Το πόσο καλά γνωρίζει κανείς τον τόπο του αποτελεί μια συζήτηση απολύτως σχετική που δεν χωρά απόλυτα στο πλαίσιο ενός ιστολογίου. Το ότι όμως ο τόπος μας, δεν είναι μόνο τα "λαγκάδια και τα βουνά", αλλά κυρίως οι άνθρωποι αποτελεί μια απόλυτη αλήθεια. Μιλώντας για το δικό μου τόπο, τη Δυτική Στερεά- Αιτωλοακαρνανία, έχω μόνο να πω πως όσα δεν γνωρίζω για αυτόν και την ιστορία του, σχετίζονται κυρίως με τους ανθρώπους. Τους αφανείς αγωνιστές της ταξικής πάλης και του Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της Κατοχής και της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης.
Στην παρακάτω σειρά άρθρων συγκεντρώνονται τα βιογραφικά στοιχεία των λιγότερο γνωστών Αιτωλοακαρνάνων αγωνιστών του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, του ΚΚΕ και του Δημοκρατικού Στρατού.
Παναγιώτης Υφαντής (Ηρακλής)
Ο Παναγιώτης Υφαντής γεννήθηκε το 1916 στο χωριό Αθανάσιος Διάκος και σπούδασε νομικά στην Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δεν κατάγεται από την Αιτωλοακαρνανία, η δράση που ανέπτυξε στη δεκαετία 1940-1949 τον συνδέει άμεσα με αυτή την περιοχή. Το 1941, ο Παναγιώτης Υφαντής οργανώθηκε στην ΟΚΝΕ και πήρε μέρος στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση από διάφορες θέσεις του κομματικού μηχανισμού του ΚΚΕ, που στήριξαν και οργάνωσαν το κίνημα του ΕΑΜ, κατά τα χρόνια της Κατοχής.
Στα Δεκεμβριανά, θα λάβει μέρος σε πολλές μάχες της Αθήνας, ενώ με τη Συνθήκη της Βάρκιζας θα εγκαταλείψει την πόλη επιστρέφοντας πίσω στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Το 1946, θα ενταχθεί στο ΔΣΕ Ρούμελης και αναπτύσσοντας δράση στη Δυτική Στερεά και εντασσόμενος αργότερα στην ΙΙ Μεραρχία, με επικεφαλής τον Γιάννη Αλεξάνδου (Διαμαντή). Οι πολιτικές, στρατιωτικές και κοινωνικές του ικανότητες, τον ανέδειξαν σε ΠΕ της Μεραρχίας και με τη διάλυσή της το 1949, ο Παναγιώτης Υφαντής θα πρωτοστατήσει στην ανασύνταξη των αποκομμένων και διασκορπισμένων μαχητών και μαχητριών της.
Μέσα σε περιοχές, που οι δυνάμεις του αντιπάλου κυριαρχούσαν ολοκληρωτικά, ο Υφαντής θα αναλάβει και θα φέρει σε πέρας την οργάνωση των μικρο-ομάδων του ΔΣΕ που πέρασαν, μετά την ήττα του Γράμμου, τα σύνορα για τις σοσιαλιστικές δημοκρατίες.
Το 1950, θα περάσει και ο ίδιος στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού και αργότερα θα εκλεγεί αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ. Στην 6η Ολομέλεια της ΚΕ, το 1956 θα γίνει και μέλος του γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ. Στη διάρκεια της παραμονής του στην υπερορία, θα αναλάβει διάφορες θέσεις ευθύνης στον κομματικό μηχανισμό του ΚΚΕ.
Θα επαναπατριστεί το 1977 και μερικά χρόνια αργότερα θα φύγει από τη ζωή, πάντα κοντά στο ΚΚΕ και το λαϊκό κίνημα της εποχής.
Στάθης Τσίντζος
Ο Στάθης Τσίντζος γεννήθηκε, το 1915 στο χωριό Μαχαιρά Αιτωλοακαρνανίας στους κόλπους φτωχής αγροτικής οικογένειας. Στη διάρκεια της Κατοχής συμμετείχε ενεργά στο τοπικό ΕΑΜ βοηθώντας από το οικογενειακό του υστέρημα τους μαχητές του ΕΛΑΣ και τα τοπικά παραρτήματα της Εθνικής Αλληλεγγύης, στο Κάτω Ξηρόμερο. Μέσα στην Κατοχή θα οργανωθεί στο ΚΚΕ, του οποίου θα αναδειχθεί σε στέλεχος.
Ο Στάθης Τσίντζος |
Το 1943-1944 θα ενταχθεί στον ΕΛΑΣ και θα λάβει μέρος σε δεκάδες μάχες. Στην Κανδήλα Ξηρομέρου, στη μάχη του ΕΛΑΣ ενάντια στους Γερμανούς και τα Τάγματα Ασφαλείας, ο Στάθης Τσίντζος θα τραυματιστεί βαριά στο στήθος. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο του ΕΛΑΣ, όπου αναρρώνει και επανέρχεται στον αγώνα από θέσεις μέσα στις πολιτικές οργανώσεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ
Μετά τη Συνθήκη της Βάρκιζας και το όργιο της τρομοκρατίας που εξαπέλυσε το αστικό κράτος ενάντια στο ταξικό κίνημα, ο Στάθης Τσίντζος θα γνωρίσει διώξεις, βασανιστήρια και αφάνταστες ταλαιπωρίες. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί, σε συνθήκες βαθιάς παρανομίας να αγωνίζεται για την ανασύνταξη των κομματικών οργανώσεων του ΚΚΕ Ξηρομέρου. Μέλη της οικογένειάς του θα δολοφονηθούν, θα γνωρίσουν την εξορία και τον πόλεμο.
Ο ίδιος θα υπηρετήσει τον ΔΣΕ, από τη θέση του ΚΠίτη οργανώνοντας δίκτυα στο ανατολικό Ξηρόμερο και ζώντας διαρκώς σε κατάσταση κυνηγημένου. Το 1949, καθώς όλες οι οργανώσεις και τα δίκτυα έχουν σχεδόν διαλυθεί, παρουσιάζεται στις αρχές του Μεσολογγίου και κλείνεται στη φυλακή.
Η Χούντα των Συνταγματαρχών θα τον εξορίσει, επίσης, σε μεγάλη ηλικία στη Γυάρο, αφού πρώτα τον βασανίσει για να αποκαλύψει συντρόφους του και πληροφορίες. Ο Στάθης Τσίντζος παραμένει αμίλητος σε κάθε βασανιστήριο.
Δημήτρης Βαμβακάς (Αστέρης)
Ο Δημήτρης Βαμβακάς υπήρξε προπολεμικό στέλεχος του ΚΚΕ στην Αιτωλοακαρνανία και εξόριστος της Μεταξικής Δικτατορίας. Διακρινόταν για την πίστη και την αφοσίωσή του στην κομμουνιστική ιδεολογία, το θάρρος του και την πλατεία του ιδεολογικο-πολιτική κατάρτιση. Απλός στη συμπεριφορά, προνοητικός και πεπειραμένος στην παράνομη δουλειά, ο Δημήτρης Βαμβακάς υπήρξε στυλοβάτης του ΚΚΕ και του κινήματος, σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου.
Κατά την περίοδο της Κατοχής διετέλεσε Πολιτικός Επίτροπος της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ στη Ρεντίνα και συνέβαλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση ενός νέου τύπου, λαϊκού αξιωματικού. Ο ίδιος έλαβε μέρος σε αρκετές μάχες, δίνοντας το παράδειγμα στους σπουδαστές που δίδασκε.
Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας εργάστηκε ως δημοσιογράφος της εφημερίδας "Ελεύθερη Ελλάδα", κεντρικού οργάνου της ΚΕ του ΕΑΜ, εξορμώντας σε επικίνδυνες αποστολές για την ανασύνταξη των κομματικών οργανώσεων του ΚΚΕ στην επαρχία. Μέσα στο ζόφο της κρατικής και παρακρατικής βίας, ο Δημήτρης Βαμβακάς παρέμενε ψύχραιμος και άφοβος.
Στα μέσα του Ιούλη του 1946, ο Δημήτρης Βαμβακάς θα φθάσει στο Αγρίνιο, ως απεσταλμένος του ΠΓ του ΚΚΕ για να αναλάβει την ανασύνταξη των της ΚΟ Αγρινίου. Θα παραστεί με τη δημοσιογραφική του ιδιότητα στη δίκη του κομμουνιστή δημοσιογράφου και λογοτέχνη Θέμου Κορνάρου στο Μεσολόγγι. Μηνυτής είναι ο δεσπότης Αιτωλοακαρνανίας Ιερόθεος που είχε ευλογήσει τα όπλα των Γερμανών. Ο Κορνάρος δικαζόταν για το γνωστό του βιβλίο "Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία". Αμέσως μετά τη διεξαγωγή της δίκης, ο Δημήτρης Βαμβακάς συλλαμβάνεται έξω από το δικαστήριο και οδηγείται στις φυλακές της πόλης.
Απελευθέρωση. Στελέχη του ΕΛΑΣ φωτογραφίζονται στα Σαρδίνια Αιτωλοακαρνανίας. Στο κέντρο ο στρατηγός Γεράσιμος Αυγερόπουλος, αριστερά του ο Στάθης Αρέθας, δεξιά του ο Ηλίας Καράς. Δεξιά του Καρά ο Δημήτρης Βαμβακάς (Αστέρης) και αριστερά του Αρέθα, ο διοικητής της 7ης Ταξιαρχίας της 8ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ.
Με παρέμβαση του εισαγγελέα Παύλου Δελαπόρτα και τις ενέργειες του αείμνηστου δικηγόρου Δ. Γαλανόπουλου, ο Βαμβακάς, μαζί με τους συγκρατούμενούς του Θανάση Συμνιώτη, Χρήστο Τσιτσέλη, Γιάννη Γιαννούζη, Χρήστο Αποστολόπουλου και άλλους αγωνιστές από τη Γαβαλού Ξηρομέρου, μεταφέρεται στα κρατητήρια με προορισμό την εξορία, προκειμένου να γλιτώσει της δολοφονίας. Με συνοδεία και κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, θα μεταφερθούν στην Πάτρα και θα κρατηθούν στο Αγγλικό Προξενείου, που είχε μετατραπεί σε παράρτημα των Μεταγωγών Πειραιά. Εκεί, με τη βοήθεια των συντρόφων του Συμνιώτη και Ναθαναηλέα και την εντολή του ΚΚΕ, ο Βαμβακάς θα αποδράσει.
Μετά την μυθιστορηματική του απόδραση, ο Δημήτρης Βαμβακάς, θα περάσει στα τμήματα του ΔΣΕ στη Μακεδονία, αναλαμβάνοντας τη θέση του κυβερνητικού επιτρόπου της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και την καθοδήγηση των κομματικών οργανώσεων της Θεσσαλονίκης. Το 1948, ζώντας σε συνθήκες παρανομίας, θα σκοτωθεί σε σύγκρουση της Λαϊκής Αυτοάμυνας Θεσσαλονίκης, με την Αστυνομία, σε κάποιο σοκάκι της Τούμπας.
Χαρίλαος Τανταρούδας
Γόνος ευκατάστατης οικογένειας από το Λουτρό Αιτωλοακαρνανίας, ο Χαρίλαος Τανταρούδας γεννήθηκε στους κόλπους μιας από τις πιο γνωστές προοδευτικές οικογένειες του Λουτρού, η οποία έδωσε στο κίνημα της εποχής σπουδαίους αγωνιστές.
Ο Χαρίλαος Τανταρούδας σπούδασε νομικά στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, όπου και ήρθε σε επαφή με τις κομμουνιστικές ιδέες και την κομμουνιστική ιδεολογία, μέσα από τους φοιτητικούς κύκλους και την ΟΚΝΕ. Κατά την περίοδο της Κατοχής, ο Χαρίλαος Τανταρούδας εντάχθηκε στο ΚΚΕ και το ΕΑΜ και δούλεψε με αυτοθυσία και αυταπάρνηση για την διεύρυνση και την ισχυροποίηση των οργανώσεων στην Αθήνα και την Αιτωλοακαρνανία.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ανέλαβε διάφορες θέσεις ευθύνης, όπως αυτή του μέλους του Συμβουλίου Εθνικών Επιτροπών Αντίστασης, της ΠΕΕΑ.
Μετά την Απελευθέρωση, ο Χαρίλαος Τανταρούδας επέστρεψε στο χωριό του, όπου γνώρισε, μαζί με όλη του την οικογένεια τη βία και την τρομοκρατία της επίσημης και παρακρατικής εξουσίας. Κυνηγήθηκε αγρίως και μετά τη δολοφονία του αδελφού του, από ντόπιους παρακρατικούς, κατέφυγε στην Αθήνα, όπου πέρασε στην παράνομη κομματική δουλειά του ΚΚΕ.
Τον Ιούνιο του 1947 συλλαμβάνεται και εξορίζεται στην Ικαρία, από όπου θα μεταφερθεί στη Μακρόνησο στην πρώτη αποστολή εξορίστων, του ελληνικού Νταχάου. Εκεί θα βασανιστεί φρικτά αλλά δεν θα υπογράψει. Το 1960, βρίσκει το Χαρίλαο Τανταρούδα εξόριστο ξανά, στον Αη- Στράτη.
Μετά την απόλυσή του θα γίνει μέλος της Κομματικής Επιτροπής Επιστημόνων, αναπτύσσοντας εκτενή και σοβαρή δράση. Παράλληλα, από τη θέση του δικηγόρου, στάθηκε ενεργά στο πλευρό των αδικημένων εργατών βοηθώντας τους στις διεκδικήσεις τους αμισθί.
Με την επιβολή της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών, ο Χαρίλαος Τανταρούδας κατέφυγε το 1967 στο Παρίσι, όπου βοήθησε αποφασιστικά στην οργάνωση των αγωνιστών που κατέφυγαν εκεί. Στη Γαλλία θα γίνει μέλος της Εθνικής Επιτροπής Ερευνών, στο νομικό της τμήμα, εκδίδοντας πολλά βιβλία σχετικά με το εργατικό δίκαιο.
Έφυγε από τη ζωή το 1991.
Το σπίτι της οικογένειας Τανταρούδα, στο προσεισμικό χωριό Λουτρό. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου