Η απολογία του Νίκου Μπελογιάννη ενός απο τους πιο αγνούς κομμουνιστές της Ελλάδας, απο την ταινία του Βούλγαρη "Πέτρινα Χρόνια"
Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010
H δίκη της Χούντας
Στο άρθρο αυτό θα προβληθεί όλη η ταινία - ντοκυμαντέρ του Θ. Θεοδοσόπουλου σχετικά με την δίκη των εμπνευστών της αιματοβαμμένης δικτατορίας των συνταγματαρχών. Τα ιστορικά συμπεράσματα απο την δίκη και τα όσα θα ακουστούν είναι ΑΚΡΙΒΩΣ τα όσα έγραψε ο φακός απο την διαδικασία της δίκης στην οποία προεδρεύει ο μεγάλος εθνικός δικαστής Γιάννης Ντεγιάννης...
Mέρος 1: http://www.youtube.com/watch?v=GyrHDmt7oWg&feature=related
Μέρος 2 : http://www.youtube.com/watch?v=YK4c07641hI&feature=related
Μέρος 3: http://www.youtube.com/watch?v=y9IJKKUQW1g&feature=related
Μέρος 4: http://www.youtube.com/watch?v=KrLKBdFE8V4&feature=related
Μέρος 5: http://www.youtube.com/watch?v=xpw_5pOfFuU&feature=related
Mέρος 6: http://www.youtube.com/watch?v=guUW_CDbjxc&feature=related
Μέρος 7: http://www.youtube.com/watch?v=2gauwzm0O4I&feature=related
Μέρος 8: http://www.youtube.com/watch?v=T8PVTyvDu8I&feature=related
Μέρος 9: http://www.youtube.com/watch?v=StbF2mtj0jw&feature=related
Μέρος 10: http://www.youtube.com/watch?v=KMVbLEznXxE&feature=related
Μέρος 11: http://www.youtube.com/watch?v=A-h4ZtZKxzo&feature=related
Mέρος 1: http://www.youtube.com/watch?v=GyrHDmt7oWg&feature=related
Μέρος 2 : http://www.youtube.com/watch?v=YK4c07641hI&feature=related
Μέρος 3: http://www.youtube.com/watch?v=y9IJKKUQW1g&feature=related
Μέρος 4: http://www.youtube.com/watch?v=KrLKBdFE8V4&feature=related
Μέρος 5: http://www.youtube.com/watch?v=xpw_5pOfFuU&feature=related
Mέρος 6: http://www.youtube.com/watch?v=guUW_CDbjxc&feature=related
Μέρος 7: http://www.youtube.com/watch?v=2gauwzm0O4I&feature=related
Μέρος 8: http://www.youtube.com/watch?v=T8PVTyvDu8I&feature=related
Μέρος 9: http://www.youtube.com/watch?v=StbF2mtj0jw&feature=related
Μέρος 10: http://www.youtube.com/watch?v=KMVbLEznXxE&feature=related
Μέρος 11: http://www.youtube.com/watch?v=A-h4ZtZKxzo&feature=related
Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2010
O EKKA και η δολοφονία του Ψαρρού
Ο ΕΚΚΑ (Εθνική Και Κοινωνική Απελευθέρωση) ιδρύθηκε ως αντιστασιακή οργάνωση τον Οκτώβρη του 1941, απο ένα μίγμα βενιζελικών, δημοκρατικών, σοσιαλιστών και δεξιών στελεχών του προκατοχικού στρατού. Ηγέτες του ΕΚΚΑ ήταν ο συνταγματάρχης Δημήτρης Ψαρρός, ο πολιτικός Γεώργιος Καρτάλης και ο συνταγματάρχης Μπακιρτζής. Οι παραπάνω κατά την ίδρυση συμφώνησαν στα παρακάτω:
1) Ο εθνικός αγώνας ήταν το πρωταρχικό καθήκον όλων των Ελλήνων.
2) Ο αγώνας αυτός όπως και κάθε άλλη εκδήλωση πρέπει να πραγματοποιηθούν με πνεύμα Εθνικής ενότητας και πλήρους συνεργασίας όλων των πολιτικών παρατάξεων και των εθνικών οργανώσεων μέχρι της απελευθερώσεως.
3) Σε κάθε περίπτωση η λύση του Ελληνικού προβλήματος είναι υπόθεση και μόνον των Ελλήνων και θα δοθεί με τα απελευθερωτικά από την ελεύθερη βούληση του Λαού.
Στρατιωτικό σκέλος της οργάνωσης ήταν το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων που ιδρύεται το 1943. Η οργάνωση με έδρα τον Παρνασσό και την Γκιώνα έφθασε να αριθμεί περίπου 1000 μαχητές και συνεργάζονταν τόσο με τον ΕΛΑΣ όσο και με τον ΕΔΕΣ. Ο ΕΚΚΑ συμμετέχει και σε στην πολύ σημαντική αποστολή του ΕΛΑΣ στην δημιουργία του μυστικού ελεύθερου αεροδρομίου κοντά στην Καρδίτσα, στο οποίο έφθαναν συχνά αγγλικά αεροπλάνα.
Η ένταση ανάμεσα στις οργανώσεις του ΕΛΑΣ και του ΕΚΚΑ δεν αργεί να δημιουργηθεί. Η τυχοδιωκτική δράση του καπετάνιου Θύμιου Ζούλα του ΕΛΑΣ σε συνδυασμό με αυτή του λοχαγού Ευθύμη Δεδούση του ΕΚΚΑ δημιουργούν εντάσεις. Σε καμία περίπτωση η ένταση αυτή δεν είναι επιθυμία ούτε του Άρη και του Σαράφη όυτε και του Ψαρρού και του Καρτάλη. Στις 14 Μαίου του 1943 ο ΕΛΑΣ και ο ΕΚΚΑ έρχονται σε σύγκρουση χωρίς νεκρούς, η οποία καταλήγει στον αφοπλισμό του 5/42 Συντάγματος. Η διοίκηση του ΕΛΑΣ σπεύδει άμεσα στο χωριό Στρώμνη όπου βρίσκεται ο Καρτάλης και ο Ψαρρός για να λάβει άμεση γνώση της κατάστασης. Ο στρατηγός Σαράφης και ο Τζίμας εκφράζουν την λύπη τους στον Ψαρρό και επιστρέφουν άμεσα όλο τον οπλισμό και το υλικό του 5/42. Αμέσως μετά προτείνουν στον Ψαρρό μία ένωση του 5/42 με τον ΕΛΑΣ και την τοποθέτηση του Ψαρρού σε καίριο σημείο διοίκησης των δυνάμεων της Στερεάς Ελλάδας. Ο Ζούλας τίθεται υπό περιορισμό.
Αργότερα η πολιτική σύνθεση αλλά και ο πολιτικός προσδιορισμός του ΕΚΚΑ του εξασφαλίζουν μια θέση στο Κοινό Γενικό Στρατηγείο Ανταρτών στο Περτούλι μαζί με τον Τζίμα του ΕΛΑΣ και τον Πυρομάγλου του ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ. Ο Σαράφης δε και ο Παντελής Σίμος (Ορφέας) της ΚΕ του ΚΚΕ, εκφράζουν την κατά την γνώμη τους αναγκαία ύπαρξη και του μάχημου σώματος του ΕΚΚΑ στην περιοχή. Στις 23 Ιουνίου του 1943, έρχεται και δεύτερη σύγκρουση του 5/42 με τον ΕΛΑΣ. Η ηγεσία του ΕΚΚΑ και ειδικά ο Καρτάλης βλέπει τις πρώτες φλόγες του εμφυλίου. Παρ'όλα αυτά η διοίκηση του ΕΛΑΣ επιστρέφει τον οπλισμό του 5/42 αλλά για μιά ακόμη φορά δεν τιμωρεί τουε υπαιτίους αρκετά αυστηρά. Στο σημείο αυτό δεν μπορούμε να καταλογίσουμε μόνο ευθύνες στον ΕΛΑΣ. Ο ΕΚΚΑ ήταν ιδιαίτερα ανομοιόμορφος στο εσωτερικό του και με πολλά ακραία φιλομοναρχικά και φιλοδεξιά στοιχεία. Οι καταστάσεις ήταν τέτοιες που κάτι τέτοιο δεν ήταν ανεκτό πολλές φορές απο τον αριστερής ιδεολογίας και γραμμής ΕΛΑΣ.
Στις 9 Αυγούστου 1943, στο αντάρτικο αεροδρόμιο της Νεράιδας προσγειώνεται με χίλιες επιφυλάξεις μια αγγλική ντακότα. Σε αυτήν επιβαίνει ο σύνδεσμος των Βρετανών Έντυ για να μεταφέρει μέλη των αντάρτικων σωμάτων της Ελλάδας στο Κάιρο. Εκεί θα μεταφερθούν αντιπρόσωποι των τριών οργανώσεων για να συζητηθεί και με την διαφυγούσα κυβέρνηση το μέλλον της χώρας. Απο τον ΕΛΑΣ μεταβαίνουν οι : Ηλ. Τσιριμώκος, Α. Τζίμας, Π. Ρούσος και Κ. Δεσποτόπουλος, απο τον ΕΔΕΣ ο Κ. Πυρομάγλου και απο τον ΕΚΚΑ ο Καρτάλης με την πολύτιμη και διορατική του κρίση. Η συνάντηση εκεί μένει άκαρπη. Οι ΕΛΑΣ και ΕΚΚΑ πιέζουν τον Γεώργιο να επιστρέψει μόνο μετά απο δημοψήφισμα ενώ οι Άγγλοι υποστηρίζουν τον βασιλιά. Ο Γεώργιος καταγγέλει του γεγονός με τηλεγράφημά του στον Τσώρτσιλ και τον Ρούσβελτ. Η απάντηση του Τσώρτσιλ είναι κοφτή "Δεν θα υποκύψουμε σε πιέσεις κομμουνιστών". Η αγγλική αποστολή ψυχραίνει τις σχέσεις της με τον ΕΛΑΣ και απο τότε δεν αποστέλλει βοηθητικό υλικό. Η στάση του ΕΔΕΣ παραμένει ουδέτερη. Ο Καρτάλης φοβάται για εμφύλιο αλλά παραμένει στο πλευρό του ΕΑΜ. Με την επιστροφή της αποστολής συμπίπτει και η συνθηκολόγηση των Ιταλών. Νέα και άφθονα όπλα εισρέουν στα οπλοστάσια του ΕΛΑΣ . Ο εξοπλισμός αυτός τρομάζει τους Άγγλους. Γίνονται πιο διαλακτικοί με το ΕΑΜ .
Παράλληλα ο ΕΚΚΑ επιδιώκει στενότερη συνεργασία με τον ΕΛΑΣ. Η στρατιωτική διοίκησή του "μετακομίζει" στην Ρεντίνα του Παρνασσού. Οι πρώτες συγκρούσεις με τον ΕΔΕΣ ξεκινούν με πρωτοβουλία του ιδίου. Ένα ακόμα δράμα όμως έχει ξεκινήσει. Είναι ένα αφανές δράμα πολιτικής που ούτε ο Ψαρρός ούτε όμως και ο ΕΛΑΣ έχουν εντοπίσει σωστά. Οι εσωτερικές αντιθέσεις του ΕΚΚΑ οξύνονται. Μέλη του 5/42 σχηματίζουν έναν σκληρό αντικομμουνιστικό πυρήνα αντίδρασης και διακυρήσσουν αλλαγή γραμμής. Αρχηγοί αυτής της στασιαστικής τάσης είναι οι Δεδουσης και Καπετσώνης. O Kαρτάλης και ο Ψαρρός φυσικα το γνωρίζουν. Οι κινήσεις του Δεδούση φθάνουν μέχρι την περιοδεία της ελληνικής υπαίθρου και την προσπάθεια απόσχισης κομματιών του λαικού σώματος που στήριζε το ΕΑΜ. Μιλούν για τον "νέο κομμουνιστικό κίνδυνο". O Ψαρρός και ο Καρτάλης προσπαθούν να συγκεντρώσουν τα πιστά τμήματα του 5/42 κοντά τους αλλά ήδη στο σύνταγμα λειτουργεί μια άλλη οργάνωση. Οι προσπάθειές τους πέθτουν στο κενό. Ο ΕΛΑΣ ενοχλημένος απο την δράση αυτή του ΕΚΚΑ αρχίζει να ξαναγίνεται επιφυλακτικός απέναντι στο 5/42. Σε μια επίθεση του ΕΛΑΣ ενάντια στον ΕΔΕΣ, (πηγή Πυρομάγλου "Γεώργιος Καρτάλης") το 5/42 επιχειρεί να κυκλώσει τις θέσεις του ΕΛΑΣ προς ενίσχυση του ΕΔΕΣ. Το ποτήρι ξεχειλίζει. Ο ΕΛΑΣ τσακίζει τον ΕΔΕΣ και εξαπολύει κυνηγητό στον ΕΚΚΑ. Παράλληλα ο Ψαρρός στις 24 /10/1943 έχει συγκαλέσει σύσκεψη αξιωματικών του ΕΚΚΑ, στο Κάστρο Σαλώνων. Εκεί ο Ψαρρός καταφέρνει να συγκρατήσει την πλειοψηφία των αξιωματικών με το μέρος του αλλά το μέλλον προδιαγάφεται σκοτεινό για τις ισορροπίες στον ΕΚΚΑ. Στις 19/2/1944, αξιωματικοί του ΕΚΚΑ , 68 στον αριθμό συνυπογράφουν υπόμνημα αντικομμουνιστικής δράσης κατά του ΕΛΑΣ και θέτουν τον ΕΚΚΑ στην διάθεση του βασιλιά. Το υπόμνημα διαβιβάζεται απο τον υπουργό Καλαντζή μέσω της Ιντέλιτζενς Σέρβις στον Βασιλιά. Ο ΕΛΑΣ εξαπολύει επίθεση 1400 μαχητών του ενάντια στον ΕΚΚΑ. Οι Άγγλοι που διαβλέπουν σε όλο αυτό τον εμφύλιο υποστηρίζουν την σύγκρουση. Μετά απο μερικές ώρες ο ΕΛΑΣ έχει επικρατήσει. Ελάχιστοι βασιλόφρονες του 5/42 διαφεύγουν στην Πάτρα μαζί με τον Δεδούση, εδώ τάσσονται με τους Ράλληδες. Αργότερα ο ΕΛΑΣ θα τους τσακίσει αποφασιστικά. Η νίκη του ΕΛΑΣ συνοδεύεται απο την σύλληψη του Ψαρρού. Ο Ψαρρός κατά την μεταφορά του συναντιέται με τμήμα του Ζούλα. Εκείνος όταν τον δει θα αρχίσει να φωνάζει και αντιπαράθεση θα ξεσπάσει ανάμεσα στους άνδρες του και άλλους πιο συγκρατημένους της ταξιαρχίας. "Τι τον κρατάτε μωρέ ? " φωνάζει ο Ζούλας και στο δυναμιτισμένο κλίμαένας αντάρτης τον σκοτώνει με το όπλο του. Ο Ψαρρός είναι νεκρός. Ο Σιάντος θα χαρακτηρίσει το γεγονός ως καταστροφή. Έτσι χάθηκε απο έναν θερμοκέφαλο άνθρωπο ένας άνδρας που είχε ακόμα πολλά να προσφέρει στον ελληνικό λαό. Η διοίκηση του ΕΛΑΣ υφίσταται και αυτή με την σειρά της ένα άσχημο πολιτικό πλήγμα, ένα πλήγμα που αργότερα θα το εκμεταλλευτεί η αστική τάξη και το παλάτι.
Σαράφης-Καρτάλης-Ζέρβας |
Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010
Ελληνες εξόριστοι αξιωματικοί στη Νάξο και η απόδραση των δώδεκα
Ημουνα μαθητής Δημοτικού όταν στην κοινωνία της Απειράνθου έσκασε η είδηση: Αποδράσανε από τη Νάξο οι εξόριστοι Ελληνες αξιωματικοί! Ετυχε να έχω στενό συγγενή αξιωματικό που υπηρετούσε εκείνη την εποχή στα πολεμικά μέτωπα και το γεγονός της απόδρασης εξόριστων αξιωματικών γεννούσε στο παιδικό μου μυαλό πιεστικά ερωτήματα: Γιατί εξόριστοι; Γιατί αποδράσανε; Ποια θα είναι η τύχη τους; Φαίνεται, όμως, πως οι ταραχώδεις εκείνοι καιροί δεν άφηναν περιθώρια πειστικών απαντήσεων στα ερωτήματά μου παρόλο που διαισθανόμουνα έναν απόκρυφο θαυμασμό των ερωτώμενων. Στους δύσκολους για τη χώρα μας και το λαό μας μεταπελευθερωτικούς χρόνους, ακόμη και οι μικρές και απόμακρες από το κέντρο κοινωνίες διατηρούσαν, έστω και με πολλές προφυλάξεις, τη φλόγα της Εποποιίας της Εθνικής μας Αντίστασης. Κι οι εξόριστοι αξιωματικοί στη Νάξο υπήρξαν από τους πρωταγωνιστές. Πέρασαν χρόνια από τότε και μόνιμος πλέον νέος αξιωματικός βίωνα μαζί με πολλούς συναδέλφους μου και των τριών Οπλων τους διαχωρισμούς και τις διώξεις που εξελίχτηκαν σε «πογκρόμ» στα εφτά χρόνια της αμερικανοκίνητης χούντας της 21 Απρίλη 1967. Εκείνες οι διώξεις μού έλυσαν διά παντός τις παιδικές μου απορίες για τους Ελληνες εξόριστους αξιωματικούς στη Νάξο και την απόδραση. Είχα τύχη αγαθή, στον πρώτο χρόνο της μεταπολίτευσης, όταν ιδρύαμε το Σύνδεσμο της Αντιδικτατορικής Αντίστασης, να γνωρίσω δύο ξεχωριστές μορφές αγωνιστών, τους Στέφανο Παπαγιάννη και Βασίλη Βενετσανόπουλο, εξόριστους λοχαγούς στη Νάξο, μέλη της ομάδας απόδρασης και δεσμώτες της χούντας, στη μνήμη των οποίων και αφιερώνω αυτή μου τη γραφή. Από τους αρχαίους χρόνους μέχρι τη νεότερη ιστορία μας τα νησιά του Αρχιπελάγους και κυρίως αυτά των άγονων γραμμών «φιλοξένησαν» πολιτικούς αντιπάλους αυταρχικών κρατικών εξουσιών.
Οι αγαθοί νησιώτες τούς αντιμετώπιζαν με δέος και προφυλάξεις. Για τους επώνυμους έτρεφαν κρυφό θαυμασμό και μερικές φορές επηρεάζονταν από την ιδεολογία τους! Αλλωστε τα εκλογικά αποτελέσματα της Ικαρίας σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις το καταδείχνουν. Ενα στενό μου συγγενή λεβέντη, βοσκό, που διακρινόταν για την παλικαριά και αξιοσύνη του, ο πάππος του του έδωσε το παρωνύμιο «Σκαρβέλης» κι αυτό διατηρήθηκε μέχρι του θανάτου του εγγονού στα βαθιά γεράματα. Ηταν ο θαυμασμός του πάππου στον επαναστάτη της 3 Σεπτέμβρη 1843 συνταγματάρχη Σκαρβέλη που το βαυαρικό καθεστώς του Οθωνα τον είχε εξορίσει στη Νάξο.
Ο γνωστός πολιτικός της Αριστεράς καθηγητής Αλέξανδρος Σβώλος ήταν εξόριστος της Μεταξικής δικτατορίας στην Απείρανθο. Οταν στη μάχη της Αθήνας, το Δεκέμβρη του 1944, σκοτώθηκε από σφαίρες των Αγγλων του Σκόμπυ στην πλατεία Μεταξουργείου, ένας νέος Απεραθίτης δικηγόρος, μαχητής του ΕΛΑΣ, ο Γιάννης Κατεινάς, οι αδελφές του νεκρού, στη συμφορά τους, μνημόνευσαν σε μοιρολόι τη σχέση του αδελφού με τον πολιτικό εξόριστο:
Ιντα σούκαμε(ν) ο Σβώλος
και σε κλαίει ο κόσμος όλος.
Οι συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας που υπέκρυπταν τη στρατηγική των Αγγλων για τον έλεγχο της Ελλάδας και την επάνοδο του Βασιλιά.
Η υπάκουη στους Βρετανούς ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου και η, όπως φάνηκε, έλλειψη στρατηγικής της ΕΑΜικής ηγεσίας για την Ελλάδα μετά τον πόλεμο, έφεραν το Δεκέμβρη, με την ήττα των δυνάμεων της Αντίστασης και τη Συμφωνία της Βάρκιζας ανάμεσα στους Βρετανούς, την ελληνική κυβέρνηση και το ΕΑΜ. Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας, 12 Φλεβάρη 1945, ο λαός και οι ΕΛΑΣίτες αξιωματικοί ποθούσαν την ειρήνη για να επουλωθούν οι πληγές του πολέμου και της κατοχής και ν' ανορθωθεί η οικονομία. Ομως δεν άργησε να γίνει φανερό στην πράξη πως η Βάρκιζα ήταν μια λεόντειος συμφωνία για τους Βρετανούς και την ελληνική «εθνικοφροσύνη», που απέβλεπε στον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και τη συντριβή του Κινήματος της Εθνικής Αντίστασης.
ΕΑΜ και μετά το Δεκέμβρη, παρά την αποχώρηση της ΕΛΔ (Ενωση Λαϊκής Δημοκρατίας) και προσωπικοτήτων, διατηρούσε την υπόστασή του σαν πολιτικός σχηματισμός της Αριστεράς και έκανε μεγάλες προσπάθειες για την εφαρμογή της Συμφωνίας. Αντίθετα, από την άλλη πλευρά, τα όργανα του κράτους και του παρακράτους εξαπέλυσαν λυσσαλέο κυνηγητό εναντίον των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης. Γράφει ο Στέφανος Παπαγιάννης, λοχαγός ΠΒ, μαχητής του πολέμου 1940 και του ΕΛΑΣ, στο βιβλίο του «Από Εύελπις αντάρτης»: «Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες οι μόνιμοι αξιωματικοί που είχαν υπηρετήσει στον ΕΛΑΣ επέστρεφαν στα σπίτια τους. Οσοι είχαμε μόνιμη διαμονή στην Αθήνα παρουσιαστήκαμε στην έδρα του Α' Σώματος Στρατού για να αναλάβουμε υπηρεσία. Εκεί μας υποδέχτηκε, καθόλου φιλικά, ένας αρμόδιος ανώτερος αξιωματικός και μας είπε ότι σύμφωνα με τις ισχύουσες διαταγές πριν απ' όλα πρέπει να υπογράψουμε μια δήλωση. Η δήλωση ήταν έντυπη και το μόνο που χρειαζόταν ήταν τα στοιχεία ταυτότητας και η υπογραφή. Βέβαια ύστερα από τα γεγονότα της κατοχής και ιδιαίτερα του Δεκέμβρη, δεν περιμέναμε πως θα μας δεχτούν μετά βαΐων και κλάδων! Να υπογράψουμε όμως κι αυτό το χαρτί, που έγραφε ότι η δράση μας από τις γραμμές του ΕΛΑΣ ήταν αντεθνική και προδοτική, ξεπερνούσε τα όρια ανοχής».
Η
συντριπτική πλειοψηφία δεν υπέγραψε την κατάπτυστη δήλωση κι αυτό αποτέλεσε την αιτία οι λαμπροί αξιωματικοί μαχητές των αγώνων του λαού και του έθνους να τοποθετηθούν στον πίνακα Β'. Αυτό σήμαινε την πλήρη και ουσιαστική απομάκρυνση από τις στρατιωτικές Μονάδες και Υπηρεσίες, με μόνη διαφορά από την αποστρατεία να φέρουν τη στολή του αξιωματικού και να παίρνουν το μισθό του βαθμού τους. Υπήρχε και πίνακας Α' που περιλάμβανε τους «εθνικόφρονες», με τους οποίους Βρετανοί και κυβέρνηση στελέχωναν τον ανασυγκροτούμενο στρατό. Σε θέσεις - κλειδιά τοποθετούνταν οι βασιλόφρονες που είχαν υπηρετήσει στα Τάγματα Ασφαλείας. Η πολιτική αυτή διατηρήθηκε στις Ενοπλες Δυνάμεις σε όλη τη μετεμφυλιοπολεμική περίοδο και αποτέλεσε γενεσιουργό αιτία της επιβολής της εφτάχρονης δικτατορίας στην πατρίδα μας. Οι παρακρατικές φασιστικές οργανώσεις δολοφονούσαν αγωνιστές της Αντίστασης και το κράτος τούς φυλάκιζε και τους έστελνε εξορία.
Ο Βασίλης Βενετσανόπουλος, λοχαγός, εξόριστος στη Νάξο, μαχητής του ΕΛΑΣ, γράφει στο βιβλίο του «ΠΑΡΩΝ»: «Μέσα σε 4 μήνες από την υπογραφή της Βάρκιζας, τον Ιούνη 1945, οι δολοφονημένοι αγωνιστές είναι 650, οι φυλακισμένοι πάνω από 30.000. Οι μοναρχοφασιστικές συμμορίες ήταν 150 με δύναμη οπλοφορούντων 20.000. Το ΚΚΕ που ήταν η ψυχή της ΕΑΜικής Αντίστασης και συνέχιζε και μετά την ήττα να στέκει δίπλα στους διωκόμενους και απειλούμενους με εξόντωση αγωνιστές, έριξε στα τέλη Ιούνη 1945 στην 12η Ολομέλεια της ΚΕ το σύνθημα της Μαζικής Λαϊκής Αυτοάμυνας (ΜΛΑ) και έστειλε στελέχη του στη βάση προκειμένου να βοηθήσουν στην οργάνωση των αγώνων των εργαζομένων κατά της τρομοκρατικής δραστηριότητας των δολοφονικών συμμοριών που το έργο τους ενίσχυαν και οργάνωναν βασικά οι Βρετανοί». Ουσιαστικά άρχιζε ο εμφύλιος.
Στις 31-3-1946, σε συνθήκες βίας και τρομοκρατίας, έγιναν οι βουλευτικές εκλογές με αποχή της Αριστεράς, όπως αυτή αποφασίστηκε από την Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ. Την ημέρα των εκλογών μια ομάδα ενόπλων καταδιωκομένων επιτέθηκε κατά του Σταθμού Χωροφυλακής Λιτόχωρου και αφόπλισε τους άνδρες του. Η ημερομηνία της ενέργειας αυτής θεωρήθηκε από εκπροσώπους της κυβέρνησης και του στρατού ως ημερομηνία έναρξης του εμφυλίου.
Ο Βασίλης Βενετσανόπουλος γράφει στο βιβλίο του «ΠΑΡΩΝ»: «Αρχές Γενάρη 1946, ο αιματηρός απολογισμός του τρομοκρατικού οργίου είχε πάρει νέες μεγαλύτερες διαστάσεις: 1.289 οι νεκροί, 84.931 φυλακισμένοι, πάνω από 100.000 καταδιωκόμενοι αγωνιστές ...και φαινόταν να είναι η ΜΛΑ η μόνη μέθοδος αντιμετώπισης του μονόπλευρου εξοντωτικού πολέμου και του δολοφονικού οργίου».
Ο πόλεμος έπαψε να είναι μονόπλευρος και εξελίχθηκε σε εμφύλιο με όλα τα χαρακτηριστικά της μορφής του, που κράτησε πάνω από τρία χρόνια, με τις τραγικές του συνέπειες για το λαό και τον τόπο.
Οι περισσότεροι αξιωματικοί του Πίνακα Β' ζητούσαν ν' ανεβούν στο βουνό, μα η καθοδήγηση του ΕΑΜ απέκρουσε το αίτημά τους.
Η εξήγηση που δόθηκε τότε ήταν για να μη δοθεί αφορμή με την ενέργεια αυτή να κατηγορηθεί το ΕΑΜ ότι στα λόγια ήταν υπέρ της ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης, ενώ στην πράξη ενίσχυε τον ανταρτοπόλεμο. Μετά την ενέργεια στο Λιτόχωρο και βλέποντας η κυβέρνηση να φουντώνει το αντάρτικο και αντιμετωπίζοντας το ενδεχόμενο να φύγουν για το βουνό οι αξιωματικοί του πίνακα Β', πήρε απόφαση να τους μαζέψει και να τους στείλει εξορία. Ηδη οι στρατηγοί του ίδιου πίνακα Σαράφης, Μπακιρτζής, Καλαμπαλίκης, Τσαμάκος και Ματσούκας, μετά το δημοψήφισμα για την επάνοδο του βασιλιά, είχαν σταλεί εξορία στην Ικαρία. Γράφει ο Στέφανος Παπαγιάννης στο βιβλίο του «Από Εύελπις Αντάρτης»: «Γύρω στις 15 Ιούλη 1946 μας έδωσαν από τη στρατιωτική υπηρεσία εντολή να συγκεντρωθούμε στον Πειραιά με αποσκευές εκστρατείας, γιατί τάχα θα πάμε αποστολή! Διαδόθηκε κατάλληλα τότε στον κόσμο ότι σε κάποιο νησί είχε μπει σε λειτουργία κάποια Σχολή και ότι θα μας αποσπάσουν εκεί για επιμόρφωση. Η παρουσία τμήματος Χωροφυλακής στο μέρος που συγκεντρωθήκαμε φανέρωνε τι είδους επιμόρφωση μας επεφύλασσε η κυβέρνηση. Εκεί μας χώρισαν σε ομάδες και μπήκαμε σε κάμποσα μικρά καΐκια».
Τό
πος εξορίας των αξιωματικών τα νησιά Φολέγανδρος, Πάρος, Νάξος, Σέριφος, Ικαρία. Η ομάδα εξορίστων της Φολεγάνδρου, αρχές Οκτωβρίου 1946, μεταφέρεται στη Νάξο και συναντά την εκεί ομάδα των εξορίστων. Την ενιαία πια ομάδα των εξορίστων ΕΛΑΣιτών αξιωματικών στη Νάξο την αποτελούσαν οι παρακάτω:
Συνταγματάρχης ΠΖ: Νίκος ΠΑΠΑΣΤΑΜΑΤΙΑΔΗΣ. Συνταγματάρχης ΠΒ: Γιάννης ΠΥΡΙΟΧΟΣ. Αντισυνταγματάρχης ΠΖ: Δημήτρης ΚΟΥΚΟΥΡΑΣ. Αντισυνταγματάρχης ΠΒ: Στάθης ΔΕΛΗΒΟΡΙΑΣ, Γιώργος ΚΟΣΜΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΑΚΟΥΜΕΛΟΣ. Ταγματάρχης ΠΖ: Θεόδωρος ΜΑΚΡΙΔΗΣ, ΜΑΝΤΟΥΚΟΣ. Ταγματάρχης ΠΒ: Ιάκωβος ΚΑΤΣΟΓΙΑΝΝΟΣ, Μιχάλης ΜΠΑΡΟΥΤΣΟΣ, Ορέστης ΒΑΛΑΛΑΚΗΣ, Γιάννης ΚΑΛΙΣΜΑΝΗΣ, Ηλίας ΜΠΑΛΤΑΣ. Επίλαρχος: Βήλος ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ. Λοχαγός ΠΖ: Βασίλης ΒΕΝΕΤΣΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, Γιάννης ΠΑΛΑΣΚΑΣ, Γιώργος ΣΑΜΑΡΙΔΗΣ, Δημήτρης ΤΣΙΤΣΙΠΗΣ, ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ, Γιώργος ΚΑΤΕΜΗΣ, Γιώργος ΚΑΛΙΑΝΕΣΗΣ. Λοχαγός ΠΒ: Στέφανος ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ, Κίμων ΧΑΤΖΗΜΙΧΕΛΑΚΗΣ. Ιλαρχος: Αρίστος ΚΑΠΙΤΣΟΠΟΥΛΟΣ. Υπολοχαγοί ΠΖ: Μάκης ΤΡΩΓΙΑΝΟΣ, Θεόδωρος ΚΑΛΙΝΟΣ, Ντίνος ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Αλέκος ΜΑΝΩΛΑΚΟΣ. Υπολοχαγός ΠΒ: Θεοδόσης ΖΕΡΒΑΣ, Χρήστος ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΣ. Υπολοχαγός MX: Στέφος ΗΛΙΑΔΗΣ. Υπολοχαγός Διαχείρισης: Γεράσιμος ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΣ. Ανθυπασπιστής: Κώστας ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ Πέτρος ΜΕΛΑΣ, ΗΛΙΑΚΗΣ.
Ολοι τους πολεμιστές του έπους 1940 και της Εθνικής Αντίστασης.
Ο υπομοίραρχος Μπεχράκης, διοικητής Χωροφυλακής, και η ντόπια αντίδραση είχαν εξαπολύσει μαύρη προπαγάνδα, κάθε είδους ψέμα και συκοφαντία προκειμένου να κρατηθούν οι εξόριστοι σε απομόνωση από τον πληθυσμό. Μεγάλο μέρος της ναξιακής κοινωνίας επηρεαζόταν από τα συνεχή ψέματα και τις συκοφαντίες.
Εξαίρεση αποτελούσε η οικογένεια Ηλία Γρατσία (παρατσούκλι Δίφραγκος). Είχε ένα μικρό μαγέρικο στην παραλία της Χώρας κι έτρωγαν οι εξόριστοι αξιωματικοί πριν οργανώσουν το δικό τους ομαδικό συσσίτιο. Ηταν από τους αριστερούς της Νάξου κι ο μεγάλος γιος Μιχάλης ήταν τοπικό στέλεχος του ΕΑΜ με δράση στην Κατοχή και αργότερα εξόριστος στο Μακρονήσι με τον αδελφό του Αντώνη.
Η οικογένεια Γρατσία συμπαραστάθηκε με στοργή στους αξιωματικούς στις πρώτες δύσκολες μέρες της εξορίας τους.
Μπροστά στο κλίμα τρομοκράτησης της κοινωνίας από τον Μπεχράκη και την ντόπια «εθνικοφροσύνη» οι αξιωματικοί αντέδρασαν.
Γράφει ο Στέφανος Παπαγιάννης στο βιβλίο του: «Μπροστά στην προσπάθεια να μας κρατήσουν σε απόσταση, χρειάστηκε να αντιδράσουμε πρακτικά, αναπτύσσοντας δική μας πρωτοβουλία. Σ' αυτό μας έδωσε θάρρος το παρακάτω περιστατικό. Βρήκαμε μια ευκαιρία, που μια Κυριακή ηλιόλουστη είχε κατεβεί πολύς κόσμος στην παραλία και ιδιαίτερα πολλά παιδιά. Ενας από εμάς αγόρασε καραμέλες, πλησίασε τα παιδιά και τις πρόσφερε. Οι γονείς τους μας ευχαρίστησαν γι' αυτό και ανταλλάξαμε μαζί τους μερικά φιλικά λόγια. Σαν να έσπασε ο πάγος. Αλλά εκείνο που βοήθησε στο ν' αλλάξουν η στάση και οι διαθέσεις των ντόπιων απέναντί μας ήταν οι συχνές εκδρομές στα γύρω χωριά. Αξιοποιήσαμε και το γεγονός ότι μερικοί από τους εξόριστους ή και μέλη των οικογενειών τους που έρχονταν για επίσκεψη στο νησί παίζανε κάποιο μουσικό όργανο. Ακόμη το ότι μερικοί τραγουδούσαν καλά και ιδιαίτερα τα δημοτικά και τα αντάρτικα τραγούδια. Κάθε Κυριακή λοιπόν επισκεπτόμαστε ένα χωριό και την ώρα που τέλειωνε η λειτουργία στην εκκλησία, καθόμασταν στο κεντρικό καφενείο. Ούζο και τραγούδι, κερνάγαμε και τους θαμώνες του καφενείου και πιάναμε κουβέντα. Η παρουσία μας στα χωριά και περισσότερο τα τραγούδια μας, που όλα είχαν πατριωτικό περιεχόμενο, έδιναν μια εικόνα για μας διαφορετική σε σχέση με εκείνη που προσπαθούσαν να δημιουργήσουν οι αντίπαλοί μας. Πέρα απ' αυτό η επίσκεψή μας στα χωριά ήταν ένα ευχάριστο γεγονός μέσα στη συνηθισμένη μονότονη ζωή των κατοίκων. Κάθε φορά όταν φεύγαμε μας ξεπροβόδιζαν με φιλικά λόγια και μας παρακαλούσαν να τους επισκεφτούμε ξανά».
Αυτή η κουλτούρα ήταν «κεκτημένο» για τους εξόριστους από τη ζωή τους στο Βουνό, στην Ελεύθερη Ελλάδα, όπου το ΕΑΜ, για τους κατοίκους της υπαίθρου, είχε δημιουργήσει λαϊκά θέατρα, λαϊκά σχολεία, και ό,τι ήταν δυνατό να εκφραστεί από τη λαϊκή παράδοση, τον πολιτισμό.
Με τις παραπάνω συμπεριφορές οι εξόριστοι κατάφεραν να αλλάξουν την ατμόσφαιρα στη Νάξο και οι σχέσεις τους με τον ντόπιο πληθυσμό πήραν φιλικό χαρακτήρα και οι ψευτιές και οι συκοφαντίες των αντιπάλων δεν έπιαναν πια τόπο. Είχαν κερδίσει τη φιλία και την εκτίμηση μεγάλου μέρους της ναξιακής κοινωνίας. Δεν είναι τυχαίο που το 1958 στο Στρατοδικείο που δικαζόταν ο Στέφανος Παπαγιάννης για την απόδραση των δώδεκα εξόριστων εμφανίστηκε αυθόρμητα ο Ναξιώτης βουλευτής Αντώνης Μπαρότσης, ως μάρτυρας υπεράσπισης, και επαίνεσε στο δικαστήριο τη στάση των αξιωματικών στο νησί. Προφανώς η παρουσία του συμβόλιζε και τα αισθήματα σημαντικού μέρους της ναξιακής κοινωνίας. Οι αξιωματικοί έμεναν οι περισσότεροι στο Κάστρο, στο οίκημα λεγόμενο Βενετσιάνικο Παλάτι και λίγοι στην περιοχή της Γρότας. Η ζωή τους κυλούσε με μελέτη, εκμάθηση ξένων γλωσσών, διαλέξεις και άλλες ομαδικές μορφωτικές προσπάθειες. Ακόμη έπαιζαν και θεατρικά έργα. Αρκετό χρόνο αφιέρωναν στην παρακολούθηση της πολιτικής κατάστασης της χώρας.
Ο Βασίλης Βενετσανόπουλος γράφει στο βιβλίο του «ΠΑΡΩΝ».
«Για τους εξόριστους αξιωματικούς η ζωή τους μακριά από την εξέλιξη των γεγονότων στην Ελλάδα ήταν στενόχωρη. Βάραινε γι' αυτό ιδιαίτερα και ο εθελοντικός κατά κάποιον τρόπο εκτοπισμός τους. Αρκετές φορές στη διάρκεια των διαφόρων εκδηλώσεών τους έμπαινε το ζήτημα αυτό και κάπως σαν παράπονο. Επίσης από μερικούς έμπαινε αυθόρμητα και ζήτημα δραπέτευσής τους, που, αν επέτρεπε το Κόμμα, θα μπορούσε θαυμάσια να οργανωθεί με επιτυχία. Γενικά οι συζητήσεις για φευγιό και αντάρτικο δεν σταμάτησαν ποτέ. Αλλοτε γίνονταν με πολλή οξύτητα κι άλλοτε με σχετική ηρεμία».
Αρχές Απρίλη 1947, έφθασε στη Νάξο με το πλοίο της γραμμής μια νέα λυγερή Ναξιώτισσα της Αθήνας, η Γιούλη Υδραίου, το γένος Σοφικίτη, από το Σαγκρί, σήμερα χήρα του αείμνηστου δημοσιογράφου - συγγραφέα και αγωνιστή της Αριστεράς Σπύρου Λιναρδάτου. Η ίδια αγωνίστρια της ΕΠΟΝ και του Εφεδρικού ΕΛΑΣ, που «γεύτηκε» τις συνέπειες της αγωνιστικής της δράσης στις φυλακές και τους τόπους εξορίας στη μετεμφυλιοπολεμική περίοδο και στην εφτάχρονη δικτατορία. Κουβαλούσε στην τσάντα της ένα σημαντικό μήνυμα.
Το μήνυμα, μικρό σημείωμα, ήταν κατάλληλα τοποθετημένο μέσα στο τσόφλι ενός αμυγδάλου με την εντολή να δοθεί στον λοχαγό Στέφανο Παπαγιάννη, άγνωστο πρόσωπο στην κομίστρια. Γνώριζε όμως από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ τον συνεξόριστο του Παπαγιάννη επίλαρχο Βήλο Παπαδόπουλο και ζήτησε από τον συγγενή από τη μητέρα της ταχυδρομικό υπάλληλο Σπύρο Λογαρά να τον ειδοποιήσει για μια συνάντηση μαζί της με πολλή προφύλαξη.
Ετσι έφθασε το σημείωμα στα χέρια του Παπαγιάννη. Γράφει ο ίδιος στο βιβλίο του: «Το σημείωμα απευθυνόταν προσωπικά σε μένα, γιατί ήξεραν ότι μόνο εγώ γνωρίζω τον γραφικό χαρακτήρα του αποστολέα. Ηταν από το μέλος του Π.Γ. του ΚΚΕ Στέριο Αναστασιάδη που πιάστηκε αργότερα από την Ασφάλεια και εκτελέστηκε με άλλα μέλη της Κ.Ε. Στο σημείωμα δινόταν εντολή να προετοιμαστούν εντελώς μυστικά δώδεκα αξιωματικοί για μια πρώτη αποστολή στο βουνό. Οτι αργότερα θα 'ρθει στο νησί κρυφά ένα καΐκι να τους παραλάβει. Ταυτόχρονα ορίζονταν τριμελής επιτροπή από μένα, τον Βασίλη Βενετσανόπουλο και τον Δημήτρη Κούκουρα για να κανονίσει τις λεπτομέρειες της προετοιμασίας.
Την παραπάνω εντολή την πληροφορήθηκαν μόνο οι δώδεκα που θα 'παιρναν μέρος στην απόδραση. Κρατήθηκε μυστική από τους υπόλοιπους, όχι γιατί δεν υπήρχε εμπιστοσύνη, αλλά γιατί γι' αυτές τις περιπτώσεις έπρεπε πάντα να τηρείται αυστηρά η αρχή "ο καθένας να ξέρει μόνο ότι αφορά αυτόν τον ίδιο και τίποτα παραπάνω". Πέρα όμως απ' αυτό και η επιλογή δώδεκα μόνο από το σύνολο θα προκαλούσε έτσι κι αλλιώς παράπονα και στενοχώρια στους άλλους».
Οι δώδεκα επιλεγέντες να αποδράσουν αξιωματικοί ήταν οι πιο κάτω: Αντισυνταγματάρχης ΠΤ Δημήτρης ΚΟΥΚΟΥΡΑΣ, Ταγματάρχης ΠΒ Γιάννης ΚΙΛΙΣΜΑΝΗΣ, Λογαχός ΠΖ Γιώργος ΣΑΜΑΡΙΔΗΣ, Λοχαγός ΠΖ Βασίλης ΒΕΝΕΤΣΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, Λοχαγός ΠΖ Γιώργος ΚΑΛΙΑΝΕΣΗΣ, Λοχαγός ΠΖ Γιώργος ΚΑΤΕΜΗΣ, Λοχαγός ΠΒ Κίμων ΧΑΤΖΗΜΙΧΕΛΑΚΗΣ, Υπολοχαγός ΠΒ Χρήστος ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΣ, Υπολοχαγός ΠΒ Θεοδόσης ΖΕΡΒΑΣ, Υπολοχαγός ΠΖ Θεόδωρος ΚΑΛΛΙΝΟΣ, Ανθυπασπιστής Κώστας ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ, Λοχαγός ΠΒ Στέφανος ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ.
Οι δώδεκα πιο πάνω αξιωματικοί προετοιμάζονταν με μυστικότητα και περίμεναν σε επιφυλακή το καΐκι που θα τους έπαιρνε.
Εκείνες τις μέρες της αναμονής ήρθε διαταγή στη Διοίκηση Χωροφυλακής από το υπουργείο να διαλυθεί η ομάδα των εξόριστων στη Νάξο και να σκορπιστούν ανά δύο ή τρεις στα γύρω χωριά. Ετσι προέκυψε ξαφνικά σοβαρός κίνδυνος να ματαιωθεί εν μέρει ή ολοκληρωτικά η αποστολή γιατί θα ήταν πρακτικά αδύνατο να περιμένει το καΐκι που θα προσέγγιζε κρυφά στο νησί να συγκεντρωθούν και οι δώδεκα.
Το καΐκι ήρθε σε λίγες μέρες, στις 15 Απρίλη 1947. Προφασίστηκε ο καπετάνιος (ήταν στην Κατοχή στον ΕΛΑΝ και είχε πολλή εμπειρία με επιτυχίες σε τέτοιες αποστολές) ότι ήρθε ν' αγοράσει πατάτες. Κατά το σούρουπο κινήθηκε ΒΔ και στο λιμανάκι των Αη Γιάννηδων, που ο κάβος του κάνει στροφή κι είναι αθέατο από την πόλη, έδεσε. Εκεί περίμεναν οι δώδεκα εξόριστοι, επιβιβάστηκαν και σαλπάρισαν στην ελευθερία. Η απόδραση έγινε γνωστή στον υπομοίραρχο την επόμενη μέρα, με σκόπιμη καθυστέρηση ωρών, στην καθημερινή αναφορά παρουσίας των εξόριστων. Ο Μπεχράκης στο άκουσμα της απουσίας των δώδεκα μόλις που γλίτωσε το εγκεφαλικό αναλογιζόμενος τις ευθύνες του. Αρχικά σκέφτηκε απόδραση στο εσωτερικό και απειλή δημιουργίας αντάρτικου στη Νάξο. Το συνδύασε με τις επισκέψεις των αξιωματικών τις Κυριακές στα χωριά. Ο ίδιος συνεπικουρούμενος και από την ντόπια αντίδραση εξαπέλυσε μια χωρίς προηγούμενο τρομοκρατία. Συλλήψεις, ανακρίσεις, ξυλοδαρμοί κράτησαν για πολύ χρόνο, θύματα οι αριστεροί της πόλης μα και πολίτες, ανεξάρτητα από ιδεολογία, που έκαναν παρέα με τους αξιωματικούς.
Οι
αριστεροί Μιχάλης Γρατσίας, οι ράφτες Γιάννης και Μιχάλης Μαργαρίτης, ο Γιώργος Φραγκουδάκης μα και πολίτες, άσχετοι με αριστερή ιδεολογία, όπως ο Νίκος Τριαντάφυλλος, ο Νίκος Φραγκουδάκης (φαγιάς) βίωσαν για μέρες την τρομοκρατία που εξαπολύθηκε.
Η επιχείρηση απόδραση σχεδιάστηκε να ολοκληρωθεί σε 4 - 5 μέρες. Μα οι απρόβλεπτες δυσκολίες ανέτρεψαν τον αρχικό σχεδιασμό και χρειάστηκαν 15 μέρες με κινδύνους και απώλειες για την ομάδα των δώδεκα. Η πορεία του καϊκιού κράτησε 36 ώρες με στάσεις στην Πάρο και την Ανδρο για εφοδιασμό με λίγα τρόφιμα από συνδέσμους των νησιών αυτών που είχαν από πριν ενημερωθεί. Ο έμπειρος καπετάνιος του καϊκιού προδόθηκε από σοβαρή βλάβη της μηχανής που χρειαζόταν συνεργείο για να αποκατασταθεί. Η βλάβη του καϊκιού ανέτρεψε τον αρχικό σχεδιασμό της επιχείρησης. Αυτός ήταν να αποβιβασθούν οι αξιωματικοί λίγο πριν από το στενό του Ευρίπου για να περάσει ελεύθερο το πλοίο από τον έλεγχο να προχωρήσει η ομάδα πεζή μέχρι κάποιο προκαθορισμένο σημείο, να επιβιβαστούν ξανά για να τους μεταφέρει σε περιοχή ελέγχου από τις αντάρτικες ομάδες. Η βλάβη του καϊκιού τους ανάγκασε να αποβιβαστούν νωρίτερα προς το μέρος της Στερεάς Ελλάδας, σε άγνωστο γι' αυτούς έδαφος, με μόνα βοηθήματα ένα χάρτη της περιοχής μεγάλης κλίμακας και μια πυξίδα. Πορεύονταν προς τον βοριά μόνο νύχτα. Τη μέρα ακινησία. Συνάντησαν φοβισμένους χωρικούς και ενέδρες ΜΑΥδων που τις ξεπέρασαν με ψυχραιμία και την πίστη τους στην επιτυχία του σκοπού. Σ' αυτή τη δύσκολη επιχείρηση σημειώθηκαν δύο απώλειες: Ο αντισυνταγματάρχης Δημήτρης ΚΟΥΚΟΥΡΑΣ, ο αγαπημένος μπαρμπα - Μήτσος των εξόριστων, σακάτης στο πόδι από πολεμικό τραύμα, κάπου παραπάτησε και στραμπούλισε το γερό με αποτέλεσμα να μην μπορεί να προχωρήσει. Οι σύντροφοί του τον μεταφέρουν μέχρις ενός σημείου και σκέπτονται να ζητήσουν βοήθεια από τους ντόπιους: Ο Στέφανος Παπαγιάννης γράφει γι' αυτό: «Εκεί στα μαντριά όπως ήταν νύχτα, πλησίασε ο Κώστας Αντωνόπουλος και ρώτησε με τρόπο για κάποιο τσέλιγκα, που ήξερε πως είχε το στέκι του σ' εκείνα τα μέρη από ένα αδελφό του που στον ΕΛΑΣ υπηρετούσε στο τμήμα του. Εμαθε ότι είχε το σπίτι του κάπου στην πλαγιά και ξεκινήσαμε για εκεί, αφήνοντας προσωρινά τον μπαρμπα - Μήτσο σε κάτι βράχια κοντά στη δημοσιά. Να προσθέσω εδώ ότι στη διάρκεια της νύχτας έκαναν την εμφάνισή τους στην περιοχή αυτοκίνητα με χωροφύλακες και ΜΑΥδες. Ευτυχώς ο τσέλιγκας ήταν στο σπίτι του και δέχτηκε να βοηθήσει. Το μόνο που ζήτησε ήταν να πάνε οι αντάρτες σε καμιά δεκαπενταριά μέρες να τον παραλάβουν. Το μέρος αυτό λεγόταν Κονάκια κοντά στο χωριό Μαρτίνο Φθιώτιδας. Εστειλε ένα μουλάρι μ' ένα δικό του στο μέρος που τον είχαμε αφήσει κι εμείς φύγαμε γρήγορα για να απομακρυνθούμε όσο ακόμα ήταν νύχτα».
Ο τσέλιγκας συνελήφθη από προδοσία και υπέστη φρικτά βασανιστήρια. Ο μπαρμπα - Μήτσος, αβοήθητος, συνελήφθη και οδηγήθηκε στη Λαμία. Στο Εκτακτο Στρατοδικείο με γενναιότητα ανέλαβε εξολοκλήρου την ευθύνη της απόδρασης. Εκτελέστηκε με το ένα πόδι γονατισμένο αφού δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος!
H δεύτερη απώλεια ήταν ο λοχαγός Κίμωνας ΧΑΤΖΗΜΙΧΕΛΑΚΗΣ. Σε ενέδρα των ΜΑΥδων, αποκοιμισμένος πάνω σε βράχια, ξύπνησε από τους πυροβολισμούς, χάνει την επαφή με τους συντρόφους του. Δεν άργησε να τον συλλάβουν και να τον παραπέμψουν στο Εκτακτο Στρατοδικείο. Στάθηκε όμως τυχερός, αφού οι γονείς του, πολιτικοί φίλοι ισχυρού πολιτικού, κατάφεραν με τη διαμεσολάβησή του η ποινή του να είναι ισόβιος κάθειρξη.
Στις 30 Απρίλη, 15 μέρες από την απόδρασή τους από τη Νάξο, ήρθαν σε επαφή με τα Αντάρτικα Σώματα της Αυτοάμυνας. Στη συνέχεια θα οδηγηθούν στο Στρατηγείο του ΔΣΕ (Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας) που έδρευε τότε στη Ρούμελη και θα πλαισιώσουν Επιτελεία και Μονάδες του. Ολοι τους θα σταθούν ηρωικά μέχρι την ήττα στο Γράμμο και θα γευτούν την πολύχρονη πίκρα της ξενιτιάς πάντα δοσμένοι στην ιδεολογία τους και στο όνειρό τους για μια ανεξάρτητη και κοινωνικά δίκαιη πατρίδα. Ο Νόμος της Αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης θα τους δικαιώσει βαθμολογικά κι αυτό θα το εισπράξουν σαν δικαίωση των αγώνων τους, των αγώνων του ελληνικού λαού. Σήμερα στους πολύ δύσκολους καιρούς για τον τόπο και το λαό, που ακυρώνονται μία μία οι κατακτήσεις από αιματηρούς αγώνες, που ακούγεται από τα πλέον υπεύθυνα χείλη η απειλή απώλειας τμήματος της εθνικής μας κυριαρχίας, η αναφορά στους αγώνες και τους αγωνιστές εκείνης της εποχής για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική δικαιοσύνη είναι περισσότερο από επίκαιρη
Από τον Ριζοσπάστη
Ο γνωστός πολιτικός της Αριστεράς καθηγητής Αλέξανδρος Σβώλος ήταν εξόριστος της Μεταξικής δικτατορίας στην Απείρανθο. Οταν στη μάχη της Αθήνας, το Δεκέμβρη του 1944, σκοτώθηκε από σφαίρες των Αγγλων του Σκόμπυ στην πλατεία Μεταξουργείου, ένας νέος Απεραθίτης δικηγόρος, μαχητής του ΕΛΑΣ, ο Γιάννης Κατεινάς, οι αδελφές του νεκρού, στη συμφορά τους, μνημόνευσαν σε μοιρολόι τη σχέση του αδελφού με τον πολιτικό εξόριστο:
Ιντα σούκαμε(ν) ο Σβώλος
και σε κλαίει ο κόσμος όλος.
Οι συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας που υπέκρυπταν τη στρατηγική των Αγγλων για τον έλεγχο της Ελλάδας και την επάνοδο του Βασιλιά.
Η υπάκουη στους Βρετανούς ελληνική κυβέρνηση του Καΐρου και η, όπως φάνηκε, έλλειψη στρατηγικής της ΕΑΜικής ηγεσίας για την Ελλάδα μετά τον πόλεμο, έφεραν το Δεκέμβρη, με την ήττα των δυνάμεων της Αντίστασης και τη Συμφωνία της Βάρκιζας ανάμεσα στους Βρετανούς, την ελληνική κυβέρνηση και το ΕΑΜ. Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας, 12 Φλεβάρη 1945, ο λαός και οι ΕΛΑΣίτες αξιωματικοί ποθούσαν την ειρήνη για να επουλωθούν οι πληγές του πολέμου και της κατοχής και ν' ανορθωθεί η οικονομία. Ομως δεν άργησε να γίνει φανερό στην πράξη πως η Βάρκιζα ήταν μια λεόντειος συμφωνία για τους Βρετανούς και την ελληνική «εθνικοφροσύνη», που απέβλεπε στον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και τη συντριβή του Κινήματος της Εθνικής Αντίστασης.
Μετά το Δεκέμβρη του '44
Το Η
Ο Βασίλης Βενετσανόπουλος, λοχαγός, εξόριστος στη Νάξο, μαχητής του ΕΛΑΣ, γράφει στο βιβλίο του «ΠΑΡΩΝ»: «Μέσα σε 4 μήνες από την υπογραφή της Βάρκιζας, τον Ιούνη 1945, οι δολοφονημένοι αγωνιστές είναι 650, οι φυλακισμένοι πάνω από 30.000. Οι μοναρχοφασιστικές συμμορίες ήταν 150 με δύναμη οπλοφορούντων 20.000. Το ΚΚΕ που ήταν η ψυχή της ΕΑΜικής Αντίστασης και συνέχιζε και μετά την ήττα να στέκει δίπλα στους διωκόμενους και απειλούμενους με εξόντωση αγωνιστές, έριξε στα τέλη Ιούνη 1945 στην 12η Ολομέλεια της ΚΕ το σύνθημα της Μαζικής Λαϊκής Αυτοάμυνας (ΜΛΑ) και έστειλε στελέχη του στη βάση προκειμένου να βοηθήσουν στην οργάνωση των αγώνων των εργαζομένων κατά της τρομοκρατικής δραστηριότητας των δολοφονικών συμμοριών που το έργο τους ενίσχυαν και οργάνωναν βασικά οι Βρετανοί». Ουσιαστικά άρχιζε ο εμφύλιος.
