Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Η μάχη και ο θάνατος του καπετάν Κρόνου

Ο Κώστας Αντωνόπουλος (Κρόνος) υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα στελέχη του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ στην Βοιωτία. Γεννήθηκε στο χωριό Πάπα Δομοκού και υπηρέτησε στην σχολή ευελπίδων. Αργότερα με τον βαθμό του ανθυπασπιστή βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του ελληνοιταλικού μέτωπου. Με την κατοχή εντάσσεται στον ΕΛΑΣ Βοιωτίας και εξελίσσεται σε ένα από τους πιο γνωστούς καπετάνιους. Διωγμένος μετά την Βάρκιζα εντάσσεται στον ΔΣΕ με τον βαθμό του λοχαγού. Θα χάσει την ζωή του ηρωικά στην μάχη της Αλυκής Ξηρονομής στις 29/03/1948.

Να πώς περιγράφει τη μάχη και το θάνατο του καπετάν Κρόνου στο βιβλίο του «Η Βοιωτία στον αγώνα», ο Τάκης Κόλλιας:

«...Ο Κρόνος δίνει εντολή στον Παπασταμάτη με την ομάδα του να κόψει την πορεία της ομάδας του εχθρού, που βάδιζε αμέριμνα, χωρίς να αντιληφθεί τίποτα. Πράγματι, ξεκίνησε ο Παπασταμάτης, όμως η ομάδα είχε προπορευθεί και δεν τα κατάφερε να την κόψει. Εν τω μεταξύ η μάχη εκδηλώθηκε...
Η ώρα περνούσε. Η μάχη ήταν πολύ σκληρή, γιατί γινόταν από πολύ κοντινή απόσταση. Για μια στιγμή, βρεθήκαμε με τον Κρόνο σε ένα τσουγκάρι και, όπως αυτός ήταν καθισμένος στο γόνατο, εγώ όρθιος, και παρακολουθούσε τη μάχη με τα κιάλια, μας ήρθε μια ριπή. "Κώστα", του λέω, "μας ήρθε ριπή". "Από πού;", μου λέει. "Εδώ που είμαστε κάτω, δε μας πιάνουν σφαίρες". Γυρίζει αριστερά. Μας χώριζε ένα μικρό ρέμα με λίγα πεύκα. Κοιτάει με τα κιάλια και βλέπει την ομάδα που μας πλαγιοέβαλλε. "Να πού είναι. Πήγαινε πιο κάτω. Πες στον Φίτσιο να πάει λίγο ψηλότερα και να τους βάλει μέσα στον κλοιό".
Πάνω από μας, στα δεκαπέντε μέτρα περίπου, ήταν μια ομάδα δική μας, με ομαδάρχη τον Χαράλαμπο Κυπραίο από τη Λιβαδειά. Ο Κρόνος μένει μόνος του. Εγώ ξεκίνησα για τον Φίτσιο. Ηταν μια κατηφόρα με ένα σωρό βράχια. Οπως κατέβαινα, αυτός με το οπλοπολυβόλο απέναντί μας έβαλλε συνέχεια. Δεν τα κατάφερε να με πάρει. Βρήκα τον Φίτσιο. Του έδωσα την εντολή και γύρισα να πάω στον Κρόνο. Εκεί βρήκα καθισμένο σε μια πέτρα τον Βασίλη Γεωργαντά από το Σχηματάρι. "Ασ' τα", μου λέει. "Με έχει πιάσει το στομάχι άσχημα". Τον άφησα και ξεκίνησα. Δε θα ήμουν παραπάνω από πενήντα μέτρα, εγώ χαμηλά και ο Κρόνος πιο ψηλά. Σηκώθηκε όρθιος ο Κρόνος και μου λέει: "Τάκη, κάθισε κάτω κι έρχομαι κι εγώ". Δεν πρόφτασε να κάνει πέντε βήματα και ακούω ένα "οχ". Αμέσως φωνάζω: "Κώστα, Κώστα!" Τίποτα... Από πάνω, μου λέει ο Κυπραίος: "Μη φωνάζεις, σκοτώθηκε". Τρέχω στον Φίτσιο και του λέω τι έγινε. "Πάρε και κανέναν άλλον", μου λέει, "αν μπορέσετε να τον πάρετε ή να πάρετε τα πράγματά του". Ολα τα πράγματά του ήταν ένας χαρτοφύλακας με ένα χάρτη και το πιστόλι του, το οποίο, όταν το πήρε ο Στρατός, το έκανε ...δώρο στον τότε υπουργό Στρατιωτικών, Στράτο!
Πήρα τον Γιώργο τον Βακράκη και κάναμε μια προσπάθεια για να φτάσουμε στον Κρόνο. Αυτός όμως που ήταν απέναντι από το ρέμα μας έβαλλε συνέχεια και για μια στιγμή με τραυμάτισε στο γοφό. Ενιωσα ένα πράγμα σαν ρεύμα, χωρίς να πονάω καθόλου. Ηταν στο ψαχνό, αλλά δεν μπορούσα να κινηθώ καθόλου, παρά τις προσπάθειες. Ο Βακράκης ήταν λίγο πιο πίσω μου. "Γιώργο, χτυπήθηκα", είπα. "Μην κουνιέσαι, θα πάω εγώ". Εκανε και αυτός κάποιες προσπάθειες, όμως χτυπήθηκε και αυτός στο πόδι και έτσι ο Κρόνος έμεινε. Επεσε ύστερα από λίγο στα χέρια του εχθρού. Εμείς σιγά - σιγά ανεβήκαμε λίγο ψηλότερα.
Εν τω μεταξύ ήρθε και άλλη δύναμη του εχθρού από την Ξηρονομή. Ανέβηκε στο Κορομήλι και έτσι βρεθήκαμε ανάμεσα σε δυο πυρά. Η μάχη συνεχίστηκε μέχρι που νύχτωσε. Οι απώλειες του Στρατού ήταν - από πληροφορίες, βέβαια - αρκετές. Ενώ οι δικές μας ήταν ο Κρόνος, ο Κυπραίος από τη Λιβαδειά, ο Κεφαλάς από τα Κούκουρα, ο Καρβούνης από το Ζερίκι, ο Κατσίβελος από τα Χώστια και ο Κιθαιρώνας από την Κοκκινιά. Τραυματίες οι Βακράκης από την Αγόριανη, Κόλλιας από τη Θήβα, Μέξης από τα Βάγια και Σωτήρης Λάμπρου από το Μαυρομάτι, που ήταν τραυματίας από όλμο πολύ βαριά και δεν μπορέσαμε να τον μεταφέρουμε. Τον αφήσαμε εκεί. Συνήλθε μετά από δυο μέρες. Τον βρήκαν κάποιοι χωρικοί, τον παρέδωσαν στην Αστυνομία και δικάστηκε σε ισόβια. Ηταν ένας από τα τέσσερα αδέλφια - δυο αγόρια και δυο κορίτσια - της οικογένειας Λάμπρου από το Μαυρομάτι, που ήταν και οι τέσσερις αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού.
Με το πέσιμο της νύχτας η μάχη άρχισε να κοπάζει. Τα πυρά να αραιώνουν. Επρεπε πάση θυσία να φύγουμε από κει. Σιγά - σιγά και με πολλή προφύλαξη περάσαμε στην Παναΐτσα, πήραμε νερό και ανεβήκαμε στο ύψωμα ανατολικά από τον Παλιόπυργο Ξηρονομής. Περάσαμε δυτικά από την Ξηρονομή, με κατεύθυνση τον Ελικώνα...».



Στη φωτογραφία, από αριστερά, διακρίνονται οι αγωνιστές -μαχητές του ΔΣΕ στη Βοιωτία: Βρεττός(Κουμπούρας), Κώστας Αντωνόπουλος (Κρόνος) και Χουχούμης Νάκος(Νώντας)

5 σχόλια: