Το χωριό Κούκος της Κατερίνης, υπήρξε ένα από τα κέντρα των δωσίλογων, συνεργατών των Ναζί κατά την περίοδο της Κατοχής, με κυριότερο εξ αυτόν τον Κισά-Μπατζάκ (Κυριάκος Παπαδόπουλος), Πόντιος τουρκόφωνος οπλαρχηγός, με καταγωγή από την Τσορτουκλή της Μερφιζούντας του Πόντου.
Πριν την ανοιχτή συνεργασία με τους Γερμανούς, ο Κισά-Μπατζάκ είχε άλλα στηρίγματα. Τον συντοπίτη του δεσπότη Κατερίνης Κοϊδάκη, τους καπνέμπορούς και τσιφλικάδες της περιοχής. Αρκεί μια αντιπαραβολή με τα στηρίγματα του ΕΛΑΣ, με το λαό που πρόσφερε από το υστέρημά του στο αντάρτικο, για να καταδειχτεί ποιόν εξυπηρετούσε ο τυχοδιώκτης καπετάνιος πριν γερμανοντυθεί οριστικά και αμετάκλητα.
Στη συνέχεια και ενώ ο Κισα μπατζάκ έχει δώσει ήδη τα αντιλαϊκά και αντιπατριωτικά του διαπιστευτήρια σαν αιχμή του δόρατος των τσιφλικάδων και μαυραγοριτών που κατέτρωγαν το βιος των πατριωτών, ήρθε η ώρα των Γερμανών να ασχοληθούν με την περίπτωσή του. Στο πρόσωπό του έβλεπαν έναν σπάνιο σύμμαχο, με σημαντικό έρεισμα σε ορισμένους κατοίκους της περιοχής, που θα μπορούσε να σταθεί πολύτιμος στην εξόντωση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά: Η στάση του Κισά Μπατζάκ απέναντι στους «σεσημασμένους κομμουνιστές» προκάλεσε όπως είναι φυσικό και το ενδιαφέρον των Γερμανών. Η πρώτη επαφή των δυνάμεων Κατοχής με τους κατοίκους του Κούκου και τον Κισά Μπατζάκ έγινε την άνοιξη του 1943 με την ευκαιρία εκκαθαριστικής επιχείρησης στην περιοχή του Ολύμπου και την εξόντωση των εκεί αντάρτικων ομάδων του ΕΛΑΣ. Τότε μπήκαν και οι βάσεις συνεργασίας των δύο πλευρών. Το πλαίσιο αυτής της συνεργασίας περιγράφεται σε έκθεση του Επιτελικού Γραφείου 1c του Γερμανού στρατιωτικού Διοικητή Θεσσαλονίκης-Αιγαίου:
«Οι εν Κούκω και ιδίως ο αρχηγός τους Κουτσαμπασάκ είχαν αποδείξει ήδη τότε μίαν απολύτως γερμανόφιλον στάσιν. Εξ αιτίας της στάσεως αυτής η κατά τον παρελθόντα Μάιον επιχείρησης εναντίον της περιοχής του Ολύμπου είχε λάβει προσωπικώς από την υπηρεσίαν 1c την εντολήν να φεισθή οπωσδήποτε του τόπου Κούκος. Ωσαύτως είχε δοθεί η εντολή να μη γίνουν εις τον εν λόγω τόπον έρευναι δια την ανακάλυψιν όπλων, δια να χρησιμοποιήσωμεν τον Κούκον και περαιτέρω ως μίαν φωλέαν αντιστάσεως».
Να πως περιγράφει ο Γιώργος Κρήτος (καπετάν Θαλής), εκπρόσωπος τότε του ΕΑΜ στο 50ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, την κατάσταση:
«[…] Μητρική του γλώσσα η Τουρκική. Και παρόλο που από το ’22 ήλθαν στην Ελλάδα, οι γεροντότεροι εξακολουθούν να μην ξέρουν γρι ελληνικά. Είναι φανατισμένοι χριστιανοί. Τους διακρίνει ένα είδος μοιρολατρίας και σπαρτιάτικης πειθαρχίας που την επιτείνει το χαμηλό μορφωτικό τους επίπεδο. Υπακούνε στον αρχηγό τους τυφλά. Ο,τι πει αυτός. Πως μπορεί να μην είναι σωστό αυτό που θα πει ο αρχηγός; Εχουν όμως και ένα προσόν που δεν το έχουν οι άλλοι και κανένας δεν μπορεί να τους το αρνηθεί. Είναι άριστοι πολεμιστές, φημισμένοι σκοπευτές, ατρόμητοι πάνω στη μάχη, σωστά παλικάρια».
Και ήταν όντως άφθαστα τα παλικάρια του Κισά Μπατζάκ στο σημάδι, στο μαχαίρι και στις λεηλασίες! Κι έτσι τους κέρδισε η ΠΑΟ στις γραμμές του οποίου εντάχθηκε ως αξιωματικός ο Κισά Μπατζάκ διότι όπως δήλωσε ο ίδιος:
«ουδεμία εμπιστοσύνην έχομεν εις την ηγεσίαν του ΕΛΑΣ. Αυτού ηγούνται σεσημασμένοι κομμουνισταί σκοπούντες επέκτασιν Σλαύων και όχι απελευθέρωσιν Πατρίδος».
Για την καλή τους διαγωγή, οι άντρες του Κούκου εκπαιδεύτηκαν από τους Γερμανούς με ευθύνη του Υπολοχαγού Φραντς Κράουτσμπέργκερ ο οποίος είχε ήδη στρατολογήσει 4045 τουρκόφωνους από την περιοχή της Βέροιας καθώς και 200 περίπου ρουμανίζοντες Βλάχους οι πλειοψηφία των οποίων ήσαν οπαδοί του Ζελέα Κοντρεάνου, αρχηγού της ρουμανικής, γερμανόφιλης «Σιδηράς Φρουράς». Ολες αυτές οι ομάδες εκπαιδεύτηκαν και έδρασαν στη Θεσσαλονίκη και την κεντρική Μακεδονία και βέβαια προστάτευαν χωριά όπως ο Κούκος.
Με αυτό τον τρόπο ο Φραντς Κράουτσμπέργκερ έβαλε τις βάσεις για τον εξοπλισμό του Κούκου και άλλων χωριών και τη συμμετοχή τους στη δημιουργία του Εθνικού Ελληνικού Στρατού.» Ο Ε.Ε.Σ. του Κισα-Μπατζακ έβαλε πλάτες στη λεηλασία από τους κατακτητές του παραγόμενου πλούτου της Ελλάδας (π.χ. μεταλλεία χρωμίου στον Αγίο Δημητρίο και στα Φωτεινά), πολέμησε, παρέα με τους γερμανούς, τη μοναδική αντιστασιακή οργάνωση στην Πιερία, το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, τα στελέχη του ταξίδεψαν με τους γερμανούς ναζί στη Βιέννη τον Ιούλιο του 1944.
Η μάχη
Το βράδυ της 17 προς 18 Οκτώβρη τμήματα της Χ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ κατέλαβαν, ύστερα από 9ωρη φονική μάχη, το χωριό Κούκο. Στη μάχη σκοτώνονται 130 ταγματασφαλίτες και 16 Γερμανοί. Αιχμαλωτίστηκαν 77.
Από τη μεριά του ΕΛΑΣ πήραν μέρος τα τάγματα Ι, ΙΙΙ και IV του 50ου συντάγματος, ένας λόχος σαμποτέρ, δύο λόχοι μηχανικού και δύο εφεδρικοί λόχοι. Από τη μεριά των οχυρωμένων στον Κούκο πήραν μέρος: 150 Γερμανοί, 60 Ιταλοί και 600 Έλληνες συνεργάτες τους. Ταυτόχρονα και ενώ η μάχη είχε ξεκινήσει, οι Γερμανοί κινητοποίησαν για την ενίσχυση του Κούκου από το Κίτρος ένα τάγμα με δώδεκα τεθωρακισμένα και έξι τανκ.
Ο επίλογος γράφτηκε στο Κιλκίς , όπου μετά τη μάχη, προσπαθώντας να οδηγήσει εκτός μια μεγάλη ομάδα ανδρών του, ο Κισά Μπατζάκ τραυματίστηκε και αυτοκτόνησε.