Αξιωματικοί στην εξορία
Ο Βασίλης Βενετσανόπουλος γράφει στο βιβλίο του «ΠΑΡΩΝ»: «Αρχές Γενάρη 1946, ο αιματηρός απολογισμός του τρομοκρατικού οργίου είχε πάρει νέες μεγαλύτερες διαστάσεις: 1.289 οι νεκροί, 84.931 φυλακισμένοι, πάνω από 100.000 καταδιωκόμενοι αγωνιστές ...και φαινόταν να είναι η ΜΛΑ η μόνη μέθοδος αντιμετώπισης του μονόπλευρου εξοντωτικού πολέμου και του δολοφονικού οργίου».
Ο πόλεμος έπαψε να είναι μονόπλευρος και εξελίχθηκε σε εμφύλιο με όλα τα χαρακτηριστικά της μορφής του, που κράτησε πάνω από τρία χρόνια, με τις τραγικές του συνέπειες για το λαό και τον τόπο.
Οι περισσότεροι αξιωματικοί του Πίνακα Β' ζητούσαν ν' ανεβούν στο βουνό, μα η καθοδήγηση του ΕΑΜ απέκρουσε το αίτημά τους.
Η εξήγηση που δόθηκε τότε ήταν για να μη δοθεί αφορμή με την ενέργεια αυτή να κατηγορηθεί το ΕΑΜ ότι στα λόγια ήταν υπέρ της ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης, ενώ στην πράξη ενίσχυε τον ανταρτοπόλεμο. Μετά την ενέργεια στο Λιτόχωρο και βλέποντας η κυβέρνηση να φουντώνει το αντάρτικο και αντιμετωπίζοντας το ενδεχόμενο να φύγουν για το βουνό οι αξιωματικοί του πίνακα Β', πήρε απόφαση να τους μαζέψει και να τους στείλει εξορία. Ηδη οι στρατηγοί του ίδιου πίνακα Σαράφης, Μπακιρτζής, Καλαμπαλίκης, Τσαμάκος και Ματσούκας, μετά το δημοψήφισμα για την επάνοδο του βασιλιά, είχαν σταλεί εξορία στην Ικαρία. Γράφει ο Στέφανος Παπαγιάννης στο βιβλίο του «Από Εύελπις Αντάρτης»: «Γύρω στις 15 Ιούλη 1946 μας έδωσαν από τη στρατιωτική υπηρεσία εντολή να συγκεντρωθούμε στον Πειραιά με αποσκευές εκστρατείας, γιατί τάχα θα πάμε αποστολή! Διαδόθηκε κατάλληλα τότε στον κόσμο ότι σε κάποιο νησί είχε μπει σε λειτουργία κάποια Σχολή και ότι θα μας αποσπάσουν εκεί για επιμόρφωση. Η παρουσία τμήματος Χωροφυλακής στο μέρος που συγκεντρωθήκαμε φανέρωνε τι είδους επιμόρφωση μας επεφύλασσε η κυβέρνηση. Εκεί μας χώρισαν σε ομάδες και μπήκαμε σε κάμποσα μικρά καΐκια».
Τό
Συνταγματάρχης ΠΖ: Νίκος ΠΑΠΑΣΤΑΜΑΤΙΑΔΗΣ. Συνταγματάρχης ΠΒ: Γιάννης ΠΥΡΙΟΧΟΣ. Αντισυνταγματάρχης ΠΖ: Δημήτρης ΚΟΥΚΟΥΡΑΣ. Αντισυνταγματάρχης ΠΒ: Στάθης ΔΕΛΗΒΟΡΙΑΣ, Γιώργος ΚΟΣΜΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΑΚΟΥΜΕΛΟΣ. Ταγματάρχης ΠΖ: Θεόδωρος ΜΑΚΡΙΔΗΣ, ΜΑΝΤΟΥΚΟΣ. Ταγματάρχης ΠΒ: Ιάκωβος ΚΑΤΣΟΓΙΑΝΝΟΣ, Μιχάλης ΜΠΑΡΟΥΤΣΟΣ, Ορέστης ΒΑΛΑΛΑΚΗΣ, Γιάννης ΚΑΛΙΣΜΑΝΗΣ, Ηλίας ΜΠΑΛΤΑΣ. Επίλαρχος: Βήλος ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ. Λοχαγός ΠΖ: Βασίλης ΒΕΝΕΤΣΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, Γιάννης ΠΑΛΑΣΚΑΣ, Γιώργος ΣΑΜΑΡΙΔΗΣ, Δημήτρης ΤΣΙΤΣΙΠΗΣ, ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ, Γιώργος ΚΑΤΕΜΗΣ, Γιώργος ΚΑΛΙΑΝΕΣΗΣ. Λοχαγός ΠΒ: Στέφανος ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ, Κίμων ΧΑΤΖΗΜΙΧΕΛΑΚΗΣ. Ιλαρχος: Αρίστος ΚΑΠΙΤΣΟΠΟΥΛΟΣ. Υπολοχαγοί ΠΖ: Μάκης ΤΡΩΓΙΑΝΟΣ, Θεόδωρος ΚΑΛΙΝΟΣ, Ντίνος ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Αλέκος ΜΑΝΩΛΑΚΟΣ. Υπολοχαγός ΠΒ: Θεοδόσης ΖΕΡΒΑΣ, Χρήστος ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΣ. Υπολοχαγός MX: Στέφος ΗΛΙΑΔΗΣ. Υπολοχαγός Διαχείρισης: Γεράσιμος ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΣ. Ανθυπασπιστής: Κώστας ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ Πέτρος ΜΕΛΑΣ, ΗΛΙΑΚΗΣ.
Οι σχέσεις με τους Ναξιώτες
Η ζωή των Ελλήνων εξόριστων αξιωματικών στη Νάξο τον πρώτο καιρό ήταν δύσκολη.Ο υπομοίραρχος Μπεχράκης, διοικητής Χωροφυλακής, και η ντόπια αντίδραση είχαν εξαπολύσει μαύρη προπαγάνδα, κάθε είδους ψέμα και συκοφαντία προκειμένου να κρατηθούν οι εξόριστοι σε απομόνωση από τον πληθυσμό. Μεγάλο μέρος της ναξιακής κοινωνίας επηρεαζόταν από τα συνεχή ψέματα και τις συκοφαντίες.
Εξαίρεση αποτελούσε η οικογένεια Ηλία Γρατσία (παρατσούκλι Δίφραγκος). Είχε ένα μικρό μαγέρικο στην παραλία της Χώρας κι έτρωγαν οι εξόριστοι αξιωματικοί πριν οργανώσουν το δικό τους ομαδικό συσσίτιο. Ηταν από τους αριστερούς της Νάξου κι ο μεγάλος γιος Μιχάλης ήταν τοπικό στέλεχος του ΕΑΜ με δράση στην Κατοχή και αργότερα εξόριστος στο Μακρονήσι με τον αδελφό του Αντώνη.
Η οικογένεια Γρατσία συμπαραστάθηκε με στοργή στους αξιωματικούς στις πρώτες δύσκολες μέρες της εξορίας τους.
Μπροστά στο κλίμα τρομοκράτησης της κοινωνίας από τον Μπεχράκη και την ντόπια «εθνικοφροσύνη» οι αξιωματικοί αντέδρασαν.
Γράφει ο Στέφανος Παπαγιάννης στο βιβλίο του: «Μπροστά στην προσπάθεια να μας κρατήσουν σε απόσταση, χρειάστηκε να αντιδράσουμε πρακτικά, αναπτύσσοντας δική μας πρωτοβουλία. Σ' αυτό μας έδωσε θάρρος το παρακάτω περιστατικό. Βρήκαμε μια ευκαιρία, που μια Κυριακή ηλιόλουστη είχε κατεβεί πολύς κόσμος στην παραλία και ιδιαίτερα πολλά παιδιά. Ενας από εμάς αγόρασε καραμέλες, πλησίασε τα παιδιά και τις πρόσφερε. Οι γονείς τους μας ευχαρίστησαν γι' αυτό και ανταλλάξαμε μαζί τους μερικά φιλικά λόγια. Σαν να έσπασε ο πάγος. Αλλά εκείνο που βοήθησε στο ν' αλλάξουν η στάση και οι διαθέσεις των ντόπιων απέναντί μας ήταν οι συχνές εκδρομές στα γύρω χωριά. Αξιοποιήσαμε και το γεγονός ότι μερικοί από τους εξόριστους ή και μέλη των οικογενειών τους που έρχονταν για επίσκεψη στο νησί παίζανε κάποιο μουσικό όργανο. Ακόμη το ότι μερικοί τραγουδούσαν καλά και ιδιαίτερα τα δημοτικά και τα αντάρτικα τραγούδια. Κάθε Κυριακή λοιπόν επισκεπτόμαστε ένα χωριό και την ώρα που τέλειωνε η λειτουργία στην εκκλησία, καθόμασταν στο κεντρικό καφενείο. Ούζο και τραγούδι, κερνάγαμε και τους θαμώνες του καφενείου και πιάναμε κουβέντα. Η παρουσία μας στα χωριά και περισσότερο τα τραγούδια μας, που όλα είχαν πατριωτικό περιεχόμενο, έδιναν μια εικόνα για μας διαφορετική σε σχέση με εκείνη που προσπαθούσαν να δημιουργήσουν οι αντίπαλοί μας. Πέρα απ' αυτό η επίσκεψή μας στα χωριά ήταν ένα ευχάριστο γεγονός μέσα στη συνηθισμένη μονότονη ζωή των κατοίκων. Κάθε φορά όταν φεύγαμε μας ξεπροβόδιζαν με φιλικά λόγια και μας παρακαλούσαν να τους επισκεφτούμε ξανά».
Με τις παραπάνω συμπεριφορές οι εξόριστοι κατάφεραν να αλλάξουν την ατμόσφαιρα στη Νάξο και οι σχέσεις τους με τον ντόπιο πληθυσμό πήραν φιλικό χαρακτήρα και οι ψευτιές και οι συκοφαντίες των αντιπάλων δεν έπιαναν πια τόπο. Είχαν κερδίσει τη φιλία και την εκτίμηση μεγάλου μέρους της ναξιακής κοινωνίας. Δεν είναι τυχαίο που το 1958 στο Στρατοδικείο που δικαζόταν ο Στέφανος Παπαγιάννης για την απόδραση των δώδεκα εξόριστων εμφανίστηκε αυθόρμητα ο Ναξιώτης βουλευτής Αντώνης Μπαρότσης, ως μάρτυρας υπεράσπισης, και επαίνεσε στο δικαστήριο τη στάση των αξιωματικών στο νησί. Προφανώς η παρουσία του συμβόλιζε και τα αισθήματα σημαντικού μέρους της ναξιακής κοινωνίας. Οι αξιωματικοί έμεναν οι περισσότεροι στο Κάστρο, στο οίκημα λεγόμενο Βενετσιάνικο Παλάτι και λίγοι στην περιοχή της Γρότας. Η ζωή τους κυλούσε με μελέτη, εκμάθηση ξένων γλωσσών, διαλέξεις και άλλες ομαδικές μορφωτικές προσπάθειες. Ακόμη έπαιζαν και θεατρικά έργα. Αρκετό χρόνο αφιέρωναν στην παρακολούθηση της πολιτικής κατάστασης της χώρας.
Ο Βασίλης Βενετσανόπουλος γράφει στο βιβλίο του «ΠΑΡΩΝ».
«Για τους εξόριστους αξιωματικούς η ζωή τους μακριά από την εξέλιξη των γεγονότων στην Ελλάδα ήταν στενόχωρη. Βάραινε γι' αυτό ιδιαίτερα και ο εθελοντικός κατά κάποιον τρόπο εκτοπισμός τους. Αρκετές φορές στη διάρκεια των διαφόρων εκδηλώσεών τους έμπαινε το ζήτημα αυτό και κάπως σαν παράπονο. Επίσης από μερικούς έμπαινε αυθόρμητα και ζήτημα δραπέτευσής τους, που, αν επέτρεπε το Κόμμα, θα μπορούσε θαυμάσια να οργανωθεί με επιτυχία. Γενικά οι συζητήσεις για φευγιό και αντάρτικο δεν σταμάτησαν ποτέ. Αλλοτε γίνονταν με πολλή οξύτητα κι άλλοτε με σχετική ηρεμία».
Το μήνυμα για την απόδραση
Το μήνυμα, μικρό σημείωμα, ήταν κατάλληλα τοποθετημένο μέσα στο τσόφλι ενός αμυγδάλου με την εντολή να δοθεί στον λοχαγό Στέφανο Παπαγιάννη, άγνωστο πρόσωπο στην κομίστρια. Γνώριζε όμως από τον εφεδρικό ΕΛΑΣ τον συνεξόριστο του Παπαγιάννη επίλαρχο Βήλο Παπαδόπουλο και ζήτησε από τον συγγενή από τη μητέρα της ταχυδρομικό υπάλληλο Σπύρο Λογαρά να τον ειδοποιήσει για μια συνάντηση μαζί της με πολλή προφύλαξη.
Ετσι έφθασε το σημείωμα στα χέρια του Παπαγιάννη. Γράφει ο ίδιος στο βιβλίο του: «Το σημείωμα απευθυνόταν προσωπικά σε μένα, γιατί ήξεραν ότι μόνο εγώ γνωρίζω τον γραφικό χαρακτήρα του αποστολέα. Ηταν από το μέλος του Π.Γ. του ΚΚΕ Στέριο Αναστασιάδη που πιάστηκε αργότερα από την Ασφάλεια και εκτελέστηκε με άλλα μέλη της Κ.Ε. Στο σημείωμα δινόταν εντολή να προετοιμαστούν εντελώς μυστικά δώδεκα αξιωματικοί για μια πρώτη αποστολή στο βουνό. Οτι αργότερα θα 'ρθει στο νησί κρυφά ένα καΐκι να τους παραλάβει. Ταυτόχρονα ορίζονταν τριμελής επιτροπή από μένα, τον Βασίλη Βενετσανόπουλο και τον Δημήτρη Κούκουρα για να κανονίσει τις λεπτομέρειες της προετοιμασίας.
Την παραπάνω εντολή την πληροφορήθηκαν μόνο οι δώδεκα που θα 'παιρναν μέρος στην απόδραση. Κρατήθηκε μυστική από τους υπόλοιπους, όχι γιατί δεν υπήρχε εμπιστοσύνη, αλλά γιατί γι' αυτές τις περιπτώσεις έπρεπε πάντα να τηρείται αυστηρά η αρχή "ο καθένας να ξέρει μόνο ότι αφορά αυτόν τον ίδιο και τίποτα παραπάνω". Πέρα όμως απ' αυτό και η επιλογή δώδεκα μόνο από το σύνολο θα προκαλούσε έτσι κι αλλιώς παράπονα και στενοχώρια στους άλλους».
Οι δώδεκα πιο πάνω αξιωματικοί προετοιμάζονταν με μυστικότητα και περίμεναν σε επιφυλακή το καΐκι που θα τους έπαιρνε.
Εκείνες τις μέρες της αναμονής ήρθε διαταγή στη Διοίκηση Χωροφυλακής από το υπουργείο να διαλυθεί η ομάδα των εξόριστων στη Νάξο και να σκορπιστούν ανά δύο ή τρεις στα γύρω χωριά. Ετσι προέκυψε ξαφνικά σοβαρός κίνδυνος να ματαιωθεί εν μέρει ή ολοκληρωτικά η αποστολή γιατί θα ήταν πρακτικά αδύνατο να περιμένει το καΐκι που θα προσέγγιζε κρυφά στο νησί να συγκεντρωθούν και οι δώδεκα.
Η απόδραση
Πλησίαζε η γιορτή του Πάσχα και οι εξόριστοι παρακάλεσαν τον υπομοίραρχο να αναβάλει την εκτέλεση της διαταγής για μετά το Πάσχα ώστε να γιορτάσουν όλοι μαζί στην πόλη. Ο Μπεχράκης, ανυποψίαστος και μόνος του ή με την έγκριση του κέντρου, έκανε δεκτό το αίτημα.Το καΐκι ήρθε σε λίγες μέρες, στις 15 Απρίλη 1947. Προφασίστηκε ο καπετάνιος (ήταν στην Κατοχή στον ΕΛΑΝ και είχε πολλή εμπειρία με επιτυχίες σε τέτοιες αποστολές) ότι ήρθε ν' αγοράσει πατάτες. Κατά το σούρουπο κινήθηκε ΒΔ και στο λιμανάκι των Αη Γιάννηδων, που ο κάβος του κάνει στροφή κι είναι αθέατο από την πόλη, έδεσε. Εκεί περίμεναν οι δώδεκα εξόριστοι, επιβιβάστηκαν και σαλπάρισαν στην ελευθερία. Η απόδραση έγινε γνωστή στον υπομοίραρχο την επόμενη μέρα, με σκόπιμη καθυστέρηση ωρών, στην καθημερινή αναφορά παρουσίας των εξόριστων. Ο Μπεχράκης στο άκουσμα της απουσίας των δώδεκα μόλις που γλίτωσε το εγκεφαλικό αναλογιζόμενος τις ευθύνες του. Αρχικά σκέφτηκε απόδραση στο εσωτερικό και απειλή δημιουργίας αντάρτικου στη Νάξο. Το συνδύασε με τις επισκέψεις των αξιωματικών τις Κυριακές στα χωριά. Ο ίδιος συνεπικουρούμενος και από την ντόπια αντίδραση εξαπέλυσε μια χωρίς προηγούμενο τρομοκρατία. Συλλήψεις, ανακρίσεις, ξυλοδαρμοί κράτησαν για πολύ χρόνο, θύματα οι αριστεροί της πόλης μα και πολίτες, ανεξάρτητα από ιδεολογία, που έκαναν παρέα με τους αξιωματικούς.
Οι
Η επιχείρηση απόδραση σχεδιάστηκε να ολοκληρωθεί σε 4 - 5 μέρες. Μα οι απρόβλεπτες δυσκολίες ανέτρεψαν τον αρχικό σχεδιασμό και χρειάστηκαν 15 μέρες με κινδύνους και απώλειες για την ομάδα των δώδεκα. Η πορεία του καϊκιού κράτησε 36 ώρες με στάσεις στην Πάρο και την Ανδρο για εφοδιασμό με λίγα τρόφιμα από συνδέσμους των νησιών αυτών που είχαν από πριν ενημερωθεί. Ο έμπειρος καπετάνιος του καϊκιού προδόθηκε από σοβαρή βλάβη της μηχανής που χρειαζόταν συνεργείο για να αποκατασταθεί. Η βλάβη του καϊκιού ανέτρεψε τον αρχικό σχεδιασμό της επιχείρησης. Αυτός ήταν να αποβιβασθούν οι αξιωματικοί λίγο πριν από το στενό του Ευρίπου για να περάσει ελεύθερο το πλοίο από τον έλεγχο να προχωρήσει η ομάδα πεζή μέχρι κάποιο προκαθορισμένο σημείο, να επιβιβαστούν ξανά για να τους μεταφέρει σε περιοχή ελέγχου από τις αντάρτικες ομάδες. Η βλάβη του καϊκιού τους ανάγκασε να αποβιβαστούν νωρίτερα προς το μέρος της Στερεάς Ελλάδας, σε άγνωστο γι' αυτούς έδαφος, με μόνα βοηθήματα ένα χάρτη της περιοχής μεγάλης κλίμακας και μια πυξίδα. Πορεύονταν προς τον βοριά μόνο νύχτα. Τη μέρα ακινησία. Συνάντησαν φοβισμένους χωρικούς και ενέδρες ΜΑΥδων που τις ξεπέρασαν με ψυχραιμία και την πίστη τους στην επιτυχία του σκοπού. Σ' αυτή τη δύσκολη επιχείρηση σημειώθηκαν δύο απώλειες: Ο αντισυνταγματάρχης Δημήτρης ΚΟΥΚΟΥΡΑΣ, ο αγαπημένος μπαρμπα - Μήτσος των εξόριστων, σακάτης στο πόδι από πολεμικό τραύμα, κάπου παραπάτησε και στραμπούλισε το γερό με αποτέλεσμα να μην μπορεί να προχωρήσει. Οι σύντροφοί του τον μεταφέρουν μέχρις ενός σημείου και σκέπτονται να ζητήσουν βοήθεια από τους ντόπιους: Ο Στέφανος Παπαγιάννης γράφει γι' αυτό: «Εκεί στα μαντριά όπως ήταν νύχτα, πλησίασε ο Κώστας Αντωνόπουλος και ρώτησε με τρόπο για κάποιο τσέλιγκα, που ήξερε πως είχε το στέκι του σ' εκείνα τα μέρη από ένα αδελφό του που στον ΕΛΑΣ υπηρετούσε στο τμήμα του. Εμαθε ότι είχε το σπίτι του κάπου στην πλαγιά και ξεκινήσαμε για εκεί, αφήνοντας προσωρινά τον μπαρμπα - Μήτσο σε κάτι βράχια κοντά στη δημοσιά. Να προσθέσω εδώ ότι στη διάρκεια της νύχτας έκαναν την εμφάνισή τους στην περιοχή αυτοκίνητα με χωροφύλακες και ΜΑΥδες. Ευτυχώς ο τσέλιγκας ήταν στο σπίτι του και δέχτηκε να βοηθήσει. Το μόνο που ζήτησε ήταν να πάνε οι αντάρτες σε καμιά δεκαπενταριά μέρες να τον παραλάβουν. Το μέρος αυτό λεγόταν Κονάκια κοντά στο χωριό Μαρτίνο Φθιώτιδας. Εστειλε ένα μουλάρι μ' ένα δικό του στο μέρος που τον είχαμε αφήσει κι εμείς φύγαμε γρήγορα για να απομακρυνθούμε όσο ακόμα ήταν νύχτα».
H δεύτερη απώλεια ήταν ο λοχαγός Κίμωνας ΧΑΤΖΗΜΙΧΕΛΑΚΗΣ. Σε ενέδρα των ΜΑΥδων, αποκοιμισμένος πάνω σε βράχια, ξύπνησε από τους πυροβολισμούς, χάνει την επαφή με τους συντρόφους του. Δεν άργησε να τον συλλάβουν και να τον παραπέμψουν στο Εκτακτο Στρατοδικείο. Στάθηκε όμως τυχερός, αφού οι γονείς του, πολιτικοί φίλοι ισχυρού πολιτικού, κατάφεραν με τη διαμεσολάβησή του η ποινή του να είναι ισόβιος κάθειρξη.
Στις 30 Απρίλη, 15 μέρες από την απόδρασή τους από τη Νάξο, ήρθαν σε επαφή με τα Αντάρτικα Σώματα της Αυτοάμυνας. Στη συνέχεια θα οδηγηθούν στο Στρατηγείο του ΔΣΕ (Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας) που έδρευε τότε στη Ρούμελη και θα πλαισιώσουν Επιτελεία και Μονάδες του. Ολοι τους θα σταθούν ηρωικά μέχρι την ήττα στο Γράμμο και θα γευτούν την πολύχρονη πίκρα της ξενιτιάς πάντα δοσμένοι στην ιδεολογία τους και στο όνειρό τους για μια ανεξάρτητη και κοινωνικά δίκαιη πατρίδα. Ο Νόμος της Αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης θα τους δικαιώσει βαθμολογικά κι αυτό θα το εισπράξουν σαν δικαίωση των αγώνων τους, των αγώνων του ελληνικού λαού. Σήμερα στους πολύ δύσκολους καιρούς για τον τόπο και το λαό, που ακυρώνονται μία μία οι κατακτήσεις από αιματηρούς αγώνες, που ακούγεται από τα πλέον υπεύθυνα χείλη η απειλή απώλειας τμήματος της εθνικής μας κυριαρχίας, η αναφορά στους αγώνες και τους αγωνιστές εκείνης της εποχής για εθνική ανεξαρτησία και κοινωνική δικαιοσύνη είναι περισσότερο από επίκαιρη
Από τον Ριζοσπάστη
Τα λαικά δικαστήρια
Η δράση των λαικών δικαστηρίων κατά το διάστημα ανάμεσα στην απελευθέρωση και τα δεκεμβριανά ήταν μικρή. Το ΕΑΜ και μαζί του ο λαός επιθυμόυσαν να φέρουν σε απολογία μπροστά στον λαό τους δήμιους και τους βασανιστές του της γερμανικής κατοχής όμως η μοίρα αυτών των ανθρώπων είχε προδιαγραφεί διαφορετικά απο τους Άγγλους και τους ντόπιους λακέδες τους. Η χωροφυλακή που στην διάρκεια της κατοχής ήταν όργανο καταπίεσης στα χέρια των Γερμανών ελευθέρωσε και όπλισε τους δολοφόνους του λαού για να τους στρέψει εναντίον του για μιά ακόμα φορά. Τα όπλα τους τώρα ήταν αγγλικά... Στο διάστημα των δεκεμβριανών τα λαικά δικαστήρια συνέλαβαν όπου, μπόρεσαν και δίκασαν αρκετούς απο τους συνεργάτες των Γερμανών, μετά απο καταγγελίες πολιτών που τους εντόπισαν. Ο λαός γεμάτος δίκαιο μίσος για αυτά τα κατακάθια δεν δίσταζε να επικοινωνεί με το ΕΑΜ και να τους ξεσκεπάζει.
Η δράση των λαικών δικαστηρίων όπως λέει και το όνομά τους ήταν η διεξαγωγή δικών ανοιχτών στον κόσμο με κατηγορητήριο απο τον ίδιο τον λαό μέσω εκλεγμένων αντιπροσώπων του στην λεγόμενη εθνοφυλακή της κάθε περιοχής. Πολλές φορές τα λαικά δικαστήρια γίνονταν σε πλατείες ή ανοιχτούς χώρους για να μπορεί ο κάθε εμδιαφερόμενος να τα παρακολουθεί και να εκφράζει την γνώμη του. Ο κατηγορούμενος είχε δικαίωμα να φέρει μάρτυρες υπεράσπισής του και να υπερασπίζεται τον εαυτό του μόνος του μιλώντας άμεσα και ανοιχτά σε όλους. Η αμεσοδημοκρατική διαδικασία ήταν τέτοια που διασφάλιζε άμεσα το δίκιο και την εφαρμογή της λαικής θέλησης. Σε αυτές τις συνθήκες, θα ήταν λάθος να αρνηθούμε λάθη στην λαική κρίση, όμως ήταν λάθη που οι ιστορικές συνθήκες είναι αναπόφευκτο να έχουν...
Στο διάστημα των μαχών του Δεκέμβρη του 1944 συλλήφθηκαν οι παρακάτω:
Ανάμεσα σε αυτούς τους εχθρούς του λαού που τα λαικά δικαστήρια καταδίκασαν βρίσκεται και μιά ακόμα μερίδα καταδικασθέντων. Είναι αυτοί που παριστάνοντας ή και προσχωρώντας στις γραμμές του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ, χαφιέδιζαν και εξέθεταν το λαικό κίνημα. Ήταν πράκτορες των Γερμανών και των Άγγλων, βαλτοί απο τις μυστικές τους υπηρεσίες και σε αυτούς οφείλονται οτι αγριώτητες και αίσχη σημειώθηκαν στην Δεκεμβριανή Αντίσταση. Μερικά απο τα καθάρματα αυτά ήταν οι παρκάτω:
Από ένα σημείο και μετά ο ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά το είχε παρει απόφαση κάθε μα κάθε συλληφθέντας για προβοκατόρικη συμπεριφορά λίγο αργότερα θα διαπιστώνονταν οτι ήταν πράκτορας των Άγγλων και θα ομολογούσε....
Κλείνοντας το άρθρο αυτό θα παραθέσουμε μερικές φωτογραφίες που αποδεικνύουν την δράση και την σχέση των καθαρμάτων αυτών, με τον κατακτητή, τόσο τον Γερμανό, όσο και τον Άγγλο...
Η δράση των λαικών δικαστηρίων όπως λέει και το όνομά τους ήταν η διεξαγωγή δικών ανοιχτών στον κόσμο με κατηγορητήριο απο τον ίδιο τον λαό μέσω εκλεγμένων αντιπροσώπων του στην λεγόμενη εθνοφυλακή της κάθε περιοχής. Πολλές φορές τα λαικά δικαστήρια γίνονταν σε πλατείες ή ανοιχτούς χώρους για να μπορεί ο κάθε εμδιαφερόμενος να τα παρακολουθεί και να εκφράζει την γνώμη του. Ο κατηγορούμενος είχε δικαίωμα να φέρει μάρτυρες υπεράσπισής του και να υπερασπίζεται τον εαυτό του μόνος του μιλώντας άμεσα και ανοιχτά σε όλους. Η αμεσοδημοκρατική διαδικασία ήταν τέτοια που διασφάλιζε άμεσα το δίκιο και την εφαρμογή της λαικής θέλησης. Σε αυτές τις συνθήκες, θα ήταν λάθος να αρνηθούμε λάθη στην λαική κρίση, όμως ήταν λάθη που οι ιστορικές συνθήκες είναι αναπόφευκτο να έχουν...
Στο διάστημα των μαχών του Δεκέμβρη του 1944 συλλήφθηκαν οι παρακάτω:
- Ελένη Παπαδάκη: Ηθοποιός και συνεργάτης των Γερμανών. Την κατάγγειλε το ΕΑΜ καλλιτεχνών για στνεργασία με τον κατακτητή. Η ίδια ισχυρίζεται οτι με την στάση της βοηθούσε ηθοποιούς. Συνάδελφοί της ισχυρίζονταν οτι ήταν καταδότρια. Σε αυτή την κατάσταση ίσως η ιστορική πραγματικότητα έχει χαθεί. Αλήθεια πάντως είναι οτι η ίδια δειπνούσε και συναναστρέφονταν πολύ συχνά με ανώτατους Γερμανούς αξιωματικούς της Γκεστάπο. Ακόμα και αυτή η πράξη, εκείνη την εποχή, που η Αθήνα πείναγε και παιδιά πέθαιναν απο τον λιμό, ήταν ικανή για να εξάψει την λαική αγανάκτηση. Η Ελένη Παπαδάκη εκτελέσθηκε σε απόσπασμα, απο λαικό δικαστήριο το 1944 ενταφιάσθηκε με τρόπο σεμνό και ιερέα. Το σώμα της ξέθαψε το μεταδεκεμβριανό κράτος και την ξανακήδεψε δημοσία δαπάνη. Η δεύτερη ταφή της έλαβε αντικομμουνιστικές διαστάσεις και η προπαγάνδα της εποχής οργίασε. Εφημερίδες της εποχής έφθασαν να μιλούν για δολοφονία με τσεκούρι
- Αργύρης Καπράλος : Συνεργάτης και μεταφραστής των Γερμανών στην περιοχή Καλλιθέας. Ευθύνεται για την δολοφονία και των βασανισμό πολλών μελών του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ. Αργότερα συλλαμβάνεται αφού έχεί δώσει λίστα ονομάτων σε Άγγλους αξιωματικούς, πάνω του βρίσκεται ταυτότητα της Ιντελιτζενς Σερβις, καταδικάζεται σε θάνατο και εκτελέιται απο απόσπασμα.
- Ρουμελιώτης Κ.: Μέλος της συμμορίας του Παπαγιώργη, δρούσε στις ανατολικές συνοικίες και βασάνιζε και εκτελούσε αδιακρίτως. Εκτελέσθηκε απο λαικό δικαστήριο.
- Σκλήρης Πάρις: Εκτελεστής της ομάδας του Παπάγιώργη. Όταν ο κτηνάνθρωπος Παπαγιώργης εκτελέσθηκε απο την ΟΠΛΑ, το Σεπτέμβρη του 1944, εκείνος κατέβασε δύο πολίτες απο το τραμ και του εκτέλεσε επι τόπου. Εκτελέσθηκε απο λαικό δικαστήριο.
- Σκλήρη Θάλεια: Μητέρα του Πάρη. Συλλαμβάνεται ενώ μεταφέρει λίστες κομμουνιστών σε Άγγλους αξιωματικούς δικάζεται και εκτελείται απο λαικό δικαστήριο.
- Σγάγια Καίτη: Πόρνη των Γερμανών και χαφιές των SS. Για το όνομά της συλλέγονται κατηγορίες απο όλη την Αθήνα. Η δικογραφία της φθάνει τις 80 σελίδες. Εκτελείται μετά απο δίκη .
- Γ. Μακροθύμιος: Υποδιοικητής του Β Τμήματος Ασφάλειας. Στο μπλόκο της Καλλιθέας και του Θησείου υποχρέωσε αστυφύλακες να πυροβολήσουν το άμαχο πλήθος. Εκτελείται κάτω απο δημόσια κατακραυγή απο λαικό δικαστήριο. Το μέρος χρειάσθηκε να μείνει κρυφό αφού πολλοί πολίτες εκδήλωναν την διάθεσή τους να τον λιντσάρουν.
- Παπά - Χαράλαμπος: Απο τον Νέο Κόσμο. Δρούσε ως ελεύθερος σκοπευτής. Ήταν μέλος της Οργάνωσης Χ και της τοπικής Γκεστάπο. Πιάσθηκε ενώ έριχνε σε πολίτες απο το καμπαναριό της Κοίμησης Θεοτόκου σαν άλλος Άμον Γκεθ. Εκτελείται μετά απο δίκη σε λαικό δικαστήριο.
- Α. Οικονομόπουλος: Αστυφύλακας απο το Μετς και ελεύθερος σκοπευτής. Κρυμμένος στο σπίτι του δοσίλογου Βασιλείου (Τιμολέοντος 4) , σκότωσε μια νοσοκόμα του ΕΛΑΣ και μια γριά, ενώ τραυμάτισε τους ΕΛΑΣίτες Κοκκινέλη και Ε. Κωνσταντινίδη.
Ανάμεσα σε αυτούς τους εχθρούς του λαού που τα λαικά δικαστήρια καταδίκασαν βρίσκεται και μιά ακόμα μερίδα καταδικασθέντων. Είναι αυτοί που παριστάνοντας ή και προσχωρώντας στις γραμμές του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ, χαφιέδιζαν και εξέθεταν το λαικό κίνημα. Ήταν πράκτορες των Γερμανών και των Άγγλων, βαλτοί απο τις μυστικές τους υπηρεσίες και σε αυτούς οφείλονται οτι αγριώτητες και αίσχη σημειώθηκαν στην Δεκεμβριανή Αντίσταση. Μερικά απο τα καθάρματα αυτά ήταν οι παρκάτω:
- Ο πολιτοφύλακας του 10ου Τμήματος Πολιτοφυλακής της Γούβας, Απόλλων Παλιολογόπουλος. Διέπραξε σωρεία λεηλασιών, εκβιασμών και εκτελέσεων. Όταν τον συνέλαβαν βρήκαν πάνω του ταυτότητα της Ιντέλιτζενς Σέρβις. Ομολόγησε όλα του τα εγκλήματα και ζήτησε συγχώρεση. Εκτελέσθηκε δημόσια στις 17 του Δεκέμβρη του 1944 με παρόν όλο το λαό της Γούβας
- Ζήνωνας Κουλούρης, μέλος της πολιτοφυλακής στην Καλλιθέα, εκτέλεσε χωρίς δίκη "υπόπτους". Εκτελέσθηκε συνοπτικά αφού βρέθηκε πάνω του ταυτότητα της Ιντέλιτζενς Σέρβις.
Από ένα σημείο και μετά ο ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά το είχε παρει απόφαση κάθε μα κάθε συλληφθέντας για προβοκατόρικη συμπεριφορά λίγο αργότερα θα διαπιστώνονταν οτι ήταν πράκτορας των Άγγλων και θα ομολογούσε....
Κλείνοντας το άρθρο αυτό θα παραθέσουμε μερικές φωτογραφίες που αποδεικνύουν την δράση και την σχέση των καθαρμάτων αυτών, με τον κατακτητή, τόσο τον Γερμανό, όσο και τον Άγγλο...
Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010
Η ντροπή του Περιστερίου
Τα Δεκεμβριανά έχουν μόλις τελειώσει. Οι δυνάμεις του Σκόμπι, οι μπουραντάδες της Ασφάλειας και το παρακράτος γιορτάζουν την νίκη. Το παλάτι και οι ξένοι ιμπεριαλιστές τρίβουν με ικανοποίηση τα χέρια τους. Ο λαός αγωνιστής έχει ηττηθεί αλλά δεν έχει σκύψει το κεφάλι. Οι μάχες των Δεκεμβριανών και οι εκτελέσεις κομμουνιστών και δημοκρατικών πολιτών έχουν σπείρει την Αθήνα με πτώματα. Η Καισαριανή, ο Βύρωνας, ο Ζωγράφος, η Νέα Σμύρνη και το Παγκράτι θρηνούν εκατοντάδες θύματα του μοναρχοφασισμού. Είναι είτε ΕΛΑΣίτες , είτε απλοί πολίτες που έσπευσαν να βοηθήσουν τον εφεδρικό ΕΛΑΣ της Αθήνας να κρατήσει την πόλη αδούλωτη. Aνάμεσα στους νεκρούς του λαού κείτονται οι σοροί των εγγλέζων του Σκόμπι, οι Ριμινίτες, οι μπουραντάδες της χωροφυλακής και οι δοσίλογοι των Γερμανων που οπλίσθηκαν ξανά στο πλευρό των Άγγλων. Όλη η Αθήνα έχει γίνει ένα απέραντο πεδίο μάχης. Το αστικό κράτος με τους Άγγλους αφέντες του γιορτάζουν στο Μεγάλη Βρετανία, μετά το όργιο θα ξεκινήσει η χάλκευση της ιστορίας...
Μετά μερικές εβδομάδες απο τις μάχες της Αθήνας, ομάδες απο χωροφύλακες και επιστρατευμένους πολίτες ξεκινούν το μακάβριο έργο τους. Ξεθάβουν τους νεκρούς... Η κίνηση δεν είναι τυχαία, είναι καλά μελετημένη απο την κυβέρνηση. Τα χιλιάδες σώματα, σε διάφορες φάσεις αποσύνθεσης μαζεύονται απο τις τέσσερις γωνιές της Αθήνας στο Περιστέρι. Εκεί υφίστανται μια "επεξεργασία", κομματιάζονται και παραμορφώνονται. Αργότερα θα κληθεί ο ειδικός πτωματολόγος Σερ Γουόλτερ Σιτρίν να εξετάσει τα "εγκλήματα του ΕΑΜ " . Ο Σιτρίν τραβάει τα μαλλιά του. Νεκροί απο το Θησείο είναι μπλεγμένοι με δοσίλογους των Γερμανών, κομματιασμένες ΕΛΑΣίτισες απο τις ρουκέτες του Σκόμπι μαζί με χωροφύλακες, γυναικόπαιδα των ανατολικών συνοικειών, σκοτωμένα απο αεροπορικές επιδρομές, μπλεγμένα με τους δήμιους της Γκεστάπο και του Παπαγιώργη... Ντροπή για τους τιμιμένους νεκρούς του Λαού να υφίστανται τέτοια ατίμωση. Τα πορίσματα των ιατροδικαστών είναι αντιφατικά, πολλοί δηλώνουν στις αρχές την ανικανότητά τους να συνθέσουν μια ενιαία εικόνα. Ο αστικός τύπος δεν προβληματίζεται απο αυτό, ξεκινούν τα δημοσιεύματα και οι φήμες για τους κουβάδες με τα μάτια και τους ακρωτηριασμούς των νηπίων. Αργότερα συντάσσονται οι αναφορές της χωροφυλακής και καλούνται οι οικογένειες των "θυμάτων". Το γκαιμπελικό Κατύν μπροστά στο ελληνικό Περιστέρι δεν πιάνει μπάζα.
Στις 3/1/45 μαζικοί τάφοι εκτελεσθέντων ανοίγονται στον εθνικό κήπο. Στις 10/1/45 ξεθάβονται 60 νεκροί ελασίτες και αρκετών αμάχων που είχαν ταφεί στην μάντρα του 1ου νεκροταφέιου Αθηνών. Ενώ στην περιοχη Κουπόνια ξεθάβονται 38 στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ που εκτελέσθηκαν απο Ριμινίτες του Σκόμπι. Όλα αυτά αποτελούν για τις εφημερίδες και την κυβέρνηση των κτηνανθρώπων "θύματα του ΚΚΕ". Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια όπως ο αθηναικός λαός την βίωσε και την αποτύπωσε σε εκατοντάδες έγγραφα και προκυρήξεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια που τόσο πολύ μέχρι τις μέρες μας έχει βιασθεί και μασκαρευτεί για να μας ταισθεί με κάθε δυνατό τρόπο. Αλλά ο λαός έχει μνήμη και η μνήμη του ελληνικού λαού ονομάζεται ΕΑΜ, ονομάζεται ΕΛΑΣ, ονομάζεται Άρης Βελουχιώτης, ονομάζεται Νίκος Ζαχαριάδης, ονομάζεται Στέφανος Σαράφης, ονομάζεται ΚΚΕ...
Μετά μερικές εβδομάδες απο τις μάχες της Αθήνας, ομάδες απο χωροφύλακες και επιστρατευμένους πολίτες ξεκινούν το μακάβριο έργο τους. Ξεθάβουν τους νεκρούς... Η κίνηση δεν είναι τυχαία, είναι καλά μελετημένη απο την κυβέρνηση. Τα χιλιάδες σώματα, σε διάφορες φάσεις αποσύνθεσης μαζεύονται απο τις τέσσερις γωνιές της Αθήνας στο Περιστέρι. Εκεί υφίστανται μια "επεξεργασία", κομματιάζονται και παραμορφώνονται. Αργότερα θα κληθεί ο ειδικός πτωματολόγος Σερ Γουόλτερ Σιτρίν να εξετάσει τα "εγκλήματα του ΕΑΜ " . Ο Σιτρίν τραβάει τα μαλλιά του. Νεκροί απο το Θησείο είναι μπλεγμένοι με δοσίλογους των Γερμανών, κομματιασμένες ΕΛΑΣίτισες απο τις ρουκέτες του Σκόμπι μαζί με χωροφύλακες, γυναικόπαιδα των ανατολικών συνοικειών, σκοτωμένα απο αεροπορικές επιδρομές, μπλεγμένα με τους δήμιους της Γκεστάπο και του Παπαγιώργη... Ντροπή για τους τιμιμένους νεκρούς του Λαού να υφίστανται τέτοια ατίμωση. Τα πορίσματα των ιατροδικαστών είναι αντιφατικά, πολλοί δηλώνουν στις αρχές την ανικανότητά τους να συνθέσουν μια ενιαία εικόνα. Ο αστικός τύπος δεν προβληματίζεται απο αυτό, ξεκινούν τα δημοσιεύματα και οι φήμες για τους κουβάδες με τα μάτια και τους ακρωτηριασμούς των νηπίων. Αργότερα συντάσσονται οι αναφορές της χωροφυλακής και καλούνται οι οικογένειες των "θυμάτων". Το γκαιμπελικό Κατύν μπροστά στο ελληνικό Περιστέρι δεν πιάνει μπάζα.
- Ο Γ Πατιστής, αστυφύλακας στον Υμηττό τραυματίζεται στις 27/12 απο όλμο και την επόμενη πεθαίνει. Τον θάψαν στην εκκλησία Πέτρου και Παύλου. Η οικογένειά του τον βρίσκει ξεθαμμένο στην Καισαριανή μαζί με άλλους "σφαγιασθέντες"
- Ο Κ. Μπάμπουλης τραυματίζεται απο όλμο στο Παγκράτι και μεταφέρεται στο νοσοκομείο του ΕΛΑΣ. Μετά απο επέμβαση πεθαίνει. Το σώμα του μεταφέρεται απο την χωροφυλακή στο Περιστέρι και παρουσιάζεται τεμαχισμένος ως θύμα των κομμουνιστών
- Οι Π. Σωτηριάδης και Δ Σακκελαριάδης και η αδελφή του μαζί με άλλους 3 άμαχους απο το Παγκράτι σκοτώθηκαν απο όλμους των Άγγλων στο Παγκράτι. Αργότερα η κυβέρνηση Πλαστήρα τους παρουσιάζει σαν θύματα εκτελέσεων.
- Ο Σ. Αλεξίου δικηγόρος και μέλος του ΚΚΕ δολοφονείται στις 5/12 απο Χίτες στην Σταδίου. Η οικογένειά του δεν μπορεί να πάρει το πτώμα του λόγω των ταραχών, αργότερα τους καλούν ατο Περιστέρι όπου τον βρίσκουν με κομμένη μύτη και αυτιά και με την αναφορά "Σφαγιασθής υπό κομμουνιστών".
- Η Ελένη Καραπάνου μαχήτρια του ΕΛΑΣ σκοτώνεται απο σφαίνα στον Εθνικό Κήπο. Το σώμα της επιστρέφεται στην οικογένειά της χωρίς χέρια με την επιγραφή "Σφαγιασθείσα υπο των κομμουνιστών"
- Ο ταγματάρχης Κανέλης σκοτώθηκε στην μάχη της Εφορίας Υλικού Πολέμου. Το πτώμα του πήραν Ριμινίτες αφου ειδοποίησαν τους συγγενείς του οτι θα το θάψουν. Αργότερα αμφανίζεται άταφος και χωρίς καρδιά (!) στο Περιστέρι.
- Ο Στάθης Παπαδάκης 18 ετών απο το Υμηττό ( Ερασινίδου 34) μέλος της ΕΠΟΝ τραυματίζεται και πεθαίνει τον Δεκέμβρη . Οι δικοί του θάβουν παρουσιά συντρόφων του στον Αγ. Αρτέμη. Στις 22 Φλεβάρη η αστυνομία υποχρεώνει την μητέρα του να ξεθάψει το σώμα του και να τον αφήσει εκτεθειμλενο για πολλές μέρες στην Ζωοδόχο Πηγή Καισαριανής.
- Η μικρή Χ. Γκίνη, ετών 8 σκοτώνεται απο βομβαρδισμό των Αγγλων στην Καισαριανή. Το σώμα της εκτίθεται στο Περιστέρι ως "θύμα των κομμουνιστών"
- Στις 22 Δεκέμβρη ο Μωυσής Τσανακαλιώτης ετών 32 (Χρυσοστόμου Σμύρνης 11 Ν. Ελβετία) σκοτώνεται απο όλμο την ώρα που πήγαινε στον μπακάλη κοντά στου Σαπόρτα που είναι μια γεφυρούλα. Μαζί του σκοτώνονται και δύο γριές. Τον παρουσίασαν σαν δολοφονημένο απο τον ΕΛΑΣ και στο μνημόσυνό του μετά απο 40 ημέρες ο παπάς του Αγ. Δημητρίου βρήκε την ευκαιρία να κατακεραυνώσει απο άμβονως τους μισαρούς κουκουέδες δολοφόνους.
- Τρείς μέρες μετά την αποχώρηση του ΕΛΑΣ και ενώ η Αθήνα ήταν στα χέρια της χωροφυλακής τρείς άγνωστοι μπήκαν στο σπίτι του ζεύγους Τσιλιπονίδη. Τους σκότωσαν εν ψυχρώ. Αργότερα και αυτοί παρουσιάσθηκαν σαν θύματα του ΕΛΑΣ.
- Η γενναία νοσοκόμα του ΕΛΑΣ Μαρία Πανά υπηρετούσε στο Ασκληπείο Βούλας του Ερυθρού Σταυρού. Όταν ξέσπασαν τα δεκεμβριανά, ήρθε εθελοντικά στο νοσοκομείο του ΕΛΑΣ στην Νέα Σμύρνη, ανακουφίζοντας μαχητές και πολίτες. Αργότερα μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του ΕΛΑΣ Υμηττού. Με την ήττα του ΕΛΑΣ στην Αθήνα και μέσα σε άγρια χιονοθύελλα τμήματα του ΕΛΑΣ ξεκίνησαν για το Κορωπί. Το προσωπικό κόντεψε να ταφεί ζωντανό μέσα στο χιόνι πάνω στον Υμηττό. Η γενναία ψυχή της Μαρίας δεν άνταξε το κρύο και στις 24/2/1945 οι σύντροφοί της την έθαψαν εκεί. Δύο ημέρες μετά η Βραδυνή έγραφε : " Ο ιατροδικαστής κ. Ψημάρας ανεύρεν εις Υμηττόν το πτώμα της νοσοκόμου Μαρίας Πανά ήτις συλληφθείσα υπό των ελασιτών αφού εκακοποιήθη και εβιάσθη, εξετελέσθη"
Στις 3/1/45 μαζικοί τάφοι εκτελεσθέντων ανοίγονται στον εθνικό κήπο. Στις 10/1/45 ξεθάβονται 60 νεκροί ελασίτες και αρκετών αμάχων που είχαν ταφεί στην μάντρα του 1ου νεκροταφέιου Αθηνών. Ενώ στην περιοχη Κουπόνια ξεθάβονται 38 στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΛΑΣ που εκτελέσθηκαν απο Ριμινίτες του Σκόμπι. Όλα αυτά αποτελούν για τις εφημερίδες και την κυβέρνηση των κτηνανθρώπων "θύματα του ΚΚΕ". Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια όπως ο αθηναικός λαός την βίωσε και την αποτύπωσε σε εκατοντάδες έγγραφα και προκυρήξεις του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια που τόσο πολύ μέχρι τις μέρες μας έχει βιασθεί και μασκαρευτεί για να μας ταισθεί με κάθε δυνατό τρόπο. Αλλά ο λαός έχει μνήμη και η μνήμη του ελληνικού λαού ονομάζεται ΕΑΜ, ονομάζεται ΕΛΑΣ, ονομάζεται Άρης Βελουχιώτης, ονομάζεται Νίκος Ζαχαριάδης, ονομάζεται Στέφανος Σαράφης, ονομάζεται ΚΚΕ...
Αναγνώριση πτωμάτων στο Περιστέρι |
Αναγνώριση των μη αναγνωρίσημων πιά ξεθαμμένων νεκρών της Αθήνας |
Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010
Μια απο τις πρώτες πολιτικές δολοφονίες
Μια απο τις πρώτες πολιτικές δολοφονίες ήταν του στελέχους του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, Θύμιου Πρεκεζή απο τις Καρυές της Λακωνίας. Κυνηγήθηκε και εκτελέσθηκε απο παρακρατικούς στο χωριό Κολλινές Τρίπολης και το κεφάλι του κόπηκε και εκτέθηκε στην πλατεία του χωριού
(Φωτο απο τον Ριζοσπάστη)
H δολοφονία του Πολκ
Ο Τζορτζ Πολκ, Αμερικάνος δημοσιογράφος του CBS, βρέθηκε νεκρός, στις 16 Μαίου του 1948, απο τον ψαρά Λάμπρο Αντώναρο, στην θαλάσσια περιοχή της Θεσσαλινίκης. Το σώμα του ήταν δεμένο με χοντρό σχοινί και έφερε ταύμα απο σφαίρα στο κεφάλι. Η νεκροψία αργότερα θα δείξει οτι ο Πολκ ήταν ήδη νεκρός δυο με τρείς ημέρες και οτι το τελευταίο του γεύμα ήταν θαλασσινά με αρακά. Η αιτία θανάτου ήταν ο πυροβολισμός ενώ η ρήψη του σώματος στην θάλασσα αποσκοπούσε στην εξαφάνισή του .
Ο Τζορτζ Πολκ ετών 35 και παντρεμένος με την ελληνίδα αεροσυνοδό Ρέα Κοκκώνη είχε αποσταλλεί στην Ελλάδα στις 9 του Μάη σαν πολεμικός ανταποκριτής και σκόπευε να φύγει από τη χώρα μας και να επιστρέψει στις ΗΠΑ, γύρω στις 20 του Μάη αφού θα ολοκλήρωνε ένα εκτενές ρεπορτάζ για τα γεγονότα του εμφυλίου. Η είδηση του θανάτου του έκανε ταχύτατα τον γύρω του κόσμου και ξεσήκωσε τον δημοσιογραφικό κόσμο. Η προοδευτική κοινή γνώμη της Ευρώπης που διατείνονταν ως τότε φιλικά προς τους μαχητές του ΔΣΕ, κλονίσθηκε αφού η ελληνική κυβέρνηση των Αθηνών κατηγορούσε ήδη απο την αρχή το ΚΚΕ.
Οι ανακρίσεις ξεκίνησαν απο την αρχή σε αυτή την αντικομμουνιστική γραμμή της κυβέρνησης ενώ οι παγκόσμια κοινή γνώμη περίμενε σε κλίμα συγκίνησης να μάθει τα πορίσματα των ερευνών. Σύντομα όλες οι έρευνες βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Παράλληλα, η πολιτική επιτροπή του ΔΣΕ εξέδιδε διάγγελμα στο οποίο κατηγορούσε ανοιχτά την Ειδική Ασφάλεια Θεσ/νίκης για τον φόνο. Ο Τζόρτζ Πολκ απο την αρχή των ερευνών του είχε δηλώσει οτι επιθυμεί την έλευση του στην Ελεύθερη Ελλάδα προκειμένου να πάρει προσωπική συνέντευξη απο τον Μάρκο Βαφειάδη και να συζητήσουν για τις εκκλήσεις της Προσωρινής Κυβέρνησης δια ειρήνη. Ο ΔΣΕ κατηγορούσε την Ασφάλεια υπό το πρίσμα, οτι ήθελαν την δολοφονία του Πολκ για να μην διαδωθεί το δίκαιο του αγώνα του σε όλον τον κόσμο.
Ο Πολκ με την άφιξή του στην Θεσσαλονίκη, είχε καταλύσει στο ξενοδοχείο «Αστόρια». Στο δωμάτιό του βρέθηκε ένα σημείωμα, που αποκάλυπτε ότι σκόπευε να συναντηθεί με τον ηγέτη του ΔΣΕ, Μάρκο Βαφειάδη, κάπου στα βουνά της Πίνδου, για να του πάρει συνέντευξη. Αυτά ήταν τα ευρήματα της Χωροφυλακής της Θεσσαλονίκης, που αναλαμβάνει την υπόθεση. Αυτά τα στοιχεία δημοσιεύονται και στον τύπο. Η έκθεση της Χωροφυλακής επιρρίπτει αμέσως και χωρίς κανένα στοιχείο την ευθύνη σε ορισμένα του συγκεκριμένα στα στελέχη του ΚΚΕ, τους Αδάμ Μουζενίδη και Βαγγέλη Βασβανά. Η κατηγορία των συγκεκριμένων προσώπων είναι παντελώς αυθαίρετη. Αργότερα, η Χωροφυλακή διενεργεί ανακρίσεις σε δύο φάσεις, μία στην Θεσσαλονίκη και μία στην Αθήνα. Αργότερα το αμερικανικό προξενείο παρεμβαίνει και απαιτεί την εξεύρεση κάποιου, οποιουδήποτε ενόχου. Στα τέλη του Αυγούστου του 1948, η Χωροφυλακή συλλαμβάνει τον Γρηγόρη Στακτόπουλο έναν προοδευτικό δημοσιογράφο και τον ανακρίνει. Το αποτέλεσμα της ανάκρισης, η οποία διενεργείται με τα σκληρότερα των βασανιστηρίων, είναι μια ομολογία για την υπαιτιότητα των Βασβανά και Μουζενίδη για την δολοφονία. Ο Στακτόπουλος καταδικάζεται ως συνεργός σε ισόβια κάθειρξη και τα δύο στελέχη του ΚΚΕ καταδικάζονται ερήμην τους σε θάνατο. Στο δικαστήριο παρουσιάζεται η ταυτότητα του Πολκ που όμως είχε αποσταλλεί στην Χωροφυλακή τρεις ημέρες πριν την ανακάληψη του σώματος του Πολκ.
Παράλληλα στην εφημερίδα "Εξόρμηση", όργανο του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ, γράφονταν τα παρακάτω:
" Η στυγερή δολοφονία του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζ. Πολκ έφερε σε δύσκολη θέση την ψευτοκυβέρνηση των δολοφόνων. Είχαν οργανώσει τη δολοφονία με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν εύκολα να την αποδώσουν στους δημοκρατικούς. Γι' αυτό είχαν κανονίσει να σταλεί η ταυτότητα του Πολκ στην Ασφάλεια, ώστε να δημιουργηθεί η εντύπωση πως ο Πολκ κατόρθωσε να περάσει στους αντάρτες και, επομένως, εκεί εξαφανίστηκε δολοφονημένος. Είχαν, επίσης, κανονίσει να εξαφανιστεί το πτώμα. Η τύχη τα 'φερε να ξεβράσει η θάλασσα το πτώμα προς στην παραλία της Σαλονίκης. Έτσι, δεν μπορούσαν πια να πουν πως είχε περάσει στους αντάρτες. Δοκίμασαν αμέσως με τις φυλλάδες τους και με δηλώσεις ψευτοϋπουργών, να σκηνοθετήσουν την ενοχή των "κομμουνιστών" στη στυγερή δολοφονία. Μα, στο μεταξύ, οι ξένοι δημοσιογράφοι και η κοινή γνώμη της Αμερικής, κατάπληκτοι μπροστά στην άτιμη αυτή πράξη, ενδιαφέρθηκαν και ξεσκέπασαν την προσπάθεια αυτή. Στη Σαλονίκη έφτασαν δημοσιογράφοι και ντετέκτιβ (ιδιωτικοί αστυνομικοί), που άρχισαν τις δικές τους έρευνες. Η σπείρα των δολοφόνων δυσκολεύτηκε έτσι να βάνει μπροστά τη σκηνοθεσία της. Μοναδική της ελπίδα είναι πια να συγκαλύψει τους δολοφόνους και να μπερδέψει τις ανακρίσεις. Αυτό και κάνει, παρ' όλες τις δηλώσεις του Σοφούλη πως είναι τάχα ζήτημα τιμής η ανακάλυψη των δολοφόνων. Όλα τα μέχρι τώρα στοιχεία είναι συντριπτικά για τους δολοφόνους. Οι δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών συναγ. Ιωαννίδη αποδείχνουν αδιάψευστα πως ο Πολκ δολοφονήθηκε από τη σπείρα των δολοφόνων που δρα στη Σαλονίκη, κάτω από την καθοδήγηση της Ασφάλειας, για να ματαιωθεί ο ερχομός του Πολκ στην Ελεύθερη Ελλάδα. Οι Αμερικανοί δημοσιογράφοι αποφάσισαν να στείλουν στην Ελλάδα επιτροπή για να παρακολουθήσει τις ανακρίσεις. Τρομοκρατημένοι μπροστά στον κίνδυνο να αποκαλυφτούν οι δράστες και η ενοχή τους, η ψευτοκυβέρνηση της ΑΘήνας ζήτησε από το αμερικανικό υπουργείο των Εξωτερικών, να εμποδίσει τον ερχομό της επιτροπής των δημοσιογράφων, πράγμα που έγινε. Έτσι, ελπίζουν να σκεπάσουν την υπόθεση. Μα, άδικα πασχίζουν. Και το νέο τους έγκλημα, αργά ή γρήγορα, θα αποκαλυφθεί."
Η τροπή που η υπόθεση Πολκ έχει αρχίσει να παίρνει οδηγεί στο έυλογο συμπέρασμα της σκευωρίας. Μιάς σκευωρίας βαθειά πολιτικής και αντικομμουνιστικής. Οι Αμερικάνοι ξεκινούν να κάνουν και τις δικές στους έρευνες σχετικά με το θέμα. Την έρευνα αναλαμβάνει ο Τζέιμς Κέλις, ιδιωτικός ντετέκτιβ, για λογαριασμό του δικηγορικού γραφείου της Νέας Υόρκης "Ντόνοβαν". Οι έρευνες γρήγορα αποδεικνύουν ότι οι αντάρτες δεν είχαν τη δυνατότητα ή τον λόγο να διαπράξουν το έγκλημα και οι ευθύνες ρίχνονται σε δεξιούς παρακρατικούς κύκλους. Αμέσως, η έρευνά του διακόπτεται και ο Κέλις ανακαλείται στις ΗΠΑ απο το γραφείο που τον προσέλαβε. Προφανώς η καταδίκη του Στακτόπουλου βόλευε τους αμερικανικούς κύκλους που χρηματοδοτούσαν την ελληνική κυβέρνηση ενάντια στους αντάρτες του ΔΣΕ και του ΚΚΕ.
Πιο σύγχρονες έρευνες δείχνουν τον πράκτορα της Ιντέλιτζενς Σέρβις, Ράνταλ Κόουτς, ο οποίος και υπηρετούσε ως πρόξενος της Μ. Βρετανίας στη Θεσσαλονίκη την εποχή εκείνη, ως ηθικό αυτουργό του εγκλήματος. Τα δύο στελέχη του ΚΚΕ που κατηγορούνται για την δολοφονία απο τις αρχές του αστικού κράτους, βρέθηκε μετεμφυλιακά, οτι δεν θα μπορούσαν να έχουν διαπράξει το έγκλημα αφού ο μεν Βασβανάς βρίσκονταν τότε εκτός Ελλάδας, ο δε Μουζενίδης είχε σκοτωθεί σε βομβαρδιμό. Ο Στακτόπουλος ήταν πραγματικά ένα ακόμα θύμα στην υπόθεση Πολκ, αφού τυχαία τον είχαν επιλέξει οι ενορχηστρωτές της δολοφονίας, γιατί ήταν κομμουνιστής, μιλούσε αγγλικά και έιχε σε μία συνεστίαση δημοσιογράφων μιλήσει με τον Πολκ. Ο Στακτόπουλος πέρασε τέσσερα χρόνια φυλακισμένος στην Γενική Ασφάλεια Θεσσαλονίκης στα φρικτά βασανιστήρια του αρχιφύλακα Μουσχουντή και μετά μεταφέρθηκε στις φυλακές Αίγινας ως το 1960. Ποτέ δεν αποκαταστάθηκε δικαστικά.
Ο Τζορτζ Πολκ δολοφονήθηκε απο τους πράκτορες του αντικομμουνισμού. Τα στοιχεία για αυτό είναι πολλά και ξεφεύγουν της παρούσας ανάλυσης, κυριότερο στοιχείο όμως είναι οτι ο Πολκ απάντησε στην έκκληση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης του ΔΣΕ για ειρηνική διευθέτηση του ελληνικού εμφυλίου, για αυτό θέλησε να συναντηθεί με το Βαφειάδη και για αυτό και δολοφονήθηκε, απο αυτούς που δεν θέλησαν τον ελληνικό λαό "ήσυχο και μονοιασμένο"...
Ο Τζορτζ Πολκ ετών 35 και παντρεμένος με την ελληνίδα αεροσυνοδό Ρέα Κοκκώνη είχε αποσταλλεί στην Ελλάδα στις 9 του Μάη σαν πολεμικός ανταποκριτής και σκόπευε να φύγει από τη χώρα μας και να επιστρέψει στις ΗΠΑ, γύρω στις 20 του Μάη αφού θα ολοκλήρωνε ένα εκτενές ρεπορτάζ για τα γεγονότα του εμφυλίου. Η είδηση του θανάτου του έκανε ταχύτατα τον γύρω του κόσμου και ξεσήκωσε τον δημοσιογραφικό κόσμο. Η προοδευτική κοινή γνώμη της Ευρώπης που διατείνονταν ως τότε φιλικά προς τους μαχητές του ΔΣΕ, κλονίσθηκε αφού η ελληνική κυβέρνηση των Αθηνών κατηγορούσε ήδη απο την αρχή το ΚΚΕ.
Οι ανακρίσεις ξεκίνησαν απο την αρχή σε αυτή την αντικομμουνιστική γραμμή της κυβέρνησης ενώ οι παγκόσμια κοινή γνώμη περίμενε σε κλίμα συγκίνησης να μάθει τα πορίσματα των ερευνών. Σύντομα όλες οι έρευνες βρέθηκαν σε αδιέξοδο. Παράλληλα, η πολιτική επιτροπή του ΔΣΕ εξέδιδε διάγγελμα στο οποίο κατηγορούσε ανοιχτά την Ειδική Ασφάλεια Θεσ/νίκης για τον φόνο. Ο Τζόρτζ Πολκ απο την αρχή των ερευνών του είχε δηλώσει οτι επιθυμεί την έλευση του στην Ελεύθερη Ελλάδα προκειμένου να πάρει προσωπική συνέντευξη απο τον Μάρκο Βαφειάδη και να συζητήσουν για τις εκκλήσεις της Προσωρινής Κυβέρνησης δια ειρήνη. Ο ΔΣΕ κατηγορούσε την Ασφάλεια υπό το πρίσμα, οτι ήθελαν την δολοφονία του Πολκ για να μην διαδωθεί το δίκαιο του αγώνα του σε όλον τον κόσμο.
Ο Πολκ με την άφιξή του στην Θεσσαλονίκη, είχε καταλύσει στο ξενοδοχείο «Αστόρια». Στο δωμάτιό του βρέθηκε ένα σημείωμα, που αποκάλυπτε ότι σκόπευε να συναντηθεί με τον ηγέτη του ΔΣΕ, Μάρκο Βαφειάδη, κάπου στα βουνά της Πίνδου, για να του πάρει συνέντευξη. Αυτά ήταν τα ευρήματα της Χωροφυλακής της Θεσσαλονίκης, που αναλαμβάνει την υπόθεση. Αυτά τα στοιχεία δημοσιεύονται και στον τύπο. Η έκθεση της Χωροφυλακής επιρρίπτει αμέσως και χωρίς κανένα στοιχείο την ευθύνη σε ορισμένα του συγκεκριμένα στα στελέχη του ΚΚΕ, τους Αδάμ Μουζενίδη και Βαγγέλη Βασβανά. Η κατηγορία των συγκεκριμένων προσώπων είναι παντελώς αυθαίρετη. Αργότερα, η Χωροφυλακή διενεργεί ανακρίσεις σε δύο φάσεις, μία στην Θεσσαλονίκη και μία στην Αθήνα. Αργότερα το αμερικανικό προξενείο παρεμβαίνει και απαιτεί την εξεύρεση κάποιου, οποιουδήποτε ενόχου. Στα τέλη του Αυγούστου του 1948, η Χωροφυλακή συλλαμβάνει τον Γρηγόρη Στακτόπουλο έναν προοδευτικό δημοσιογράφο και τον ανακρίνει. Το αποτέλεσμα της ανάκρισης, η οποία διενεργείται με τα σκληρότερα των βασανιστηρίων, είναι μια ομολογία για την υπαιτιότητα των Βασβανά και Μουζενίδη για την δολοφονία. Ο Στακτόπουλος καταδικάζεται ως συνεργός σε ισόβια κάθειρξη και τα δύο στελέχη του ΚΚΕ καταδικάζονται ερήμην τους σε θάνατο. Στο δικαστήριο παρουσιάζεται η ταυτότητα του Πολκ που όμως είχε αποσταλλεί στην Χωροφυλακή τρεις ημέρες πριν την ανακάληψη του σώματος του Πολκ.
Παράλληλα στην εφημερίδα "Εξόρμηση", όργανο του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ, γράφονταν τα παρακάτω:
" Η στυγερή δολοφονία του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζ. Πολκ έφερε σε δύσκολη θέση την ψευτοκυβέρνηση των δολοφόνων. Είχαν οργανώσει τη δολοφονία με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν εύκολα να την αποδώσουν στους δημοκρατικούς. Γι' αυτό είχαν κανονίσει να σταλεί η ταυτότητα του Πολκ στην Ασφάλεια, ώστε να δημιουργηθεί η εντύπωση πως ο Πολκ κατόρθωσε να περάσει στους αντάρτες και, επομένως, εκεί εξαφανίστηκε δολοφονημένος. Είχαν, επίσης, κανονίσει να εξαφανιστεί το πτώμα. Η τύχη τα 'φερε να ξεβράσει η θάλασσα το πτώμα προς στην παραλία της Σαλονίκης. Έτσι, δεν μπορούσαν πια να πουν πως είχε περάσει στους αντάρτες. Δοκίμασαν αμέσως με τις φυλλάδες τους και με δηλώσεις ψευτοϋπουργών, να σκηνοθετήσουν την ενοχή των "κομμουνιστών" στη στυγερή δολοφονία. Μα, στο μεταξύ, οι ξένοι δημοσιογράφοι και η κοινή γνώμη της Αμερικής, κατάπληκτοι μπροστά στην άτιμη αυτή πράξη, ενδιαφέρθηκαν και ξεσκέπασαν την προσπάθεια αυτή. Στη Σαλονίκη έφτασαν δημοσιογράφοι και ντετέκτιβ (ιδιωτικοί αστυνομικοί), που άρχισαν τις δικές τους έρευνες. Η σπείρα των δολοφόνων δυσκολεύτηκε έτσι να βάνει μπροστά τη σκηνοθεσία της. Μοναδική της ελπίδα είναι πια να συγκαλύψει τους δολοφόνους και να μπερδέψει τις ανακρίσεις. Αυτό και κάνει, παρ' όλες τις δηλώσεις του Σοφούλη πως είναι τάχα ζήτημα τιμής η ανακάλυψη των δολοφόνων. Όλα τα μέχρι τώρα στοιχεία είναι συντριπτικά για τους δολοφόνους. Οι δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών συναγ. Ιωαννίδη αποδείχνουν αδιάψευστα πως ο Πολκ δολοφονήθηκε από τη σπείρα των δολοφόνων που δρα στη Σαλονίκη, κάτω από την καθοδήγηση της Ασφάλειας, για να ματαιωθεί ο ερχομός του Πολκ στην Ελεύθερη Ελλάδα. Οι Αμερικανοί δημοσιογράφοι αποφάσισαν να στείλουν στην Ελλάδα επιτροπή για να παρακολουθήσει τις ανακρίσεις. Τρομοκρατημένοι μπροστά στον κίνδυνο να αποκαλυφτούν οι δράστες και η ενοχή τους, η ψευτοκυβέρνηση της ΑΘήνας ζήτησε από το αμερικανικό υπουργείο των Εξωτερικών, να εμποδίσει τον ερχομό της επιτροπής των δημοσιογράφων, πράγμα που έγινε. Έτσι, ελπίζουν να σκεπάσουν την υπόθεση. Μα, άδικα πασχίζουν. Και το νέο τους έγκλημα, αργά ή γρήγορα, θα αποκαλυφθεί."
Η τροπή που η υπόθεση Πολκ έχει αρχίσει να παίρνει οδηγεί στο έυλογο συμπέρασμα της σκευωρίας. Μιάς σκευωρίας βαθειά πολιτικής και αντικομμουνιστικής. Οι Αμερικάνοι ξεκινούν να κάνουν και τις δικές στους έρευνες σχετικά με το θέμα. Την έρευνα αναλαμβάνει ο Τζέιμς Κέλις, ιδιωτικός ντετέκτιβ, για λογαριασμό του δικηγορικού γραφείου της Νέας Υόρκης "Ντόνοβαν". Οι έρευνες γρήγορα αποδεικνύουν ότι οι αντάρτες δεν είχαν τη δυνατότητα ή τον λόγο να διαπράξουν το έγκλημα και οι ευθύνες ρίχνονται σε δεξιούς παρακρατικούς κύκλους. Αμέσως, η έρευνά του διακόπτεται και ο Κέλις ανακαλείται στις ΗΠΑ απο το γραφείο που τον προσέλαβε. Προφανώς η καταδίκη του Στακτόπουλου βόλευε τους αμερικανικούς κύκλους που χρηματοδοτούσαν την ελληνική κυβέρνηση ενάντια στους αντάρτες του ΔΣΕ και του ΚΚΕ.
Πιο σύγχρονες έρευνες δείχνουν τον πράκτορα της Ιντέλιτζενς Σέρβις, Ράνταλ Κόουτς, ο οποίος και υπηρετούσε ως πρόξενος της Μ. Βρετανίας στη Θεσσαλονίκη την εποχή εκείνη, ως ηθικό αυτουργό του εγκλήματος. Τα δύο στελέχη του ΚΚΕ που κατηγορούνται για την δολοφονία απο τις αρχές του αστικού κράτους, βρέθηκε μετεμφυλιακά, οτι δεν θα μπορούσαν να έχουν διαπράξει το έγκλημα αφού ο μεν Βασβανάς βρίσκονταν τότε εκτός Ελλάδας, ο δε Μουζενίδης είχε σκοτωθεί σε βομβαρδιμό. Ο Στακτόπουλος ήταν πραγματικά ένα ακόμα θύμα στην υπόθεση Πολκ, αφού τυχαία τον είχαν επιλέξει οι ενορχηστρωτές της δολοφονίας, γιατί ήταν κομμουνιστής, μιλούσε αγγλικά και έιχε σε μία συνεστίαση δημοσιογράφων μιλήσει με τον Πολκ. Ο Στακτόπουλος πέρασε τέσσερα χρόνια φυλακισμένος στην Γενική Ασφάλεια Θεσσαλονίκης στα φρικτά βασανιστήρια του αρχιφύλακα Μουσχουντή και μετά μεταφέρθηκε στις φυλακές Αίγινας ως το 1960. Ποτέ δεν αποκαταστάθηκε δικαστικά.
Ο Τζορτζ Πολκ δολοφονήθηκε απο τους πράκτορες του αντικομμουνισμού. Τα στοιχεία για αυτό είναι πολλά και ξεφεύγουν της παρούσας ανάλυσης, κυριότερο στοιχείο όμως είναι οτι ο Πολκ απάντησε στην έκκληση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης του ΔΣΕ για ειρηνική διευθέτηση του ελληνικού εμφυλίου, για αυτό θέλησε να συναντηθεί με το Βαφειάδη και για αυτό και δολοφονήθηκε, απο αυτούς που δεν θέλησαν τον ελληνικό λαό "ήσυχο και μονοιασμένο"...
Οι Ντόνοβαν (CIA) και ο αρχιφύλακας Μουζενίδης φωτογραφίζονται στην Θεσσαλονίκη
Το σώμα του Τζόρτζ Πολκ όπως βρέθηκε στην Θεσσαλονίκη
Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010
Tα τελευταία γεγονότα του εμφυλίου
Την νύχτα στις 3 Αυγούστου του 1949, έχοντας στη διάθεσή του δύο μεραρχίες, μια ανεξάρτητη ταξιαρχία, τρία ελαφρά συντάγματα πεζικού, δύο ίλες αναγνωρίσεως και έναν ουλαμό αρμάτων, από το στρατηγείο του στην Κόνιτσα, ο στρατηγός Τσακαλώτος του ΕΣ, έδωσε τη διαταγή για την εφαρμογή της επιχείρησης “Πυρσός Α`”. Ο Πυρσός ως επιχείρηση σκοπό είχε την ολοκληρωτική καταστροφή των δυνάμεων του ΔΣΕ στην περιοχή του Γράμμου και του Βίτσι. Η επιχείρηση θα κρατήσει επτά μέρες και ληγει με επιτυχία του κυβερνητικού στρατού, στην κατοχή του οποίου πέρασαν τα υψώματα 1421 (Ταμπούρια) και 1806, που αποτέλεσαν τις κυριότερες βάσεις των περεταίρω εξορμήσεών του στις κατοπινές επιχειρήσεις στο Γράμμο. Το στελεχικό δυναμικό του ΔΣΕ δεν ελλείπονταν εμπειρίας, ηθικού ή ικανότητας αλλά το παιχνίδι χάθηκε στο αδύνατο σημείο των ανταρτών : Τις εφεδρίες...
Στις 10 Αυγούστου του ίδιου έτους μπαίνει σε εφαρμογή η επιχείρηση “Πυρσός Β`”. Επρόκειτο για μια ενέργεια στρατηγικά αποφασιστική απο πλευράς του ΕΣ ,με σκοπό την εκκαθάριση της περιοχής Βίτσι και την τελειωτική εξόντωση των ανταρτών. Στην επιχείρηση χρησιμοποιήθηκαν έξι ενισχυμένες μεραρχίες, δώδεκα τάγματα ελαφρού πεζικού, 110 πυροβόλα, πολλά άρματα μάχης παντώς τύπου και τεθωρακισμένα, έξι τάγματα διαβιβάσεων, 87 αεροπλάνα, τρείς διλοχίες μαυροσκούφηδων και ισχυρές δυνάμεις σκαπανέων και ΛΟΚ. Οι δυνάμεις αυτές ήταν στην ουσία υπέρ αρκετές, έως υπερβολικές, σε σύγκριση με τις δυνάμεις του ΔΣΕ, αλλά ο φόβος της στρατιωτικής διοίκησης για το αξιόμαχο των ανταρτών ήταν μεγάλος και τα λάθη του παρελθόντος πολλά. Ο ΔΣΕ δε διέθετε στο Βίτσι παρά μόνο 8.800 περίπου μαχητές, πολλοί από τους οποίους ήταν τραυματίες, ενώ ο οπλισμός γενικά ήταν χαμηλής ικανότητας αν συγκριθεί με τα αμερικανικά όπλα του ΕΣ.
Το αποτέλεσμα της τιτάνιας αυτής σύγκρουσης ήταν η ήττα του Δημοκρατικού Στρατού. Ήττα βέβαια, όχι με την έννοια της παράδωσης, αφού ο ΔΣΕ δεν παραδώθηκε, πέρασε απλά στις χώρες του σοσιαλιστικού κόσμου (Αλβανία, Γιουγκοσλαβία). Οι πανίσχυρες κυβερνητικές δυνάμεις κατάφεραν να διασπάσουν τις γραμμές άμυνας των ανταρτών με την ισχύ πυρός τους, άνοιξαν ρήγμα και στη συνέχεια διείσδυσαν σε βάθος καταλαμβάνοντας το ύψωμα Λέσιτς. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ παρά την ηρωική τους αντίσταση απωθήθηκαν βορειοδυτικά και τελικά βρήκαν καταφύγιο στην μικρή χερσόνησο Πηξός που απλώνεται μεταξύ της Μεγάλης και της Μικρής Πρέσπας. Αλλά κι εκεί δεν μπορούσαν να σταθούν πολύ λόγω της περιορισμένης δυνατότητας ελιγμών. Η βασιλική αεροπορία μυδραλιοβολλούσε ακατάπαυστα τις θέσεις του ΔΣΕ και ο ΕΣ ανασυντάσσονταν για να πραγματοποιήσει απόβαση. Ετσι οι δυνάμεις του ΔΣΕ αναγκάζονται να ελιχθούν ξανά στον Γράμμο.
Τελευταίες Μάχες
Το Γενικό Αρχηγείο του ΔΣΕ, στις 20 Αυγούστου συζήτησε για την πορεία και την εξέλιξη των επιχειρήσεων στο Βίτσι και το Γράμμο και κατέληξε ότι η βασική αιτία της ήττας των δυνάμεων εκεί οφειλόταν στο γεγονός ότι η διοίκηση της XI Μεραρχίας απέσυρε τις δυνάμεις της πολύ γρήγορα από το ύψωμα Λέσιτς, με αποτέλεσμα να το καταλάβει ο εχθρός. Τέλος, το Γενικό Αρχηγείο εκτιμούσε ότι “στο Γράμμο έχουμε όλες τις δυνατότητες να καταφέρουμε θανάσιμο πλήγμα στον εχθρό” και επέμενε στο σύνθημα “ο Γράμμος θα γίνει ο τάφος του Μοναρχοφασισμού”. Ασφαλώς επρόκειτο για υπερβολές που είναι σαφώς εξηγήσιμες αν τις δει κανείς σ’ εκείνες τις συνθήκες κι αν λάβει υπόψη του ότι ο ΔΣΕ είχε ανάγκη από την εμψύχωση των μαχητών του μπροστά στην τελική μάχη.
Μετά τη νίκη του στο Βίτσι ο κυβερνητικός στρατός έθεσε σε εφαρμογή, με πομπώδη τρόπο, την επιχείρηση “Πυρσός Γ`”. Την επιχείρηση κλήθηκαν να παρακολουθήσουν από την περιοχή Αμούδας ο Γλύξμπουγκ και ο Βαν Φλιτ με όλο τους το επιτελείο. Επικεφαλής της επιχείρησης τέθηκε ο στρατηγός Τσακαλώτος και ο στρατηγός Λάσκαρης, έχοντας στη διάθεσή τους 5 μεραρχίες (I, VIII, IX, XV, III) καταδρομών, μια ενισχυμένη ανεξάρτητη ταξιαρχία, 8 ελαφρά συντάγματα πεζικού, 120 πυροβόλα τελευταίας τεχνολογίας, 37 τεθωρακισμένα και το σύνολο της βασιλικής αεροπορίας που αριθμούσε τότε περί τα 170 αεροσκάφη όλα αμερικανικής κατασκευής (Spitfire, Helldiver, Harvard, Hurricane, Martin Baltimore).O ΔΣΕ διέθετε δύναμη 6.500 περίπου μαχητών και μαχητριών, στους οποίους προστέθηκαν άλλοι 5.000 προερχόμενοι από το Βίτσι. Σύνολο: περί τους 11.500 μαχητές. Επίσης για να γίνει δυνατή η απαγκίστρωση δυνάμεων του εχθρού από το Γράμμο και να αλαφρύνει η πίεσή του, λίγο πριν την πτώση του Βίτσι, το Γενικό Αρχηγείο διέταξε τις δυνάμεις της της 1ης Μεραρχίας με διοικητή τον Χ. Φλωράκη και Πολιτικό Επίτροπο τον Ν. Μπελογιάννη να διεισδύσουν στη Θεσσαλία. Τον ίδιο καιρό δυνάμεις με επικεφαλής τον Α. Πετρίτη (Πολυχρόνη Βάη) στάλθηκαν στη Λάκκα Σούλι. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ διέθεταν ελάχιστα μυδράλια και πολυβόλα και γενικότερα παλαιού τύπου εξοπλισμό.
Στις 25 Αυγούστου, στις 5.15 το πρωί, ο ΕΣ άρχισε μαζικά την επίθεση του στο Γράμμο. Η αντίσταση των ανταρτών υπήρξε σκληρή και ηρωική, ο ΕΣ πισογυρίζει σε αρκετά μέτωπα αρκετές φορές. Σε πολλά σημεία η μάχες γίνονται σώμα με σώμα. Ο αγώνας ήταν φυσικά άνισος. Στις 26 Αυγούστου η IX μεραρχία του κυβερνητικού στρατού καταφέρνει να διασπάσει την γραμμή άμυνας των ανταρτών και εισχωρεί στα μετόπισθεν του ΔΣΕ κατά μήκος των αλβανικών συνόρων. Ο κίνδυνος πλήρους κυκλώσεως χωρίς έξοδο διαφυγής ήταν πλέον ορατός. Ετσι, από το μεσημέρι της 28ης Αυγούστου άρχισε η σύμπτυξη των δυνάμεών του ΔΣΕ προς το κέντρο του μετώπου και η οργάνωση της υποχώρησης με τακτικό τρόπο προς την Αλβανία. Στις 29 με 30 Αυγούστου έπεσε και το ύψωμα Κάμενικ, το Κάστρο του Γράμμου. Το τίμημα του αίματος για τον ΕΣ στο ύψωμα είναι μεγάλο. Αργότερα ο Τσακαλώτος θα σχολιάσει "Οι κομμουνιστές είχαν πραγματικά μια σχεδόν παράλογη επιθυμία να διατηρήσουν το ύψωμα του Κάμενικ". Η μάχη του Γράμμου είχε τελειώσει και μαζί της και ο τρίχρονος ηρωικός αγώνας του Δημοκρατικού Στρατού για την εθνική ανεξαρτησία της Ελλάδας απο τον ξενόφερτο κατακτητή, την κοινωνική δικαιοσύνη και τον σοσιαλισμό.
Μαρτυρίες απο την μνήμη του αντάρτη Θανάση Ανάγνου
(Βιβλίο : «Στα κάστρα του αγώνα»)
Την ανακατάληψη του Γράμμου την άνοιξη του 1949 πραγματοποίησαν με διαταγή του Γενικού Αρχηγείου (ΓΑ) η ΙΧ Μεραρχία, με τις δύο ταξιαρχίες της (16η και 108η) και η Σχολή Αξ/κων του ΓΑ, διεισδύοντας από το Βίτσι στο Γράμμο (η Σχολή Αξ/κων στις 23.3.49 και η ΙΧ Μεραρχία στις 1.4).
Με σκληρές μάχες, μέσα σε άσχημες καιρικές συνθήκες κι ένα μέτρο χιόνι, η 108η ταξιαρχία καταλαμβάνει την Πυρσόγιαννη, με αιφνιδιαστικό δυναμικό. Η 16η ανακαταλαμβάνει την κορυφογραμμή Ψωριάρικα – Τσάρνο Βήτο – Τσαγκός – Καραούλι – Ανθρωπάκο, η δε Σχολή Αξ/κών δίνει σκληρές μάχες στο Ταμπούρι Φούρκας, όπου τραυματίζεται ο διοικητής της Κόλιας και υποκύπτει λίγο αργότερα στα χέρια των ανδρών του. Στη συνέχεια, καταλαμβάνονται τα Πατώματα Λυκόραχης όπου δόθηκαν σφοδρές μάχες και η Οξυά Θεοτόκου. Στο Γράμμο είχε διεισδύσει πρωτύτερα η Διλοχία του Κ. Παλαιολόγου και ορισμένα τμήματα της 8ης Μεραρχίας, που κατέλαβαν τον Πύργο Στράτσανης. Ετσι διαμορφώθηκαν στο Γράμμο συνθήκες αντιμετώπισης των μελλοντικών εχθρικών επιχειρήσεων.
2.8.49: Ο κυβερνητικός στρατός εξαπολύει σφοδρή επίθεση στον Ανατολικό Γράμμο. Εισβάλλοντας στο αλβανικό έδαφος χτυπά πισώπλατα το Λόχο, που υπερασπιζόταν την “Γκίνοβα” και τον κυκλώνει. Ο Λόχος γλιτώνει την αιχμαλωσία του χάρη στην αυτοθυσία του. Ο στρατός, όμως, καταλαμβάνει την “Γκίνοβα” και στη συνέχεια καταλαμβάνει το “Ταμπούρι – Καψάλια”. Οι νεκροί είναι πολλοί και στα δύο στρατοπεδα.
3.8.49: Η αεροπορία σφυροκοπάει τις θέσεις μας με μυδράλια και κάθε είδους βόμβες. Ολόκληρος ο Γράμμος φλέγεται. Μας ρίχνουν ώρες ολόκληρες.
3.8.49: Η αεροπορία σφυροκοπάει τις θέσεις μας με μυδράλια και κάθε είδους βόμβες. Ολόκληρος ο Γράμμος φλέγεται. Μας ρίχνουν ώρες ολόκληρες.
6.8.49: Ο κυβερνητικός στρατός επιτίθεται με δύο Ταξιαρχίες στο ύψωμα “Τσάρνο”. Η σθεναρή αντίσταση των τμημάτων μας και οι σοβαρές απώλειες του στρατού, τον υποχρεώνουν να σταματήσει τις επιθέσεις του. Εκατοντάδες οι νεκροί και εδώ. Στη μάχη αυτή από βλήμα πυροβολικού σκοτώνεται ο Ταξίαρχος της 16ης Ταξιαρχίας Σ. Παπαδημητρίου. Αποδείχτηκε ότι οι ενέργειες αυτές του κυβερνητικού στρατού ήταν παραπλανητικές, που απόβλεπαν να καλύψουν την αιφνιδιαστική συγκεντρωτική επίθεσή του στο Βίτσι.
10.8.49: Εξαπολύεται κεραυνοβόλα και με όλα τα μέσα (τανκς, τεθωρακισμένα και μηχανοκίνητα, πεδινά και ορειβατικά πυροβόλα, αεροπλάνα και χιλιάδες στρατιώτες) μαζική επίθεση των μοναρχοφασιστικών δυνάμεών του στο Βίτσι. Παρά την ηρωική αντίσταση των τμημάτων μας στην άνιση αυτή μάχη, ο κυβερνητικός στρατός σε τέσσερις μέρες καταλαμβάνει το Βίτσι, προξενώντας εξοντωτικές απώλειες στα τμήματά μας, που το υπεράσπιζαν και, ταυτόχρονα, καθοριστικό πλήγμα στη συνέχιση του αγώνα μας. Τα μισοδιαλυμένα τμήματα του ΔΣΕ, όσα κατόρθωσαν να περισωθούν, άλλα μπήκαν στην Αλβανία και άλλα με αυτοθυσία κατόρθωσαν να περάσουν στο Γράμμο.
Τη δ/νση της ΙΧ Μεραρχίας αποτελούσαν οι Δημ. Ζυγούρης (Παλαιολόγος) διοικητής Μεραρχίας, Δήμος Σιδηρόπουλος ΠΕ, Ζήσης Ζωγράφος επιτελάρχης, Γ. Τσερβελής δ/τής Β` Γραφείου Πληροφοριών, Θ. Ανάγνου δ/τής Γ` Γραφείου, Στ. Τέμπος Γραφείο Διαβιβάσεων, Γ. Καραμπίλιας επιμελητής και Β. Οικονόμου δικαστικός. Η έδρα της Μεραρχίας ήταν στην “Αρένα” και μετά την πτώση του Βίτσι, στο “Φλάμπουρο”, στη χαράδρα “Μπαρούκα”.
23.8.49, ώρα 17.30: Ο κυβερνητικός στρατός με μαζικούς κανονιοβολισμούς δεκάδων πυροβόλων και αεροπορικούς βομβαρδισμούς επί τρεις ώρες σφυροκοπεί τις θέσεις μας και σμπαραλιάζει τις οχυρώσεις μας.
24.8.49: Από τις πρωινές ώρες με μαζικούς βομβαρδισμούς επί ώρες εξαπολύει με όλες του τις δυνάμεις την τελική γενική επίθεση εναντίον των τμημάτων μας που υπερασπίζονταν το Γράμμο. Η επίθεση, που ολημερίς υποστηριζόταν από δεκάδες πυροβόλα, όλμους και αεροπλάνα κατευθύνθηκε σε δύο άξονες: Η μία προς Μονόπυλο – Πουριά – Φούσια – Πέτρα Οσμάν, με τελικό σκοπό την κατάληψη του 2522 υψώματος και η άλλη προς Ανθρωπάκο – Τσάρνο Βήτο – Ψωριάρικα. Στόχος, ο εγκλωβισμός και η εξόντωση όλων των δυνάμεων του ΔΣΕ και το κλείσιμο της συνοριακής γραμμής με την Αλβανία.
Λαμπαδιασμένος ο Γράμμος τραντάζεται από τις μαζικές εκρήξεις των ολοήμερων βομβαρδισμών. Μια απερίγραπτη γιγαντομαχία διεξάγεται. Τα τμήματά μας μάχονται σκληρά με αφάνταστο ηρωισμό και αυτοθυσία, με άνισους όρους, πολλές φορές κυκλωμένα και μεμονωμένα, πολλές φορές με δέκα είκοσι άνδρες μέσα σε μια λάβα φωτιάς και σίδερου. Δεν παραδίνονται, όμως, πολεμάνε, σπάζουν κλοιούς και συμπτύσσονται μέσα από τις εχθρικές δυνάμεις.
25.8.49: Ο κυβερνητικός στρατός βγαίνει με τα τανκς στη συνοριακή γραμμή και καταλαμβάνει το Μονόπυλο.
26.8.49: Ο κυβερνητικός στρατός καταλαμβάνει τα Πουριά – Φούσια και επιτίθεται στην κατεύθυνση “Πέτρα Οσμάν”, που την υπεράσπιζε ένα ενισχυμένο τάγμα της 8ης Μεραρχίας, με επικεφαλής τον Μέραρχο Βαγγέλη Φωκά.
27.8.49: Ολες τις μέρες άυπνοι, νηστικοί, εξαντλημένοι, διψασμένοι, μπαρουτοκαπνισμένοι οι μαχητές και οι μαχήτριες πολεμούν σκληρά, με αυταπάρνηση, πιστοί στο δίκιο του αγώνα μας. Ο κυβερνητικός στρατός στις 12.30 το μεσημέρι σπάζει την αμυντική γραμμή και καταλαμβάνει την “Πέτρα Οσμάν”, ανοίγοντας το δρόμο για την κατάληψη του 2522. Ενα τμήμα του κινείται τις απογευματινές ώρες προς το Φλάμπουρο, όπου βρισκόταν ο Σταθμός Διοίκησης της ΙΧ Μεραρχίας.
Εκείνες τις στιγμές, η κεραυνοβόλα ενέργεια του γιατρού Σακελαρίου και του Σπύρου Πεσεξίδη (Φωκάς) (διοίκηση του Νοσοκομείου του ΓΑ) και του Διοικητή της Μονάδας Εφοδιασμού και Μεταφορών του Γράμμου Πετρόμπεη (Σακαλή Αλέκο), έσωσαν από την αιχμαλωσία δεκάδες τραυματίες, προωθώντας τους στην Αλβανία. Το Νοσοκομείο βρισκόταν στη χαράδρα “Μπαρούκα”.
Στη 1 το μεσημέρι, φτάνει στην έδρα της Μεραρχίας ο διοικητής Παλαιολόγου, που βρισκόταν τρεις μέρες στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Δίνει εντολή με επικεφαλής τον ίδιο να συμπτυχθούν οι σχηματισμοί της Μεραρχίας στην κατεύθυνση Πλεκάτη. Επιχειρείται μέσα σ’ ένα πανδαιμόνιο και κάτω από το συνεχές σφυροκόπημα των αεροπλάνων. Δημιουργήθηκε, όμως, σύγχυση ανάμεσα στους σχηματισμούς, με αποτέλεσμα άλλοι να προλάβουν και να περάσουν προς Πλεκάτη και άλλοι να κλειστούν στον κλοιό, που πραγματοποίησε ο κυβερνητικός στρατός, καταλαμβάνοντας το Φλάμπουρο.
28.8.49: Τις πρωινές ώρες συμπτύσσεται και η 16η Ταξιαρχία που όλες τις μέρες αμυνόταν σκληρά στα Ψωριάρικα – Τσάρνο – Ανθρωπάκο.
Ο κυβερνητικός στρατός τελικά τις βραδινές ώρες της 28ης Αυγούστου 1949 καταλαμβάνει το 2522, κλείνει τη συνοριακή γραμμή και μαζί κυκλώνει τα τμήματα του ΔΣΕ του Γράμμου. Καταλαμβάνει ολοκληρωτικά το Γράμμο. Τις πρωινές ώρες της 29ης όλα τα τμήματα που συγκεντρωθήκαμε στην Πλεκάτη με κάλυψη οπισθοφυλακής περνάμε τα σύνορα και μπαίνουμε στην Αλβανία.
Αυτό ήταν ουσιαστικά το τέλος της εποποιίας του ΔΣΕ. Εγκαταλείποντας τα ποτισμένα με το αίμα μας χώματα της πατρίδας μας, οι σκέψεις μας πετούσαν στους συντρόφους μας, που πολεμούσαν σε Πελοπόννησο, νησιά, Ρούμελη, Θεσσαλία, στους συντρόφους μας που βρίσκονταν σε φυλακές και εξορίες. Οσο κι αν αυτά τα σκληρά πικρά συναισθήματα πλημμύριζαν τις σκέψεις μας και την καρδιά μας, κατά βάθος νιώθαμε τιμή και υπερηφάνεια για τον αγώνα μας.
Ο στρατιώτης Τζίμας πανηγυρίζει την νίκη του Γράμμου
Στρατιώτες στο Γράμμο
Ο τραυματισμός του παραπάνω στρατιώτη στον Γράμμο