"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

"Οταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα"

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 29 Απριλίου 2011

Η αξέχαστη Μόρφω Τσατίρα

Για την Μόρφω Τσατίρα ελάχιστα μας είναι γνωστά για την ζωή της πριν βγει αντάρτισσα με τον ΔΣΕ.
Γνωρίζουμε μόνο ότι ήταν 28 ετών και μητέρα 2 μικρών παιδιών. Η Μόρφω Τσατίρα ανήκει στους λεγομένους αφανείς ήρωες του εμφυλίου και είναι από μια μονάχα ηρωική της πράξη που συνθέτουμε ένα μικρό κομμάτι της προσωπικότητάς της.

Η Μορφω ανήκε στην 2η Μεραρχία του ΔΣΕ μαζί με την αξέχαστη Μαρία Μπέικου, και χώρος δράσης της ήταν η ορεινή Ρούμελη. Στα μέσα του 1948, η ομάδα της Μόρφως έπεσε κοντά στο Καρπενήσι σε ενέδρα των ΛΟΚ. Είχε μόλις ξημερώσει και οι αντάρτες έβγαιναν από την λούφα και ετοιμάζονταν για τις μακριές ώρες της πορείας στα βουνά. Οι άνδρες των ΛΟΚ είχαν κυκλώσει από παντού τον μικρό καταυλισμό. Όταν πέσαν οι πρώτες σφαίρες, οι αντάρτες έτρεξαν να βρουν  κάλυμμα στα δέντρα και τα βράχια. Μερικά λεπτά μετά όσοι από αυτούς μπόρεσαν να οργανώσουν ένα στοιχειώδες μέτωπο δοκίμασαν με επιτυχία να διασπάσουν τον κλοιό. Ανάμεσά τους και η Μόρφω. Καθώς η ομάδα έτρεχε στα δάση με τα λαγωνικά του φασισμού από πίσω τους μια ριπή αυτόματου θέρισε την πλάτη της Μόρφως. Οι σφαίρες την βρήκαν σε όλο το μήκος της πλάτης και μετά από ένα δυο βήματα, η κοπέλα σωριάστηκε σε ένα θάμνο.

Ήταν τέτοιο το χτύπημα του αυτόματου που οι ΛΟΚατζήδες δεν γύρισαν καν να δουν αν η κοπέλα ζούσε ή πέθανε. Το είχαν σίγουρο πως η αντάρτισσα ήταν νεκρή και έτρεξαν να προλάβουν την φυγή των ανταρτών. Η Μόρφω έμεινε πεσμένη στο ίδιο σημείο μέχρι την νύχτα.

Την νύχτα η Μόρφω ξύπνησε με φρικτούς πόνους από το λήθαργο του πόνου. Βρίσκονταν μπρούμυτα με την πληγή ανοιχτή σε όλο το μήκος της πλάτης της. Αναγκάστηκε να συρθεί μπρούμυτα και κατάλαβε μετά από μερικές απόπειρες ότι μόνο έτσι μπορούσε να κουνιέται. Για τέσσερις ημέρες η Μόρφω Τσατίρα προσπαθούσε σερνόμενη μπρούμυτα να βρει τμήματα του ΔΣΕ και να ζητήσει βοήθεια. Φορές φορές έχανε τις αισθήσεις της από τον πόνο. Στο σωματικό της μαρτύριο ήρθε να προστεθεί η πείνα και το κρύο. Είχε μαζί της ένα κλαράκι και προσπαθούσε να βγάλει καμιά ρίζα να φάει η να χτυπήσει τίποτα λιγοστούς καρπούς να πέσουν. Πολλές φορές προσπαθούσε ώρες χωρίς αποτέλεσμα. Την νύχτα κρυψώνα δεν υπήρχε πουθενά εκεί γύρω και ούτε σε κανέναν μπορούσε να φωνάξει αφού δεν μπορούσε να είναι σίγουρη για το αν τριγύρω υπήρχαν τμήματα του ΔΣΕ ή των ΛΟΚ. Προχώραγε έτσι μονάχη με το κόκκινο αμπέχονο της να δίνει εύκολo στόχο για τα αεροπλάνα.
Παρόλα αυτά η Μόρφω τα κατάφερε. Σε τέσσερις ημέρες ένα μικρό κλιμάκιο του ΔΣΕ την εντόπισε και την περιέθαλψε. Οι γιατροί της είπαν ότι όχι μόνο ήταν θαύμα πως δεν πέθανε από την αιμορραγία, την δίψα και τις μολύνσεις, αλλά και ότι η πληγή είχε ήδη αρχίσει να θρέφει! Η Μόρφω με το τέλος του εμφυλίου πέρασε στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Στο βιβλίο της η Μπείκου αναφέρει: "Η Μόρφω επί τέσσερις ημέρες μιλούσε νοερά με τα παιδιά της τα χορτάρια και τα δέντρα". Από αυτά πήρε δύναμη και επέζησε κάνοντας το σύνθημα του ΔΣΕ πράξη: Θριάμβευσε η ζωή.

Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

Μένη Παπαηλιού η "Θύελλα"


Η Μένη Παπαηλιού ήταν μια από τις πιο γενναίες και παρόλα αυτά πιο άγνωστες μορφές της Εθνικής Αντίστασης. Κατάγονταν από την Καλλιθέα της Αθήνας και δούλευε ράφτρα από μικρή για να συμπληρώσει το φτωχό εισόδημα της οικογένειάς της. Παντρεύτηκε, όπως πολλά κορίτσια της εποχής, μικρή και με προξενιό χωρίς καν να έχει γνωρίσει τον άνδρα με τον οποίο θα ζούσε την υπόλοιπη ζωή της. Την πάντρεψαν με έναν χωροφύλακα. Όλα έδειχναν ότι η Mένη, θα γίνονταν αυτό που πολλές γυναίκες της εποχής έγιναν χωρίς τα γράμματα και το σχολείο. Θα έμενε στο σπίτι για να γεννήσει τα παιδιά την, ήσυχη και υποταγμένη, μέχρι μια μέρα που θα την έπαιρναν για το κοιμητήρι με το φέρετρο. Η Μένη Παπαηλιού όμως δεν έγινε αυτό, έγινε η "Θύελλα"...

Ο πόλεμος βρήκε την Μένη στα τριάντα της ήδη με τρία παιδιά που δυσκολεύονταν πολύ να τα θρέψει. Ο σύζυγός της δούλευε στην Χωροφυλακή. Ο Μπουραντάς τότε στρατολογούσε για λογαριασμό της Γκεστάπο πολλούς απλούς πολίτες, οι οποίοι έναντι ενός πιάτου φαγητό για αυτούς και το σπιτικό τους, στέλνονταν στο βουνό για να καταταγούν στον ΕΛΑΣ και να λειτουργήσουν σαν χαφιέδες της Ασφάλειας. Έτσι η Μένη εστάλη και αυτή με την εντολή του συζύγου της και έναντι ενός παχυλού ποσού. Η Μένη όμως δεν ήταν τέτοια ψυχή. Αντ'αυτού, κατατάχθηκε πλήρως στον ΕΛΑΣ και έδρασε όπως τόσοι άλλοι αγωνιστές της εποχής. Η γενναιότητά της έμεινε μνημειώδης και απέσπασε τον θαυμασμό πολλών συντρόφων και συναγωνιστών της. Τραυματίσθηκε μάλιστα και στον μηρό σε μια μάχη του ΕΛΑΣ με μια μονάδα Ιταλών.

Χαρακτηριστικό της αποφασιστικότητάς της ήταν, ότι μετά μια μάχη με τους Γερμανούς, η Μένη βρήκε ένα όμορφο μαύρο παντελόνι και το φόρεσε αμέσως. Για καιρό οι διοικητές της προσπαθούσαν να την πείσουν να το βγάλει για να διατηρηθεί η στρατιωτική ομοιομορφία, όμως η Μένη αρνούνταν να πειθαρχήσει. Μονάχα όταν μια νεαρή συμπολεμίστριά της της το ζήτησε γλυκά γλυκά εκείνη δέχτηκε και τοποθέτησε από τότε το ρούχο στο σακίδιό της.

Μεγάλο βάσανο για την "Θύελλα" ήταν το γεγονός ότι στην Αθήνα δεν μπορούσε να κατέβει πια για να δει τα παιδιά της. Το λεγε και το ξανάλεγε στους αξιωματικούς και έτσι ήταν η μόνη της Μεραρχίας της που πήρε άδεια τον Νοέμβρη του 1944 να κατέβει στην Αθήνα για να τα δει. Όμως η μοίρα δεν στάθηκε τόσο ευγενική όσο ήταν η ίδια η Μένη. Τα Δεκεμβριανά την πέτυχαν στην Αθήνα, κι εκεί όμως η Μένη Παπαηλιού δεν ξέχασε το χρέος και την αποστολή της. Αμέσως κατατάχθηκε στον ΕΛΑΣ και πήρε το όπλο ενάντια στους Άγγλους και τους ντόπιους χαφιέδες τους.

Προς το τέλος του ματωμένου Δεκέμβρη, η "Θύελλα", έχασε την ζωή της στο απόσπασμα των προδοτών στην Καλλιθέα. Πριν πεθάνει άφησε στα παιδιά της δύο ποιήματα γραμμένα με το αίμα της. Της είχαν αρνηθεί και το μελάνι...

Στα βήματα της ιστορίας - Καρυά Λευκάδας

Το χωριό Καρυά στο νησί της Λευκάδας προβάλει όμορφο μέσα στα πλατάνια μόνο μισή ώρα από την πολυσύχναστη πόλη του νησιού. Στον κεντρικό του δρόμο μπορεί κανείς να δει την όμορφη του πλατεία κάτω από τις δασωμένες κορφές του βουνού. Λίγο πιο δίπλα, στο δημαρχείο, στέκει το άγαλμα της Εθνικής Αντίστασης, σκαλισμένο σε μάρμαρο. Ένας αντάρτης και μια αντάρτισσα. Αυτό που πολλοί επισκέπτες δεν γνωρίζουν για το χωριό είναι ότι ανήκει στην τριάδα των ανταρτοχωριών της Λευκάδας. Η Καρυά,η Ενγκλουβή και ο Αλέξανδρος, είναι τα τρία χωριά του νησιού από όπου δημιουργήθηκε ο ΕΛΑΣ Λευκάδας. Αγωνιστές βέβαια έδωσαν και πολλά άλλα χωριά του νησιού, όμως τα χωριά αυτά, είναι θα λέγαμε τα πιό πρωτοπόρα χωριά τόσο στους κοινωνικούς όσο και στους αντιστασιακούς αγώνες. Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι στα τρία αυτά χωριά η αποχή από τις μαύρες εκλογές του 1945-46 έφθασε το 99% !

Τρίτη 26 Απριλίου 2011

Η πρώτη αεροπειρατεία

Βρισκόμαστε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1948. Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα βρίσκεται σε κρίσιμο στάδιο και το μέτωπο του Γράμμου παραμένει ανοιχτή πληγή που αιμορραγεί τόσο για τον ΕΣ όσο και για τον ΔΣΕ. Οι εφεδρείες του ΔΣΕ είναι λιγοστές, και οι κυβερνητικές δυνάμεις έχουν ήδη βίαια ερημώσει πολλές από τις περιοχές δράσης των ανταρτών. Στην Ελλάδα όμως υπάρχουν ακόμα Έλληνες που δεν βρίσκονται στον Γράμμο, τις εξορίες ή τον τάφο. Έλληνες που επιθυμούν να αγωνιστούν στο πλάι του δίκιου και της ζωής...

Στις 18 Σεπτεμβρίου του 1948, έξι μαθητές του Γυμνασίου, όλοι αριστερών φρονημάτων, επιβιβάζονται σε αεροσκάφος που εκτελεί το δρομολόγιο Αθήνα- Θεσσαλονίκη. Η προκάλυψη των μαθητών ήταν ότι πήγαιναν στην Αθήνα για να δώσουν εξετάσεις. Επικεφαλής τους και "πατέρας" του σχεδίου που ακολούθησαν ήταν ο αξέχαστος Αντώνης Βογιάζος, μέλος του ΟΚΝΕ ήδη από το 1944. Οι έξι μαθητές οπλισμένοι με σουγιάδες και ένα σπασμένο μπουκάλι γκαζόζα, κατάφεραν να μπουν στο πιλοτήριο και να εξαναγκάσουν τους πιλότους να προσγειώσουν το αεροπλάνο στο Βελιγράδι. Ο λόγος ήταν ότι επιθυμούσαν να ενωθούν με τον ΔΣΕ, όμως όλες οι δίοδοι προς το βουνό ήταν αποκομμένες. Οι αεροπειρατές κατάφεραν να γίνουν δεκτοί από αντιπροσωπεία των τοπικών αρχών και να προωθηθούν όπως το επιθυμούσαν στο μέτωπο του Γράμμου και τον ΔΣΕ. Οι επιβάτες και το αεροσκάφος επέστρεψαν χωρίς άλλες περιπέτειες στην Ελλάδα.

Τα αποτελέσματα της επεισοδιακής αυτής απόπειρας ήταν μεγάλα. Ο έλεγχος στα αεροδρόμια έγινε αυστηρότερος και το ίδιο το συμβάν δημιούργησε ένα νέο κύκλο αφοπλιστικών ερωτήσεων για το μοναρχοφασιστικό καθεστώς από τα ξένα ΜΜΕ. Φυσικά το εγχείρημα είχε αποτελέσματα και για τους έξι ήρωες. Και τα έξι παιδιά καταδικάστηκαν ερήμην σε θάνατο ενώ στα δικαστήρια σύρθηκαν και οι οικογένειές τους που δεν γνώριζαν απολύτως τίποτα για το γεγονός. Το αστικό κράτος της εποχής αποπειράθηκε να μεταθέσει την ευθύνη της ενορχήστρωσης του εγχειρήματος στο ΚΚΕ, γεγονός όμως είναι πως το όλον είναι προϊόν της φλογερής ψυχής αυτών των έξι αγοριών...


Τα ονόματα των πρώτων αεροπειρατών της ιστορίας είναι:
  • Αλέξανδρος Κουφοδάκης, 21 ετών
  • Δημήτριος Κουφοδάκης, 23 ετών
  • Αχιλλέας Κλετιμλίδης, 19 ετών
  • Αντώνης Βογιάζος, 18 ετών
  • Γιώργος Κέλας, 17 ετών
  • Σπύρος Χειλμιάδης, 18 ετών

Από τα έξι ηρωικά παιδιά, ο Σπύρος Χειλμιάδης αγνοείται από τις επιχειρήσεις του ΕΣ στο Κιλκίς το 1949 ενώ οι υπόλοιποι κατάφεραν να περάσουν στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού μετά το 1949. Ο Αντώνης Βογιάζος, γνώστης τριών ξένων γλωσσών σπούδασε σκηνοθεσία στην ΕΣΣΔ, και έγινε ο επίσημος μεταφραστής του έργου του Λένιν στα ελληνικά. Αργότερα σκηνοθέτησε αρκετές ταινίες και σειρές της σοβιετικής τηλεόρασης.

Η αεροπειρατεία του 1948 έχει δραματοποιηθεί και στην μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Κώστα Κουτσομύτη με τίτλο: "Ο Κλοιός"

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Στα βήματα της ιστορίας- Το φυλάκιο Αράπη

Στον δρόμο μετά την Αμφιλοχία στο χωριό Λουτρό ο δρόμος κόβει απότομα αριστερά και οδηγεί στην παραλία του Αράπη. Η παραλία ονομάζεται έτσι από το μάυρο χρώμα της άμμου της. Εδώ στο βαλτώδες έδαφος πίσω από την παραλία μπορέι κανείς να παρατηρήσει τρία λείψανα κτιρίων. Το ένα είναι προφανός σπίτι. Είναι το σπίτι της οικογένειας Μπαφέρα από την Λεπενού που εγκαταλείφθηκε κοντά στα 1910 λόγω του σαθρού εδάφους. Δίπλα τα δύο μικρότερα κτίσματα είναι τα δύο φυλάκια των Γερμανών. Στην παραλία Αράπη, οι Γερμανοί διέθεταν μια οχυρότατη βάση. Σκοπός της ήταν να φυλάει το έμπα του Αμβρακικού από εχθρικά πλοιάρια. Τα φυλάκια διέθεταν ναρκοπέδιο, τριπλή σειρά συρματόπλεγμα, ένα βαρύ μυδράλιο και έναν βαρύ όλμο. Η φρουρά απαρτίζονταν από 30 περίπου άνδρες. Στο φυλάκιο Αράπη γράφηκαν ματωμένες σελίδες της ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης, όταν κατά την μάχη της Αμφιλοχίας ένα κλιμάκιο του 2/39 Συντάγματος ΕΛΑΣ επιχείρησε να καταλάβει το φυλάκιο. Ο ΕΛΑΣ βρήκε το φυλάκιο προετοιμασμένο και δεν κατάφερε να το καταλάβει αν και κατάφερε να καθηλώσει τους Γερμανούς.

Στο σημείο έχασαν την ζωή τους 10 Γερμανοί και 7 αντάρτες του ΕΛΑΣ, μέχρι που οι τελευταίοι αποσύρθηκαν στο χωριό Βούστρι.


Το φυλάκιο του Αράπη


Το φυλάκιο του Αράπη, δεύτερο κτίριο



Ντοκουμέντο Εμφυλίου

Το παρακάτω έγγραφο του εμφυλίου, αποκαλύπτει την αδερφική σχέση παρακράτους και Εθνικού Στρατού κατά την διάρκεια του Εμφυλίου. Πρόκειται για μια άδεια εισόδου (από τις ελάχιστες που χωρηγήθηκαν την εποχή εκείνη σε μη στρατιωτικούς) που δίνεται στον παλιό ταγματασφαλίτη Παναγιώτη Κατσαρέα, νυν αρχηγό της παρακρατικής ΕΑΟΚ για να εισέλθει στο Υπουργείο Στρατιωτικών. Μια τέτοια σχέση καταδεικνύει κατά την γνώμη μας την αγαστή σύμπνοια του των παρακρατικών με το αστικό κράτος..


Το έγγραφο εισόδου στο Υπουργείο όπως διατίθεται στο αρχείο του Ριζοσπάστη


Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Τσάμηδες και Κατοχή

Τσάμηδες με Γερμανό
διοικητή
Οι Τσάμηδες είναι ένα αλβανικό φύλο που έκανε την εμφάνισή του στην περιοχή της Ηπείρου, την εποχή της Τουρκοκρατίας. Σύγχρονοι ιστορικοί, θεωρούν ότι οι ιστορικοί της εποχής αναφέρονται στα φύλα των Τσάμηδων όταν μιλούν για "Τουρκαλβανούς". Αυτό που χαρακτηρίζει τους Τσάμηδες ως φύλο, είναι η αλβανικές ρίζες τους και το μουσουλμανικό τους θρήσκευμα.Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, οι Τσάμηδες εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην περιοχή της Ηπείρου και της Θεσπρωτίας και υπηρέτησαν τους κατά περιοχή Τούρκους ηγεμόνες ως ένοπλα σώματα. Το τσάμικο στοιχείο δέχθηκε σε πολλές ιστορικές περιόδους την προσπάθεια του ελληνικού κράτους να το ενσωματώσει, όμως η θρησκευτικές διαφορές και ο αλυτρωτισμός που είχε καλλιεργηθεί στο φύλο εμπόδισαν διαχρονικά κάθε τέτοια (όχι πάντα ειρηνική) προσπάθεια. Στο σημείο αυτό θα παρουσιάσουμε μια μικρή ιστορική αναδρομή για την στάση των Τσάμηδων απέναντι στην τριπλή κατοχή.


Το 1939 οι ιταλικές δυνάμεις καταλαμβάνουν την Αλβανία, χώρα που πολλοί Τσάμηδες θεωρούσαν ως πατρίδα τους. Στο φύλο καλλιεργούνται αισθήματα εχθρότητας προς τον άξονα που όμως δεν μέλλεται να κρατήσουν για πολύ. Οι ιταλικές κατοχικές δυνάμεις της Ηπείρου αντιλαμβάνονται άμεσα την φυλετική διαφοροποίηση των Τσάμηδων και σπεύδουν να την εκμεταλλευτούν. Στα λεγόμενα τσαμητοχώρια οι ιταλικές δυνάμεις  κατοχής προσεγγίζουν τους ηγέτες των Τσάμηδων και τα μεγάλα λόγια αρχίζουν. Με λίγα λόγια οι Ιταλοί με την σύμφωνη γνώμη των Γερμανών υπόσχονται αυτόνομο τσάμικο βασίλειο στην περιοχή της Ηπείρου με επικεφαλής του, Τσάμη βασιλιά!


Οι Τσάμηδες δέχτηκαν με μεγάλη ευχαρίστηση αυτή την προοπτική. Στα χωριά των Τσάμηδων οργανώνονται ομάδες πολιτοφυλακής που συνεργάζονται με τους κατακτητές. Επιπλέον, οι Γερμανοί συγκροτούν και ένα ένοπλο σώμα μουσουλμάνων στο οποίο εντάσσονται και οι Τσάμηδες. Με την συνθηκολόγηση των Ιταλών, το σώμα των Τσάμηδων δρα και πιο ενεργά κοντά στην Μεραρχία Εντελβάις που χτυπά τον ΕΛΑΣ στην περιοχή τους. Το σώμα αυτό προς το 1944 είναι γνωστό ότι είχε έδρα το Μεσολόγγι και διέθετε μικτό ιταλικό οπλισμό. Εοικεφαλής τους ήταν κάποιος Κίτσα Μπαζάκ.  

Η δράση των Τσάμηδων υπήρξε φτωχή στρατιωτικά, σημαντική όμως επιτελικά. Οι ομάδες των Τσάμηδων οργανωμένες στην Αλβανική Εθνική Επιτροπή (ΞΙΛΙΑ) δρούσαν καταδίδοντας στους κατακτητές τους Έλληνες πατριώτες της περιοχής τους. Ως εκ τούτου οι Τσάμηδες υπήρξαν ηθικοί αυτουργοί  πολλών εκτελέσεων και εκκαθαρίσεων. Σε πολλές περιπτώσεις τα θύματα των εκτελέσεων δεν ήταν ανήκοντες σε αντάρτικα σώματα και η υπόδειξή τους βασίζονταν σε προσωπικές αντεκδικήσεις. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις θύματα των εκκαθαρίσεων υπήρξαν Τσάμηδες κομμουνιστές ή μέλη του ΕΑΜ. Σε κάθε περίπτωση οι εκκαθαρίσεις όπως αυτής των 49 ανδρών της Παραμυθιάς το 1943, μετά από υπόδειξη των Τσάμηδων, αποτέλεσαν έγκλημα για τον ελληνικό λαό και την Εθνική Αντίσταση.


Το ΕΑΜ και ο ΕΔΕΣ

Το ΕΑΜ στην περιοχή της Θεσπρωτίας προσπάθησε να πάρει με το μέρος του τον τσάμικο πληθυσμό. Οι συντηρητικές ρίζες τους όμως και ο εθνικισμός που καλλιεργήθηκε από τον άξονα, δεν άφησε την μεγάλη μερίδα του πληθυσμού τους να ακολουθήσουν τον δρόμο του αγώνα. Παρόλα αυτά, το ΕΑΜ οργάνωσε μια ικανή μερίδα του τσάμικου στοιχείου που άγγιζε περίπου τα 300 άτομα. Το ΕΑΜ ήδη με τα πρώτα εγκλήματα των Τσάμηδων ενάντια στον ντόπιο πληθυσμό καταδίκασε την στάση τους και έσπευσε να ανταπαντήσει με ένοπλο αγώνα. Το ίδιο συνέβη και με τον ΕΔΕΣ που αν και στρατολόγησε αρκετούς Τσάμηδες δεν στάθηκε ικανός να ελέγξει την μεγάλη μερίδα τους.

Η δράση του ΕΛΑΣ ενάντια στους Τσάμηδες υπήρξε σαφέστατα μικρότερη από αυτή του ΕΔΕΣ. Ο λόγος για αυτό ήταν όχι κάποιο σκοτεινό σχέδιο, όπως πολλοί αναθεωρητές της ιστορίας πιστεύουν, αλλά το ίδιο το γεγονός ότι οι Τσάμηδες κατοικοέδρευαν στην περιοχή που έλεγχε ο ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ. Παρόλα αυτά ο ΕΛΑΣ έδωσε σημαντικές μάχες με τα ένοπλα τμήματα των Τσάμηδων στο Μεσολόγγι και το Αιτωλικό και διενέργησε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή ευθύνης της 8ης Μεραρχίας, στις τοποθεσίες του Γρίμποβου και της Χαραυγής.

Ο ΕΔΕΣ κινήθηκε ενάντια στους Τσάμηδες τον Σεπτέμβρη του 1944 και τους αντιμετώπισε στην Μάχη της Μενίνας όπου έπαψαν να υφίστανται και ως οργανωμένο σώμα. Την νίκη αυτή χαιρετίζει και η φιλοΕΑΜική εφημερίδα "Επαναστάτης" .



Συγκέντρωση Τσάμηδων σε ορεινό χωριό της Θεσπρωτίας



Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

H Χωροφυλακή στην Κατοχή και τον Εμφύλιο

Η  Χωροφυλακή ιδρύθηκε το 1828 στο Ναύπλιο με τον τίτλο της Πολιταρχείας και καταργήθηκε το 1984 όταν συγχωνεύθηκε με την Ελληνική Αστυνομία Πόλεων.

Στο άρθρο αυτό θα επιχειρήσουμε μιαν ανάλυση ως προς τον ρόλο που η Χωροφυλακή διαδραμάτισε κατά την περίοδο του Εμφυλίου και της τριπλής Κατοχής. Έναν εν πολλοίς, άχαρο ρόλο που περνά από τον φασιστικό χαφιεδισμό του Μεταξά στα κρεμασμένα κεφάλια του Εμφυλίου. 

Η Χωροφυλακή ως σώμα ήταν οργανωμένη κατά τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα. Ήταν ένα ένοπλο, στρατιωτικά οργανωμένο τμήμα, που είχε ως λειτουργία της την διατήρηση και αποκατάσταση της τάξης. Η επάνδρωση της Χωροφυλακής ξεκίνησε εθελοντικά και ο εθελοντικός της χαρακτήρας διατηρήθηκε μέχρι την διάλυσή της με ορισμένα επιπρόσθετα κριτήρια.

Μέχρι την 4η Αυγούστου η Χωροφυλακή χαρακτηρίζονταν από αμιγώς αστυνομικά καθήκοντα. Είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι αποσπάσματα χωροφυλάκων έλαβαν μέρος σε μάχες των Βαλκανικών Πολέμων καθώς και σε ένοπλες συγκρούσεις του Πρώτου Παγκόσμιου. Ο χαρακτήρας αυτός της ελληνικής Χωροφυλακής καταργήθηκε από τον Ιωάννη Μεταξά και ξαναθεσμοθετήθηκε κατά την περίοδο του εμφυλίου.


Μεταξική Δικτατορία

Η δικτατορία του Μεταξά επιθυμούσε ένα πιο καθορισμένο ρόλο για την Χωροφυλακή. Το καθεστώς επιθυμούσε να την χρησιμοποιήσει για τον έλεγχο και την παρακολούθηση του ελληνικού λαού. Κατά την περίοδο του Μεταξά, το καθεστώς επιθυμούσε να θέσει υπό έλεγχο τόσο το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα όσο και τα αριστερά και κομμουνιστικά κόμματα. Έτσι η Χωροφυλακή οργάνωσε ένα εκτενέστατο δίκτυο πληροφοριοδοτών και χαφιέδων με έδρα την Ειδική Διεύθυνση Αθηνών. Ο νέος ρόλος της αυτός, αυτό κάνει την εμφάνισή του στην "πρεμιέρα" του Μάη του 1936. Τον Μάη του 1936 η Θεσ/νίκη βρίσκεται υπό την ειρηνική κατάληψη χιλιάδων απεργών, εργατών αγροτών και υπαλλήλων. Ο λαός διαμαρτύρεται για τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής του και τους μισθούς φτώχειας του. Η μεταξική δικτατορία δρα αποφασιστικά. Ένα σύνταγμα στρατού και δύο Χωροφυλακής θα κληθούν να καταπνίξουν την εξέγερση. Οι επιτελείς της Χωροφυλακής γνωρίζουν καλά από τους χαφιέδες τους ποιους να χτυπήσουν. Μέσα στους χιλιάδες τραυματίες, βρίσκονται νεκρά ή τραυματισμένα δεκάδες συνδικαλιστικά στελέχη των διαφόρων σωματείων. Ένας από αυτούς και ο Τάσος Τούσης. Ο Θέμος Κορνάρος, δημοσιογράφος της εποχής που κάλυψε τα γεγονότα γράφει: « Ο Τούσης εκείνο το πρωί έβγαινε από το Καφενείο. Απέξω στέκονταν χαφιέδες της Χωροφυλακής. Ένας του είπε: Θα πεθάνεις σήμερα Τούση. Λίγο αργότερα τον δολοφόνησαν» και παρακάτω τονίζει « Οι άνδρες της Χωροφυλακής, δεν είχαν παραταχθεί για να φυλάξουν ή να απομονώσουν την πορεία. Είχαν πάρει θέσεις σε στρατηγικής σημασίας στενά όπως ένας στρατός που ετοιμάζεται για την επίθεση.»

Μετά τα γεγονότα του ματωμένου Μάη, η Χωροφυλακή με επικεφαλής τον Μανιαδάκη βρέθηκε σε ευνοϊκή θέση για να χτυπήσει και τον δεύτερο στόχο της. Οι χαφιέδες της Χωροφυλακής κατάφεραν να διεισδύσουν στις κομματικές οργανώσεις του ΚΚΕ και να σπείρουν το χάος. Στελέχη πιάνονταν και φυλακίζονταν, βασανίζονταν και στέλνονταν στις εξορίες σε όλη την Ελλάδα. Παράλληλα οι μηχανισμοί της Χωροφυλακής συστήνουν μια δεύτερη πλασματική ΚΕ του ΚΚΕ και εκδίδουν δικό τους Ριζοσπάστη. Τα αίσχη του Ριζοσπάστη του Μεταξά μιλούν για αυτονομία της Μακεδονίας και τμημάτων της Θράκης. Αυτά ακριβώς τα ιδεολογικά εκτρώματα χρησιμοποιούνται ακόμα από τους πολέμιους του ΚΚΕ και σήμερα…

Φυσικά, στην Χωροφυλακή, όπως και σε κάθε περίπτωση, υπήρξαν και οι άνθρωποι εκείνοι που έλαμψαν με το αντιπαράδειγμα που δημιούργησαν. Κατά την μεταξική δικτατορία, από το πλήθος των Ελλήνων χωροφυλάκων ξεχώρισαν:
  • Ο Γ. Γρηγοριάδης, ο "κόκκινος" δεκανέας της χωροφυλακής, που βοήθησε την απόδραση του Ανδρόνικου Χαιτά, Κώστα Ευτυχιάδη, Δημ Παπαρήγα, Μ Μαρκοβίτη, Θ Κλάρα, Βασ Ασίκη, Λευτέρη Αποστόλου , Βασ Καρασκόγια, Ορφέα Οικονομίδη, Μαρκοβίτη και Γρηγοριάδη Δηκούντα. από τις φυλακές Συγγρού που τους είχε κλείσει η μεταξική δικτατορία.
  • Ο χωροφύλακας Μακρής που έκρυβε κυνηγημένους κομμουνιστές στην περιοχή της Καρδίτσας
  • Ο αρχιφύλακας  Μαρινάκης που, όπως μας λέει ο Κορνάρος, αρνείται να χτυπήσει τις εργάτριες και δίνει εντολή στο τμήμα του να διαλυθεί. Ο ίδιος ενώνεται με τους εργαζόμενους και μετά την εξέγερση αποστρατεύεται και δικάζεται...
Αυτοί και άλλοι που ξεχώρισαν λίγοι μέσα σε πολλούς...



Κατοχή

Κατά την περίοδο της κατοχής, η κυβέρνηση Τσουδερού αποχωρεί για το Κάιρο με τους υπουργούς της και τον βασιλιά. Πίσω μένει ο ελληνικός λαός. Οι Γερμανοί, την άνοιξη του 1941 θα εγκαταστήσουν στην Αθήνα την δοσιλογική κυβέρνηση κουίσλινγκς, την κυβέρνηση Τσολάκογλου. Στην κυβέρνηση αυτή υπάγονται πια όλες οι κρατικές υπηρεσίες μαζί και η χωροφυλακή. Με τον ελληνικό στρατό διαλυμένο, η ευθύνη για αντίσταση στον κατακτητή βαραίνει, εκτός από τον απλό λαό, την ένοπλη Χωροφυλακή. Η κατάσταση όμως δεν θα εξελιχθεί έτσι. Η Χωροφυλακή θα γίνει και αυτή όργανο υποταγής του ελληνικού λαού στο χέρι του Γερμανού κατακτητή. Οι εντολές για την Χωροφυλακή είναι απλές: "Άμεση υπαγωγή στην γερμανική Γκεστάπο και συνεργασία άνευ ερωτήσεων με αυτή, σε όλα τα θέματα". Η κυβέρνηση Τσολάκογλου έχει βρει έναν καλό σύμμαχο για να υπηρετήσει τους Γερμανούς. Το χαφιεδίστικο σύστημα του Μανιαδάκη γίνεται δεκτό με ενθουσιασμό. Εκατοντάδες πατριώτες, κομμουνιστές και μη, γίνονται στόχοι της Γκεστάπο από τους φακέλους της Χωροφυλακής. Επιπροσθέτως, η Χωροφυλακή διενεργεί συλλήψεις και ανακρίσεις όπως και επί Μεταξά, μόνο που την φορά αυτή, τα βασανιστήρια γίνονται στην οδό Μέρλιν.

 Το ΕΑΜ εκδίδει έγγραφο κείμενο απευθυνόμενο στην Χωροφυλακή με το οποίο την κατονομάζει ως μηχανισμό καταπίεσης και δοσιλογισμού. Σε αρκετές λαϊκές επιτροπές του ΕΑΜ Αθήνας, καταγγέλλονται βιαιοπραγίες και εγκλήματα δοσίλογων χωροφυλάκων. Το μεγάλο όμως όργιο θα ξεκινήσει με την μεγάλη πείνα του 1941. Η ανθρωπιστική βοήθεια και τα λίγα τρόφιμα του ερυθρού σταυρού, που έτσι κι αλλιώς δεν επαρκούν για να θρέψουν τον ελληνικό λαό, βρίσκονται στα χέρια της κρατικής μηχανής. Εκδίδεται δελτίο για τα τρόφιμα και ο μαυραγοριτισμός οργιάζει. Μέσα στην γενική πείνα η Χωροφυλακή κρατά τον ρόλο του δήμιου. Όχι μόνο δεν πατάσσει την μαύρη αγορά, ώστε να φθάσουν τα τρόφιμα στον λαό, αλλά την υποθάλπει. Οι μαυραγορίτες, που πολλοί από αυτούς είναι και χαφιέδες της Ασφάλειας και της Γκεστάπο, δρουν κάτω από την ομπρέλα της Χωροφυλακής. Παράλληλα τα κρατικά τρόφιμα, περνούν, ήδη λειψά, από τις κρατικές υπηρεσίες στην επίβλεψη της Χωροφυλακής. Εκεί διοχετεύονται στην μαύρη αγορά και τους πιο προνομιούχους και ελάχιστα από αυτά φθάνουν στα πεινασμένα στόματα του ελληνικού λαού.

Αξιοπρόσεκτη είναι και η κατασταλτική δράση της Χωροφυλακής στο πλευρό του κατακτητή. Χωροφύλακες χτυπούν τον λαό της Αθήνας που γιορτάζει την 25 Μαρτίου 1942, μαζί με τους Ιταλούς ιππείς. Λίγο αργότερα, στις 22 Απριλίου, η καθολική απεργία των δημοσίων υπαλλήλων θα γνωρίσει και αυτή το ρόπαλο και το πιστόλι του χωροφύλακα. Στις 28 Φεβρουαρίου του 1943, η κηδεία του Κωστή Παλαμά θα λάβει διαστάσεις πορείας. Η Χωροφυλακή είναι πάλι εκεί στο πλευρό των κατακτητών. Διενεργεί συλλήψεις και χτυπάει αλύπητα. Και ο κατάλογος είναι ακόμα μεγάλος. Η γενική απεργία του 1943, που οργανώνει το ΕΑΜ ενάντια στην γενική επιστράτευση, θα παραλύσει την γερμανική κατοχή. Η επιστράτευση θα ματαιωθεί, όμως οι απεργοί θα έρθουν ξανά αντιμέτωποι με τους Έλληνες και τους Γερμανούς καταπιεστές. Το αποτέλεσμα είναι 22 νεκροί. Τέλος στις 22 Ιουλίου του ίδιου έτους μια ακόμη πορεία στην Αθήνα, ενάντια στην προέλαση του βουλγαρικού στρατού στην Θεσ/νίκη θα πνιγεί στο αίμα...

Στα χρόνια της κατοχής η Χωροφυλακή υπηρέτησε πιστά τον ξένο κατακτητή, οι περιπτώσεις όμως αποστασίας και πατριωτισμού είναι αξιοσημείωτες:
  • Αξέχαστος στον λαό της Αθήνας θα μείνει ο αρχιφύλακας Ρούσσος που εφοδίαζε τον ΕΛΑΣ με όπλα των Ιταλών και που εκτελέστηκε στο Χαΐδάρι
  • Ο χωροφύλακας Τάσος Μανωλίτσης που παρέδωσε όλο τον οπλισμό του τμήματός του στον ΕΛΑΣ Λευκάδας και πολέμησε αποποιούμενος την στολή κοντά στους αντάρτες.
  • Οι 20 απεργοί χωροφύλακες του Ιουνίου του 1943 που εκτελέστηκαν από τον Λάμπου και τα SS
  • Ο χωροφύλακας Ανδρέας Κουτσιουμάνης που βοήθησε την δραπέτευση 3 στελεχών του ΕΑΜ από την φυλακή Αβέρωφ και βασανίστηκε φρικτά στα χέρια του Νίκου Μπουραντά (Υπεύθυνος Γεν. Ασφάλειας)
  • Ο χωροφύλακας - μέλος του ΕΑΜ Κώστας Καλλίας

Η λίστα ασφαλώς δεν είναι πλήρης και θα μπορούσε να γεμίσει με τα ονόματα των αφανών ηρώων...



Δεκεμβριανά


Η αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και η άφιξη των Άγγλων στην Αθήνα φέρνει την κυβέρνηση Παπανδρέου και τους αφέντες της μπροστά σε ένα ερώτημα: Πως θα κατασταλεί ο ΕΛΑΣ ; Ο ελληνικός στρατός που έχει φθάσει απαρτίζεται από ολιγάριθμο προσωπικό και οι Άγγλοι είναι προφανές ότι μπορούν να διαθέσουν περιορισμένες δυνάμεις. Έτσι αποφασίζεται η επιστράτευση της Χωροφυλακής και των δοσιλόγων της Κατοχής. Οι φυλακές ανοίγουν για να ξεβράσουν τα κατοχικά καθάρματα, τα Τάγματα Ασφαλείας και τους διάφορους μικρούς και μεγάλους χαφιέδες και μαυραγορίτες. Οι προαναφερόμενοι θα αποτελέσουν την μαγιά του αποικιοκρατικού στρατού του Σκόμπυ. Οι αποφυλακισμένοι δοσίλογοι θα οπλιστούν από την Χωροφυλακή και θα δράσουν μαζί της δίκην συμμορίας. Σε διάφορα προάστια της Αθήνας αρχίζουν οι δολοφονίες, οι ξυλοδαρμοί και οι λεηλασίες των στελεχών και της περιουσίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Οι ειρηνικές διαδηλώσεις του ΕΑΜ τον Δεκέμβρη του 1944 θα διαλυθούν από το χέρι της Χωροφυλακής ενώ είναι χιλιάδες τα στελέχη της Εθνικής Αντίστασης (ακόμα και παιδιά) που θα συρθούν στο άνδρο του Μπουραντά (που παραμένει διοικητής) και θα βασανιστούν φρικτά.

Παράλληλα, η Χωροφυλακή θα επιτελέσει και ένα ακόμα έργο για τους Άγγλους. Ένα έργο που γνωρίζει να το επιτελεί από την εποχή του Μεταξά.. Με την βοήθεια της Ιντέλιτζενς Σέρβις θα οργανώσει τις πρώτες ακροδεξιές παρακρατικές ομάδες, από πάσης φύσης καθάρματα της Κατοχής. Η Οργάνωση Χ θα λάβει όπλα και πολλοί χωροφύλακες θα εμπλουτίσουν τις γραμμές της. Στις παρακρατικές οργανώσεις προσφέρεται οπλισμός, χρήματα και το πιο σημαντικό: ανοχή και προστασία. Αργότερα, με την ήττα του ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά, η Χωροφυλακή θα ετοιμαστεί για την νέα της αποστολή: Να σπείρει τον τρόμο και τον αντικομουνισμό σε όλη την ελληνική ύπαιθρο.

Ο λόγος που το όργιο αυθαιρεσίας του παρακράτους πάνω στους αριστερούς και δημοκράτες, ξεκινά το 1945 δεν είναι τυχαίος. Το επικείμενο δημοψήφισμα για τον βασιλιά (που επιθυμούν διακαώς οι Άγγλοι) πρέπει να έχει θετικά αποτελέσματα. Έτσι με την ανοχή και την υπόγεια υποστήριξη της Χωροφυλακής η ελληνική ύπαιθρος πνίγεται στο αίμα...(για λεπτομέρειες δείτε το άρθρο "Παρακράτος")


Εμφύλιος

Κατά την περίοδο 1946-1949, η Χωροφυλακή έδρασε ένοπλα στο πλευρό του ΕΣ και των αμερικανικών δυνάμεων. Ο ρόλος της στην εμφυλιακή περίοδο παραμένει διττός: Η Χωροφυλακή δρούσε ένοπλα ενάντια στον ΔΣΕ και κρατούσε με το δεύτερο χέρι της τα νήματα του παρακράτους. Αρκεί μόνον να ειπωθεί ότι ήταν στα τμήματα της Χωροφυλακής που πληρώνονταν οι κυνηγοί κεφαλών, μια λίρα για κάθε κεφάλι αντάρτη και κομμουνιστή που θα έφερναν...

Παρόλα αυτά στην δίνη του εμφυλίου πολέμου υπήρξαν και κάποιοι που στάθηκαν έξω και μακριά από το αίσχος του κρατικού φασισμού:
  • Ο χωροφύλακας Δημήτρης Παπαδομαρκάκης, που στον Βύρωνα φυγάδευσε και γλίτωσε πολλούς αγωνιστές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ
  • Ο χωροφύλακας Καψής, που στην Εύβοια δρούσε ως μέλος των Κ.Π.
  • Ο χωροφύλακας Γάκης, που στην Πελ/νησο αρνήθηκε να χτυπήσει ειρηνική πορεία του ΕΑΜ και εκτελέστηκε επί τόπου
Και η λίστα και εδώ συνεχίζεται μακρά.


Ο ρόλος της Χωροφυλακής, ρόλος καταπίεσης και φασισμού για τον ελληνικό λαό, δεν λήγει εδώ. Στην Χωροφυλακή εντάσσονται αργότερα τα ΜΑΥ και ΜΑΔ και είναι η Χωροφυλακή, μερικά χρόνια μετά που θα κινήσει παρασκηνιακά τα νήματα της δολοφονίας Λαμπράκη. Είναι η Χωροφυλακή που θα καταστείλει τις πορείες του 114, είναι η Χωροφυλακή που θα βασανίσει στην Μπουμπουλίνας και θα δολοφονήσει τόσους και τόσους αγωνιστές του αντιδικτατορικού αγώνα...





Χωροφύλακες χτυπούν αλύπητα τους απεργούς τον Μάη του 1936 στην Θεσ/νίκη


Χωροφύλακες επιτίθενται στην μεγάλη πορέια του ΕΑΜ τον Δεκέμβρη του 1944


Η Χωροφυλακή πυροβολεί τους διαδηλωτές του ΕΑΜ τον Δεκέμβρη του 1944


Χωροφύλακες χτυπούν ΕΛΑΣίτες τον Δεκέμβρη του 1944

Θύμα βασανιστηρίων της Χωροφυλακής του Μπουραντά, Δεκέμβρης του 1944


Αετόπουλα της Θεσσαλίας, μετά από βασανιστήρια χωροφυλάκων 1946


Αναμνηστική φωτογραφία χωροφύλακα με Γερμανό στρατιώτη του ναυτικού.



Χωροφύλακας σε κοίνή περιπολία με Γερμανό στρατιώτη στον Πειραιά, μετά τον βομβαρδισμό του




Κυριακή 17 Απριλίου 2011

H απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων


1961. Αβάνα. Ο επαναστατικός στρατός της Κούβας
ξεκινάει για το μέτωπο στον Κόλπο των Χοίρων

Ηταν 17 Απρίλη 1961. Τα χαράματα της ίδιας μέρας μερικές χιλιάδες αντεπαναστατών, με την υποστήριξη πλοίων και αεροπλάνων των ΗΠΑ, είχαν αποβιβαστεί στον Κόλπο των Χοίρων στην Κούβα. Ο Ραδιοσταθμός της Αβάνας μετέδωσε σε όλο το νησί το γεγονός με το παρακάτω μήνυμα:

«Ο βορειοαμερικανικός ιμπεριαλισμός εξαπόλυσε την εισβολή που είχε προαναγγείλει κατά του λαού της Κούβας. Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν σ' ένα σημείο του εδάφους μας και ο λαός αγωνίζεται μ' ενθουσιασμό κατά των εισβολέων. Η κουβανέζικη κυβέρνηση απευθύνει έκκληση σ' όλους τους λαούς της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου, για να την υποστηρίξουν στον αγώνα της κατά των ξενικών δυνάμεων. Ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει ότι όλοι οι εργάτες, οι φοιτητές, οι διανοούμενοι της Αμερικής είναι με το μέρος της κουβανέζικης επανάστασης και εναντίον του ιμπεριαλισμού των γιάνκηδων. Αυτός είναι ο αγώνας του λαού. Η Κούβα, με την επανάστασή της, τη λυτρωτική των ταπεινών, και με την επαναστατική της κυβέρνηση, θα δυναμώσει τον αγώνα της κατά του κύριου εχθρού της ανθρωπότητας, του ιμπεριαλισμού των γιάγκηδων. Ο αγώνας μας είναι ο αγώνας όλων σας. Η Κούβα ανακράζει: Πατρίδα ή Θάνατος! Η Κούβα θα νικήσει».


Η αντεπανάσταση άρχισε να οργανώνεται αμέσως μετά τη νίκη της επανάστασης το 1959, στις ΗΠΑ, και δεν άργησε να ξεκινήσει δράση μέσα στην ίδια την Κούβα. Ετσι το 1961 έγινε σειρά επιθέσεων σε εμπορικά κέντρα στην Αβάνα, όπου βρήκαν το θάνατο δεκάδες άνθρωποι. Οι βομβιστικές επιθέσεις με αμερικανικά εκρηκτικά οργανωμένες από αντεπαναστάτες μισθοφόρους της CIA ξεκίνησαν το Μάρτη με τις ανατινάξεις στα εμπορικά πολυκαταστήματα «Νόμπελ Ακάντεμι», «Τεν Σεντ», τον Απρίλη στο «Ελ Ενκάντο», το Μάη στους κινηματογράφους «Καντίδο» και «Ριέσγο», όπου χρησιμοποιήθηκε ενεργός φώσφορος, πρόγονος του όπλου που σήμερα χρησιμοποιείται στο Ιρακ. Ακολούθησαν και άλλες επιθέσεις στα εμπορικά «Λα Εποκα», «Φλογκάρ».

Την 01/03/1998 ο γενικός επιθεωρητής της CIA Λίμαν Κιρκπάτρικ μέσα από ένα αποχαρακτηρισμένο αμερικανικό έγγραφο αποκάλυπτε τα εξής:

«Το Φλεβάρη του 1961 πραγματοποιήθηκαν 6 επιτυχημένες υποβρύχιες αποστολές μεταφοράς όπλων και υλικού (σ.σ. γίνεται λόγος για εκρηκτικά που έκαναν στάχτη το εμπορικό «Ελ Ενκάντο») στις 13 Μάρτη, όπως και 2 ρίψεις αλεξιπτωτιστών, που συμμετείχαν στις επιχειρήσεις».

Η προσπάθεια ανατροπής της λαϊκής εξουσίας στην Κούβα από τις ΗΠΑ, εκτός από τη μορφή των δολιοφθορών και των εγκληματικών τρομοκρατικών οργανώσεων εναντίον του άμαχου πληθυσμού, πήρε και τη μορφή της ανοιχτής στρατιωτικής επέμβασης. Ηδη από το 1960 είχε συγκροτηθεί στο Μαϊάμι το κέντρο επιχειρήσεων ενάντια στην Κούβα. Η κυβέρνηση Αϊζενχάουερ, στις 17 του Μάρτη ανέθεσε στον τότε διευθυντή της CIA, Αλαν Ντάλες, τη δημιουργία στρατιωτικής δύναμης από αντεπαναστάτες Κουβανούς, προετοιμάζοντας εισβολή στην Κούβα. Σαν χώρος συγκέντρωσης και εκπαίδευσης επιλέχθηκε η Γουατεμάλα. Εκεί έφτασαν οι πρώτοι 32 εκπαιδευόμενοι μαζί με πράκτορες της CIA. Οπως αποκαλύφθηκε αργότερα, η στρατολογία στις ΗΠΑ ήταν διαρκής και οι αντεπαναστάτες, αφού περνούσαν από ένα πρώτο στάδιο δοκιμασίας στο αμερικανικό έδαφος προωθούνταν μετά με πολιτικά αεροπλάνα στη Γουατεμάλα. Το κόστος της όλης επιχείρησης έχει υπολογιστεί σε 44 εκατομμύρια δολάρια όλα προερχόμενα από την φορολογία των αμερικανών εργαζόμενων.


Ενα ακόμα αποχαρακτηρισμένο έγγραφο του Αρχείου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ αποκαλύπτει το σχεδιασμό της CIA:

«Οι δύο κύριοι μηχανισμοί προπαγάνδας στη διάρκεια των επιχειρήσεων θα είναι το ραδιόφωνο και η διαμοίραση φυλλαδίων. Ομως, έχουν γίνει προετοιμασίες και για τη χρησιμοποίηση καταληφθέντων μέσων όπως οι εφημερίδες».

 Στο ίδιο έγγραφο αναφέρονται οι στόχοι της συγκεκριμένης προπαγάνδας: Να διατηρηθεί το ηθικό των αντιΚαστρικών δυνάμεων. Να καθοδηγηθούν και να διευκολυνθούν οι πατριωτικές δυνάμεις. Να εκφοβιστούν οι Ενοπλες Δυνάμεις του Κάστρο. Να εμφανιστεί η επιχείρηση στο εξωτερικό με τον επιθυμητό τρόπο. Να αντιμετωπιστεί η αντίπαλη προπαγάνδα.


Η όλη επιχείρηση βρήκε την αντανάκλασή της κυρίως στην εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς», που από τις αρχές του Απρίλη με σειρά άρθρων αποκάλυπτε το σχέδιο επέμβασης στην Κούβα από «δυνάμεις κατά του Κάστρο» που έχουν εκπαιδευτεί από «ειδικούς» στη Γουατεμάλα και στο νότο των ΗΠΑ, στις πολιτείες της Λουιζιάνας και της Φλόριδας. Τα συνεχή άρθρα και κυρίως η φημολογία που μονοπωλεί την ειδησεογραφία της εποχής θα εξαναγκάσουν τον πρόεδρο Κένεντι να παραχωρήσει έκτακτη συνέντευξη Τύπου, όπου θα απορρίψει στρατιωτική επέμβαση, «υπό οιεσδήποτε συνθήκες» των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ στην Κούβα.


Η επίθεση

Το σχέδιο της επίθεσης θα αρχίσει να ξεδιπλώνεται στο ίδιο το έδαφος της Κούβας στις 13 Απρίλη.
Μια ισχυρή έκρηξη κατέστρεψε το εμπορικό πολυκατάστημα «Ελ Ενκάντο» και ανάμεσα σε αυτούς που θα χάσουν τη ζωή τους, είναι και ο Φε ντε Βάγιε, μία από τις ηγετικές επαναστατικές φυσιογνωμίες. Δύο ημέρες αργότερα, στις 15 Απρίλη, βομβαρδιστικά «Β-26» βομβάρδισαν τα αεροδρόμια της Σουιδάδ Λιμπερντάδ και του Σαν Αντόνιο στα περίχωρα της Αβάνας και το Αντόνιο Μασέο στο Σαντιάγκο ντε Κούβα. Την ίδια μέρα, Κουβανοί στρατιώτες συνέλαβαν στην περιοχή Πινάρ ντε Ρίο, 15 πράκτορες της CIA με 8 τόνους όπλων και εκρηκτικών, οι οποίοι είχαν διεισδύσει και ετοίμαζαν τρομοκρατικές επιχειρήσεις. Μεταξύ τους και δύο Βορειοαμερικανοί, οι Χάουρντ Αντερσον και Χάρολντ Μποβ.

Τα βομβαρδιστικά πετούν από την αμερικανική βάση στη Νικαράγουα με πιλότους που βρίσκονται στο μισθολόγιο της CIA, αλλά με μία διαφορά: Καθώς η CIA θέλει τα βομβαρδιστικά να φαίνονται ότι είναι κουβανικά, με Κουβανούς πιλότους, έχουν ήδη εκπονήσει το σχέδιο. Ενα βομβαρδιστικό με πιλότο τον Μάριο Ζουνίγκα πετά με προορισμό το Μαϊάμι και δηλώνει ότι είναι «αποστάτης». Σε έκτακτη σύνοδο της Πολιτικής Επιτροπής της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο Κουβανός Υπουργός Εξωτερικών, Ραούλ Ρόα Γκαρσία δηλώνει ότι οι εν εξελίξει αεροπορικές επιδρομές είναι «το προοίμιο μιας μεγαλύτερης κλίμακας επέμβασης». Την ίδια στιγμή ο πρέσβης των ΗΠΑ, Αντλάι Στίβενσον, αρνείται κατηγορηματικά αμερικανική ανάμειξη, και για να το αποδείξει καταδεικνύει το ντοκουμέντο με τη φωτογραφία του Ζουνίγκα μπροστά στο κουβανικό βομβαρδιστικό.


Η υπόθεση είναι διάτρητη και οφθαλμοφανής και τα δημοσιεύματα της επομένης μέρας σύσσωμου του αμερικανικού Τύπου αποκαλύπτουν σχεδόν όλες τις πτυχές της πλεκτάνηςς, ενώ οργανώνονται διαδηλώσεις κατά της αμερικανικής επιδρομής σε πολλά κράτη του κόσμου και κυρίως της Λατινικής Αμερικής. Στις 16 του Απρίλη μετά την ομαδική δημόσια κηδεία των θυμάτων των βομβαρδισμών, ο Φιντέλ Κάστρο ανακήρυξε την Κουβανική Επανάσταση, σοσιαλιστική:

«Πόσο βοήθησαν αυτά τα γεγονότα το λαό μας να διδαχθεί! Αυτά τα μαθήματα είναι πολύτιμα, είναι οδυνηρά, είναι αιματηρά, αλλά πόσα ο λαός δεν απεκόμισε ως γνώση... Οι ιμπεριαλιστές δεν μπορούν να μας συγχωρέσουν που είμαστε εδώ, κάτω από τη μύτη τους, ή να βλέπουν να οικοδομούμε την Επανάστασή μας, μία σοσιαλιστική επανάσταση, ακριβώς στο υπογάστριο των Ηνωμένων Πολιτειών»...

Και από αυτή τη γωνιά της Αβάνας, προειδοποιεί τον κουβανικό λαό για την επέμβαση που είναι καθ' οδόν

Πράγματι, λίγο πριν από το χάραμα της 17ης Απρίλη, το γραφείο Τύπου της CIA δίνει μήνυμα που τάχα προέρχεται από τον εξόριστο πρόεδρο του Επαναστατικού Συμβουλίου, Χοσέ Μιρό Καρδόνα. Στην πραγματικότητα είναι συνταγμένο από τον πράκτορα Ε. Χάουαρντ Χαντ Τζ. Σε αυτό ανακοινώνεται ότι «Κουβανοί πατριώτες» ξεκίνησαν να «απελευθερώνουν την Κούβα», ενώ το «Ράδιο Σουάν» (της CIA) εκπέμπει κάλεσμα προς τον κουβανικό λαό να πάρει τα όπλα.

Ηδη, στη χερσόνησο Ζαπάτα και συγκεκριμένα στον κόλπο των Χοίρων, στην παραλία Χιρόν, μια δύναμη 1.500 στρατιωτών εκπαιδευμένων, εξοπλισμένων και πληρωμένων από τη CIA εισέβαλαν με σκοπό να οργανώσουν εξέγερση για την ανατροπή της λαϊκής εξουσίας. Η δύναμη επέμβασης της CIA, η «Μπριγάδα 2.506», η οποία αποτελούνταν από 1.200 έως 1.400 άνδρες είχε ήδη αρχίσει την απόβαση. Ηγούνταν ο πράκτορας Γκρέιστον Λιντς και το εκτελεστικό στέλεχος της CIA Γουίλιαμ (Ριπ) Ρόμπερτσον.

Μέσα σε ελάχιστα λεπτά από την απόβαση, ο Φιντέλ Κάστρο καλεί σε παλλαϊκό συναγερμό, ενώ ο λαϊκός στρατός παίρνει αμέσως θέσεις μάχης. Νωρίς το πρωί, η αεροπορία της Κούβας έχει ήδη βυθίσει και καταστρέψει τα πλοία «Χιούστον» και «Ρίο Εσκοσίνδο», που μετέφεραν άντρες και όπλα, ενώ η «Μπριγάδα 2.506» θα αποτύχει παταγωδώς στην προσπάθειά της να έχει κάποια ενίσχυση εκ των έσω. Στο πρώτο ανακοινωθέν της πρώτης μέρας από τον τόπο της μάχης, όπου στήθηκε το επιτελείο του επαναστατικού στρατού, που το διεύθυνε ο Φιντέλ Κάστρο, σημειώνεται με τη δική του υπογραφή:
«Υπερασπιζόμαστε την πατρίδα και την επανάσταση ενάντια στους μισθοφόρους των ΗΠΑ. Οι δυνάμεις μας ήδη απαντάνε στον αντίπαλο, σίγουρες για τη νίκη. Μπροστά Κουβανοί! Με φωτιά και σίδερο απαντάμε στους βάρβαρους. Αυτοί έρχονται να μας πάρουν τη γη και τους συνεταιρισμούς που έδωσε η επανάσταση στους αγρότες. Εμείς τα υπερασπιζόμαστε. Αυτοί έρχονται να μας ξαναπάρουν τα εργοστάσια, τα ορυχεία του λαού. Εμείς παλεύουμε να τα υπερασπιστούμε. Αυτοί έρχονται να πάρουν από τα παιδιά μας τα σχολεία. Εμείς υπερασπιζόμαστε τα σχολεία για όλα τα παιδιά, στην πόλη και στην ύπαιθρο. Αυτοί έρχονται να πάρουν την αξιοπρέπεια που έδωσε στους μαύρους η επανάσταση. Εμείς παλεύουμε να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπεια κάθε ανθρώπου. Ερχονται να κλέψουν τις δουλειές από τους εργάτες. Εμείς υπερασπιζόμαστε μια Κούβα χωρίς πείνα, με δουλειά για όλους».

Και το μήνυμα του Φιντέλ κατέληγε:

«Μπροστά, Κουβανοί, όλοι στις θέσεις μάχης και στις θέσεις εργασίας. Η επανάστασή μας είναι ανίκητη και όποιος εχθρός θελήσει να τη χτυπήσει, όπως και τον ηρωικό λαό μας που την υπερασπίζεται, να ξέρει ότι θα συντριβεί. Πέφτουμε στη μάχη με μεγαλύτερο πείσμα και δύναμη. Ζήτω η ελεύθερη Κούβα. Πατρίδα ή θάνατος. Θα νικήσουμε».

Το επόμενο ξημέρωμα η όλη επιχείρηση είναι αποκομμένη σε μια ελώδη περιοχή χωρίς διεξόδους και είναι έτοιμη να καταρρεύσει, γεγονός που εξαναγκάζει το διευθυντή του τμήματος μυστικών επιχειρήσεων της CIA, τον Ρίτσαρντ Μπίσελ, να δώσει εντολή σε έξι πιλότους να απογειωθούν από τις ΗΠΑ με τρία βομβαρδιστικά που φέρουν και βόμβες ναπάλμ και να επιτεθούν.
Τέσσερις πιλότοι θα χάσουν τη ζωή τους σ' αυτήν την επιχείρηση, ενώ οι κουβανικές δυνάμεις θα κατορθώσουν να ανασύρουν το ένα πτώμα, που αποτελεί και την πιο τρανή απόδειξη της άμεσης αμερικανικής επέμβασης.

Ο σύμβουλος του αργότερα δολοφονηθέντος Κένεντι, Αρθουρ Σλέσιγκερ, είχε δηλώσει: «Στην πραγματικότητα, ο Φ. Κάστρο και η Κούβα αναδείχτηκαν ένας εχθρός που ήταν πιο οργανωμένος απ' όσο περιμέναμε, που επέδειξε περισσότερη αντίσταση και από την πρώτη στιγμή οι δυνάμεις της κατάφεραν να εντοπίσουν και να αντιμετωπίσουν επιτυχώς την επέμβαση. Η αεροπορία της αντέδρασε με ταχύτητα και αξιοπιστία. Η πολιτοφυλακή δεν άφησε κανένα περιθώριο για καμιά ανάπτυξη εξέγερσης ή σαμποτάζ στα μετόπισθεν. Οι στρατιώτες του κουβανικού στρατού πάλεψαν με γενναιότητα και αυτοπεποίθηση».

Την 19η Απρίλη θα λήξουν όλες οι μάχες. Μία συντριπτική ήττα των Αμερικανών σε διάστημα λιγότερο των 72 ωρών. Η Κούβα ανακηρύσσει τη νίκη και παρουσιάζει τα αποτελέσματα αυτού του αμερικανικού φιάσκου. Περισσότεροι από 1.000 αιχμάλωτοι, περισσότεροι από 200 νεκροί, και 150 Κουβανοί. Σύμφωνα με την ανακοίνωση των Επαναστατικών Δυνάμεων ανάμεσα στους αιχμαλώτους συγκαταλέγεται και μία πλειάδα που πριν από την Επανάσταση είχε στην κατοχή της:
  • 914.859 εκτάρια καλλιεργήσιμης γης,
  • 9.666 σπίτια,
  • 70 βιομηχανίες και εργοστάσια,
  • 5 ανθρακωρυχεία,
  • 2 τράπεζες
  • 10 μεγάλες μονάδες παραγωγής ζάχαρης, το κύριο εξαγώγιμο προϊόν της χώρας.
Στις 20 Απρίλη του 1961, ο Πρόεδρος Κένεντι, σε μία ύστατη προσπάθεια συμφιλίωσης με την κουβανική κοινότητα της Φλόριδας, που τον κατηγορούσε ευθέως για δειλία επειδή δε διέταξε ευρύτατες αεροπορικές επιδρομές και άμεση στρατιωτική επέμβαση, διακήρυξε ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται ποτέ να επιτρέψουν στους «κομμουνιστές να καταλάβουν το νησί».


Ο ρόλος της ΕΣΣΔ

Στην 20ή επέτειο από τη θρυλική νίκη της Κούβας στον Κόλπο των Χοίρων στην Παραλία Χιρόν, ο ηγέτης της Επανάστασης Φιντέλ Κάστρο, σημειώνει ανάμεσα σε άλλα:

«Ενας σημαντικός παράγοντας για την νίκη στην Παραλία Χιρόν ήταν η αλλαγή που συνέβη στο συσχετισμό δύναμης στον κόσμο. Το κύρος της Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατίων (ΕΣΣΔ) έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο εκείνη την στιγμή. Η ΕΣΣΔ έστειλε τον πρώτο άνθρωπο σε τροχιά γύρω από τη Γη, με το αξέχαστο ταξίδι του ηρωικού κοσμοναύτη Γιούρι Γκαγκάριν. Οι ξεκάθαρες και σθεναρές δηλώσεις της σοβιετικής κυβέρνησης ήταν πολύ σημαντικές. Από την πρώτη στιγμή κατήγγειλε την επέμβαση και εξέφρασε τη στήριξη και την αλληλεγγύη της στην Κούβα. Αυτό βοήθησε στο να μπει φραγμός στα ιμπεριαλιστικά σχέδια. Στο να σκεφτούν αν θα χρησιμοποιήσουν τα πλοία, τα αεροσκάφη τους. Αν το πετύχαιναν θα σήμαινε μια άλλου είδους επέμβαση. Και ήδη το συζητούσαν από τη στιγμή που θα εξουδετερώνονταν οι μισθοφόροι που είχαν στείλει στην Παραλία Χιρόν.

Η διεθνής αλληλεγγύη όλων των κομμουνιστών του κόσμου και των άλλων δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων έπαιξε σημαντικό ρόλο.

Εμείς που βρισκόμαστε 20 χρόνια στην πρώτη γραμμή ενάντια στον ιμπεριαλισμό ξέρουμε τι σημαίνει διεθνισμός, ξέρουμε τι σημαίνει η φιλία με το σοσιαλιστικό στρατόπεδο, ειδικά με την ΕΣΣΔ. Σε κόντρα μιας ιστορίας αδικιών, επεμβάσεων, επιθετικότητας, απειλών και αποκλεισμού από τον ιμπεριαλισμό, έχουμε μια υπέροχη ιστορία σχέσεων με την ΕΣΣΔ, στήριξης από την πρώτη στιγμή, οικονομικής βοήθειας και υπέροχων εμπορικών σχέσεων ανάμεσα στις χώρες μας. Δε θα ξεχάσουμε ποτέ την αρχή της διεθνιστικής αλληλεγγύης. Την αρχή αυτή του Μαρξισμού - Λενινισμού».



Το πλοίο «Χιούστον» - ένα από τα μεταγωγικά της απόβασης - φλεγόμενο λίγο πριν από τη βύθισή του από την κουβανική αεροπορία.


Αιχμάλωτοι του Κόλπου των Χοίρων


Μερικοί από τους περίπου χίλιους μισθοφόρους που συνέλαβε ο κουβανικός στρατός





Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

Καλάβρυτα: Το χρονικό του αίματος

Στις 24 Δεκέμβρη του 1943, σε μία έκτακτη έκδοσή του, ο «Ριζοσπάστης» φιλοξενούσε μια ανατριχιαστική είδηση. Κάτω από τον τίτλο «Η τραγωδία των Καλαβρύτων - Οι Ούννοι κολυμπάν στο αίμα», έγραφε: «Στα Καλάβρυτα ξετυλίχτηκε μια φρικαλέα πράξη απ' την πιο φοβερή τραγωδία που έζησε η Ελλάδα και ολόκληρη η Ευρώπη. Ορδές των Ούννων έκαναν επιδρομή και μπήκαν στα Καλάβρυτα που ο πληθυσμός είχε αδειάσει και αποσύρθηκε ολόκληρος στα βουνά. Οι άνανδροι Ούννοι, βαρβαρότεροι και απ' τις άγριες φυλές της ζούγκλας, κάλεσαν τον πληθυσμό να ξαναγυρίσει στα Καλάβρυτα με την υπόσχεση ότι δεν είχε να πειραχτεί κανένας. Ο πληθυσμός ξαναγύρισε και τότε οι Ούννοι, οι προστάτες των Ράλληδων Ντερτιλήδων, ρίχτηκαν στην εξόντωση των αθώων και ανυπεράσπιστων ανθρώπων. Εκλεισαν όλα τα γυναικόπαιδα σε ένα σχολείο και έβαλαν φωτιά. Τυλιγμένες απ' τις φλόγες οι γυναίκες πάλεβαν να σπάσουν τις πόρτες, ενώ έριχναν τα παιδιά όξω απ' τα παράθυρα για να σωθούν. Εσπασαν τις πόρτες και μισοκαμένος και ξετρελαμένος αυτός ο κόσμος ρίχτηκε στους δρόμους οπότε αντιμετώπισε άλλο φρικτό θέαμα. Οι Ούννοι είχαν συγκεντρώσει σε μια διπλανή πλαγιά τον άρρενα πληθυσμό από δεκάξι χρονών και πάνου και τον θέριζαν με πολυβόλα. Σκότωσαν πάνου από οχτακόσιους ανθρώπους και κάμποσες γυναίκες που με θρήνους και οδυρμούς έτρεξαν να περιμαζέψουν τα πτώματα που είταν βουτηγμένα σε βούρκο αίματος. Οι Ούννοι απόκλεισαν τα Καλάβρυτα και απαγόρεψαν και στον Ερυθρό Σταυρό να επικοινωνήσει και να στείλει οποιαδήποτε βοήθεια στα τραγικά θύματα. Οι Ούννοι, αυτές οι ύαινες που γρυλίζουν για πολιτισμό και για θρησκεία, έκαναν επιδρομή και στο ιστορικό μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Λεηλάτησαν αυτό το εθνικό μνημείο και σκότωσαν όλους τους καλόγερους γκρεμίζοντάς τους στους βράχους».


Ενα μήνα αργότερα, η εφημερίδα «ΔΟΞΑ», της συντηρητικής οργάνωσης «Πανελλήνιος Ενωσις Αγωνιζόμενων Νέων», γνωστής από τα αρχικά της και ως ΠΕΑΝ, έγραφε για το ίδιο θέμα, υπό τον τίτλο «Από τα όργια της Καταραμένης Φυλής»: «Στα Καλάβρυτα εκτελέσθησαν με πολυβόλα όλοι οι άρρενες, 1.465 τον αριθμόν, ύστερα από την άκοπη όσο κι εγκληματική για τις συνέπειές της εκτέλεση 83 Ούννων αιχμαλώτων από τους παρτιζάνους του ΚΚΕ». Ετσι, το ΚΚΕ εμφανίστηκε τότε από τις συντηρητικές αστικές οργανώσεις αν όχι ως ο κύριος υπεύθυνος της τραγωδίας των Καλαβρύτων, τουλάχιστον ως συνύπευθυνος, με τον ίδιο βαθμό ευθύνης που έφεραν οι κατακτητές. Η προπαγάνδα αυτή - διότι περί προπαγάνδας επρόκειτο - συνεχίστηκε και εντάθηκε ακόμη περισσότερο κατά την περίοδο του εμφυλίου και του μετεμφυλιακού καθεστώτος, με αποτέλεσμα κάθε έγκλημα και θηριωδία των κατακτητών να ερμηνεύεται και να δικαιολογείται από τη δράση των κομμουνιστών ανταρτών και συγκεκριμένα του ΕΛΑΣ.

Ας επιστρέψουμε όμως στην περίπτωση του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων και ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.


Η επιχέιρηση "Καλάβρυτα"


«Ο αφανισμός των Καλαβρύτων - γράφει ο Δ. Γατόπουλος - είχε την αρχήν του από τα 20 Οκτωβρίου 1943, οπότε συνεκροτήθη η μάχη της Κερπινής. Εις την μάχην αυτήν προς τους αντάρτας, εις την οποίαν εχρησιμοποιήθη ένα ολόκληρον γερμανικόν τάγμα, οι Γερμανοί υπέστησαν αληθινήν πανωλεθρίαν. Ενας λόχος Γρεναδιέρων εξωλοθρεύθη μέχρι και του τελευταίου σχεδόν ανδρός. Οσοι από τους άνδρας του επέζησαν, 69 τον αριθμόν, καθώς και τρεις τραυματίαι, συνελήφθησαν αιχμάλωτοι και μεταφέρθησαν αιχμάλωτοι παρά των ανταρτών πλησίον των Καλαβρύτων. Οι Γερμανοί έφεραν πολύ βαρέως τας τεραστίας απώλειάς των, με διάφορα δε προσχήματα, εκδικούμενοι, διέταξαν την εκτέλεσιν ομήρων εις τας περιοχάς Πατρών και Αιγίου, αντί να στραφούν κατά των ανταρτών. Τούτο προεκάλεσε την επέμβασιν των ανταρτών, οι οποίοι ειδοποίησαν την γερμανικήν διοίκησιν να σταματήση τας εκτελέσεις αθώων ομήρων, διότι "εν εναντία περιπτώσει - ετονίσθη από τους αντάρτας - θα ευρεθούμε στη δυσάρεστη θέση να προβούμε εις αντίποινα, εις εκτελέσεις, των εις χείρας μας Γερμανών αιχμαλώτων". Παρά την προειδοποίησιν, όμως, των ανταρτών, οι Γερμανοί όχι μόνον εξηκολούθησαν τας εκτελέσεις, αλλά προέβησαν και εις άλλα σκληρότερα μέτρα. Τότε το δράμα που απέληξε εις τον αφανισμόν των Καλαβρύτων ήρχισε να προσλαμβάνη την φοβεράν μορφήν του. Ολίγας ημέρας αργότερα και εις απάντησιν εκτελέσεων ομήρων παρά των Γερμανών, διετάχθη παρά του αρχηγείου των ανταρτών η εκτέλεσις των εις χείρας των Ελλήνων Γερμανών αιχμαλώτων. Και η εκτέλεσις επραγματοποιήθη εις την περιφέρειαν των Καλαβρύτων. Από της στιγμής εκείνης οι Γερμανοί - παρ' όλον που αυτοί οι ίδιοι προεκάλεσαν τον θάνατον των στρατιωτών των, αφού δεν εσταματούσαν τις εκτελέσεις των αθώων ομήρων - απεφάσισαν αγρίαν εκδίκισιν. Και δεν ήργησαν να την πραγματοποιήσουν, κατά τον τρομακτικώτερον τρόπον».


Πέραν ορισμένων ιστορικών ανακριβειών, ειδικότερα δε αυτής που αναφέρεται στην εκτέλεση των Γερμανών ομήρων πριν την καταστροφή των Καλαβρύτων, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η απαρχή της τραγωδίας της πόλης και των γύρω περιοχών έχει βαθύτερα αίτια από αυτά που ο Γατόπουλος παρουσιάζει. Ας τα δούμε αναλυτικότερα.


Στις 8 Σεπτέμβρη του 1943 ο φασιστικός άξονας δέχτηκε ένα ισχυρότατο πλήγμα. Ολόκληρη η Ευρώπη μάθαινε από τις συχνότητες του BBC, μέσω ενός μαγνητοφωνημένου ραδιοφωνικού μηνύματος του αρχιστράτηγου των συμμαχικών δυνάμεων στρατηγού Ντουάιτ Ντ. Αϊζενχάουερ, ότι η ιταλική κυβέρνηση παρέδωσε άνευ όρων τις στρατιωτικές της δυνάμεις. Η ιταλική συνθηκολόγηση - που είχε γίνει από τις 3 Σεπτέμβρη του 1943 όταν η 8η αγγλική στρατιά του στρατηγού Μοντγκόμερι πέρασε το στενό πορθμό της Μεσσήνης από τη Σικελία κι αποβιβάστηκε στη μύτη της ιταλικής μπότας, αλλά κρατήθηκε, για ευνόητους λόγους, μυστική - υποχρέωσε τη Γερμανία να αναλάβει τον πλήρη έλεγχο των κατεχόμενων χωρών όπου μέχρι εκείνη τη στιγμή βρίσκονταν και ιταλικά στρατεύματα. Αυτό ακριβώς έγινε και στην Ελλάδα.


Πέραν όμως της αντικατάστασης των ιταλικών δυνάμεων κατοχής με γερμανικές, οι ναζί, ειδικά, για την Ελλάδα πήραν επιπλέον μέτρα, τα οποία οφείλονταν στους φόβους τους ότι μετά τη συμμαχική απόβαση στην Ιταλία θα ακολουθούσε απόβαση και στην Ελλάδα κατά μήκος των ακτών προς το Ιόνιο, συμπεριλαμβανομένης και της Πελοποννήσου. Μια διαταγή του Χίτλερ - που διαβίβασε, στις 6/10/1943, ο στρατάρχης Κάιτελ προς τον στρατάρχη Μαξιμίλιαν φον Βάικς, στρατιωτικό διοικητή της Νοτιανατολικής Ευρώπης - αναφέρει χωρίς περιστροφές πως σε περίπτωση απόβασης συμμαχικών δυνάμεων στην Ελλάδα τα γερμανικά στρατεύματα θα πρέπει να καταστρέψουν τα πάντα νότια της γραμμής Κερκύρας - Μετσόβου - Ολύμπου.

Πριν όμως φτάσουν στο σημείο να καταστρέψουν κατ' αυτό τον τρόπο, οι ναζί όφειλαν να ξεμπερδεύουν με την Εθνική Αντίσταση, χτυπώντας αλύπητα όχι μόνο τους αντάρτες, αλλά και όσους τους υπέθαλπαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, δηλαδή τα χωριά, τις πόλεις και τις κωμοπόλεις, όπου υπήρχαν πολιτικές οργανώσεις Εθνικής Αντίστασης κι όπου συχνά οι αντάρτικες δυνάμεις έβρισκαν καταφύγιο, τροφή και κάθε είδους υποστήριξη.


Μια έκθεση της 117ης γερμανικής Μεραρχίας Κυνηγών (καταδρομών), γραμμένη στα τέλη Νοέμβρη του 1943 αναφέρεται στην κατάσταση που ήδη έχει διαμορφωθεί στην Πελοπόννησο, σημειώνοντας ανάμεσα σε άλλα: «Ολόκληρη η Πελοπόννησος πρέπει να θεωρείται σήμερα συμμορίτικη περιοχή. Οι διαρκείς επιθέσεις δείχνουν ότι κι εκεί όπου υπάρχουν συγκεντρωμένα γερμανικά στρατεύματα, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ειρηνοποίηση της χώρας. Η ορεινή ενδοχώρα είναι υπό την πλήρη κυριαρχία των συμμοριών. Εκεί αυτές αποτελούν κράτος εν κράτει κι ασκούν απεριόριστα την κομμουνιστική κυβερνητική εξουσία τους...». Ακριβώς στο πλαίσιο αυτών των στρατιωτικών υπολογισμών σχεδιάζεται και η «επιχείρηση Καλάβρυτα», η οποία θεωρείται αναγκαία για τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής που υπολόγιζαν πως στην ευρύτερη περιοχή Καλαβρύτων βρίσκονταν περί τις 5.000 αντάρτες, η ισχυρότερη δηλαδή αντάρτικη δύναμη σ' ολόκληρη την Πελοπόννησο.


Οι Γερμανοί, γράφει ο Ευάγγελος Μαχαίρας στις αναμνήσεις του, «ήξεραν πως η κύρια βάση των ανταρτών ήταν τα Καλάβρυτα... Από την περιοχή των Καλαβρύτων ξεκίνησαν οι πρώτοι αντάρτες. Τα Καλάβρυτα και η ορεινή περιοχή τους ήταν το ασφαλές καταφύγιό τους, το κέντρο ανεφοδιασμού και της στρατολογίας τους και έπρεπε να το καταστρέψουν. Πολύ περισσότερο που οι αντάρτες της περιοχής Καλαβρύτων είχαν ταπεινώσει το γερμανικό στρατό στη μάχη της Κερπινής και είχαν στα χέρια τους 80 αιχμαλώτους. Ηξεραν ακόμη ότι Καλάβρυτα - Μέγα Σπήλαιο - Αγία Λαύρα ήταν ορμητήρια του απελευθερωτικού αγώνα του 1821 και ότι η παράδοση αυτή θα συνεχιζόταν. Η ιερή αυτή για τους Ελληνες περιοχή θα ήταν το ορμητήριο χιλιάδων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, που θα χτυπούσαν αλύπητα τους κατακτητές. Επομένως ο σκοπός της εκστρατείας τους κατά της περιοχής των Καλαβρύτων ήταν διπλός: Πρώτον, η σκληρή τιμωρία, δηλαδή η πλήρης εξόντωση των αντάρτικων τμημάτων που τόλμησαν να χτυπήσουν γερμανική φάλαγγα, να τη διαλύσουν και να την αιχμαλωτίσουν, δεύτερον να καταστρέψουν τα ιστορικά εθνικά μας κέντρα (Καλάβρυτα - Μέγα Σπήλαιο - Αγία Λαύρα) και ολόκληρη τη γύρω περιοχή, να την μετατρέψουν σε καμένη γη, ώστε να μην μπορεί να είναι ούτε ορμητήριο, ούτε φωλιά ανταρτών. Να είναι ερημιά, ερείπια, στάχτες, που να εμπνέουν στους περαστικούς το φόβο, τον τρόμο και την απελπισία»


Η διαταγή για την «επιχείρηση Καλάβρυτα» δόθηκε από τον Χίτλερ και τον στρατάρχη Κάιτελ στις 29/10/1943. Η εκτέλεση της επιχείρησης ανατέθηκε στον διοικητή της 117ης Μεραρχίας, αντιστράτηγο Καρλ φον Λε Σουίρ. Ο τελευταίος αφού συγκέντρωσε τις στρατιωτικές δυνάμεις που του ήταν απαραίτητες, στις 25/11/1943, εξέδωσε την υπ' αριθ. 1296 διαταγή προς τις μονάδες που θα έπαιρναν μέρος στην επιχείρηση.

Απ' όσα αναφέραμε γίνεται σαφές ότι η καταστροφή των Καλαβρύτων δεν ήταν απλά μια πράξη αντεκδίκησης και αντιποίνων των κατακτητών. Εντούτοις, πριν περάσουμε να δούμε πώς εκτελέστηκε η «επιχείρηση Καλάβρυτα», οφείλουμε να σταθούμε περισσότερο σ' αυτήν την περιβόητη θεωρία των αντιποίνων που γνωρίζει διάφορες νεκραναστάσεις ακόμη και στις μέρες μας.


Οι θεωρίες αντιποίνων

Σημειώσαμε στην αρχή το γεγονός ότι τόσο στα χρόνια της Κατοχής όσο και αργότερα, ιδιαίτερα δε στη μετεμφυλιακή περίοδο, η αντίδραση δικαιολογούσε την καταστροφή των Καλαβρύτων από τους Γερμανούς, επικαλούμενη εκτέλεση Γερμανών στρατιωτών ομήρων από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ. Η θεωρία αυτή ορισμένες φορές έφτανε στα όρια της φαιδρότητας. Για παράδειγμα, σε μια μπροσούρα του δικηγόρου Ιωάννη Τρόκαλλη με τίτλο «Η τραγωδία των Καλαβρύτων», που κυκλοφόρησε το 1946 (περίληψη του περιεχομένου της είχε μεταδοθεί από τον Κρατικό Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών στις 25/3/1945) διαβάζουμε: «Διατί οι Γερμανοί προέβησαν εις ομαδικήν εκτέλεσιν των Καλαβρυτινών, την πυρπόλησιν των Καλαβρύτων και της Αιγιαλείας; Διότι ο Κομμουνισμός, εν τη εφαρμογή του σχεδίου του να γενικεύση την απαθλίωσιν του πληθυσμού της επαρχίας των Καλαβρύτων διά να πυκνώση τας φάλαγγας των προλεταρίων και αναρχικών οπαδών του, προέβη εις ωρισμένας ενέργειας εις βάρος των Γερμανών με τον αποκλειστικόν σκοπόν να εφαρμοσθούν τα υπό τούτων εξηγγελμένα αντίποινα κατά του αμάχου πληθυσμού και να ευοδωθούν ούτω οι εκτεθέντες αναρχο-πολιτικοί του Κομμουνισμού σκοποί».


Αλλοτε πάλι η φαιδρότητα κρυβόταν πίσω από την επισημότητα κάποιου προσώπου και η θεωρία των αντιποίνων πρόβαλλε ως δήθεν σοβαρή ιστορική ανάλυση. Το 1960, για παράδειγμα, ο τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Καραμανλή, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, δικαιολογούσε τις σφαγές των χιτλερικών στη μαρτυρική πόλη των Καλαβρύτων με το επιχείρημα ότι «ο ΕΛΑΣ έφταιξε που έσφαξε αιχμαλώτους Γερμανούς». Χωρίς αμφιβολία η αντικομμουνιστική τύφλωση δεν επέτρεπε στους κατά καιρούς κομμουνιστοφάγους να σκεφτούν το εντελώς κοινότυπο και λογικό, ότι σε έναν πόλεμο, όσο σκληρός κι αν είναι, με τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η μαζική σφαγή άμαχου πληθυσμού, το ξεθεμέλιωμα πόλεων και χωριών. Θα μπορούσε, συνεπώς, να ερμηνεύσει κανείς τη θεωρία των αντιποίνων επικαλούμενος τον αντικομμουνισμό της εποχής που γράφτηκαν και ειπώθηκαν τα προαναφερόμενα.

Αλλά μήπως ίδια δεν είναι και η λογική με την οποία προσεγγίζουν σήμερα την περίοδο της Κατοχής οι λεγόμενοι αναθεωρητές της ιστορίας (Καλύβας, Μαρατζίδης, κλπ.) όταν στο όνομα της ύπαρξης και δράσης (πραγματικής ή κατασκευασμένης δεν έχει σημασία) του ΕΛΑΣ, επιχειρούν να δικαιολογήσουν όχι μόνο τη δράση των κατοχικών δυνάμεων αλλά και τη δράση των ντόπιων συνεργατών τους; Εν πάση περιπτώσει, το εκάστοτε πολιτικό συμφέρον της κυρίαρχης τάξης ρίχνει βαριά τη σκιά του πάνω στην ερμηνεία των ιστορικών γεγονότων. Ας εξετάσουμε επομένως αν όντως ευσταθεί ο ισχυρισμός των αντιποίνων, αν δηλαδή υπήρχε βάση για τα οποιαδήποτε αντίποινα.


Αναφερόμενος στο ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων, ο Βρετανός ιστορικός Mark Mazower κι ένας εκ της ομάδος των αναθεωρητών της Ιστορίας, ισχυρίζεται ότι οι πράξεις των Γερμανών στα Καλάβρυτα και στη γύρω περιοχή στηρίζονταν στη λογική των αντιποίνων. Συγκεκριμένα γράφει: «Μια σφαγή ιδιαίτερα - ο μαζικός τουφεκισμός άνω των 500 ανδρών στα Καλάβρυτα - μετέτρεψε την πρακτική των αντιποίνων σε έντονα διαμφισβητούμενο πολιτικό ζήτημα. Στα τέλη Οκτωβρίου 1943 αντάρτες της Βόρειας Πελοποννήσου είχαν απαγάγει και σκοτώσει 78 στρατιώτες της 117ης Μεραρχίας Γέγκερ του Λε Σουίρ. Αυτό έγινε σε μια στιγμή που ο πασίγνωστος ανθέλληνας Λε Σουίρ ένιωθε πως η περιοχή που διοικούσε ξέφευγε από τον έλεγχό του, οι αντάρτες σχημάτιζαν "ένα κράτος εν κράτει" στην Πελοπόννησο, παρά τις εκτεταμένες επιχειρήσεις του εναντίον τους τους τελευταίους εκείνους μήνες. Σε αντεκδίκηση για το θάνατο των ανδρών του, αποδύθηκε σε μια σειρά από αποτρόπαιες επιδρομές αντιποίνων στα βουνά γύρω από τα Καλάβρυτα και στα μέσα Δεκεμβρίου οι δυνάμεις του είχαν κάψει 25 χωριά και τουφεκίσει 696 Ελληνες, μαζί και όλο τον αρσενικό πληθυσμό των Καλαβρύτων, όπου οι πληροφοριοδότες του ισχυρίζονταν ότι είχαν οδηγηθεί οι απαχθέντες στρατιώτες της Βέρμαχτ».


Ο Μαζάουερ προβαίνει σε πολλές παραποιήσεις της ιστορικής αλήθειας που είναι εμφανείς διά γυμνού οφθαλμού. Μιλάει, για παράδειγμα, για απαχθέντες Γερμανούς στρατιώτες κι όχι για αιχμαλώτους, θέλοντας μάλλον να δώσει το χαρακτήρα συμμορίας - και όχι στρατού οργανωμένου - στους αντάρτες. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Αδιάσειστα ιστορικά στοιχεία, τα οποία δεν μπορεί να αγνοεί κανείς στις μέρες μας, βεβαιώνουν πως όταν οι Γερμανοί πραγματοποιούσαν το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων δε γνώριζαν πως οι στρατιώτες τους είχαν εκτελεστεί από τους αντάρτες. Επίσης, όταν οι Γερμανοί αποφάσισαν την «επιχείρηση Καλάβρυτα» οι αιχμάλωτοι δεν είχαν εκτελεστεί (εκτελέστηκαν μεταξύ 13/12/1943 και 15/12/1943), πράγμα που σημαίνει πως το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων εξυπηρετούσε για τις δυνάμεις κατοχής στρατιωτικούς σκοπούς ανεξάρτητους από την τύχη των αιχμαλώτων, στους οποίους έχουμε ήδη αναφερθεί. Σχολιάζοντας το θέμα ο Ευάγ. Μαχαίρας γράφει στις αναμνήσεις του: «Τα αντίποινα δεν διατάχθηκαν, ούτε εφαρμόστηκαν μετά την εκτέλεση των αιχμαλώτων, αλλά πριν απ' αυτήν. Πριν από την εκτέλεση κάηκαν τα Καλάβρυτα και είκοσι ακόμη χωριά... Πριν από την εκτέλεση των αιχμαλώτων εκτελέστηκαν 1.000 περίπου στα Καλάβρυτα και 300 περίπου στα παραπάνω χωριά και μοναστήρια...».


Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ο ΕΛΑΣ επιδίωξε να διαπραγματευτεί την ανταλλαγή των αιχμαλώτων με ανθρώπους της Αντίστασης που είχαν στα χέρια τους οι ναζί αλλά οι διαπραγματεύσεις δεν κατέληξαν σε αποτέλεσμα. Επιπλέον, η βρετανική στρατιωτική αποστολή στα ελληνικά βουνά και το Συμμαχικό Στρατηγείο στη Μέση Ανατολή είχαν εκφράσει αντίθεση στις εν λόγω διαπραγματεύσεις. Αναλύοντας τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οι αντάρτες οδηγήθηκαν κάποια στιγμή στην απόφαση να εκτελέσουν τους Γερμανούς αιχμαλώτους, ο Αντώνης Κακογιάννης γράφει: «Καθώς τελείωνε ο Νοέμβριος του 1943, είχαν συμβεί διάφορα γεγονότα τα οποία έκριναν τελικά τη μοίρα των Γερμανών αιχμαλώτων στη μάχη της Κερπινής. Πρώτον, οι διαπραγματεύσεις για την ανταλλαγή τους δεν κατέληξαν σε κανένα αποτέλεσμα. Δεύτερον, οι Γερμανοί βομβάρδισαν το αρχηγείο του ΕΛΑΣ στο Σκεπαστό, προσπαθώντας να σκοτώσουν τους ανθρώπους με τους οποίους υποτίθεται διαπραγματεύονταν για την ανταλλαγή των αιχμαλώτων. Τρίτον, οι Γερμανοί είχαν ήδη αποφασίσει την "επιχείρηση Καλάβρυτα" και οι αντάρτες το έμαθαν αυτό από τα γερμανικά έγγραφα που είχαν πέσει στα χέρια τους. Τέταρτον, οι Γερμανοί εκτέλεσαν εκατόν δεκαοχτώ σημαίνοντα πρόσωπα της Σπάρτης στο Μονοδένδρι της Λακωνίας, στις 25 Νοεμβρίου 1943, ένα γεγονός που λύπησε βαθιά την Αντίσταση.

Τέλος, η βρετανική αποστολή στην "Ελεύθερη Ελλάδα" και το Συμμαχικό Στρατηγείο στη Μέση Ανατολή είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους στις διαπραγματεύσεις των ανταρτών με τους Γερμανούς για την ανταλλαγή των αιχμαλώτων. Γι' αυτούς τους λόγους οι αντάρτες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι και η τελευταία ελπίδα να ανταλλάξουν τους Γερμανούς αιχμαλώτους με δικούς τους κρατούμενους στις φυλακές και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης είχε χαθεί. Εν τω μεταξύ, το να κρατούν τους Γερμανούς αιχμαλώτους για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο για τους αντάρτες εν όψει της νέας γερμανικής εκστρατείας στην περιοχή». Αυτή είναι και η ιστορική αλήθεια. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.

Ας επιστρέψουμε όμως στην εξιστόρηση των γεγονότων για να δούμε με περισσότερες λεπτομέρειες πώς συντελέστηκε η τραγωδία των Καλαβρύτων.


Το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων


Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» ξεκίνησε στις 4/12/1943. Οι δυνάμεις των Γερμανών που πήραν μέρος ξεκίνησαν από την Πάτρα, το Αίγιο, την Τρίπολη, τον Πύργο Ηλείας και από την περιοχή της Κορινθίας.

Στο διάβα τους τα ναζιστικά στρατεύματα σκορπούσαν το θάνατο. Καίγανε και δολοφονούσαν, αφήνοντας πίσω τους την καταστροφή και την ερήμωση σε κάθε χωριό της περιοχής των Καλαβρύτων, από το οποίο έτυχε να περάσουν. «Μεγάλες καταστροφικές επιδόσεις - γράφει ο Κ. Μπρούσαλης - παρουσιάζει η φάλαγγα που ξεκίνησε από το Αίγιο». Ο αριθμός των θυμάτων τους ξεπερνά τα 1.100 άτομα. Στο χωριό Αιγείρα εκτέλεσαν 5 πατριώτες, στην Ανω Ζαχλωρού 12, στα Κλειτωριά και Χανιού 19, στο Σκεπαστό 16, στη Βρώσθαινα 7, στα Ζαχλωρίτικα 14, στην Κερπινή 45, στη Ροδοδάφνη 2, στην Ακράτα, στην Κροκόβη 4, στη Μαμουσιά 5 κ.ο.κ.. Για να αντιληφθεί ο αναγνώστης το μέγεθος της θηριωδίας που προηγήθηκε του ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων, αξίζει να αναφέρουμε τούτο. Στις 8 Δεκέμβρη του 1943 γερμανικές δυνάμεις έφτασαν στην ιστορική μονή του Μεγάλου Σπηλαίου. Εκεί συνέλαβαν όλους τους μοναχούς και μερικούς λαϊκούς, συνολικά 19 άτομα, κι αφού τους μετέφεραν σε μικρή απόσταση από τη Μονή τους δολοφόνησαν πετώντας τους σε γκρεμό. Μετά από λίγες μέρες, επέστρεψαν στη μονή και την καταλήστευσαν, ενώ έβαλαν φωτιά στο ιερό και στον ξενώνα.

Την Πέμπτη 9 Δεκέμβρη του 1943, πρωί πρωί, τα γερμανικά στρατεύματα, πλαισιωμένα από γερμανοντυμένους Ελληνες των Ταγμάτων Ασφαλείας, μπήκαν πάνοπλα στα Καλάβρυτα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που οι Καλαβρυτινοί έβλεπαν Γερμανούς στην πόλη τους. Και πριν από τρεις περίπου μήνες το ίδιο είχε συμβεί. Ομως, τώρα ένας ανεξήγητος φόβος τους συγκλόνιζε. Ισως γιατί φεύγοντας οι Γερμανοί την προηγούμενη φορά είχαν απειλήσει ότι θα κατέστρεφαν την πόλη, στην περίπτωση που οι κάτοικοί της ενίσχυαν τους αντάρτες. Ισως ακόμη γιατί οι αντάρτες κρατούσαν Γερμανούς αιχμαλώτους κι υπήρχε κίνδυνος αντιποίνων από τους κατακτητές. Ισως... Αλλά δεν ήταν μόνο τα «Ισως» που βάραιναν την ατμόσφαιρα. Τούτη τη φορά, οι ναζί ήταν πιο απειλητικοί στην έκφραση, πιο απρόσιτοι, πιο ψυχροί στις κινήσεις. Η παρουσία τους και μόνον έφερνε την αίσθηση του θανάτου.

Η πρώτη κίνηση των Καλαβρυτινών ήταν να θερμάνουν κάπως το κλίμα, να πλησιάσουν και να διαγνώσουν τις προθέσεις του εχθρού. Δημιούργησαν, λοιπόν, στα βιαστικά μια επιτροπή επισήμων για την υποδοχή των Γερμανών: Ηταν ο πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου Χρ. Παπανδρέου, ο γυμνασιάρχης Αντ. Οικονόμου, ο καθηγητής Γυμνασίου Α. Δημόπουλος, ο αρχιμανδρίτης Δωρόθεος, ο επιθεωρητής των Δημοτικών Σχολείων Θ. Παπαβασιλείου, ο διευθυντής του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Μήτσος Σαμψαρέλος και ορισμένοι άλλοι, αντιπρόσωποι κοινωνικών ομάδων.

Στους Γερμανούς απευθύνθηκε ο Θ. Παπαβασιλείου, που ήξερε τα γερμανικά και τους δήλωσε πως ο λαός των Καλαβρύτων ήταν φιλήσυχος, φιλειρηνικός και νομοταγής, αλλά και «ευτυχής», που δεχόταν ξανά στην πόλη του το γερμανικό στρατό.

Ο Γερμανός διοικητής θέλησε να καθησυχάσει τους φοβισμένους κατοίκους. Ανέβηκε σ' ένα μπαλκόνι, του Ανδρέα Αντωνακόπουλου, κι άρχισε να μιλάει. Ο Παπαβασιλείου μετέφραζε:

«Οι κάτοικοι - είπε - δεν πρέπει να φοβούνται. Να ησυχάστε πρώτα εσείς και να βοηθήσετε κι εμάς να ησυχάσουμε. Να παραδώσετε, αν έχετε, όπλα και πολεμικό υλικό. Εμείς καταδιώκουμε μόνο αντάρτες. Εσείς, εφόσον είσθε φιλήσυχοι και φιλόνομοι, δεν πρέπει να φοβάσθε. Επειδή βγαίνουν περίπολα δεν πρέπει να κυκλοφορείτε πέραν της 16.00 ώρας. Από την πόλη επίσης δε θα βγείτε, διότι, όποιος επιχειρήσει κάτι τέτοιο, θα θεωρηθεί ως αντάρτης και αμέσως θα θανατώνεται. Να μας υποδείξετε, πού κρύβονται οι αντάρτες να τους τιμωρήσουμε. Εμείς αθώους δεν τους πειράζουμε καθόλου».

Ο Γερμανός διοικητής ζήτησε ακόμη έναν κατάλογο με τα ονόματα των οικογενειών που είχαν μέλη τους αντάρτες.

Οι Καλαβρυτινοί που, μάλλον, πίστεψαν στα λόγια του Γερμανού διοικητή ότι δεν κινδύνευαν, θέλησαν να φανούν συνεργάσιμοι, με την ελπίδα πως θα γλίτωναν την πόλη τους. Ετσι, παρέδωσαν τον κατάλογο που τους ζήτησε. Πρώτο πρώτο φιγουράριζε το όνομα της οικογένειας του Χρ. Παπανδρέου, που είχε δυο γιους στην Αντίσταση, τον έναν αντάρτη του ΕΛΑΣ και τον άλλο στο Περιφερειακό Συμβούλιο της ΕΠΟΝ. «Υπάρχουν κι άλλοι παρτιζάνοι», ήταν η απάντηση του διοικητή, που ο κατάλογος του φάνηκε μικρός. «Είσαστε όλοι παρτιζάνοι!». Αυτή η διαπίστωση έμοιαζε περισσότερο σαν απειλή. Σε λίγο ήρθαν και οι αποδείξεις.

Οι Γερμανοί πήγαν στο ξενοδοχείο «Χελμός», το οποίο οι αντάρτες είχαν χρησιμοποιήσει ως νοσοκομείο της Αντίστασης και το έκαψαν. Στη συνέχεια στράφηκαν προς τα σπίτια των οικογενειών που είχαν μέλη τους στην Αντίσταση. «Η επιλεκτική πυρπόληση σπιτιών - γράφει ο Κακογιάννης - ήταν το δεύτερο μεγάλο τέχνασμα εξαπάτησης που χρησιμοποίησαν οι ναζί στα Καλάβρυτα. Ενας τέτοιος ελιγμός εύκολα έδινε την εντύπωση ότι οι "λογικοί" Γερμανοί ήταν ικανοποιημένοι τιμωρώντας μόνο τις οικογένειες όσων είχαν μέλη επίσημα αναμεμειγμένα στην Αντίσταση. Αρα, η υπόλοιπη πόλη δεν έπρεπε να ανησυχεί για τίποτα και η ζωή μπορούσε να συνεχιστεί ομαλά».

Στην πραγματικότητα βέβαια, επρόκειτο για τον πρόλογο της καταστροφής.

Δευτέρα 13 Δεκέμβρη 1943. Δεν είχε χαράξει ακόμη, όταν ακούστηκε να χτυπά με φρενήρη τρόπο η καμπάνα της μητρόπολης. Σε λίγο έφτασε και η διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι στο δημοτικό σχολείο. Εκεί χώρισαν τα γυναικόπαιδα από τους άνδρες.

Γύρω στις 9 το πρωί έβγαλαν τους άνδρες, από 14 ετών και πάνω, από το σχολείο και τους οδήγησαν στο χωράφι του δάσκαλου Καπή που απείχε περί τα δέκα λεπτά και τους έζωσαν ολόγυρα με πολυβόλα. Την ίδια ώρα, άλλα τμήματα Γερμανών στρατιωτών άρχισαν τη λεηλασία και την καταστροφή της πόλης. Γύρω στο μεσημέρι, μια φωτοβολίδα που έπεσε από την πόλη έδωσε το σύνθημα. Τα πολυβόλα άρχισαν να κροταλίζουν κι ο αντρικός πληθυσμός των Καλαβρύτων να πέφτουν νεκροί ο ένας μετά τον άλλον. Πόσοι, άραγε, σκοτώθηκαν; Κατά μία εκδοχή «υπερχίλιοι», κατά μία άλλη 1.436 άνδρες από 14 έως 80 ετών, δηλαδή το 70,5% του αρσενικού πληθυσμού της πόλης. Κατάφεραν να σωθούν μόνο 13 άτομα που καταπλακώθηκαν από τους νεκρούς συμπολίτες τους και θεωρήθηκαν νεκροί από τους ναζί.

Μια διαρκή τραγωδία έζησαν οι γυναίκες. Ηταν αυτές που έμειναν πίσω να θάψουν και να κλάψουν τους νεκρούς τους και πάνω απ' όλα να βρουν το κουράγιο να συνεχίσουν να ζουν.


Το ξενοδοχείο Χελμός μετά την καταστροφή


Τα Καλάβρυτα μετά την καταστροφή



Οι γυναίκες των Καλαβρύτων..