Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2019

Δύο μάχες του ΔΣΕ Πελοποννήσου - Η μάχη του Λεωνιδίου


Στις 19 Ιανουαρίου 1949, ο Θεόδωρος Πρεκεζές, ταξίαρχος της 55ης Ταξιαρχίας του ΔΣΠ συγκάλεσε στην Τσιντζίνα πλατιά σύσκεψη των στελεχών της ταξιαρχίας, με συμμετέχοντες όσους κατείχαν το βαθμό του λοχαγού και άνω. Σε αυτούς συγκαταλέγονταν και τα πολιτικά στελέχη που είχαν τέτοιο βαθμό και εντάσσονταν στην 55η Ταξιαρχία.

Το θέμα της σύσκεψης ήταν ο σχεδιασμός επιχείρησης κατά του Λεωνιδίου Κυνουρίας. 

Έως σήμερα δεν έχει διευκρινιστεί το κατά πόσο η επιχείρηση αυτή ήταν σύλληψη του Πρεκεζέ ή εντάσσονταν σε κάποιο γενικότερο πλάνο ενεργειών που προωθήθηκε σε αυτόν από τη διοίκηση της 3ης Μεραρχίας του ΔΣΕ. Σε κάθε περίπτωση, η επιχείρηση συζητήθηκε εκτενώς και τονίστηκε η μεγάλη της σημασία για την επιβίωση της 55ης Ταξιαρχίας και του ΔΣΠ εν γένει. Ο λόγος για αυτή της τη σημασία υπήρξε πολλαπλός:

  1. Τα πυρομαχικά της 55ης Ταξιαρχίας είχαν μειωθεί επικίνδυνα και στο Λεωνίδιο υπήρχαν μεγάλες αποθήκες πυρομαχικών του στρατού.
  2. Ο ιματισμός και ρουχισμός της ταξιαρχίας απαιτούσε αντικατάσταση.
  3. Το ηθικό της ταξιαρχίας ήταν ελαφρός πεσμένο μετά τις επιτυχίες της 9ης κυβερνητικής μεραρχίας στη Βόρεια Πελοπόννησο.
Το Λεωνίδιο ήταν περιφερειακή βάση ανεφοδιασμού των κυβερνητικών στρατευμάτων και η κατάληψή του θα σήμαινε πλούσιο ανεφοδιασμό της ταξιαρχίας σε παντός τύπου πυρομαχικά, ιματισμό, ρουχισμό, φάρμακα και τρόφιμα. Με τον τρόπο αυτό, η ταξιαρχία έλπιζε ότι θα μπορούσε να παρατείνει τη μάχιμη παρουσία της για τέτοιο διάστημα που θα εξανάγκαζε τον αντίπαλο να αλλάξει τακτική, με ευνοϊκές για το ΔΣΠ επιπτώσεις.

Γεωμορφολογικά, το Λεωνίδιο είναι χτισμένο στη μέση σχεδόν μιας κοιλάδας μερικών χιλιομέτρων μήκους και διαρκώς διευρυνόμενου πλάτους προς τη θάλασσα. Η κατεύθυνσή της είναι από τα βορειοδυτικά προς τα νοτιοανατολικά όπου και καταλήγει. Το βορειοδυτικό της άκρο στενεύει για να γίνει τελικά μια βαθιά χαράδρα που διακλαδίζεται και αποχετεύει τα όμβρια ύδατα του δυτικού Πάρνωνα. Η κοιλάδα αυτή έχει απότομα σχεδόν κάθετα τοιχώματα στο μέγιστο του μήκους της και η προσέγγισή της είναι δυνατή ή από τη του μήκους της πλευρά ή από την παραπάνω χαράδρα. 

Στο βορειοδυτικό άκρο της πόλης δεσπόζει ένα παλιό κτίσμα, ο Μύλος του Μανωλάκη, ένας παλιός ανεμόμυλος που το 1949 δεν λειτουργούσε πια. Ο μύλος είχε μετατραπεί σε ισχυρότατο οχυρό που έλεγχε απόλυτα την από τα δυτικά προσέγγιση της πόλης. Παράλληλα, ο μύλος δεν επέτρεπε ούτε την έξοδο από την πόλη προς τον Πάρνωνα. Επομένως κάθε ενέργεια ενάντια στο Λεωνίδιο είχε ως βασικό της προαπαιτούμενο την εξουδετέρωση της φρουράς του μύλου.


Το σχέδιο της μάχης


Στη σύσκεψη καταστρώθηκε λεπτομερές σχέδιο μάχης. Αποφασίστηκε να επιχειρήσει κατά του μύλου ομάδα ανιχνευτών και ελεύθερων σκοπευτών, ότι καλύτερο σε ανθρώπινο δυναμικό διέθετε η ταξιαρχία. Την ομάδα αυτή αποτελούσαν οι εξής:

  • Γιώργος Κατσιμαντής, υπολοχαγός.
  • Χρίστος Αγλαμίτσης, υπολοχαγός.
  • Σωτήρης Κωστιάνης, ανθυπολοχαγός.
  • Τάκης Σταυρόπουλος, ανθυπολοχαγός.
  • Χρίστος Καστάνης, ανθυπολοχαγός.
  • Γιάννης Παπαδόπουλος, ομαδάρχης.
  • Σπύρος Φερίζης, ομαδάρχης.
  • Μανώλης Δρίβας, ομαδάρχης.
  • Γιώργος Κουτσοβασίλης.
  • Τάκης Χριστάκος, ομαδάρχης.
  • Δημήτρης Κώνστας, ομαδάρχης.
  • Νίκος Γιαννακόπουλος, ομαδάρχης.
  • 14 μαχητές με ακόμα δύο ομαδάρχες αγνώστων στοιχείων.

Ο Μύλος του Μανωλάκη σήμερα.

Κατά το σχέδιο, το τάγμα του Αλέκου Τσουκόπουλου θα έπαιρνε θέσεις αριστερά του Λεωνιδίου, κοντά στη θάλασσα. Ο ένας λόχος του Μπελά θα έπιανε το χωριό Μέλανα, όπου υπήρχαν έτοιμα παλιά ιταλικά χαρακώματα. Οι άλλοι δύο λόχοι του τάγματος του Δ. Κουτρουλάκη και του Παναγιώτη Σκάγκου, μαζί με το λόχο μηχανημάτων του Γκουβάτσου, που για την περίπτωση προσαρτήθηκε στο τάγμα, θα έπιαναν θέσεις στην ίδια πλευρά αλλά πλησιέστερα στην πόλη, πάνω στην αριστερή πλαγιά της κοιλάδας και κοντά στη θάλασσα. Ο λόχος του Γιώργου Ατζακλή, με τους υπόλοιπους μαχητές του Αρχηγείου Πάρνωνα θα λάμβαναν θέσεις στο χωριό Πουλίθρα, δεξιά του Λεωνιδίου και κοντά στην παραλία. Έτσι, η επιχείρηση θα ασφαλιζόταν από τη μεριά της θάλασσας.

Μέσα στην πόλη θα έμπαιναν δύο λόχοι από τα τάγματα του Βρεττάκου και του Μπουραζάνη. Ο δεύτερος λόχος του Βρεττάκου, με λοχαγό τον Γιάννη Τσελέκη θα έμενε σε εφεδρεία στο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου στα δυτικά του μύλου. Εκεί θα βρισκόταν επίσης και ο Βρεττάκος μαζί με τον Ανδρέα Βουθούνη επιτελάρχη της ταξιαρχίας. Ως σταθμός διοίκησης της ταξιαρχίας ορίστηκε το ύψωμα "Μερόχωρο", δυόμιση έως τρία χιλιόμετρα από το μύλο και επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με το Βρεττάκο και τον Βουθούνη. 

Πρόκειται για μια ιδιαίτερα λανθασμένη επιλογή, η διεύθυνση της μάχης να βρίσκεται τόσο μακριά από το σημείο της μάχης και παραμένει άγνωστο εάν η διοίκηση της ταξιαρχίας κατέληξε ομαδικά σε αυτή την τοποθεσία ή ποιος ήταν ο ιθύνων νους μιας τέτοιας απόφασης, που όπως θα δούμε παρακάτω υπήρξε καταστροφική για την έκβαση της μάχης.

Θέσεις της μάχης σε κάθετη τομή.


Στο μέσο του πρωινού της 20ης Ιανουαρίου, όλα τα τμήματα της ταξιαρχίας, αλλά και οι ομάδες επιμελητείας συγκροτήθηκαν και ξεκίνησαν για το Λεωνίδιο. Οι οδηγίες τους ήταν ρητές, λιτές και σαφείς: Κανείς δεν θα ενεργήσει πριν την προκαθορισμένη ώρα, που ορίστηκε η 1:00 π.μ. τη νύχτα της 21ης Ιανουαρίου. Οι ομάδες που έμπαιναν στην πόλη δεν θα εκδηλώνονταν εάν πρώτα δεν έπεφτε ο μύλος. Η ομάδα κρούσης θα προσέγγιζε το μύλο χωρίς άρβυλα, αθόρυβα, για να επιτύχει τον αιφνιδιασμό του αντιπάλου.


Το σχέδιο μάχης του Λεωνιδίου.


Η μάχη


Με την είσοδο των τμημάτων του ΔΣΠ στην πόλη, κάποιος θόρυβος χάλασε τον αιφνιδιασμό και τα πολυβολεία της πόλης ξεκίνησαν να βάλουν. 

Παράλληλα, η ομάδα κρούσης έλαβε θέσεις περίπου 50 μέτρα ανατολικά του μύλου σε μια μικρή χαράδρα, έχοντας εξασφαλίσει απυρόβλητο χώρο, όχι όμως τέτοιο που να της επιτρέπει τη χρήση των μπαζούκας που διέθεταν. Αυτό γιατί η χρήση τέτοιων όπλων απαιτεί την όρθια ή έστω τη γονατιστή θέση του σκοπευτή. Ο τόπος μπροστά στην ομάδα κρούσης ήταν τελείως αποψιλωμένος και τα πολυβόλα του αντιπάλου θέριζαν σε κάθε τους κίνηση. Παρόλα αυτά, δύο σκοπευτές κατόρθωσαν τραυματιζόμενοι και με μεγάλη αυτοθυσία να ρίξουν δύο βλήματα στο μύλο, προκαλώντας όμως ελάχιστε ζημιές. Η κατάσταση συνεχίστηκε ίδια, παρά το γεγονός ότι ο ΔΣΠ κατόρθωσε να ρίξει ακόμα δύο βλήματα στο μύλο, που παρέμενε απόρθητος. 

Στο μεταξύ η ώρα περνούσε και ο Πρεκεζές αγωνιούσε γιατί πλησίαζε η συμφωνημένη ώρα αναχώρησης- μια ώρα προτού ξημερώσει. Έπαιρνε διαρκώς τον Βρεττάκο για να μάθει αν έπεσε ο μύλος και λάμβανε διαρκώς την ίδια απάντηση: "Όχι συναγωνιστή ταξίαρχε". Ο Πρεκεζές τότε διέταξε να ρίξουν τις φωτοβολίδες της αποχώρησης. Ο Βρεττάκος στο εκκλησάκι είχε και αυτός εξαντλήσει τα όρια της δικής του υπομονής. Λίγο πριν πέσουν οι φωτοβολίδες είχε στείλει αυτοβούλως στην ομάδα κρούσης 4 ακόμα μπαζούκας με τους Μιχάλη Βουδούρη και Αντώνη Σαμαρτζή. Αποφασίστηκε να χτυπήσουν και οι τέσσερις μαζί ανά δύο, στο κάθε σημείο στόχευσης. Το αποτέλεσμα ήταν 4 ακόμα τραυματίες μαχητές και δύο μεγάλες τρύπες στο τοίχωμα του μύλου.

Αμέσως οι μαχητές πλεύρισαν τον τοίχο του μύλου και στη συνέχεια έκαναν έφοδο με αυτόματα και χειροβομβίδες. Με τις πρώτες ριπές τους, κατέφθασαν από το εκκλησάκι, ο Γιάννης Τσελέκης και ο Κώστας Κολοβός. Οι δύο αυτοί, αφού πρώτα βοήθησαν τους τραυματίες, δέκα από τους δεκατέσσερις της ομάδας κρούσης, μαζί με τους Κωστιάνη, Δρίβα, Σταυρόπουλο και Κατσιμαντή προσέβαλαν το φυλάκιο στα πρώτα σπίτια της πόλης, μαζί με τον υπόλοιπο λόχο του Τσελέκη.

Ο μύλος είχε πέσει και ο ενθουσιασμός ήταν μεγάλος.

Σε μισή ώρα, ολόκληρο το Λεωνίδιο είχε καταληφθεί και πολλοί μαχητές δεν αντιλήφθηκαν τις φωτοβολίδες της αποχώρησης. Όμως ο Πρεκεζές είχε ήδη προχωρήσει ήδη πολύ στο δρόμο της επιστροφής, όταν τον πρόλαβε γρήγορος σύνδεσμος και του ανακοίνωσε την κατάληψη του Λεωνιδίου. Η επιστροφή ήταν αδύνατη, καθώς με τη φωτοβολίδα είχαν αναχωρήσει και τα τμήματα της επιμελητείας που θα ασχολούνταν με τη μεταφορά των λαφύρων. Οι αντάρτες του Γιάννη Τσελέκη άλλωστε, αν και βρήκαν άφθονα υλικά στις αποθήκες, δεν πήραν τίποτε καθώς περίμεναν την επιμελητεία. Πήραν μόνο τον οπλισμό του μύλου που κατέλαβαν και δύο όλμους που βρήκαν μπαίνοντας στα πρώτα φυλάκια της πόλης. 

Έτσι παρά το γεγονός ότι η έκβαση της μάχης του Λεωνιδίου ήταν επιτυχής, επιμελητειακά, η επιχείρηση απέτυχε παταγωδώς. 


Απώλειες


Οι απώλειες του ΔΣΠ στη μάχη του Λεωνιδίου ανέρχονται στους 8-10 νεκρούς, μεταξύ των οποίων ο οπλοπολυβολητής Νίκος Καρκαμπάσης και η Διαμάντω Ματζαβράκου. Συνελήφθησαν επίσης δύο μαχητές, που εκτελέστηκαν δημόσια και χωρίς δίκη από τον ανθυπολοχαγό του ΕΣ, Δημήτρη Κατσικοκέρη. Από την πλευρά των κυβερνητικών, σκοτώθηκαν 5 στρατιωτικοί και 4 ΜΑΥ, ενώ οι αντάρτες συνέλαβαν στο μύλο 2 στρατιώτες και έναν ΜΑΥ, τους οποίους άφησαν ελεύθερους. 



  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου