Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Η ίδρυση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας

Στις 7 Οκτώβρη του 1949 στον τομέα του Βερολίνου που έλεγχε η ΕΣΣΔ σύμφωνα με τη Διάσκεψη του Πότσνταμ, συνεδρίασαν οι εκπρόσωποι των κομμάτων και των οργανώσεων που δρούσαν στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας και ίδρυσαν τη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία (ΓΛΔ).
«Ξεδιπλώνεται ένα κομμάτι της γερμανικής Ιστορίας», ανέφερε ένας δημοσιογράφος στο ραδιόφωνο την ίδια μέρα, όσον αφορά τη συνεδρίαση των εκπροσώπων των κομμάτων και των οργανώσεων, στο πρώην υπουργείο Αεροπορίας στον τομέα του Βερολίνου που έλεγχε η ΕΣΣΔ σύμφωνα με τη Διάσκεψη του Πότσνταμ. Λίγη ώρα αργότερα, ο Βίλχελμ Πικ θα ανακοίνωνε στον ίδιο ραδιοφωνικό σταθμό ότι γεννήθηκε το πρώτο κράτος «εργατών και αγροτών επί γερμανικού εδάφους». «Βάσει του νέου συντάγματος που υιοθετήθηκε ομοφώνως από όλες τις οργανώσεις και τα κόμματα που ήταν παρόντα στο λαϊκό συμβούλιο ιδρύεται η Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία», έλεγε η ανακοίνωση.
Ας δούμε όμως τα μεταπολεμικά γεγονότα και εξελίξεις στην ηττημένη στον Β' παγκόσμιο πόλεμο Γερμανία.
Το μεταπολεμικό μέλλον της Γερμανίας καθοριζόταν από τις αποφάσεις του Πότσνταμ. Αυτές προέβλεπαν την κατοχή της ηττημένης Γερμανίας από τις ΗΠΑ - Αγγλία - Γαλλία - ΕΣΣΔ με σκοπό τη δημιουργία ενός ενιαίου γερμανικού κράτους, αποστρατιωτικοποιημένου, αποναζιστικοποιημένου, δημοκρατικά οργανωμένου και απ' αυτήν την άποψη ο γερμανικός λαός, θύμα και αυτός του χιτλερισμού και του πολέμου, να καθοδηγηθεί στη δράση για τη συγκρότηση αυτού του κράτους.
Με βάση τη Συμφωνία για το μηχανισμό ελέγχου της Γερμανίας, η ανώτατη εξουσία θα ασκείται στη Γερμανία από τους ανώτερους διοικητές των ενόπλων δυνάμεων της ΕΣΣΔ, των ΗΠΑ, της Αγγλίας και της Γαλλίας, από τον καθένα στη ζώνη της κατοχής του, ενώ η ανώτατη εξουσία θα ασκείται από τα μέλη του Συμβουλίου Ελέγχου, ώσπου να εφαρμοστούν πλήρως οι συμφωνίες για τη δημιουργία ενός γερμανικού κράτους, αποστρατιωτικοποιημένου, αποναζιστικοποιημένου, δημοκρατικά οργανωμένου.
ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία έλεγχαν στρατιωτικά το δυτικό τμήμα της Γερμανίας, ενώ η ΕΣΣΔ το ανατολικό τμήμα. Ο ίδιος καταμερισμός έγινε και στο Βερολίνο. Χωρίστηκε σε τομείς και το δυτικό του τμήμα ελεγχόταν στρατιωτικά και διοικητικά από ΗΠΑ - Αγγλία - Γαλλία, ενώ το ανατολικό του από την ΕΣΣΔ.
Να σημειώσουμε ότι το Βερολίνο ήταν γεωγραφικά στην Ανατολική Γερμανία.
Με τις αποφάσεις του Πότσνταμ, επιδιωκόταν:
Πλήρης αφοπλισμός και αποστρατιωτικοποίηση της Γερμανίας. Διάλυση όλης της γερμανικής βιομηχανίας, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πολεμική παραγωγή. Διάλυση του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος, και εξαρτημένων από αυτό οργανώσεων, διάλυση όλων των ναζιστικών ιδρυμάτων, αποτροπή κάθε ναζιστικής και μιλιταριστικής δράσης ή προπαγάνδας. Οι εγκληματίες πολέμου και όσοι συμμετείχαν στο σχεδιασμό ή στην εφαρμογή ναζιστικών μέτρων, που αφορούν ή είχαν σαν αποτέλεσμα θηριωδίες ή εγκλήματα πολέμου, να συλληφθούν και να δικαστούν. Οι ναζιστές ηγέτες να συλληφθούν και να φυλακιστούν. Η παιδεία στη Γερμανία πρέπει να ελέγχεται έτσι, ώστε να εξαλειφθούν οριστικά οι ναζιστικές και μιλιταριστικές θεωρίες και να γίνει δυνατή η επιτυχής ανάπτυξη των δημοκρατικών ιδεών. Για τη διάλυση του γερμανικού πολεμικού δυναμικού, η παραγωγή εξοπλισμών, πολεμοφοδίων και πολεμικών όπλων, καθώς και η παραγωγή όλων των τύπων αεροπλάνων και θαλάσσιων σκαφών πρέπει να απαγορευτεί και να αποτραπεί.
Οι αποφάσεις της Διάσκεψης του Πότσνταμ, που πάρθηκαν από τις Δυνάμεις του αντιχιτλερικού συνασπισμού (ΕΣΣΔ, ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία), προέβλεπαν την κατοχή της ηττημένης Γερμανίας απ' αυτές τις Δυνάμεις, με σκοπό τη δημιουργία ενός ενιαίου γερμανικού κράτους, αποστρατιωτικοποιημένου, αποναζιστικοποιημένου, δημοκρατικά οργανωμένου και απ' αυτή την άποψη ο γερμανικός λαός, θύμα και αυτός του χιτλερισμού και του πολέμου, να καθοδηγηθεί στη δράση για τη συγκρότηση αυτού του κράτους.
Το κείμενο της συμφωνίας περιληπτικά έλεγε τα εξής:
«Α. Πολιτικές αρχές
1. Με βάση τη Συμφωνία για το μηχανισμό ελέγχου της Γερμανίας η ανώτατη εξουσία θα ασκείται στη Γερμανία από τους ανώτερους διοικητές των ενόπλων δυνάμεων της Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, από τον καθένα στη ζώνη της κατοχής του, με βάση τις οδηγίες των αντίστοιχων κυβερνήσεων, καθώς και από κοινού για τα ζητήματα που αφορούν τη Γερμανία γενικά. Η ανώτατη εξουσία θα ασκείται από τα μέλη του Συμβουλίου Ελέγχου.
2. Εφόσον τούτο είναι πρακτικά εφαρμόσιμο, πρέπει να υπάρχει η ίδια μεταχείριση του γερμανικού πληθυσμού σ' ολόκληρη τη Γερμανία.
3. Οι σκοποί κατοχής της Γερμανίας, τους οποίους πρέπει να έχει σαν οδηγό το Συμβούλιο Ελέγχου, ιδιαίτερα είναι:
-- πλήρης αφοπλισμός και αποστρατικοποίηση της Γερμανίας και διάλυση όλης της γερμανικής βιομηχανίας, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πολεμική παραγωγή, ή έλεγχος σ' αυτήν,
-- διάλυση του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος, των παραρτημάτων του και εξαρτημένων από αυτό οργανώσεων, διάλυση όλων των ναζιστικών ιδρυμάτων, εγγύηση ώστε να μην αναγεννηθούν με καμιά μορφή και αποτροπή κάθε ναζιστικής και μιλιταριστικής δράσης ή προπαγάνδας,
-- προετοιμασία για τελική αναδιοργάνωση της γερμανικής πολιτικής ζωής σε δημοκρατική βάση και για την ενδεχόμενη ειρηνική συνεργασία της Γερμανίας στη διεθνή ζωή,
-- οι εγκληματίες πολέμου και όσοι συμμετείχαν στο σχεδιασμό ή στην εφαρμογή ναζιστικών μέτρων, που αφορούν ή είχαν σαν αποτέλεσμα θηριωδίες ή εγκλήματα πολέμου, πρέπει να συλληφθούν και να προσαχθούν σε δίκη. Οι ναζιστές ηγέτες, οι διακεκριμένοι οπαδοί των ναζιστών και ο καθοδηγητικός μηχανισμός των ναζιστικών ιδρυμάτων και οργανώσεων, καθώς και οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα επικίνδυνα στην κατοχή της Γερμανίας και τους σκοπούς της κατοχής, πρέπει να συλληφθούν και να φυλακιστούν,
-- όλα τα μέλη του ναζιστικού κόμματος, τα οποία είχαν δράση περισσότερο από ονομαστικά μέλη, και όλα τα άλλα πρόσωπα, εχθρικά προς τους συμμαχικούς σκοπούς, πρέπει να απομακρυνθούν από τις κοινωνικές ή ημικοινωνικές θέσεις σοβαρών ιδιωτικών επιχειρήσεων. Τα πρόσωπα αυτά πρέπει να αντικατασταθούν με άλλα, τα οποία από άποψη πολιτικών και ηθικών αρετών θεωρούνται ικανά να βοηθήσουν στην ανάπτυξη αληθινά δημοκρατικών θεσμών στη Γερμανία,
-- η παιδεία στη Γερμανία πρέπει να ελέγχεται έτσι, ώστε να εξαλειφθούν οριστικά οι ναζιστικές και μιλιταριστικές θεωρίες και να γίνει δυνατή η επιτυχής ανάπτυξη των δημοκρατικών ιδεών.
Β. Οικονομικές αρχές
Για τη διάλυση του γερμανικού πολεμικού δυναμικού, η παραγωγή εξοπλισμών, πολεμοφοδίων και πολεμικών όπλων, καθώς και η παραγωγή όλων των τύπων αεροπλάνων και θαλάσσιων σκαφών πρέπει να απαγορευτεί και να αποτραπεί. Η παραγωγή μετάλλων, χημικών προϊόντων, η μηχανουργία και παραγωγή άλλων ειδών, άμεσα απαραίτητων για την πολεμική οικονομία, πρέπει να ελέγχεται αυστηρά και να περιορίζεται σύμφωνα με το επιτρεπτό επίπεδο των μεταπολεμικών ειρηνικών αναγκών της Γερμανίας...
Σε συντομότατο πρακτικά χρονικό διάστημα, η γερμανική οικονομία πρέπει να αποκεντρωθεί με σκοπό να καταργηθεί η υπάρχουσα υπερβολική συγκέντρωση της οικονομικής ισχύος, που αντιπροσωπεύεται ιδιαίτερα με τη μορφή καρτέλ, κοντσέρν, τραστ και άλλων μονοπωλιακών ενώσεων.
Στην περίοδο της κατοχής, η Γερμανία πρέπει να εξετάζεται σαν ενιαίο οικονομικό σύνολο. Για το σκοπό αυτό πρέπει να καθοριστεί κοινή πολιτική σ' ό,τι αφορά:
α) την παραγωγή και κατανομή των προϊόντων της εξορυκτικής βιομηχανίας και της βιομηχανίας επεξεργασίας,
β) την αγροτική οικονομία, δασοκομία και αλιεία,
γ) τους μισθούς, τις τιμές και κανόνες διανομής των προϊόντων στον πληθυσμό,
δ) το πρόγραμμα των συνολικών εισαγωγών και εξαγωγών της Γερμανίας,
ε) το χρηματικό και τραπεζιτικό σύστημα, με τους συγκεντρωτικούς φόρους και δασμούς,
στ) τις επανορθώσεις και την εξάλειψη του πολεμικού βιομηχανικού δυναμικού,
η) τις μεταφορές και συγκοινωνίες.
Κατά την εφαρμογή της πολιτικής αυτής πρέπει, στο βαθμό που χρειάζεται, να παίρνονται υπόψη οι διάφορες τοπικές συνθήκες» 1.
Από την πρώτη στιγμή που καθορίστηκαν οι τομείς ελέγχου από τα τέσσερα κράτη, η συμφωνία δεν εφαρμοζόταν από τις ΗΠΑ και τις Αγγλία και Γαλλία. Αλλωστε επιδίωξή τους ήταν η μη εφαρμογή της και στην πορεία η συγκρότηση ενός γερμανικού ιμπεριαλιστικού κράτους. Αλλά η ύπαρξη της ΕΣΣΔ, το γεγονός ότι σήκωσε σχεδόν ολόκληρο το βάρος του πολέμου, ότι ο Κόκκινος Στρατός κατέλαβε το Βερολίνο, χτυπώντας αυτός το γερμανικό ιμπεριαλισμό στην καρδιά του και ότι έλεγχε μετά από συμφωνία το ανατολικό τμήμα της Γερμανίας, λειτούργησαν αποτρεπτικά από τη δημιουργία, αμέσως μετά την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας, ενός κράτους όπως το ήθελαν οι ιμπεριαλιστές. Παρ' όλ' αυτά η συμφωνία παραβιαζόταν. Ετσι στους τομείς που ήλεγχαν οι ΗΠΑ, Αγγλία και Γαλλία (δυτικό τμήμα της Γερμανίας), μερικούς μήνες μετά τα ναζιστικά στρατεύματα δε διαλύονταν, το χιτλερικό κράτος έμενε ανέπαφο, οι εγκληματίες πολέμου προστατεύονταν. Τους ήταν χρήσιμοι ενάντια στην ΕΣΣΔ, αλλά και ενάντια στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας. Σκοπός τους από την αρχή ήταν η δημιουργία δυνάμεων επίθεσης στο σοσιαλισμό.
Κόντρα στη θέληση του γερμανικού λαού
Αλλά η δράση των ΗΠΑ, Αγγλίας, Γαλλίας στο γερμανικό έδαφος είχε και συνέχεια. Και αν για τους κομμουνιστές και πολλούς άλλους αντιφασίστες επιδιωκόταν η εφαρμογή της Συμφωνίας του Πότσνταμ, οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είχαν διαφορετικούς σκοπούς. Επιδίωξή τους ήταν η συγκρότηση ενός γερμανικού ιμπεριαλιστικού κράτους. Στους τομείς που ήλεγχαν οι ΗΠΑ, Αγγλία και Γαλλία (δυτικό τμήμα της Γερμανίας), τα ναζιστικά στρατεύματα δε διαλύονταν, το χιτλερικό κράτος έμενε ανέπαφο, οι εγκληματίες πολέμου προστατεύονταν. Τους ήταν χρήσιμοι ενάντια στην ΕΣΣΔ, αλλά και ενάντια στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας. Σκοπός τους, από την αρχή, ήταν η δημιουργία δυνάμεων επίθεσης στο σοσιαλισμό.
Η λαϊκή δράση διεκδικούσε ριζικές αλλαγές σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς στις δυτικές ζώνες, γεγονός που έθετε εμπόδια στους σκοπούς τους. Ετσι στα τέλη του 1946 σε ένα δημοψήφισμα στο κρατίδιο της Εσσης, το 72% των ψηφοφόρων ψήφισαν το πέρασμα των βιομηχανιών - κλειδιών στην κοινή ιδιοκτησία. Ομως η αμερικανική στρατιωτική διοίκηση απαγόρευσε την έκδοση αντίστοιχων νόμων. Οπως η αγγλική και γαλλική στρατιωτική διοίκηση, έτσι κι αυτή εμπόδισε τέτοιες αλλαγές. Η εξουσία του γερμανικού μονοπωλιακού κεφαλαίου, που έφερε τον Χίτλερ στην εξουσία, δε θίχτηκε στις δυτικές ζώνες, τις οποίες ήλεγχαν οι ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία. Αντίστοιχα αυτές οι δυνάμεις ήλεγχαν και το δυτικό τμήμα του Βερολίνου, με βάση τη Συμφωνία.
Για να συμπεριλάβουν τις δυτικές ζώνες στον αντισοβιετικό συνασπισμό, που ξαναεμφανίστηκε ανοιχτά αμέσως μετά τον πόλεμο, οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία μαζί με χριστιανοδημοκράτες και σοσιαλδημοκράτες Γερμανούς πολιτικούς πέρασαν στην κρατική ένωση των δυτικών ζωνών. Το 1947 ενώθηκαν η αμερικανική και η βρετανική ζώνη κατοχής στη διζωνία. Δημιουργήθηκε γι' αυτήν ένα οικονομικό συμβούλιο, όπου τον τόνο τον έδιναν πολιτικοί της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης και που έπαιρνε όλο και περισσότερο κρατικές αρμοδιότητες.
Το Μάρτη 1948 συνεδρίασε για τελευταία φορά το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου, που ήταν το αρμόδιο όργανο εξουσίας στη Γερμανία ως την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας του Πότσνταμ και τη δημιουργία του νέου γερμανικού κράτους. Τον Ιούνη οι στρατιωτικοί διοικητές (από τις ΗΠΑ, Αγγλία, Γαλλία) των δυτικών ζωνών ανήγγειλαν μια χωριστή νομισματική μεταρρύθμιση, την εισαγωγή του προσανατολισμένου στο δολάριο μάρκου-Γ. Η διαχωριστική γραμμή προς τη σοβιετική ζώνη κατοχής έγινε νομισματικό, και ήδη τώρα πρακτικά κρατικό, σύνορο. Τον ίδιο μήνα οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις με τις «Συστάσεις του Λονδίνου» ανήγγειλαν το σχηματισμό ενός δυτικογερμανικού κράτους και έδωσαν ανάλογες οδηγίες σε πολιτικούς των δυτικών ζωνών. Σ' αντίθεση με τις υπάρχουσες συμφωνίες οι στρατιωτικοί διοικητές των δυτικών δυνάμεων εισήγαγαν το νόμισμα, το μάρκο-Γ., και στους δυτικούς τομείς του Βερολίνου. Ετσι δημιούργησαν την κρίση του Βερολίνου, που προκάλεσε τον κίνδυνο μιας στρατιωτικής σύγκρουσης και οδήγησε στη διάσπαση της πόλης.
Ουσιαστικά, ΗΠΑ - Αγγλία - Γαλλία συγκρότησαν αντισοβιετικό συνασπισμό. Χριστιανοδημοκράτες και σοσιαλδημοκράτες πολιτικοί εγκατέλειψαν το δημαρχείο του Βερολίνου και εγκαταστάθηκαν στη συνοικία της πόλης Σιένεμπεργκ σαν εξουσία του Δυτικού Βερολίνου. Μετά απ' αυτό, σχηματίστηκε το Νοέμβρη 1948 στο σοβιετικό τομέα ένα νέο δημοκρατικό δημοτικό συμβούλιο, με τον Φρίντριχ Εμπερτ ως πρώτο δήμαρχο.
Το Σεπτέμβρη 1948 συγκροτήθηκε σε Σώμα στη Βόννη της Δυτικής Γερμανίας, από απεσταλμένους αντιπροσώπους των Κοινοβουλίων των κρατιδίων των δυτικών ζωνών κατοχής, ένα Κοινοβουλευτικό Συμβούλιο. Αυτό ψήφισε το Μάη 1949 ένα Σύνταγμα, το βασικό νόμο για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Το Σεπτέμβρη 1949 σχηματίστηκε κυβέρνηση με τον χριστιανοδημοκράτη Κόνραντ Αντενάουερ σαν καγκελάριο. Είχε ήδη συντελεστεί η διάσπαση της Γερμανίας, ενώ είχε προηγηθεί η διάσπαση του Βερολίνου.
Σε άμεση απάντηση, στις 7 Οκτώβρη του 1949 στον τομέα του Βερολίνου που έλεγχε η ΕΣΣΔ σύμφωνα με τη Διάσκεψη του Πότσνταμ, συνεδρίασαν οι εκπρόσωποι των κομμάτων και των οργανώσεων που δρούσαν στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας και ίδρυσαν τη ΓΛΔ. Αλλά η ΓΛΔ είχε στο εσωτερικό της και μάλιστα στην πρωτεύουσά της ένα τμήμα, το δυτικό Βερολίνο, το οποίο εμφανιζόταν ως ξεχωριστό κράτος, καπιταλιστικό, με ιμπεριαλιστικό στρατό.
Αλλωστε και η κυβέρνηση Αντενάουερ άρχισε να εξοπλίζει την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία Γερμανίας (έτσι ονομάστηκε το καπιταλιστικό κράτος που ίδρυσαν οι ιμπεριαλιστές στο δυτικό τμήμα της Γερμανίας) και στόχευε στην είσοδο της ΟΔΓ στο ΝΑΤΟ, που ιδρύθηκε τον Απρίλη 1949. Ο στόχος της ήταν η αποκατάσταση ενός γερμανικού ιμπεριαλιστικού κράτους τουλάχιστο στα τέως σύνορα του Ράιχ του 1937, δηλαδή η «προσάρτηση» της σοβιετικής ζώνης κατοχής και των τέως γερμανικών περιοχών ανατολικά των συνόρων του Οδερ και του Νάισε.
Ουσιαστικά προετοίμαζαν ανοιχτή ένοπλη επέμβαση, με στόχο την ανατροπή της εξουσίας στη ΓΛΔ και τη δημιουργία μιας ενιαίας ιμπεριαλιστικής Γερμανίας.
Το 1950 ξέσπασε ο πόλεμος στην Ανατολική Ασία με την ιμπεριαλιστική επίθεση κατά της ΛΔ της Κορέας. Σ' αυτές τις συνθήκες, στην Ευρώπη, η πιο οξυμένη περιοχή γινόταν και πάλι η περιοχή της Κεντρικής Ευρώπης και ειδικά τα σύνορα ΟΔΓ-ΓΛΔ. Οι επιθετικοί κύκλοι του ΝΑΤΟ, με τους Δυτικογερμανούς εταίρους τους, προετοιμάζοντας την ανατροπή του καθεστώτος στη ΓΛΔ, άρχισαν να χρησιμοποιούν εντατικά τα ανοιχτά σύνορα (τα σύνορα ήταν ανοιχτά, η ΓΛΔ δεν είχε ακόμη δικό της στρατό στα σύνορα ανατολικού-δυτικού τομέα, με δεδομένο ότι το γερμανικό ζήτημα στη βάση της Συμφωνίας του Πότσνταμ δεν είχε διευθετηθεί, παρά την ύπαρξη ουσιαστικά δύο κρατών και μάλιστα με διαφορετικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα) και δυνάμωναν την υπονομευτική τους δράση μέσα στο έδαφος της ΓΛΔ, ιδιαίτερα στον κρατικό μηχανισμό και τις επιχειρήσεις λαϊκής ιδιοκτησίας. Κεντρικός στόχος ήταν η αποδιοργάνωση του κρατικού μηχανισμού και σε συνέχεια η ανατροπή του καθεστώτος. Ενα μέρος από το κονδύλι των 100 εκατ. δολαρίων που διέθεταν οι ΗΠΑ για παρόμοιους σκοπούς ενάντια στις σοσιαλιστικές χώρες χορηγούνταν και για ενέργειες κατά της ΓΛΔ. Ταυτόχρονα, άρχισε και ο οικονομικός αποκλεισμός. Οπως ήταν φυσικό, η καθυστερημένη ανατολική περιοχή της προπολεμικής Γερμανίας ήταν πολύπλευρα εξαρτημένη σε πρώτες ύλες, καύσιμα και βιομηχανικό εξοπλισμό.
Μετά τον τερματισμό του πολέμου, όταν ο αντιχιτλερικός συνασπισμός δεν είχε ακόμη διαλυθεί, άρχισε να αναπτύσσεται το εμπόριο ανάμεσα σ' όλες τις ζώνες κατοχής. Με την ίδρυση της ΓΛΔ και τους γοργούς ρυθμούς σταθεροποίησής της, οι καπιταλιστές της ΟΔΓ, μαζί με τις άλλες ενέργειες, προσπάθησαν να σταματήσουν και τις προμήθειες που έδιναν, και τα προϊόντα που έπαιρναν από τη ΓΛΔ, να προκαλέσουν κρίση και αναταραχή στη ΓΛΔ. Το Φλεβάρη του 1950, η ΟΔΓ σταμάτησε να παραχωρεί στη ΓΛΔ ατσάλι, καύσιμα, πρώτες ύλες κ.ά. Το 1951, οι εξαγωγές της ΟΔΓ προς τη ΓΛΔ κάλυπταν μόλις το 6% των εισαγωγών της ΓΛΔ. Τον ίδιο καιρό δυνάμωσαν και τα σαμποτάζ από ένοπλες συμμορίες, που έκαιγαν σοδειές, κατέστρεφαν μηχανές, οργάνωναν ανοιχτές τρομοκρατικές πράξεις.
Ο αντικομμουνισμός και ο αντισοβιετισμός ήταν το κύριο ιδεολογικό όπλο του ιμπεριαλισμού, με το οποίο, μεταξύ άλλων, επιδιωκόταν η διάσπαση της ενότητας των πλατιών αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων της ΓΛΔ και της σχέσης τους με την πρωτοπορία στη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, το ΕΣΚΓ (Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γερμανίας, που προήλθε από τη συγχώνευση του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας και μιας μερίδας σοσιαλδημοκρατών στο ανατολικό τμήμα της Γερμανίας). Επεδίωκαν επίσης την εναντίωση των λαϊκών μαζών στην ΕΣΣΔ. Ο οικονομικός πόλεμος του ιμπεριαλισμού ενάντια στη ΓΛΔ είχε τις επιπτώσεις του σε ορισμένους τομείς της οικονομίας, όπως στη μεταλλουργία, τις μηχανοκατασκευές κλπ. Υπολογίζεται ότι οι πολύπλευρες οικονομικές ζημιές που προκλήθηκαν σ' αυτά τα χρόνια έφτασαν τα 100 δισεκατομμύρια μάρκα.
Ομως, η κύρια προσπάθεια των μονοπωλιακών δυνάμεων της ΟΔΓ και των ΗΠΑ στρεφόταν στην επιτάχυνση της επαναστρατιωτικοποίησης της ΟΔΓ και την επιθετική της προετοιμασία κατά των σοσιαλιστικών χωρών, με πρώτο στόχο τη ΓΛΔ. Προϋπόθεση γι' αυτό αποτελούσε το προβάδισμα στην ισχυροποίηση του δυτικογερμανικού κεφαλαίου και πρώτα απ' όλα στην ισχυροποίηση της βιομηχανικής βάσης του. Το 1951 διαπιστωνόταν ότι ο γερμανικός ιμπεριαλισμός στην ΟΔΓ είχε ανασυγκροτηθεί στο σύνολό του και αποτελούσε τον βασικό κίνδυνο στην Ευρώπη. Οι πολιτικοί του εκπρόσωποι διακήρυχναν ανοιχτά ότι αγωνίζονται για την επαναφορά στα σύνορα του 1937. Ταυτόχρονα, μιλούσαν για «απελευθέρωση των αδελφών που στέναζαν κάτω από το σοβιετικό ζυγό», θεωρούσαν την ίδρυση της ΓΛΔ σαν μια παρέκκλιση, που σύντομα θα τη διόρθωναν. Κύριος στόχος τους ήταν η δημιουργία στρατιωτικών δυνάμεων, για να χρησιμοποιηθούν για την αντεκδίκηση και την κατάληψη των προς ανατολάς εδαφών. Με την παρότρυνση των ΗΠΑ και τη συγκατάθεση των υπόλοιπων Ευρωπαίων εταίρων, έγινε το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Αποφασίστηκε η δημιουργία στρατιωτικών δυνάμεων, ισχύος 150.000 αντρών, όπως ζήτησε ο καγκελάριος της ΟΔΓ. Σημαντικό βήμα που ενίσχυε πολύπλευρα τις ενέργειες των ιμπεριαλιστικών κύκλων ήταν η είσοδος της ΟΔΓ στην Ευρωπαϊκή Ενωση Ανθρακα και Χάλυβα (Απρίλης 1951), που αποτελούσε τη βάση εξοπλισμού του NATO στη Δυτική Ευρώπη. Συνέπεια της εισόδου σ' αυτή τη διακρατική μονοπωλιακή ένωση ήταν η επιτάχυνση της παραπέρα μονοπωλιοποίησης της γερμανικής οικονομίας, η ισχυροποίηση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της ΟΔΓ.
Το πέρασμα της ΓΛΔ στο στάδιο του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού δε δημιουργούσε καμιά αμφιβολία ότι θα δυνάμωνε την αντίδραση του ιμπεριαλισμού και των υπολειμμάτων του στο έδαφος της ΓΛΔ.
Σχετικά με τα υπολείμματα, ο τομέας της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στη βιομηχανία, την αγροτική οικονομία και το μεγάλο εμπόριο ήταν σημαντικός στα πλαίσια της λαϊκής οικονομίας. Το 1950 υπήρχαν 17.500 καπιταλιστικές βιομηχανικές επιχειρήσεις που παρήγαγαν περίπου το 25% του ακαθάριστου βιομηχανικού προϊόντος. Το ένα τέταρτο της καλλιεργούμενης αγροτικής επιφάνειας ανήκε σε 47.557 μεγάλα αγροτικά νοικοκυριά. Ετσι κι αλλιώς ένα μέρος του καπιταλιστικού τομέα συνεχίζει να υπάρχει και μετά την επαναστατική ανατροπή της αστικής εξουσίας και διεξάγεται οξύτατη ταξική πάλη από την εργατική εξουσία ενάντια στις παλιές τάξεις ως την ολοκληρωτική απαλλοτρίωσή του. Επίσης, υπήρχαν κοινωνικά στρώματα που ήθελαν την επαναφορά των καπιταλιστικών σχέσεων. Ταυτόχρονα, ένα μέρος από τους μικρούς εμπορευματοπαραγωγούς και άλλους εκπροσώπους των μεσαίων στρωμάτων δε συμπαθούσε την εργατοαγροτική εξουσία και με μια ιμπεριαλιστική πίεση θα μπορούσε να επηρεαστεί απ' αυτήν. Στον τομέα αυτό, το βάρος ρίχτηκε στη δημιουργία ρήγματος ανάμεσα στην εργατική τάξη και τους συμμάχους της, με στόχο το σπάσιμο της συμμαχίας τους, αλλά και στο πολιτικό επίπεδο, ανάμεσα στο ΕΣΚΓ και τα άλλα κόμματα που δεν αντιπάλευαν το νέο καθεστώς, ιδιαίτερα τις δυνάμεις που στις γραμμές τους υπήρχαν ιδεολογικές συγχύσεις (επηρεάζονταν από θρησκευτικές αντιλήψεις κλπ.). Με έναν προσεχτικό ελιγμό και διά μέσου των οργανωμένων πολιτικών δυνάμεων στη ΓΛΔ, ήλπιζαν να πετύχουν την παλινόρθωση του καπιταλιστικού καθεστώτος. Η προσπάθεια αυτή εκδηλώθηκε έντονα διά μέσου ορισμένων ηγετών των κομμάτων της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης και του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας, που προσπάθησαν να επηρεάσουν οπαδούς των κομμάτων τους. Οι ηγέτες του ΣΔΚΓ της ΟΔΓ υποστήριζαν ανοιχτά τις αντεπαναστατικές ενέργειες που ετοιμάζονταν ενάντια στο σοσιαλισμό.
Ετσι, οργανώνονταν παράνομες αντεπαναστατικές ομάδες, οι οποίες είχαν αποκτήσει και δεσμούς με τα ιμπεριαλιστικά κατασκοπευτικά κέντρα του Δυτικού Βερολίνου. Οι περισσότερες από αυτές τις ομάδες καθοδηγούνταν από πρώην φασιστικά στελέχη.
Την όξυνση του ταξικού αγώνα την επιτάχυνε, επίσης, η συνεχής δράση των ιμπεριαλιστών διά μέσου των ανοιχτών συνόρων στο Βερολίνο. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, η σοσιαλιστική οικοδόμηση στη ΓΛΔ γινόταν ακόμη πιο περίπλοκη. Το λαϊκοδημοκρατικό καθεστώς, που οικοδομούσε το σοσιαλισμό, βρισκόταν μπροστά σε πολλά νέα προβλήματα, που η λύση τους αποδείχτηκε εξαιρετικά δύσκολη. Ετσι τα προβλήματα αυτά θεωρήθηκαν από τους ιμπεριαλιστές ως η ευκαιρία για το ξέσπασμα της αντεπαναστατικής δράσης για την ανατροπή της εργατοαγροτικής εξουσίας στη ΓΛΔ.
Μπροστά σ' αυτή τη διαμορφωμένη πλέον πραγματικότητα, που έδειχνε τις επιθετικές ιμπεριαλιστικές διαθέσεις κατά της ΕΣΣΔ με πρωταρχικό στόχο την επανένωση της Γερμανίας κόντρα στις αποφάσεις του Πότσνταμ, δηλαδή της επαναδημιουργίας μιας ιμπεριαλιστικής Γερμανίας (γι' αυτό διέσπασαν και το Βερολίνο δημιουργώντας ιμπεριαλιστικό θύλακα στην Ανατολική Γερμανία), οι σοβιετικές δυνάμεις πήραν μέτρα προστασίας των κατοίκων του Ανατολικού Βερολίνου. Ετσι, απαγόρεψαν στο διάστημα από 19 Ιούνη έως τις αρχές Ιούλη 1948 τη διέλευση προς το Βερολίνο από τις τρεις άλλες ζώνες κατοχής παντός είδους οχημάτων και προσώπων, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς τροφίμων. Σε τελευταία ανάλυση ήταν ένα μέσο άμυνας, αλλά και πίεσης ώστε να εμποδιστούν οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις των ΗΠΑ - Αγγλίας - Γαλλίας. Ετσι, δημιουργήθηκε η λεγόμενη αερογέφυρα του Βερολίνου. Λένε τα ιμπεριαλιστικά επιτελεία ότι: «Το περικυκλωμένο Δυτικό Βερολίνο ήταν αποκλεισμένο από τον Κόκκινο Στρατό κατοχής και χρειάστηκε αερογέφυρα για να μπορέσουν να έχουν κάτι να φάνε οι πολιορκημένοι». Με τη διαφορά ότι ήταν πρόσχημα προκειμένου να εξωθήσουν την ΕΣΣΔ σε στρατιωτικά αντίποινα και να ανοίξουν πόλεμο ενάντιά της. Βεβαίως, δεν τα κατάφεραν. Αλλά ουσιαστικά είχε αρχίσει ο ψυχρός πόλεμος. Ολες οι μετέπειτα εξελίξεις μέχρι το χτίσιμο του «Τείχους» αυτό δείχνουν.
Να σημειώσουμε εδώ ότι η Συμφωνία του Πότσνταμ ανάμεσα στις δυνάμεις του αντιχιτλερικού συνασπισμού, για μια Γερμανία «δημοκρατική, χωρίς όπλα», ώστε να μην ξαναγίνει πόλεμος από γερμανικό έδαφος (απ' αυτό ξεκίνησε και ο Α' και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος), ήταν αποτέλεσμα του τότε συσχετισμού δυνάμεων στον αντιχιτλερικό συνασπισμό ανάμεσα σε τρία από τα πιο ισχυρά ιμπεριαλιστικά κράτη τότε και την ΕΣΣΔ. Γιατί η συνέχεια και η πορεία της Γερμανίας θα γίνονταν αντικειμενικά πεδίο διαπάλης σε διεθνές επίπεδο, όπως και έγινε. Αλλωστε, κράτος ταξικά ουδέτερο δεν υπάρχει. Το Βερολίνο το ήθελαν οι ιμπεριαλιστές ως προκεχωρημένο επιθετικό σημείο στην πάλη τους για την ανατροπή του σοσιαλισμού.
Την ιστορία του αποκλεισμού του δυτικού τμήματος του Βερολίνου και της αερογέφυρας την γράφει τελείως διαφορετικά η ιμπεριαλιστική προπαγάνδα. Ηταν πράγματι μια επιχείρηση συνέχισης από τις ΗΠΑ της πολιτικής τους για διάσπαση της Γερμανίας και έντασης του ψυχρού πολέμου. Στην ουσία τον ψυχρό πόλεμο τον είχαν αρχίσει ακόμα από τη στιγμή που ο Αμερικανός Πρόεδρος Χάρι Τρούμαν είχε δηλώσει στον Στάλιν, στη διάρκεια της διάσκεψης του Πότσνταμ, ότι οι ΗΠΑ κατέχουν το μονοπώλιο της ατομικής βόμβας.
Σε βιβλίο του εκδοτικού «Diet Verlag Berlin 1987» με τον τίτλο «Βερολίνο 1945 - 1986», σχετικά με την «αερογέφυρα του Βερολίνου» και τα τότε γεγονότα αναφέρονται τα εξής: «Ενώ ολόκληρο το Βερολίνο γεωγραφικά ήταν τότε μέσα στο έδαφος της Σοβιετικής Ζώνης Κατοχής και ενώ συμφωνημένα υπήρχαν κοινές δημοτικές και άλλες διοικητικές αρχές και ένα κοινό νόμισμα, αυτό της σοβιετικής ζώνης κατοχής - ξαφνικά το καλοκαίρι του 1948 πρώτα οι Αμερικανοί και κατόπιν οι Αγγλοι και οι Γάλλοι τα ανατρέπουν όλα αυτά και αρχίζουν να εφαρμόζουν δικά τους μέτρα: Ξεχωριστό νόμισμα, ξεχωριστές αρχές κ.λπ. Μόνο μετά απ' αυτά τα διασπαστικά μέτρα η Σοβιετική Στρατιωτική Διοίκηση της Γερμανίας (SMAD) απαγόρεψε στο διάστημα από 19 Ιούνη έως τις αρχές Ιούλη 1948 τη διέλευση προς το Βερολίνο από τις τρεις άλλες ζώνες κατοχής παντός είδους οχημάτων και προσώπων, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς τροφίμων».
Η ΕΣΣΔ επίσης διακήρυξε τότε την ετοιμότητα για διαπραγματεύσεις και αντιμετώπιση της κρίσης. Αντί γι' αυτό τι έγινε; Στη συγκεκριμένη έκδοση αναφέρονται τα εξής: «Στις 25 Ιούνη 1948... ο ανώτατος διοικητής των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στη Γερμανία, στρατιωτικός διοικητής στρατηγός Λούτσιους Δ. Κλέι, επικοινώνησε με τον προϊστάμενό του υπουργό Στρατιωτικών στην Ουάσιγκτον. Ο Κλέι απαίτησε αυστηρά "αντίποινα" απέναντι στην ΕΣΣΔ. Μια ένοπλη συνοδεία αρμάτων μάχης να περάσει μέσω του αυτοκινητόδρομου από το Χέμστετ (σ.σ. σύνορο μεταξύ των τριών ζωνών κατοχής με τη σοβιετική) προς το Βερολίνο και να αναγκάσει έτσι τους Σοβιετικούς στρατιώτες να ρίξουν τον πρώτο πυροβολισμό. Αυτό θα σήμαινε πόλεμο! Η Ουάσιγκτον δίστασε, ενθάρρυνε όμως τον Κλέι μέχρις εσχάτων, να μην υποχωρήσει ούτε μια σπιθαμή εδάφους από την προφυλακή του Βερολίνου. Λίγο μετά απ' αυτό ο Κλέι έδωσε τηλεφωνικά στο Βισμπάντεν, αρχηγείο των αεροπορικών δυνάμεων των ΗΠΑ στην Ευρώπη, διαταγή, όλα τα διαθέσιμα αεροπλάνα να μεταφέρουν την άλλη μέρα τρόφιμα στη φρουρά των ΗΠΑ στο Βερολίνο και επιπλέον να απαιτήσει πρόσθετα αεροπορικά σμήνη από τη Δυτική Ευρώπη και πέραν του Ατλαντικού. Ετσι, άρχισε η "επιχείρηση Vittles", όπως ήταν το κωδικό όνομα της διαβόητης αερογέφυρας του Βερολίνου από τον Ιούνη 1948 έως το Σεπτέμβρη 1949. Οταν το πρωί της 26 Ιούνη 1948 έφτασαν στο αεροδρόμιο του Τέμπελχοφ τα πρώτα δικινητήρια "Ντακότα" τύπου C-47 με δυναμικό μεταφοράς 3 τόνων, άρχιζε ένα νέο κεφάλαιο του ψυχρού πολέμου, τον οποίο διεξήγαγε ο ιμπεριαλισμός του δολαρίου, που επιδίωκε την παγκόσμια κυριαρχία. Είχε επιτύχει την αρχικά τοπική νομισματική σύγκρουση να τη μετατρέψει σε διεθνή κρίση. Οι ανώτατοι στρατιωτικοί στην Ουάσιγκτον συζητούσαν στα σοβαρά τη δυνατότητα ενός πολέμου κατά της Σοβιετικής Ενωσης. Μετά από συζήτηση μαζί τους ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τρούμαν σημείωσε στο ημερολόγιό του: "Ο Φόρεσταλ, ο Μπράντλεϊ, ο Βάντενμπεργκ (ο στρατηγός, όχι ο γερουσιαστής) και ο Σίμινγκτον με ενημέρωσαν σύντομα για αεροπορικές βάσεις, για βόμβες, για τη Μόσχα, το Λένινγκραντ κ.λπ. Κατόπιν είχα το φριχτό αίσθημα ότι βρισκόμαστε εντελώς σιμά στον πόλεμο. Το Βερολίνο είναι μια μπαρουταποθήκη"».
Στο βιβλίο επίσης γράφονται τα εξής αποκαλυπτικά: «Ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός Τσόρτσιλ σύστησε στην κυβέρνηση των ΗΠΑ να θέσει τελεσίγραφο στην ΕΣΣΔ: `Η αποσύρεται ταχύτατα από το Βερολίνο ή οι πόλεις της θα ξεγραφτούν με ατομικές βόμβες. Με βροντερή πεποίθηση για τη στρατιωτική τους δύναμη η βρετανική εφημερίδα ΟΜΠΣΕΡΒΕΡ έγραφε: Εχουμε καταπληκτικά ατού στα χέρια. Η δική μας μεριά και όχι η σοβιετική κατέχει το ατομικό όπλο και θα μπορούσε, αν ερεθιστεί αρκετά, να εξαφανίσει... τη δύναμη της Σοβιετικής Ενωσης κυριολεκτικά από το πρόσωπο της Γης. Τον Ιούλη του 1948 η Ουάσιγκτον μετέφερε επιδεικτικά στη Δυτική Ευρώπη 60 στρατηγικά βομβαρδιστικά μεγάλων αποστάσεων του τύπου Β-29 ικανά για μεταφορά ατομικών βομβών. Μια δυτικοβερολινέζικη εφημερίδα ("Ο Σοσιαλδημοκράτης", 17/8/48) τύπωνε την τερατώδη φράση: "Το Βερολίνο αξίζει έναν πόλεμο"».
Για το συγκεκριμένο ζήτημα, σύμφωνα με το βιβλίο, «με πρωτοβουλία της ΕΣΣΔ έγινε τετραμερής διάσκεψη στη Μόσχα, που στις 30 Αυγούστου 1948 κατέληξε σε συμφωνία και έδινε κατευθυντήριες γραμμές στους ανώτατους στρατιωτικούς διοικητές των τεσσάρων δυνάμεων μέσα σε μια βδομάδα: α) Να αρθούν τα σοβιετικά μέτρα αποκλεισμού και β) να ισχύσει σαν μοναδικό νόμισμα σε όλο το Βερολίνο το γερμανικό μάρκο της σοβιετικής ζώνης κατοχής. Στις 31 Αυγούστου συνήλθαν οι τέσσερις στρατιωτικοί διοικητές... αλλά παρεμβλήθηκαν τεχνητά εμπόδια το ένα μετά το άλλο, ώστε ο στρατηγός Κλέι, τρίβοντας τα χέρια, να μπορεί να δηλώσει ότι οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν και φυσικά υπεύθυνοι γι' αυτό ήταν οι Ρώσοι. Η κρίση του Βερολίνου συνεχίστηκε, γιατί οι ΗΠΑ θεώρησαν ότι δεν είχαν επιτευχθεί ακόμα οι στόχοι της επιθετικής πολιτικής τους για τη Γερμανία και την Ευρώπη. Το Γενάρη του 1949 ο Τζον Φόστερ Ντάλες, ο αργότερα ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, είπε σε στενό κύκλο συνομιλητών: "Η τωρινή θέση είναι για τις ΗΠΑ, για προπαγανδιστικούς λόγους, πολύ πλεονεκτική. Εμείς αποκτούμε υπόληψη ότι προφυλάξαμε τον πληθυσμό του Βερολίνου από το θάνατο της πείνας, οι Ρώσοι όμως παίρνουν όλη την ευθύνη, λόγω των μέτρων αποκλεισμού. Αν συμφωνήσουμε στο ζήτημα του Βερολίνου, τότε πρέπει να καταπιαστούμε με τη Γερμανία στο σύνολό της. Τότε, όμως, πρέπει να υπολογίζουμε αμέσως με ρωσική πρόταση με το αίτημα απόσυρσης των στρατών κατοχής και επιστροφής της Γερμανίας στους Γερμανούς" [απόσπασμα από το βιβλίο του George S. Wheeler: "Η αμερικανική πολιτική στη Γερμανία" (1945 - 1950), Βερολίνο 1958, σελ. 223]. Η αποτυχία των διαπραγματεύσεων για το νόμισμα... αποτελούσε το πράσινο φως για τους διασπαστές στο Βερολίνο... Από δω και πέρα όλα έγιναν γρήγορα το ένα μετά το άλλο».
Οπως αναφέρεται στο βιβλίο, «από το τέλος του 1948 το Βερολίνο ήταν μια διασπασμένη πόλη. Σύμφωνα με τη θέληση των δημιουργών της διάσπασης, το Δυτικό Βερολίνο εξελίχθηκε σε "πόλη μετώπου στον ψυχρό πόλεμο", σε "πάσσαλο στη σάρκα" της ΓΛΔ». Το ίδιο επιβεβαιώνει και η γερμανική εφημερίδα «Berliner Jeitung» (11 Μάη 98): «Και τι δεν ήταν το Βερολίνο: Πόλη μετώπου και ταυτόχρονα φωτεινός φάρος της ελευθερίας, βιτρίνα των συστημάτων, κάλλος της Δύσης, πάσσαλος στη σάρκα της Ανατολής, στόχος, εργαλείο, τόπος μάχης - με λίγα λόγια πρωτεύουσα του ψυχρού πολέμου στην Ευρώπη, που εδώ ήταν πιο θερμός από παντού αλλού».
Τέλος, να υπενθυμίσουμε ότι σύμφωνα με εμπιστευτική αναφορά της CIA (12/6/1948) με τίτλο «Επίδραση των σοβιετικών περιοριστικών μέτρων στη θέση των ΗΠΑ στο Βερολίνο» (δημοσιευμένη και στην επίσημη ιστοσελίδα των αρχείων αυτής της υπηρεσίας: www.cia.gov/library/center-for-the-study-of-intelligence/csi-publications), που απευθυνόταν προς τον Αμερικανό Πρόεδρο, τονίζονταν τα εξής:
«Σε αντίθεση με πολλές δημοσιευμένες αναφορές, η κύρια επιζήμια επίδραση στις ΗΠΑ, από τα σοβιετικά περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν στο Βερολίνο από της αποχωρήσεως της ΕΣΣΔ από το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου, δεν ήταν η παρεμβολή στις μεταφορές και στις προμήθειες, αλλά η περικοπή συγκεκριμένων δράσεων των ΗΠΑ, οι οποίες, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, σχετίζονται με την κατασκοπία, την προπαγάνδα και με επιχειρήσεις της τετραμερούς διοίκησης (...) Η είσοδος φορτηγίδων μαουνών, που μεταφέρουν τον κύριο όγκο των τροφίμων για τα δυτικά τμήματα της πόλεως, βάσει αναφορών, παραμένει απαράλλαχτη και συνεχίζει να είναι επαρκής (...) Η κατάσταση στις μεταφορές, όπως υπογραμμίστηκε παραπάνω, υποδηλώνει ότι συνεχίζεται ακόμα η κάλυψη σε είδη πρώτης ανάγκης του γερμανικού πληθυσμού και του αμερικανικού προσωπικού».
Τον Ιούνη του 1953 ξέσπασαν αντεπαναστατικά γεγονότα στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία (ΓΛΔ). Ηταν η πρώτη απόπειρα μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ιμπεριαλιστικής επέμβασης στο νεαρό τότε εργατικό κράτος, για να ανακόψουν την προσπάθεια της εργατικής τάξης και των συμμάχων της να οικοδομήσουν το σοσιαλισμό σε γερμανικό έδαφος. Ζήτημα που αντικειμενικά αποτελούσε στοιχείο της πάλης ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό σε διεθνές επίπεδο και που δυνάμωνε αμέσως μετά τα αποτελέσματα του πολέμου και το γεγονός ότι μια σειρά χώρες της Ευρώπης με καθεστώς Λαϊκής Δημοκρατίας άνοιγαν το δρόμο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.
Ας δούμε όμως τα γεγονότα.
«Στις 17 του Ιούνη προβοκάτορες που ήταν από καιρό προετοιμασμένοι κι ανάμεσα σ' αυτούς εγκληματίες πολέμου που αποφυλακίστηκαν ειδικά γι' αυτόν το σκοπό από τους Αμερικανούς, προερχόμενοι από τον αμερικανικό τομέα του Δυτικού Βερολίνου, παρέσυραν ένα μέρος από τους εργαζόμενους ορισμένων επιχειρήσεων να εγκαταλείψουν τη δουλειά και προκάλεσαν ταραχές στους δρόμους. Ξέσχισαν κόκκινες σημαίες, έκαψαν μαγαζιά και χτύπησαν αστυνομικούς. Τη μέρα αυτή ο δημοκρατικός τομέας του Βερολίνου κηρύχτηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και οι προβοκάτορες καταφύγανε στο Δυτικό Βερολίνο κι άλλοι πιάστηκαν και παραδόθηκαν στη Δικαιοσύνη.
Ο Τύπος και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί των δυτικών χωρών προσπάθησαν να διαστρεβλώσουν το νόημα των γεγονότων αυτών και να καλύψουν τους οργανωτές της προβοκάτσιας. Μίλησαν για "λαϊκή επανάσταση", για τον "αυθόρμητο" χαρακτήρα των γεγονότων και γενικά προσπάθησαν να θολώσουν τα νερά. Ολος ο κόσμος όμως ξέρει ότι η προβοκάτσια του Βερολίνου προετοιμάστηκε από καιρό απ' τους αντιδραστικούς κύκλους των δυτικών δυνάμεων και τους συνεργούς τους Γερμανούς μονοπωλητές και ότι από καιρό προετοιμαζόταν η "ημέρα Χ" και ορίστηκε σαν τέτοια μέρα η 17 του Ιούνη. Στις 17 του Ιούνη συμμορίες που μπήκαν απ' τον αμερικανικό τομέα, με τη συμμετοχή Αμερικανών αστυνομικών, επιτέθηκαν ενάντια στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Οτο Νούσκε, τον απήγαγαν και τον παρέδωσαν στις αμερικανικές αρχές. Αμερικανοί αξιωματικοί με στολή εμφανίστηκαν στο κέντρο της διαδήλωσης, αμερικανικά αυτοκίνητα με ραδιοπομπούς έδιναν οδηγίες, αμερικανικά αεροπλάνα έριξαν προκηρύξεις που καλούσαν σε γενική απεργία και μεγάφωνα τοποθετημένα στη ζώνη μεταξύ του δυτικού και ανατολικού τομέα έριχναν συνθήματα για τη διέγερση του πληθυσμού. Στις 25 του Μάρτη ακόμα η εφημερίδα του Δυτικού Βερολίνου "Ντερ Ταγκ" έγραψε άρθρο με τον τίτλο "Η ημέρα Χ". Επίσης το περιοδικό "Ντερ Σπίγκελ" έγραψε ότι ο υπουργός της Βόννης Κάιζερ, που καθοδήγησε προσωπικά την προβοκάτσια, από το Μάρτη του περασμένου χρόνου, καυχιόταν ότι το γενικό σχέδιο είναι έτοιμο. Οι αρχές κατοχής της Αγγλίας και Γαλλίας είχαν επίσης γνώση του εγκληματικού τυχοδιωκτισμού. Η προετοιμασία έγινε κάτω από την άμεση καθοδήγηση των αμερικανικών στρατιωτικών αρχών, που στρατολόγησαν και εξόπλισαν τους προβοκάτορες και τους υποδείξανε τους στόχους των εμπρησμών και των επιθέσεων. H κατάθεση του προβοκάτορα Καλκόφσκι μιλάει καθαρά γι' αυτό: "Πήραμε αποστολή να επιδράμουμε στα κυβερνητικά χτίρια, να κάνουμε εμπρησμούς, να ληστέψουμε καταστήματα, να ρίχνουμε κάτω τους λαϊκούς αστυνομικούς και γενικά να δράσουμε ενάντια στα όργανα της εξουσίας και με τα όπλα". Βρέθηκαν στρατιωτικά αμερικανικά αυτοκίνητα με μπουκάλες βενζίνης που στάθμευαν στα σύνορα του ανατολικού τομέα του Βερολίνου. Ο αγγλικός αστικός Τύπος, όπως το περιοδικό "Εκόνομιστ", έγραψε ότι η προβοκάτσια ήταν αποτέλεσμα μεγάλων προσπαθειών των δυτικών δυνάμεων. Αλλο αγγλικό περιοδικό, το "Νιου Στέιτσμεν Εντ Νέισιον", έγραψε: "Τους ισχυρισμούς των δυτικών δυνάμεων ότι οι ταραχές είχαν αυθόρμητο χαρακτήρα πρέπει να τους εξετάζουμε στο φως του γεγονότος ότι ξοδεύτηκαν εκατομμύρια δολάρια για τους πράκτορες και τη ραδιοφωνική προπαγάνδα που απόβλεπαν ακριβώς να προκαλέσουν ένα τέτοιο αποτέλεσμα". Ο Αμερικανός γερουσιαστής Πότερ δήλωσε επίσης ότι τα γεγονότα αυτά δεν ήταν τυχαίο πράγμα και ότι υποκινήθηκαν από τις ΕΠΑ. Τέλος, η πιο έκδηλη προσπάθεια ενθάρρυνσης των Αμερικανών πρακτόρων είναι η δήλωση του Προέδρου Αϊζενχάουερ της 18 του Ιούνη ότι οι ΕΠΑ δίνουν συμπληρωματική βοήθεια στο Δυτικό Βερολίνο από 50 εκατομμύρια δολάρια»2.
Τι ήταν η «ημέρα Χ»; Ηταν η ημέρα που οι ιμπεριαλιστές θα επέλεγαν για την απόπειρα ανατροπής.
«Για την προετοιμασία της "ημέρας Χ" οι εχθροί του λαού μιλούσαν οι ίδιοι ανοιχτά. Ο Γιάκομπ Κάιζερ δήλωσε: "Πιθανόν αυτή η ημέρα Χ να έρθει πιο γρήγορα... Το καθήκον μας είναι να είμαστε όσο μπορούμε καλύτερα προετοιμασμένοι για τη λύση όλων των προβλημάτων. Το γενικό σχέδιο, μπορούμε να πούμε πως είναι έτοιμο!". Στη Δυτική Γερμανία βρισκόταν και βρίσκεται το αμερικανικό πρακτορείο που με υπόδειξη της Ουάσιγκτον επεξεργάζεται τα σχέδια του πολέμου και του εμφυλίου σπαραγμού. Στη Δυτική Γερμανία και στο Δυτικό Βερολίνο ο Αντενάουερ, ο Ολενχάουερ, ο Κάιζερ και ο Ρέιτερ οργάνωσαν άμεσα την προετοιμασία της "ημέρας Χ". Ετσι στο υπουργείο του Γιάκομπ Κάιζερ με την ενεργητική αμερικανική υποστήριξη, με την καμουφλαρισμένη ονομασία "συμβούλιο έρευνας", είχε δημιουργηθεί ειδικό επιτελείο για την εφαρμογή πράξεων αντιπερισπασμού και πράξεων εμφυλίου πολέμου, που πήρε εκατομμύρια μάρκα από το μυστικό ταμείο των ξένων και ντόπιων ιμπεριαλιστών. Στη Δυτική Γερμανία ο Κάιζερ και ο Ρέιτερ προετοίμαζαν συστηματικά και όπλιζαν τους εγκληματίες πολέμου, τα στρατοκρατικά και εγκληματικά στοιχεία σε τρομοκρατικές οργανώσεις.
Στην παλιά πείρα των φασιστών δολοφόνων προστέθηκαν ακόμα οι μέθοδες των Αμερικανών γκάνγκστερ: Ετσι δημιουργήθηκαν νέα φασιστικά καθάρματα. Παράλληλα με τους ξένους εμπρηστές του πολέμου ο Αντενάουερ, ο Ολενχάουερ, ο Κάιζερ και ο Ρέιτερ φέρνουν απόλυτα την ευθύνη για το αίμα που χύθηκε κατά τη συντριβή του φασιστικού τυχοδιωκτισμού.
(...) Στις 13 του Ιούνη 1953 στη διάρκεια εκδρομής με βαπόρι των εργατών της λαϊκής επιχείρησης "Ιντουστριμπάου Μπέρλιν", όπου πήραν μέρος πράκτορες του εχθρού από ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις, είχε προετοιμαστεί το σχέδιο της απεργίας των εργατών οικοδόμων και σαν μέρα της προβοκάτσιας ορίστηκε η Τρίτη της 16 του Ιούνη 1953. Ταυτόχρονα οι εχθροί στείλανε φάλαγγες συμμοριτών, εφοδιασμένων με όπλα και μπουκάλια με θειάφι, φώσφορο, βενζίνη, μέσω των συνόρων των τομέων με το καθήκον να μετατρέψουν με απατεωνίστικο τρόπο, με υποκινητικά συνθήματα, το σταμάτημα της εργασίας από μέρους των τίμιων εργατών οικοδόμων σε διαδήλωση ενάντια στην κυβέρνηση και με εμπρησμούς, διαρπαγές και πυροβολισμούς να δώσουν σ' αυτή τη διαδήλωση χαρακτήρα ανταρσίας. Ταυτόχρονα έδωσαν σε ομάδες των πρακτόρων τους σε ορισμένα άλλα μέρη της Δημοκρατίας οδηγίες να οργανώσουν παρόμοιες ενέργειες την επομένη και σε άλλα μέρη τη μεθεπομένη. Τα φασιστικά καθάρματα που πέρασαν από το Δυτικό Βερολίνο και καθοδηγούνταν από κει οργάνωσαν επιθέσεις ενάντια στις αποθήκες τροφίμων, στα σπίτια συμβίωσης της εργατικής νεολαίας, στις λέσχες, στα καταστήματα, καθώς και επιθέσεις με σκοπό τη δολοφονία στελεχών του κόμματος, των μαζικών οργανώσεων και του κρατικού μηχανισμού που υπεράσπιζαν με ανδρεία το δημοκρατικό μας καθεστώς. Σύμφωνα με τους καταλόγους που καταρτίστηκαν στα κέντρα πρακτόρων του Δυτικού Βερολίνου, σε μια σειρά μέρη είχαν αφεθεί ελεύθεροι από τις φυλακές φασίστες και κοινοί εγκληματίες, όπως, λόγου χάρη, η εσεσίτισσα (σ.σ. στέλεχος των Ες-Ες) Ερνα Ντορν, διοικητής του γυναικείου στρατοπέδου συγκέντρωσης Ραβενσμπρούκ που καταδικάστηκε από το δημοκρατικό δικαστήριο για τα θηριώδη εγκλήματά της ενάντια στην ανθρωπότητα. Ετσι ήθελαν να εγκαθιδρύσουν τη φασιστική εξουσία στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας»3.
Η ΓΛΔ είχε τον εχθρό μέσα στο έδαφός της, στην ίδια την πρωτεύουσά της. Από το δυτικό Βερολίνο εξαπολύονταν όλες οι ιμπεριαλιστικές αντεπαναστατικές επιθέσεις στη ΓΛΔ.
Ετσι, ως κράτος, ήταν υποχρεωμένη να αναπτύξει την άμυνά της στα σύνορά της, την προστασία του λαού της από τους ιμπεριαλιστές. Σύνορα ήταν η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο δυτικό και το ανατολικό Βερολίνο.
Βεβαίως, η αντεπανάσταση αντιμετωπίστηκε με επιτυχία από το ΕΣΚΓ και τα κρατικά όργανα εξουσίας, που κινητοποίησαν την πλειοψηφία της εργατικής τάξης και άλλων λαϊκών δυνάμεων, ενώ η παρουσία επίσης του σοβιετικού στρατού είχε τη δική της συμβολή σ' αυτό. Ετσι απέτρεψαν την εξαπόλυση από τους ιμπεριαλιστές ενός αιματηρού εμφυλίου πολέμου, απέτρεψαν τη στρατιωτική τους επέμβαση. Η ιμπεριαλιστική απόπειρα να εφαρμοστεί η πολιτική του «πισωγυρίσματος» του σοσιαλισμού που οικοδομούνταν στη ΓΛΔ και μ' αυτό να αδυνατίσουν οι διεθνείς θέσεις του σοσιαλισμού δεν επιτεύχθηκε. Αλλά ο ιμπεριαλισμός, παρά την τότε αποτυχία του, δεν αποθαρρύνθηκε. Γι' αυτό υπήρξε και συνέχεια.
Το Μάη του 1955, η ΟΔΓ γίνεται μέλος του ΝΑΤΟ. Ετσι ενισχύεται η υπονομευτική επιθετική δράση ενάντια στη ΓΛΔ. Η ΟΔΓ επανεξοπλίζεται, δημιουργεί δικό της στρατό ενταγμένο στο ΝΑΤΟ και στην υπηρεσία του διεθνούς ιμπεριαλισμού ενάντια στο σοσιαλισμό. Οξύνεται η αντιπαράθεση των δύο συστημάτων, που παίρνει την έκφραση στην αντιπαράθεση ΟΔΓ - ΓΛΔ.
Είναι χαρακτηριστικές οι αποφάσεις της Συμφωνίας των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων στο Παρίσι, που επέτρεπε την επιτάχυνση των εξοπλισμών και της στρατιωτικοποίησης της ΟΔΓ ενάντια στη Συμφωνία του Πότσνταμ για αποστρατιωτικοποίηση. Οι ΗΠΑ, μετά απ' αυτό, δυνάμωσαν τον εφοδιασμό της ΟΔΓ με πολεμικό υλικό και εξοπλισμούς. Αρχισαν να τοποθετούν βάσεις και μέσα εκτόξευσης ατομικών όπλων, με κατεύθυνση την Ανατολή. Η κυβέρνηση της ΟΔΓ, με τη συγκατάθεση του Κοινοβουλίου της, τροποποίησε το Σύνταγμα σε ό,τι αφορά τους ατομικούς εξοπλισμούς και, με αυτόν τον τρόπο, τους επικύρωσε συνταγματικά. Στις ανώτερες θέσεις στο στρατό τοποθετούνταν πρώην στρατηγοί και ανώτατοι αξιωματικοί της ναζιστικής Βέρμαχτ. Το Μάρτη του 1958, η Βουλή της Βόννης αποφάσισε τον εξοπλισμό των στρατιωτικών δυνάμεων της ΟΔΓ με σύγχρονα όπλα. Τον Απρίλη του 1958, οι υπουργοί Αμυνας του NATO αποφάσισαν την επιτάχυνση της εγκατάστασης 30 μεραρχιών στην Κεντρική Ευρώπη και τον εξοπλισμό τους με πυρηνικά όπλα. Μ' αυτήν την απόφαση, άρχιζε ανοιχτά ο εξοπλισμός της ΟΔΓ με πυρηνικά όπλα, επιταχύνονταν οι προετοιμασίες της σε δύναμη κρούσης ενάντια στις χώρες του σοσιαλισμού στην Ευρώπη και πρώτα απ' όλα ενάντια στη ΓΛΔ. Η δημιουργία της ΕΟΚ στα 1957 και η παραπέρα ανάπτυξη του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού στην ΟΔΓ - η τελευταία ήδη είχε μετατραπεί στη δεύτερη οικονομική δύναμη στον καπιταλιστικό κόσμο, μετά τις ΗΠΑ - δημιουργούσαν σ' αυτή νέες δυνατότητες για επεκτατική δράση και πρώτ' απ' όλα κατά της ΓΛΔ. Στα τέλη του 1959, ο στρατός της ΟΔΓ αριθμούσε 240.000 άνδρες και είχε μετατραπεί στην κυριότερη στρατιωτική δύναμη ξηράς του NATO στην Κεντρική Ευρώπη. Στα σύνορα με τη ΓΛΔ και τη ΛΔ Τσεχοσλοβακίας στάθμευαν μόνιμα μηχανοκίνητα τμήματα, έτοιμα για δράση. Η ΟΔΓ είχε μετατραπεί ήδη στην πιο επιθετική δύναμη της Ευρώπης. Το γεγονός αυτό άνοιγε την όρεξη στους ιμπεριαλιστές για δράση ενάντια στο σοσιαλισμό. Ετσι οργανωνόταν η δεύτερη απόπειρα αντεπαναστατικής δράσης στο έδαφος της ΓΛΔ στα 1961.
Κατά το 1961, η απειλή που προερχόταν από τα σύνορα του Βερολίνου, που συνεχίζουν να παραμένουν ανοιχτά, γενικότερα από τα σύνορα της ΓΛΔ με την ΟΔΓ, γινόταν όλο και μεγαλύτερη. Αυτό το χρόνο άρχισε η άμεση προετοιμασία για στρατιωτική επίθεση κατά της ΓΛΔ. Σαν κέντρο δράσης της είχε επιλεχθεί το Δυτικό Βερολίνο, που μετατρεπόταν και στην πράξη σε πόλη αντισοσιαλιστικού μετώπου. Τον Ιούλη του ίδιου χρόνου, ο τότε υπουργός Αμυνας της ΟΔΓ, Στράους, όταν βρισκόταν σε επίσκεψη στις ΗΠΑ, δήλωσε ότι ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος δεν είχε τελειώσει ακόμη και ότι θα έπρεπε ο καθένας να ετοιμάζεται να δεχτεί μια «Κρίση Βερολίνου» κατά το φθινόπωρο που ακολουθούσε. Στη Βόννη ετοιμάζονταν σχέδια παλινόρθωσης των κρατικομονοπωλιακών σχέσεων στη ΓΛΔ. Τα μέσα προπαγάνδας της ΟΔΓ προσπαθούσαν να δημιουργήσουν πανικό στο λαό της ΓΛΔ. Στις αρχές Αυγούστου, οι δυνάμεις του NATO στην Κεντρική Ευρώπη τέθηκαν σε κατάσταση συναγερμού. Τα αμερικανικά τανκς έκαναν προκλητικά την εμφάνισή τους στο έδαφος της ΓΛΔ. Διέσχισαν την Πύλη του Βραδεμβούργου, όπου κυμάτιζε η σημαία της ΓΛΔ, και κατευθύνονταν προς το κέντρο του Βερολίνου. Η πρόκληση αποφεύχθηκε, χάρη στην υπεράσπιση από τους εργατικούς φρουρούς της πρωτεύουσας της ΓΛΔ, που έφραξαν το δρόμο στον επιδρομέα. Οι ερπύστριες των τανκς των ΗΠΑ και του NATO σταμάτησαν, αλλά η απειλή συνέχιζε να υπάρχει. Επιβαλλόταν η διασφάλιση των συνόρων.
Τη νύχτα της 12-13 Αυγούστου έκλεισαν τα ανοιχτά σύνορα με το Δυτικό Βερολίνο και την ΟΔΓ. Ετσι μετά και τη δεύτερη ιμπεριαλιστική επέμβαση, η εργατοαγροτική εξουσία στη ΓΛΔ αναγκάστηκε, για την υπεράσπισή της από την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, να σηκώσει το «Τείχος του Βερολίνου». Η οργανωμένη αυτή ενέργεια διασφάλισης των συνόρων άφησε έκπληκτους τους επιτελικούς κύκλους των ΗΠΑ, της ΟΔΓ και των άλλων κρατών - μελών του NATO. Οι ιμπεριαλιστές ΟΔΓ, που σχεδίαζαν την προσάρτηση της ΓΛΔ με μια «παρέλαση νίκης» στη λεωφόρο «Ούντερ ντερ Λίντεν», απέτυχαν για άλλη μια φορά. Τα μέτρα της 13/8/1961 ήταν αναγκαία και υποχρεωτικά για την αναχαίτιση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της ΟΔΓ και των άλλων κρατών του NATO.
Μια ιδιαίτερα σημαντική μαρτυρία - για τις συνθήκες μέσα στις οποίες στις 13 Αυγούστου του 1961 η Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία υπεράσπισε τη λαϊκή/ σοσιαλιστική εξουσία και την ειρήνη - δίνει ο ίδιος ο Ερικ Χόνεκερ. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:
«Με την οικοδόμηση της άμυνας της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημο­κρατίας αυξήθηκε κι ο ρόλος των Ομάδων Αγώνα της εργατικής τάξης. Οι Ομάδες Αγώνα, αρχίζοντας από το τοπικό επίπεδο ως την Κεντρική Επιτροπή, καθοδηγούνταν και είναι υπό την ηγεσία του Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος Γερμανίας. Πέρα από την άμεση άμυνα των επιχειρήσεών τους τους δώσαμε, κατά την οικοδόμηση της άμυνας της χώρας μας - στα τέλη της δεκαετίας του '50 - την εντολή να προστατεύσουν αποτελεσματι­κά τα επιτεύγματα των εργαζομένων σε περιοχές πόλεων και νομών. Εμείς ενδιαφερόμασταν μόνιμα να υψώνουμε την ετοιμότητα δράσης των Ομάδων Αγώνα, να διαπαιδαγωγούμε αποφασιστικούς, αλύγιστους αγωνιστές, να βελτιώνουμε διαρκώς την εκπαίδευση των Εκατονταρχιών και να προά­γουμε την ειδική εκπαίδευση των διοικητών τους. Αυτονόητα, ότι για την είσοδο στην Ομάδα Αγώνα, τηρείται η αρχή της εθελοντικότητας.
Το ότι οι προσπάθειές μας για τη στρατιωτική προστασία της ΓΛΔ ήταν απαραίτητες, έμελλε να αποδειχτεί σύντομα. Μετά από μερικές αχτίδες ελπί­δας για μια διεθνή ύφεση στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '50, σωρεύτη­καν και πάλι το 1960-1961 τα απειλητικά σύννεφα ενός πολέμου.
Στο μεταξύ, η Μπούντεσβερ της ΟΔΓ είχε φτάσει σε μια δύναμη με πάνω από 350.000 άνδρες. Στα γυμνάσια της Μπούντεσβερ και του NATO το 1959-1960 - "Side Stip", "Hold Fast", "Χειμωνιάτικη Ασπίδα", "Βάλενστάιν" και όπως κι αν ονομάζονταν όλες τους - έγιναν ασκήσεις επίθεσης κατά της ΓΛΔ. Το Μάρτη του 1961 η "Βερπολίτισε Ρουντσάου", που εκδί­δεται στην ΟΔΓ, δήλωνε ότι οι δυνατότητες της Δύσης να πετύχει μια υποχώρηση της Ανατολής με ειρηνικό δρόμο έχουν εξαντληθεί. Δεν υπολεί­πεται, έγραφε, παρά μόνο η δυνατότητα μιας βίαιης αλλαγής του "στάτους κβο" ή "η εγκατάλειψη των δικών μας αρχών". Σε μια διάσκεψη Τύπου στις ΗΠΑ, ο τότε υπουργός Αμυνας της ΟΔΓ, Φραντς Γιόζεφ Στράους, δήλωσε ότι πρέπει να είναι κανείς προετοιμασμένος για ένα είδος εμφυλίου πολέμου στη Γερμανία.
Στις αρχές Ιούλη του 1961, με την έκθεση του "Ερευνητικού Συμβουλίου για ζητήματα της επανένωσης της Γερμανίας", υποβλήθηκε και πάλι ένα εκτεταμένο σχέδιο για τη "Μέρα Χ". Γέμιζε ένα ολόκληρο βιβλίο και περιεί­χε ακριβείς οδηγίες για το πώς τα δυτικογερμανικά μονοπώλια θα μπορού­σαν να ιδιοποιηθούν σταδιακά τη λαϊκή οικονομία της ΓΛΔ, πώς θα έπρεπε να βγει από τη μέση το SED και πώς θα έπρεπε να αρπαχτούν από τα συνδικάτα τα δικαιώματά τους. Η εφημερίδα "Καΐλνισε Ρουντσάου" της 10ης Ιούλη 1961 απαιτούσε "να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα του ψυχρού πολέμου, του πολέμου των νεύρων και του πολέμου των πυροβολισμών... Γι' αυτό δε χρειάζονται μόνο συμβατικές στρατιωτικές δυνάμεις και εξο­πλισμοί, αλλά και η υπονόμευση, η θέρμανση της εσωτερικής αντίστασης, η δουλειά στην παρανομία, η αποσύνθεση της εξουσίας της τάξης, το σαμπο­τάζ, η διατάραξη των συγκοινωνιών και της οικονομίας, η ανυπακοή, η ανταρσία...". Λίγες μέρες αργότερα, ο τότε ομοσπονδιακός υπουργός για "πανγερμανικά ζητήματα", Ερνστ Λέμερ, έσπευσε μαζί με ένα επιτελείο συνεργατών στο Δυτικό Βερολίνο, για να κατευθύνει από εκεί τη διεξαγωγή του ψυχολογικού πολέμου κατά της ΓΛΔ. Ο στρατός του NATO στην Ευρώ­πη τέθηκε σε ετοιμότητα συναγερμού.
Τα δυτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης εξαπέλυσαν μια εχθρική συκοφαν­τική εκστρατεία κατά της ΓΛΔ - σε μοιρολατρική ομοφωνία με τον Αύγου­στο του 1939 - δημιουργούσαν, με περιγραφές για "ρεύματα προσφύγων" και "εξαθλίωση προσφύγων", "κοινή γνώμη" για μια επίθεση. Οι παραβιά­σεις των συνόρων και οι προκλήσεις στα σύνορα πλήθαιναν. Για να προκαλέσουν ανησυχία στον πληθυσμό, σαμποτέρ έβαλαν φωτιές στα σφαγεία του Βερολίνου, στο σταθμό του ηλεκτρικού της πόλης, στη Λεωφόρο Λένιν και στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ, στο κέντρο του Βερολίνου.
Από δώδεκα χρόνια τα σύνορα της ΓΛΔ με το Δυτικό Βερολίνο - λίγο πολύ και με την ΟΔΓ - ήταν ανοιχτά. Ηταν, για να το πούμε ακριβέστερα, ανοιχτά σύνορα ολόκληρης της σοσιαλιστικής κοινότητας με τον καπιταλι­στικό κόσμο. Το ποιους κινδύνους για την ειρήνη έκρυβε αυτό το γεγονός, γινόταν όλο και πιο καθαρό. Γιατί η κατάσταση μέσα και γύρω από το Δυτικό Βερολίνο μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κάθε στιγμή, για να προκληθούν επικίνδυνες εντάσεις και συγκρούσεις.
Το Δυτικό Βερολίνο, που κείται μέσα στη ΓΛΔ, έχει σύνορα με τη Δημοκρατία μας μήκους 162 χιλιομέτρων. Περί τα 45 χιλιόμετρα απ' αυτά περνάνε ανάμεσα στο Δυτικό Βερολίνο και την πρωτεύουσα της ΓΛΔ. Μέχρι τον Αύγουστο του 1961 αυτά τα σύνορα δεν ήταν ούτε ασφαλισμένα ούτε καν υπό έλεγχο. Πέρναγαν μέσα από δρόμους, συγκροτήματα σπιτιών, εξοχι­κούς μικρόκηπους ή από υδάτινους δρόμους. Τα διάβαιναν καθημερινά ως μισό εκατομμύριο άνθρωποι. Αλλά το Δυτικό Βερολίνο δεν ήταν ένα οποιο­δήποτε έδαφος μέσα στη ΓΛΔ, αλλά, σύμφωνα με τα λόγια των πολιτικών που το κυβερνούσαν, η "φτηνότερη ατομική βόμβα", το "παλούκι στο κρέας της Ανατολής", η "πόλη - μέτωπο" του ψυχρού πολέμου. Εκεί δρούσαν, όχι λιγότερο από 80 οργανώσεις κατασκοπείας και τρομοκρατίας, βάζοντας σε κίνδυνο την ησυχία και την τάξη. Από εκεί γινόταν σε μεγάλη έκταση κερδοσκοπία με το νόμισμα, για να αποσυντεθεί η οικονομία της ΓΛΔ. Στο Δυτικό Βερολίνο είχαν εγκατασταθεί κεντρικά γραφεία για τη στρατολογία εργατικών δυνάμεων από τη ΓΛΔ. Ναι, δικαιολογημένα μπορούσε να το ονομάσει κανείς, τόπο μεταμόρφωσης ενός κανονικού ανθρωποεμπορίου, για το οποίο ασυνείδητοι μάνατζερ εισέπρατταν ψηλή "κεφαλική τιμή". Στα μέσα του 1961 επιθετικοί κύκλοι στην ΟΔΓ και οι σύμμαχοί τους σε μερικές χώρες του NATO θεώρησαν ότι ήρθε η ώρα, για να προκαλέσουν και πάλι ταραχές στη ΓΛΔ. Με μια επιχείρηση της Μπούντεσβερ, καμουφλαρισμένη σαν "ενδογερμανική αστυνομική ενέργεια", ήθελαν να προστρέ­ξουν "σε βοήθεια" των προβοκατόρων.
Εμείς παρακολουθούσαμε αυτά τα απειλητικά συμβάντα με την επιβαλ­λόμενη επαγρύπνηση. Πώς μπορούσαμε να βλέπουμε άπρακτοι, ότι αιμο­ρραγούσε η Δημοκρατία μας σ' έναν χωρίς προηγούμενο οικονομικό πόλε­μο, με την εκμετάλλευση των ανοικτών συνόρων; Πώς μπορούσαμε να μείνουμε άπρακτοι, τη στιγμή που είχε δημιουργηθεί στην καρδιά της Ευρώ­πης μια κατάσταση, που με τις σχεδόν μη αποκρυπτόμενες στρατιωτικές κινητοποιήσεις και την αυξημένη πολεμική υστερία από τη δυτική πλευρά, έμοιαζε με την παραμονή του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου; Πώς μπο­ρούσαμε να βάλουμε τα χέρια στον κόρφο, τη στιγμή που το Δυτικό Βερολί­νο είχε γίνει "προγεφύρωμα" του ψυχρού πολέμου και έκανε όλο και πιο ανεμπόδιστα χρήση της "διαταρακτικής λειτουργίας" του; Θα μας το συγχω­ρούσε ο λαός της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, θα μας το συγχω­ρούσαν οι ειρηνόφιλοι λαοί της Ευρώπης και του κόσμου, αν με την απραξία μας είχαμε, χωρίς άλλο, ενθαρρύνει τους επιδρομείς; Στο τέλος του Δεύτε­ρου Παγκόσμιου Πολέμου είχαμε ορκιστεί, να κάνουμε το παν για να μην ξεκινήσει ποτέ πια πόλεμος από γερμανικό έδαφος. Θέλαμε να εκπληρώ­σουμε αυτή την υποχρέωση, κάτω από κάθε περίσταση.
Την 11η Αυγούστου 1961, η Λαϊκή Βουλή της ΓΛΔ δήλωσε ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για την ειρήνη στην Ευρώπη. Εδωσε εντολή στο Υπουρ­γικό Συμβούλιο της ΓΛΔ να προετοιμάσει και να πραγματοποιήσει όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της ειρήνης. Μετά απ' αυτό το Υπουργικό Συμβούλιο πήρε την απόφαση να θέσει υπό ασφαλή έλεγχο τα ακόμα ανοικτά σύνορα μεταξύ της σοσιαλιστικής και καπιταλιστικής Ευρώ­πης.
Οταν το απομεσήμερο της 12ης Αυγούστου 1961 πήγα στην Νταϊλνζέε, είδα κι από τις δυο πλευρές των δρόμων ότι οι μηχανοκίνητες μονάδες σκοπευτών του Λαϊκού Στρατού μας βρίσκονται ήδη στους χώρους των θέσεών τους ετοιμότητας. Στις 4 μ.μ. ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Αμυνας της ΓΛΔ, Βάλτερ Ούλμπριχτ, υπέγραψε τις προετοιμασμένες από μας διαταγές για τα μέτρα ασφάλειας στα κρατικά σύνορα της ΓΛΔ προς το Δυτικό Βερολίνο και την ΟΔΓ. Αργά το βράδυ, μια ώρα πριν την έναρξη της επιχείρησης, συνήλθε στο Προεδρείο της Αστυνομίας του Βερολίνου το, υπό τη διεύθυνσή μου, επιτελείο. Ηταν παρόντες τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του SED Βίλι Στοφ, αντιπρόεδρος του Υπουργικού Συμ­βουλίου της ΓΛΔ, και Πάουλ Φέρνερ, τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του SED Χάιντς Χόφμαν, υπουργός Εθνικής Αμυνας, Εριχ Μίλκε, υπουργός Κρατικής Ασφάλειας, Καρλ Μαρόν, υπουργός Εσωτερικών, και Ερβιν Κράμερ, υπουργός Συγκοινωνιών, καθώς και οι Βίλι Ζάιφερτ, αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, Φριτς Αϊκεμάικερ, πρόεδρος της Λαϊκής Αστυνομίας του Βερολίνου, και Χορστ Εντε, διευθυντής του επιτελείου του υπουργείου Εσωτερικών. Την "ώρα μηδέν" δόθηκε το σήμα του συναγερμού και εξαπολύ­θηκε η δράση. Ετσι άρχισε μια επιχείρηση που τη μέρα που ξημέρωνε, μια Κυριακή, έκανε τον κόσμο να εντείνει την προσοχή του.
Μέσα σε λίγες ώρες τα κρατικά μας σύνορα ολόγυρα από το Δυτικό Βερολίνο είχαν προστατευτεί με σιγουριά. Είχα προτείνει, άμεσα στα σύνορα να τοποθετηθεί η πολιτική και στρατιωτική αγωνιστική δύναμη της εργατικής τάξης, δηλαδή εργαζόμενοι από σοσιαλιστικά εργοστάσια με τη στολή των Ομάδων Αγώνα. Μαζί με τμήματα της Λαϊκής Αστυνομίας όφειλαν να ασφαλίσουν άμεσα τα σύνορα προς το Δυτικό Βερολίνο. Αν κρινόταν αναγκαίο, θα τους υποστήριζαν τα τμήματα και μονάδες του Εθνικού Λαϊκού Στρατού και τα όργανα του υπουργείου Κρατικής Ασφάλει­ας από τη δεύτερη γραμμή. Μόνο σε ενδεχόμενη επέμβαση των στρατών του NATO επρόκειτο να μπουν σε δράση οι στρατοπεδευμένες στη ΓΛΔ σοβιετικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Οπως επιβεβαίωσε η πορεία των γεγονότων, οι Ενοπλες Δυνάμεις της ΓΛΔ υπέστησαν τη δοκιμασία τους υπέροχα. Και όμως αυτή δεν ήταν καμιά καθαρά στρατιωτική επιχείρηση. Τα μέτρα ασφάλειας απαιτούσαν πολύ περισσότερο εκτενείς πολιτικές, ιδεολογικές, οικονομικές και οργανωτικές δραστηριότητες. Είχαμε - χωρίς κατ' αρχήν να μπορούμε να μιλάμε δημό­σια για συγκεκριμένα καθήκοντα - κινητοποιήσει ολόκληρη την τότε καθοδηγούμενη από τον Πάουλ Φέρνερ, βερολινέζικη οργάνωση του SED. Μέσα σε ώρες έπρεπε να αναδιοργανωθεί το συγκοινωνιακό δίκτυο του Βερολί­νου και να διακοπεί η υπόγεια και η επίγεια συγκοινωνία από και για το Δυτικό Βερολίνο. Αυτό μπορούσε να πετύχει μόνο, αν οι εργαζόμενοι των κρατικών σιδηροδρόμων και των επιχειρήσεων συγκοινωνίας του Βερολί­νου, με εμπιστοσύνη στο κόμμα τους των εργατών και την κυβέρνηση των εργατών, εκτελούσαν πειθαρχημένα όλες τις οδηγίες, και αυτό το έκαναν πραγματικά. Παρόλο που δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι είχαν παραταχτεί για την προστασία των κρατικών συνόρων ή δρούσαν σαν διαφωτιστές, η 14η Αυγούστου 1961 στην πρωτεύουσα έπρεπε να γίνει μια Δευτέρα με καλά αποτελέσματα παραγωγής. Η πόλη ήθελε να έχει όπως συνήθως τον εφοδια­σμό της. Η ζωή έπρεπε να κυλήσει όσο το δυνατό ομαλά. Μπορώ να σκεφτώ ότι στα επιτελεία του NATO και της Μπούντεσβερ, αντιλήφτηκαν πολύ καλά, ποια δύναμη ενιαίων ενεργειών βρισκόταν πίσω από τέτοια μέτρα, όπως εκείνα της 13ης Αυγούστου 1961. Μόνο από κοινού με αναρίθμητους εθελοντές βοηθούς και με την κατανόηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των εργαζομένων μπορούσε να πραγματοποιηθεί μια τέτοια επιχείρηση. Γι' αυτό αυτές τις αυγουστιάτικες μέρες δε δείχτηκε μόνο η στρατιωτική μας δύναμη, αλλά και η ισχύς του σοσιαλιστικού μας συστήματος, η υπεροχή του πολιτικού μας συστήματος. Μπορεί, εκ των υστέρων, να προσπαθούν να τα εξηγούν αυτά όπως θέλουν - ένα παραμένει αμετακίνητο γεγονός: Παρόλη τη σημαντική έκταση των προπαρασκευαστικών μέτρων, που ήταν απαραίτητα για την επιτυχία, η ανέγερση του αντιφασιστικού προστατευτικού προχώματος ήταν για τους αντιπάλους μας πλήρης έκπληξη. Ωστόσο οι ξένες μυστικές υπηρεσίες θα μπορούσαν από τα ανοικτά σύνορα να διενερ­γήσουν σχεδόν ανεμπόδιστα σαμποτάζ και συγκέντρωση πληροφοριών στη ΓΛΔ. Δεν πέτυχαν επίσης πουθενά να οργανώσουν κάποια σοβαρή αντί­σταση κατά της ενέργειάς μας.
Επανειλημμένα ρωτήθηκα, αν εμείς τότε παίρναμε πάνω μας συνειδητά το ρίσκο ενός μεγάλου πολέμου. Είχαμε δικαιολογημένα λόγο να υποθέσουμε ότι το ΝΑΤΟ δεν θα ήταν δυνατό να απαντήσει σε μια τέτοια ενέργεια, η οποία γινόταν αποκλειστικά στο έδαφός μας, με στρατιωτική επίθεση. Οι πληροφορίες μας έλεγαν ότι οι ΗΠΑ, η κύρια δύναμη του NATO, που χωρίς αυτές δεν ήταν νοητή μια στρατιωτική ενέργεια, σε σχέση με το Δυτικό Βερολίνο καθοδηγούνταν από μονοσήμαντα συμφέροντα. Αυτά ήταν: αμε­τάβλητο "στάτους κβο" του Δυτικού Βερολίνου, παρουσία των τριών δυτικών δυνάμεων στο Δυτικό Βερολίνο, ασφαλής συγκοινωνία μεταξύ του Δυτικού Βερολίνου και της ΟΔΓ. Κανένα απ' αυτά τα συμφέροντα δεν παραβιαζόταν από τα μέτρα ασφάλειας των συνόρων. Το ότι τα κρά­τη του Συμφώνου της Βαρσοβίας σέβονταν το καθεστώς του Δυτικού Βερο­λίνου ως ενός ιδιαίτερα πολιτικού εδάφους, οι δυτικές δυνάμεις θα μπορού­σαν να το είχαν συμπεράνει στις αρχές Αυγούστου, από την ανακοίνωση για τη διάσκεψη των Πρώτων Γραμματέων των Κεντρικών Επιτροπών μας. Από την πλευρά μας λοιπόν δεν είχε δοθεί καμιά αφορμή για μια στρατιωτική επέμβαση του NATO. Και κάτι ακόμα: Δεν προβήκαμε σε καμιά άλλη ενέρ­γεια από εκείνη κάθε ανεξάρτητου, κυρίαρχου κράτους. Απλούστατα πήρα­με υπό τον έλεγχο τα σύνορά μας, σύμφωνα με το τότε, όπως και σήμερα, γραπτά καθιερωμένο από τον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, Διεθνές Δίκαιο. Ετσι διασώθηκε η ειρήνη και τέθηκε ο θεμέλιος λίθος για την παρα­πέρα άνθηση της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας.
Ολόκληρη τη σημασία της 13 Αυγούστου 1961 μπορεί μερικοί να την αντιλήφθηκαν καλά, μόλις στα επόμενα χρόνια. Η επιρροή της φτάνει ως τις μέρες μας. Ηδη στις αφετηρίες τους, οι προσπάθειες να παραμεριστεί η εξουσία των εργατών και αγροτών της ΓΛΔ με μια "περιορισμένη δράση" απέτυχαν. Από την "πολιτική ισχύος" του Αντενάουερ είχε απομείνει ένας σωρός συντριμμιών. Οχι τυχαία, στην ΟΔΓ μίλαγαν - σε συνδυασμό με τη 13η Αυγούστου 1961 - για το τέλος της "εποχής του Αντενάου­ερ". Ακόμα και πολιτικοί που δε μετρώνται ακριβώς ανάμεσα στους φί­λους μας, διαπίστωσαν ήδη από χρόνια ότι με την ενέργειά μας είχε προ­σφερθεί στην ειρήνη, πάνω στο γερμανικό έδαφος κι έτσι και στην Ευρώπη, μια καλή υπηρεσία.
Τα σύνορα μεταξύ της ΓΛΔ και της ΟΔΓ, της ΓΛΔ και του Δυτικού Βερολίνου είναι ταυτόχρονα η διαχωριστική γραμμή μεταξύ δυο αντίθετων παγκόσμιων συστημάτων και στρατιωτικών συνασπισμών. Ποτέ δεν πρέπει να γίνουν "καυτερά σύνορα", που θα διακινδυνεύσουν την ειρήνη. Γι' αυτό προπάντων με γεμίζει πάντα ικανοποίηση το γεγονός, όταν γνώστες των πραγμάτων και ρεαλιστικά σκεπτόμενοι πολιτικοί του δυτικού κόσμου συμμερίζονται την εκτίμησή μας, για το ποια προωθητική επίδραση για την ειρήνη και την ύφεση απέρρευσε από τα μέτρα της 13ης Αυγούστου 1961»4.
Βεβαίως, στα 1989 το «Τείχος» μπορεί να έπεσε από την αντεπανάσταση και την ανατροπή του σοσιαλισμού. Αλλά τα διδάγματα από την προσωρινή ήττα και η πείρα των λαών από τη σημερινή πραγματικότητα της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων γίνονται υλική δύναμη, που μπορεί κάτω από την απότομη όξυνση της κρίσης, την αποφασιστική ισχυροποίηση του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης και τη δράση του λαϊκού κοινωνικοπολιτικού μετώπου πάλης για τη λαϊκή εξουσία, να ανοίξει οριστικά και αμετάκλητα πλέον το δρόμο της σοσιαλιστικής επανάστασης για την οικοδόμηση της αταξικής κοινωνίας.
Η ανατροπή της σοσιαλιστικής εξουσίας δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι χαρακτηριστική η εκτίμηση που κάνει το ΚΚΕ με τη σχετική απόφαση του 18ου Συνεδρίου του:
«Mετά τη λήξη του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου αναδιατάχθηκαν οι συμμαχίες. Tα καπιταλιστικά κράτη και οι αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις που συμμετείχαν στον εθνικο-απελευθερωτικό αγώνα σε κάθε χώρα (π.χ. δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας) συνενώθηκαν ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα και στα σοσιαλιστικά κράτη.
Σε αυτές τις συνθήκες, έγιναν ακόμη περισσότερο φανερές οι αρνητικές συνέπειες της αυξανόμενης οπορτουνιστικής διάβρωσης σε ορισμένα τμήματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. H σοβαρά λαβωμένη ιδεολογική ενότητα και η έλλειψη της οργανωτικής σύνδεσης των KK, με τη διάλυση της KΔ, δεν επέτρεψαν τη διαμόρφωση μιας αυτοτελούς ενιαίας στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος απέναντι στη στρατηγική του διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Tο "Γραφείο Πληροφοριών" των KK,που συγκροτήθηκε το 1947 και αυτοδιαλύθηκε το 1956, καθώς και οι διεθνείς διασκέψεις των KK, που γίνονταν στη συνέχεια, δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα παραπάνω προβλήματα.
Tο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα παρέμενε ισχυρό μετά τον πόλεμο, παρά την αναμφισβήτητη ενίσχυση των δυνάμεων του σοσιαλισμού. Aμέσως μετά το τέλος του πολέμου, ο ιμπεριαλισμός, υπό την ηγεμονία των HΠA, ξεκίνησε τον "ψυχρό πόλεμο". Aποτελούσε μια προσεχτικά επεξεργασμένη στρατηγική υπονόμευσης του σοσιαλιστικού συστήματος.
O "ψυχρός πόλεμος" περιλάμβανε την οργάνωση ψυχολογικού πολέμου, ένταση των στρατιωτικών εξοπλισμών για να εξουθενωθεί οικονομικά η EΣΣΔ, δίκτυα υπονόμευσης και φθοράς του σοσιαλιστικού συστήματος από τα μέσα, ανοιχτές προκλήσεις και υποδαύλιση αντεπαναστατικών εξελίξεων (π.χ. στη Γιουγκοσλαβία στο διάστημα 1947-'48, στη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία το 1953, στην Ουγγαρία το 1956, στην Tσεχοσλοβακία το 1968 κ.ά.). Ακολούθησε διαφοροποιημένη οικονομική και διπλωματική πολιτική απέναντι στα νέα σοσιαλιστικά κράτη για να διασπάσει τη συμμαχία τους με την ΕΣΣΔ, να ενδυναμώσει τις προϋποθέσεις οπορτουνιστικής διάβρωσής τους.
Ταυτόχρονα, το ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ηγέτιδα δύναμη τις HΠA, προχωρούσε στη συγκρότηση στρατιωτικών, πολιτικών, οικονομικών συνασπισμών και οργανισμών διεθνούς δανεισμού (NATO, Eυρωπαϊκές Κοινότητες, ΔNT, Παγκόσμια Τράπεζα, διεθνικές συμφωνίες εμπορίου). Αυτοί εξασφάλιζαν το συντονισμό των καπιταλιστικών κρατών, γεφύρωναν ορισμένες αντιθέσεις μεταξύ τους, για να υπηρετήσουν τον κοινό στρατηγικό στόχο της πολύπλευρης πίεσης στο σοσιαλιστικό σύστημα. Oργάνωσαν ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, συστηματικές και πολύμορφες προβοκάτσιες και αντικομμουνιστικές εκστρατείες. Xρησιμοποίησαν τα πιο σύγχρονα ιδεολογικά όπλα χειραγώγησης των λαών, για να διαμορφώσουν ένα εχθρικό κλίμα σε βάρος των σοσιαλιστικών κρατών και του κομμουνιστικού κινήματος γενικότερα. Aξιοποίησαν τις οπορτουνιστικές παρεκκλίσεις και τα προβλήματα ιδεολογικής ενότητας του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Yποστήριξαν οικονομικά, πολιτικά και ηθικά, ακόμη και την παραμικρή εκδήλωση δυσαρέσκειας ή διαφωνίας με το ΚKΣE και τη Σοβιετική Eνωση. Διέθεσαν δισεκατομμύρια δολάρια, μέσα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς τους, για τους σκοπούς αυτούς» (από την Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό).
Η ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος στην Ευρώπη δε μηδενίζει τον τεράστιο ρόλο και την προσφορά στην ανθρωπότητα της Σοβιετικής Ενωσης και των άλλων σοσιαλιστικών κρατών. Η υπεράσπιση της προσφοράς του σοσιαλιστικού συστήματος, με αντικειμενικότητα, είναι σήμερα αδήριτη ανάγκη. Αποτελεί για τους λαούς δυνατό όπλο στην πάλη κατά του ιμπεριαλισμού, που προσπαθεί να μηδενίσει και να διαστρέψει τις κατακτήσεις του σοσιαλισμού, με προφανή στόχο να αδυνατίσει και να «γονατίσει» κάθε προσπάθεια λαϊκής συσπείρωσης, αντίστασης στην πολιτική και τα επιθετικά του σχέδια.
«Παρά τα όποια προβλήματα των σοσιαλιστικών χωρών, το διαμορφωμένο σοσιαλιστικό σύστημα στον 20ό αιώνα απέδειξε την ανωτερότητα του σοσιαλισμού έναντι του καπιταλισμού, τα τεράστια πλεονεκτήματα που παρέχει για την εργασία και τη ζωή των εργαζομένων.
H Σοβιετική Ενωση και το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα αποτέλεσαν το μόνο πραγματικό αντίβαρο στην ιμπεριαλιστική επιθετικότητα. O ρόλος της Σοβιετικής Ενωσης στην Αντιφασιστική Νίκη των Λαών, κατά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν καθοριστικός. H Ενωση Σοσιαλιστικών Σοβιετικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ) συνέτριψε τη στρατιωτική μηχανή της Γερμανίας και των συμμάχων της που είχαν εισβάλει στο έδαφός της. Απελευθέρωσε σειρά χωρών της Ευρώπης από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής. Για τη σοσιαλιστική πατρίδα έδωσαν τη ζωή τους πάνω από 20 εκατομμύρια Σοβιετικοί πολίτες, περίπου 10 εκατομμύρια ακόμα έμειναν ανάπηροι ή τραυματίστηκαν, ενώ τεράστιες ήταν οι υλικές καταστροφές.
Οι νίκες του Κόκκινου Στρατού ώθησαν σημαντικά την ανάπτυξη των εθνικοαπελευθερωτικών και αντιφασιστικών κινημάτων, στα οποία πρωτοστατούσαν τα Κομμουνιστικά Κόμματα. Σε χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, με την καθοριστική συμβολή της ΕΣΣΔ, η αντιφασιστική πάλη συνδέθηκε με την ανατροπή της αστικής εξουσίας.
Tα σοσιαλιστικά κράτη έδωσαν ιστορικά παραδείγματα διεθνιστικής αλληλεγγύης σε λαούς που αγωνίζονταν ενάντια στην εκμετάλλευση, στην ξένη κατοχή και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Συνέβαλαν αποφασιστικά στην κατάλυση του αποικιοκρατικού συστήματος και τον περιορισμό των πολεμικών συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων.
Oι κατακτήσεις των εργαζομένων στα σοσιαλιστικά κράτη, για αρκετές δεκαετίες, ήταν σημείο αναφοράς και συνέβαλαν στην απόσπαση κατακτήσεων από το εργατικό και λαϊκό κίνημα των καπιταλιστικών κοινωνιών. O διεθνής συσχετισμός δυνάμεων, που διαμορφώθηκε μετά το B' Παγκόσμιο Πόλεμο, επέδρασε, ώστε τα καπιταλιστικά κράτη να υποχρεωθούν, σε ένα βαθμό, σε υποχωρήσεις και ελιγμούς, για να αναχαιτίσουν την επαναστατική γραμμή πάλης, να διαμορφώσουν συνθήκες ενσωμάτωσης του εργατικού κινήματος.
H κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής απελευθέρωσε τον άνθρωπο από τα δεσμά της μισθωτής σκλαβιάς, άνοιξε το δρόμο για την παραγωγή και την ανάπτυξη των επιστημών, με στόχο την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών. Ετσι, όλοι είχαν εξασφαλισμένη εργασία, δημόσια δωρεάν ιατρική περίθαλψη και Παιδεία, παροχή φθηνών υπηρεσιών από το κράτος, κατοικία, πρόσβαση στην πνευματική και πολιτιστική δημιουργία. H ριζική εξάλειψη της τρομερής κληρονομιάς του αναλφαβητισμού, σε συνδυασμό με την άνοδο του γενικού επιπέδου μόρφωσης και ειδίκευσης, και ο εκμηδενισμός της ανεργίας αποτελούν μοναδικά σοσιαλιστικά επιτεύγματα. Στη Σοβιετική Ενωση, σύμφωνα με την απογραφή του 1970, είχαν αποκτήσει μέση ή ανώτατη μόρφωση πάνω από τα 3/4 του απασχολούμενου πληθυσμού στις πόλεις και το 50% των εργαζομένων στο χωριό.
H ΕΣΣΔ στην εικοσιτετράχρονη, πριν από τη ναζιστική επίθεση, πορεία της, πραγματοποίησε αλματώδη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, αμβλύνοντας την ανισομετρία που είχε κληρονομήσει. H πολιτιστική επανάσταση, ως αναπόσπαστο στοιχείο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, έδωσε τη δυνατότητα στους εργαζόμενους να γνωρίσουν τις κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού.
Στη Σοβιετική Ενωση, το 1975, είχε καθιερωθεί με νόμο ότι οι ώρες εργασίας δεν μπορούσαν να ξεπερνούν τις 41 την εβδομάδα, από τις λιγότερες στον κόσμο. Σε όλους τους εργαζόμενους εξασφαλίζονταν ημέρες εβδομαδιαίας ανάπαυσης και ετήσιες άδειες με αποδοχές. Διευρύνθηκε ο μη εργάσιμος χρόνος, άλλαξε το περιεχόμενό του. Μετατράπηκε σε χρόνο για την ανάπτυξη του πολιτιστικού και μορφωτικού επιπέδου των εργαζομένων, την ενίσχυση της συμμετοχής τους στην εργατική εξουσία και στον έλεγχο της διεύθυνσης των παραγωγικών μονάδων.
H Κοινωνική Ασφάλιση των εργαζομένων ήταν φροντίδα πρώτης προτεραιότητας του σοσιαλιστικού κράτους. Δημιουργήθηκε το καθολικό σύστημα συνταξιοδότησης, με σημαντικό επίτευγμα το χαμηλό όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση (55 χρόνια για τις γυναίκες, 60 για τους άνδρες). H χρηματοδότηση των Ταμείων εξασφαλιζόταν από τον κρατικό προϋπολογισμό και τις ασφαλιστικές εισφορές των επιχειρήσεων και ιδρυμάτων. Ανάλογες συνθήκες επικρατούσαν και στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κράτη.
H σοσιαλιστική εξουσία έθεσε τις βάσεις για την κατάργηση της ανισοτιμίας της γυναίκας, ξεπερνώντας τις τεράστιες δυσκολίες που αντικειμενικά υπήρχαν. Εξασφάλισε, στην πράξη, τον κοινωνικό χαρακτήρα της μητρότητας, την κοινωνική φροντίδα για το παιδί. Kατοχύρωσε για τη γυναίκα ίσα δικαιώματα με τον άνδρα στον οικονομικό, πολιτικό και πολιτιστικό τομέα, αν και δεν είχε ακόμα εξαλειφθεί κάθε μορφή ανισότιμων σχέσεων με το άλλο φύλο, που είχαν παγιωθεί σε μια μακραίωνη πορεία.
H δικτατορία του προλεταριάτου, η επαναστατική εργατική εξουσία, ως κράτος που εξέφραζε τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας των εκμεταλλευόμενων και όχι της κοινωνικής μειοψηφίας των εκμεταλλευτών, αναδείχτηκε σε ανώτερου τύπου δημοκρατία. Για πρώτη φορά στην Ιστορία έδωσε τη δυνατότητα η μονάδα παραγωγής να γίνει ο πυρήνας της δημοκρατίας, με την αντιπροσωπευτική συμμετοχή των εργαζομένων στην εξουσία και τη διεύθυνση, τη δυνατότητα να εκλέγουν και να ανακαλούν εκπροσώπους των εργαζομένων στα ανώτερα όργανα της εξουσίας. H εργατική εξουσία έβγαλε τις μάζες από το περιθώριο, αναπτύχθηκε ένας μεγάλος αριθμός μαζικών οργανώσεων, συνδικαλιστικών, πολιτιστικών, μορφωτικών, γυναικείων, νεολαιίστικων όπου ήταν οργανωμένη η πλειοψηφία του πληθυσμού.
H αστική και οπορτουνιστική προπαγάνδα, μιλώντας για αντιδημοκρατικά και ανελεύθερα καθεστώτα, προβάλλει τις έννοιες "δημοκρατία" και "ελευθερία" με το αστικό τους περιεχόμενο: Ταυτίζει τη δημοκρατία με τον αστικό κοινοβουλευτισμό, την ελευθερία με τον αστικό ατομισμό και την ατομική καπιταλιστική ιδιοκτησία. Tο πραγματικό περιεχόμενο της ελευθερίας και της δημοκρατίας στον καπιταλισμό είναι ο οικονομικός καταναγκασμός της μισθωτής σκλαβιάς και η δικτατορία του κεφαλαίου γενικά στην κοινωνία και ειδικά μέσα στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις. H κριτική μας προσέγγιση, σχετικά με τον εργατικό και λαϊκό έλεγχο και τη συμμετοχή, δεν έχει καμία σχέση με την αστική και οπορτουνιστική πολεμική για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες στην ΕΣΣΔ.
H Οχτωβριανή Επανάσταση εγκαινίασε τη διαδικασία ισοτιμίας εθνών και εθνοτήτων, στο πλαίσιο ενός τεράστιου πολυεθνικού κράτους και έδωσε την κατεύθυνση επίλυσης του εθνικού προβλήματος με την εξάλειψη της εθνικής καταπίεσης σε όλες τις μορφές και εκδηλώσεις της. H διαδικασία αυτή υπονομεύτηκε μέσα από την πορεία υποχώρησης των σοσιαλιστικών σχέσεων και τελικά ανακόπηκε με τις αντεπαναστατικές εξελίξεις της δεκαετίας του 1980.
Tα σοσιαλιστικά κράτη έκαναν σοβαρή προσπάθεια να αναπτύξουν συνεργασία και οικονομικές σχέσεις, με βάση την αρχή του προλεταριακού διεθνισμού. Mε την ίδρυση, το 1949, του Συμβουλίου Oικονομικής Aλληλοβοήθειας (ΣOA), έγινε προσπάθεια να διαμορφωθεί ένας νέος, άγνωστος έως τότε, τύπος διεθνών σχέσεων, που βασιζόταν στις αρχές της ισοτιμίας, του αμοιβαίου οφέλους και της αλληλοβοήθειας κρατών που οικοδομούσαν το σοσιαλισμό. Tο επίπεδο ανάπτυξης του σοσιαλισμού σε κάθε επαναστατικό εργατικό κράτος δεν ήταν το ίδιο. Σε μεγάλο βαθμό εξαρτιόταν από το επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης όταν πάρθηκε η εξουσία, ζήτημα που πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εκτίμηση και σύγκριση.
Oι κατακτήσεις που, αναμφισβήτητα, σημειώθηκαν στα σοσιαλιστικά κράτη, σε σύγκριση με το σημείο εκκίνησής τους, αλλά και σε σύγκριση με τη ζωή των εργαζομένων στον καπιταλιστικό κόσμο, αποδεικνύουν ότι ο σοσιαλισμός έχει εγγενείς δυνατότητες για αλματώδη και συνεχή άνοδο της κοινωνικής ευημερίας και ολόπλευρης ανάπτυξης του ανθρώπου.
Tο ιστορικά καινούριο είναι ότι η ανάπτυξη αφορούσε στο σύνολο των μαζών, σε αντίθεση με την καπιταλιστική ανάπτυξη τη συνδεδεμένη με την εκμετάλλευση και την κοινωνική αδικία, με τεράστιες καταστροφές, όπως των αυτόχθονων πληθυσμών στην αμερικανική ήπειρο, στην Αυστραλία, με το μαζικό δουλεμπόριο στις ΗΠA των προηγούμενων αιώνων, με την αποικιοκρατική εκμετάλλευση, με την αναρχία στην παραγωγή και τις καταστροφές των μεγάλων οικονομικών κρίσεων, τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, την παιδική εργασία και τόσα άλλα.
H προσφορά και η υπεροχή της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ πρέπει να κριθεί σε συνάρτηση με την ιμπεριαλιστική στρατηγική περικύκλωσής της, που προκάλεσε μεγάλες καταστροφές, συνεχή εμπόδια και απειλές». (Από την Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ με τις εκτιμήσεις για το σοσιαλισμό).
Η ανατροπή του σοσιαλισμού δεν αλλάζει στο παραμικρό την ακλόνητη πεποίθηση και πίστη μας στη σοσιαλιστική και κομμουνιστική προοπτική ως ιστορική αναγκαιότητα και δυνατότητα.
Ο σοσιαλισμός δεν απέτυχε. Ανατράπηκε, έχασε μια μάχη, αλλά όχι τον πόλεμο. Μπορεί να ανέκοψε προσωρινά την επαναστατική πορεία των οικοδόμων του σοσιαλισμού και του παγκόσμιου εργατικού κινήματος. Αναφωνούσαν τότε οι αστοί και οι διάφοροι απολογητές τους, περί κοσμογονικών αλλαγών που θα απελευθέρωναν την ανθρώπινη δύναμη για να μεγαλουργήσει! Που θέλησαν να επιβάλουν την άποψη πως μια προσωρινή νίκη τους σε μια μάχη σημαίνει ότι κέρδισαν οριστικά τον ταξικό πόλεμο. Τους διαψεύδει η ίδια η δική τους πραγματικότητα. Η απελευθέρωση της δύναμης που θα μεγαλουργούσε ήταν και είναι η αχαλίνωτη επίθεση του χρηματιστικού κεφαλαίου στην εργατική τάξη και τους λαούς της Γης. Η αδίστακτη δράση για την ολοένα στυγνότερη εκμετάλλευση, που, όταν στραγγίζει τον ιδρώτα των ανθρώπων του μόχθου και δεν ξεδιψά, παίρνει το αίμα τους με τους πολέμους που σπέρνει, για να μεγαλώσει την κυριαρχία του. Που, όσο ο πλούτος που παράγουν οι λαοί και τους τον κλέβουν αυξάνεται, τόσο η φτώχεια και η εξαθλίωση οδηγούν σε μετανάστες και πρόσφυγες, σε θάνατο παιδιών από την πείνα, σε θηλιά που σφίγγει ασφυκτικά στο λαιμό των απλών ανθρώπων του μόχθου, πνίγοντας τον αέρα της ζωής τους. Η πιο ασύδοτη ελευθερία των αστών έγινε η πιο αβάσταχτη σκλαβιά των καταπιεσμένων. Και τώρα ξέρουν καλύτερα από ποτέ τι ήταν και για ποιον ο σοσιαλισμός.
Ομως η ιστορική εξέλιξη τραβά μπροστά, παρά τα όποια προσωρινά αντεπαναστατικά πισωγυρίσματα. Γιατί αντεπαναστατικά πισωγυρίσματα δεν έχουμε μόνο στην εποχή μας με την προσωρινή ήττα του σοσιαλισμού. Εμφανίστηκαν και σ' άλλες ιστορικές περιόδους που η ανθρωπότητα πάλευε να περάσει από μια κατώτερη κοινωνία σε μια ανώτερη. Τα ίδια γνώρισε και ο καπιταλισμός όταν αναμετριόταν με την αντιδραστική φεουδαρχία για να φέρει τη νέα ανώτερη για την εποχή εκείνη αστική κοινωνία. Η γαλλική αστική επανάσταση, ορόσημο στην ιστορική εξέλιξη, ανατράπηκε σε μερικά χρόνια από τότε που έγινε. Αλλά έβαλε τα θεμέλια ώστε να ακολουθήσουν νέες αστικές επαναστάσεις και να επικρατήσει οριστικά η τότε αστική τάξη που ήταν ακόμη προοδευτική. Σήμερα έχει περάσει ολοκληρωτικά και χωρίς επιστροφή στην αντίδραση. Τώρα ο καπιταλισμός είναι ιστορικά ξεπερασμένος. Γυρεύει την αντικατάστασή του. Η κοινωνία, δεν μπορεί, δε γίνεται αλλιώς, θα περάσει στο σοσιαλισμό και στον κομμουνισμό. Οσο και αν πασχίζει η αντίδραση να εμποδίσει την εξέλιξη της κοινωνίας, θα πάει μπροστά. Αλλωστε η εποχή μας ήταν και είναι εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Η υπεράσπιση της προσφοράς του σοσιαλιστικού συστήματος, με αντικειμενικότητα, αποτελεί για τους λαούς δυνατό όπλο στην πάλη κατά του ιμπεριαλισμού, που προσπαθεί να μηδενίσει και να διαστρέψει τις κατακτήσεις του σοσιαλισμού, με προφανή στόχο να αδυνατίσει και να «γονατίσει» κάθε προσπάθεια λαϊκής συσπείρωσης, αντίστασης στην πολιτική και στα επιθετικά του σχέδια. Η ανατροπή του σοσιαλισμού δεν αλλάζει στο παραμικρό την ακλόνητη πεποίθηση και πίστη μας στη σοσιαλιστική και κομμουνιστική προοπτική, ως ιστορική αναγκαιότητα και δυνατότητα. Ο σοσιαλισμός δεν απέτυχε. Ανατράπηκε, έχασε μια μάχη, αλλά όχι τον πόλεμο. Η ιστορία των κοινωνιών δεν είπε ακόμη την τελευταία της λέξη.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Γ. Κ. Ζούκοφ, «Αναμνήσεις και στοχασμοί», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τ. 2, σελ. 472-474.
2,3. «Νέος Κόσμος», τεύχος Ιούλη 1953.
4. Εριχ Χόνεκερ, «Αναμνήσεις από τη ζωή μου».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου