Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Ο ηρωικός Δημήτρης Γόρδιος

Ο Δημήτρης Γόρδιος γεννήθηκε στο χωριό Βουνέσι Καρδίτσας το 1920. Οι Ιταλοί το 1942 έκαψαν το χωριό του και έτσι ο Γόρδιος αποφασίζει να ενταχθεί στον ΕΛΑΣ που ξεκινούσε τότε να μετασχηματίζεται σε τακτικό στρατό. Όντας ήδη απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων τοποθετείται με τον βαθμό του λοχαγού στην πυροβολαρχία του 1ου Τάγματος του Συντάγματος 1/38. Λίγο αργότερα θα σταλεί στην σχολή αξιωματικών του ΕΛΑΣ στη Ρεντίνα για μετεκπαίδευση. Η Βάρκιζα θα τον βρει στο χωριό του όπου κακοποιείται άγρια από μέλη παρακρατικών συμμοριών της ακροδεξιάς. Αργότερα διαφεύγει στην Αθήνα όπου κακοποιείται εκ νέου από ομάδα χιτών. Στις αρχές του 1946 φυλακίζεται χωρίς να του απαγγελθούν κατηγορίες και αποφυλακίζεται ξανά στις 10 Ιουλίου του ίδιου έτους, μετά από παρέμβαση του δικηγόρου του. Αργότερα θα συλληφθεί με τους 74 υπαξιωματικούς του ΕΛΑΣ και θα σταλεί "εν διατεταγμένη υπηρεσία" στην Πάρο. Ο Δημήτρης Γόρδιος είχε αφιερώσει τη ζωή τους λαϊκούς αγώνες και είχε πολλές φορές διακριθεί για τη σύνεση και την ψυχραιμία του στις μάχες. Το 1947, μετά από φρικτά βασανιστήρια που του έγιναν εκπνέει.

Γράμμα του Δημήτρη Γόρδιου σε φίλο του κατά την εξορία του 1946-1947




Άρθρο του Ριζοσπάστη για τη δολοφονία του Δημήτρη Γόρδιου









Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Σπάνια ντοκουμέντα από τη Μακρόνησο

Το παρακάτω φωτογραφικό υλικό αποτελεί ιδιοκτησία του ΠΕΚΑΜ και του Μουσείου Μακρονήσου. 


Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση 



Οι παρακάτω φωτογραφίες αποτελούν σπανιότατα ντοκουμέντα από το κολαστήριο της Μακρονήσου και μας ανοίγουν ένα μικρό μονάχα παράθυρο στην κόλαση που το νησί αυτό αποτέλεσε για τους εξόριστους φαντάρους και πολίτες που έζησαν εκεί. Οι φωτογραφίες είναι δωρεά συγγενών των εξόριστων στο αρχείο του συλλόγου της ΠΕΚΑΜ και του Μουσείου Μακρονήσου. Ας θυμηθούν οι αναγνώστες μας πως η αστική προπαγάνδα για το νησί το παρουσίαζε ως επίγειο παράδεισο και ως σχολείο αναμόρφωσης. Ως εκ τούτου, οι φωτογραφίες που παρουσιάζουν στοιχεία βίας πάνω στους εξόριστους είναι αν όχι μοναδικές τουλάχιστον σπάνιες και τότε σίγουρα απαγορευμένες. 


Φωτογραφία οπλίτη που εξέρχεται με τα μάτια δεμένα από κτίριο . Πρόκειται για το ψυχολογικό βασανιστήριο της "τυφλόμυγας" που εφάρμοζαν από την ΑΜ Δεξιά του δύο αξιωματική πιθανότατα της ΑΜ

Το πίσω μέρος της φωτογραφίας

Μακρόνησος 1950. Δεξιά στο παράθυρο ο Οδυσσέας Ζαρνάβαλος άρρωστος στο ιατρείο της ΣΦΑ . Ο Οδυσσέας Ζαρνάβαλλος βρέθηκε εκεί άρρωστος και φυματικός από το ξύλο 

Το πίσω μέρος της φωτογραφίας

Μακρόνησος 25-5-1949. Από δεξιά: Οδυσσέας Ζαρνάβαλος, Χρήστος Καραπέτσας και Βαγγέλης Κότινος. Η φωτογραφία αναγράφει ότι τον Οδυσσέα Ζαρνάβαλο τον κούρεψαν με την "ψιλή" για τιμωρία. 

Το πίσω μέρος της φωτογραφίας

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

Ο τιτάνας θέλησης Γιάννης Πολίτης

Τη Μεγάλη Δευτέρα του 1949 στο παράπηγμα της ΑΜ στο κολαστήριο της Μακρονήσου, ένα άγαλμα με πατερίτσες και έναν τεράστιο μπόγο φορτωμένο στους ώμους του στέκει ακίνητο. Η ζωή του, μια τραγική ιστορία πόνου και στο στόμα του μια γλώσσα κομμένη.

Την ιστορία του Γιάννη Πολίτη τη γνώριζαν όλοι στο Μακρονήσι. Τον έφεραν μια νύχτα και τον έριξαν σαν κουρέλι χωρίς κόκαλα στο "Σινεάκ", στον πρώτο θάλαμο της Ασφάλειας. Στο θάλαμο που ξέσκισαν το κορμί του Παπαρήγα. Έμεινε εβδομάδες ακίνητος και αμίλητος με τις πληγές του να στερεύουν αργά από αίμα. Όταν άρχισε να συνέρχεται χάραξε σε ένα κομματάκι χαρτί πως έκοψε στο απομονωτήριο τη γλώσσα του για να μη μιλήσει γιατί του έκαναν ενέσεις με ναρκωτικά.

Έβαλε τη γλώσσα ανάμεσα στα δόντια και χτύπησε με τη γροθιά στο σαγόνι. Θυσίασε τη γλώσσα , το όργανο του έναρθρου λόγου που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα πλάσματα του ζωικού βασιλείου  για να μην του πάρουν με κανένα τρόπο την ομολογία παρά τη θέλησή του.

Το όνομά του είναι Γιάννης Πολίτης, εργάτης από την Κερατέα. Δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία για τη ζωή του, για τη δράση του, για την οικογενειακή του κατάσταση, αλλά τι να τα κάνουμε; Όλα αυτά τα βιογραφικά στοιχεία είναι μόνο για την εγκυκλοπαίδεια. Εκεί μέσα οι σελίδες είναι γεμάτες με ονόματα επιφανών στρατηγών, πολιτικών, διπλωματών, ζώων, φυτών και άλλων πραγμάτων. Ο Γιάννης Πολίτης είναι ο ανώνυμος πολίτης, ο άνθρωπος του λαού, είναι το δημοτικό τραγούδι που γεννιέται μέσα στην πυρκαγιά του εμφυλίου πολέμου. Αυτό το τραγούδι με τα δύο δεκανίκια και την κομμένη γλώσσα στέκει Μεγάλη Δευτέρα στο παράπηγμα της ΑΜ φορτωμένο το μπόγο του.

Έφθασε με μια μικρή αποστολή 6 κρατουμένων στη Μακρόνησο. Έκανε νόημα ότι δεν υπογράφει. Τον στήσανε σαν άγαλμα Οι αλφαμίτες τρίζουν τα δόντια αλλά δεν τον χτυπάνε. Όχι επειδή είναι Μεγάλη Δευτέρα, αλλά επειδή πήραν διαταγή από τον υποδιοικητή να μην τον ακουμπήσουν. Οι περγαμηνές του είναι πολλές, η κομμένη γλώσσα εμπνέει σεβασμό. Αυτό ή ίσως κατάλαβαν πως με το ξύλο δεν "σπάει" ένας τέτοιος άντρας.

Το απόγευμα έρχεται ο Πάτερ- Αγριανίτης και διαβάζει τα πάθη του Χριστού. Τη νύχτα οι αλφαμίτες διδάσκουν τα πάθη στους εξόριστους.

Τη Μεγάλη Παρασκευή, ο Γιάννης Πολίτης ακόμα στέκει ακίνητος στο ίδιο σημείο. Δεν του έχουν επιτρέψει να κινηθεί, να φάει ή να κοιμηθεί. Στρέφει μόνο το βλέμμα στον επιτάφιο και κάνει μια στιγμή το σταυρό του.

Αργότερα, ο Σούλης, ο παιδεραστής κίναιδος στρατοπεδάρχης της ΣΦΑ τον πλησιάζει με το μαστίγιο.

_ "Τι έκανες εσύ ρε και σε έχουν εδώ;"
Ο Γιάννης μπορέι να μην έμαθε ακόμα ποιος του μιλάει. Δεν απαντά.
_ "Γιατί δε μιλάς ωρέ; Τι έκανες και σε τυρρανάνε μεγαλοβδομαδιάτικα;"

Το άγαλμα κινείται. Αργά κατεβάζει το μπόγο, σκύβει και με αργές κινήσεις βγάζει ένα κομμάτι χαρτί και ένα μολύβι. Γράφει "Είναι ανανδρία να βασανίζετε έτσι έναν πολιτικό σας αντίπαλο." Το άγαλμα ανεβάζει πάλι με τις ίδιες αργές κινήσεις τον μπόγο στην πλάτη. Ο Σούλης κάτι λέει στους αλφαμίτες. Πλησιάζει ο Μάκος και του λέει

_ "Ο κύριος διοικητής διατάσσει να βάλεις τον μπόγο κάτω. Έδωσε διαταγή να μη σε βασανίζουν για χατήρι της μεγαλοβδομάδας."

Ο Γιάννης Πολίτης δεν απάντησε ούτε κινήθηκε. Έμεινε στη θέση του με τον μπόγο στον ώμο. Αρνήθηκε τη "χάρη". Οι αλφαμίτες τον σήκωσαν, τον έδειραν και τον πέταξαν στην απομόνωση.

 Το Μάη του 1949, ο Γιάννης Πολίτης που χαμογελούσε πάντα στους συντρόφους του στη ΣΦΑ και έπαιζε σκάκι με μοναδικό ταλέντο, καταδικάστηκε σε θάνατο.




Ο Γιάννης Πολίτης, ο τιτάνας της θέλησης, στη γερμανική Κατοχή ήταν υπεύθυνος της διανομής του παράνομου τύπου και σύνδεσμος της Εργατικής Αχτίδας.

Στον Εμφύλιο ήταν υπεύθυνος για τη δημιουργία και λειτουργία ενός από τους πιο συνωμοτικούς μηχανισμούς διαφυγής από την Αθήνα και προώθησης προς το Δημοκρατικό Στρατό απλών μαχητών και στελεχών.

Ύστερα από δεκαέξι ολόκληρα χρόνια στα σίδερα, αποφυλακίζεται το 1964 για να αφιερώσει ξανά όλες τις δυνάμεις του στους ηρωικούς αγώνες των Οικοδόμων που σφράγισαν μια ολόκληρη εποχή.





Διαβάστε σχετικά: 




Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Η Μακρόνησος υπό τον Γ. Σγουρό

Στα τέλη του 1948, ο διοικητής του Γ Τάγματος Μακρονήσου  Σκαλούμπακας που αιματοκύλησε το Α Τάγμα Οπλιτών αντικαθίσταται από τον ταγματάρχη Γ. Σγουρό. Ο Σκαλούμπακας που έλαβε παράσημο και ανέβηκε βαθμό για την εικονική εξέγερση που κατέστειλε (ενώ δολοφονούσε τους 300 του ΑΕΤΟ) στο νησί, επιδόθηκε στη δημιουργία ενός κράτους εν κράτει και φυσικά άρχισε να μπαίνει στο μάτι της ΒΧΙ/ΓΕΣ που διοικούσε από το Γενικό Επιτελείο Στρατού το νησί. Έτσι αντικαθίσταται από το Σγουρό.

Η αποχώρηση του Σκαλούμπακα έγινε ιγκόγκνιτο και χωρίς διθυράμβους. Οι φαντάροι ανάσαιναν ξανά αλλά με τρόμο αφού δεν γνώριζαν τίποτα για τον νέο διοικητή. "Έφυγε ο μα...ας ο Σκαλούμπακας " ψιθυρίζουν μεταξύ τους στολίζοντας τον απερχόμενο με όλα τα κοσμητικά επίθετα που γνώριζαν.

Άλλη άποψη τοποθετεί την αποχώρηση του Σκαλούμπακα στην συχνή αναφορά του από το ραδιόφωνο της Ελεύθερης Ελλάδας και τον διεθνή αποτροπιασμό που είχε προκαλέσει το όνομά του μετά τα γεγονότα της "εξέγερσης"-σφαγής του ΑΕΤΟ.

Ο διοικητής Γ. Σγουρός αποτέλεσε χαρακτηριστικό παράδειγμα καραβανά, παντελώς αδιάφορου για τις συνθήκες στο νησί, γεμάτου με τα κατώτερα κτηνώδη αισθήματα ενάντια στον άνθρωπο. Υπό την μνημειώδη αδιαφορία του τα βραδινά πογκρόμ της ΑΜ και του γραφείου Α2 συνεχίζονταν ενώ γύρω του συγκεντρώνονταν ένα επιτελείο υπηρετών και αυλοκολάκων αντάξιο της βυζαντινής καμαρίλας.

Γράφει ο στρατιώτης Νίκος Μάργαρης:


"Την άλλη μέρα ο καινούριος διοικητής διέταξε συγκέντρωση αξιωματικών μέσα στη λέσχη κατά την οποία αφού είπε τα συνήθη, εξέφρασε αμέσως τη γνώμη ότι θα έπρεπε οι ακρότητες να περιοριστούν και να αυξηθεί η μέριμνα για το τάγμα χωρίς όμως να δοθεί η εντύπωση ότι αυτό ξέφευγε του αρχικού του σκοπού. 
Κατόπιν επακολούθησε συνεστίασις αξιωματικών και διοικήσεως και μετά από μερικά ποτηράκια ο Σγουρός ζήτησε να του φέρουν 2-3 κιθαρωδούς από το τάγμα και με τη συνοδεία αυτών ξεκίνησε να μουρμουρίζει τραγούδια. Το ποτό και το γλέντι κράτησαν μέχρι αργά οπότε ο Σγουρός μεταφέρθηκε σε αφασία στα διαμερίσματά του.

Κύρια απασχόλησις του Σγουρού ήταν η ανάπαυση, η καλοπέραση και το πιοτό. Έφερε την οικογένειά του στο τάγμα (γυναίκα, κόρη και γιο), δημιούργησε ομάδα σωματοφυλακής με επικεφαλής έναν ιδιώτη συγγενή του που τον έφερε απέξω και που πληρώνονταν σαν εργατικό προσωπικό. Η ομάδα απαρτίζονταν από άνδρες που διάλεξε ο ίδιος και ο συγγενής αυτός. Η ομάς αυτή κυκλοφορούσε όλη μέρα γύρω από το διοικητήριο και τη νύχτα έμενε σε ειδική σκηνή στο χώρο διοικήσεως. 

Μια από τις αδυναμίες του Σγουρού ήταν, μετά τα ποτά, ο ραδιοφωνικός σταθμός. Διέταζε να βάζουν ορισμένους δίσκους της αρεσκείας του και πολλές φορές μιλούσε ακατάσχετα για ώρες από τα μεγάφωνα. Συχνά στη λέσχη αφού τα έτσουζε έπαιρνε το μαστίγιο, σηκώνονταν από τη θέση του και διέταζε τον αρμόδιο αξιωματικό του ραδιοφωνικού σταθμού να μεταδώσει ότι σε 5 λεπτά θα μιλήσει ο διοικητής του Γ Τάγματος. Πράγματι πήγαινε ο Σγουρός προς το σταθμό ή συνήθως του έφερναν το μικρόφωνο στο τραπέζι του μέσα στη Λέσχη και άρχιζε τα διαγγέλματα προς τους άνδρες, τους αξιωματικούς και ολόκληρο τον ελληνικό λαό. Το θέαμα αυτό ήταν από τα πιο προσφιλή στην ψυχαγωγία των στρατιωτών του στρατοπέδου. 

Επεισόδια ή γεγονότα σχετικά με το αναμορφωτικό έργο του Τάγματος δεν υπήρξαν φανερά κατά τη διοίκηση του Σγουρού. Αυτά γίνονταν πια μονάχα τη νύχτα... " 


Αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο ιλαρά και αθώα στην πραγματικότητα...

Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό άρθρο της εφημερίδας "Μάχη" για τον Σγουρό.

" Είναι αυτός που είχε σημειώσει εξαιρετική δράση στα γερμανοελληνικά τάγματα ασφαλείας. Είναι γνωστός από το μπλόκο της Κοκκινιάς κι από όλη την "εθνική δράση" του κατά τη διάρκεια της Κατοχής. 
Μόλις πήγε στο Γ Τάγμα εκτός από τις άλλες μεθόδους εθνικής αναμόρφωσης που βρήκε από τους προκατόχους του και που τις υιοθέτησε όλες, έβαλε σε εφαρμογή και τη δική του. Το μαρτύριο του πασσάλου. Μέσα σε μια χαράδρα είχαν μπήξει έναν πάσσαλο που είχε ύψος ένα περίπου μέτρο. Εκεί έδεναν το θύμα με τα χέρια πίσω. Ο πάσσαλος έφτανε ως τη μέση του. Με άλλους μικρούς πασσάλους στερεώνανε τα πόδια. Έτσι δεν μπορούσε να κάνει καμιά κίνηση. Ούτε με τα πόδια και ούτε με τα χέρια. Μέρες και νύχτες έμενε ακίνητος, οι μύγες, τον τύφλωναν, η σκόνη τον γέμιζε, ο ήλιος τον έκαιγε, οι άνεμοι τον έδερναν, η ακινησία τον μούδιαζε και το μαρτύριο συνεχίζονταν. 

'Αλλη μέθοδος ήταν το σταύρωμα. Αυτές τις δύο τις δοκίμασαν ο Τάσος Δήμου και ο Γ. Τσίκνας. "



Ο λοχαγός τότε Γεώργιος Σγουρός με τον διοικητή των Ταγμάτων Ασφαλείας Μπουραντά ενορχηστρωτή του μπλόκου της Κοκκινιάς 


Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012

Οι φύλακες της Γιούρας

Το παρακάτω μπορεί να αποτελέσει και συνέχεια προηγούμενου άρθρου μας σχετικά με τα βιογραφικά στοιχεία των "αναμορφωτών" της Μακρονήσου.

Οι "αναμορφωτές" της Γυάρου δεν υστερούν σε τίποτα από την ηθική, την ακεραιότητα και την καλλιέργεια των "αναμορφωτών" της Μακρονήσου που παρουσιάσαμε νωρίτερα. Υπήρξαν όργανα του ίδιου μοναρχοφασιστικού κράτους δοσίλογων και τοποθετήθηκαν στα πόστα τους για τον ίδιο ακριβώς λόγο: Να τσακίσουν (αναμορφώσουν) σωματικά και πνευματικά τους εξόριστους αγωνιστές που έπεφταν στα χέρια τους. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν τον κατάλογο των δημίων της Γιούρας όπως τον παραδίδει σε εμάς ο Δημήτρης Μανούσος που βίωσε το κολαστήριο της Γυάρου στο διάστημα 1948-1950 και μεταφέρει τις εμπειρίες του στο βιβλίο του "Γιούρα άπαρτο κάστρο" εκδ. Εντός.


 "Οι φύλακες του νησιού ήταν το κατακάθι της δοσιλογικής Ελλάδας."


  • Παπαδημητρόπουλος: Διευθυντής των φυλακών Γυάρου. Είχε συνεργαστεί με τους Γερμανούς κατά την Κατοχή και μάλιστα σε μπλόκο που έγινε με υπόδειξη δική του πιάστηκε και εκτελέστηκε και το παιδί του. Συχνά έλεγε τη φράση: "δεν σας έχουμε και μετρημένους..." υπονοώντας ότι η δολοφονία ήταν εύκολη και δεν θα λογοδοτούσε σε κανέναν. Συχνά επίσης έλεγε το γνωστό "είσαστε όλοι νεκροί και σας έστειλαν στη Γιούρα να σας ενταφιάσουμε..." Υπήρξε ηθικός και πολλές φορές και φυσικός αυτουργός του οργίου βίας, καψονιών και τρομοκρατίας που επικρατούσε στο νησί. 
  • Γλάστρας: Δεύτερος διοικητής της Γυάρου μετά τον Παπαδημητρόπουλο. Υπήρξε βοηθός διοικητή στο στρατόπεδο των Ιταλών στην Καβάλα όπου διέπρεψε στα βασανιστήρια πατριωτών. Εισήγαγε με τις ευλογίες της Ασφάλειας το χασίς στη Γυάρο, με το οποίο "πότιζε" τους φύλακες και τους χαφιέδες ποινικούς στα πογκρόμ τους στους πολιτικούς κρατούμενους.
  • Χωροφύλακας Κουκουρίκος: Βασανιστής και χασισοπότης. "Ειδικός" στα καψόνια. Υπήρξε μέλος των Ταγμάτων Ασφαλείας. 
  •  Σουμάσης: Επιστάτης και προϊστάμενος του έργου των φυλακών Γυάρου. Ήταν ψυχοπαθής με χαρτί από κλινική και κατάγονταν από την Ρωσία
  • Χωροφύλακας Κολλιός: Κατάξανθος με γαλανά μάτια. Χασισοπότης και αρχιβασανιστής. Σακάτευε καθημερινά ένα "στόχο" στο ξύλο και την αγγαρεία. Υπήρξε μέλος των Ταγμάτων Ασφαλείας.
  • Χωροφύλακας Φωκάς: Ταγματασφαλίτης της Κατοχής με πολλά εγκλήματα στο ενεργητικό του. Φώναζε τακτικά στους εξόριστους " Όταν ήμουνα στους Γερμανούς σας έσφαζα στο γόνατο, κι αν τώρα μου δώσουν αυτόματο δεν θα αφήσω κανέναν" 
  • Ιατρός Μουζάκης: Ένας από τους γιατρούς του νησιού και "ανανήψας κομμουνιστής" Υπήρξε ιδιαίτερα σκληρός με τους εξόριστους και αρνούνταν να εξετάσει ή να χορηγήσει φάρμακα ακόμα και στις πιο βαριές περιπτώσεις ξύλου και τραυματισμών. Συχνά έλεγε "δε βαριέσαι αφού νεκροί είσαστε ούτως ή άλλως" εννοώντας πως δεν θα έμπαινε στον κόπο να εξετάσει ή να βοηθήσει έναν τραυματία ή άρρωστο. Είχε δώσει εντολή να γίνονται ενέσεις χωρίς αποστείρωση με σκοπό να μεταδίδονται ασθένειες ανάμεσα στους εξόριστους. Επίσης, για το μικρό διάστημα που βρέθηκε σε διοικητικό πόστο απαγόρευσε την αλληλογραφία των εξορίστων. 



Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Το σανατόριο των Εξόριστων της Ικαρίας

Το παρακάτω άρθρο χρησιμοποιεί στοιχεία και φωτογραφικά ντοκουμέντα από το υπέροχο βιβλίο του Δημήτρη Νταλιάνη Το σανατόριο εξόριστων Ικαρίας 1948-1949, από τις εκδόσεις Αλφειός.

Το σανατόριο των εξόριστων της Ικαρίας όπως το γνωρίσαμε μέσα από το βιβλίο του Δημήτρη Νταλιάνη, δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Επιτροπής Εξορίστων Ικαρίας για να καλύψει τις ανάγκες των φυματικών εξόριστων σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, να προστατεύσει τους υπόλοιπους κρατούμενους από μετάδοση της νόσου αλλά και τον ντόπιο πληθυσμό. Επικεφαλής της δημιουργίας του αλλά και της λειτουργίας του τέθηκε ο ειδικός πνευμονολόγος Δημήτρης Νταλιάνης, που κατά την διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης και των Δεκεμβριανών δούλεψε ακούραστα στο πλευρό των νοσοκόμων και των γιατρών της Εθνικής Αλληλεγγύης στο νοσοκομείο Σωτηρία.

Το σανατόριο που τοποθετήθηκε στην γνωστή μονή Μοντέ (ή Μουντέ)  στέγασε στην διάρκεια ζωής του πάνω από 120 εξόριστους παρέχοντας κάτω από τις χειρότερες δυνατές συνθήκες την καλύτερη δυνατή περίθαλψη. Χαρακτηριστικό είναι ότι κατά την δίχρονη λειτουργία του, αρκετοί θεραπεύτηκαν ή βελτίωσαν την κατάσταση της ασθενείας τους και μονάχα πέντε βαριές περιπτώσεις ασθενών πέθαναν (τα ιερά τους λείψανα βρίσκονται ακόμα θαμμένα στον προαύλιο χώρο της μονής).

Χαρακτηριστικό της αυτοθυσίας και της προσπάθειας του γιατρού Δημήτρη Νταλιάνη αλλά και όλου του προσωπικού ήταν η θεραπεία των ασθενών με το φορητό μηχάνημα πνευμοθώρακα που ο Νταλιάνης κατάφερε να φέρει από το σπίτι του στην Αθήνα μέσω της συζύγου του, η πειραματική ηλιοθεραπεία των συριγγίων και η αφαίρεση πύου με καλάμια ελλείψει σύριγγας !

Η ομάδα συμβίωσης του σανατορίου κατάφερε όχι μόνο να ζήσει αλλά και να δημιουργήσει καλλιτεχνικά, με χειρόγραφα βιβλία, ποιήματα, χειροτεχνήματα αλλά και με την μουσική της αυτοσχέδιας κιθάρας και μπαλαλάικας που έφτιαξε ο μαραγκός της ομάδας. Στην ομάδα των φυματικών συμμετείχαν και εθελοντές εξόριστοι που με ψεύτικες διαγνώσεις των γιατρών έρχονταν να ζήσουν κοντά στους φυματικούς και να αναλάβουν τις βαριές δουλειές που χρειάζονταν να γίνουν.


Στο σανατόριο νοσηλεύθηκαν μεγάλες μορφές του αντιστασιακού αλλά και καλλιτεχνικού χώρου όπως αυτή του καταξιωμένου ζωγράφου Δημήτρη Μεγαλίδη που φιλοτέχνησε το πορτραίτο του γιατρού Νταλιάνη και της συζύγου του.


Ο κατάλογος των νεκρών εξόριστων του σανατορίου


  • Γκότσης Χαράλαμπος
  • Λεονταρίδης
  • Ξένος
  • Πολίτης Κώστας
  • Τσακαλώτος Ιωάννης



Εικόνες από το βιβλίο: 


Φυματικοί εξόριστοι σε τάφους συντρόφων τους στο σανατόριο της μονής Μουντέ

Ασθενείς και νοσηλευτικό προσωπικό του σανατορίου Μουντέ 

Στη μάντρα του μοναστηριού Μουντέ 

Φυματικοί εξόριστοι στην μονή Μουντέ Ικαρίας




Χειρόγραφο βιβλίο φυματικού εξόριστου στην Μονή Μουντέ


Σημείωση βιβλίου εξόριστου


"Το βιβλίο αυτό άρχισα να το αντιγράφω το καλοκαίρι του 1948 στο μοναστήρι της βόρειας Ικαρίας
Παναγία του Μουντέ, όπου εκρατούμην εξόριστος και το τελείωσα εις το ξερονήσι
Μακρόνησος εις το τέλος του 1949. 
Ήταν μια διέξοδος (όχι χωρίς κίνδυνο) της σκέψης, εκείνες τις δύσκολες στιγμές 
που ο φασισμός μας κρατούσε αιχμαλώτους και που δυστυχώς μας κρατάει ακόμη 

Μάης 1950 "




Εφημερίδες της εποχής για τους φυματικούς της Ικαρίας

Εφημερίδες της εποχής για τους φυματικούς της Ικαρίας

Εφημερίδες της εποχής για τους φυματικούς της Ικαρίας
Από την εφημερίδα "Δημοκρατικός"


Υπηρεσιακό σημείωμα του Υγειονομικού Κέντρου Σάμου για τους φυματικούς εξόριστους της Ικαρίας





Το πορτραίτο της γυναίκας του Δημήτρη Νταλιάνη , Μαντώς  από το χέρι του ζωγράφου Δημήτρη Μεγαλίδη ( 24-8-1948) Φιλοτεχνήθηκε στη μονή Μουντέ

Το πορτραίτο του Δημήτρη Νταλιάνη , από το χέρι του ζωγράφου Δημήτρη Μεγαλίδη. Φιλοτεχνήθηκε στη μονή Μουντέ



Η μονή Μουντέ σήμερα



Η μονή όπως φαίνεται από το δρόμο

Το μνήμα των φυματικών εξορίστων του Μουντέ όπως διατηρείται σήμερα 

Ο περίβολος της μονής Μουντέ σήμερα

Το πηγάδι της μονής Μουντέ 

Νέο βιβλίο του Αλφειού

Ένα νέο εξαιρετικό βιβλίο έκανε την εμφάνισή του στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Πρόκειται για το νέο βιβλίο των εκδόσεων Αλφειός, Το σανατόριο των εξόριστων Ικαρίας 1948-1949, του Δημήτριου Νταλιάνη. Το βιβλίο, εκτός από πλήρες ιστορικό ντοκουμέντο, αποτελεί εξαιρετικό συμπλήρωμα των ως τώρα ιστορικών συγγραμμάτων, για τη ζωή των εξόριστων του Εμφυλίου στο νησί. Ξεκινώντας από το σανατόριο του γνωστού μοναστηριού Μοντέ στην Ικαρία, το βιβλίο ανοίγει ένα παράθυρο στις ζωή των φυματικών κρατουμένων στα πέτρινα χρόνια του Εμφυλίου. Το συστήνουμε ανεπιφύλακτα.






Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Αφιέρωμα στον χαράκτη Τάσσο Αλεβίζο


Είκοσι επτά χρόνια απουσίας του μεγάλου μας δημιουργού, του «χαράκτη του αγώνα», του Τάσσου (Αλεβίζου), του καλλιτέχνη που λάμπρυνε την ελληνική τέχνη και τη ζωή του τόπου μας, συμπληρώνονται στις 13/10. Το διαχρονικό, οικουμενικό και βαθιά ανθρώπινο έργο του αποτέλεσε ύμνο στη Μητέρα, στη Γυναίκα, στην Αντίσταση, στην Ειρήνη. Κραυγή διαμαρτυρίας για τη χούντα, τον πόλεμο στο Βιετνάμ, τη διχοτόμηση της Κύπρου... Εξοπλισμένος με τα ιδανικά του ΚΚΕ, αλλά και με την ελληνική παράδοση, ο Τάσσος Α. άφησε πίσω του ένα μεγαλειώδες εικαστικό έργο, ακριβό κειμήλιο για τους νεότερους, που οφείλουν να το διαφυλάξουν. Το έργο του, πρωτότυπο, ρωμαλέο και σύγχρονο, αποτυπώνει το σφυγμό, το πάθος, τις ελπίδες και τους αγώνες του λαού μας, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στην ελληνική και παγκόσμια χαρακτική. Η καλλιτεχνική του δύναμη και ελευθερία δεν μπορούσε παρά να εκφραστεί σε μεγάλες επιφάνειες. Επιφάνειες που παρά το μαυρόασπρο συνήθως χρώμα τους, το μέγεθος, τη δωρική επικότητα της φόρμας και του περιεχομένου τους, είναι ανάλαφρες και φωτεινές. Κρύβουν μια απίστευτη τρυφερότητα. Έχουν το μέτρο του ανθρώπου και του κόσμου...


Ξυλογραφία: Η τέχνη του λαού
Πιστός στις αρχές του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, ο Τάσσος Αλεβίζος μπήκε στην αντιστασιακή χαρακτική, πορευόμενος από πριν το δρόμο της επαναστατικής τέχνης. Σε ηλικία 18 ετών παρουσιάζει έργα του στο περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι» και λίγο αργότερα στον «Ριζοσπάστη». Η εκφραστικότητα, η δραματικότητα, οι τρόποι καλλιτεχνικής απόδοσης εναρμονίζονται με τη διεθνή επαναστατική τέχνη. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει και μια δεύτερη αρχή, που συνδέεται με τις εθνικές - λυρικές παραδόσεις του δασκάλου του, του Κεφαλληνού. Μέσα σ' αυτές τις ήδη διαμορφωμένες θέσεις από τη δεκαετία του '30, ο καλλιτέχνης μπαίνει ενεργά στον αγώνα ενάντια στους Γερμανούς κατακτητές. Το χάραγμα στο ξύλο συνεχίζει να επικεντρώνει το ενδιαφέρον του, αφού την ξυλογραφία τη θεωρεί ο Τάσσος ως «την τέχνη του λαού».

Ο Τάσσος γεννήθηκε στη Μεσσηνία, το 1914. Μικρός παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής κοντά στον Γιώργο Κωτσάκη. Το 1930, σε ηλικία δεκαέξι ετών, έγινε δεκτός στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα γλυπτικής και ζωγραφικής στα εργαστήρια του Θ. Θωμόπουλου, του Ουμβ. Αργυρού και του Κ. Παρθένη. Από το 1933 και μέχρι την αποφοίτησή του από τη Σχολή, το 1939, παρακολούθησε μαθήματα χαρακτικής στο εργαστήριο του Γ. Κεφαλληνού. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, στη Ρώμη και στη Φλωρεντία. Το 1930 γίνεται μέλος της ΟΚΝΕ. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος βρίσκει το δάσκαλο του Τάσσου, τον Γ. Κεφαλληνό, και τους επίλεκτους μαθητές του μπροστάρηδες στην ενίσχυση του πρώτου αντιφασιστικού αγώνα των Ελλήνων. «Τι έδωσες εσύ;», τιτλοφορείται μια από τις αφίσες του Τάσσου για τη μάχη κατά του Μουσολίνι. Κι ακολουθούν τα χρόνια της Κατοχής και της ηρωικής Εθνικής Αντίστασης. Τα χρόνια 1940-1944 ο Τάσσος παίρνει μέρος στον αγώνα ως στέλεχος της ΕΠΟΝ και του ΕΑΜ. Δουλεύει στην Επιτροπή Διαφώτισης της ΚΟΑ, με καθοδηγήτρια την Ηλέκτρα. Οι πιο επίλεκτοι μαθητές του Κεφαλληνού πρωτοστάτησαν με τα έργα τους στην προπαγάνδιση της ΕΑΜικής Αντίστασης. Λ. Μαγγιώρου, Β. Κατράκη, Φ. Ζαχαρίου, Μ. Μακρής, Σπ. Βασιλείου, Κ. Γραμματόπουλος, Α. Αστεριάδης, Χρ. Δαγκλής, Γ. Σικελιώτης και άλλοι ζωγράφοι και χαράκτες άνδρωσαν με τα έργα τους την επική μάχη της λευτεριάς.



Ξεχωριστή και πολύτιμη ήταν η προσφορά του Τάσσου στον παράνομο αντιστασιακό Τύπο. Οπως ο ίδιος ανέφερε, «δουλεύαμε πλάι στα παράνομα τυπογραφεία, φτιάχνοντας σε ξύλο και λινόλεουμ τις μήτρες για τις αφίσες και τα συνθήματα των αντιστασιακών οργανώσεων». Το σημαντικότερο έντυπο του οργανωμένου αγώνα του ελληνικού λαού για τη λευτεριά του ήταν το λεύκωμα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, που κυκλοφόρησε στις 25 του Μάρτη του 1943. Η επεξεργασία της έκδοσης έγινε στο ατελιέ του Μ. Μακρή, κοντά στην εκκλησία του Αγ. Σπυρίδωνα, στο Παγκράτι. Στο λεύκωμα δημιούργησαν ξυλογραφίες οι: Βάσω Κατράκη, Λουκία Μαγγιώρου, Τάσσος Αλεβίζος και Γιώργος Βελισσαρίδης. Το επόμενο λεύκωμα κυκλοφόρησε το 1945, από την ομάδα των καλλιτεχνών και λογοτεχνών της Εθνικής Αντίστασης, με τίτλο «Για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά». Το κοσμούσαν ξυλογραφίες των Γ. Βελισσαρίδη, Α. Τάσσου και Λ. Μαγγιώρου.
Αποτύπωση του αγώνα
Την Πρωτομαγιά του 1945, επέτειο της εκτέλεσης, το 1944, διακοσίων πατριωτών από τους κατακτητές, κυκλοφορεί το λεύκωμα «Θυσιαστήριο της λευτεριάς», με ξυλογραφίες των: Αλ. Κορογιαννάκη, Γ. Βελισσαρίδη, Β. Κατράκη, Τάσσου, Λ. Μαγγιώρου, Γ. Μανουσάκη. Το 1944 το ΕΑΜ εικαστικών καλλιτεχνών αποφασίζει να συμμετάσχει στην πανελλήνια έκθεση, η οποία τελούσε υπό το άγρυπνο μάτι των κατακτητών. Το αποτέλεσμα: Οι Γερμανοί σταμάτησαν την έκθεση σε λίγες μέρες και έκλεισαν για 40 μέρες στις φυλακές Αβέρωφ τον Τάσσο και τους Κεφαλληνό, Κορογιαννάκη, Κανά.
Παράλληλα με τη χαρακτική δημιουργία, ο Τάσσος υπηρέτησε με μεράκι την τέχνη του βιβλίου. Το σύνολο των βιβλίων που εικονογράφησε ξεπερνούν τα εξήντα, σ' ένα διάστημα 45 χρόνων. Πρόκειται για βιβλία στα οποία σχεδίασε εξ αρχής την εικονογράφηση και όχι για εκδόσεις στις οποίες ανατυπώθηκαν γνωστές ξυλογραφίες του. Αμέσως μετά τον πόλεμο, και συγκεκριμένα το 1945, ιδρύεται από το ΚΚΕ η εκδοτική εταιρεία «Τα Νέα Βιβλία» και ο Τάσσος αναλαμβάνει καλλιτεχνικός υπεύθυνος. Στα τρία χρόνια λειτουργίας της, κυκλοφόρησαν βιβλία με κοινωνικό περιεχόμενο, ιστορικές μονογραφίες, μελέτες για σπουδαίους ποιητές, καθώς και παλαιότερες ή νέες ποιητικές συλλογές. Σ' αυτή την περίοδο συνεργάζεται με την Αυγή Σακαλή, την Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη, τον Βασίλη Ρώτα, τον Μενέλαο Λουντέμη και το στενό του φίλο Δημήτρη Φωτιάδη. Ειδικά για την έκδοση του «Μακρυγιάννη» σχεδίασε ένα υπέροχο εξώφυλλο με την αυστηρή, αλλά και ταυτόχρονα φιλική μορφή του αγωνιστή.
Ως καλλιτεχνικός σύμβουλος του τυπογραφείου Ασπιώτη - Ελκα από το 1948, γνώρισε τις νέες εξελίξεις στην τυπογραφία και ασχολήθηκε με την εικονογράφηση βιβλιοφιλικών εκδόσεων. Παράλληλα - και για δέκα χρόνια - συνεργάστηκε με τον τότε Οργανισμό Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων. Ακόμη, προχώρησε σε προσωπικές εκδόσεις λευκωμάτων. Οι εκδόσεις αυτές ξεκινούν το 1953 με το λεύκωμα «Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη».
Κατά τη δεκαετία του 1960 η θεματογραφία του άρχισε να επικεντρώνεται στην απόδοση της ανθρώπινης μορφής. Εγκατέλειψε σταδιακά το χρώμα, χάραζε όλο και μεγαλύτερες πλάκες ξύλου και άρχισε να δημιουργεί θεματικές ενότητες σε τρίπτυχα ή τετράπτυχα. Η στροφή του χαράκτη, που παρατηρείται στις αρχές της δεκαετίας του '60, είναι εμφανής στα «Ματωμένα χώματα» (1963), ενώ το 1965 οι ολοσέλιδες ξυλογραφίες του κοσμούν την έκδοση, σε συνεργασία με τον Γ. Σεφέρη, «Ασμα Ασμάτων». Εγχρωμες ξυλογραφίες και πολλά διακοσμητικά, όλα χαραγμένα σε όρθιο ξύλο, περιλαμβάνει η «Ανάβαση» του Ξενοφώντα (1969) και η δίτομη «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου» του Θουκυδίδη (1974). Η τελευταία προσωπική του έκδοση ήταν η «Λυσιστράτη» (1978), η οποία περιλαμβάνει 24 έγχρωμες ξυλογραφίες σε πλάγιο ξύλο που χρειάστηκαν 110 διαφορετικές πλάκες για τη χάραξη των χρωμάτων. Από την ενασχόλησή του με το βιβλίο, σημειώνουμε ακόμη τον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου (επετειακή έκδοση του 1979).
«Με ακατανίκητη επιμονή και υπομονή θα αναζητώ πάντα / ένα καλό χαρτί και ένα συγγραφέα / που με αγάπη θα τυπώνω ένα έργο του / και με αυτό στα χέρια μου θα ξεκινώ / για να συναντήσω τους επικριτές μου / που κι αυτοί με τη σειρά τους / θα κρατάνε στα χέρια τους το λίθο του αναθέματος εναντίον μου... / Εμένα όμως θα μου αρκεί η μυρουδιά του τυπογραφικού μελανιού για να συνεχίζω...» (Α. Τάσσος).
Κατά την περίοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών, έζησε αυτοεξόριστος εκτός Ελλάδας και φιλοτέχνησε έργα κοινωνικής διαμαρτυρίας καταγράφοντας γεγονότα που τον συγκλόνισαν. Μετά την κατάρρευση της χούντας, εξέθεσε έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη (1975) και λίγο καιρό αργότερα έγινε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ίδιου ιδρύματος. Το 1977, ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης.