"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2014

Κατίνα Τέντα – Λατίφη: Αυτή είναι η ιστορία μου

Αυτή είναι η ιστορία μου, ένα απειροελάχιστο μόριο στην ιστορία του ελληνικού λαού με τους λαμπρούς απελευθερωτικούς αγώνες του και την τραγωδία του, που ξεκίνησε το 1945 όταν χτυπήθηκαν κατακέφαλα απ’ την δεξιά και τους εγγλέζους οι πατριώτες αγωνιστές της Εθνικής μας Αντίστασης. Δηλαδή, αυτοί που δημιούργησαν με το αίμα και τις θυσίες το πιο ωραίο κομμάτι της ιστορίας μας στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο [...] Αυτό μόνον στην Ελλάδα συνέβη, πουθενά αλλού, να αγωνίζεσαι για την απελευθέρωση της χώρας σου και να ‘ρχονται αυτοί που περνούσαν ασφαλείς και όμορφα κι ωραία στο εξωτερικό και αυτοί που συνεργάστηκαν με τους καταχτητές και να σε εξοντώνουν!“ η αντιστασιακή μαχήτρια Κατίνα Τέντα – Λατίφη, μιλάει στην Κρυσταλία Πατούλη για όσα -και όχι μόνο- κατέγραψε στο βιβλίο της Τα απόπαιδα, εκδ. εξάντας.


Γεννήθηκα στον Αλμυρό Μαγνησίας. Πολύ μικρή μαθήτρια του τότε «Προγυμνασίου», πήρα την πρώτη γεύση της Κατοχής, όταν μια μέρα στην ώρα του μαθήματος μπήκαν στην τάξη μας οι Ιταλοί καραμπινιέροι και πήραν έναν συμμαθητή μας κατά μερικά χρόνια μεγαλύτερό μας.

Τότε πρωτάκουσα τη φράση «αυτός έκανε αντίσταση, γι’ αυτό τον έπιασαν».

Αμέσως μετά η λέξη «Αντίσταση» απλώθηκε γύρω μας και μέσα σ’ αυτό το κλίμα οργανώθηκα κι εγώ στα «Αετόπουλα», μετά στην ΕΠΟΝ και στον Εφεδρικό ΕΛΑΣ.
Είχαμε ενθουσιασμό γιατί εμπνεόμασταν απ’ την επανάσταση του 1821. Αυτήν την τόσο αγνή πατριωτική, εφηβική μου συμμετοχή την πλήρωσα με όλη σχεδόν την ζωή μου μετά-βαρκιζιανά. Και όχι μόνον εγώ, αλλά όλο το συγγενολόϊ μας με θύματα και εξορίες.

Ποιοί μας κυνήγησαν; Οι πρώην συνεργάτες των καταχτητών, οι φασιστικές συμμορίες όπως του Σούρλα και οι ομάδες του, και βέβαια το ίδιο το μεταβαρκιζιανό κράτος και το δημιούργημά του – το «παρακράτος».

Από τότε η ζωή μου ήταν ένας κύκλος από συλλήψεις, φυλακίσεις, εξορία στη Γαύδο και στην Ικαρία. Εκεί ήρθε μια Επιτροπή του ΟΗΕ να διαπιστώσει αν υπάρχουν ανήλικα στις εξορίες και έτσι με άφησαν ελεύθερη και μένα σαν ανήλικη, αλλά όταν το καράβι έφτασε απ’ την Ικαρία στον Πειραιά με συνέλαβαν και με πήγαν στο «Χατζηκυριάκειο», με σκοπό να με ξαποστείλουν στον Αλμυρό, κατ’ ευθείαν στις συμμορίες και στον θάνατο.

Γι’ αυτό με μια άλλη μεγαλύτερή μου κοπέλα την Πελαγία που τώρα δεν ζει, δραπετεύσαμε και ύστερα από περιπέτεια όλη τη νύχτα (κοιμηθήκαμε στο λιμάνι μέσα σε βαρέλια) φθάσαμε το πρωί σε μία θεία της στο Παγκράτι, σε ένα σπιτάκι που πενθούσε τα δύο σκοτωμένα στην Αντίσταση αγόρια της. Έκρυβε κι άλλους και μετά από μερικές μέρες θερμής φιλοξενίας εμένα με ξανάπιασαν και συνοδεύοντάς με ο αστυφύλακας για την Γενική Ασφάλεια, του ξέφυγα κάπου εκεί στην Ομόνοια, γιατί ήξερα ότι όδευα στον θάνατο.

Δεν υπήρχε μέρος να κρυφτώ, ολόκληρη επικράτεια της χώρας και δεν βρίσκονταν μια ασφαλής γωνιά για μένα το 16χρονο κορίτσι.

Έτσι, κατέφυγα στο βουνό στον Δημοκρατικό Στρατό (ΔΣΕ).

Η έξοδός μου στο Πήλιο δεν ήταν καθόλου εύκολη εξ αιτίας οξύτατης μορφής μόλυνσης που είχα πάρει στη φυλακή. Απ’ το Πήλιο πέρασα στο Μαυροβούνι, μετά κάτω από δραματικές συνθήκες πήγα στην Όρθρη του Αλμυρού και σε συνέχεια στα Άγραφα, στον Γράμμο το 1948, στο Βίτσι το 1949, Γράμμο το 1949, και με την ήττα στην Αλβανία.

Από κει στην Πολωνία, στη Ρουμανία, στην Ουγγαρία και επειδή αμέσως μετά την ήττα προσχώρησα στην ομάδα του Νίκου Μπελογιάννη, το 1952 στάλθηκα παράνομα στην Αθήνα για την αναδιοργάνωση των λαϊκών αγώνων.

Στη Βουδαπέστη και τη Ρουμανία εργάσθηκα σαν οξυγονοκολλήτρια στα ναυπηγεία και σαν κλωστοϋφαντουργίνα. Ήταν τότε μια απόφαση του κόμματος να εργασθούν τα στελέχη στην παραγωγή, αυτή ήταν μια πολύ σωστή απόφαση γιατί άλλο ο αγώνας που κάναμε έστω και αν παίζαμε με τον θάνατο, και άλλο να περιμένεις να χτυπήσει η σειρήνα του εργοστασίου και να ξεκινάς μέσα στα χιόνια για ολονύχτια βάρδια. Μεγάλη εμπειρία.

Στην Αθήνα κατέβηκα μέσω Βουλγαρίας περνώντας απ’ τα βουνά των Σερρών με αρκετό χιόνι και με πολλά επικίνδυνα απρόοπτα.

Όταν έφθασα στην Αθήνα κάθισα παράνομη σχεδόν δύο χρόνια, στερημένη από την ελληνική ιθαγένειά μου, αλλά και κυνηγημένη με την κατηγορία περί «κατασκοπείας» που δεν σου χαριζόταν η ζωή με τίποτε αν σ’ έπιαναν, νόμος-εφεύρεση για να σε εξοντώσουν.

Επέστρεψα στις Ανατολικές χώρες μέσω Μπέλλες – Βουλγαρίας αντιμετωπίζοντας ενέδρες, ναρκοπέδια και πλημμύρες. Όλα αυτά τα έχω περιγράψει αναλυτικά στο βιβλίο μου Τα απόπαιδα, Εκδ. Εξάντας.

Μετά την επιστροφή μου στάλθηκα στην Μόσχα σε μία τρίχρονη κοινωνικο-οικονομική Σχολή Ανώτατης Μάθησης όπου ήταν φοιτητές και διάφορα ηγετικά στελέχη του αριστερού κινήματος αλλά και άλλων πολλών χωρών όπως π.χ. ο Ντούπτσιεκ της «Άνοιξης της Πράγας» στην Τσεχοσλοβακία. Σε συνέχεια φοίτησα στην 6χρονη Ακαδημία Οικονομικών Σπουδών στο Βουκουρέστι απ’ όπου πήρα πτυχίο με ειδίκευση στο «Διεθνές Εμπόριο». Ήταν μια καταπληκτική και σπάνια Σχολή κι όσο φοιτούσα σκεφτόμουν πόσο απαραίτητη θα ήταν για την Ελλάδα, χώρα κατ’ εξοχήν εμπορική.

Εκεί γνώρισα και τον άντρα μου, τον οικονομολόγο Κώστα Λατίφη που μόλις είχε ξεφύγει τη σύλληψή του στην Ελλάδα και έφτασε στο Βουκουρέστι μέσω Ρώμης. Εκεί γεννήθηκε και η κόρη μας.

Όταν στην Ελλάδα ήρθε η χούντα, ο άντρας μου επειδή είχε στο Παρίσι τον αδελφικό του φίλο Λάκη Συγγελάκη, έφυγε σ’ αυτόν με σκοπό να πάρει μέρος στον αντιδικτατορικό αγώνα. Συνέπεσε να ζήσει το Μάη του ’68, εγώ όμως πήγα με την κόρη μας αργότερα και έζησα τα… αποκαϊδια που λένε.

Οι γαλλικές υπηρεσίες δεν ήθελαν ξένους κι εγώ που πήγα μόνον με μια βίζα εισόδου την οποία μου κράτησαν στα σύνορα, αντιμετώπισα πολύ δύσκολες καταστάσεις, δεν τους ήμουν επιθυμητό πρόσωπο και γι’ αυτό με έδιωχναν. Αυτί εν με ήθελαν αλλά ούτε και κανένα άλλο κράτος με ήθελε γιατί νομικά ήμουν ανύπαρκτη, δεν υπήρχα!

Μετά ένα χρόνο, με ανέλαβε υπό την προστασία της η Ανώτατη Επιτροπή του ΟΗΕ για τους άπατρις και τους πρόσφυγες.

Στην Ελλάδα ήρθα το 1974, την τρίτη μέρα μετά από την επιστροφή του Καραμανλή. Δεν είχα βίζα εισόδου και επωφελούμενη την αναμπουμπούλα στο αεροδρόμιο πέρασα κι εγώ και η κόρη μου με μόνον ένα, το δικό της διαβατήριο!

Ήταν για γέλια, αλλά εγώ ζούσα το όνειρο, πατούσα και περπατούσα στην πατρίδα μου μετά από απαγορευμένα 26 χρόνια! (και δύο παρανομίας = 28).

Ο πατέρας μου είχε πεθάνει απ’ τον καημό, η μάννα μου γερασμένη και άρρωστη και ο αδερφός μου αγνώριστος άντρας. Κι εγώ όμως γι αυτούς ήμουν αγνώριστη: «Με κοροϊδεύουν, δεν είναι αυτή η κόρη Κατίνα», έλεγε η μάννα μου, «θα έχει σκοτωθεί και μου φέρνουν άλλη».

Επί ένα χρόνο έτρεχα στην ΚΥΠ για να μου δοθεί η εθνική μου ιθαγένεια, την οποία τελικά πήρα.

Αυτή είναι η ιστορία μου, ένα απειροελάχιστο μόριο στην ιστορία του ελληνικού λαού με τους λαμπρούς απελευθερωτικούς αγώνες του και την τραγωδία του, που ξεκίνησε το 1945 όταν χτυπήθηκαν κατακέφαλα απ’ την δεξιά και τους εγγλέζους οι πατριώτες αγωνιστές της Εθνικής μας Αντίστασης. Δηλαδή, αυτοί που δημιούργησαν με το αίμα και τις θυσίες το πιο ωραίο κομμάτι της ιστορίας μας στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο.

Αυτό μόνον στην Ελλάδα συνέβη, πουθενά αλλού, να αγωνίζεσαι για την απελευθέρωση της χώρας σου και να ‘ρχονται αυτοί που περνούσαν ασφαλείς και όμορφα κι ωραία στο εξωτερικό και αυτοί που συνεργάστηκαν με τους καταχτητές και να σε εξοντώνουν!

Κι αυτό μετά την απελευθέρωση! Που ακούστηκε αυτό; Κι είναι αυτοί οι ίδιοι που προκάλεσαν τον εμφύλιο.

Θα έβγαινα εγώ στο βουνό, αν δεν με κυνηγούσαν να με σκοτώσουν; Εγώ που όταν παίζαμε στο σχολείο θέατρο και έπρεπε να πέσει μια τουφεκιά κρύβομαν και έκλεινα τα αυτιά μου, θα πήγαινα για να ζήσω τα πολυβόλα, τους τόνους τις βόμβες τις ναπάλμ και τα κανόνια;

Ξεσηκωθήκαμε αγνές Μπουμπουλινίτσες για την πατρίδα και ήρθαν οι άλλοι να μας «τηγανίσουν», να μην αφήσουν ίχνος από εμάς;

Αυτά έγιναν και είναι αναμφισβήτητα.

Η κυριαρχούσα δεξιά με τη στήριξη και προτροπή των Άγγλων που ήθελαν την επαναφορά του παλατιού για να βασιλεύουν στη χώρα μας μέσω της βασιλείας, είναι αυτοί που δρομολόγησαν και προκάλεσαν τον εμφύλιο και όσο για τα λάθη της Αριστεράς που την πάτησε, είναι άλλο κεφάλαιο.

Στην Ελλάδα εργάσθηκα τα περισσότερα χρόνια σε διευθυντική θέση εξαγωγών, σε συνεταιρισμούς, στην ειδίκευση μου δηλαδή.

Από τη στιγμή που βγήκα στη σύνταξη αφιερώθηκα ολοκληρωτικά στη καταγραφή της ιστορίας της Αντίστασης και του Εμφυλίου κι ευτυχώς που μπορώ και τρέχω και καταγράφω… Πρόσφατα, μετά από δέκα χρόνια έρευνας ολοκλήρωσα και το βιβλίοΠέτρος Σ. Κόκκαλης, Βιωματική βιογραφία, το οποίο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Εστία.

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Ο Χίτλερ και οι αστοί (μέρος 2ο)


Siemens: χρυσές μπίζνες υπό τη σβάστικα

H γνωστή πια σε όλους μας για τις μπίζνες των μιζών εταιρεία Siemens, αξίζει, εάν όχι την πρώτη, τότε σίγουρα τη δεύτερη θέση στο "πάνθεον" της αθλιότητας του Τρίτου Ράιχ. Λειτουργώντας υπό καθεστώς διαπλοκής με τις γερμανικές στρατιωτικές αρχές και τα μεγαλοστελέχη των SS η Siemens τροφοδότησε αρχικά με ηλεκτρικά κυκλώματα όλους τους θαλάμους των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Τα κακής ποιότητας υλικά που χρησιμοποιήθηκαν δυσλειτουργούσαν και χάλαγαν τακτικά με αποτέλεσμα συχνά οι κρατούμενοι να μένουν χωρίς φως και θέρμανση. Κατά το 1944, η εταιρεία λειτουργούσε 400 εργοστάσια σε όλη τη Γερμανία τροφοδοτώντας τον γερμανικό στρατό με κάθε είδους προϊόντα καθημερινής χρήσης. Το "αμάρτημα" της Siemens όμως δεν φαίνεται και τόσο μεγάλο ως τώρα. Το 1941, το Τρίτο Ράιχ επιθυμούσε να βρει έναν ταχύτερο τρόπο εξόντωσης των Εβραίων, των κομμουνιστών και των λοιπών ομάδων που διώκονταν. Χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά οι θάλαμοι αερίων. Η Siemens ανέλαβε την κατασκευή τους με τη χρήση καταναγκαστικής εργασίας των κρατουμένων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι κρατούμενοι κατασκεύαζαν ουσιαστικά τους θαλάμους όπου θα εκτελούνταν. Η καταναγκαστική εργασία σκλάβων συνεχίστηκε και σε άλλες εγκαταστάσεις της εταιρείας.

 Το 2001 η εταιρεία προσπάθησε να λανσάρει μια σειρά φούρνων αερίου με το λογότυπο Zyklon. Η κίνηση αυτή προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων και τα προϊόντα σύντομα αποσύρθηκαν.

Εάν υπάρχει ένα ειδικό ενδιαφέρον στην υπόθεση της εταιρείας Siemens αυτό είναι η διαπλοκή της και στην ελληνική πολιτική σκηνή της εποχής. Μελετώντας την νεότερη ελληνική ιστορία θα συναντήσουμε γρήγορα το όνομα Ιωάννης Βουλπιώτης.



Φορτηγό της Siemens χρησιμοποιείται ως όχημα προπαγάνδας του ναζιστικού κόμματος για τις εκλογές.

Αριστερά: Ο Φον Zίμενς συναντά αξιωματικούς των SS σε εκδήλωση του ναζιστικού κόμματος

Ο Φον Ζίμενς (δεξιά) με τον διευθυντή της γερμανικής τράπεζας χαιρετούν ναζιστικά σε εκδήλωση του ναζιστικού κόμματος


Ιωάννης Βουλπιώτης

Ο Ιωάννης Βουλπιώτης υπήρξε Έλληνας επιχειρηματίας και συνεργάτης των Γερμανών. Αποτελεί μέρος της ελληνικής αστικής τάξης για την οποία πολύ λίγα πράγματα είναι γνωστά στην επίσημη ιστοριογραφία. Ο Ιωάννης Βουλπιώτης ξεκίνησε την "υπηρεσία" στο πλευρό της αστικής τάξης με τον γάμο του με την κόρη του μεγιστάνα Καρλ Φρίντριχ Φον Ζίμενς. Επί μεταξικής δικτατορίας και με τον δικτάτορα Μεταξά να αποτελεί γνωστό θαυμαστή του Χίτλερ, ο Βουλπιώτης ανέλαβε το αποκλειστικό συμβόλαιο της Siemens με την Ελλάδα. Αργότερα, επί ναζιστικής Κατοχής, ο Βουλπιώτης θα χαιρετίσει και θα υποβοηθήσει την δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Μεταπολεμικά, ο Βουλπιώτης θα αποκτήσει στενές σχέσεις με τον Πλαστήρα και τον Άγγλο πράκτορα της Intelligence Service Ντέιβιντ Μπαλφούρ.

Το σημερινό σκάνδαλο της Ζίμενς με πρωταγωνιστή τον Μιχάλη Χριστοφοράκο με τις δωροδοκίες και μίζες σε πολιτικούς και κόμματα, έχει παρόμοιό του και στο παρελθόν. Σκάνδαλο με αμαρτωλές συμβάσεις της Ζίμενς, με οσμή «μιζών», υπήρξε και το 1955.

Ο "Χριστοφοράκος" της εποχής εκείνης, ήταν ο Ιωάννης Βουλπιώτης, φίλος του Φον Κανάρη και αμφιλεγόμενο πρόσωπο με σκοτεινό ρόλο επί κατοχής, έφερε τεχνικό εξοπλισμό της Τελεφούνκεν στην ελληνική ραδιοφωνία για τις γερμανικές προπαγανδιστικές εκπομπές. Κατηγορήθηκε για δωσιλογισμό, δικάστηκε δυο φορές, αθωώθηκε και συνέχισε μετά να διευθύνει τη Ζίμενς στην Αθήνα.

Μετά την συνταξιοδότησή του η εταιρεία του προσέφερε τιμητική σύνταξη ύψους 300.000 μάρκων ετησίως.

Ιωάννης Βουλπιώτης



Coca-Cola και Fanta: τροφοδοτώντας και τα δύο μέτωπα.


Η πολύ γνωστή μας για τις συναισθηματικές διαφημίσεις coca-cola συνεργάστηκε και με τα δύο μέτωπα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Όντας αμερικανικών συμφερόντων εταιρεία, τροφοδοτούσε πρώτα και κύρια με αναψυκτικά τους Αμερικάνους στρατιώτες. Και μόνο αυτή της η κίνηση ήταν ικανή για να τις επιφέρει κέρδη εκατομμυρίων, όμως όπως κάθε καλή πολυεθνική εταιρεία δεν αρκέστηκε σε αυτό μόνο το μερίδιο της αγοράς. Η γερμανική coca-cola (δεν είχε περιέλθει σε γερμανικό ιδιοκτησιακό καθεστώς) συνέχισε με το γνωστό buisness as usual την κατασκευή αναψυκτικών σόδας στον γερμανικό στρατό. Μάλιστα τα αναψυκτικά της ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή ανάμεσα στους Γερμανούς στρατιώτες. To 1941, το γερμανικό παράρτημα της εταιρείας ξέμεινε από σιρόπι. Λόγω των περιοριστικών μέτρων στο εμπόριο, η  γερμανική coca-cola αδυνατούσε να προμηθευτεί σιρόπι από τις ΗΠΑ. Έτσι η γερμανική εταιρεία αποφάσισε να λανσάρει ένα νέο αναψυκτικό με γεύση πορτοκάλι για τους Γερμανούς στρατιώτες. Πρόκειται για την γνωστή μας Fanta, η οποία πριν τις εξωτικές διαφημίσεις της δρόσιζε την πολεμική ναζιστική μηχανή.


Αφίσα της Fanta κατά τα ναζιστικά πρότυπα 1941

Αμερικανοί στρατιώτες πίνουν coca-cola 1944

Το προσφιλές γερμανικό αναψυκτικό 


Ηugo Boss: Η αισθητική του Τρίτου Ράιχ

Ο Hugo Boss δημιούργησε την γνωστή εταιρεία του το 1927. Στόχευε στη δημιουργία ενός μικρού αρχικά οίκου μόδας που θα έντυνε και θα εξόπλιζε με αξεσουάρ την γερμανική ελιτ. Τα όνειρά του βρήκαν χώρο όταν μόλις οκτώ χρόνια μετά έγινε μέλος του ναζιστικού κόμματος της Γερμανίας. Η μικρή ακόμα εταιρεία του πάντα καλοντυμένου Hugo, δέχθηκε το 1930 μια παραγγελία μαμούθ. Το ναζιστικό κόμμα παράγγειλε στον Boss τον σχεδιασμό και την μαζική παραγωγή στολών για την Χιλτερική Νεολαία, τα SS και την SA. Οι διαφημιστικές καμπάνιες της εταιρείας τόνιζαν κυρίως αυτό: Προμηθεύουμε τον εθνικοσοσιαλισμό από το 1928. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο κύκλος εργασιών της εταιρείας το 1932 ανέρχονταν σε 36.260 μάρκα, ενώ το 1941 ξεπέρασε τα 3.300.000 μάρκα. Για να καταφέρει να ρίξει το εργατικό κόστος και να προλάβει τις παραγγελίες, ο Hugo Boss, ανέτρεξε σε μια προσφιλή μέθοδο. Χρησιμοποίησε την εργασία κρατουμένων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Συγκεκριμένα, ο Boss χρησιμοποίησε 40-50 αιχμαλώτους πολέμου και 150 κρατούμενους από στρατόπεδα συγκέντρωσης. 

Το 1946, διατάχθηκαν έρευνες για τις επιχειρήσεις του οίκου Boss. O ίδιος ο Hugo, κλήθηκε να πληρώσει το μάλλον συμβολικό ποσό των 100.000 μάρκων για αποζημιώσεις και στερήθηκε της πολιτικής του ψήφου για τρία χρόνια. Ο οίκος Boss φυσικά επιβίωσε αυτής της μικρής κρίσης ώστε σήμερα να μπορεί να παράγει παγκοσμίως και μαζικά αρώματα και αξεσουάρ μόδας. Σήμερα ο υιός του Hugo Boss, Siegfried δήλωσε: "Και βέβαια ο πατέρας μου ήταν μέλος του ναζιστικού κόμματος, αλλά τότε ποιος δεν ήταν;

Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έρχεται από τα βουβά πια στόματα των εκατομμυρίων γερμανο-εβραίων και Γερμανών κομμουνιστών που ο κύριος Boss ήθελε στα κρεματόρια ή το απόσπασμα...



Διαφήμιση της Hugo Boss για τις ναζιστικές στολές