Στο παρακάτω κείμενο του Κώστα Μπορμπότη, από το οποίο θα δημοσιεύσουμε ορισμένα μέρη, παρουσιάζεται μια κριτική παρουσία της δράσης και της πολεμικής του αναρχισμού απέναντι στους μπολσεβίκους και την Οκτωβριανή Επανάσταση. Η αντιπαράθεση με το αναρχικό ρεύμα γίνεται στη βάση της παρουσίασης των ιστορικών γεγονότων και του ρόλου των αναρχικών πριν, κατά τη διάρκεια της Επαναστάσεως ως και την αντεπαναστατική τους δράση μετά από την εγκαθίδρυση της σοβιετικής εξουσίας.
Η δράση αυτή, όπως και η στάση των αναρχικών απέναντι στα Σοβιέτ και στην επαναστατική εξουσία παρουσιάζεται ως το 1921-1922 περίπου, όταν και χονδρικά σταματά να υπάρχει δράση οργανωμένων αναρχικών ομάδων.
Μέσα από τη συγκεκριμένη ιστορική πείρα θα φανεί η ολόπλευρη πρακτική και ιδεολογική χρεοκοπία του αναρχισμού, όπως εκδηλώθηκε στη μεγαλύτερη επανάσταση που έχει ζήσει μέχρι σήμερα η ανθρωπότητα. Αποδεικνύονται ζητήματα όπως: Η πλήρης αδυναμία του αναρχισμού να καθοδηγήσει τον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση και η πολιτική του γραμμή, που υπό τις συνθήκες του 1917 οδηγεί σε αδιέξοδο και σίγουρη ήττα την εργατική τάξη. Η στάση του απέναντι στο ζήτημα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής που φτάνει ως την αντιδραστική υπεράσπιση της ατομικής και ομαδικής ιδιοκτησίας. Η πλήρης αδυναμία του να δώσει απαντήσεις στο ζήτημα της οργάνωσης της οικονομίας, αλλά και της σύνθετης πορείας εξάλειψης της κοινωνικής διαφοροποίησης και των αντιθέσεων που κληρονομεί ο σοσιαλισμός από τον καπιταλισμό.
Ο αναρχισμός, ένα ρεύμα εχθρικό προς την εργατική τάξη και το κομμουνιστικό κίνημα, όπως έχει αποδειχτεί από ολόκληρη την ιστορική του διαδρομή. Η αντιπαράθεση του μαρξισμού με τον αναρχισμό διαπερνάει την Ιστορία από την εποχή των Κ. Μάρξ και Φρ. Ένγκελς κατά τη διαμάχη των ιδεών τους με αυτές των Προυντόν και Στρίνερ, όπως και με τον Μπακούνιν κατά την περίοδο της Πρώτης Διεθνούς. Όλα αυτά βέβαια δεν μπορούν να εξαντληθούν στο πλαίσιο του συγκεκριμένου άρθρου, περιλαμβάνονται όμως αναλυτικά στην έκδοση Κ. Μαρξ- Φ. Ένγκελς, "Για τον Αναρχισμό" και στον εκτενή της πρόλογο.
Ούτε επίσης είναι βεβαίως δυνατό, στο πλαίσιο αυτού του άρθρου να περιγραφεί πλήρως η παρουσίαση της αναρχικής πολεμικής σε όλες της τις αποχρώσεις και εκδοχές και μάλιστα σε όλη την διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ και στις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, κατά τις επόμενες δεκαετίες έως και σήμερα.
Ολόκληρο το άρθρο μπορείτε να το βρείτε στην ΚΟΜΕΠ αυτού του διμήνου.
Η χρεοκοπία του αναρχισμού στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο
Η προετοιμασία και το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου αποτέλεσαν μια μεγαλη δοκιμασία για το εργατικό κίνημα. Νικητής μέσα από τη δύσκολη και σύνθετη περίοδο αυτή μπόρεσε να αναδειχτεί μόνο η συνεπής επαναστατική διεθνιστική γραμμή, η γραμμή δηλαδή που α)καλούσε σε πλήρη άρνηση στην υποταγή της εργατικής τάξης στα αστικά, ντυμένα με τον εθνικό μανδύα, συμφέροντα, β) στη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε μια πάλη για την εξουσία. Πρόκειται για τη γραμμή που απεργάσθηκαν και ακολούθησαν οι μπολσεβίκοι με επικεφαλής τους τον Λένιν, οι Γερμανοί κομμουνιστές του "Σπάρτακου" και λίγες ακόμα δυνάμεις μέσα στο διεθνές εργατικό επαναστατικό κίνημα. Αυτή η γραμμή είναι που οδήγησε και τους μπολσεβίκους στη μεγαλειώδη νίκη του Οκτώβρη.
Η παλιά σοσιαλδημοκρατία κορύφωσε τη συμβιβαστική της διάθεση συνθηκολογώντας πλήρως με την αστική τάξη και καταθέτοντας τη σημαία της ταξικής πάλης στο όνομα της "υπεράσπισης της πατρίδας". Το ίδιο συνέβη και με το μεγάλο κομμάτι των αναρχικών που τάχθηκαν κάτω από τν υπόθεση των αστικών συμφερόντων ενστερνιζόμενοι κυρίως το σκοπό των λεγόμενων συμμαχικών δυνάμεων (Αντάντ) και διακατεχόμενοι από το "φόβο" της επικράτησης του γερμανικού μιλιταρισμού. Ένα μεγάλο τμήμα του αναρχισμού διασύρθηκε και συστρατεύτηκε με το ρεύμα του σοβινισμού. Την περίοδο που προηγήθηκε του πολέμου, αυτή που έχει πολιτογραφηθεί ως "ειρηνική περίοδος" (1871-1914) με βάση το λενινιστικό χαρακτηρισμό, η παγίωση του οπορτουνισμού στα σοσιαλιστικά- σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Β' Διεθνούς δημιούργησε χώρο για να κερδίζουν ορισμένο έδαφος οι αναρχικές αντιλήψεις.
Η αποθέωση της συμμετοχής στο κοινοβούλιο και η προσαρμογή της δουλειάς με κοινοβουλευτικά κριτήρια, ο λεγκαλισμός, η ρεφορμιστική λογική των περισσότερων σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων "εκχωρούσαν" σε αναρχικές και μισοαναρχικές απόψεις το κύριο βάρος της κριτικής ενάντια στον αστικό κοινοβουλευτισμό και την αστική δημοκρατία, πράγμα που συνέβαλε σε μια ορισμένη διάδοση του αναρχισμού σε εργατικά και αγροτικά στρώματα τα οποία έβλεπαν τα επίσημα σοσιαλιστικά κόμματα ως συμβιβασμένα. Αποτιμώντας αυτή την περίοδο, ο Λένιν επισμαίνει ορισμένα χρόνια αργότερα: "Ο αναρχισμός ήταν συχνά ένα είδος τιμωρίας για τα οπορτουνιστικά αμαρτήματα του εργατικού κινήματος. Και τα δύο όμως αυτά εκτρώματα αλληλοσυμπληρώνονταν".
Ο πόλεμος όμως ήρθε και σάρωσε τα πάντα στο πέρασμά του. "Ο πόλεμος αιφνιδίασε τους αναρχικούς όλων των χωρών και κανείς δεν πρόβλεψε τη φοβερή του έκταση. Ωστόσο, είχαν νιώσει να πλησιάζει σ' όλο τον κόσμο κι έκαναν το λάθος να μην πουν, ούτε να κάνουν αυτό που έπρεπε (...) Τα αντιεξουσιαστικά κινήματα (...) βρίσκονταν σε μια κατάσταση διανοητικής ατροφίας από το 1914.", παραδέχεται ο αναρχικός ιστορικός Μαξ Νετλό, στο βιβλίο του "Ιστορία της Αναρχίας". Ο Ρώσος Π. Κροπότκιν, η εμβληματική αυτή φυσιογνωμία του αναρχικού ρεύματος, τάχθηκε ένθερμα με το μέρος της Αντάντ και από το 1914 καλούσε κάθε άνθρωπο "που αγαπά τα ιδανικά της ανθρώπινης προόδου να συμβάλει στη συντριβή της γερμανικής εισβλολής στη Δυτική Ευρώπη." Ο ελευθεριακός-αναρχικός Μ. Μπούκτσιν περιγράφει: "Από το Λονδίνο όπου ήταν εξόριστος ο Πέτρος Κροπότκιν, ο γηραιός θεωρητικός του αναρχοκομμουνισμού, ενστερνίστηκε την υπόθεση των Συμμάχων τόσο ζεστά, ώστε ήρθε σε βίαιη ρήξη με μερικούς από τους στενότερους Βρετανούς συντρόφους του."
Ο ιστορικός του αναρχισμού Πωλ Άβριτς αναφέρει μαρτυρία της κόρης του Π. Κροπότκιν, σύμφωνα με την οποία, ο πατέρας της ήταν ιδιαίτερα απογοητευμένος, καθώς λόγω της ηλικίας του δεν μπορούσε να καταταγεί στο γαλλικό στρατό για να πολεμήσει ενάντια στη Γερμανία.
Στη Γαλλία, έγκριτοι αναρχικοί, όπως ο Ζαν Γκραβ, ο Σαρλ Μαλαπύ και ο Πωλ Ρεκλί, συντάχτηκαν με τους υποστηρικτές της Αντάντ. Ο Γάλλος σοσιαλιστής Γκουστάβ Ερβέ- ο οποίος μερικά χρόνια πριν τον πόλεμο, στο διεθνές σοσιαλιστικό συνέδριο της Στουτγάρδης το 1907, προέβαλε ένα μισο-αναρχικό πρόγραμμα και φωνάζει ότι "όλη η σοσιαλδημοκρατία έχει γίνει αστική"- πέρασε ένθερμα στο σοσιαλσοβινισμό. Το Φλεβάρη του 1916 δημοσιεύτηκε το λεγόμενο "Μανιφέστο των 16" με τις υπογραφές σημαινόντων αναρχικών, όπως του Π Κροπότκιν, Ζ. Γκραβ, Κ. Κορνέλισεν, Β. Τσερκέσοφ κ.ά., εκφράζοντας αμέριστη υποστήριξη προς την Αντάντ.
Ένα άλλο τμήμα αναρχικών (πχ οι Ε. Μαλατέστα, Λ. Μπερτόνι, Α. Μπέργκμαν, Ε. Γκόλντμαν, Α. Σαπίρο κ.ά.) τάχθηκαν ενάντια στον πόλεμο, δημοσιεύοντας το 1915 ένα διεθνές αναρχικό μανιφέστο με τη γενική διακήρυξη ότι οι αναρχικοί είναι "αποφασιστικά αντίθετοι σε κάθε πόλεμο μεταξύ των λαών". Απέναντι στο "Μανιφέστο των 16", ο Μαλατέστα απάντησε χαρακτηρίζοντας τους ως "φιλοκυβερνητικούς αναρχικούς", ενώ μια ομάδα Ρώσων αναρχικών στη Γενεύη (συμμετείχαν οι Ι. Γκρόσμαν, Ρόστσιν και άλλοι) τους χαρακτήρισε "αναρχοπατριώτες".
Στις ΗΠΑ, οι "Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου" (IWW)- που στις γραμμές τους δρούσαν και αναρχοσυνδικαλιστές- πραγματοποίησαν διαμαρτυρίες και απεργίες ενάντια στον πόλεμο, ενώ αναρχικοί όπως οι Ε. Γκόλντμαν, Α. Μπέργκμαν και άλλοι προπαγάνδιζαν τη μη-στράτευση.
Η εναντίωση όμως στον πόλεμο, η άρνηση της στράτευσης και τα καλέσματα για ειρήνη χωρίς ανατροπή της αστικής εξουσίας δεν αποτελούσαν επαναστατική γραμμή για την εργατική τάξη στον αγώνα της για την εξουσία. Ο Λένιν έλεγε για τον πασιφισμό που διέκρινε κάποιες αναρχοσοσιαλιστικές και αναρχικές ομάδες: "Και από τους πασιφιστές και από τους αναρχικούς, εμείς οι μαρξιστές διαφέρουμε γιατί παραδεχόμαστε την ανάγκη να μελετάται ιστορικά ο κάθε πόλεμος ξεχωριστά (...). Στην ιστορία υπήρξαν επανειλημμένα πόλεμοι που, παρ' όλες τις φρικαλεότητες, τις αγριότητες, τις συμφορές και τα βάσανα που συνδέονται αναπόφευκτα με κάθε πόλεμο, ήταν προοδευτικοί, δηλαδή συντέλεσαν στην ανάπτυξη της ανθρωπότητας. (...) Ο μαρξισμός δεν είναι πασιφισμός. Είναι απαραίτητο να αγωνιστούμε για να σταματήσει τι γρηγορότερο ο πόλεμος. Μόνο όμως όταν καλούμε σε επαναστατικό αγώνα το αίτημα της ειρήνης αποκτά προλεταριακό νόημα. Χωρίς μια σειρά επαναστάσεις η λεγόμενη δημοκρατική ειρήνη είναι μια μικροαστική ουτοπία."
Με το ίδιο πνεύμα απαντούσε και στο κάλεσμα ορισμένων σοσιαλιστικών ομάδων και οργανώσεων για "γενικό αφοπλισμό": "Η κυριότερη λοιπόν έλλειψη του αιτήματος του αφοπλισμού είναι ακριβώς ότι παρακάμπτονται έτσι όλα τα συγκεκριμένα ζητήματα της επανάστασης. Ή μήπως οι οπαδοί του αφοπλισμού τάσσονται υπέρ ενός ολωσδιόλου νέου είδους επανάστασης, της άοπλης επανάστασης;"
Ο Λένιν στηλίτευσε μαχητικά τη σοβινιστική χρεοκοπία του αναρχισμού με παρόμοιο τρόπο: " Οι πιο επιφανείς αναρχικοί όλου του κόσμου εξευτελίστηκαν όχι λιγότερο από τους οπορτουνιστές με το σοσιαλσοβινισμό τους σε τούτο τον πόλεμο". Η λενινιστική επεξεργασία αντιπαρατέθηκε σφοδρά με το σοβινιστικό ξεπεσμό τόσο των σοσιαλιστών όσο και των αναρχικών, ενώ αποτέλεσε βασική προϋπόθεση για την απεμπλοκή των εργατικών λαϊκών μαζών από την αστική επιρροή που τους έστελνε στην αλληλοσφαγή και για την προώθηση του επαναστατικού σκοπού ώστε τα όπλα να στραφούν ενάντια στον πραγματικό αντίπαλο, στην αστική τάξη κάθε χώρας, για την ανατροπή της και την κατάκτηση της εξουσίας.
Μετά τη νίκη της επανάστασης του Φλεβάρη του 1917, ο Κροπότκιν επέστρεψε στη Ρωσία. Οι εργατικές και αγροτικές μάζες, εξουθενωμένες από τα σχεδόν 4 χρόνια πολέμου, ζητούσαν άμεσα τον τερματισμό του και την άμεση σύναψη ειρήνης. Ο Κροπότκιν όχι μόνο επέμεινε να υπερασπίζεται τη συνέχιση της διεξαγωγής πολέμου ενάντια στη Γερμανία, αλλά προσέφερε και τη στήριξή του στην Προσωρινή Κυβέρνηση Κερένσκι, που εκφράζοντας τα συμφέροντα της αστικής τάξης, επιδίωκε με κάθε τρόπο τη συνέχιση του πολέμου.
Ο Πωλ Άρβιτς αναφέρει σχετικά: "Παρόλο που ο Κροπότκιν είχε συναίσθηση της εξάντλησης που είχε προκαλέσει ο πόλεμος στο ρωσικό λαό, θεωρούσε την ήττα του γερμανικού μιλιταρισμού ως αναγκαία προϋπόθεση για την ευρωπαϊκή πρόοδο και έτσι την παραμονή της αναχώρησής του για την πατρίδα του, επανεπιβεβαίωσε τη στήριξή του στην Αντάντ. Παρά την αντιδημοφιλή αυτή κίνηση, όταν ο Κροπότκιν έφτασε στον Φινλανδικό Σταθμό, τον Ιούνη του 1917 (...) τον υποδέχτηκε θερμά ένα πλήθος 60.000 ανθρώπων, ενώ μια στρατιωτική μπάντα έπαιζε τη Μασσαλιώτιδα. (...) Ο Κερένσκι προσέφερε στον αξιοσέβαστο ελευθεριακό μια θέση στην κυβέρνηση ως υπουργό Παιδείας, καθώς και μια σύνταξη από το κράτος, τα οποία ο Κροπότκιν απέρριψε κατηγορηματικά. Τον Αύγουστο όμως, αποδέχτηκε την πρόσκληση του Κερένσκι να μιλήσει ενώπιον της Κρατικής Σύσκεψης στη Μόσχα, ένα σώμα αποτελούμενο από πρώην μέλη της Δούμας και εκπροσώπους των ζέμβο, δημοτικούς αξιωματούχους, επαγγελματικές ενώσεις, συνδικάτα, σοβιέτ και συνεταιρισμούς, συγκεντρωμένο από τον πρωθυπουργό σε μια προσπάθεια να σταθεροποιήσει το ετοιμόρροπο καθεστώς. Η σύσκεψη υποδέχτηκε τον Κροπότκιν με επευφημίες. Σε μια σύντομη ομιλία του, κάλεσε σε μια νέα στρατιωτική επίθεση, καλώντας ολόκληρο το έθνος στην υποστήριξη της ρωσικής άμυνας."
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου