Σάββατο 15 Αυγούστου 2020

Η μάχη στη Βόργιαννη


Όπως την αφηγήθηκε ο Γιώργος Αλεξανδρής, στο περιοδικό "Εθνική Αντίσταση".






Στις 23 Αυγούστου του 1944 έγινε το πανηγύρι του Ουρανού στη Βόργιαννη και είχε μεγάλη κοσμοσύναξη. Το μοναστήρι της Βόργιαννης είναι χτισμένο σε ένα μικρούτσικο οροπέδιο, σε ύψος 600 μέτρων περίπου και "παρατηρεί" τον κάμπο που απλώνεται στα πόδια του. Ήταν κάποτε πλούσιο, με σπαρτά, αμπέλια και κτηνοτροφία.

Στα 1940 έφυγε και ο τελευταίος καλόγερος κι ερήμωσε. Ξεχάστηκε το πανηγύρι, ξεχάστηκαν τα πάντα, μόνο τα τεράστια βαρέλια του κρασιού, που σάπιζαν κάτω από τους εξώστες έμεναν να θυμίζουν τα περασμένα. 

Με πρωτοβουλία των οργανώσεων ΕΑΜ-ΕΠΟΝ έγινε πρόσκληση σε όλα τα γύρω χωριά, ιδιαίτερα αυτά του κάμπου, να ξαναστήσουν το πανηγύρι. Ο κυνηγημένος και τρομοκρατημένος κόσμος έτρεξε σύσσωμος, εκείνη τη μέρα να απολαύσει εκεί επάνω, λίγο λεύτερο αέρα των βουνών, λίγη παρηγοριά κι ελπίδα, στην εκκλησία της Παναγίας. Η οργάνωση της γιορτινής ημέρας ήταν υπέροχη και πρωτόγνωρη, γιατί η νεολαία της ΕΠΟΝ είχε ένα τέλειο πρόγραμμα. Μετά την εκκλησία προσφέρθηκε, σε όλο πλήθος το αρχαίο γεύμα, κρέας με πληγούρι, σε μεγάλα κουτιά κονσέρβας για πιάτο. Ύστερα, ο κόσμος παρακολούθησε εκθέσεις, θεατρικές παραστάσεις, ομιλίες, τραγούδια, μουσική και χορούς για όλους. 

Ένα τμήμα του εφεδρικού ΕΛΑΣ ήταν εκεί για την προστασία της εκδήλωσης και αργότερα του μεσημέρι έφτασε και το ιππικό του Γκόγγου Μακρυγιάννη, από το Νεωχώρι, με 35 καβαλάρηδες. Ανατολικά, πιο νότια, πάνω από δέκα χιλιόμετρα, σε ευθεία γραμμή είναι η Φαρκαδόνα, στη ρίζα του πέτρινου "Ακαμάτη". Ήταν έρημη γιατί στην ανατολική της άκρη υπήρχε οχύρωση των Γερμανών, που έλεγχε το δημόσιο δρόμο Λάρισα- Τρίκαλα, από το Κουτσόχερο ανατολικά, έως τη Βούλα στα δυτικά. Όταν οι Γερμανοί εντόπισαν τη σύναξη χωρικών στη θέση "Ορφανό", δεν έχασαν την ευκαιρία. Την επόμενη ημέρα, ένα τμήμα 40 ανδρών διέσχισαν το κάμπο και το χωριό Κρήνη, έκαψαν 2-3 σπίτια και από εκεί σκαρφάλωσαν στο αντέρεισμα που οδηγεί στην κορυφή του οροπεδίου. Η κίνησή τους αυτή προκάλεσε φόβο, ταραχή και ερωτηματικά στους διασκορπισμένους αγρότες, οι οποίο δεν ειδοποίησαν έγκαιρα τον τοπικό ΕΛΑΣ, που βρισκόταν στο Νεοχώρι. Το ιππικό του Μακρυγιάννη άργησε να ειδοποιηθεί και η οργάνωση του ΕΑΜ στο χωριό Διάσελο έλαβε τα νέα το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, όμως στο χωριό δεν υπήρχε παρά μικρή δύναμη του ΕΛΑΣ. Οι λίγοι αντάρτες του Διάσελου, κυρίως ασθενείς και τραυματίες σε ανάρρωση, συγκρότησαν ομάδα, στην οποία συμμετείχαν και πολίτες με τα κυνηγετικά τους όπλα και τράβηξαν το δρόμο προς τα κάτω, για τη Βόργιαννη.

Στο Ελευθεροχώρι, μια ίλη ιππικού πήρε αργά την είδηση και μπερδεμένη, αντί να κατέβει στη Βόργιαννη, πήγε πρώτα στο Διάσελο. Όμως το τμήμα του εφεδρικού ΕΛΑΣ εκτίμησε καλύτερα τη γερμανική κίνηση και θεωρώντας ότι σύντομα αυτοί θα επιστρέψουν στη βάση τους, έστησε ενέδρα ανάμεσα σε Κρήνη και Βόργιαννη, σε ένα αντέρεισμα που χωρίζει τα δύο χωριά και σβήνει, πατώντας τον κάμπο. Εκεί περνά ο δρόμος παράλληλα με το ποταμάκι, που τότε ήταν κατάξερο. 

Οι Γερμανοί πάτησαν το μοναστήρι, το ερεύνησαν, βρώμισαν τον εσωτερικό του χώρο, είδαν τα απομεινάρια του πανηγυριού και αφού προξένησαν μερικές ζημιές, ακτηφόρησαν το απόγευμα για τη Βόργιαννη. Μπήκαν στο έρημο χωριό, πλιατσικολόγησαν μερικά σπίτια και μπήκαν στα διπλανά αμπέλια για να κόψουν σταφύλια, έκαψαν μια αποθήκη, πήραν μερικές κότες, αυγά και τράβηξαν για την Κρήνη. Καθώς πλησίαζαν στη θέση της ενέδρας, άφησαν το δρόμο και μπήκαν σε διπλανά αμπέλια και μετά τράβηξαν για το ποταμάκι και τον ανοιχτό κάμπο. 

Ο διμοιρίτης του εφεδρικού ΕΛΑΣ που βρισκόταν στη θέση ενέδρας έδωσε τότε εντολή στο σκοπευτή του οπλοπολυβόλου για να ρίξει. Μια σφάιρε έφυγε από το ιταλικό οπλοπολυβόλο του ΕΛΑΣ και σκότωσε τον πρώτο Γερμανό που έπεσε μέσα στο αμπέλι. Ωστόσο, το ιταλικό οπλοπολυβόλο έπαθε αμέσως εμπλοκή κι οι χειριστές του επιχείρησαν να το ξεμπλοκάρουν με ένα μαχαίρι (ο κάλυκας της πρώτης σφαίρας είχε σφηνώσει). Αυτό έδωσε στους Γερμανούς, το χρόνο να καλυφθούν και να απαντήσουν στον ΕΛΑΣ με καταιγισμό πυρών από μυδράλια. Ωστόσο, ο ΕΛΑΣ γρήγορα απάντησε με το ιταλικό οπλοπολυβόλο, που καθήλωσε όσους δεν μπόρεσαν να βρουν κάλυψη. 

Αφού, η μάχη είχε για λίγο παραμείνει σε ριπές μεταξύ θέσεων, στο σημείο κατεύθασε το αργοπορημένο τμήμα ιππικού του Μακρυγιάννη και η ομάδα από το Διάσελο, που κινούνταν από τα ανατολικά των γερμανικών θέσεων. Ορισμένοι Γερμανοί έσπευσαν να σηκώσουν τα χέρια προς παράδοση, αλλά όταν ο λοχίας του ΕΛΑΣ, Ανδρέας (από το Λιβαδερό ή τους Μεταξάδες Ελασσόνας) τους πλησίασε για να τους αφοπλίσει, ένας Γερμανός λοχίας, τον πυροβόλησε κατάστηθα. Αργότερα, οι ΕΛΑΣίτες του τμήματός του, τον έθαψαν στο νεκροταφείο του χωριού Διάσελο. Το συμβάν δεν πτώησε τους ΕΛΑΣίτες, οι οποίοι θέρισαν τώρα από δύο σημεία τις γερμανικές θέσεις, αναγκάζοντάς τους σε υποχώρηση. 

Οι Γερμανοί άφησαν επί τόπου 3 νεκρούς και 8 αιχμαλώτους, ενώ εκτός του Ανδρέα, ο ΕΛΑΣ είχε έναν ελαφρά τραυματία και έναν πολίτη, από αυτούς που ακολούθησαν την ομάδα του Διάσελου, ο οποίος τραυματίστηκε βαριά. 

Τις επόμενες ημέρες, οι Γερμανοί εγκατέλειψαν το φυλάκιό τους στον Αη-Λια της Φαρκαδόνας και τραβήχτηκαν στη Λάρισα. Ο ΕΛΑΣ τους "συνόδευσε" με μικρής κλίμακας καταδρομική επιχείρηση, στην οποία συμμετείχαν 12 νεολείαοι από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ του Διάσελου και οκτώ ακόμα ΕΛΑΣίτες μεγαλύτερης ηλικίας, που εντάχθηκαν στην ομάδα εθελοντικά. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου