Άρθρο του Θεόφιλου Διαμάντη, υποψήφιου διδάκτορα Παν. Αιγαίου
Ισοτιμία ή ισότητα;
Στην Ελλάδα του Εμφυλίου, η όξυνση της πάλης των τάξεων ανέδειξε την ευκαιρία της γυναίκας να διεκδικήσει ίσα δικαιώματα με τους άνδρες. Όχι σαφώς στο επίπεδο της κοινωνικής ζωής της αστικής δημοκρατίας, αλλά εντός των κόλπων του Δημοκρατικού Στρατού και των λαογέννητων δομών του. Πρόκειται για μια «παράδοση» που συνεχίστηκε από την ένταξη των πρώτων μάχιμων γυναικών στον ΕΛΑΣ, χωρίς βεβαίως αυτό να σημαίνει ότι οι καλά εμπεδωμένες κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής δεν μπήκαν πολλές φορές εμπόδιο, όντας βαθειά ριζωμένες στις αντιλήψεις, ακόμα και στελεχών του ΔΣΕ, που όπως είναι γνωστό υπήρξε στρατός κατά κύριο λόγο αγροτικός.
Ήδη από το 1946 πολλές καταδιωκόμενες κομμουνίστριες, αγωνίστριες του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ και της ΕΠΟΝ εντάχθηκαν σε αντάρτικους σχηματισμούς και αργότερα πέρασαν στα τμήματα του ΔΣΕ. Ορισμένες από αυτές ήταν εμπειροπόλεμες, καθώς υπήρξαν μαχήτριες του ΕΛΑΣ, πολύ περισσότερες όμως κατατάχθηκαν εθελοντικά στο Δημοκρατικό Στρατό, έχοντας μηδενική πολεμική εμπειρία. Στα τμήματα του ΔΣΕ που ο αριθμός των γυναικών το επέτρεπε, σχηματίστηκαν μάχιμα τμήματα αποκλειστικά από γυναίκες, ενώ σε άλλες περιοχές, όπως η Πελοπόννησος ή η Κρήτη, οι γυναίκες εντάσσονταν σε μικτά τμήματα του ΔΣΕ.
Ωστόσο, στις αρχές σύστασης του Δημοκρατικού Στρατού, πολλές διοικήσεις μονάδων, ξεκινώντας από την εσφαλμένη αντίληψη που είχαν σχηματίσει σχετικά με την ισοτιμία των γυναικών και των ανδρών τις χρησιμοποιούσαν στα τμήματά τους με τρόπο λανθασμένο και εφάρμοζαν εσφαλμένες πρακτικές και συμπεριφορές. Για παράδειγμα, το στέλεχος του ΔΣΕ Κώστας Γκριτζώνας αναφέρει πως μια συνήθης κακή πρακτική υπήρξε η ένταξη εθελοντριών στα μάχιμα τμήματα του ΔΣΕ, χωρίς να τους δοθεί έστω και η στοιχειώδης στρατιωτική εκπαίδευση. Εφάρμοζαν έναν αυτοματισμό, στην αντίληψή τους ότι όλες οι γυναίκες είναι το ίδιο εμπειροπόλεμες με τους άνδρες. Παρόλα αυτά, το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ έδρασε γρήγορα ώστε να αλλάξουν αυτές οι στάσεις και αντιλήψεις. Σε άρθρο της στο περιοδικό Δημοκρατικός Στρατός, το στέλεχος του ΚΚΕ, Ρούλα Κουκούλου γράφει μεταξύ άλλων για το ζήτημα:
«Έχουμε ένα αρκετά σημαντικό αριθμό γυναικών στο ΔΣΕ. Στην αρχή, όλες οι γυναίκες σχεδόν στέλνονταν στη μάχη. Οι αντάρτισσές μας έδειξαν παλικαριά και μαχητικότητα, ηρωισμό και αυτοθυσία, προσήλωση στην αποστολή τους, πειθαρχία, φιλότιμη προσπάθεια, υπομονή. Μέσα στις μεγαλύτερες δυσκολίες δεν εγκαταλείπουν τη θέση τους. Στη Νευρούπολη π.χ., νηστικές, ξυπόλυτες και αποκομμένες, οι αντάρτισσές μας συνεχίζουν με πείσμα τον αγώνα. Είναι πολλές οι νεαρές αντάρτισσες που έχουν πάρει μέρος σε 10, 20 και πάνω μάχες και έχουν διακριθεί, σαν τη 18χρονη λοχία Ξανθίππη Δημητρίου που πήρε μέρος σε 15 μάχες και τη Βαγγελιώ Γκολέτσα, που είναι παράδειγμα μαχητή στην Ήπειρο, τη μικρή θαρραλέα σαμποταρίστρια Θεσπούλα Τσαμπάκη και τόσες άλλες. Συχνά το ΓΑ αναφέρει και τιμάει κατορθώματα των γυναικών στις μάχες. Φάνηκαν άξιοι μαχητές οι γυναίκες, μα η ζωή έδειξε πως έγιναν υπερβολές που μας ζημίωσαν. Δε χρησιμοποιήθηκε καλά η γυναικεία δύναμη στο στρατό. Το ρίξιμο μονοκόμματα όλων των γυναικών στη μάχη χωρίς καμιά επιλογή και η συνεχής παραμονή τους στην πρώτη γραμμή κλόνισε την υγεία σε πολλές μαχήτριες, που εξακολουθούσαν άρρωστες να πολεμούν. Ενώ τον ίδιο καιρό νέα γερά παλικάρια που έπρεπε να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, ήταν σε άλλες υπηρεσίες του στρατού.
Βλέποντας αυτή την κατάσταση, το ΓΑ με διαταγή του ορίζει ότι η κατάταξη των γυναικών στα μάχιμα τμήματα θα γίνεται μόνο εθελοντικά και έπειτα από έγκριση της διοίκησης. Είναι μεγάλη προσφορά για τον αγώνα να πολεμάς με το όπλο, αλλά αυτό θα το κάνουν όσες μπορούν. Οι άλλες θα προσφέρουν το ίδιο πολύτιμη και απαραίτητη για τον πόλεμο δουλειά στις διάφορες υπηρεσίες του στρατού που ‘ναι το ίδιο αναγκαίες και μάχιμες και όπου οι γυναίκες αποδείχτηκε πως τα καταφέρνουν καλά με την νοικοκυροσύνη και την προσοχή τους».
Το παραπάνω άρθρο που αναδεικνύει τη διαπάλη για το ζήτημα της γυναίκας στους κόλπους του ΔΣΕ συνεχίζει με την εξής σημαντική τοποθέτηση ξεκαθαρίζοντας το ζήτημα της ισοτιμίας της γυναίκας σε αντιδιαστολή με αυτό της ισότητας:
«Στη χρησιμοποίηση των γυναικών στο στρατό πρέπει να παίρνουμε υπόψη μας τις φυσικές οργανικές διαφορές της γυναίκας, τις ιδιαίτερες κλίσεις της και τις δυνατότητές της, πατώντας πάντα στη σωστή βάση ότι στον μεγάλο μας αγώνα, άντρες και γυναίκες έχουμε ισότιμη υποχρέωση συμμετοχής, όμως ο καθένας από τη θέση που μπορεί να προσφέρει καλύτερα, από εκεί που είναι πιο κατάλληλος. Να ξεκαθαρίσουμε τη σύγχυση που υπάρχει στο ζήτημα της γυναικείας ισοτιμίας. Άλλο ισοτιμία κοινωνική και πολιτική της γυναίκας, που είναι αίτημα του αγώνα μας, και άλλο φυσική εξομοίωση του άντρα και της γυναίκας, πράγμα που είναι καθαρός παραλογισμός και εμποδίζει τη γυναικεία απόδοση στον αγώνα».
Το παραπάνω ζήτημα, αυτό της σύγχυσης της ισοτιμίας με την ισότητα, αποτυπώνει καλύτερα η Φωτεινή Δούζη στο παρακάτω περιστατικό:
«Ο γυλιός μου ήταν ασήκωτος. Λύγιζε η μέση μου από το βάρος, αδύνατη όπως ήμουν και δεν βρισκόμουν μόνο εγώ σε αυτή την κατάσταση. Το ίδιο ένιωθε και η Ξένη και οι άλλες μαχήτριες. Δεν άντεξα και φώναξα καθώς περνούσε από κοντά, στο λοχαγό μας το Διάκο:
Συναγωνιστή λοχαγέ. Δεν μπορούμε να σηκώσουμε τόσο βάρος!
Ίσα δικαιώματα θέλετε συναγωνίστρια, ήταν η απάντησή του».
Σύντομα, οι συμπεριοφορές αυτές ορισμένων στελεχών του ΔΣΕ σταμάτησαν, λόγω της ειδικής μέριμνας και των αυστηρών εντολών του Γενικού Αρχηγείου, που διά στόματος Κώστα Καραγιώργη αναδεικνύουν την ξεχωριστή φροντίδα που έδειξε ο ΔΣΕ για τη γυναίκα:
Θα πρέπει να φροντίζουμε στα μάχιμα τμήματα και με καλή κατανόηση και κατάλληλη στρατολογία, ώστε να μην ξεπερνάει το 30-35% η συμμετοχή της γυναίκας στα μάχιμα τμήματα. Οι μεγάλες πορείες, με το γυλιό, το οπλοπολυβόλο κλπ., κουράζουν πολύ το γυναικείο οργανισμό.
Να παίρνουν οι διοικητές (ιδίως ομαδάρχες, διμοιρίτες, λοχαγοί) υπόψη τους τη φυσική περιοδική αδυναμία της γυναίκας. Πολύ περισσότερο στις πορείες, σε περάσματα ποταμών, φύλαγμα νυχτερινής σκοπιάς, κλπ. Οι εξτρεμισμοί και οι βαρβαρότητες πρέπει να λείψουν.
Δεν είναι σωστό ούτε και αποδοτικό να ρίχνονται οι γυναίκες μονοκόμματα στις μάχες. Η εκπαίδευσή τους στα έμπεδα, σε γυναικείους καλύτερα λόχους, με κατάλληλες γυναίκες αξιωματικούς, κάνει θαύματα.
Να μπει τέρμα στην υποτίμηση της αξίας της γυναίκας σαν μαχήτριας στη μάχη όπου υπάρχει ακόμα. Υπάρχουν περιστατικά όπου ο ομαδάρχης ή ο διμοιρίτης αφήνει πίσω τις γυναίκες, τις αχρηστεύει. Τις κάνει έτσι να χάνουν την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Αυτό οφείλεται στη λειψή ή και ανύπαρκτη εκπαίδευση των νέων μαχητριών που κάνουν τον άμεσο διοικητή τους να μην τις εμπιστεύεται από άποψη απόδοσης.
Οι πολύ μικρές και κάπως μεγαλύτερες μαχήτριες είναι καλύτερο να περάσουν στα συνεργεία. Βαραίνουν το τμήμα και δημιουργούν άσχημη ατμόσφαιρα στη διμοιρία.
Όμως είναι με την πρόοδο του πολέμου που ακόμα και οι περισσότερο «δύσπιστοι» αξιωματικοί του ΔΣΕ θα ανανγωρίσουν την αξία της πραγματικά ελεύθερης γυναίκας, αυτής που στην ίδια γραμμή με τον άνδρα διαπρέπει και πολλές φορές τον ξεπερνά σε ηρωισμό και μαχητικότητα. Περιστατικά, των αρχών του 1947, όπου οι περισσότερες γυναίκες έχουν λάβει την πρέπουσα εκπαίδευση το αναδεικνύουν.
Αναφέρει για παράδειγμα η Κατερίνα Γκόγκου-Χαλβατζή:
«Όταν τελείωσα τη σχολή ομαδαρχών και πήγα στο λόχο μου, ο λοχαγός μου με σύστησε στο διμοιρίτη Περιστερά Χρήστο από τη Σούρπη Αλμυρού. Ο διμοιρίτης μου διαμαρτυρήθηκε: “Τι με αυτή τη γάτα θα πάω στη μάχη;”.
Εμείς ήμασταν πολύ ταλαιπωρημένες από την εκπαίδευση στη σχολή. Όταν φτάσαμε στον τόπο της επιχείρησης, η ομάδα μου πήρε αποστολή ποιον στόχο θα χτυπήσει. Η διαταγή ήταν να πλησιάσουμε στα πενήντα μέτρα από τις θέσεις του αντιπάλου. Το σύνθημα ήταν στις 11 η ώρα τη νύχτα, μια ριπή αυτομάτου από το λοχαγό, να ρίξουμε τα πάντσερ στην επίθεση. Εγώ έβαλα την ομάδα μου σε διάταξη μάχης και πλησίασα πολύ κοντά στον αντίπαλο. Είχα μπροστά μου πρόχειρα οχυρά. Εκείνη τη στιγμή δόθηκε το σύνθημα, ο σκοπευτής μου Σπαθής Σωκράτης κι εγώ έδωσα το σύνθημα “αέεεερα, επάνω τους” και βρέθηκα με τις σκοπεύτριές μου, πρώτη στο ύψωμα.
Ο διμοιρίτης μου, αυτός που με θεωρούσε γάτα, πίσω μου με τις δύο ομάδες φώναζε: “Γεια σου Ρηνιώωωω. Γεια σου Ρηνιώωωω”, κι όσο πήγαινε η φωνή του αδυνάτιζε, ώσπου ξεψύχησε. Μια ριπή από το διπλανό ύψωμα ήταν θανατηφόρα».
Και συμπληρώνει ο Βασίλης Μπαρτζιώτας, την παραπάνω εικόνα, με ένα εντυπωσιακό περιστατικό:
«Παραμονή Χριστουγέννων, μια ομάδα αξιωματικών του ΓΑ ανεβαίναμε στο Μπέλλες, ακριβώς στο τριεθνές σημείο όπου ο αέρας βούιζε και μας πετούσε αγκαλιασμένους καταγής, ενώ το πυροβολικό του αντιπάλου θέριζε την περιοχή. Τότε ακούσαμε από κοντά βουητό και τραγούδια. Ήταν μια διλοχία αντάρτες του Αρχηγείου Κεντρικής Μακεδονίας που γυρνούσε από επιχείρηση τραγουδώντας. Μόλις πλησίασε η διλοχία είδαμε τούτο το τραγικό και ηρωικό θέαμα: Επικεφαλής ήταν καβάλα στο άλογό της, η ΠΕ του σχηματισμού. Το δεξί της πόδι, βαριά τραυματισμένο πάνω από το γόνατο, κρεμόταν σαν το σφαχτό στο τσιγκέλι… Και η ηρωίδα μας τραγουδούσε “Εμπρός ΕΛΑΣ για την Ελλάδα” και είχε και το κουράγιο να μας χαιρετίσει στρατιωτικά. Υποκλιθήκαμε μπροστά στο μεγαλείο αυτό».
Εξαιρετικές μαχήτριες
Η ένταξη και εκπαίδευση των γυναικών στα όπλα και τις τεχνικές του πολέμου, από τον ΔΣΕ και η συμμετοχή τους στις διάφορες μάχες του Εμφυλίου απέδειξε την τεράστια μαχητική τους ικανότητα, την μεγάλη τους αντοχή στις πορείες και τις ολονύχτιες ενέδρες, καθώς και τον ηρωισμό που επέδειξαν σε δύσκολες καταστάσεις. Στο πεζικό, το πυροβολικό, το σαμποτάζ και στο ιππικό εκατοντάδες μαχήτριες αναδείχθηκαν σε στελέχη του ΔΣΕ και τιμήθηκαν με πολλά μετάλλια και επαίνους.
Γράφει σχετικά, ο Κώστας Καραγιώργης:
«Ποιο είναι το κυριότερο που θα έπρεπε να ζητήσουμε από τη γυναίκα στον πόλεμο για να την παραδεχτούμε; Να πολεμάει “σαν άντρας”; Αυτό το έκανε και με το παραπάνω. Αποδείχτηκε θηρίο στον πόλεμο. Ο εχθρός τής βγάζει το καπέλο, στο σημείο αυτό και τη φοβάται πιο πολύ από τους άνδρες μαχητές. Ο χρονογράφος του “Βήματος” Παλαιολόγος γράφει ότι “όπως διηγούνται όσοι τις γνώρισαν στη μάχη, πρόκειται για φανατισμένες ύαινες”. Ο “Ταχυδρόμους” του Βόλου έγραφε για τις μαχήτριές μας στη μάχη της Καρδίτσας ότι έδειξαν μαχητικότητα και ορμή “εν πολλοίς ανωτέραν των ανδρών”. Αυτές οι “ύαινες” είναι οι βασανισμένες κοπέλες που έχουν υποστεί τα πάντα οι φαμίλιες τους από το φασισμό και τον μισούν με πάθος απέραντο. Ο σ. Στάλιν λέει ότι δεν μπορείς να νικήσεις τον εχθρό αν δεν τον μισείς με όλη τη δύναμη της ψυχής σου, και οι γυναίκες, πλούσιες σε συναισθήματα πιο πολύ από τους άνδρες, ξέρουν να μισούν το φασισμό».
Η διαπίστωση τόσο του Κώστα Καραγιώργη όσο και των αστικών εφημερίδων της εποχής για τη μαχητικότητα των γυναικών του ΔΣΕ αναδεικνύεται επίσης από σειρά περιστατικών που κατέγραψε η ιστορία της εποχής:
Στη μάχη της Νάουσας, όλες οι μαχήτριες πολέμησαν με αξιοθαύμαστη παλικαριά. Η Λούλα Τζοβάρα, στην επίθεση των τμημάτων μας στο ύψωμα Άγιος Θεόδωρος άρπαξε το οπλοπολυβόλο και όρμησε πρώτη, δίνοντας το παράδειγμα για τη θυελλώδη επίθεση. Τραυματισμένη κατόπιν στη μάχη μέσα στην πόλη, δεν ήθελε να εγκαταλείψει την ομάδα της. Οι μαχήτριες του 1ου Ράγματος της 103ης Ταξιαρχίας ορμούσαν μαζί με τους συναγωνιστές τους απάνω στα πολυβολεία των εχθρικών φυλακίων. Δύο από αυτές, η ανθυπολοχαγός Ευανθία Νταλούκα και η μαχήτρια Μαρία Πάσχου, στο πρώτο εχθρικό φυλάκιο που εξοντώθηκε, έπιασαν, μαζί με τους συναγωνιστές τους, τρεις αιχμαλώτους και ρίχτηκαν μέσα στην πόλη.
Οι σύγχρονες αμαζόνες του ιππικού του ΔΣΕ, που διοικούσε ο Γαζής έλαβαν μέρος σε δεκάδες μάχες, δείχνοντας μεγάλο ηρωισμό και αυταπάρνηση. Η Γενοβέφα Γκουτζινοπούλου από τα Φάρσαλα, η Αναστασία Σφήκα σύζυγος του Γαζή, η επιλοχίας Ελένη Παλακούδη και πολλές άλλες πολέμησαν αποφασιστικά στην ταξιαρχία ιππικού του ΔΣΕ και το 1949 εκτελέστηκαν στο Μιζούρλο της Λάρισας.
Η ολμίστρια Κατίνα, της 105ης Ταξιαρχίας εκτός από τις εξαιρετικά εύστοχες βολές της είχε βρει έναν τρόπο να σκορπίζει προκηρύξεις του ΔΣΕ στο εχθρικό στρατόπεδο που βρισκόταν απέναντι από το δικό της τμήμα. Έβγαζε τον πυροσωλήνα από το βλήμα έδενε τις προκηρύξεις και τις εξαπολούσε στα εχθρικά χαρακώματα.
Η Ευδοξία Λυμπεροπούλου από το Κοτύλιο Αρκαδίας που είχε εκπαιδευτεί στη σχολή του Πέτρου Κόκκαλη υπηρετούσε στο ΔΣΕ σαν νοσοκόμα χειρουργείου. Το έργο της, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες του Εμφυλίου ήταν πραγματικά άθλος. Εκτελώντας το καθήκον της, έμεινε κοντά στους τραυματίες του ΔΣΕ ως το τέλος και δεν εγκατέλειψε τη θέση της. Συνελήφθη και δολοφονήθηκε από τον κυβερνητικό στρατό.
Η αξία της γυναίκας μαχήτριας στις τάξεις του ΔΣΕ αποτυπώθηκε επίσης στο σημαντικό ποσοστό τους στις τάξεις των αξιωματικών και των πολιτικών επιτρόπων.
Σε έξι σειρές αξιωματικών που φοίτησαν στη Σχολή Αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ, ανάμεσα σε 2650 στελέχη, 200 απόφοιτες ήταν γυναίκες. Παράλληλα με διάφορα διατάγματα της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και διαταγές του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ, ονομάστηκαν αξιωματικοί σειρά γυναικών μαχητριών όπως οι παρακάτω:
Ελευθερία Κτανά, ανθ/γός Υγειονομικού.
Γεωργία Καλλίτσου, ανθ/γός Πεζικού.
Φωφώ Κουτζούβαλη, ανθ/γός Πεζικού.
Μαίρη Καζαντζίδου, ανθ/γός Πεζικού.
Αργυρώ Σταυροπούλου, υπολοχαγός Πεζικού.
Ευγενία Αμοιρίδου, ανθ/γός Πολιτικός Επίτροπος.
Πηνελόπη Λεβεντάκη, ανθ/γός Πεζικού.
Ήδη από το Δεκέμβρη του 1947, με την πράξη αριθ. 11 του Γενικού Αρχηγείου, το νόμο αριθ. 1 της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης και άλλες διαταγές, στη θέση του πολιτικού επιτρόπου τμημάτων τοποθετήθηκαν τουλάχιστον 59 γυναίκες.
Τιτάνιες αντοχές
Πέραν της μαχητικής τους ικανότητας, ένα ακόμα προσόν των γυναικών, όπως αποτυπώνεται σε δεκάδες μαρτυρίες και αυτοβιογραφίες μαχητών και αξιωματιών του ΔΣΕ, υπήρξε η τιτάνια αντοχή τους σε κάθε κακουχία. Μάλιστα, κατά κοινή ομολογία, οι γυναίκες μαχήτριες αποδεικνύονταν τις περισσότερες φορές πιο ανθεκτικές από τους άντρες σε όλες τις δυσκολίες.
Για παράδειγμα, όταν τμήμα της ταξιαρχίας του Φώκου Βέτα και του Λιάκου, αποτελούμενη κυρίως από μαχητές και μαχήτριες του νομού Έβρου δοκίμασε να περάσει χειμώνα το βουνό Αλημπουντούτς, βρέθηκε αντιμέτωπο με σφοδρή χιονοθύελλα. Στο πέρασμα της κορυφής πολλοί μαχητές έμειναν για πάντα παγωμένοι στο μονοπάτι, καμιά όμως μαχήτρια. Οι αξιωματικοί τους μονολογούσαν εντυπωσιασμένοι: “Βρε τις εφτάψυχες! Ούτε μια γυναίκα παγωμένη”.
Ανάλογα περιστατικά καταμαρτυρά ο Βασίλης Φυτσιλής, στο βιβλίο του Βαγγελιώ Κουσιάντζα, για το πέρασμα της Νιάλας, όπου δεκάδες μαχητές και πολίτες έμειναν για πάντα παγωμένοι στις κορφές του βουνού. Ο Φυτσιλής αναφέρει ότι σημαντικά λιγότερες γυναίκες έχασαν τη ζωή τους από το κρύο, αποδίδοντάς το στη διαφορετική φυσιολογία του σώματός τους. Σε ένα άλλο τραγικό περιστατικό, στο όρος Τσαλ Νταγ, ο Βασίλης Ζεχιρλής περιγράφει την πορεία 126 μαχητών και μαχητριών του ΔΣΕ μέσα στο κρύο και στο χιόνι. Όταν η ομάδα έφθασε σε ένα φυλάκιο και σταμάτησε για να ξεκουραστεί 47 μαχητές κατέρρευσαν και σύντομα έχασαν τη ζωή τους. Κανένας τους δεν ήταν γυναίκα.
Ένα ακόμα πρόβλημα που οι μαχήτριες και αξιωματικοί του ΔΣΕ αντιμετώπιζαν είχε να κάνει με την έμμηνο ρύση και την επιπρόσθετη καταπόνηση που αυτή συνεπαγόταν. Πολλές νεοσύλλεκτες αντιμετώπιζαν και το φαινόμενο της διακοπής του κύκλου τους, πολλές φορές και για 3 και 4 μήνες, που συνοδευόταν με έναν έντονο κοιλιακό πόνο, κατά τις ημέρες της περιόδου. Στο ζήτημα αυτό επιστρατεύθηκε η εμπειρία των πιο παλιών μαχητριών και αξιωματικών, ορισμένες εκ των οποίων είχαν πολεμήσει και στον ΕΛΑΣ. Οι παλαιότερες γυναίκες γνώριζαν ότι η διακοπή της εμμήνου ρήσης προερχόταν από την αγωνία της μάχης και το σοκ και τις κακουχίες της αντάρτικης ζωής και σύντομα τα προβλήματα ξεπερνούνταν, όταν η γυναίκα εγκλιματιζόταν στον πόλεμο. Όμως ακόμα και αφού ξεπερνούσαν τα βιολογικά προβλήματα αυτά, οι γυναίκες αντιμετώπιζαν το ζήτημα της καθαριότητας και της επιπρόσθετης κούρασης. Η Αργυρώ Πολυχρονάκη, μαχήτρια του ΔΣΕ Κρήτης, που έμεινε στα βουνά ως το 1962 και έφυγε για τη Σοβιετική Ένωση, μόνο αφού επανίδρυσε με λίγους συντρόφους της, τις παράνομες κομματικές οργανώσεις του νησιού, αναφέρει:
«Αχ αυτή η περίοδος. Να πονάς, να αποζητάς κάποια ζεστασιά και να μην μπορείς να τη βρεις. Και τα πανιά λιγοστά ή και καθόλου. Να γεμίζουν αίματα. Να ντρέπεσαι που μυρίζεις. Να μην αντέχεις ούτε η ίδια την άσχημη μυρωδιά σου. Να κουβαλάς τα ματωμένα σου πανιά, μαζί με το παγούρι και το ξεροκόμματο, αν έχεις, για μέρες. Να μην έχεις που και πως να πλυθείς.»
Οι γυναίκες του ΔΣΕ αντιμετώπισαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία τις δυσκολίες και τις κακουχίες της ένοπλης δράσης, με παλικαριά και καρτερικότητα. Στάθηκαν με καρτερικότητα και άσβεστη αγωνιστική φλόγα απέναντι στη μάχη, την πορεία, το κρύο, την πείνα και τα τραύματα. Η μαχήτρια του ΔΣΕ, αείμνηστη Ελένη Γαβρικίδου- Μπούρμπουλα, άνθρωπος δραστήριος, μοντέρνος και πάντα κοντά στο ΚΚΕ, έλεγε σχετικά:
«Θυμάμαι σε μια πορεία το 1948 έπρεπε το τμήμα μου να μετακινηθεί, μέσα στο κρύο και τον αέρα. Είχαμε κουραστεί από ολοήμερη μάχη και φαγητό δεν είχαμε φάει για πάνω από 24 ώρες. Τώρα έπρεπε ξανά να περπατήσουμε. Όπως προχώραγα με τις γυναίκες δεν ακουγόταν κουβέντα. Είπα τότε μέσα μου: “Πρέπει να τραγουδήσεις για να ανυψωθεί το ηθικό”. Πήρα να τραγουδάω το Εμπρός ΕΛΑΣ για την Ελλάδα. Σύντομα όλη η φάλαγγα τραγούδαγε και αντιλαλούσαν τα βουνά ολόγυρα».
Πηγές:
Κώστας Γκριτζώνας, Μαχήτριες του Δημοκρατικού Στρατού, Βήμα μαρτυρίες, Αθήνα 2010.
Φωτεινή Δούζη, Η γιαγιά μας η αντάρτισσα, Αυτοέκδοση, Αθήνα 1993.
Βασίλης Φυτσιλής, Βαγγελιώ Κουσιάντζα, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1992.