Η δολοφονία έξι μαχητών του ΔΣΕ Λέσβου, καταγράφτηκε σαν ένα από τα στυγερότερα εγκλήματα στην ιστορία του Δημοκρατικού Στρατού στο νησί. Το γεγονός αυτό αντιχεί ακόμα στα αυτιά των κατοίκων της περιοχής ως ένα απο τα πιό νοσηρά εγκλήματα του εμφυλίου. Την τελευταία μέρα του 1948, παραμονές Πρωτοχρονιάς του 1949, δεκατρείς μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού, εξουθενωμένοι από τη βασανιστική πείνα, πήγαν για τροφοδοσία σε ένα ντάμι (καλύβα) στη θέση «Μ'λέλια» (Μυλέλια - Μύλοι), στον κάμπο του Ιππειου, καλεσμένοι από την ιδιοκτήτριά του Ζουλφιέ Χανούμ ή Ελένη Ιορδάνογλου, γνωστή σε όλους σαν «Τσερκέζα». Η Τσερκέζα, που παρίστανε για καιρό το φίλο και τροφοδότη τους, τους είχε στήσει παγίδα, σε συνεννόηση με το διοικητή της χωροφυλακής Μυτιλήνης Π. Σκούρτη. Ηταν η εποχή που στο νησί οργίαζε η τρομοκρατία και το κυνηγητό σε βάρος των μαχητών του ΔΣ. Στρατός, χωροφυλακή και όλος ο κρατικός μηχανισμός του νησιού είχαν αυστηρές διαταγές να ξεμπερδεύουν γρήγορα με τον αγώνα του ΔΣ στη Λέσβο.
Περιμένοντας τους μαχητές, η Τσερκέζα είχε παγιδεύσει ολόκληρο το σπίτι με δυναμίτη. Το βράδυ της 31ης Δεκέμβρη, οι μαχητές κατέβηκαν στον κάμπο. Σε συμφωνημένο μέρος αντάμωσαν συνδέσμους που όλη μέρα επιτηρούσαν την περιοχή. Φτάνοντας στο ντάμι, άφησαν σκοπό απ' έξω τον πιο έμπειρο σύντροφό τους, Βασίλη Καλαντζή. Λίγο πριν φύγουν, η Τσερκέζα ζήτησε να κόψουν την Πρωτοχρονιάτικη πίτα «για το καλό». Αναψε τσιγάρο και βγήκε να φέρει από το φούρνο φοινίκια για να τα πάρουν μαζί τους οι μαχητές. Εξω από το ντάμι, το τσιγάρο της Τσερκέζας έβαλε τη σπίθα στο φιτίλι. Το σπίτι τινάχτηκε στον αέρα. Τα έξι από τα δεκατρία παλικάρια έμειναν στον τόπο. Ηταν οι Βασίλης Παπαδέλλης ή Χάρος και Σταύρος Καζάκος από την Πηγή, Θανάσης Στεφάνου από την Κώμη, Βασίλης Καλαντζής, Κώστας Πηγάσης και Στρατής Τσουκαρέλλης από την Αγιάσο. Οι υπόλοιποι εφτά σύντροφοί τους (Νίκος Αρβανίτης, Κώστας Διαμαντής, Δημήτρης Δεδίτσης, Θρασύβουλος Μπούσδος, Λευτέρης Παπαθανασίου, Κυριάκος Πασχαλιάς και Γιάννης Τσουλέλλης) γλίτωσαν από το φονικό βαριά τραυματισμένοι και ξεθάφτηκαν με κόπο από τα ερείπια. Την επόμενη μέρα, 2 Γενάρη 1949 και ενώ τα άψυχα κορμιά είχαν ήδη γίνει βορά στα σκυλιά, φορτώθηκαν όλα μαζί σε έναν αραμπά και μεταφέρθηκαν πίσω από το νεκροταφείο του Ιππειου, όπου και θάφτηκαν πρόχειρα.
Ο Μιχάλης Λιαρούτσος για το περιστατικό
Η Τσερκέζα ή αλλιώς Ζουλφιέ Χανούμ ή Ελένη Ιορδάνογλου ήταν Μικρασιάτισσα στην καταγωγή. Ήταν ιδιαίτερα δυναμική και πονηρή γυναίκα. Μετά την ανταλλαγή περιουσιών το 1923 απόκτησε μεγάλη περιουσία, εξαιτίας του χαρακτήρα, και των γνωριμιών που είχε. Λέγεται πως είχε δεσμό με τον Νικόλαο Πλαστήρα.
Το τσιφλίκι της Τσερκέζας ήταν πάντα γεμάτο ακόμα και όταν επί Κατοχής το νησί πεινούσε. Το καλοκαίρι του '48, μια μέρα που εκείνη έλειπε απ το τσιφλίκι της, μπήκαν στο μύλο της μια ομάδα αντάρτες, και πήραν λιγοστά πράγματα απ αυτά που βρήκαν μπροστά τους.
Μετά από μέρες έστειλε στον Κυριάκο Πασχαλιά, (Καπετάνιο) χαμπέρι, πως τον περιμένει φανερά, να πάει στο λημέρι της - όχι σαν κλέφτης.
Μετά από τρεις μήνες περίπου, και σε περίοδο μεγάλης πείνας των Ανταρτών, ο Πασχαλιάς τη θυμήθηκε.
Απ τη μια ήθελε να της δείξει πως δεν την φοβάται, παρόλη την κακιά της φήμη. Απ την άλλη έπρεπε να βρει τροφή για τα παληκάρια του. Πήρε λοιπόν έναν ακόμα μαζί του, και κατέβηκαν. Κατέβηκε κυρίως όμως, γιατί πίστευε πως η Τσερκέζα έχει γνωρίσει ξεριζωμό κυνηγητό και κατατρεγμό. Νόμιζε πως παρ ότι δεν συμφωνούσε με τις απόψεις των Ανταρτών, θα σεβόταν το ανυπόταχτο τους.
Και αυτό έδειξε. Τους γέμισε τους ντορβάδες και τους έστειλε. Τους έκλεισε ραντεβού και για την άλλη βδομάδα, την Τρίτη.
Ο Πασχαλιάς κράτησε προφυλάξεις. Την Τρίτη έστησαν καρτέρι στις εισόδους του τσιφλικιού της για ύποπτες κινήσεις. Δεν φάνηκε τίποτα περίεργο. Και την Τετάρτη ξαναφάνηκαν.
Έτσι άρχισε αυτό το νταλαβέρι με την Τσερκέζα. Επιφυλακτικό νταλαβέρι αλλά αναγκαστικό.
Πάντα κρατούσαν επιφυλάξεις. Και ξέκοβαν για αρκετά διαστήματα.
Την Πρωτοχρονιά του '49 τους είχε καλέσει να τους κάνει το τραπέζι,να γυρίσουνε το χρόνο μαζί.
Το ρίσκο της αποδοχής ήταν μεγάλο. Και υπήρχαν μεγάλες ενστάσεις. Όμως υπήρχε και η λαχτάρα των Ανταρτών να φανε σαν άνθρωποι πάνω σ ένα τραπέζι, να ζεστάνουν το κόκαλο τους και να περάσουνε δυο ώρες σαν άνθρωποι. Λαχτάρα που υπερνίκησε τις δεύτερες σκέψεις και τις ενστάσεις.
Τα υπολόγισαν όλα. Πήραν ακόμα και την παραμικρή προφύλαξη. Λογάριασαν προδοσία, κρυμμένα αποσπάσματα, δηλητηρίαση. Λογάριασαν τα πάντα εκτός από ένα.
Και πήγαν.Δεκατρείς αντάρτες. Να φάνε μια φορά μετά από τόσο καιρό, σαν άνθρωποι. Σε τραπέζι, με κάθε λογής φαί. Την άφηναν να τρώει πρώτα εκείνη και μετά έτρωγαν. Ποτό δεν ακούμπησαν.Και οι σκοποί φυλούσαν. Ούτε την άφησαν στιγμή μόνη της. Τα υπολόγιζαν όλα.
Τελευταία στιγμή πριν φύγουν βγήκε να φέρει απ το μύλο κάτι γλυκά που τους είχε να πάρουν μαζί τους,.
Με αναμμένο τσιγάρο. Για να ανάψει το φυτίλι κάτω απ την καρυδιά της αυλής της.
Kαι πυροδότησε τα πυρομαχικά που είχαν ζώσει το σπίτι της, άντρες ειδικοί της ασφάλειας,μερικές μέρες πριν.
6 Αντάρτες έμειναν στον τόπο. Έγιναν κομμάτια απ τα πυρομαχικά. Οι υπόλοιποι κίνησαν για τον Μανταμάδο, που κρύφτηκαν στην μηχανή του Κομίλη.Όλοι με προβλήματα στα μάτια.
Την επόμενη μέρα τοπική εφημερίδα του νησιού έγραφε:
"Εις άγριον μάχην κατά την διάρκειαν της 31ης λήξαντος έτους εις την αγροτικήν περιοχήν του χωριού Ίππειος .Εξ συμμορίται νεκροί,οι υπόλοιποι,τραυματίαι καταδιώκονται απηνώς.
Εγκλωβισμένοι εις αγροικίαν προέβαλαν σθεναράν αντίστασην.Ολόκληρη τη νύκτα τα πολυβόλα έβαλλον.
Ουδεμία απώλεια εκ των ημετέρων"....
Η ίδια η Τσερκέζα είχε ανέβει σε βαρέλι κάτω απ την καρυδιά και απολάμβανε το θέαμα της ανατίναξης του σπιτιού της και των ανταρτών...
Το τσιφλίκι της Τσερκέζας ήταν πάντα γεμάτο ακόμα και όταν επί Κατοχής το νησί πεινούσε. Το καλοκαίρι του '48, μια μέρα που εκείνη έλειπε απ το τσιφλίκι της, μπήκαν στο μύλο της μια ομάδα αντάρτες, και πήραν λιγοστά πράγματα απ αυτά που βρήκαν μπροστά τους.
Μετά από μέρες έστειλε στον Κυριάκο Πασχαλιά, (Καπετάνιο) χαμπέρι, πως τον περιμένει φανερά, να πάει στο λημέρι της - όχι σαν κλέφτης.
Μετά από τρεις μήνες περίπου, και σε περίοδο μεγάλης πείνας των Ανταρτών, ο Πασχαλιάς τη θυμήθηκε.
Απ τη μια ήθελε να της δείξει πως δεν την φοβάται, παρόλη την κακιά της φήμη. Απ την άλλη έπρεπε να βρει τροφή για τα παληκάρια του. Πήρε λοιπόν έναν ακόμα μαζί του, και κατέβηκαν. Κατέβηκε κυρίως όμως, γιατί πίστευε πως η Τσερκέζα έχει γνωρίσει ξεριζωμό κυνηγητό και κατατρεγμό. Νόμιζε πως παρ ότι δεν συμφωνούσε με τις απόψεις των Ανταρτών, θα σεβόταν το ανυπόταχτο τους.
Και αυτό έδειξε. Τους γέμισε τους ντορβάδες και τους έστειλε. Τους έκλεισε ραντεβού και για την άλλη βδομάδα, την Τρίτη.
Ο Πασχαλιάς κράτησε προφυλάξεις. Την Τρίτη έστησαν καρτέρι στις εισόδους του τσιφλικιού της για ύποπτες κινήσεις. Δεν φάνηκε τίποτα περίεργο. Και την Τετάρτη ξαναφάνηκαν.
Έτσι άρχισε αυτό το νταλαβέρι με την Τσερκέζα. Επιφυλακτικό νταλαβέρι αλλά αναγκαστικό.
Πάντα κρατούσαν επιφυλάξεις. Και ξέκοβαν για αρκετά διαστήματα.
Την Πρωτοχρονιά του '49 τους είχε καλέσει να τους κάνει το τραπέζι,να γυρίσουνε το χρόνο μαζί.
Το ρίσκο της αποδοχής ήταν μεγάλο. Και υπήρχαν μεγάλες ενστάσεις. Όμως υπήρχε και η λαχτάρα των Ανταρτών να φανε σαν άνθρωποι πάνω σ ένα τραπέζι, να ζεστάνουν το κόκαλο τους και να περάσουνε δυο ώρες σαν άνθρωποι. Λαχτάρα που υπερνίκησε τις δεύτερες σκέψεις και τις ενστάσεις.
Τα υπολόγισαν όλα. Πήραν ακόμα και την παραμικρή προφύλαξη. Λογάριασαν προδοσία, κρυμμένα αποσπάσματα, δηλητηρίαση. Λογάριασαν τα πάντα εκτός από ένα.
Και πήγαν.Δεκατρείς αντάρτες. Να φάνε μια φορά μετά από τόσο καιρό, σαν άνθρωποι. Σε τραπέζι, με κάθε λογής φαί. Την άφηναν να τρώει πρώτα εκείνη και μετά έτρωγαν. Ποτό δεν ακούμπησαν.Και οι σκοποί φυλούσαν. Ούτε την άφησαν στιγμή μόνη της. Τα υπολόγιζαν όλα.
Τελευταία στιγμή πριν φύγουν βγήκε να φέρει απ το μύλο κάτι γλυκά που τους είχε να πάρουν μαζί τους,.
Με αναμμένο τσιγάρο. Για να ανάψει το φυτίλι κάτω απ την καρυδιά της αυλής της.
Kαι πυροδότησε τα πυρομαχικά που είχαν ζώσει το σπίτι της, άντρες ειδικοί της ασφάλειας,μερικές μέρες πριν.
6 Αντάρτες έμειναν στον τόπο. Έγιναν κομμάτια απ τα πυρομαχικά. Οι υπόλοιποι κίνησαν για τον Μανταμάδο, που κρύφτηκαν στην μηχανή του Κομίλη.Όλοι με προβλήματα στα μάτια.
Την επόμενη μέρα τοπική εφημερίδα του νησιού έγραφε:
"Εις άγριον μάχην κατά την διάρκειαν της 31ης λήξαντος έτους εις την αγροτικήν περιοχήν του χωριού Ίππειος .Εξ συμμορίται νεκροί,οι υπόλοιποι,τραυματίαι καταδιώκονται απηνώς.
Εγκλωβισμένοι εις αγροικίαν προέβαλαν σθεναράν αντίστασην.Ολόκληρη τη νύκτα τα πολυβόλα έβαλλον.
Ουδεμία απώλεια εκ των ημετέρων"....
Η ίδια η Τσερκέζα είχε ανέβει σε βαρέλι κάτω απ την καρυδιά και απολάμβανε το θέαμα της ανατίναξης του σπιτιού της και των ανταρτών...
Πρόσφατα η ΚΝΕ του νησιού οργάνωσε εκδήλωση στην μνήμη τους
Γεια σου ρε αθανατο Κοκκινο Νησι πατριδα μου.Και αν καποιες εποχες πρασινο-ροζιζης η ψυχη σου θα ειναι κοκκινη για παντα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑνατριχιασα..μας πηγαν τους δημοσιογραφους στα μλελια..με το συνεδριο "η μαγεια του Βορειοανατολικου Αιγαιου"..αν τοξερα δεν θα παταγα..δηλαδη μας πηγαν στο γυιο της δολοφονου αν καταλαβα..
ΑπάντησηΔιαγραφήΈκανα ένα σχόλιο εδώ και καιρό και δεν το δημοσιευσατε.Η Πράβδα ήταν καλύτερη.Την ίδια στιγμή αστικά έντυπα, όπως η καθημερινή, δημοσιεύουν κάθε σχόλιο των κομισαριων σας. Ζείτε στο 1938. Η γη γυρίζει σύντροφοι κι ο Στάλιν είναι στον βόθρο της Ιστορίας.Ελευθερωθειτε.Το πολύ πολύ να χάσετε τις αλυσίδες σας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είσαι καλά, τι μου θύμησες τώρα.... πριν δεκαετίες συγγενής που ζούσε στην Λέσβο (μακαρίτης πια) μου διηγήθηκε την ιστορία με συγκίνηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα προσθέσω κάτι που δεν το βλέπω
εδώ ... Ο Κυριάκος Πασχαλιάς μου έλεγε ότι κρυβόταν σε εκκαθαρίσεις μέσα σε μια κουφάλα δένδρου, μου έλεγε ότι την επισκεπτόντουσαν και την έδειχναν οι Λέσβιοι.
Πάντως μίλαγε με θαυμασμό για τον Πασχαλιά τώρα για την Τσερκέζα έλεγε ότι κατέφυγε μετά στην Τουρκία (πόσο αλήθεια είναι ....).
Φωτογραφία του Κ Πασχαλιά
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://www.rizospastis.gr/story.do?id=8131639