Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019

Από τη μυθιστορηματική ζωή της Κικής Τροχάτου- Πολυγένη - μέρος 3



Συνεχίζουμε με το τρίτο και τελευταίο μέρος της σταχυολόγησης του εξαιρετικού βιβλίου για τη ζωή της Κικής Τροχάτου- Πολυγένη.


Αποτέλεσμα εικόνας για Κική Τροχάτου



Μέρος δεύτερο: Από τη Σχολή Αξιωματικών στο τέλος της ταξικής αναμέτρησης 


Μετά τη μάχη της Δημητσάνας, η Κική Τροχάτου- Πολυγένη μετατίθεται στη Σχολή Αξιωματικών του ΔΣΠ, στη Δίβρη. Θα παρακολουθήσει εγκύκλια μαθήματα για στρατιωτικά στελέχη, μαζί με ακόμα 129 συντρόφους και συντρόφισσές της.

"Στη μια πλευρά ήταν και το γυμνάσιο που ήταν η σχολή. Εκεί μέναμε.Είμαστε 130 άτομα συνολικά,εφτά  είμαστε  κοπέλες.  Είχε  διπλά σιδερένια κρεβάτια, πάνω κάτω όπως του στρατού και υποδομή, μαγειρεία, γραφεία  κλπ. Κάναμε μάθημα κάθε μέρα και σε αίθουσα και έξω. Μας κάνανε  θεωρία  για  τη  στρατιωτική  τέχνη, διοίκηση, όπλα, τακτικές, πυξίδες, χάρτες κλπ. Και  ασκήσεις.  Πώς  βαδίζει  ένα  τμήμα,  που καταυλίζεται,  που  βγάζει  σκοπιές,  τι  μέτρα ασφαλείας παίρνει, πολλά, πολλά πράγματα που τώρα πια τα περισσότερα τα έχω ξεχάσει."

Διευθυντής της Σχολής Αξιωματικών είναι ο Κανελλόπουλος, ο οποίος κρατά κοντά του την Κική για σύνδεσμό του, λόγω της μεγάλης της ευελιξίας και της ταχύτητάς της. Θα τον συνοδεύσει σε αρκετές μάχες και θα τον δει να πεθαίνει δίπλα της.

"Ήταν  καλός  άνθρωπος. Αργότερα  ,σε  μια  μάχη  πάνω  από  το  Βεσίνι Αχαΐας,Φλεβάρης  του  49  ήτανε  ,  σκοτώθηκε δίπλα μου από αδέσποτη σφαίρα. Είμαστε δίπλα δίπλα μπρούμυτα καλυμμένοι και τον σκούντησα να φύγουμε. Δεν κινιότανε και είδα μια μικρή κόκκινη τρύπα στο δεξιό κρόταφό του. Βλήθηκε απο μακρυά, από αδέσποτη σφαίρα.Του πήρα την εξάρτηση με το πιστόλι του, τον άφησα και έφυγα. Την τσάντα με τα επιτελικά του , την παρέδωσα αργότερα σε άλλο αξιωματικό." 


Ως μέλλοντες αξιωματικοί του ΔΣΠ, οι μαθητές της Σχολής θα λάβουν μέρος σε αρκετές μάχες του 1948. Ανάμεσά τους και η Κική, που θα πολεμήσει στις μάχες της Ζαχάρως, Αμαλιάδας, Κρέσταινας, Πιάνας,  Χανιού του  Πανόπουλου, Κουμανίου, στη μάχη "στου Βάγγου", στα Τρόπαια και αλλού. 


Τα Χριστούγεννα του 1948, η Κική Τροχάτου θα γίνει μάρτυρας της αεροπορικής τραγωδίας που εκτυλίχθηκε στην περιοχή της Σχολής Αξιωματικών και στοίχισε τη ζωή σε δεκάδες ξένους ταξιδιώτες. Μερικές ημέρες μετά, θα αποφοιτήσει από τη Σχολή Αξιωματικών με το βαθμό του ανθυπολοχαγού.

Τον Οκτώβριο του 1948, η Κική θα σταλεί σε μυστική αποστολή στη Ζαχάρω, την οποία επιθυμεί να ανακαταλάβει ο ΔΣΠ, λόγω της οχυρής της θέσης. Ντυμένη με φουστάνι και πολιτικά ρούχα θα περάσει στη Ζαχάρω για να εντοπίσει τις οχυρές θέσεις του στρατού. Με πρόσχημα ότι είναι παραδουλεύτρα και θέλει να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, θα μπει στο σταθμό της Χωροφυλακής για να ρωτήσει για τα χαρτιά που πρέπει να βγάλει, ενώ θα κατοπτεύει το χώρο και θα εξετάσει την ύπαρξη αιχμαλώτων εκεί. 

