα λιβαδείτικα λεωφορεία κουβαλούσαν μασκαρεμένους σα μαυραγορίτες 18 άνδρες των Ες - Ες. Δολερό τέχνασμα για να αιφνιδιάσουν και να χτυπήσουν ΕΛΑΣίτικα τμήματα, που βρίσκονταν στην περιοχή. Πίσω από τους μασκαρεμένους, σαν αστακοί σε δεκάδες καμιόνια οι Γερμανοί, που γύρω στις 10 το πρωί φτάνανε στο χωριό αφού στη διαδρομή είχαν κυριολεκτικά θερίσει κάθε ίχνος ανθρώπινης ζωής. Ο χαλασμός άρχισε καθώς πλησίαζαν το χωριό. Ο,τι ζωντανό βρισκόταν μπροστά και δίπλα τους, το πολυβολούσαν και το "θέριζαν". Κι έπεφταν νεκροί στα σταροχώραφα και τ' αμπέλια: άνθρωποι, μουλάρια, πρόβατα, σκύλοι».

Είχε προηγηθεί μια σύντομη μάχη με ένα μικρό τμήμα του 34ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ στο Στείρι. Οι ναζί «επρόκειτο να στήσουν παγίδα στους αντάρτες που ξεγελασμένοι θα σταματούσαν τ' αυτοκίνητα για να πάρουν τρόφιμα. Οι αντάρτες όμως δεν έπεσαν στην παγίδα. Ξέροντας πως άλλα φορτηγά με Γερμανούς των Ες - Ες θα τους κύκλωναν από το μέρος της Αράχωβας έκαναν ξαφνική επίθεση και ύστερα από μάχη που κράτησε μιάμιση ώρα σκότωσαν τους περισσότερους καμουφλαρισμένους Γερμανούς. Και τότε οι Γερμανοί λυσσώντας για την αποτυχία τους, ξεχύθηκαν στο Δίστομο για να εκδικηθούν στους αθώους κατοίκους. Τους πρόσταξαν να κλειστούν στα σπίτια τους, κι αμέσως έπειτα, ο επικεφαλής των Γερμανών λοχαγός Κάιπφνερ, δίνει διαταγή στις ορδές του ν' αρχίσουν την σφαγή και τη λεηλασία» (το χρονικό από την εφημερίδα «Ελευθερία», ένα χρόνο μετά στις 10 Ιουνίου 1945).
Ενας σπουδαίος άνθρωπος, ο Τάκης Λάππας, ιστορικός (Λειβαδίτης την καταγωγή), που έτυχε να βρίσκεται εκείνο τον καιρό στη περιοχή, καταγράφει ένα προς ένα τα στοιχεία της σφαγής. Στο βιβλίο του, «Η σφαγή του Διστόμου», γράφει: «Σαν και τούτο το κακό άλλο δεν ξαναγίνηκε (...) οι φονιάδες μεθυσμένοι από το κακούργο πάθος τους, σπάζουν τις πόρτες των σπιτιών κι ορμάνε μέσα. Οποιον συναντάνε, τον σκοτώνουν. Αλλοι θερίζουν χωρίς διάκριση ψυχές μέσα στα κοντινά σπίτια κι άλλοι ξεχύνονται στις γειτονιές... Τα παρακάλια κι ο θρήνος που κάνουν τα γυναικόπαιδα δε στέκουν ικανά να μαλάξουν την άγρια ψυχή των μακελάρηδων (...) Μπροστά σε τέτοιο θέαμα κι οι θεατές ακόμα του Κολοσσαίου θα σκέπαζαν τα μάτια τους από φρίκη κι αυτός ο Ηρώδης ή ο Νέρωνας θα φρένιαζαν απ' το κακό τους, που ύστερα από τόσους αιώνες βρέθηκαν κτηνάνθρωποι σαν κι αυτούς, όχι μονάχα να τους μιμηθούνε, μα να τους ξεπεράσουν κιόλας» (η συγκεκριμένη καταγραφή κατατέθηκε στη δίκη της Νυρεμβέργης).

Ο ίδιος ο κατοχικός νομάρχης Βοιωτίας, Ιωάννης Γεωργόπουλος, στην «έκθεσή» του στο υπουργείο Εσωτερικών, σημειώνει και τα εξής. «Από δύο ημερών διανύω τας δραματικοτέρας της ζωής μου. Τα συμβαίνοντα εις την περιφέρειαν κατά τας δύο τραγικάς αυτάς ημέρας υπερβαίνουν και αυτήν τη νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου και αυτούς τους σικελικούς εσπερινούς... Λυσσαλέα η αγριότης δεν εφείσθη ούτε των νηπίων, τα οποία άταφα έτι σφίγγονται σπασμωδικώς στοργικά εις τους άψυχους κόλπους των μητέρων».

Και ο επικεφαλής της αποστολής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, Ελβετός George Wehrly, σημείωσε: 

«Το αίμα και ο κλαυθμός στο Δίστομο - σκηνές φρίκης και σαδισμού...».


Αμέτρητες οι μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί μέσα από τις σελίδες του «Ριζοσπάστη»: Ο Θανάσης Σκούρτας: «Ψυχή δεν υπήρχε μέσα στο Δίστομο. Μονάχα η ερημιά και ο χάρος. Δεν ακουγόταν πουθενά γάβγισμα σκύλου. Τα 'χαν κι αυτά γαζώσει μαζί με τους ανθρώπους. Φυσούσε ένας δυνατός, άγριος αγέρας. Και τα παραθυρόφυλλα κι αυτά, διαπλατωμένα, χτυπούσαν αδιάκοπα...» Και ο Κ. Νικολάου: «... Στα πόδια μας μπροστά σκοτωμένοι ανθρώποι, σκύλοι και μουλάρια... Θάνατος και συμφορά. Το χωριό βογκούσε. Πολλοί τραυματισμένοι βρίσκονταν ακόμη αβοήθητοι. Ηταν μια νύχτα, που τίποτε και ποτέ δεν μπορεί να τη σβήσει από το νου μας...» (το ρεπορτάζ του Νίκου Καραντηνού). Η παπαδιά Κοντύλω, γυναίκα του παπά Σωτήρη Ζήση, θυμάται χρόνια μετά: «Εγώ, τη στιγμή που μας βάλανε στο τουφεκίδι, βύζαινα το κοριτσάκι μου, τη Μαργαρίτα, ενός χρόνου. Μου ρίξανε τρεις σφαίρες. Η μια μού χάλασε το ζερβί χέρι, η άλλη με πήρε ξώπετσα κάτω από το αυτί και η τρίτη χτύπησε στο κεφάλι το κοριτσάκι μου. Της άνοιξε το κεφάλι κι όπως την κράταγα στην αγκαλιά μου όλα τα μυαλά της πετάχτηκαν στα μούτρα μου».

Το Δίστομο δεν ξεχνά, παρά τις προσπάθειες των δοσιλόγων που στα κατοπινά χρόνια πήγαν κι έστησαν στην πλατεία Ηρώων, δίπλα στο μνημείο των νεκρών, μια πλάκα που αρχικά αναφέρονταν στους ...«πεσόντες από τους κομμουνιστοσυμμορίτες» και στη συνέχεια την άλλαξαν σε «πεσόντες από τους ...ΕΑΜοκομμουνιστές»! Παραλλαγή μιας «γραμμής» χαραγμένης ήδη από την επομένη της σφαγής: Ενα μήνα μετά, στις 9 Ιούλη 1944, υπό τον τίτλο «Η δημοκοπία περί ωμοτήτων εις το Δίστομον», διαβάζουμε στην «Καθημερινή» εκείνης της μέρας: «Κομμουνισταί δημοκόποι διέδωσαν την φήμην, ότι εις το ειρηνικόν χωρίον Δίστομον (μεταξύ Λεβαδείας και Αραχώβης, επαρχίας Λεβαδείας) πλέον των 1.000 ανδρών, γυναικών και παιδιών (!) κατεσφάγησαν με κτηνώδη τρόπο υπό μιας γερμανικής μονάδος (...) Δια κάθε φιλοπάτριδα Ελληνα, που γνωρίζει τας μεθόδους ψεύδους της προπαγάνδας του ΕΑΜ, είναι φανερά η κομμουνιστική προέλευσις και ο σκοπός της διαδόσεως ταύτης. Περί των πραγματικών γεγονότων εις το Δίστομον επληροφορήθημεν εν λεπτομερεία τα εξής υπό της αρμόδιας αρχής. Την 10 Ιουνίου 1944 μία γερμανική μονάς ευρισκομένη εν πορεία και μεταβαίνουσα από Λεβαδείας εις Αράχωβαν, εβλήθη έμπροσθεν του χωρίου Διστόμου με όπλα, οπλοπολυβόλα και ολμοβόλα. Η μονάς απώλεσε λόγω της άνανδρου ταύτης επιθέσεως του ΕΑΜ αριθμόν τινά εις νεκρούς και τραυματίας. Εν συνεχεία ανελήφθη ο αγών εναντίον των συμμοριτών οι οποίοι είχον οχυρωθή μέσα εις το Δίστομον, με όλα τα υπάρχοντα μέσα. Κατόπιν της χρησιμοποιήσεως των βαρέων γερμανικών όπλων, εκυριεύθη εξ εφόδου το Δίστομον, η φωλέα αυτή της συμμορίας. Ηριθμήθησαν περί τους 250 νεκροί συμμορίται».

Σύμβολο - καταγγελία της ναζιστικής θηριωδίας το Δίστομο, 73 χρόνια μετά διεκδικεί ακόμα την αναγνώριση...



Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017

Πρόσθετα στοιχεία για τη μάχη του Βασσαρά Λακωνίας


Στο παρελθόν, ο Κόκκινος Φάκελος είχε προχωρήσει στην αναψηλάφηση μιας φωτογραφίας από τη μάχη του Βασσαρά Λακωνίας, όπου στις 23-11-1946, ομάδα ανταρτών διέλυσε τμήμα Χωροφυλακής 20 ανδρών. Από τους χωροφύλακες επέζησαν μόλις τρεις, ενώ αργότερα η Χωροφυλακή ερεύνησε την περιοχή όπου βρέθηκαν οι σωροί των νεκρών και λήφθηκε μια φωτογραφία του χώρου. 

Με τη συμβολή του φίλου κ. Γιάννη Κρικώνη (ο ίδιος είναι διδάκτωρ Κοινωνιολογίας) παρουσιάζουμε σήμερα πρόσθετα στοιχεία σχετικά με τη μάχη αυτή καθώς και μια πολύ καλύτερης ανάλυσης φωτογραφία των νεκρών της Χωροφυλακής. Η φωτογραφία παρατίθεται στο πρωτότυπο και κάθε πνευματικό δικαίωμα επί αυτής ή των πληροφοριών που δίνονται ανήκει αποκλειστικά στον κ. Κρικώνη και την οικογένειά του. 

Ο κ. Κρικώνης, του οποίου οικογενειακό μέλος βρίσκεται ανάμεσα στους τραυματίες της συμπλοκής αναφέρει τις εξής πληροφορίες:

  • Το απόσμασμα αποτελείτο από 20 άνδρες.
  • Οι δύο επιζήσαντες (θεωρητικά) ήταν οι Δημήτριος Κρικώνης (από το Προάστιον Καρδίτσας) και Σταματούρος Κίμων από την Οξύλιθο Ευβοίας (ο μέν πρώτος πατέρας μου, ο δε δεύτερος νονός μου). Με όσα έχω ανακαλύψει μάλλον υπήρχε και τρίτος επιζήσας διότι η λίστα φονευθέντων αναφέρει μόνον δεκαεπτά άνδρες.
  • Ο πατέρας μου παραιτήθηκε από την Χωροφυλακή το 1958 και ο Σταματούρος το 1956. Και οι δύο υπηρετούσαν από το 1945, μετά τα Δεκεμβριανά. Ο πατέρας μου υπήρξε μέλος του ΕΔΕΣ στην Θεσσσαλία την περίοδο 1943/44 και καταζητούμενος.
  • Η αναφορά της Χωροφυλακής της εποχής αναφέρει τους 17 νεκρούς ως πεσόντες κατά την μάχη, όμως όλα τα υπόλοιπα στοιχεία αναφέρουν αιχμαλωσία από τον ΔΣΠ.
  • Ο πατέρας μου δεν είδε την αιχμαλωσία διότι από τον «βομβαρδισμό» του κτιρίου είχε πέσει σε κώμα. Συνήλθε στο νοσοκομείο της Σπάρτης με ελαφρό ακρωτηριασμό στον δεξιό δείκτη και με σοβαρή απώλεια ακοής (70%) η οποία τον συνόδευσε μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο Σταματούρος τραυματίστηκε βαριά στην κοιλιακή χώρα αλλά ξέφυγε και σύμφωνα με την διήγηση του έφθασε μέχρι το απόσπασμα το οποίο ερχόταν προς βοήθεια. Η μάχη είχε διαρκέσει περισσότερο από τρίωρο και είχε ενημερωθεί η Χωροφυλακή της Σπάρτης.
  • Το οξύμωρο της ιστορίας: Το απόσπασμα δεν κυνηγούσε τον ΔΣΠ αλλά δεξιά παρακρατική συμμορία, η οποία τις προηγούμενες ημέρες είχε βεβηλώσει τελετή γάμου σε παρακείμενο χωριό (η νύφη βιάστηκε). Οι άνδρες της Χωροφυλακής θεωρούσαν την περιοχή απόλυτα ασφαλή και για αυτό πιάστηκαν στην κυριολεξία στον ύπνο.
  • Σύμφωνα με τις διηγήσεις και των δύο οι άνδρες της Χωροφυλακής κατακρεουργήθηκαν. Είναι όμως συζητήσιμο από ποιούς και πότε. Το πιθανότερο από τους αντάρτες. Το περίεργο είναι ότι η ιστορία δεν έτυχε της δημοσιότητας λόγω ίσως της πολιτικής της «συμφιλίωσης» που ακολουθούσε η τότε κυβέρνηση.
  • Η φωτογραφία τραβήχτηκε από επαγγελματία φωτογράφο της Σπάρτης (άγνωστο ποιόν) κατ’ εντολήν της Χωροφυλακής.
  • Σταματούρος και Κρικώνης θεωρήθηκαν ως ανίκανοι για μάχιμη υπηρεσία μετά το συμβάν και μετά από πολύμηνη θεραπεία μετατέθηκαν σε υπηρεσίες Γραφείου. Ο Κρικώνης τον Μάρτιο του 1947 υπήρξε ένας από τους πρώτους άνδρες οι οποίοι στελέχωσαν την Χωροφυλακή Δωδεκανήσου (Ενσωμάτωση).
  • Και οι δύο ορκίστηκαν μετά το συμβάν να γίνουν παπάδες γιατί ήταν «θέλημα θεού» το ότι επέζησαν. Τελικά έγιναν θεολόγοι. Ο Σταματούρος χρημάτισε Γυμνασιάρχης στην Χαλκίδα και ο Κρικώνης Γυμνασιάρχης και Λυκειάρχης σε διάφορα σχολεία της Ελλάδας (Ηράκλειο, Πειραιάς, Ρόδος). Στο τέλος έγινε καθηγητής Πανεπιστημίου στις ΗΠΑ και μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Επιστημών. Τα βιβλία του διδάσκονται στα ελληνικά Πανεπιστήμια (Φιλοσοφική).
  • Υπήρξαν έως το τέλος φανατικοί αντιδεξιοί και αντιμοναρχικοί και ουδέποτε αυτοχαρακτηρίστηκαν ως αντικομμουνιστές. Αντιθέτως, ειδικά ο Κρικώνης, αντιμετώπισαν σοβαρότατα προβλήματα επί δικτατορίας.
  • Η ειρωνία της τύχης: ο Κρικώνης νυμφεύθηκε  την Σοφία Χατζηστρατή, αδελφή του ηγετικού στέλεχους του Κινήματος του Ναυτικού στην Μέση Ανατολή Θεόδωρου Χατζηστρατή. Ο Χατζηστρατής συνελήφθη το 1947 ως ηγετικό στέλεχος του ΕΜΠΑ (Δωδεκανησιακό ΕΑΜ) και εστάλη πρώτα στον Άγιο Ευστράτιο και κατόπιν στην Μακρόνησο , όπου τρελάθηκε από τα βασανιστήρια και απολύθηκε το 1952. Μετά απο δύο χρόνια θεραπείας στο Ψυχιατρείο Αθηνών εστάλη στο Ψυχιατρείο Λέρου στο οποίο παρέμεινε μέχρι τον θάνατο του το 1992, χωρίς να ανανήψει ποτέ. Η τραγική ιστορία του έγινε γνωστή από το ογκώδες βιβλίο «Οι ανυπότακτοι της Σύμη» του αείμνηστου δημοσιογράφου και διευθυντή των Νέων Γιάννη Διακογιάννη. Για τον γάμο του ο Κρικώνης τιμωρήθηκε με δυσμενή μετάθεση στην Θεσσαλονίκη.


Η φωτογραφία της Χωροφυλακής που μας έστειλε ο κύριος Κρικώνης είναι η εξής:




Στη φωτογραφία το πρώτο από αριστερά σώμα φαίνεται πως δεν έχει το τμήμα από τον κορμό και επάνω, ενώ από τα πόδια έχουν μείνει μόνο κόκαλα και τα χέρια λείπουν. Συζητώντας και με τον κ. Κρικώνη καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι πιθανότατα τα σώματα δεν τάφηκαν ή αν τάφηκαν τάφηκαν σε ρηχό τύμβο με αποτέλεσμα να αποτελέσουν βορά πτωματοφάγων ζώων του δάσους, όπως τα τσακάλια. Πιθανότατα η κατάσταση διαμελισμού των νεκρών επήλθε post mortem.


Οι παραπάνω πληροφορίες αναδεικνύουν το χαρακτηριστικό του βιώματος μιας εποχής Εμφυλίου. Άνθρωποι των λαϊκών στρωμάτων, ανήκοντες σε διαφορετικά πολιτικά στρατόπεδα, συνδεόμενοι όμως με ίδιες αξίες, σταθερές, ανησυχίες, όνειρα και προβλήματα. Ένας αντιμοναρχικός αντιδεξιός χωροφύλακας, ξεκινά να χτυπήσει δεξιά παρακρατική συμμορία και ως εκ θαύματος επιζεί από σύγκρουση με τον ΔΣΠ. Αργότερα θα παντρευτεί την αδελφή στελέχους του ΕΑΜ και γνωστού διωκόμενου αγωνιστή. Τα ασφυκτικά όρια του αστικού κράτους τον τιμωρούν για την επιλογή του, η μετέπειτα Δικτατορία τον διώκει. Μια αυθεντική χαρακτηριστική ιστορία των συμπληγάδων της βίας της μετακατοχικής Ελλάδας που αναδεικνύει, κατά τη γνώμη μας, την πραγματική ιστορική σταθερά κάθε εποχής: Ο λαός δεν έχει τίποτε να χωρίσει.


Ευχαριστούμε πολύ τον φίλο κ. Γιάννη Κρικώνη και την οικογένειά του για την πολύτιμη προσθήκη τους.