"Το χάραμα με βρήκε στα πρώτα σπίτια της πόλης. Ανακατεύτηκα με τον κόσμο,παρατηρούσα τις  φρουρές,τα  φυλάκια,ότι  μπορούσα  να κρατήσω  στο  μυαλό  μου. Έκανα  μεγάλη  βόλτα ανατολικά-δυτικά και βόρεια-νότια για να δω όσα περισσότερα  μπορούσα. Μέτρησα  τους χωροφύλακες  που  είδα-ήταν  ο  Ζάρας  με  το απόσπασμά του εκεί- και αντιστοιχούσα κάθε 10 χωροφύλακες σε ένα δάχτυλο. Αποφάσισα  να  πάω  στην  αστυνομία  και ξεκίνησα για εκεί ,όταν έπιασε βροχή. Είχα γίνει μούσκεμα,όταν έστριψα μια γωνία και βρέθηκα στο πεζοδρόμιο της αστυνομίας μαζί με το σκοπό χωροφύλακα  στο  σκέπαστρό  του. Στάθηκα  κάτω από τη βροχή,όταν ο σκοπός με λυπήθηκε, με πλησίασε και με τράβηξε κάτω από ένα υπόστεγο για να μην βρέχομαι. Με ρώτησε τι θέλω και του είπα το παραμύθι μου. 

-Ε άντε πάνω βρε κοπέλα μου,να μην βρέχεσαι και να μάθεις ότι θέλεις, μου είπε. 

Πράγματι,  με  το  τηλέφωνο  με  τη μανιβέλα, ειδοποίησε τους μέσα και μου είπε να ανέβω στον πρώτο όροφο. Η σκάλα ήτανε αριστερά και δεξιά  της,άφηνε  διάδρομο  και  μέτρησα  4 πόρτες , δυστυχώς όλες κλειστές,δεν είδα τι είχαν πίσω  τους. Στο  γραφείο  που  πήγα,ήτανε  δυο χωροφύλακες βαθμοφόροι. Τους είπα περίπου τι ήθελα,κάνοντας  σκόπιμα  επαναλήψεις,ενώ  τα μάτια  μου  είδαν  σε  εναν  ανοιχτό  φάκελλο μπροστά στον έναν τους,δυο έγγραφα δεξιά και αριστερά,  με  τον  ίδιο  τίτλο  «Κατηγορητήριο». Απέναντι  από  το  γραφείο  ήτανε  κελί  με κάγκελα. Μέσα ήταν δύο κρατούμενοι. 

-Τι είναι αυτοί;

 Ρώτησα τους χωροφύλακες και μου είπαν ότι είναι κρατούμενοι αντάρτες. Τους βγάλαμε από την απομόνωση που είναι κάτω, για να πάνε σε δίκη. 

-Να πάω κοντά να δω τι μούτρα είναι; ρώτησα χαζά. 

Οι χωροφύλακες γελάσανε και μου δώσανε την άδεια να πάω να τους δω.Μέσα, ήταν δύο κρατούμενοι,ένας όρθιος και ένας καθιστός στο μοναδικό  ράντζο  που  υπήρχε.Τον  καθιστό,τον γνώριζα  από  το  βουνό.Με  αναγνώρισε  και αυτός, ξαφνιάστηκε και πριν μιλήσει , έφερα το δάχτυλο στο στόμα, για να σιωπήσει ώστε να μην κινδυνεύσουμε. Αδιάφορα γύρισα προς το γραφείο πάλι,όταν οι χωροφύλακες σηκώθηκαν,μου είπαν να περιμένω και βγήκαν από το γραφείο .Άρπαξα τα  δυο  κατηγορητήρια  ,τα  έκρυψα  στον  κόρφο μου και σιγά σιγά κατέβηκα πάλι τη σκάλα,βγήκα στο δρόμο,αποχαιρέτησα το σκοπό και τράβηξα μέσα  από  στενά  ,στην  άκρη  της  πόλης  για  να γυρίσω στη θέση μου."


Παρά τις πολύτιμες πληροφορίες της Κικής, η επίθεση κατά της Ζαχάρως θα είναι και αυτή τη φορά ατελέσφορη. Σύντομα όμως θα έρθει νέα, επικίνδυνη αποστολή, ξανά σε κατοικημένη περιοχή. Μετά από πολύωρα μαθήματα για το πώς πρέπει να κινηθεί, η Κική στέλνεται στην Αθήνα σε ένα έμπιστο σπίτι προκειμένου να λάβει κι άλλα, περισσότερα μαθήματα. Από εκεί, η επόμενη αποστολή της θα ήταν στις ΗΠΑ, όπου η Κική θα εντόπιζε τρία στελέχη του ΔΣΕ που είχαν καταχραστεί χρήματα του αγώνα και είχαν αυτομολήσει.

Στην Αθήνα, η Κική θα μείνει στο σπίτι γνωστής οδοντιάτρου. Λίγες ημέρες μετά, η Κική λαμβάνει εντολή για αλλαγή γιάφκας, καθώς οι συλλήψεις του παράνομου κομματικού μηχανισμού έχουν πολλαπλασιαστεί στην Αθήνα. Της δίνεται εντολή να μεταβεί στη Θήβα για να πάρει επαφή από την εκεί οργάνωση. Στη Θήβα, η Κική θα μάθει ότι η αποστολή στις ΗΠΑ έχει ακυρωθεί και θα περάσει ξανά στην Πελοπόννησο, μετά από μια ημέρες και με τα πόδια.

Δύο εβδομάδες μετά θα φθάσει στον Ταΰγετο.

Στις αρχές του 1949, το σχέδιο "Περιστέρα" ξεκινά να εφαρμόζεται στην Πελοπόννησο, για την εκκαθάριση του ΔΣΠ:

"Το  κυνηγητό  μας,  είχε  αρχίσει.  Η  9η μεραρχία είχε ήδη βγει στην Πάτρα και πίεζε σε όλες τις κατευθύνσεις. Παντού υπήρχε στρατός. Η δυσαρέσκεια  και  η  αβεβαιότητα  για  το  μέλλον μας  διάχυτη.  Η  προσωρινή  κυβέρνηση  του βουνού,  παρά  τις  προσδοκίες  δεν  είχε αναγνωριστεί,  από  αυτούς  που  θεωρούσαμε συμμάχους μας. Είμαστε αποδυναμωμένοι, χωρίς εφεδρείες και πυρομαχικά. Μπαίναμε σε μάχη με πέντε  σφαίρες.  Ο  χειμώνας  βαρύς.  Όλα  τα διάσελα, οι αυχένες, τα γεφύρια πιασμένα από το στρατό.  Σαν  τα  αγρίμια  γυρνάγαμε  μέσα  στα χιόνια μακρυά από χωριά, μακρυά από δρόμους.

Βρίσκαμε  ακέφαλα πτώματα  ανταρτών  κρεμασμένα  σε  δένδρα,  σε διαβάσεις,  για  να  κρατάνε  τους  ανθρώπους  με σκυμμένα κεφάλια από το φόβο. Το σεβασμό στο νεκρό,  όπως  τον  είχαμε  σαν  Έλληνες  από  τα αρχαία χρόνια μας μέσα από τις τραγωδίες που διδαχτήκαμε,  την  Αντιγόνη  απέναντι  στον Κρέοντα, αυτό τον σεβασμό οι νεοέλληνες δεξιοί διώκτες μας, τον είχαν ξεχάσει."

Η Κική ακολουθεί τους αντάρτες του Ταϋγέτου σε μακρές νυχτερινές και κοπιαστικές πορείες. Η πείνα θερίζει και το κρύο σκοτώνει. Πολλοί έχουν παραισθήσεις από την πείνα και την εξάντληση. Τελικά, η Κική με λίγους αντάρτες καταφέρνουν να ελιχθούν στο χωριό Ανδρώνι, όπου βρίσκονται με άλλους συντρόφους τους. Ελίσσονται στη Φολόη και από εκεί στο Τριπόταμο, όπου επιχειρούν να διασχίσουν τη γέφυρα. 

"Και  τότε  άρχισε  το  πανηγύρι. Φωτοβολίδες, πυρά καταιγιστικά, τροχιοδεικτικές να γίνεται χαμός. Ένας που ήταν δίπλα μου, μου είπε να πηδήξω στο αφρισμένο και βουερό ποτάμι από κάτω. Δεν ξέρω μπάνιο του είπα και κοίταξα από τα σίδερα που είχε για κουπαστές το γεφύρι, να δω κάτω. Άκουγα και άλλους που πηδάγανε. Η σπρωξιά μου ήρθε ξαφνικά. Βρέθηκα μέσα στο αφρισμένο ποτάμι και πήγα μέχρι τον πάτο. Είχε πλατανόφυλλα  που  μπαίνανε  στο  στόμα,  βάτα που μου σκίζανε ρούχα, πόδια και χέρια, κλαδιά. 

Βάραινα από αυτά που φόραγα, χλαίνη, σακίδιο, όπλο, αρβύλες. Βγήκα στον αφρό και με πήρε το νερό ενώ μπόρεσα και κράτησα το κεφάλι μου απέξω. Η έννοια μου ήταν να βγω στην όχθη, να πατήσω στέρεα στα ρηχά. Θα με πήγε το νερό και διακόσια μέτρα πιο κάτω, όταν πάτησα στέρεα. Προσπάθησα να βγω, αλλά ήταν γλιδόχωμα στην όχθη και γλιστρούσα. Σιγά σιγά πήγαινα όλο και πιο κάτω, μέχρι που πάτησα στέρεα και μπόρεσα και βγήκα. Είχε ένα δρομάκι δίπλα στο ποτάμι και μετά ελιές."

Άλλοι συναγωνιστές της Κικής δεν θα σταθούν τόσο τυχεροί. Το ποτάμι θα τους καταπιεί ή θα πέσουν από τις σφαίρες.

Μετά το περιστατικό με το ποτάμι, η Κική συναντά τον ξεκομμένο αντάρτη Βασίλη Ροζάκη. Θα περιπλανηθούν για μερικές μέρες μαζί έως ότου οι δρόμοι τους χωρίσουν και η Κική περάσει ξανά στις ομάδες του ΔΣΠ στον Ταΰγετο. Στο χωριό Λαγκάδα, η Κική θα συναντήσει τη μητέρα της και τον πατέρα της, που βρίσκονται στον επισιτισμό του τμήματος του "Σφακιανού".

"Ήρθα τελικά στη Λαγκάδα, στη σπηλιά που ήτανε  η  μάνα  μου  και  πάστωνε.  Τι  χαρά  που έκανε που με είδε μετά από τόσο καιρό. Έβρασε νερό,  με  έπλυνε,  με  ξεψείριασε,  καθαρίστηκα. Ήταν και ο πατέρας μου εκεί. Χάρηκε και αυτός που γύρισα, όταν είδα ένα τενεκέ με μέλι που είχε κοντά  του.  Του  ζήτησα  να  μου  βάλει  στην καραβάνα λίγο να φάω γιατί ήμουνα ξελιγωμένη. Μου έβαλε και μου είπε κάτσε να το γράψω για να είμαι σωστός στη διαχείριση. Εκεί του είπα ότι το αντάρτικο διάλυσε πατέρα, αύριο θα είναι εδώ ο  στρατός  και  όλα  θα  έχουν  τελειώσει." 

Αργότερα, και άλλοι ξεκομμένοι αντάρτες θα συγκεντρωθούν στον Ταΰγετο και θα σχηματιστούν δύο διμοιρίες, που θα επιχειρήσουν να περάσουν στον Πάρνωνα. Αργότερα, η Κική θα αποκοπεί ξανά, όμως θα έχει την τύχη να βρεθεί στη γιάφκα του αδερφού της στους Σουστίανους:


"Εκεί υπήρχε ένας τεράστιος λόγγος. Μέσα στο λόγγο, ο αδελφός του, που ήταν Κπίτης, είχε  γιάφκα,  φωλιά  δηλαδή  με  όλα  τα χρειαζούμενα.  Είχε  και  κρυφό  νερό  μέσα  στο λόγγο.  Εκεί  μείναμε  όλο  το  καλοκαίρι  του  49 μέχρι  που  παραδόθηκα.  Λυγίζαμε  τα  κλαδιά, μπαίναμε μέσα και τα ξανασηκώναμε για να μην φαίνεται  ότι  υπάρχει  κίνηση  εκεί. Φουρνίζαμε ψωμί στο ελαιοτριβείο των Σουστιάνων, που είχε εκκενωθεί  απο  το  στρατό  και  ήταν  έρημο.  Τα Σάββατα  είχε  παζάρι  στη  Σπάρτη.  Όταν ανεβαίνανε  οι  χωρικοί  για  τα  χωριά  τους,βγαίναμε στη δημοσιά και μας έδιναν ότι θέλαμε.

Μέχρι κορδέλες και τσιμπιδάκια για τα μαλλιά είχα.  Πιάναμε  μουλάρια  και  τα  βαράγαμε  να πάνε  τον  ανήφορο  στον  Ταΰγετο.  Ο  στρατός έβγαινε επιδρομές ακολουθώντας τα ίχνη και μεις είμαστε  δίπλα  τους  στους  Σουστιάνους.  Είχαμε απόλυτη ασφάλεια εκεί. Μόνο βάζοντας φωτιά στο λόγγο θα μπορούσαν να μας βγάλουν"


Μήνες αργότερα θα παραδοθεί στο στρατόπεδο Καστορίου κοντά στη Σπάρτη. Θα τύχει καλής αντιμετώπισης από τους φαντάρους. Από εκεί θα μεταφερθεί στην κόλαση του Στρατοπέδου Συγκέντρωσης Αιχμαλώτων της Τρίπολης, στο γήπεδο του Παναρκαδικού. θα βασανιστεί και θα κακοποιηθεί σωματικά και ψυχικά, όπως πολλοί αντάρτες και πολίτες που βρέθηκαν εκεί. Η ζωή της στο αντάρτικο του ΔΣΕ τελειώνει εδώ.


Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην οικογένεια της Κικής Τροχάτου- Πολυγένη για το εξαιρετικό υλικό που μας εμπιστευτήκατε. 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου